https://www.facebook.com/artemissky.blogspot?ref_type=bookmark

ΑΡΤΕΜΙΣ

ΑΡΤΕΜΙΣ
Ήταν θεά του κυνηγιού,”πότνια θηρών” κατά τον Όμηρο,θεά των αγριμιών και της Σελήνης.

ΕΛΛΑΣ - HELLAS

'' Επιόντος άρα θανάτου επί τον άνθρωπον, το μεν θνητόν, ως έοικεν, αυτού αποθνήσκει, το δ' αθάνατον, σώον και αδιάφθορον, οίχεται απιόν. `Οταν επέρχεται ο θάνατος στον άνθρωπο, το μεν θνητό μέρος αυτού, καθώς φαίνεται, πεθαίνει, το δε αθάνατο, η ψυχή, σηκώνεται και φεύγει σώο και άφθαρτο '' ΠΛΑΤΩΝΑ

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .
ΑΝΟΙΚΩ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Τρίτη 14 Ιανουαρίου 2014

ΚΥΔΩΝΙΑ του Άρη και Washington

Αναρτήθηκε από   //  21 Ιανουαρίου 2013  //  τεχνολογία  //  2 Σχόλια

Οι 19,5 μοίρες η αρχή της υπερδιαστατικής φυσικής 39 (2χ19,5) μοίρες και 77 μοίρες, η πως χτίσανε την Ουάσινγκτον βάζοντας τον χάρτη της Cydonia του Άρη πάνω στην περιοχή !!!
ΤΙ ΞΕΡΑΝΕ ΤΟΤΕ οι «κτίστες» ΚΑΙ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΟΛΑ ΠΩΣ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ; Μήπως τα ξέρανε ΟΛΑ από το 1.500 μ.κ.ε. τουλάχιστον; Ειδικά στην Αγγλία όταν ο Sir Francis Bacon τύπωσε στα Λατινικά την Nova Atlantis το 1624 και στα Αγγλικά το 1627; Ο δε John Dee μήπως ήξερε και άλλα;
QUINCES of Mars and Washington - terrapapersΑφού είχα διαβάσει για την υπέρθεση του συγκροτήματος της Cydonia πάνω στην Washington DC στο ίντερνετ, αποφάσισα να το δοκιμάσω για τον εαυτό μου. Πήρα κάποιες φωτογραφίες των Washington DC και της Cydonia για να παίξω. Δεν εξεπλάγην που ταιριάζανε. Αλλά αρχικά όχι. Αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον!
Πρώτα πήρα μια φωτογραφία από το Google Earth της Ουάσιγκτον DC και το έβαλα σε Adobe ImageReady, στη συνέχεια, πήρα μια φωτογραφία της Κυδωνίας από το Διαδίκτυο, με μέγεθος για να ταιριάξει τις αποστάσεις μεταξύ του Λευκού Οίκου και το Πενταγώνου σε σύγκριση με το D & M (πενταγωνική πυραμίδα) και το Πρόσωπο (face of Mars), τοποθετημένα στη συνέχεια το ένα πάνω στο άλλο και δεν ευθυγραμμίζονταν. Βεβαιώθηκα ότι το συγκρότημα Κυδωνία ήταν ευθυγραμμισμένο κατ ‘ευθείαν στον Βορά, ακόμα δεν ταίριαζε με την Washington DC. Μόνον όταν περιέστρεψα το συγκρότημα Cydonia 19,5 μοίρες δεξιόστροφα από τον αληθινό Βορρά τότε ΤΑΙΡΑΞΕ. (Ή την Washington DC 19,5 μοίρες αριστερόστροφα).
19.5 μοίρες η γωνία αυτή είναι ο θεμέλιος λίθος της κατασκευής του σύμπαντος μαζί με την 33 μοίρες και τις Αρμονικές αυτών.
Οι 19,5 μοίρες, είναι ό, τι συνεπάγεται η Υπερδιαστατική Γεωμετρία της Cydonia! Έχω γράψει σε πολλά άρθρα για την σημασία των 19,5 μοιρών.  Έχει ποτέ αυτό αναφερθεί από τα ΜΜΕ; Φυσικά όχι. Ακούγεται τόσο τέλεια ότι θα ευθυγραμμιστεί με διαφορά 19,5 μοίρες η Cydonia, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τον Richard Hoagland, 19,5 είναι μέρος των όσων η Cydonia μας λέει, και μας λέει πολλά, γιατί είναι το αλφαβητάριο της Υπερδιαστατικής φυσικής και της ελεύθερης ενέργειας. Έτσι, πίσω εκεί που μείναμε, ακόμη και οι γωνίες κατά την οποία η D & M και η Πυραμίδα και το Πεντάγωνο ευθυγραμμίζονται είναι εξαιρετικά παρόμοιες.
Κυδωνία το αρχαίο όνομα των Χανιών. Γιατί ονομάσανε αυτήν την τόσο σημαντική περιοχή του Άρη με αυτό το όνομα; Ασχολείστε με τον Όμηρο και την Μυθολογία μας; Μπααα προέχει … η … πολυπολυπολυτισμικότητα!

Η ιδανική παιδεία και η διαμόρφωση του τέλειου πολίτη – ΠΛΑΤΩΝ, ΝΟΜΟΙ


Ο Πλάτων στους «Νόμους, 643.d.6 – 644.b.4» έχει αποτυπώσει την άποψη των Ελλήνων σχετικά με την Παιδεία. Δραματικός χώρος του διαλόγου είναι η Κρήτη και στη συζήτηση παίρνουν μέρος ένας ανώνυμος Αθηναίος, ο Κρητικός Κλεινίας και ο Σπαρτιάτης Μέγγιλος. Αντικείμενο –όπως και στην Πολιτεία – είναι η οικοδόμηση ενός φανταστικού πολιτεύματος, η εύρυθμη λειτουργία του οποίου εξαρτάται από μια ιδεατή νομοθεσία.Η συζήτηση ξεκίνησε από την απορία του Αθηναίου σχετικά με τη λειτουργία των συσσιτίων και της στρατιωτικής εκπαίδευσης στις πόλεις καταγωγής των συνομιλητών του, οι οποίοι υποστήριξαν ότι αυτά, όπως και οι υπόλοιποι νόμοι και θεσμοί, αποσκοπούσαν στην επιτυχή διεκπεραίωση των πολέμων, επομένως στην καλλιέργεια της αρετής της ανδρείας. Ο Αθηναίος δήλωσε ότι δεν πίστευε πως οι νομοθέτες θα θέσπιζαν τους νόμους τους αποσκοπώντας στην καλλιέργεια ενός μόνο μορίου της αρετής, την ανδρεία.
Mας λέγει λοιπόν :
“Αθηναίος : Όποιος άνθρωπος έχει σκοπό να γίνει ενάρετος σε ό,τι τον ενδιαφέρει, πρέπει να ασχολείται από την πρώτη του παιδική ηλικία αστεία και σοβαρά με τα σχετικά ζητήματα του κλάδου του. Όποιος θέλει, παραδείγματος χάριν, να γίνει καλός γεωργός ή οικοδόμος, ο δεύτερος πρέπει να παίζει χτίζοντας κανένα παιδιάστικο οικοδόμημα, κι ο πρώτος να καλλιεργεί τη γη. Κι όποιος ανατρέφει τον καθένα απ’ αυτούς τους δυο, πρέπει να τους φτιάχνει μικρά εργαλεία, απομιμήσεις των αληθινών. Επίσης όσα μαθήματα πρέπει να μάθει, να τα προμελετά. Ο οικοδόμος, λόγου χάριν, να μάθει να χρησιμοποιεί το μέτρο, ή το νήμα της στάθμης και ο πολεμιστής να καβαλλικεύει παίζοντας τα άλογα ή κάμνοντας κάτι παρόμοιο, και να προσπαθεί ο νομοθέτης με τα παιχνίδια να στρέφει τις απολαύσεις και τις επιθυμίες των παιδιών εκεί όπου όταν φτάσουν πρέπει να τελειώσουν. Βασικό, λοιπόν, σκοπό της παιδείας νομίζουμε την σωστή ανατροφή που, με το παιχνίδι, θα οδηγήσει όσο το δυνατό αποτελεσματικότερα την ψυχή του παιδιού ν’ αγαπήσει με όλη του την ύπαρξη εκείνο, στο οποίο όταν γίνει άντρας, θα παραστεί ανάγκη να είναι τέλειος.
Ας μην αφήσουμε αόριστη την περιγραφή της παιδείας. Όταν επικρίνουμε ή επαινούμε την ανατροφή κάποιου και λέμε ότι είναι πεπαιδευμένος ή απαίδευτος, μερικές φορές χρησιμοποιούμε τον πρώτο όρο και για ανθρώπους που ξέρουνε καλά το επάγγελμά τους – τους ναυτικούς ή τους έμπορους ή και άλλους. Ας δεχτούμε όμως, για χάρη της συζήτησης, ότι δεν εννοούμε αυτό το πράγμα αλλά την παιδεία που από την παιδική ηλικία οδηγεί τον άνθρωπο στην αρετή και του προκαλεί ισχυρή επιθυμία να γίνει ένας τέλειος πολίτης που ξέρει να κυβερνά ή να κυβερνιέται σύμφωνα με το δίκαιο. Θα ήθελα να ξεχωρίσουμε αυτό το είδος της τροφής από τις υπόλοιπες και να την θεωρήσουμε πραγματικά την μόνη παιδεία. Αντίθετα, την παιδεία που αποβλέπει στην απόκτηση χρημάτων ή δύναμης ή σοφίας χωρίς λογική και δικαιοσύνη, θα πρέπει να την θεωρούμε ανελεύθερη και βάναυση – κάτι δηλαδή που δεν αξίζει να ονομάζουμε Παιδεία. Ας μη μένουμε όμως πολύ στις λέξεις. Αφού συμφωνήσουμε στον ορισμό, ας δεχτούμε αυτό που εννοεί. Ότι εκείνοι που ορθά [εκ]παιδεύονται γίνονται σχεδόν αγαθοί. Δεν πρέπει, επομένως, σε καμία περίπτωση να ατιμάζουμε [υποτιμάμε] την παιδεία, γιατί είναι το πιο σημαντικό πράγμα στην παραγωγή άριστων ανθρώπων. Και αν κάποτε ξεφεύγει από τον προορισμό της, οφείλουμε να την ξαναφέρνουμε στον ορθό δρόμο με κάθε μέσο που διαθέτουμε. Έτσι πρέπει να δρούμε το κατά δύναμη πάντα στην διάρκεια του βίου μας.

