https://www.facebook.com/artemissky.blogspot?ref_type=bookmark

ΑΡΤΕΜΙΣ

ΑΡΤΕΜΙΣ
Ήταν θεά του κυνηγιού,”πότνια θηρών” κατά τον Όμηρο,θεά των αγριμιών και της Σελήνης.

ΕΛΛΑΣ - HELLAS

'' Επιόντος άρα θανάτου επί τον άνθρωπον, το μεν θνητόν, ως έοικεν, αυτού αποθνήσκει, το δ' αθάνατον, σώον και αδιάφθορον, οίχεται απιόν. `Οταν επέρχεται ο θάνατος στον άνθρωπο, το μεν θνητό μέρος αυτού, καθώς φαίνεται, πεθαίνει, το δε αθάνατο, η ψυχή, σηκώνεται και φεύγει σώο και άφθαρτο '' ΠΛΑΤΩΝΑ

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .
ΑΝΟΙΚΩ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2014

ΚΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΡΕΑ





Ο Κρόνος διαδέχτηκε στην εξουσία τον Ουρανό. Χρειαζόταν όμως και μια γυναίκα για να τον συντροφεύει και να τον βοηθάει στο δύσκολο έργο του. Ερωτεύτηκε λοιπόν την αδερφή του Ρέα, που ήταν και η πιο αγαπημένη κόρη της Γης. Είδε την ψηλή κορμοστασιά της, το κατάλευκο δέρμα της και τα μακριά μαλλιά της και μαγεύτηκε.

Η Ρέα, εκτός από την ομορφιά της, είχε καλό χαρακτήρα. Της άρεσε όμως να κάνει συντροφιά με τις αδερφές της και να περιποιείται τη μητέρα της. Γι' αυτό δεν ήθελε να παντρευτεί τον Κρόνο. Μάταια αυτός της υποσχόταν αιώνια πίστη και οι υπόλοιπες Τιτανίδες προσπαθούσαν να την πείσουν να δεχτεί. Η Ρέα δεν ήθελε να χάσει την κοριτσίστικη ευτυχία της τόσο γρήγορα· ήθελε να χαρεί το φως της Ημέρας που στερήθηκε τόσα χρόνια εξαιτίας του σκληρόκαρδου πατέρα της.

Η Γη όμως που έβλεπε πόσο λυπημένος και μόνος ήταν ο αγαπημένος της γιος, του υποσχέθηκε ότι σύντομα θα έκανε δική του τη Ρέα. Αυτός πέταξε από τη χαρά του και φίλησε με σεβασμό το χέρι της γριάς μητέρας του. Η Γαία λοιπόν κάλεσε την κόρη της και αγκαλιάζοντάς την, της είπε ότι ήτανε γραφτό να παντρευτεί τον Κρόνο και να γίνει δίπλα του η πρώτη από τις Τιτανίδες, η βασίλισσα του Κόσμου. Η Ρέα που πάντα άκουγε τις συμβουλές της, με δάκρυα στα μάτια δέχτηκε να παντρευτεί. 


Ο γάμος ήταν πράγματι θεϊκός. Ο Κρόνος έλαμπε από χαρά δίπλα στην πεντάμορφη Ρέα. Οι Τιτάνες και οι Τιτανίδες τους έφεραν πολύτιμα δώρα. Η Γη ήταν συγκινημένη που έβλεπε τον πιο γενναίο και αποφασιστικό γιο της να παντρεύεται την αγαπημένη της κόρη. Ακολούθησε γλέντι που κράτησε μερόνυχτα ολόκληρα και συμμετείχε ολόκληρη η πλάση. Μονάχα ο Ουρανός κοίταζε θυμωμένος από ψηλά το νιόπαντρο ζευγάρι, αλλά και όλα τα υπόλοιπα παιδιά του που ξέφυγαν από τη φυλακή όπου τα είχε ρίξει. Στο βάθος όμως ήξερε ότι και ο Κρόνος θα πάθαινε κάποτε τα ίδια από κάποιο παιδί του.

