ΟΙ ΕΤΑΙΡΕΣ
Εταίρες κατά την αρχαιότητα εκαλούντο οι γυναίκες εκείνες, οι οποίες απαλλαγμένες των δεσμών του γάμου, ζούσαν ελευθέρως εκ το εμπορίου των θέλγητρων των. Ό όρος εταίρα, συνώνυμος του όρου πόρνη, απετελούσε ευφημισμό χρησιμοποιηθέντα κατά πρώτον υπό των Αθηναίων, ήταν ανάλογος προς τον όρο amica των
Ρωμαίων και δεν σήμαινε, όπως πιστεύτηκε υπό τίνων, ιδιαιτέρα τινά κατηγορία προνομιούχο στη τάξει των γυναικών, οι οποίες χρηματίζονταν εκ των φυσικών των θέλγητρων.
Ρωμαίων και δεν σήμαινε, όπως πιστεύτηκε υπό τίνων, ιδιαιτέρα τινά κατηγορία προνομιούχο στη τάξει των γυναικών, οι οποίες χρηματίζονταν εκ των φυσικών των θέλγητρων.
Εξ όλων των πόλεων της Ελλάδος η ονομαστότερα δια τον αριθμό, την ωραιότητα και την πολυτέλεια των εταιρών της ήταν η Κόρινθος. Χάρις στην κεντρική της θέση η αφνειός Κόρινθος αποτελούσε το ερωτικό εντευκτήριο πλήθους ξένων πλουσίων και άσωτων εμπόρων και ναυτιλλομένων, εξ ου προήλθε και η γνωστή παροιμία: «οὐ παντὸς ἀνδρός εἰς Κόρινθον ἔσθ ὁ πλοῦς» (Στράβ. VIII, 6, 20). Οι γνωστότερες όμως και ενδοξότερες εταίρε είναι οι των Αθηνών. Η δημοσία συναναστροφή των περισσοτέρων εξ αυτών μετά πολιτικών ανδρών, καλλιτεχνών, ποιητών, φιλοσόφων κλπ. τις συνέδεσε με το όνομα των φίλων των και τις κατέστησε ενδόξους. Αφ ετέρου ο θρύλος, ο οποίος ήδη από της αρχαιότητος σχηματίσθηκε περί το όνομα της Ασπασίας, συνετέλεσε πολύ στο να προσδώσει εξαιρετική αίγλη εις ολόκληρη την τάξη ων κοινών γυναικών. Ούτως επιστεύθη ότι όλες οι εταίρες είχαν τας αναμφισβήτητους αρετές της Ασπασίας και των ολίγων ανταξίων αυτής γυναικών. Εις την πραγματικότητα όμως οι περισσότερες και μορφώσεως και πνεύματος στερούντο, και το μόνον προτέρημα, στο οποίο στήριζαν την ελπίδα τής επιτυχίας των, ήταν η φυσική των καλλονή.
Η ακμή του εταιρισμού στην Αθήνα άρχεται από των τελών του Ε΄ αιώνος και επιφέρει μεγάλη κρίση στο γάμο, ο όποιος, θεωρούμενος έως τότε ως καθήκον κάθε πολίτου και ως θεμέλιο της κοινωνίας, αρχίζει να προσβάλλεται πανταχόθεν. Η κωμωδία της εποχής, εκπροσωπούσα την κρατούσαν γνώμη, τον σατυρίζει ανηλεώς, οι δε νέοι τον αποφεύγουν δια τον φόβο των βαρών, των ανησυχιών και των φροντίδων, τις οποίες συνεπάγεται» Οι περισσότεροι εκ των συγγραφέων και καλλιτεχνών τής εποχής ταύτης αντί να νυμφευθούν προτιμούσαν να διατηρούν κατά το μάλλον ή ήττον διαρκείς σχέσεις μετά εταίρες. Είναι γνωστές οι σχέσεις του Πραξιτέλους μετά τής Φρύνης, του Αρίστιππου μετά της Λαΐδας, του Μενάνδρου μετά τής Γλυκέρας, του Διφίλου μετά τής Γναθαίνης, του Επικούρου μετά της Λεόντιον κλπ.