ΑΘ. Λέγω δή, καί φημι τὸν ὁτιοῦν ἀγαθὸν ἄνδρα μέλλοντα ἔσεσθαι τοῦτο αὐτὸ ἐκ παίδων εὐθὺς μελετᾶν δεῖν, παίζοντά τε καὶ σπουδάζοντα ἐν τοῖς τοῦ πράγματος ἑκάστοις προσήκουσιν. οἷον τὸν μέλλοντα ἀγαθὸν ἔσεσθαι γεωργὸν ἤ τινα οἰκοδόμον, τὸν μὲν οἰκοδομοῦντά τι τῶν παιδείων [643c] οἰκοδομημάτων παίζειν χρή, τὸν δ’ αὖ γεωργοῦντα, καὶ ὄργανα ἑκατέρῳ σμικρά, τῶν ἀληθινῶν μιμήματα, παρασκευάζειν τὸν τρέφοντα αὐτῶν ἑκάτερον, καὶ δὴ καὶ τῶν μαθημάτων ὅσα ἀναγκαῖα προμεμαθηκέναι προμανθάνειν, οἷον τέκτονα μετρεῖν ἢ σταθμᾶσθαι καὶ πολεμικὸν ἱππεύειν παίζοντα ἤ τι τῶν τοιούτων ἄλλο ποιοῦντα, καὶ πειρᾶσθαι διὰ τῶν παιδιῶν ἐκεῖσε τρέπειν τὰς ἡδονὰς καὶ ἐπιθυμίας τῶν παίδων, οἷ ἀφικομένους αὐτοὺς δεῖ τέλος ἔχειν. κεφάλαιον δὴ παιδείας [643d] λέγομεν τὴν ὀρθὴν τροφήν, ἣ τοῦ παίζοντος τὴν ψυχὴν εἰς ἔρωτα μάλιστα ἄξει τούτου ὃ δεήσει γενόμενον ἄνδρ’ αὐτὸν τέλειον εἶναι τῆς τοῦ πράγματος ἀρετῆς· ὁρᾶτε οὖν εἰ μέχρι τούτου γε, ὅπερ εἶπον, ὑμῖν ἀρέσκει τὸ λεχθέν.
Μὴ τοίνυν μηδ’ ὃ λέγομεν εἶναι παιδείαν ἀόριστον γένηται. νῦν γὰρ ὀνειδίζοντες ἐπαινοῦντές θ’ ἑκάστων τὰς τροφάς, λέγομεν ὡς τὸν μὲν πεπαιδευμένον ἡμῶν ὄντα τινά, [643e] τὸν δὲ ἀπαίδευτον ἐνίοτε εἴς τε καπηλείας καὶ ναυκληρίας καὶ ἄλλων τοιούτων μάλα πεπαιδευμένων σφόδρα ἀνθρώπων· οὐ γὰρ ταῦτα ἡγουμένων, ὡς ἔοικ’, εἶναι παιδείαν ὁ νῦν λόγος ἂν εἴη, τὴν δὲ πρὸς ἀρετὴν ἐκ παίδων παιδείαν, ποιοῦσαν ἐπιθυμητήν τε καὶ ἐραστὴν τοῦ πολίτην γενέσθαι τέλεον, ἄρχειν τε καὶ ἄρχεσθαι ἐπιστάμενον μετὰ δίκης. ταύτην [644a] τὴν τροφὴν ἀφορισάμενος ὁ λόγος οὗτος, ὡς ἐμοὶ φαίνεται, νῦν βούλοιτ’ ἂν μόνην παιδείαν προσαγορεύειν, τὴν δὲ εἰς χρήματα τείνουσαν ἤ τινα πρὸς ἰσχύν, ἢ καὶ πρὸς ἄλλην τινὰ σοφίαν ἄνευ νοῦ καὶ δίκης, βάναυσόν τ’ εἶναι καὶ ἀνελεύθερον καὶ οὐκ ἀξίαν τὸ παράπαν παιδείαν καλεῖσθαι. ἡμεῖς δὴ μηδὲν ὀνόματι διαφερώμεθ’ αὑτοῖς, ἀλλ’ ὁ νυνδὴ λόγος ἡμῖν ὁμολογηθεὶς μενέτω, ὡς οἵ γε ὀρθῶς πεπαιδευμένοι σχεδὸν ἀγαθοὶ γίγνονται, καὶ δεῖ δὴ τὴν παιδείαν [644b] μηδαμοῦ ἀτιμάζειν, ὡς πρῶτον τῶν καλλίστων τοῖς ἀρίστοις ἀνδράσιν παραγιγνόμενον· καὶ εἴ ποτε ἐξέρχεται, δυνατὸν δ’ ἐστὶν ἐπανορθοῦσθαι, τοῦτ’ ἀεὶ δραστέον διὰ βίου παντὶ κατὰ δύναμιν.


Μτφρ. Β. Μοσκόβης. 1988. Πλάτωνος Νόμοι. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη.

Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2014

Θάργηλος άρτος: Η μετέπειτα Βασιλόπιττα


Η αναζήτηση για τις ρίζες του εθίμου της βασιλόπιτας, μας οδηγεί πίσω, στην αρχαιότητα, στις προσφορές άρτου ή και μελιπήκτων των αρχαίων ημών προγόνων, προς τους θεούς, κατά τη διάρκεια εορτών.   
Το κόψιμο της βασιλόπιτας είναι από τα ελάχιστα αρχέγονα έθιμα που επιβιώνουν. 
 Οι Λαογράφοι αναζητούν τη ρίζα του εθίμου στην αρχαιοελληνική παράδοση.  Οι Αρχαίοι Έλληνες προσέφεραν στους θεούς σε κάθε μεγάλη καμπή του χρόνου ή της ζωής τους «εορταστικούς άρτους». ..
  Κάθε Αθηναίος στρατιώτης, πριν ξεκινήσει για
τον πόλεμο, αφιέρωνε στον Άρη, το θεό του πολέμου,τρία ψωμάκια. Ένα για να πάει καλά, ένα για να νικήσει και το τρίτο για να γυρίσει γερός και αρτιμελής. 
Οι κυνηγοί, για να έχουν πλούσιο κυνήγι αφιέρωναν παρόμοια ψωμάκια στη θεά Άρτεμη, την προστάτιδα του κυνηγιού.  
Οι θεριστάδες της γης αφιέρωναν αρτίδια στη θεά Δήμητρα, που τα ονόμαζαν «θαλύσια αρτίδια» στη γιορτή της συγκομιδής και απλώς «άρτους» ή «πλακούντες» στη γιορτή των Θεσμοφορίων. 
 Ο λαογράφος Φίλιππος Βρεττάκος στο βιβλίο του “Οι δώδεκα μήνες του έτους και αι κυριώτεραι εορταί των” αναφέρει: 
 “Οι πρόγονοί μας εις την αρχαιότητα κατά τας μεγάλας αγροτικάς εορτάς προσέφεραν εις τους θεούς, ως απ αρχήν, έναν άρτον. Επί παραδείγματι κατά την εορτήν του θερισμού, που ελέγετο Θαλύσια και ήτο αφιερωμένη εις την Δήμητρα, κατασκευάζετο από το νέον σιτάρι ένας μεγάλος εορταστικός άρτος (ένα καρβέλι), που ελέγετο “Θαλύσιος άρτος”, κατά δε την προς τιμήν Απόλλωνος εορτήν των Θαργηλιώνεψήνετο, κατά το έθιμον,ο “θάργηλος άρτος”
 Τα Θαργήλια γιορτάζονταν την 16η και την 7η ημέρα του μηνός Θαργηλιώνος προς τιμή τουΑπόλλωνος Δηλίου στην Αθήνα, τη Μίλητο, τη Δήλο και πολλές άλλες Ιωνικές πόλεις.
Η γιορτή άρχιζε με θυσία μιας άμναδος και ενός κριού. Ακολουθούσε πομπή και μετά μουσικοί αγώνες από κυκλικό χορό, όπου ο νικητής έπαιρνε ως βραβείο τρίποδα, τον οποίο αφιέρωνε στο «Πύθιον» Ιερό του Θεού που είχε ιδρυθεί από τον Πεισίστρατο.
Στη συνέχεια τα παιδιά τοποθετούσαν στις εξώθυρες των οικιών τους την «ειρεσιώνη» δηλαδή κλαδί ελιάς παγκάρπου. Προσφέρονταν θυσίες και καρποί, ενώ από τους πρώτους ώριμους σπόρους ζύμωναν τον άρτο «Θάργηλο».

