ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΟΝΟΜΟΙ
Καλούνταν στην αρχαία Αθήνα οι άρχοντες (άγνωστο πόσοι), οι οποίοι είχαν έργον τους την εποπτεία των ηθών των γυναικών. Όπως είναι άγνωστος ο αριθμός αυτών, έτσι είναι άγνωστος και ο χρόνος κατά τον όποιον εισήχθηκε η αρχή αυτή στην Αθήνα. Μερικοί υποστηρίζουν ότι αυτή είχε εισαχθεί από τα χρόνια του Σόλωνα, άλλ' ότι συν τω χρόνω από εξ αρχής περιορισμένης στην επίβλεψη μόνον των ηθών των γυναικών επεκτάθηκε και στην επίβλεψη των ηθών των ανδρών, καταστώντας μια αστυνομική αρχή της Αθήνας, και ότι επί Δημήτριου του Φαληρέα κατέστη πάλι αρχή ανεξάρτητη. Άλλοι δε, αφού δεν γίνεται μνεία αυτής στο «Άθηναίων Πολιτεία» του Αριστοτέλη, υποστηρίζουν ότι οι γυναικονόμοι κατεστάθηκαν από τον Δημήτριο τον Φαληρέα.
Επίσης είναι άγνωστο αν ήσαν αρχή αιρετή ή κληρωτή. Οι γυναικονόμοι συνέπρατταν μετά των αρεοπαγιτών, όντες οιονεί υπάλληλος αρχή αυτών, φρόντιζαν να τηρείται, ιδιωτική (!) και δημοσία,ευσχημοσύνη και ευκοσμία, επέβαλλαν δε την ποινή του προστίμου στις άκοσμες και ανέγραφαν τα ονόματα αυτών μετά της επιβληθείσης ποινής σε πινακίδα την οποία εκθέτανε σε κάποιον πλάτανο στο Κεραμεικό. Επιτηρούσαν όπως οι εισερχόμενοι στις οικίες φίλοι κατά την τέλεση γάμων ή κάποιας άλλης εορτής μη είναι περισσότεροι των τριάκοντα, υποχρεώνοντας τους κατά τις αυτές εστιάσεις μισθωμένους μαγείρους ν' αναγράφουν τα ονόματα των συγκεντρωμένων στην οικία.
Επέβαλλαν πρόστιμο σε αυτούς που εκδήλωναν υπέρμετρα την θλίψη τους και που θρηνούσαν γοερώς για δικής τους ή άλλη συμφορά και στις γυναίκες που έφεραν ιματισμό απαγορευμένο δια νόμου. Γενικά κόλαζαν κάθε ακολασία και ακοσμία. Εκτός των Αθηνών μνημονεύονται γυναικονόμοι και στις Συρακούσες και στην Σάμο, και στην Γαμβρεία της Μ. Ασίας, και στην Ανδάνια της Μεσσηνίας, όπου επιμελούνταν και των πομπών, και στην Χαιρώνεια της Βοιωτίας κατά τόν Πλούταρχο.
Πηγή: Γ.Δ. Καψάλης, Πρόεδρος του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος Η, σελίδα 781
Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ
Ο Περικλής καθορίζει προς το τέλος του περίφημου επιταφίου του, καθορίζει την θέση και την συμπεριφορά των γυναικών της εποχής του. Ούτε λίγο ούτε πολύ, λέει σε αυτές να φροντίζουν να μην ακουσθεί το όνομά τους, ούτε για καλό ούτε για κακό μεταξύ των ανδρών. Τις περιορίζει δηλαδή με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο στην ανωνυμία του γυναικωνίτη.
Προσωπικότητα περιορισμένη πνευματικά, όπως πίστευαν οι αρχαίοι, η γυναίκα έχει σε όλη την περίοδο της αρχαιότητας, εκτός ελαχίστων περιπτώσεων, έναν ασφυκτικά στενό κύκλο δραστηριότητας, ένα λιλιπούτειο βασίλειο, το σπίτι της και την φροντίδα του. Αντίληψη που ξεκάθαρα διατυπώνει ο Ξενοφώντας στον «Οικονομικό» του. Παρουσιάζει εκεί το πορτραίτο της τέλειας Αθηναίας δέσποινας, που παραμένει αναλλοίωτο μέχρι την έλευση του Χριστιανισμού.