Έτσι, ο Κρόνος και η Ρέα ζούσαν ευτυχισμένοι και αγαπημένοι περνώντας αρμονικά τα πρώτα χρόνια της ζωής τους έξω από τα Τάρταρα. Κυβερνούσαν με φρόνηση ολόκληρο το σύμπαν και γιόρταζαν με μεγάλα γλέντια την επέτειο της απελευθέρωσής τους μαζί με τα υπόλοιπα αδέρφια τους. Κάποια μέρα η Ρέα ανακοίνωσε πανευτυχής στον Κρόνο ότι περίμενε το πρώτο της παιδί και έτρεξε χαρούμενη να το πει στις αδερφές της και στη μητέρα της. Μόλις άκουσε το νέο ο Κρόνος, αμέσως ήρθε στο μυαλό του η τρομερή εικόνα του πληγωμένου Ουρανού και θυμήθηκε το φοβερό χρησμό που του είπε ο πατέρας του πριν απομακρυνθεί για πάντα ψηλά στον ουράνιο θόλο: "Κάποτε θα πάθεις και εσύ το ίδιο από το παιδί σου". Μαύρες σκέψεις άρχισαν να κυριεύουν το μυαλό του. Δεν μπορούσε να ηρεμήσει ούτε λεπτό και γι' αυτό έτρεξε στη σεβαστή Γαία για να επιβεβαιώσει το χρησμό. Δυστυχώς όμως κι αυτή, η οποία είχε μαντικές ικανότητες, του είπε ότι ήταν γραφτό να χάσει την κοσμική εξουσία από κάποιο παιδί του. 



Από εκείνη τη στιγμή ο Κρόνος έγινε τελείως διαφορετικός. Ήταν διαρκώς νευριασμένος και σκυθρωπός. Δεν έλεγε γλυκόλογα, ούτε περιποιόταν τη Ρέα όπως άλλοτε. Μα το χειρότερο ήταν πως δεν μπορούσε να κλείσει μάτι από τη στενοχώρια του. Η Μέρα διαδεχόταν τη Νύχτα, μα έβρισκε πάντα τον Κρόνο ξύπνιο και ανήσυχο.

Η Ρέα δεν μπορούσε να εξηγήσει αυτή την κατάσταση, αλλά έπλεε σε πελάγη ευτυχίας γιατί περίμενε το πρώτο της παιδί.

Και να που σε λίγο την έπιασαν οι πόνοι της γέννας. Βογκούσε και έσκουζε από τους πόνους και οι φωνές της ανατάραζαν ολόκληρο το σύμπαν. Ο Κρόνος ήταν πολύ ανήσυχος, μα όχι από συμπόνια για τη γυναίκα του αλλά από στενοχώρια για το μέλλον του θρόνου του. Πλάι στη Ρέα έτρεξαν οι αδερφές της και η μάνα της που είχε γεννήσει μόνη της τόσα παιδιά και ήταν η πιο έμπειρη απ' όλες. Έτσι, με τις φροντίδες της Γης, η Ρέα γέννησε την πρωτότοκη κόρης της, την Ήρα, που ήταν γραφτό να γίνει η πρώτη θεά ανάμεσα στις Ολύμπιες.

Η Ήρα ήταν όμορφη και χαριτωμένη, μεγάλωσε γρήγορα και έπαιζε όλη μέρα με τις ξαδέρφες της, τις Ωκεανίδες. Ήταν το καμάρι της Ρέας και η αδυναμία της γιαγιάς της. Ευτυχισμένη κυκλοφορούσε ανάμεσα στους τεράστιους Τιτάνες. Ο Κρόνος δεν την έβλεπε με καλό μάτι, μα για να μη βάλει σε ανησυχίες τη γυναίκα του, κάθε φορά που τον πλησίαζε η Ήρα της χαμογελούσε και έπαιζε μαζί της. Αυτό όμως που σκεφτόταν όλη μέρα και όλη νύχτα ήταν πώς θα έβρισκε έναν τρόπο να εξαφανίσει την κόρη του. Έπρεπε να φανεί προσεχτικός για να μην πάθει καμιά συμφορά όπως ο πατέρας του. Τα ζοφερά Τάρταρα επομένως δεν ήταν η καλύτερη λύση για το πρόβλημά του.