 Επίσης υπάρχουν αναφορές ότι  παρόμοιοι άρτοι δίνονταν  και κατά την διάρκεια της Αρχαιοελληνικής εορτής των  «Κρονίων» και αργότερα των ρωμαϊκών «Σατουρναλίων».  
 Οι Ρωμαίοι υιοθέτησαν τις συνήθειες των Αρχαίων Ελλήνων
Στα Σατουρνάλια, γιορτή των Ρωμαίων αφιερωμένη στο θεό Σατούρνου, ο οποίος αντιστοιχεί στον ελληνικό θεό Κρόνο και τον θεωρούσαν θεό της γονιμότητας, καθιέρωσαν  τυπικές θυσίες και διάφορα έθιμα, όπως την ανταλλαγή μικρών δώρων, υπαίθριες αγορές και τυχερά παιχνίδια ακόμα και για τους δούλους. 
 Ανάμεσα στα έθιμα της γιορτής ήταν  και η συνήθεια να ζυμώνουν πλακούντες, που στη συνέχεια τους έτρωγαν, για να πάρουν δύναμη. 
Οι πλακούντες ήταν οι μακρινοί πρόγονοι των πιτών και των κέικ. Η ζύμη τους ήταν παρόμοια με τη ζύμη των ψωμιών, αλλά ήταν εμπλουτισμένη με γάλα, λίπος, μυρωδικά, μπαχαρικά κ.α.Οι Ρωμαίοι είναι οι πρώτοι που καθιέρωσαν στους πλακούντες εκείνους το μεταλλικό νόμισμα για υγεία και καλή χρονιά. 
 Πρόσθεταν μάλιστα και μικρό κομμάτι πάπυρο, που αν τύχαινε σε δούλο του σπιτιού, του χάριζαν την ελευθερία. Τα επόμενα χρόνια  παρέλαβαν οι Φράγκοι  το έθιμο, οι οποίοι το διέδωσαν, αν και υπάρχει η αναφορά ότι για πολλούς αιώνες δεν τοποθετούνταν νόμισμα αλλά ένα φασόλι μέσα στη πίτα και αυτός  που το έβρισκε, 
ανακηρυσσόταν  ο «Βασιλιά της βραδιάς» ή  «Φασουλοβασιλιάς»

http://www.kalyterotera.gr

Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2013

Oι Πύλες του Άδη στην Αρχαία Ελλάδα


Οι Πύλες του Άδη στην Αρχαία Ελλάδα
Συγγραφέας: Τσαπόγας Μίλτος (Kane)

Ανέκαθεν οι άνθρωποι, και πάντα σε συνεργασία με τη φύση, δημιουργούσαν με το νου τους και πέρα από αυτόν τον κόσμο άλλους κόσμους, παράξενους και
μυθικούς, στους οποίους κατάφερναν με μυστηριώδη πάντα τρόπο να εισέρχονται, να τους περιηγούνται, να συζητούν ή ακόμα να πολεμούν και να συλλέγουν εντυπώσεις. Από τους κόσμους εκείνους ένας, ίσως ο πιο γνωστός σε όλους μας, ήταν ο «Κάτω Κόσμος», ο κόσμος των σκιών, ο χθόνιος 'Aδης.

Πρόκειται για έναν τόπο που, αν τον ψάξουμε, θα τον βρούμε (με άλλο όνομα πολλές φορές) σχεδόν παντού: στις μυθολογίες των λαών, στις παραδόσεις, στις καταγραφές αρχαίων ή νεότερων περιηγητών, σε λογοτεχνικά συγγράμματα, σε ζωγραφικές παραστάσεις αρχαίων αγγείων, σε σκοτεινά και απρόσιτα σπήλαια, σε ψυχομαντεία και ξεχασμένους τόπους, στα ομηρικά έπη, σε σύγχρονα ελληνικά τραγούδια, σε ταινίες του Χόλιγουντ και γενικά στην τέχνη.

Επειδή σε μερικές σελίδες θα ήταν αδύνατο να προσεγγίσουμε όλες τις παραπάνω πτυχές του Κάτω Κόσμου, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, αφού βάλουμε σε ένα σακίδιο τη φωτογραφική μηχανή και τη βιβλιογραφία μας, είναι να μπούμε στη βάρκα της φαντασίας και κωπηλατώντας να ταξιδέψουμε για λίγο μαζί σαν φανταστική παρέα, με προορισμό κάποιες από τις πύλες του 'Aδη που βρίσκονται στην πατρίδα μας. Αφού φτάσουμε σε αυτές, σίγουρα θα κοιτάξουμε για λίγο από τις ημιφωτισμένες εισόδους το παράξενο και άγνωστο εσωτερικό τους...

Ταίναρο: Το Νεκρομαντείο του Ποσειδώνα
Αφού φτάσαμε στο νοτιότερο σημείο της Πελοποννήσου, στο ακρωτήριο Ταίναρο, αφήσαμε τη βάρκα μας στη γεμάτη
βότσαλα ακτή και κατευθυνθήκαμε προς το ναό, στην κορυφή του λόφου, που ήδη από τα μέσα του όρμου είχε τραβήξει την προσοχή μας.
Καθώς περπατούσαμε προς εκείνον, γύρω μας συναντήσαμε παντού αρχαία πηγάδια και ορθογώνιους λίθους που έστεκαν εδώ κι εκεί, μισοβαλμένοι τις περισσότερες φορές μέσα στο χώμα. Έπειτα από λίγο φτάσαμε στο ναό για τον οποίο είχαμε λιγοστές πληροφορίες.
Σκύβοντας, μπήκαμε μέσα με τη σειρά και προσεγγίσαμε το ιερό του. Ήταν ένας χριστιανικός ναός που όλως περιέργως το μόνο που θύμιζε κάτι τέτοιο ήταν το ιερό του. Δύο μισοσπασμένες κολώνες και λίγα ακόμη υπολείμματα ενός αρχαίου πιθανόν ναού έστεκαν στην επιφάνεια του ιερού και τον κοσμούσαν μαζί με μερικές χριστιανικές εικόνες.

Κάπως έτσι είδαμε το στενό ιερό του ναού των Αγίων Ασωμάτων, του παλαιού χριστιανικού ναού που δημιουργήθηκε από τα ερείπια του αρχαίου ελληνικού μαντείου του Ποσειδώνα Ταιναρίου, το οποίο βρισκόταν λίγα μέτρα πιο κάτω, μέσα σε σπήλαιο.
Αποχαιρετώντας το ναό, αρχίσαμε να συζητάμε για το μυθικό εκείνο σπήλαιο, που ήταν και ο επόμενος προορισμός μας. Όταν το πρωτοείδαμε να αχνοφαίνεται κάτω από τους βράχους στους οποίους βαδίζαμε, αισθανθήκαμε τυχεροί, καθώς δεν υπήρχε στην περιοχή κανένα σημάδι που να μας οδηγεί κοντά του.

Έξω από την είσοδο του ημιφωτισμένου σπηλαίου υπήρχε χλωρίδα, η οποία δυσκόλευε, αλλά συνάμα ομόρφαινε τη μικρή διαδρομή για το εσωτερικό του. Αφού προχωρήσαμε μέσα στο σπήλαιο, καθίσαμε, και με ενδιαφέρον συζητήσαμε για θέματα σχετικά με τους μύθους και την ιστορία του χώρου.
«Εκατόν πενήντα στάδια μακριά από την Τευθρώνη απέχει το Ταίναρον, όπου υπάρχουν δύο λιμάνια, ο Αχίλειος και ο Ψαμαθούς, ενώ στην άκρη είναι ο ναός που μοιάζει με σπηλιά και έχει μπροστά του το άγαλμα του Ποσειδώνα. Μερικοί Έλληνες αναφέρουν πως από εδώ ανέβασε ο Ηρακλής τον Κέρβερο, μολονότι δεν υπήρχε υπόγειος δρόμος που να άρχιζε από τη σπηλιά, και κανείς δεν πίστευε πως αυτή χρησίμευε ως υπόγεια κατοικία θεών όπου μαζεύονταν οι ψυχές. Ο Εκαταίος ο Μιλήσιος λέγει πως στο Ταίναρον ανατράφηκε ένα τρομερό φίδι που ονομαζόταν σκύλος του 'δου, γιατί όποιον δάγκωνε, πέθαινε αμέσως. Αυτό το φίδι έφερε ο Ηρακλής στον
Ευρυσθέα».

Τα παραπάνω λόγια ανήκουν στο μεγάλο περιηγητή Παυσανία (Ελλάδος Περιήγησις), ο οποίος μέσω του έργου του Λακωνικά μάς διηγείται ότι τον καιρό που περπάτησε ο ίδιος στον τόπο αυτό, φτάνοντας στην είσοδο του μαντείου-σπηλαίου, υπήρχε άγαλμα του Ποσειδώνα, καθώς και άλλα αφιερώματα, μεταξύ των οποίων ένα χάλκινο άγαλμα του Αρίωνα που καθόταν επάνω σε δελφίνι.
Ο Παυσανίας ακόμη αναφέρει ότι στο ναό υπήρχε μία πηγή, η οποία σε παλαιότερα χρόνια θεωρούνταν από μόνη της ένα μικρό θαύμα, και λεγόταν πως, όταν κοιτούσε κανείς τα νερά της, έβλεπε λιμάνια και πλοία!
Υπάρχουν και άλλες μαρτυρίες όμως για τον παράξενο ναό, που και αυτές τον συσχετίζουν με τον 'Aδη, όπως η μαρτυρία του γεωγράφου Στράβωνα, ο οποίος πίστευε πως από μία σπηλιά που βρίσκεται κοντά στο ιερό του Ποσειδώνα στο Ταίναρο ανέβασε ο Ηρακλής από τα δώματα του 'Aδη το φοβερό, τρικέφαλο φύλακά του Κέρβερο κατ' εντολή του βασιλιά των Μυκηνών Ευρυσθέα.

Και ο Ορφέας όμως στα Αργοναυτικά αναφέρει ότι έχοντας εμπιστοσύνη στην κιθάρα του, την οποία θα χρησιμοποιούσε για να μαγέψει τους
κατοίκους του Κάτω Κόσμου, κατέβηκε τη σκοτεινή οδό του Ταινάρου και μπήκε στο ανάκτορο του 'Aδη αναζητώντας τη νεκρή του σύζυγο.
Ο Πίνδαρος (Πιθιόνικος 4,44), όπως επίσης και ο Απολλόδωρος (Β, 5, 12), δέχονται ότι το Ταίναρο ήταν το «στόμιο για τον 'Aδη» από όπου κατέβηκε ο Ηρακλής, ενώ ο Οβίδιος (Μεταμορφώσεις Χ, στ 1-78) αναφέρει πως από το Ταίναρο οδηγήθηκε στον Κάτω Κόσμο ο Ορφέας, ο οποίος με τη λύρα του συγκίνησε τους πάντες!

Ιστορίες με Βρικόλακες & άλλα Θαυμαστά
Οι παράξενοι θρύλοι και οι παραδόσεις της περιοχής σχετικά με το μαντείο του Ποσειδώνα -και όχι μόνο- είναι πολύ πιθανόν ότι δεν σταμάτησαν ποτέ να υπάρχουν, κάτι που σαφώς δεν είναι τυχαίο αν αναλογιστεί κανείς τη μεγάλη μυθολογία που μας άφησαν οι αρχαίοι για την περιοχή.
Αναφέρω μία από τις παραδόσεις (989) που διασώθηκαν μέσα στο χρόνο διαβάζοντάς τη από το υπέροχο βιβλίο του Νικόλαου Πολίτη Παραδόσεις ώστε να δούμε καθαρά ένα παράδειγμα για τη διαχρονικότητα αλλά και την τρομακτική φύση των θρύλων της περιοχής.
«Σε μια σπηλιά που 'ναι στον κάβο Ματαπά κατεβαίνει πολλές φορές ο Μιχαήλ Αρχάγγελος και βγαίνει τις ψυχές που τους εσυγχώρεσε ο Θεός τις αμαρτίες τους. 'λλοι πάλι λεν πως σ' αυτή τη σπηλιά μένουν βουρκόλακες, και ο Μιχαήλ ο Αρχάγγελος, όταν παρακαλεστούν σ' αυτόν οι άνθρωποι, πηγαίνει και τους ρίχνει από κει στα Τάρταρα για να γλιτώσει τον κόσμο».