Αξίζει να παρακολουθήσουμε την ζωή της Αθηναίας του 5ου αιώνα (Χρυσός αιώνα Περικλή), σχηματίζοντας έτσι μια για γενική αντίληψη και για την κατάσταση στην οποία βρίσκονταν οι γυναίκες κατά την αρχαιότητα. Σε ορισμένες βέβαια πόλεις, όπως στην Σπάρτη, Γόρτυνα και Χίο , η κατάσταση ήταν διαφορετική και η πολιτεία αναγνώριζε μεγάλο κύκλο γυναικείας δραστηριότητας. Όμως αυτές ήταν απλές εξαιρέσεις, ενώ τον κανόνα αποτελούσε η ζωή της Αθηναίας, όπως την γνωρίζουμε από τα έργα ποιητών, ιστορικών, από τα αττικά αγγεία, που αναπαριστούν σκηνές από τον οικογενειακό βίο, και από επιτύμβιες στύλες.
ΔΙΑΡΚΗΣ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙΣε όλη την ζωή της βρισκόταν υπό την εξουσία του πατέρα της ή του αδελφού της ή του συζύγου της. Κλεισμένη διαρκώς στο γυναικωνίτη, δεν μετείχε καθόλου στην κοινωνική ζωή της πόλεως ούτε μπορούσε να έχει γνώμη για βασικά θέματα του οίκου. Το νομικό αυτό καθεστώς διατηρήθηκε επί αιώνες. |
Από νομική άποψη η γυναίκα θεωρείται ανήλικη και από την γέννησή της ως το θάνατό της. Σε όλη της την ζωή βρίσκονταν υπό κηδεμονία ή καλύτερα υπό επιτροπεία, την οποία ονόμαζε «κυριεία», ενώ τον επίτροπό της «κύριο». Με τον γάμο της η γυναίκα απλώς αλλάζει κηδεμόνα. Από την επιτροπεία του πατέρα της ή του μεγαλύτερου αδελφού της περιέρχεται στην επιτροπεία του συζύγου της. Ακόμη και μετά το θάνατό του δεν υπάρχει περίπτωση να βρει την αυτεξουσιότητάς της. Ο μεγαλύτερός της υιός γίνεται κηδεμόνας της. Και αν δεν υπήρχε υιός τότε αναλάμβανε ένας από τους πλησιέστερους άρρενες συγγενείς της. Το άδικο αυτό νομικό πλαίσιο για τις σημερινές αντιλήψεις δικαιολογούσαν οι αρχαίοι κατά τον απλούστερο τρόπο. Επικαλούνταν την φυσική, πνευματική, και ηθική γυναικεία αδυναμία, η οποία εξασθενίζει την θέληση των γυναικών και τις καθιστά εύκολη λεία των επιτήδειων. Χαρακτηριστική είναι η επί τους θέματος αντίληψη του Αριστοτέλη«Ὁ μὲν γὰρ δοῦλος οὐκ ἔχει τὸ βουλευτικόν, τὸ δὲ θῆλυ ἔχει μέν, ἀλλ’ ἄκυρον, ὁ δὲ παῖς ἔχει μὲν ἀλλ’ ἀτελές»
Με τον γάμο της η Αθηναία αφήνει τον γυναικωνίτη του πατρικού σπιτιού και εγκαθίσταται για την υπόλοιπη ζωή της στον γυναικωνίτη του συζυγικού της σπιτιού. Παντρεύεται πολύ νέα από τα 15 ή 14 και δεν προλαβαίνει να εγκαταλείψει τις «κούκλες της» και πρέπει να μάθει να ανατρέφει παιδιά. Για τον Αριστοτέλη ιδανική ηλικία γάμου είναι: για τους άνδρες το 37ο έτος και για τις γυναίκες το 18ο.Γάμος από έρωτα στην αρχαία αθηναϊκή κοινωνία δεν εννοείται. Περιορισμένες στον γυναικωνίτη οι γυναίκες δεν έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν τους μέλλοντες συζύγους τους. Την φυσική έλξη μεταξύ των μελλόντων συζύγων αντικαθιστά η συμφωνία του πατέρα της νύφης με τον υποψήφιο γαμπρό ενώ δεν λείπουν οι περιπτώσεις όπου ο πατέρας διαλέγει την σύζυγο του υιού του. Οι περισσότεροι γάμοι γίνονταν κατά τον 7ο μήνα του Αττικού ημερολόγιου, τον αφιερωμένο στην προστάτιδα του γάμου Ήρα, τον Γαμηλιώνα (Φεβρουάριο) και κατά την πανσέληνο παντρεύονταν τα περισσότερα αθηναϊκά ζευγάρια. Οι γαμήλιες τελετές διαρκούσαν 3 ημέρες. Τις πρώτες ημέρες κατελάμβαναν οι προετοιμασίες του γάμου, τα προαύλια, την δεύτερη μέρα γίνονταν ο γάμος και ακολουθούσαν την τρίτη μέρα τα επαύλια.