Μια μέρα είδε την Ήρα μόνη της να παίζει κρυφτό με τα σύννεφα. Γύρισε προσεκτικά το κεφάλι του για να δει μήπως ήταν κάποιος κοντά. Μόλις βεβαιώθηκε ότι δεν τον έβλεπε κανένας, άρπαξε την κόρη του και πριν καλά καλά η μικρή προλάβει ν' αντιδράσει άνοιξε το τεράστιο στόμα του και την κατάπιε. Η Ήρα χωρίς να συνειδητοποιήσει τι της είχε συμβεί, βρέθηκε φυλακισμένη στο τεράστιο στομάχι του πατέρα της. Σε λίγο άρχισε να κλαίει και να οδύρεται· του κάκου όμως, κανένας δεν μπορούσε να την ακούσει.

Μόλις έπεσε η νύχτα, η Ρέα άρχισε να ανησυχεί· ποτέ η Ήρα δεν είχε αργήσει τόσο πολύ. Άρχισε λοιπόν να ψάχνει παντού την κόρη της. Έψαξε καλά μέσα σε όλα τα σύννεφα, κοίταξε μέσα στα δάση μήπως και η μικρή θεά είχε αποκοιμηθεί κουρασμένη από το πολύωρο παιχνίδι. Ρωτούσε τις Ωκεανίδες και τους Τιτάνες μήπως την είχαν δει. Όλα μάταια, κανένας δεν ήξερε τίποτα για την Ήρα. Η Ρέα άρχισε να κλαίει, αλλά συνέχισε το ψάξιμο και μαζί της άρχισαν να φωνάζουν τη μικρή όλες οι Τιτανίδες. Πέρασαν μέρες και νύχτες, η θεϊκή μάνα γύρισε πάνω κάτω τον ουρανό και τη γη, μα χωρίς αποτέλεσμα. Τελικά απογοητευμένη έτρεξε στη μητέρα της που τα γνώριζε όλα να ρωτήσει για την τύχη της κόρης της. Η Γη με πόνο πολύ της αποκάλυψε την τρομερή αλήθεια.

Όταν το άκουσε η Ρέα, έγινε έξαλλη και έτρεξε οργισμένη στον Κρόνο. Του φώναζε και τον χτυπούσε για να αφήσει ελεύθερη την Ήρα. Αυτός όμως αρκετά απαθής, της είπε πως ό,τι έγινε πια δεν μπορούσε ν' αλλάξει και κανένας δε θα έβγαζε την Ήρα μέσα από το στομάχι του. Η Ρέα έβαλε τα κλάματα, άρχισε να χτυπιέται και να τραβάει τα μαλλιά της, τον θερμοπαρακαλούσε και τον ικέτευε. Μάταια όμως, δεν μπορούσε με κανένα τρόπο να τον μεταπείσει.



Σε λίγο καιρό η Ρέα ένιωσε πάλι κάτι να σαλεύει στα σπλάχνα της. Τη χαρά της όμως την έπνιγε ο φόβος για την τύχη του νέου της παιδιού. Έτσι, σκαρφίστηκε ένα σχέδιο. Όταν ήρθε η ώρα της γέννας μάζεψε μαύρα, πυκνά σύννεφα κι εκεί μέσα μαζί με τις δυο φρόνιμες αδερφές της, τη Μνημοσύνη και τη Θέμιδα, περίμενε να φέρει το νέο της καρπό.Πράγματι, χωρίς πολλές ταλαιπωρίες, ξεπετάχτηκε ένα ακόμη χαριτωμένο κοριτσάκι, η Εστία. Το νεογέννητο όμως άρχισε να κλαίει, όπως ήταν φυσικό. Το θεϊκό του κλάμα έφτασε στ' αυτιά του Κρόνου που πετάχτηκε αμέσως από το θρόνο του. Έτρεξε και βρήκε τη Ρέα ιδρωμένη και κατάκοπη να κρατά σφιχτά στον κόρφο της το βρέφος. Με χείλη που έτρεμαν και μάτια δακρυσμένα κοίταζε ικετευτικά τον παντοδύναμο άντρα της. Ο Κρόνος άρπαξε με θυμό τη μικρή Εστία και μονομιάς την έβαλε στο τεράστιο στόμα του και την κατάπιε. Μετά είπε απειλητικά στη Ρέα:

- Ξέρε το ότι δεν έχω σκοπό να παραδώσω τόσο εύκολα το θρόνο μου· κι εσύ σαν γυναίκα μου πρέπει να με βοηθήσεις και να μου παρασταθείς. Γι' αυτό άλλη φορά, εσύ η ίδια μόλις γεννάς τα παιδιά μου θα μου τα παραδίδεις.