Για ποιο λόγο όμως δημιουργήθηκε στους αρχαίους προγόνους μας η πεποίθηση ότι το συγκεκριμένο σπήλαιο έκρυβε μία μυστική είσοδο για τα παλάτια του 'Aδη, παρότι, ακόμη και σήμερα, εάν το επισκεφτεί κανείς θα διαπιστώσει εύκολα το μικρό του βάθος; Οι απαντήσεις σε τέτοιες ερωτήσεις δεν είναι καθόλου απλές. Ας αρκεστούμε προς το παρόν σε μια απάντηση, ίσως την πιο λογική:
Κατά την αρχαιότητα ο χώρος του σπηλαίου είχε τη λειτουργία νεκρομαντείου. Το μαντείο αυτό όπως αναφέρθηκε ήταν αφιερωμένο στον Ποσειδώνα, ο οποίος αρχικά λατρευόταν από τους Έλληνες ως υποχθόνιος θεός και κυρίαρχος του Κάτω Κόσμου. Το σπήλαιο του Ταινάρου λοιπόν, όπως και άλλοι πολλοί χώροι στην Ελλάδα με χθόνιες λατρείες, δεν άργησε να θεωρηθεί ως «κατάβαση» στον 'Aδη, και να αποτελέσει για τους αρχαίους την πρώτη ίσως πύλη για το υπόγειο βασίλειο του Πλούτωνα (το νεκρομαντείο του Ταινάρου ήταν πολύ πιθανόν το αρχαιότερο νεκρομαντείο στην Ελλάδα).

Ακόμη, στα δυτικά του μαντείου, στην απόκρημνη μεριά του λόφου (στην πίσω πλευρά του ακρωτηρίου), εάν έχει την αντοχή κάποιος να περπατήσει ως εκεί, υπάρχει μια σπηλιά που και αυτή διατηρεί τους θρύλους της και τους μοιράζεται με το σκοτεινό μαντείο του Ποσειδώνα.
Για να περάσει κανείς την είσοδο και να βρεθεί στο εσωτερικό του θα πρέπει να κάνει πρώτα μία σύντομη βουτιά στη θάλασσα και να περάσει κάτω από το βράχο ώστε να βρεθεί στη μόνη κεντρική αίθουσα στην οποία υπάρχουν μερικές λαξεμένες αναθηματικές κόγχες. Πολύ πιθανόν είναι πως και αυτό το σπήλαιο θεωρήθηκε τα παλαιά χρόνια από πολλούς ως η αληθινή είσοδος του Κάτω Κόσμου.

Η Παράξενη Διάσωση του Αρίωνα
Συμπληρώνοντας τώρα το κολλάζ με τους θρύλους από το Ταίναρο είναι σημαντικό να εξετάσουμε μία ακόμη όμορφη και αλλόκοτη ιστορία. Την ιστορία του Λέσβιου κιθαρωδού Αρίωνα, την οποία περιληπτικά θα σας αφηγηθώ...
Ταξιδεύοντας με κορινθιακό πλοίο προς την Ιταλία και τη Σικελία, ο Αρίων πληροφορήθηκε κάπου στα μέσα του πελάγους από τον καπετάνιο ότι οι ναύτες του καραβιού ήθελαν να τον σκοτώσουν.
Έτσι ο Αρίων, φορώντας την αγαπημένη του στολή μουσικών αγώνων, ζήτησε από τους ναύτες να ψάλλει ένα τελευταίο άσμα, την Πυθική ωδή. Έτσι κι έγινε, και καθώς ο Αρίων έψελνε, είδε την Πελοπόννησο να ξεπροβάλλει, και προτού του επιτεθούν οι ναύτες, πήδηξε μεμιάς στη θάλασσα για να σωθεί.

Για καλή του τύχη, τη στιγμή εκείνη στα νερά διάβαιναν δελφίνια που τελικά τον έσωσαν παίρνοντάς τον στη ράχη τους διαδοχικά σαν να ήταν για αυτά λειτούργημα, και κάνοντας διάφορους κύκλους στο νερό, τον απέθεσαν προσεκτικά στη θάλασσα, κοντά στο μαντείο του Ποσειδώνα.
Η ιστορία που σας αφηγήθηκα βρίσκεται ολόκληρη μέσα στα κείμενα των Ηρόδοτου (Ιστορία Α) και του Πλούταρχου (Συμπόσιο των Επτά Σοφών) και η διήγηση του περιστατικού φαίνεται πως ήταν του Αρίωνα. Το τελευταίο παράδοξο της ιστορίας είναι η παράξενη αναφορά του Γόργου, του αδερφού του γνωστού Κορίνθιου τυράννου Περίανδρου. Ο Γόργος διηγήθηκε την περιπέτεια του Αρίωνα στον αδερφό του όπως ο ίδιος τη βίωσε, καθώς είχε σταλεί στο Ταίναρο για να κάνει θυσία στον Ποσειδώνα.
Κάποια στιγμή, το τελευταίο από τα βράδια που έμεινε εκεί, είδε να έρχονται προς την ακτή τα δελφίνια που μετέφεραν τον Αρίωνα. Στην παράξενη αυτή περιγραφή του ο Γόργος μίλησε για κάτι που ξεχώριζε και επέπλεε, σαν ένας όγκος (ο Αρίων;), ενώ έμοιαζε σαν να ήταν πάνω σε κάποιο όχημα!

Ο Αχέροντας και η Τρομακτική Αρχαία Φαντασμαγορία
Το ταξίδι μας συνεχίστηκε, και έπειτα από λίγες μέρες πλεύσαμε με τη βάρκα μας προς τον Αχέροντα, τον ποταμό όπου σύμφωνα με τις παραδόσεις βαδίζουν οι ψυχές και ο οποίος χάνεται στα βάθη του Κάτω Κόσμου.
Ο Αχέροντας είναι ποταμός της Θεσπρωτίας που διαρρέει την Αχερουσία λίμνη, έλος κοντά στην αρχαία πόλη Εφύρα, βυθίζεται στη γη και στη συνέχεια εκρέει στο Ιόνιο Πέλαγος. Τα νερά του είναι πικρά και θολά, γιατί σύμφωνα με την παράδοση κατόπιν εντολής του Δία ήπιαν από αυτά οι Τιτάνες.
Ο Αχέρων, μαζί με τον ποταμό Πυριφλεγέθων, τον Κωκυτό (ποτάμι των θρήνων) και τη λίμνη Στύγα, συνδέθηκαν κατά το παρελθόν πολύ στενά με τον υποχθόνιο κόσμο του 'Aδη. Πάνω από τον Αχέροντα, το ποτάμι των στεναγμών, στα αρχαία χρόνια λεγόταν πως βαδίζουν οι ψυχές τις οποίες μετέφερε στον Κάτω Κόσμο ο Χάροντας, ο δύσμορφος γέροντας πορθμέας.
Από τον Αχέροντα είχε κατέβει ο Οδυσσέας έπειτα από οδηγίες της μάγισσας Κίρκης στον Κάτω Κόσμο για να συναντήσει το Θηβαίο μάντη Τειρεσία, προσφέροντας ως θυσία ένα κατάμαυρο κριάρι ώστε να φανερώσει τις ψυχές των νεκρών.

Και άλλοι ήρωες όμως αποτόλμησαν την κατάβαση στον 'Aδη, όπως ο Ορφέας, ο Ηρακλής και ο Θησέας, ο αττικός ήρωας που ταξίδεψε με το φίλο του Πειρίθου ως τα παλάτια του Πλούτωνα για να αρπάξουν την Περσεφόνη, τη γυναίκα του βασιλιά της Εφύρας Αιδωνέα, που δεν είναι άλλος από το βασιλιά των νεκρών.

Εκεί λοιπόν, στην κορυφή ενός λόφου, πάνω από το χωριό Μεσοπόταμος, που βρίσκεται κοντά στο σημείο όπου με βουητό σμίγει ο Κωκυτός με τον Αχέροντα, ανακαλύφτηκε στα μέσα του περασμένου αιώνα ένα νεκρομαντείο, θαμμένο κάτω από το χριστιανικό ναό της μονής του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου και το σύγχρονό της νεκροταφείο των αρχών του 18ου αιώνα.

Το κτίριο αυτό κατά πάσα πιθανότητα αποτελούσε από μόνο του για τους αρχαίους την είσοδο και το χώρο διαμονής τους στον 'Aδη. Από τις ανασκαφές στο χώρο βρέθηκαν πολυάριθμα ευρήματα, όπως αγγεία, σιδερένια αντικείμενα αλλά και ειδώλια της βασίλισσας του Κάτω Κόσμου Περσεφόνης.
Στο σκοτεινό ανάκτορο ο χρηστηριαζόμενος περνούσε αρχικά από την αυλή, όπου βρίσκονταν τα δωμάτια των ιερέων, και κατόπιν εισερχόταν στο βόρειο διάδρομο του ιερού, αριστερά του οποίου υπήρχαν δύο δωμάτια και ένας λουτρώνας που χρησίμευαν για την εγκοίμηση των προσκυνητών.
Μετά υποβαλλόταν σε ψυχική και σωματική προετοιμασία τρώγοντας αρχικά ειδικές τροφές και πίνοντας γάλα, μέλι και νερό, και έπειτα επιδιδόταν σε πράξεις εξαγνισμού και μαγείας, ακούγοντας από έναν ιερέα-οδηγό θαυμαστές διηγήσεις, προσευχές και δεήσεις προς τους υποχθόνιους δαίμονες. Ύστερα πλενόταν σε ένα διπλανό δωμάτιο για να καθαρθεί και να μην κινδυνεύσει από τα φάσματα των νεκρών.