Οι εταίρες δύνανται να διαιρεθούν σε πλείστες κατηγορίας. Την τελευταία εξ αυτών αποτελούσαν οι γυναίκες εκείνες, οι οποίες ζούσαν στους τόπους της επισήμου πορνείας. Η ίδρυση οίκων ανοχής ανάγεται στους χρόνους του Σόλωνος, ο οποίος θεώρησε απαραίτητο την πορνεία διά την εξασφάλιση των εντίμων γυναικών από τις επιθέσεις των άγαμων (Αθήναιος IΓ΄, 569 D). Το αντίτιμο εκάστης επισκέψεως στους οίκους τούτους, οι όποιοι καλούντο πορνεῖα, οἰκήματα, ἐργαστήρια, παιδισκεῖα, κασαυρεῖα, ήταν ένας οβολός. Εκτός των επισήμων τούτων ιδρυμάτων υπήρχαν και πολλά άλλα διατηρούμενα υπό Ιδιωτών, ανδρών ή γυναικών, ξένων, μετοίκων ή απελεύθερων, καλουμένων πορνοβοσκῶν. Οι γυναίκες των οίκων τούτων ανήκαν στην ιδιοκτησία του κυρίου των και ήσαν δουλικής καταγωγής, προωρισμένα εκ παιδικής ηλικίας διά το επάγγελμα τούτο, ή είχαν εκπέσει σε δουλεία λόγω εκθέσεως ή λόγω αρπαγής των υπό πειρατών ή πολεμίων. Οι γυναίκες αυτές κατείχαν υψηλοτέρα σχετικά θέση ή αι των δημοσίων οίκων.
’λλην ιδιαιτέρα και πολυάριθμο τάξη εταιρών αποτελούσαν οι ορχηστρίδες, οι αυλητρίδες, οι καθαρίστριες, οι ψάλτριες, οι σμαβυκίστρες, οι οποίες προσκαλούμενες στα συμπόσια έτερπαν με την τέχνη και τα Φυσικά των θέλγητρα τους ευωχούμενους. Καθόλου ειπείν οι καλλιτέχνιδες αυτές αποτελούσαν ιδιοκτησία ενός κυρίου , ο οποίος τις εκπαίδευε και τας ενοίκιαζε σε ιδιώτες. Μερικές όμως εξ αυτών ήσαν απελεύθεροι, εξακολουθούσαν δι ίδιο λογαριασμό το διπλοΰν επάγγελμα, το όποιον είχαν ως δούλες (Λουκιαν. Εταιρ. Διαλ. 15, 2).
Απομένει τέλος το πλήθος των εταιρών, οι οποίες όντας ελεύθερες ζούσαν μόνες και ανεξάρτητες. Αυτές ήσαν απελεύθερες ή ξένες, σπανιώτερα δε πολίτιδες. Ό αριθμός των απελεύθερων, οι οποίες επιδίδονταν στο επάγγελμα τούτο, ήταν μέγας. Όσο αφορά τις ξένες, αυτές προσελκύονταν στα μεγάλα κέντρα και ιδίως στην Αθήνα υπό των ευκολιών, τις οποίας προσέφερε η πόλη στην εξάσκηση του. επαγγέλματος των και υπό της ελπίδας μεγαλύτερων κερδών, οσάκις δεν ήσαν θύματα βιωτικής ατυχίας. Ο αριθμός των εξ εντοπίων και ελευθέρων γονέων γεννηθεισών εταιρών ήταν σχετικώς μικρός και προέρχονταν συνήθως εκ των κατωτέρων τάξεων και εκ μεγάλης διαστροφής ή μεγάλης ατυχίας (Λουκιαν. Εταιρ. Διάλ. 6,1. κ. έ.).
Οι τόποι και οι ευκαιρίες, κατά τις οποίες συναντά κανείς στην Αθήνα τις εταίρες ήσαν ποικίλοι. Εξέρχονταν και επιδεικνύονταν ελευθέρως στην οδό (ενώ αυτό ήταν απαγορευμένο για τις έντιμους γυναίκες) και μόνον λεπτομέρειες μερικές της αμφιέσεώς των πρόδιδαν το επάγγελμα των. Έφεραν επί παραδείγματι υποδήματα, οι ήλοι των οποίων αποτύπωναν επί του εδάφους ερωτική τίνα πρόσκληση,· ως «ἀκολούθ(ε)ι» κλπ. Μεταξύ των διαφόρων τρόπων, διά των οποίων εκδήλωνε κάποιος την προτίμησή του προς τα θέλγητρα μιας εταίρας, ήταν και η μηλοβολία. Συναντούσε κανείς επίσης εταίρες σε όλους τους πολυσύχναστους τόπους: στα θέατρα, στην αγορά, στο ναό της Αφροδίτης κλπ.