Την προπαραμονή του γάμου ο πατέρας της νύφης πρόσφερε τους θεούς θυσίες. Είναι οι καθιερωμένες «άπαρχαί», για να ευτυχήσουν οι μελλόνυμφοι. Η ίδια η νύφη εκτελεί τα «προτέλεια» ή «προγάμεια». Προσφέρει δηλαδή στην Αρτέμιδα τις κούκλες της και μια μπούκλα από τα μαλλιά της, σημάδι πως αναλαμβάνει τις σοβαρές φροντίδες της έγγαμης γυναίκας, της συζύγου.
Την παραμονή του γάμου γίνονταν οι τελευταίες προετοιμασίες. Ανάμεσα τους το λουτρό της νύφης, η «λουτροφορία», παρουσιάζει την μεγαλύτερη γραφικότητα και αποτελεί αγαπημένο θέμα παραστάσεων στα αττικά αγγεία. Από την κρήνη Καλλιρόη, κοντά στον Ιλισό, έφερνα οι φίλες της νύφης το νερό για να την πλύνουν, μέσα σε μεγάλες λουτροφόρες. Σε ένα αγγείο του 440 π.Χ. περίπου, παριστάνεται η νύφη δειλή και συνεσταλμένη, χαμηλοβλεπούσα, ανάμεσα στις φιλενάδες της, που κρατούν δάδες, ενώ προηγείται άλλη νεαρή κόρη κρατώντας λουτροφόρο. Ένα μικρό αγόρι παίζει τον αυλό μπροστά στην συνοδεία. Ο μικρός αυλητής πρέπει να έχει και του δύο γονείς του ζωντανούς για να φέρει γούρι στην νύφη. Η παρθενική σεμνότητα που κατοπτρίζεται στην στάση της νύφης, η συγκρατημένη χαρά των κοριτσιών, που την συνοδεύουν, δίνουν στην σκηνή τον χαρακτήρα μιας τελετουργίας.
Το πρωί της ημέρας του γάμου στόλιζαν την νύφη, υπό την διεύθυνση της «νυμφευτρίας», η οποία κατά κάποιο τρόπο ήταν η κυρία επί των τιμών. Στον περίφημο επίνητρο της Ερετρίας, του Εθνικού αρχαιολογικού Μουσείου, έχουμε μια ωραιοτάτη εικόνα της γαμήλιας προετοιμασίας της Αρμονίας. Πάνω σε έδρανο κάθεται η νύφη στολισμένη με το περιδέραιο και τα βραχιόλια της. Στην άκρη αριστερά η μητέρα της, η Αφροδίτη, βγάζει από το κουτί που της προσφέρει ένας ερωτιδεύς ένα ακόμη κόσμημα για την κόρη της. Στην άλλη άκρη της εικόνας ο Ίμερος προσφέρει το δοχείο με το άρωμα.
Στο σπίτι του πατέρα της νύφης προσφέρονταν το γαμήλιο γεύμα και γίνονταν και οι θυσίες στους προστάτες του γάμου θεούς όπου και επισφραγίζονταν και η πράξη του γάμου. Μετά το τέλος του γεύματος η νύφη, που μέχρι στιγμής ήταν καλυμμένη με το πέπλο της αποκαλύπτεται. Είναι μια επίσημη ώρα τα «ἀνακαλυπτήρια», καθώς λέγονταν, και ο γαμπρός με τους συγγενείς του προσφέρονταν τότε τα ανακαλυπτήρια δώρα στην νύφη. Κατόπιν αναχωρούν όλοι σε πομπή για το σπίτι του γαμπρού. Η νύφη κρατά σύμβολα της οικιακής της εξουσίας, ένα κόσκινο, ένα γουδοχέρι και μια σχάρα, τα οποία όταν φτάσει στο νέο σπίτι, θα κρεμάσει στην πόρτα του συζυγικού θαλάμου. Μια εύθυμη συνοδεία τους ακολουθείς κρατώντας δάδες.