Οι μυστηριακές πράξεις συνεχίζονταν, ώσπου ο χρηστηριαζόμενος έφτανε μαζί με τον ιερέα στον ανατολικό διάδρομο, όπου θυσίαζε μέσα σε λάκκους ένα πρόβατο. Ύστερα περνούσε από ένα σκοτεινό μαιανδρικό λαβύρινθο (!) που είχε τρεις τοξοτές σιδερόφρακτες πύλες. Τελικά περνούσε την τελευταία πύλη φτάνοντας στην κεντρική και τελευταία αίθουσα, όπου πετούσε ένα τελευταίο λιθάρι κι έχυνε τις χοές για τον Αιδωνέα και την Περσεφόνη, τους Θεούς του Κάτω Κόσμου.
Εκεί ερχόταν σε οπτική επαφή με τα πνεύματα που αιωρούνταν μπροστά στα εκστασιασμένα μάτια του. Ήταν μια Φαντασμαγορία, μία μαγευτική και μυστηριώδης Φαντασμαγορία, στημένη υπέροχα για τα μάτια του χρηστηριαζόμενου.

Στο χώρο της κεντρικής αίθουσας των ειδώλων, κατά τη διάρκεια σύγχρονων ανασκαφών, βρέθηκαν μεταλλικοί τροχοί και άλλα πολύπλοκα αντικείμενα που σχετίζονταν με τη σκηνοθεσία της παράξενης Φαντασμαγορίας από τους ιερείς.
Μετά το τέλος της «παράστασης» ο επισκέπτης ακολουθούσε άλλο δρόμο για την έξοδό του από την αίθουσα, και αφού διέμενε για τρεις ημέρες σε ένα δωμάτιο ώστε να καθαρθεί, αποχωρούσε από το μαντείο τηρώντας απόλυτη σιγή για όσα είδε και άκουσε.

Το άντρο του Τροφωνίου & το Σοφό Βιβλίο του Πυθαγόρα
Μία διαφορετική πύλη που οδηγούσε στον Κάτω Κόσμο, ή καλύτερα σε ένα από τα δωμάτιά του, που δεν σχετιζόταν όμως με τον 'Aδη, ήταν το υποχθόνιο μαντείο του Τροφωνίου στη Λιβαδειά, το Τροφώνιο 'ντρο, που όπως φημολογείται σήμερα βρίσκεται θαμμένο κάτω από χριστιανικό ναό της περιοχής. Κατά την αρχαιότητα φαίνεται πως συνέβαιναν εκεί διάφορα «παράδοξα», με κυριότερο την απίστευτη κάθοδο που πραγματοποιούσε ο επισκέπτης στο υπόγειο παλάτι του Τροφωνίου.
Εκείνο που είναι πραγματικά παράξενο, όσον αφορά την ιστορία του Τροφωνίου 'ντρου, είναι ότι οι μαρτυρίες που έχουμε στην περίπτωση αυτή ξεπερνούν αρκετά το μύθο. Και αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι τα συγκεκριμένα παράδοξα που αναφέραμε διηγήθηκαν ότι τα έζησαν ιστορικά πρόσωπα, όπως ο περιηγητής Παυσανίας και ο Απολλώνιος ο Τυανεύς (η διήγηση για τον τελευταίο ανήκει στον Φιλόστρατο).

Ο λόγος για τον οποίο κατέβαινε κανείς στο παλάτι του Τροφωνίου (ο Τροφώνιος ήταν γιος του βασιλέα των Μινύων Εργίνου, αλλά ο θρύλος λέει πως ο αληθινός πατέρας του ήταν ο Δίας) ήταν η απόκτηση γνώσης που πιθανόν θα οδηγούσε στην απάντηση μιας και μοναδικής ερώτησης (ο Τυανεύς θέλησε να πάρει από τον Τροφώνιο τη γνώμη του περί του ποια ήταν η αρτιότερη φιλοσοφία. Ο Τροφώνιος σαν απάντηση του έδωσε ένα βιβλίο που περιείχε τις γνώμες του Πυθαγόρα).
Για να μπει κάποιος στο παλάτι του Τροφωνίου έπρεπε, αφού χρηστηριαστεί μέσα στο κτίσμα που βρισκόταν στην επιφάνεια, να κατεβεί σε ένα χαμηλότερο επίπεδο μέσω μίας σκάλας. Κατόπιν έπρεπε να ξαπλώσει ανάσκελα στο δάπεδο κρατώντας γλυκίσματα, τα οποία θα προσέφερε στα ερπετά που θα συναντούσε, και να βάλει τα πόδια του μέσα σε μια τρύπα, η οποία θα τον «ρουφούσε βαθιά στο έδαφος σαν νερό» για να τον εμφανίσει έπειτα στο σκοτεινό άντρο του Τροφωνίου!

Τα όσα φαίνεται ότι έβλεπε εκεί ο επισκέπτης μόνο «μαγευτικά» θα μπορούσαμε να τα χαρακτηρίσουμε, και ίσως αρκετά περίτεχνα για να χωρέσουν σε μερικές σελίδες. Τελικά, ο επισκέπτης επέστρεφε στο ίδιο σημείο από το οποίο εισήλθε, δίχως αρχικά να θυμάται τίποτα από τον εαυτό του αλλά και από όσα τού συνέβησαν. Για να επανέλθει η μνήμη του τον κάθιζαν οι ιερείς σε ένα θρόνο, το θρόνο της μνημοσύνης, και έπειτα από λίγο η μνήμη του άρχιζε να επανέρχεται...

Επίλογος Μέσα από τις Πύλες
Το ταξίδι μας όμως δεν σταματά εδώ, καθώς και αλλού συναντήσαμε πύλες -και μάλιστα περισσότερες- για τον αρχαίο 'Aδη. Ταξιδεύοντας στον Ώρωπό μιλήσαμε για την ιστορία του ενάρετου Αμφιάραου, που θεοποιήθηκε μετά τον πρόωρο και μυστηριώδη θάνατό του.
Η ιστορία λέει ότι μετά την άτακτη υποχώρηση των Αργείων στη σύγκρουσή τους με τους Θηβαίους, ο Αμφιάραος, που ήταν στο πλευρό των Αργείων, καταδιώχθηκε από το Θηβαίο ήρωα Περικλύμενο, αλλά προτού ο τελευταίος καρφώσει το ξίφος του στο σώμα του αντιπάλου του, ο Αμφιάραος χάθηκε (!) μέσα σε χάσμα της γης μαζί με το άρμα του. Σύμφωνα με τις παραδόσεις των κατοίκων του Ωρωπού, ο Αμφιάραος επέστρεψε στον επάνω κόσμο ως θεός μέσω μιας πηγής που βρισκόταν σε ιερό το οποίο είχε πάρει το όνομά του.

Η ιστορία αυτή έφερε αμέσως στο νου μας την Περσεφόνη, τη νεαρή γυναίκα που έσυρε ο Πλούτωνας στο άρμα του για να την οδηγήσει στα σκοτεινά παλάτια του, κατευθυνόμενος σύμφωνα με το μύθο από το μυστικό υπόγειο δρόμο του Πλουτωνίου 'ντρου στην Ελευσίνα...
Διαφορετικά περάσματα για τον Κάτω Κόσμο όμως υπήρξαν και αλλού κατά την αρχαιότητα, όπως στην Ηράκλεια του Πόντου, αποικία των Μεγαρέων, όπου υπήρχε νεκρομαντείο και σπήλαιο το οποίο κατά την εποχή του Έλληνα ιστορικού Ξενοφώντα σωζόταν ακόμη. Μάλιστα λεγόταν, σύμφωνα με τον τελευταίο, ότι από εκεί ανέβασε ο Ηρακλής τον Κέρβερο.

Στην αρχαία πόλη της Ήλιδας επίσης υπήρχε τέμενος και ναός του 'Aδη με το όνομά του, στον οποίο οι πύλες άνοιγαν μία φόρα το χρόνο. Αλλά και στην Κύμη της Ιταλίας υπήρχε σημαντικό νεκρομαντείο των ρωμαϊκών χρόνων, το οποίο θεωρείται ότι έπαιξε σημαντικό ρόλο στη μεταφορά της ελληνικής κουλτούρας, τέχνης και γραφής στους Ετρούσκους και τους Ρωμαίους.
Περάσματα και είσοδοι υπήρχανε παντού, σε μυστικές τοποθεσίες και λαϊκά προσκυνήματα. Πύλες αμέτρητες, πύλες σ' έναν κόσμο γεμάτο σκιές, διακοσμημένο με αλλόκοτες ιστορίες, μύθους και περίεργες παραδόσεις που ζωγραφίζουν περίτεχνα μαγευτικές εικόνες μιας άλλης Ελλάδας, πιο μαγικής, και ασφαλώς περισσότερο μυστηριώδους...


[
Πηγές:]
* Burkert W
., Αρχαία Ελληνική Θρησκεία, Καρδαμίτσα.
* Vandenberg P., Το Μυστήριο των Μαντείων, Κονιδάρη.
* Δάκαρης Σ., Το Νεκυομαντείο του Αχέροντα.
* Κουτσιαΰτης Ε. Η, Ο 'Aδης των Ελλήνων, Γρηγόρη.
* Λαδιά Ε., Τα Ψυχομαντεία & ο Υποχθόνιος Κόσμος των Ελλήνων, Gema.
* Λελούδας Ν., Εξερευνώντας την Υπόγεια Ελλάδα, Ελεύθερη Σκέψη.
* Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις, Εκδοτική Αθηνών.
* Πολίτης Ν., Παραδόσεις, Γράμματα
.

Πηγή...schizas.com



Το διαβάσαμε από το: Oι Πύλες του Άδη στην Αρχαία Ελλάδα http://thesecretrealtruth.blogspot.com/2012/07/o_17.html#ixzz2YFW4FcUq

Η Χρήση του σπαθιού στη φάλαγγα και στο τείχος ασπίδων



Ιλιάδα
Ραψωδία Χ 305 ‘ὣς ἄρα φωνήσας εἰρύσσατο φάσγανον ὀξύ,
τό οἱ ὑπὸ λαπάρην τέτατο μέγα τε στιβαρόν τε,
οἴμησεν δὲ ἀλεὶς ὥς τ᾽ αἰετὸς ὑψιπετήεις,
ὅς τ᾽ εἶσιν πεδίον δὲ διὰ νεφέων ἐρεβεννῶν
310 ἁρπάξων ἢ ἄρν᾽ ἀμαλὴν ἤ πτῶκα λαγωόν·
ὣς Ἕκτωρ οἴμησε τινάσσων φάσγανον ὀξύ.