Οι κύριοι πελάτες των εταιρών ήσαν οι πλούσιοι νέοι. Κάθε πλούσιος Αθηναίος έφηβος από της εφηβίας του μέχρι του γάμου του διέθετε αρκετά έτη διά την ασωτία και την άγρα της ηδονής. Οι σχέσεις των μετά των εταιρών δεν είχαν καμιά ιδιαιτέρα ωραιότητα και έμοιαζαν καταπληκτικά με τις σχέσεις των νέων όλων των αιώνων προς τις κοινές γυναίκας. Η κοινή γνώμη δείκνυε άκρα επιείκεια προς τις ασωτίας των νέων, η δε τρέχουσα ηθική δεν είχε τίποτε να τις κατηγορήσει αν δεν κατασπαταλούσαν την πατρική των περιουσία διασκεδάζοντας μετά των εταίρων, αν δεν προκαλούσαν σκάνδαλο και αν γνώριζαν να αποσυρθούν εγκαίρως. Το σύνηθες τέλος των δεσμών τούτων ήταν κανείς πολυτάλαντος γάμος, τον όποιον επετύγχαναν οι γονείς και επεδοκίμαζαν οι υιοί.
Αλλά τα αθηναϊκά ήθη ανέχονταν και σχέσεις νυμφευμένων ανδρών μετά εταιρών. Είναι αληθές ότι οπωσδήποτε ο γάμος επέφερε ποιάν τίνα διακοπή των σχέσεων τούτων και μετάβαλλε πως την ηδονοπαθή ελευθέρα ζωή, αλλ είναι συγχρόνως αναμφισβήτητο, ότι οι συζυγικές απιστίες δεν αποτελούσαν εξαίρεση και δεν προκαλούσαν σκάνδαλο. Η κυρία αιτία του γεγονότος τούτου ενέκειτο στον τρόπο, με τον οποίο συνάπτονταν οι αθηναϊκοί γάμοι. Πολλάκις οι νεόνυμφοι ουδέ κατ όψιν καν είχαν γνωρίσει αλλήλους προ του γάμου. Τα του γάμου προετοίμαζαν οι γονείς, οι οποίοι αδιαφορούσαν τελείως διά την κλίση και την ιδιοσυγκρασία των συζευγνυομένων και εφρόντιζαν μόνον διά την καταγωγή και την περιουσία. Η συμπάθεια και ο έρως δεν είχαν σχεδόν καμίαν θέση στις ενώσεις αυτές. Χαρακτηριστικότατη είναι και η σχετική ομολογία του Δημοσθένη στο «Κατὰ Νεαίρας» λόγον του: «τὰς μὲν ἑταίρας ἡδονῆς ἕνεκ ἔχομεν, τὰς δὲ παλλακὰς τῆς καθ ἡμέρας θεραπείας τοῦ σώματος, τᾶς δὲ γυναῖκας τοῦ παιδοποιεῖσθαι γνησίως καὶ τῶν ἔνδον φύλακα πιστὴν ἔχειν» (Δημοσθ. Κατά Νεαίρ. 122). Η παιδεία των γυναικών παραμελούνταν σχεδόν παντελώς, διότι ενομίζοντο αυτές κατωτέρας τάξεως όντα, ήττον των ανδρών πεπροικισμένες υπό της φύσεως και ανίκανες να λάβουν μέρος στα δημόσια πράγματα ή να συμμερισθούν της συμπαθείας των εαυτών ανδρών. Όθεν διανοητικώς αυτές δεν ήσαν ικανές προς ευάρεστο κοινωνία μετά των συζύγων των, επιζητούντων διά τούτο αλλαχού ότι δεν εύρισκαν στον οίκο. Οι γυναίκες ήσαν υποβεβλημένες εις υποχρεώσεις, τις οποίες οι άνδρες δεν ήσαν υποχρεωμένοι να τηρούν. Η γυνή φαίνεται ότι δεν είχε το δικαίωμα να καταδίωξει τον σύζυγό της και εάν μπορούσε να απόδειξη ότι παρέβη την συζυγική πίστη, ενώ η ιδία υπέκειτο σε αυστηρές ποινές επί τω ίδιο έγκλημα.