Έπειτα γύρισε πάλι στο παλάτι του και κοιμήθηκε ήσυχος που για λίγο καιρό δε θα είχε την έγνοια της γέννας.

Η Ρέα απελπισμένη σχεδόν το πήρε απόφαση ότι με τέτοιο σκληρόκαρδο άντρα δεν πρόκειται να χαρεί κανένα παιδί της. Τα έβαζε μάλιστα με τις αδερφές της και με τη μάνα της που την πίεζαν, όταν ήταν κοπέλα ακόμη, να πάρει για άντρα της αυτόν τον απαίσιο παιδοφάγο. Έτσι όταν γέννησε μετά από καιρό την καρπερή Δήμητρα, παρέδωσε με τα ίδια της τα χέρια το σπαργανωμένο βρέφος στο σκληρό Κρόνο. Αυτός έκανε μια χαψιά την κόρη του και ευχαριστημένος που η Ρέα αυτή τη φορά δε σκαρφίστηκε κανένα κόλπο, χάιδεψε τα μακριά άσπρα γένια του και ήσυχος συνέχισε το έργο του. Τα παιδιά βέβαια του Κρόνου και της Ρέας ήταν αθάνατα όπως και οι γονείς τους. Έτσι συνέχιζαν να ζούνε μέσα στην ιδιόμορφη φυλακή τους, το τεράστιο στομάχι του πατέρα τους. Η Ήρα μάλιστα που ήταν μεγαλύτερη απ' όλες τις κόρες και πρόλαβε να ζήσει μερικά χρόνια έξω από το παράξενο κελί της, ανέλαβε να φροντίζει τις νεογέννητες αδερφές της και τις μεγάλωσε η ίδια. Όταν άρχισαν να καταλαβαίνουν, τους εξήγησε ποια ήταν η συμφορά που περνούσαν όλες μαζί κι άρχισαν κι αυτές να νιώθουν απεριόριστο μίσος για τον πατέρα τους.

Σε λίγο καιρό πλάι στις αδερφές προσγειώθηκε ένα ακόμη βρέφος. Ήταν ο θαλασσοσείστης Ποσειδώνας. Και να πώς είχαν γίνει τα πράγματα:

Η Ρέα ήταν έτοιμη να γεννήσει. Αυτή τη φορά ο Κρόνος ήταν περισσότερο ανήσυχος από ποτέ. Κάτι του έλεγε μέσα του πως μετά από τόσα θηλυκά η Ρέα θα του έκανε γιο και ο τρόμος του ήταν μεγαλύτερος.

Πράγματι, η Ρέα γέννησε τον Ποσειδώνα. Αυτή θέλοντας να ξεγελάσει τον εαυτό της πίστευε πως ο Κρόνος όταν έβλεπε τον όμορφο γιο του θα άλλαζε γνώμη και θα τον άφηνε να ζήσει.

Συνέβη όμως το αντίθετο. Μόλις ο Κρόνος είδε αρσενικό παιδί, το άρπαξε με λύσσα και το κατάπιε αμέσως, πριν προλάβει καν ν' ανοίξει τα μάτια του. Γιατί φυσικά ένας γιος ήταν πολύ πιο επικίνδυνος και είχε μεγάλες πιθανότητες να του πάρει το θρόνο. Την ίδια τύχη είχε και ο μελαμψός Πλούτωνας. Η Ρέα με τα ίδια της τα χέρια παρέδωσε απαρηγόρητη το μαυρομάτη γιο της στον τρομερό παιδοφάγο. Ο Κρόνος, ικανοποιημένος από τη γυναίκα του, κατάπιε μονομιάς κι αυτό το μαυριδερό βρέφος χωρίς πολλές κουβέντες.