ὁρμήθη δ᾽ Ἀχιλεύς, μένεος δ᾽ ἐμπλήσατο θυμὸν
ἀγρίου, πρόσθεν δὲ σάκος στέρνοιο κάλυψε
καλὸν δαιδάλεον, κόρυθι δ᾽ ἐπένευε φαεινῇ
315 τετραφάλῳ· καλαὶ δὲ περισσείοντο ἔθειραι
χρύσεαι, ἃς Ἥφαιστος ἵει λόφον ἀμφὶ θαμειάς.
οἷος δ᾽ ἀστὴρ εἶσι μετ᾽ ἀστράσι νυκτὸς ἀμολγῷ
ἕσπερος, ὃς κάλλιστος ἐν οὐρανῷ ἵσταται ἀστήρ,
ὣς αἰχμῆς ἀπέλαμπ᾽ εὐήκεος, ἣν ἄρ᾽ Ἀχιλλεὺς
320 πάλλεν δεξιτερῇ φρονέων κακὸν Ἕκτορι δίῳ
εἰσορόων χρόα καλόν, ὅπῃ εἴξειε μάλιστα.
τοῦ δὲ καὶ ἄλλο τόσον μὲν ἔχε χρόα χάλκεα τεύχεα
καλά, τὰ Πατρόκλοιο βίην ἐνάριξε κατακτάς·
φαίνετο δ᾽ ᾗ κληῖδες ἀπ᾽ ὤμων αὐχέν᾽ ἔχουσι
325 λαυκανίην, ἵνα τε ψυχῆς ὤκιστος ὄλεθρος·
τῇ ῥ᾽ ἐπὶ οἷ μεμαῶτ᾽ ἔλασ᾽ ἔγχεϊ δῖος Ἀχιλλεύς,
ἀντικρὺ δ᾽ ἁπαλοῖο δι᾽ αὐχένος ἤλυθ᾽ ἀκωκή·
οὐδ᾽ ἄρ᾽ ἀπ᾽ ἀσφάραγον μελίη τάμε χαλκοβάρεια,
ὄφρά τί μιν προτιείποι ἀμειβόμενος ἐπέεσσιν.’
Στο παραπάνω απόσπασμα της Ιλιάδας από τη ραψωδία Χ, βλέπουμε την επική μονομαχία του Αχιλλέα ενάντια του Έκτορα. Μπορούμε να δούμε ότι ο Έκτορας ξιφούλκησε το κοφτερό σπαθί του, με σκοπό να σκοτώσει τον Αχιλλέα, ωστόσο όλοι ξέρουμε πως κατέληξε η μονομαχία. Με το θάνατο του πρίγκιπα των Τρώων. Αφού πρώτα ο Αχιλλέας βρήκε άνοιγμα στη πανοπλία του αντιπάλου του τον φόνεψε.  Αυτό δείχνει ότι η αρματωσιά που φορούσε ο Έκτορας, τον καθιστούσε άτρωτο σχεδόν σε όλες τις επιθέσεις, αφήνοντας εκτεθειμένο μόνο το λαιμό του.
Όλα αυτά καλά. Σαφώς σε μια μονομαχία δυο πολεμιστών, οι μαχητές έχουν μεγάλη ελευθερία κινήσεων, ακόμα κι αν είναι αρματωμένοι με βαριές πανοπλίες και ασπίδες. Τι γίνονταν όμως αν οι ίδιοι πολεμιστές μαχόντουσαν σε φάλαγγα; Είναι ίδια η μάχη στη φάλαγγα με τη μονομαχία δυο αντρών; Μπορούν να χρησιμοποιήσουν όλες τις επιθέσεις και όλες τις άμυνες που μπορούν να εκτελέσουν με τα όπλα τους και τις ασπίδες τους;
Η απάντηση είναι όχι.
Η αναμέτρηση αντιπάλων έχοντας παραταχθεί στη φάλαγγα ή στο τείχος ασπίδων των Ομηρικών χρόνων (αλλά και των μεσαιωνικών που παραδόξος μοιάζει πιο πολύ στη φάλαγγα,  παρά στο αρχαίο τείχος ασπίδων των Δαναών), δεν είναι ‘ελεύθερη’ και αυτό θα εξετάσουμε εδώ.
Η Φάλαγγα το Τείχος Ασπίδων και οι διαφορές τους 
Τείχος ασπίδων των Σουμέριων
Καταρχήν θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι άλλο είναι φάλαγγα και άλλο τείχος ασπίδων. Η φάλαγγα είναι μεταγενέστερη και γεννήθηκε, θα λέγαμε μετά την εφεύρεση της ασπίδας τύπου ‘όπλων’ όπου πήρε την ονομασία του ο μαχητής της φάλαγγας ως ‘οπλίτης’.
Η διαφορά στους δυο αυτούς μηχανισμούς, είναι ότι στο τείχος ασπίδων των Δαναών (αλλά και άλλων λαών. Τείχος ασπίδων συναντάμε και στους Σουμέριους αλλά και στους αρχαίους Αιγύπτιους όπου πολεμούσαν παρόμοια με τους Δαναούς), οι πολεμιστές κρύβονταν πίσω από τις τεράστιες ασπίδες, οι οποίες ήταν κάπως δυσκίνητες, ενώ στη φάλαγγα οι οπλίτες διατηρούσαν την ευχέρεια βάδισης και χρήσης του δόρατος (ήταν το βασικό επιθετικό όπλο).  Μάλιστα στη φάλαγγα η ασπίδα του ενός οπλίτη κάλυπτε την ασπίδα του άλλου (και μαζί τον διπλανό οπλίτη) δημιουργώντας ένα συμπαγές χαλύβδινο τείχος, εφόσον όλοι οι οπλίτες φορούσαν βαριούς θώρακες, κράνη κτλ.
Αθηναϊκή φάλαγγα
Κάτι παρόμοιο συναντούμε και στη Ρωμαϊκή φάλαγγα, με τη διαφορά ότι η ασπίδα έγινε ορθογώνια και ήταν ατομική. Δηλαδή ο λεγεωνάριος προστάτευε τον εαυτό του και όχι και τον διπλανό του. Η καινοτομία των Ρωμαίων ήταν μια πιο εξελιγμένη Ελληνική φάλαγγα. Στη Ελληνική φάλαγγα ο πιο έμπειρος οπλίτης στεκόνταν δεξιά και ονομάζονταν πρόμαχος. Όμως δεν ήταν προστατευμένος από κάποιον στα δεξιά του. Επίσης οι οπλίτες του πρώτου στοίχου βρίσκονταν πάντα στη πρώτη γραμμή μέχρι να πέσουν (να φονευθούν ή να τραυματιστούν ή μέχρι η παράταξη τους να νικήσει). Οι Ρωμαίοι αλλάζοντας τις ασπίδες τους σε ατομικές μόνο, όχι μόνο προστάτευαν καλύτερα τον πρόμαχο τους, ταυτόχρονα όμως μπορούσαν  πιο εύκολα να εκτελούν αλλαγές στοίχων, χωρίς να χρειαστεί να φονευθούν ή να τραυματιστούν οι λεγεωνάριοι για να το κάνουν.  Επίσης οι πολεμιστές του δευτέρου στοίχου σήκωναν τις ασπίδες ψηλά και πρότασσαν το ριχτάρια τους παράλληλα με το έδαφος κάνοντας μια καινοτόμα και πολύ ευέλικτη φάλαγγα, σε σχέση με τη Μακεδονική και την φάλαγγα των Νότιων Ελλήνων. Παρόμοια συναντούμε και στις φάλαγγες της ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (Βυζαντινής).
Ρωμαϊκή φάλαγγα
Αν εξετάσουμε τώρα τη φάλαγγα των Μακεδόνων, θα δούμε ότι εκεί η φάλαγγα ήταν λίγο διαφορετική και από των νοτίων Ελλήνων και από των Ρωμαίων. Ο σχηματισμός ήταν πάλι πυκνός, όμως αυτό που έκανε τη Μακεδονική φάλαγγα νεωτεριστική για την εποχή της ήταν το μήκος της σάρισας.
Η σάρισα ήταν ένα δόρυ μήκους 5,5μ με βάρος περίπου 8 κιλών. Αυτό είχε το αποτέλεσμα να μπορούσε να είναι ενεργοί πολεμιστές, ακόμα και οι πολεμιστές του 5ου στοίχου. Κάνοντας ακόμα και τη   5η σειρά  μάχιμη. Η δεύτερη διαφορά ήταν ότι οι πολεμιστές της Μακεδονικής φάλαγγας είχαν μεν στρογγυλές ασπίδες, όμως ήταν μικρότερες από τις ασπίδες των νότιων Ελλήνων. Δεν είχαν στεφάνη και μπορούσαν να τις αναρτούν στον ώμο αφήνοντας ελεύθερα και τα δυο τους χέρια. Φυσικά και αυτοί οι πολεμιστές είχαν σπαθί. Ήταν μικρό ίσιο και αμφίστομο ενώ μερικοί είχαν και κοπίδες.
Μακεδονική φάλαγγα
Το παράξενο είναι ότι για μια μεγάλη χρονική περίοδο (σχεδόν όλο το μεσαίωνα) η Μακεδονική φάλαγγα δε χρησιμοποιούνταν από κανένα στρατό, εκτός από τους Σκοτσέζους και τους Πίκτες όπου αναφέρονται ότι πολεμούσαν με μακριά δόρατα, αλλά δε μπορούμε ότι έμοιαζε και πολύ με τη Μακεδονική φάλαγγα. Ξαφνικά όμως η φάλαγγα αναστήθηκε στο τέλος της Μεσαιωνικής περιόδου στη κεντρική Ευρώπη από τους Γερμανούς και αργότερα από τους Ελβετούς. Εκεί δημιουργήθηκαν τάγματα και λόχοι, λογχοφόρων που είχαν δόρατα 4,5μ. Οι τακτικές μάχης ήταν σχεδόν ίδιες με των βόρειων Ελλήνων της αρχαιότητας με δυο μεγάλες όμως διαφορές. Οι πολεμιστές δεν είχαν ασπίδα και ανάλογα τη περίσταση πύκνωναν ή αραίωναν το σχηματισμό τους.
Φάλαγγα Λογχοφόρων 
Αν πάμε τώρα τους βαρβαρικούς στρατούς των Γαλατών, των Σαξόνων, των Κελτών, των Γότθων και των Βίγκινκς, θα δούμε ότι είχαν ένα δυσκίνητο τείχος ασπίδων που μπορούμε να πούμε ότι θύμιζε λίγο το τείχος ασπίδων των Δαναών και των Σουμέριων, αν και χρησιμοποιούσαν πολύ μικρότερες ασπίδες, συνήθως στρογγυλές (εκτός από τους Κέλτες και τους Γαλάτες όπου είχαν μεγάλες ασπίδες). Σχεδόν όλοι οι βάρβαροι (εκτός των Βίγκινκς αυτοί είχαν κάπως διαφορετική τακτική)  έτρεχαν ασύνταχτα προς τον εχθρό  και αφού πετούσαν ενάντια του τα ακόντια μετά πολεμούσαν με σπαθιά, τσεκούρια και ακόντια τον αντίπαλο τους.
Tείχος ασπίδων Σαξόνων
Όλοι οι σχηματισμοί είδαμε πως έχουν μεγάλες διαφορές και μερικές ομοιότητες. Όμως όλες είχαν ένα κοινό παρανομαστή. Νίκαγε η πλευρά που δεν διαλύονταν η φάλαγγα ή το τείχος ασπίδων. Άρα για να μην διαλυθεί η φάλαγγα ή το τοίχος ασπίδων, θα έπρεπε οι πολεμιστές να κρατάνε τις γραμμές τους, κοντολογίς ο ένας να είναι ασφυκτικά δίπλα στον άλλο και οι πίσω στοίχοι να εφάπτονται με το μπροστινό. Συνεπώς οι πολεμιστές είχαν πολύ μικρή  ελευθερία κινήσεων.