Συχνάκις υποστηρίχθηκε ότι ο αθηναϊκός νόμος επέβαλλε στις εταίρες ιδιαίτερο ένδυμα, το οποίο τις διέκρινε από των άλλων γυναικών. Η μόνη άμεσος μαρτυρία η φερομένη προς υποστήριξη της γνώμης ταύτης είναι χωρίο τι του Σουίδα, κατά το οποίο «νόμος Ἀθήνησι τὰς ἑταίρας ἀνθινὰ φορεῖν»· φαίνεται όμως ότι ενταύθα η λέξη νόμος τέθηκε αντί του «ἔθος». Αλλαχού, όπως στους Λοκρούς, στις Συρακούσες, στην Λακεδαιμόνα, απαγορεύονταν στις έντιμες γυναίκες να φορούν ορισμένα είδη ενδυμάτων. Καθόλου ειπείν όμως ουδείς περιορισμός επιβάλλονταν στην ενδυμασία των εταιρών, διότι αρκούσε η όλη εμφάνισή τους, για να προδώσει το επάγγελμά τους. Αν η ενδυμασία τους διέφερε της ενδυμασίας των εντίμων γυναικών, τούτο οφείλεται στην ελευθέρα εκλογή τους και στην ανάγκη να προσελκύσουν την προσοχή των ανδρών και να καταστήσουν έκδηλα τα θέλγητρα των. «Αἱ ἑταῖραι, καὶ μάλιστα αἱ ἀμορφότεραι αὐτῶν, καὶ τὴν ἐσθῆτα ὅλην πορφυρᾶν καὶ τὴν δειρὴν χρυσῆν πεποίηνται, τῷ πολυτελεῖ θηρώμεναι τὸ ἐπαγωγὸν καὶ τὸ ἐνδέον τῷ καλῲ προσθέσει τοῦ ἔξωθεν τερπνοῦ παραμυθούμεναι· ἡγοῦνται γὰρ καὶ τὴν ὠλὲνην αὐταῖς στιλπνοτέραν φαίνεσθαι συναπολάμπουσαν τῷ χρυσῷ καὶ τοῦ ποδὸς τὸ μὴ εύπερίγραφον λήσειν ὑπὸ χρυσῷ σανδάλῳ καὶ τὸ πρόσωπον αὐτὸ ἐρασμιώτερον γενήσεσθαι τῷ φαεινοτάτῳ συνορώμενον» (Λουκιαν. Περί του οίκου 194, 7).
Οι εταίρες αποτελούσαν πηγή προσόδων στην αθηναϊκή πολιτεία. Μεταξύ των εισοδημάτων της πόλεως συγκαταλέγονταν και το «πορνικὸν τέλος», του οποίου η είσπραξη μισθώνονταν κατ έτος υπό της βουλής στους πορνοτελώνες, οι οποίοι απέγραφαν τους καθ έκαστο έτος επιδιδόμενους στο επάγγελμα της πορνείας. Φαίνεται δε ότι η επαγρύπνηση του κράτους επεκτείνονταν και μέχρι του καθορισμού του ποσού, το οποίον δικαιούτο να λαμβάνει εκάστη εταίρα, χωρίς τούτο να σημαίνει κατ ουσία ότι η εταίρα δεν ήταν ελευθέρα να προβαίνει στις ιδιαιτέρες μετά των πελατών της συμφωνίες.