Η πληγωμένη μάνα όμως δεν μπορούσε να πάρει απόφαση το φοβερό της μαρτύριο. Μόλις κατάλαβε τη νέα της εγκυμοσύνη, έτρεξε στη γερόντισσα Γαία. Εκεί ξέσπασε σε αναφιλητά και φιλώντας τα χέρια και τα πόδια της Παγκόσμιας Μητέρας ζητούσε τη βοήθειά της. Η Γη θυμήθηκε τα δικά της βάσανα όταν ο τρομερός Ουρανός φυλάκιζε το ένα πίσω από τ' άλλο τα παιδιά της στα σκοτεινά Τάρταρα. Ένιωθε καλά την αγανάκτηση και το παράπονο της κόρης της. Τη συμβούλεψε λοιπόν να ζητήσει χρησμό από τον πατέρα της. Η Ρέα ταράχτηκε μόλις το άκουσε, γιατί ήξερε ποια ήταν τα αισθήματα του Ουρανού για όλους τους Τιτάνες και τις Τιτανίδες. Καθώς όμως ένιωθε να μεγαλώνει στα σπλάχνα της το νέο βρέφος, πήρε την απόφαση.

Εννιά ολόκληρες μέρες ταξίδευε πάνω σ' ένα παχύ σύννεφο για να φτάσει στα μέρη του Αιθέρα, εκεί όπου ήταν χτισμένο το παλάτι του Ουρανού. Μόλις αντίκρισε το γέροντα πατέρα της, έπεσε στα γόνατα και του φίλησε τα πόδια και τις άκρες του γαλάζιου χιτώνα του. Με δάκρυα στα μάτια του είπε:

- Παντοδύναμε γεννήτορα, συγχώρα με για όσα δεινά σου προκαλέσαμε εγώ και τα θεϊκά αδέρφια μου. Μα τώρα ξέχασε όσα έγιναν και δώσε μου την ιερή συμβουλή σου για τη συμφορά που με βρήκε. Εσύ που όλα τα βλέπεις από τα αέρινα παλάτια σου, ξέρεις το κακό που μου κάνει τόσα χρόνια ο άντρας μου. Όμως τώρα που πάλι κάτι σαλεύει μέσα στα σπλάχνα μου, πες μου, πάνσοφε πατέρα, πώς θα το γλιτώσω από το μίσος του άκαρδου Κρόνου;

Ο Ουρανός μόλις άκουσε τα λόγια της κόρης του, τη σπλαχνίστηκε. Από την άλλη θυμήθηκε το φοβερό έγκλημα του Κρόνου πριν από πολλούς αιώνες, που έγινε αιτία να χάσει την εξουσία του κόσμου. Έτσι, για να βοηθήσει την κόρη του, αλλά κυρίως για να εκδικηθεί το γιο του, έδωσε τη θεϊκή συμβουλή. Είπε στη Ρέα ότι έπρεπε να πάει να γεννήσει στην Κρήτη και στη συνέχεια να επιστρέψει στον Κρόνο και να προσποιηθεί μια ψεύτικη γέννα. Η Ρέα χαρούμενη, ευχαρίστησε με δάκρυα τον πατέρα της και γύρισε με ήσυχο ταξίδι πίσω στη γη.


Όταν πια έφτασαν οι μέρες να γεννήσει, είπε στον Κρόνο ότι θα πήγαινε ένα ταξίδι στην Κρήτη, στις ανιψιές της, τις Νύμφες της Ίδης, γιατί τις είχε πεθυμήσει και επιπλέον ήθελε να ξεκουραστεί στον καθαρό αέρα. Ο Κρόνος προειδοποίησε τη γυναίκα του να μη σοφιστεί κάποιο καινούριο κόλπο για να σώσει το παιδί της, γιατί αυτή τη φορά η οργή του θα ήταν μεγάλη.

Η Ρέα έφτασε στην Κρήτη. Εκεί τη βοήθησαν οι Νύμφες της Ίδης να γεννήσει τον Δία, το μελλοντικό κυβερνήτη του κόσμου. Οι Κουρήτες και οι Κορύβαντες χτυπώντας δαιμονισμένα τα δόρατά τους πάνω στη γη κάλυψαν το κλάμα του μωρού για να μη φτάσει στ' αυτιά του πατέρα του. Η Ρέα εμπιστεύτηκε το νεογνό στις Νύμφες και επέστρεψε στο παλάτι του Κρόνου. Στο δρόμο βρήκε ένα λιθάρι που είχε το σχήμα μωρού και το πήρε μαζί της. Μόλις έφτασε στο παλάτι προσποιήθηκε ότι την έπιασαν οι πόνοι της γέννας. Βογκούσε και φώναζε για να ξεγελάσει τον Κρόνο που περίμενε να καταπιεί το νιογέννητο παιδί του. Κατόπιν, φάσκιωσε το λιθάρι που είχε βρει και κλαίγοντας σπαραχτικά με ψεύτικα δάκρυα, το έδωσε στο φοβερό σύζυγό της. Αυτός το κατάπιε ανίδεος και άρχισε πάλι ήσυχος να ασχολείται με τις υποθέσεις του κόσμου.