Το σπαθί στη φάλαγγα και στο τείχος ασπίδων
Ας έρθουμε  για λίγο στη θέση ενός οπλίτη του πρώτου στοίχου. Είχε δεξιά και αριστερά του τους συμπολεμιστές του με τις ασπίδες τους να τον καλύπτουν. Πίσω του είχε άλλους οπλίτες όπου τον έσπρωχναν με τις ασπίδες τους για να τον αναγκάσουν να πηγαίνει μπροστά, ενώ ταυτόχρονα είχε δίπλα  και πάνω από το κεφάλι του, τα δόρατα των συνοπλιτών του. Τα δόρατα όμως κάποια στιγμή έσπαγαν. Τότε χρησιμοποιούσαν τα κοντά σπαθιά τους ή της κοπίδες. Ενώ το δόρυ ήταν σχετικά πιο απλό να το χρησιμοποιήσουν, με το σπαθί άλλαζαν τα πράγματα.
Η πρώτη δυσκολία που θα συναντούσαν, ήταν ότι αν οι αντίπαλοι τους είχαν δόρατα (που δεν τους είχαν σπάσει ακόμα)  τότε αυτοί αμέσως βρίσκονταν σε δυσμενή θέση, λόγω του ότι το σπαθί ήταν πολύ κοντύτερο. Φυσικά αυτό το μειονέκτημα εξαφανιζόταν λόγω της χρήσης της ασπίδας και της πανοπλίας που φορούσανε. Αν κατάφερναν να φτάσουν στον αντίπαλο (και εδώ είναι η μεγάλη δυσκολία, δε μπορούσαν να βγουν εκτός της γραμμής του τείχους ασπίδας ή της φάλαγγας, έπρεπε όλοι μαζί να φτάσουν στο αντίπαλο τείχος ασπίδων, αν κάποιος το έκανε αυτό και ζούσε υπήρχαν μεγάλες τιμωρίες ιδιαίτερα στο Ρωμαϊκο στρατό και αργότερα στο Βυζαντινό. Για αυτό δεν έβαζαν στο πρώτο στοίχο τους νεοσύλλεκτους), οι κινήσεις που θα μπορούσαν να κάνουν ήταν περιορισμένες, ωστόσο ήταν εξαιρετικά φονικές.
Ρωμαίος λεγεωνάριος επιτήθετε με τρύπημα τον Μακεδόνα αντίπαλο του αφού του έχει βαρύνει την ασπίδα με τα ριχτάρια του.

Ρωμαίοι
Ας πάμε λίγο στα θεωρητικά χτυπήματα του σπαθιού. Υπάρχουν 8 γωνίες χτυπημάτων που μπορεί να εκτελέσει ένας ξιφομάχος και αν βάλουμε και το τρύπημα είναι 9. Αυτά όμως τα χτυπήματα μπορεί να τα χρησιμοποιήσει ο ξιφομάχος σε συνάρτηση με το χώρο που έχει ελεύθερο γύρο του και  την απόσταση του αντιπάλου. Στη φάλαγγα και στο τείχος ασπίδων τα χτυπήματα περιορίζονται δραματικά σε δυο κοψίματα μόνο. Ένα κάθετο και ένα διαγώνιο (από πάνω) ενώ η βασική επίθεση και πιο αποτελεσματική θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι το τρύπημα.  Συνεπώς έχουμε 3 βασικές επιθέσεις για τους οπλίτες και τους λεγεωνάριους αργότερα όπου μόνο με ένα μακρύ μαχαίρι και χρησιμοποιώντας 3 μόνο επιθετικά χτυπήματα με αυτό, κατάκτησαν όλο το γνωστό κόσμο.
Εδώ πρέπει όμως να υπογραμμίσουμε κάτι. Η νηκτική επίθεση ήταν η βασική και η πιο φονική  επίθεση από όλες τις άλλες. Ενώ τα χτυπήματα και τα κοψίματα ήταν σαφώς περιορισμένα, οι πολεμιστές μπορούσαν πιο αποτελεσματικά να πλήξουν τον αντίπαλο τους με νηκτικές επιθέσεις. Η πιο διαδεδομένη, ήταν η νηκτική επίθεση που ξεκινούσε πάνω από το ύψος του ώμου (το σπαθί κρατιόταν πάνω από το κεφάλι με τη αιχμή του στραμένη προς το μάτια του αντιπάλου) και είχε στόχο το κεφάλι ή το λαιμό του αντιπάλου.
Αμέσως μετά ήταν η επίθεση πάλι  με νύξη, η οποία ξεκινούσε από το ύψος του ώμου και είχε πάλι ως στόχο το κεφάλι του αντιπάλου ή το λαιμό. Τέλος ήταν επίθεση που έρχονταν από κάτω με στόχο τη κοιλιακή χώρα ή το στέρνο. Φυσικά η τελευταία αυτή επίθεση μπορούσε να είναι αποτελεσματική σε αντιπάλους που δε φορούσαν βαρεία πανοπλία.
Το διάγραμα του Joacem Meyer
Το διάγραμμα του Joacem Meyer που δείχνει τις γωνίες χτυπημάτων που μπορεί να κάνει κάποιος με το σπαθί

Η αναμέτρηση των αντιπάλων σε ένα τείχος ασπίδων δεν ήταν εύκολη υπόθεση σε όλες τις χρονικές περιόδους (αρχαιότητα-μεσαίωνα). Υπήρχε μεγάλο στρίμωγμα και μεγάλο σπρώξιμο και από τους αντιπάλους, αλλά και από τους συμπολεμιστές, όπου έσπρωχναν τη μπροστινή γραμμή για να πιέσουν τους αντιπάλους με σκοπό να διαλύσουν τη φάλαγγα ή το τοίχος ασπίδων. Το αποτέλεσμα μέσα σε όλο αυτό το χάος της μάχης ήταν οι πρώτες σειρές των δυο αντιπάλων να βρισκόντουσαν ασφυχτικά κοντά. Σε αυτή τη περίπτωση οι δυο επιθέσεις που αφορούν κοψίματα και χτυπήματα σχεδόν  ακυρώνονταν. Φανταστείτε ότι οι αντίπαλοι μαχητές ήταν πολύ κοντά, με τις ασπίδες να εφάπτονται πια. Εκεί τι γίνονταν;
Σαφώς μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τις νηκτικές επιθέσεις, αλλά μπορούσαν να εφαρμόσουν και ένα κόψιμο συνήθως με τη χρήση κοπίδας ή κυρτού σπαθιού. Ο στόχος ήταν πάλι το κεφάλι (και συνήθως στόχος τους ήταν όχι ο αντικρινός πολεμιστής, αλλά αυτός στα δεξιά τους γιατί λόγω της μορφής της φάλαγγας ήταν πιο εύκολο να του επιτεθεί). Ο πολεμιστής μπορούσε να φέρει τη κοπίδα ή το σπαθί του κάθετο με το έδαφος μπρος από το ύψος των ματιών του αντιπάλου και με μια κάθετη καταφορά προς το έδαφος, να πλήξει το κεφάλι του εχθρού του. Φυσικά κι αυτή η κίνηση μπορούσε να εκτελεστεί υπό προϋποθέσεις. Δηλαδή σε ένα κλειστού τύπου κράνους (Κορινθιακού) ήταν άχρηστο, ή αν πάμε στα μεσαιωνικά χρόνια η επίθεση αυτή σε ένα σταυροφόρο (που ήταν συνηθισμένη από τους πολεμιστές που είχαν χατζάρες) που φορούσε κράνος τύπου ‘heaume’ δεν είχε καμιά ελπίδα να πετύχει. Άρα αυτή η επίθεση ήταν ενάντια σε ελαφρά οπλισμένους πολεμιστές. Συμπεραίνουμε και πάλι πως οι νηκτικές επιθέσεις ήταν οι πιο αποτελεσματικές.
 