Στην σημερινή κοινωνία στόχος του γάμου είναι η συνταύτιση ψυχική και συναισθηματική των συζύγων (κοινωνία του βίου) Στην αρχαιότητα όμως σκοπός του γάμου είναι η τεκνοποιία. Αποτέλεσμα αυτής της λογικής είναι η κόρη ενός ανδρός που δεν έχει άρρενες υιούς να νυμφευθεί τον πλησιέστερο συγγενή του πατέρα της για να δώσει τον πολυπόθητο υιό στον νεκρό. Μετά τον γάμο της η Αθηναία αφιερώνεται στο σπίτι της για όλη της την ζωή. Τρία είναι τα καθήκοντά της 1) να δώσει παιδιά στην οικογένειά του συζύγου της και να τα αναθρέψει 2) να εκτελεί τις οικιακές εργασίες 3) να παρακολουθεί το υπηρετικό προσωπικό.
Ήταν πολύ απλό για τον άνδρα. Μια απλή δήλωσης ενώπιον του άνδρα ενώπιον μαρτύρων ότι χωρίζει την γυναίκα του και αναλαμβάνει την υποχρέωση να επιστρέψει την προίκα της. Για την γυναίκα όμως χρειάζονταν δικαστική απόφαση. Τα παιδιά τα κρατούσε πάντα ο πατέρας. Έτσι ενώ νομικώς το διαζύγιο ήταν εφικτό για την γυναίκα αλλά ανέφικτο γι αυτήν.
Μια άλλη δυναστεύση της γυναίκας στην αρχαία Αθήνα είναι το δικαίωμα του ανδρός να εξαναγκάσει την γυναίκα του να προβεί σε έκτρωση, όταν έκρινε πως για διάφορους λόγους ένα νέο παιδί περίττευε στην οικογένεια. Μπορούσε να την εξαναγκάσει να θανατώσει το νεογέννητο πράγμα που γίνονταν με αποκρουστική συνέχεια για τα κορίτσια. Το παράξενο είναι ότι κανείς αρχαίοςφιλόσοφος δεν ύψωσε την φωνή του ενάντια σε αυτό το αποτρόπαιο έθιμο που γίνονταν σε όλη την Ελλάδα εκτός από την Θήβα. Αντίθετα τόσο ο Αριστοτέλης όσο και ο Πλάτων συνιστούσαν την έκτρωση ως μέσω ενάντια στον υπερπληθυσμό των πόλεων όπως επίσης συνιστούσαν και την έκθεση (τοποθέτηση πάνω σε σορό από σκουπίδια και πώληση ως σκλάβου). Στους μετέπειτα αιώνες όταν οι ρωμαϊκές λεγεώνες κατέβηκαν στην Ελλάδα, έγινε αντιληπτό το εσφαλμένο της θεωρίας αυτής, που είχε στο μεταξύ μειώσει ή κρατήσει στάσιμο τον πληθυσμό των αρχαίων πόλεων.
Η πατρική εξουσία είναι αναλλοίωτη για όλα τα χρόνια των τέκνων εκτός από το αγόρι κατά το 18ο έτος της ηλικίας του. Τα κορίτσια όπως ανάφερα δεν ενηλικιώνονταν ποτέ. Ο πατέρας ενεργεί ως δικαστής και τιμωρός των αταθαλσιών των τεκνών του. Στην έσχατη περίπτωση μπορεί να τα διώξει από το σπίτι και διαμέσου κήρυκα ανακοινώσει την αποκήρυξη τους. Την κόρη του μπορεί να την πουλήσει δούλη αν αντιληφθεί ότι παραστράτησε. Κι όμως στην Εθνική ρώμη η κατάσταση είναι χειρότερη εφόσον ο πατέρας έχει δικαίωμα ζωής ή θανάτου (jus vitae etnecis) ακόμη και μετά την ενηλικίωση εκτός κι αν έχει προηγηθεί χειραφέτηση.