Η φήμη πολλών εταιρών παρέμεινε αμείωτος μέχρις ημών. Πλην της Ασπασίας, η οποία διαδραμάτισε σπουδαιότατο πρόσωπο στη αθηναϊκή δημοκρατία διά του ερωτά της προς τον Περικλέα, είναι γνωστή η Φρύνη, ήτις χρησίμευσε ως πρότυπο αγάλματος της Αφροδίτης, η Λαΐς φίλη Αρίστιππου του Κυρηναίου, η Θαργηλία εκ Μιλήτου, ήτις κατά τον Πλούταρχο είχε σχέσεις με τους μεγαλύτερους πολιτικούς άνδρας της Ελλάδος και απέθανε ως βασίλισσα στην Θεσσαλία, η Θαίς, ερωμένη του Αλεξάνδρου κατ αρχάς και σύζυγος του Πτολεμαίου, βασίλισσα της Αιγύπτου βραδύτερον, η Λάμια φίλη Δημητρίου του Πολιορκητή, για την οποία οι Αθηναίοι ίδρυσαν βωμό υπό την επίκληση Αφροδίτη Λάμια, η Λεόντιο μαθήτρια του Επικούρου και κομψή συγγραφεύς κατά μαρτυρία του Κικέρωνα, και άλλες.
Στην Ρώμη δέον να διακρίνουμε δύο περιόδους της ιστορίας των εταιρών. Μέχρι της εισβολής των ελληνικών εθίμων οι scortae και meretrices ήσαν κοινές πόρνες. Ζούσαν στα lupanar (πορνείο), ήσαν δούλες των lenones (πορνοβοσκών), και υπέκειντο σε αυστηρά παρακολούθηση εκ μέρους των αγορανόμων. Όπως στην Αθήνα έτσι και στη Ρώμη, το επισκέπτεσθαι τα πορνεία δεν ήταν καθόλου ατιμωτικό. Όταν εισέβαλαν τα ελληνικά ήθη στη Ρώμη, σχηματίσθηκε υπεράνω των scorta
κατά το ελληνικό πρότυπο μία τάξη εταιρών ελευθέρων και ανεξαρτήτου, οι οποίες εκμεταλλεύονταν τα θέλγητρα των δι ίδιον λογαριασμό, και μετέρχονταν συγχρόνως την αυλητρίδα, κιθαρίστρια, χορεύτρια, υποχρεούμενοι μόνον να φέρουν ως διακριτικό ιδιαιτέρα τήβεννο, την toga meretricia (βλ. και λέξη πορνεία).
κατά το ελληνικό πρότυπο μία τάξη εταιρών ελευθέρων και ανεξαρτήτου, οι οποίες εκμεταλλεύονταν τα θέλγητρα των δι ίδιον λογαριασμό, και μετέρχονταν συγχρόνως την αυλητρίδα, κιθαρίστρια, χορεύτρια, υποχρεούμενοι μόνον να φέρουν ως διακριτικό ιδιαιτέρα τήβεννο, την toga meretricia (βλ. και λέξη πορνεία).
Βιβλιογραφία
01. Λουκιανού, Εταιρικοί διάλογοι τ. Γ΄σ. 253 κ.εξ
02. Αθηναίου, Δειπνοσοφιστές, βιλβ. Ιγ΄
03. Brouwer, Histoire de la civilisation morale er religieuse des Grecs
04. W. A. Becker, Charikles, γ΄έκδ. υπό Goel, τ., Β΄ (Die Hetaeren) σ. 85-103
05. Του αυτού, Gallus, Β΄ έκδ. υπό Goel τ. Γ΄ (Die Buhlerinnen), σ. 89-103 (Berlin 1882)
06. P. Darblay, Les Hetaires celebres (1889)
07. E. Deschanel, Les courtisanes grecques (Paris 1847)
08. Dufour, Histoire de la prostitution (Bruxelles 1861)
09. Dupouy, La prostitution dans l antiquite (1877)
10. W.S. Ferguson, Hellenistic Athens (London 1911)
11. F. Jacobs, Beitrage zur Gesch. des Weiblich. Geschlechts εν «Vermischt. Schrift», τ. IV, σ. 312-534
12. E. Montagne, Histoire de la prostitution dass l antiquite (1869)
13. M. de Moutifand, Les courtisanes de l antiquite (Paris 1883 - 1884)
14. Wachsmuth, Jellen. Allterth., τ. Β΄, σ. 392
Πηγή: Παπακωνσταντίνου Θ., Φιλόλογος, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος Ια΄, σσ. 662 - 663