Πέρασαν πολλά χρόνια, ο Δίας στο μεταξύ με τις φροντίδες των Νυμφών θέριεψε και έγινε ένα δυνατό και όμορφο παλικάρι. Η Μήτιδα, η αγαπημένη του Νύμφη, του εξήγησε τίνος γιος ήταν. Τότε ο Δίας έτρεξε στο παλάτι του Κρόνου, του αποκάλυψε την ταυτότητά του και του ζήτησε το θρόνο και το σκήπτρο του. Ο Κρόνος όμως ήταν αποφασισμένος να μην παραδώσει τόσο εύκολα την εξουσία του. Έτσι άρχισε μια πάλη ανάμεσα στον πατέρα και το γιο, που κράτησε χρόνια ολόκληρα. Τελικά ο νεαρός Δίας κατάφερε να νικήσει το γέροντα πατέρα του και τον έδεσε με βαριές αλυσίδες πάνω στο θρόνο του. Μετά τον υποχρέωσε να πιει ένα μαγικό βότανο που του είχε δώσει η Μήτιδα. Αμέσως ο Κρόνος άρχισε να βγάζει από το στόμα του τα παιδιά που είχε καταπιεί. Και πρώτα πρώτα έβγαλε τη φασκιωμένη πέτρα που του είχε δώσει η Ρέα ξεγελώντας τον. Ο Δίας φύλαξε αυτή την πέτρα και αργότερα την τοποθέτησε πάνω στον Παρνασσό, στο ιερό του Πύθωνα που οι αρχαίοι πίστευαν ότι ήταν ο ομφαλός της γης.

Στη συνέχεια βγήκαν ο μελαχρινός Πλάτωνας και ο γαλανομάτης Ποσειδώνας. Κατόπιν ξεπήδησαν από το στόμα του Κρόνου η Δήμητρα, η Εστία και η Ήρα. Μόλις συνήλθαν από την παραζάλη τους και συνήθισαν τα μάτια στο φως της ημέρας, ο Δίας τους εξήγησε τι είχε γίνει. Τα έξι αδέρφια αντάλλαξαν αγκαλιές και φιλιά για πολλές ώρες. Μετά κάθησαν γύρω από τη σεμνή Ρέα, τη μάνα τους, που ξέσπασε σε δάκρυα χαράς. Όλοι μαζί υποσχέθηκαν στον Δία ότι θα τον βοηθούσαν ναγίνει ο νέος άρχοντας του κόσμου. http://clubs.pathfinder.gr/

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2014

Ο Αποσυμβολισμός των Άθλων του Θησέα

O Θησέας κατέχει περίοπτη θέση στους Ήρωες των Ιώνων, καθώς πραγματοποίησε πολλούς άθλους, πήρε μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία, πολέμησε με τον Ηρακλή εναντίον των Αμαζόνων, αλλά και ένωσε τις πόλεις της Αττικής σε μία, δίνοντας τους το όνομα «αι Αθήναι», προς τιμήν της Θεάς Αθηνάς. (Η οποία είχε κερδίσει τον Ποσειδώνα στον αγώνα για την πόλη στα χρόνια του Κέκροπα).Πατέρας του Θησέα ήταν ο Αιγέας, και μητέρα του η Αίθρα, κόρη του βασιλιά της Τροιζήνας. Παρόλο που είχε παντρευτεί ήδη δύο φορές ο Αιγέας δεν μπορούσε να αποκτήσει διάδοχο, για αυτό τον λόγο ζήτησε χρησμό από το Μαντείο των Δελφών. Το Μαντείο του έδωσε τον ακόλουθο χρησμό: «Μην ανοίξεις το ασκί του κρασιού σου πριν φτάσεις στην Αθήνα».Ο Αιγέας μη κατανοώντας τον χρησμό, επισκέφθηκε τον φημισμένο για την σοφία του βασιλιά της Τροιζηνίας Πιτθέα, με σκοπό να ζητήσει τη συμβουλή του. O Πιτθέας κατάλαβε πως ο Αιγέας θα αποκτούσε σύντομα ένα γιο, και πως θέλημα των θεών ήταν το παιδί αυτό να γεννηθεί στην Αθήνα, έτσι ώστε να υπάρξει συνεχεία στη γενιά του βασιλιά. Υποκρίθηκε όμως πως δεν μπορούσε να ερμηνεύσει τον χρησμό.