Το αγόρι μένει υπό την επιρροή της μητέρας μέχρι το 7ο έτος της ηλικίας του αλλά μετά απομακρύνεται από αυτήν ώστε να μην χάσει τίποτα από την αξιοπρέπειά του στην ατμόσφαιρα του γυναικωνίτη. Το κορίτσι αντιθέτως ακολουθεί το παράδειγμα της μητέρας όπου και από αυτήν μαθαίνει τις 2 μεγάλες αρετές που θα την αναδείξουν σαν μια αξιόπιστη οικοδέσποινα. 1) να υποτάσσεται στον μέλλοντα σύζυγό της και να μένει όσο το δυνατόν στην διακριτική αφάνεια του νοικοκυριού της. Στην ανατροφή των παιδιών τη γυναίκα βοηθάει και μια γυναίκα «η τροφός».
Ακόμη και μετά το θάνατό της η γυναίκα δεν έπρεπε να προκαλεί την προσοχή του ανδρικού πληθυσμού γι αυτό και δεν επιτρέπονταν στον τάφο της να αναγερθεί το άγαλμά της, ενώ το άγαλμα του άνδρα ηρωποιουμένου υψώνονταν συνηθέστατα επί του μνήματος. Μάλιστα και στη αρχή τα επιτύμβια ανάγλυφα παρίσταναν μόνο άνδρες
Πάλι η γυναίκα σε μειονεκτική θέση καθώς αν υπήρχαν άρρενες απόγονοι η περιουσία μοιράζονταν μόνο σε αυτούς με την υποχρέωση μόνο να προικίσουν την αδελφή τους. Αν υπάρχει μόνο μια θυγατέρα τότε κληρονομεί τον αποθανόντα ως επίκληρος με την αναβλητική δηλαδή αίρεση να νυμφευθεί τον πλησιέστερο συγγενή του αποθανόντος και ότι την περιουσία, τον κλήρο, θα τον μεταβιβάσει στ άρρενα παιδιά που θ γεννηθούν από αυτό τον γάμο.
Η γυναίκα δεν συμμετείχε στην κοινωνική ζωή και στην διασκέδαση του άνδρα της και δεν γνώριζε τους φίλους του. Όπου συγκεντρώνονταν οι άνδρες οι γυναίκες δεν παρουσιάζονταν. Στα συμπόσια όπου οι άνδρες παραδίδονταν στις αγκαλιές των εταίρων και των αυλητρίδων, ήταν αδιανόητη.
Δεν γίνεται καν λόγος για συμμετοχή της γυναίκας στα πολιτικά πράγματα. Ο Περικλής θα κατηγορηθεί γιατί η Ασπασία τον επηρέαζε στην λήψη πολιτικών αποφάσεων.
Εκτός από τις νόμιμες γυναίκες στην αρχαιότητα υπήρχε και μια άλλη κατηγορία γυναικών. Οι παλλακίδες προέρχονται από την τάξη των μετοίκων ή κατάγονταν από γονείς ξένους, Ίωνες κυρίως. Σύμφωνα με τον Αθηναϊκό νόμο του 451 - 450 π.Χ. ο γάμος Αθηναίου με γυναίκα της οποίας ο πατέρας δεν είχε πολιτικά δικαιώματα ήταν παράνομος. Για να ξεπερασθεί αυτό το πρόβλημα ο Αθηναίος επιτρεπόταν να έχει μια ημινομική σχέση, ελεύθερο δεσμό παράλληλα με τον γάμο, την παλλακεία. Ένας Αθηναίος ρήτορας αναφέρει στην έκταση του «προβλήματος» της εποχής του : «Έχομε τις παλλακίδες για την απόλαυση και τις συζύγους για να μας δίνουν νόμιμα τέκνα και να είναι πιστοί φύλακες του οίκου». Επειδή οι παντρεμένες γυναίκες δεν είχαν σχεδόν καθόλου μόρφωση τον 5 αιώνα και δεν ήταν οι καταλληλότερες για συζητήσεις περί φιλοσοφίας, πολιτικής, τέχνης κ.α. επικρατούσε η συνήθεια η εξωσυζυγική σχέση να είμαι είναι μόνο μια ερωτική σχέση αλλά ένας συνδυασμός του έρωτα και της πνευματικής καλλιέργειας. Τον συνδυασμό αυτό τον είχαν πετύχει ορισμένες διάφορες εταίρες, κόρες κυρίως της Ιωνίας αλλά και της Αθήνας, όχι όμως καλών οικογενειών, που από την μια λάτρευαν την Αφροδίτη αλλά από την άλλη συναναστρέφονταν σοφιστές και φιλοσόφους, συζούσαν με ποιητές, καλλιτέχνες και μάθαιναν μουσική και χορό. Μερικές έγιναν πολύ γνωστές όπως η «Μάτα Χάρη» της εποχής Θαργηλία, όπου έπαιζε στην Αθήνα ρόλο πράκτορα των Περσών και παρέσυρε πολλούς στον Μηδισμό. Η Φρύνη μετά την καταστροφή των Θηβών, πρότεινε στους Θηβαίους να ανοικοδομήσει την πόλη με δικά της χρήματα αρκεί να αναγράφονταν αυτό σε μια επιγραφή. Οι Θηβαίοι δεν δέχθηκαν διότι το θεωρούσαν αυτό ατιμωτικό. Η Θαίς, έσπρωξε τον Μ. Αλέξανδρο στην πυρπόληση των ανακτόρων της Περσέπολης. Η Ασπασία η Μιλησία , η αγαπημένη σύντροφος του Περικλή τον οδήγησε στο χωρισμό από την νόμιμη σύζυγό του και προκάλεσε την οργή των Αθηναίων.