Γερμανικό κράνος σταυροφόρων τύπου ‘heaume’ ή αλλιώς μεγάλο κράνος ή pot helmbucket helm ή και barrel helm
Όπως καταλαβαίνει κανείς μπορεί κάποιος να ήταν εξαιρετικός ξιφομάχος όπου θα μπορούσε να βάλει τον αντίπαλο του και από τις 8 επιθετικές γωνιές σε μια μονομαχία εκτός φάλαγγας ή αν πια ο σχηματισμός είχε πια σπάσει. Oμως ήταν αδύνατον να χρησιμοποιηθούν παραπάνω επιθέσεις σε μάχη πίσω από τείχος ασπίδων ή στη φάλαγγα, εκτός από ένα άτομο στη φάλαγγα. Το πρόμαχο.
Φάλαγγα των Ρωμαίων της ανατολής επί αυτοκράτορος Ιουστινιανού
Ο πρόμαχος (είτε στους αρχαίους χρόνους είτε στους Ρωμαϊκούς είτε στους Βυζαντινούς ακόμα και στους στρατούς των βαρβάρων) ήταν ο πιο έμπειρος και ο πιο δεινός πολεμιστής της φάλαγγας. Έπρεπε να χειρίζεται άριστα το δόρυ αλλά και το σπαθί. Το σπαθί του θα έπρεπε να το χειρίζεται και επιθετικά αλλά και αμυντικά. Αυτός ο πολεμιστής μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι μπορούσε να χρησιμοποιήσει το σπαθί του με μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων από τους συμπολεμιστές του και είναι λογικό, αφού η δεξιά του πλευρά ήταν εντελώς ελεύθερη. Ωστόσο και πάλι, η ασφαλέστερη επίθεση ήταν  το τρύπημα. Με το τρύπημα εκτός ότι μπορεί κάποιος να αμυνθεί πιο άμεσα, τα χτυπήματα  με τρύπημα είναι πιο θανατηφόρα από τα κοψίματα. Αυτό αποδείχτηκε από σκελετούς ανθρώπων που βρεθήκαν σε πεδία μαχών, ο θάνατος αυτών των ανθρώπων ήρθε από νηκτικές επιθέσεις.
Ένα ιδιαίτερο σπαθί
Φυσικά πίσω από τα τείχη ασπίδας και στις φάλαγγες των Ρωμαίων της ανατολής δεν υπήρχαν μόνο οι ασπιδοφόροι και σκουτάτοι (Βυζαντινοί οπλίτες, αυτοί που φέρουν το σκούτο , ασπίδα) αλλά και πολεμιστές όπου χρησιμοποιούσαν βαρύτερα και μεγαλύτερα σπαθιά. Τα σπαθιά αυτά ονομάζονταν ρομφαίες, και χρησιμοποιούνταν με τα δύο χέρια,  μερικές δε από αυτές προσαρτηζόντουσαν σε ένα μακρύ ξύλινο δόρυ θυμίζοντας τη μεσαιωνική αλαβάρδα. Τη ρομφαία τη χρησιμοποιούσαν οι Θράκες και πιο πολύ οι Δάκες. Η ρομφαία είχε μια μακριά λεπίδα όπου ήταν κυρτή στη άκρη της και πολύ κοφτερή και μυτερή. Μπορούσαν να τη χρησιμοποιήσουν και πολεμιστές της δεύτερης γραμμής αν ήταν προσαρτημένη σε δόρυ.
Ρομφαία
Ρομφαία
Οι πολεμιστές που χρησιμοποιούσαν ρομφαία δεν ήταν απόλυτα πίσω από τα τείχη ασπίδων. Για παράδηγμα οι Θράκες είχαν αυτόνομες μονάδες με ρομφαιοφόρους. Εφορμούσαν προς τον αντίπαλο έχοντας  μεγάλη απόσταση μεταξύ τους (αρχικά πριν τη σύγκρουση για να είναι δυσκολότερο να τραυματιστούν από τις επιθέσεις των τοξωτών ή των σφεντόνητων) και με το μακρύ και φονικό αυτό σπαθί, μπορούσαν εύκολα να πλήξουν τους αντιπάλους τους, είτε φονεύοντας τους χτυπώντας στο κεφάλι (οι Ρωμαίοι είχαν υποστεί τραγικές απώλειες από τους Δάκες ρομφαιοφόρους. Αναγκαστήκαν να τροποποιήσουν το κράνος τους προστατεύοντας με μεταλλική επένδυση το σβέρκο του λεγεωνάριου), είτε καταστρέφοντας τις ασπίδες των εχθρών τους. Λόγω του ότι αυτοί οι πολεμιστές εφορμούσαν αιφνιδιαστικά και έφευγαν γρήγορα στις γραμμές τους, εκτιμούμε ότι μπορούσαν να χρησιμοποιούν το σπαθί τους πιο ελεύθερα ειδικά αν δεν ήταν σε πολύ πυκνό σχηματισμό. Αν πάλι τη χρησιμοποιούσαν πίσω από τείχος ασπίδων (σε περίπτωση που η ρομφαία ήταν προσαρτημένη σε δόρυ), σχεδόν πάντα τον ξιφομάχο αυτό τον  προστάτευαν 2 ασπιδοφόροι, ενώ αυτός μπορούσε να επιχειρεί επιθέσεις  στον εχθρό.
Η χρήση της ρομφαίας ήταν από τα μακροβιότερα όπλα της αρχαιότητας και έφτασαν να τα χρησιμοποιούν οι επίλεκτοι πολεμιστές των Ρωμαίων της ανατολής, μέχρι και το καιρό του Αλέξιου Κομνηνού, όπου υπάρχουν μαρτυρίες ότι και ο ίδιος είχε τη μεγαλύτερη και πιο κοφτερή ρομφαία, ενώ ο ίδιος ήταν ο καλύτερος ξιφομάχος της αυτοκρατορίας. Εδώ ωστόσο πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι η Ρομφαία των Θρακών και των Δακών ήταν διαφορετική από αυτή των Ρωμαίων της ανατολής.
Η αρχική μορφή της Ρομφαίας χάθηκε με τη κατάκτηση των Ρωμαίων. Οι Ρωμαίοι της ανατολής έφτιαξαν άλλα σπαθιά που τα ονόμασαν Ρομφαίες. Ήταν κι αυτά μεγάλα, μονόκωπα και μπορούσαν να τα χρησιμοποιήσουν με τα δύο χέρια, ωστόσο είχαν και χειροπροφυλακτήρα, ενώ τα σπαθιά των αρχαίων δεν είχαν. Μάλιστα υπάρχει και η πιθανότητα η κόψη των νεότερων ρομφαίων να ήταν από την άλλη πλευρά της λεπίδας, και όχι όπως των  αρχαϊκών.
Μεγάλο Σπαθί ή Zweihände (το συγκεκριμένο ονομάζεται Flammenschwert δηλαδή σπαθί της φωτιάς)

Παρόμοια χρήση με τη ρομφαία είχε το δίχειρο σπαθί των Μεσαιωνικών χρόνων, δηλαδή το Zweihände.  Αλλιώς ονομάζονταν Μεγάλο Σπαθί ή Bidenhänder ή  Bihänder. Εμφανίστηκε στα τέλη του μεσαίωνα και στις αρχές της αναγέννησης και έμοιαζε πολύ με το μακρύ σπαθί των Γερμανών το Langschwert όπου είχε μεγάλη χρήση το μεσαίωνα. Το Zweihände ήταν 1,4 μ μακρύ και είχε βάρος γύρο στα 2κιλά. Λόγω του μήκους του χρησιμοποιούνταν και σαν δόρυ. Το χρησιμοποιούσαν πιο πολύ οι Γερμανοί μισθοφόροι, οι θρυλικοί Landsknecht και αυτοί που το έφεραν λεγόντουσαν Doppelsöldner. Οι εξαίρετοι αυτοί ξιφομάχοι δεν είχαν χρήση ασπίδων, ωστόσο χρησιμοποιούνταν εναντίων σε λογχοφόρους όπου με τα μακριά σπαθιά έκοβαν τις μύτες των λογχών και έσπαγαν το σχηματισμό της φάλαγγας, σχεδόν παρόμοια δηλαδή με τις τακτικές μάχης των Θρακών και Βυζαντινών όπου είχαν πολεμιστές με ρομφαίες.
Επίλογος
Με τη σύντομη αυτή μελέτη μπορούμε να καταλάβουμε ότι το σπαθί στη αρχαιότητα ήταν δευτερεύων όπλο, και βασιλιάς στο πεδίο των μαχών ήταν δόρυ. Αν όμως το δόρυ έσπαγε, τότε μίλαγε το σπαθί. Οι Ρωμαίοι όπως ανάφερα πιο πάνω το εξέλιξαν και  ανήγαγαν το σπαθί σε κύριο επιθετικό όπλο. Πετούσαν τα ριχτάρια πρώτα και αφού βάραιναν τις ασπίδες του εχθρού, νίκαγαν τις μάχες με το κοντό σπαθί τους.
Οι Ρωμαίοι της ανατολής έκαναν το ίδιο χρησιμοποιώντας πιο μακριά αμφίστομα σπαθιά από τους Ρωμαίους, ενώ το ίδιο εφάρμοζαν και οι βάρβαροι στη δύση και αργότερα τα μεσαιωνικά βασίλεια της Ευρώπης. Ωστόσο η μάχη σε φάλαγγα και πίσω από τείχος ασπίδων  με τη χρήση του σπαθιού, παραμένει σχεδόν το ίδιο με 3 το πολύ 4 χτυπήματα να μπορούν να εκτελεστούν πίσω από αυτό.
Βιβλιογραφία:
-        Ομήρου Ιλιάδα
-        Τακτικά του αυτοκράτορος Λέοντα του Σοφού τόμος Β’
-        Αλεξιαδα Άννας Κομνηνής
-        Ηρόδοτος βιβλίο Ζ’
-      Goldsworthy, AdrianIn the Name of Rome: The Men Who Won the Roman            
       Empire (Orion,2003) ISBN 0-7538-1789-6
-      Polybius (c.200-after 118 BCE): The Roman Maniple vs. The Macedonian  Phalanx
-     Tobler, Christian Henry, Fighting with the German Longsword
-     ΞΙΦΗ ΞΙΦΙΔΙΑ ΚΑΙ Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΛΑΚΩΝΙΚΟΥ ΞΙΦΟΥΣ , Σ. Σκαρμίντζος
πηγη: http://pneymatiko.wordpress.com http://sitalkas.blogspot.gr