Ο Πιτθέας που είχε μία κόρη σε ηλικία γάμου την Αίθρα, και θέλοντας να επωφεληθεί της περιστάσεως διοργάνωσε γιορτή προς τιμήν του Αιγέα. Το κρασί έρεε άφθονο, και στο τέλος ο Αιγέας μεθυσμένος πέρασε τη νύχτα με την Αίθρα. Το επόμενο πρωί καταλαβαίνοντας τι είχε γίνει, ο Αιγαίας είπε στην Αίθρα πως εάν αποκτούσε παιδί από την συνεύρεση του μαζί της το προηγούμενο βράδυ, θα έπρεπε να μην το μάθει κανείς. Και αυτό διότι οι Παλλαντίδες οι 50 γιοι του αδελφού του Πάλλαντα, διεκδικούσαν το θρόνο του.Φεύγοντας όμως άφησε πίσω το ξίφος του και ένα ζευγάρι σανδάλια κάτω από ένα βράχο, και είπε στην Αίθρα πως αν το παιδί ήταν αγόρι, όταν θα γινόταν έφηβος, θα έπρεπε να σηκώσει τον βράχο και αφού έπαιρνε το ξίφος και τα σανδάλια, θα έπρεπε να πάει να τον βρει στην Αθήνα.Όντως η Αίθρα έκανε ένα αγόρι τον Θησέα, ο οποίος μεγάλωσε στην Τροιζήνα.Πριν ακόμα γίνει 7 ετών, επισκέφθηκε την Τροιζήνα ο Ηρακλής. Ο Θησέας έπαιζε με άλλα παιδιά όταν είδαν τον Ηρακλή ο οποίος φόραγε την τρομερή του λεοντή. Και ενώ όλα τα παιδιά φοβήθηκαν και κρύφτηκαν, ο Θησέας νομίζοντας πως η λεοντή ήταν πραγματικό λιοντάρι, άρπαξε ένα τσεκούρι και όρμησε να το σκοτώσει ξαφνιάζοντας τον Ηρακλή.!!!

Όταν ο Θησέας έγινε 16 χρονών η Αίθρα τον οδήγησε στο σημείο που είχε αφήσει ο πατέρας του Αιγαίας το ξίφος και τα σαντάλια του. Ο Θησέας σήκωσε με ευκολία την μεγάλη πέτρα, και αποφάσισε να πάει στην Αθήνα για να βρει τον πατέρα του Αιγέα. Ο Παππούς του Πιτθέας και η μητέρα του Αίθρα, τον παρακαλούσαν να ταξιδέψει με πλοίο, διότι ο δρόμος ήταν εξαιρετικά επικίνδυνος και γεμάτος ληστές. Ο Θησέας όμως ήθελε να νικήσει τους ληστές και γίνει ήρωας σαν τον Ηρακλή, που τόσο θαύμαζε.

ΟΙ ΑΘΛΟΙ

1.Στον δρόμο του για την Αθήνα η πρώτη δοκιμασία που έπρεπε να φέρει εις πέρας ήταν αντιμετώπιση του ληστή Περιφήτη (ο περιώνυμος), ο οποίος ήταν γιος του Ήφαιστου, και δρούσε στο βουνό Αραχναίο, κοντά στην Επίδαυρο. Εκεί έστηνε καρτέρι στους περαστικούς και τους σκότωνε με ένα μεγάλο μεταλλικό ρόπαλο, γι’ αυτό ονομαζόταν και Κορυνήτης (από την «κορύνη», που στα Αρχαία Ελληνικά σήμαινε «ρόπαλο»). Αφού ο Θησέας σκότωσε τον Περιφήτη, πήρε μαζί του την κορύνη.