Αυτή η επιμόρφωση των εταίρων οδήγησε σιγά - σιγά και μέσω των σοφιστών στο φυσικό δίκαιο που είναι ανώτερο από τις ανθρώπινες συμβάσεις και αμφισβητεί την κατωτερότητα των δούλων και των βαρβάρων. Γιατί όχι και των γυναικών Στους ποιητές του 5ου αιώνα θα αρχίζουμε να βλέπουμε και τις πρώτες συμπάθειες προς το γυναικείο φύλο. Στις «Ικέτιδες» του Αισχύλου, στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, ως και ο Ευριπίδης, αυτός ο απατημένος σύζυγος, θα είναι μεγάλος απολογητής των γυναικών. Ο Σωκράτης δίνει μια αρχή Φεμινισμού «Η γυναικεία φύσις δεν είναι σε τίποτα κατώτερη από την ανδρική και είναι δυνατόν να διδάξει κανείς σε μια γυναίκα απολύτως όσα επιθυμεί να γνωρίζει». Αλλά ο μεγάλος θεωρητικός του Φεμινισμού στην αρχαιότητα είναι ο Πλάτων «κρείττονας ημίν και εγγυτέρων θεών οικούντας». Κατά τον Πλάτωνα η κατωτερότητα των γυναικών οφείλεται στην εκπαίδευση που έλαβαν.
Πηγή: Ιστορία εικονογραφημένη, τεύχος 21, άρθρο «οι γυναίκες της Αθήνας στην αρχαιότητα», Κ. Κιουπκιολής, σελ. 24)
Ο γυναικωνίτης της αρχαϊκής εποχής: 1 θάλαμος και αμφιθάλαμος, 2 εργαστήρια, 3 κήπος, Χ (μεταξύ γ & ψ) μέταυλος θύρα, Ψ κηπαία θήρα, (α, αυλή ανδρών, β ξενώνες, αποθήκες κ.λ.π. ανδρώνα, γ αίθουσα ανδρών) (Πηγή: Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος 8, σελ. 782)
Είναι το ιδιαίτερο μέρος του οίκου που προορίζεται για την κατοικία των γυναικών. Λέγονταν και : γυναικών, γυναίκειον, γυναικωνίτης, γυναικίτης, γυναικηΐη . Στους Τούρκους ονομάζονταν χαρεαλίκ, στους Πέρσες εντερούν,σ τους Ινδούς ζενανέκ.
Από άποψη της ιστορίας της τέχνης, ο καθορισμός ενός ενιαίου αρχιτεκτονικού τύπου γυναικωνίτη ως ενδιαιτήματος καθίσταται αδύναμος, δεδομένου ότι η θέση των γυναικείων διαμερισμάτων στο σύνολο του οίκου εξαρτήθηκε, όπως ήταν φυσικό, από τον τύπο του οικήματος που επικρατούσε στις διάφορες εποχές και κοινωνικές τάξεις της ελληνικής αρχαιότητας.
Η πρώτη διάκριση του γυναικωνίτη από το λοιπό οίκημα ξεκίνησε την εποχή του Ομήρου και διαφωτίζεται από τις αναφορές του Ομήρου και τις αρχαιολογικές ανασκαφές στην Κνωσό, στην Τύρινθα στην Τροία κ.λ.π.
Στα χρόνια του Ομήρου ο γυναικωνίτης της Πηνελόπης είναι κέδρινος, αρωματισμένος, πλήρης κοσμημάτων, υψήροφος, βαρύτιμος αλλά στα μεταγενέστερα οικήματα ή λείπει παντελώς ή είναι ένα πενιχρό και σκοτεινό δωμάτιο στο οποίο καταφεύγει η οικοδέσποινα κατά τις επισκέψεις και τις δεξιώσεις των ανδρών. Κατά τα ελληνιστικά χρόνια ο γυναικωνίτης γίνεται περισσότερο σύνθετος.
Παράθυρο γυναικωνίτη. [εξ αρχαίας αγγειογραφείας στο Μουσείο του Λούβρου]. (Πηγή: Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια , τόμος Η, σελ. 782)
Γενικό γνώρισμα του γυναικωνίτη σε όλες τις εποχές είναι ότι βρίσκεται πάντοτε στο βάθος του οίκου. Αυτό γίνεται για δύο λόγους, για την φύλαξη των γυναικών και για την ασφαλή αποθήκευση σε αυτόν κάθε πολύτιμου θησαυρού, τροφίμων κ.λ.π., διότι πλην της παραμονής των γυναικών, ο γυναικωνίτης χρησιμοποιούνταν και ως θησαυροφυλάκιο (Ξενοφ. Οικον. 9, 3). Στο ανάκτορο της Ιθάκης χρυσός και χαλκός συσσωρεύονται στο θάλαμο μαζί με το κρασί και τον έλαιο (Οδύσ. Β. 338)
Η ιδέα του χωρισμού των γυναικών από τους υπόλοιπους άρρενες κάτοικους του σπιτιού έχει αρχής τις παλιότερες εποχές που το γυναικείο φύλλο ήταν υποταγμένο στο ανδρικό. Στον ελληνικό γυναικωνίτη αυτή η αντίληψη είναι εμφανέστατη. Ο γυναικωνίτης αποτελεί κατά κάποιο τρόπο φυλακή της γυναίκας. Η μέταυλος θύρα παραμένει κλειδωμένη κάθε νύχτα. Η καταπακτή της κλίμακας του ομηρικού υπερώου (που διαμένουν οι ανύπανδρες κόρες των βασιλιάδων και το γυναικείο προσωπικό) σύγκειται εκ «δικλίδων» (διφύλλων) σανίδων πυκνές και καλά αρμοσμένες. Ο γυναικωνίτης της Τύρινθας, περιστοιχίζεται από παχύτατους τοίχους και μοιάζει καταπληκτικά προς το Τουρκικό χαρέμι.
Υπερώον αρχαίας οικίας άνωθεν του περίστυλου. (Πηγή: Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια , τόμος Η, σελ. 782)
Στην αρχαϊκή οικία θυρωρός φυλάσσει την θύρα και κροούει ρόπτρον, ώστε επισκέπτης εισερχόμενος να μην δει την οικοδέσποινα και τις θυγατέρες στην αυλή. Η έξοδος των γυναικών από το σπίτι γίνεται μόνο σε κηδείες, σπουδαίες εορτές και επισκέψεων. Πάρα ταύτα υπήρχαν και τοπικές εξαιρέσεις, όπως στην Χίο, στην Τέο και στην Σπάρτη (Πλουτ. Λυκ. 14.15). Αυτό γίνεται και στους μεταγενέστερους ιδίως χρόνους, αλλά και στην Ομηρική εποχή, η Ναυσικά, μόνη με άλλες κορασίδες παίζει σε έρημη παραλία. Ο γυναικωνίτης για την οικοδέσποινα είναι εργαστήριο, τόπος ανάπαυσης και αίθουσα καλλωπισμού ταυτόχρονα. Μόλις κατά την ελληνορωμαϊκή περίοδο χαλαρώνεται ικανά ο περιορισμός αυτός της γυναίκας και ο γυναικωνίτης χάνει την κυρίαρχη θέση του στην ζωή της γυναίκας.
Πηγή: Παπάς. Π.Ν., φιλόλογος, Μεγάλη ελληνική Εγκυκλοπαίδεια , τόμος Η΄, σελ. 782http://www.apologitis.com