2. Όταν ο Θησέας έφθασε στις Κεγχρεές κοντά στον Ισθμό, συνάντησε τον γιο του Ποσειδώνα, Σίνι τον Πιτυοκάμπτη. Ο Σίνις σκότωνε τους περαστικούς δένοντας τους σε λυγισμένες κορυφές πεύκων τις οποίες ξαφνικά άφηνε ελεύθερες, σχίζοντας έτσι τα θύματα του στα δύο. Ο Σίνις μετά από σύντομη μάχη με τον Θησέα, νικήθηκε και τιμωρήθηκε από τον Θησέα με τον ίδιο τρόπο που τιμωρούσε τα θύματα του.

3. Περνώντας την Κόρινθο, έφτασε στον Κρομμύωνα. Εκεί σκότωσε την άγρια γουρούνα Φαία (σκοτεινή) κόρη του Τυφώνα και της Έχιδνας και μητέρα του Καλυδώνιου και του Ερυμάνθιου κάπρου, η οποία έκανε προκαλούσε καταστροφές στην περιοχή.

4. Στην συνέχεια στις Σκιρωνίδες Πέτρες (σημερινή Κακιά Σκάλα), συνάντησε τον Σκίρωνα γιο του Κορίνθου και εγγονό του Πέλοπα, σε ένα σημείο όπου ο δρόμος κατέληγε σε ένα στενό μονοπάτι, το οποίο χώραγε ένα μόνο ένα ταξιδιώτη. Εκεί ο Σκίρωνας υποχρέωνε τους περαστικούς να σκύψουν να του πλύνουν τα πόδια. Τότε τους κλώτσαγε και έπεφταν στον γκρεμό, όπου βρισκόταν μια τεράστια σαρκοφάγα χελώνα, που τους καταβρόχθιζε. Ο Θησέας πλήρωσε το Σκίρωνα με το ίδιο νόμισμα, ενώ αργότερα κατέβηκε στην παραλία και σκότωσε τη χελώνα, κάνοντας το καβούκι της ασπίδα.

5. Στην Ελευσίνα ο Θησέας νίκησε τον γιο του Ποσειδώνα Πυγμάχο Κερκύονα, ο οποίος προκαλούσε τους διαβάτες σε μάχη μέχρι θανάτου. Ο Θησέας τον σήκωσε ψηλά και τον προσεδάφισε με τόση δύναμη, που σκοτώθηκε.

6.Στο έκτο του κατόρθωμα ο Θησέας αντιμετώπισε το γιο του Ποσειδώνα ληστή Προκρούστη. Ο Προκρούστης προσφερόταν να παράσχει φιλοξενία στους περαστικούς, αλλά τους υποχρέωνε να ξαπλώσουν σε δύο κρεβάτια που είχε. Τους ψηλούς τους έβαζε σε ένα μικρό κρεβάτι, ενώ τους κοντούς σε ένα μεγάλο. Από τους μεν ψηλούς έκοβε το εξέχον άκρο, από τους δε κοντούς τους έδενε με λουριά και τους τέντωνε μέχρι να φτάσουν το απαιτούμενο μήκος. Και στις δύο περιπτώσεις, αφού ολοκλήρωνε τα βασανιστήριά του, τους σκότωνε και έπαιρνε τα χρήματα τους. Και ο Προκρούστης είχε την τύχη των προηγούμενων ληστών, καθώς ο Θησέας τον σκότωσε με τον ίδιο τρόπο που αυτός σκότωνε τα θύματά του.Τον Θησέα στην συνέχεια καλωσόρισαν στην Ιερά οδό οι Φυταλίδες προσφέροντας θυσίες στον τον Δία, εξαγνίζοντας τον παράλληλα για τους φόνους των ληστών.Εκείνη την εποχή ο Αιγέας ήταν νυμφευμένος με τη μάγισσα Μήδεια, κόρη του βασιλιά Αιήτη της Κολχίδας. Η Μήδεια γνώριζε την ταυτότητα του Θησέα, σε αντίθεση με τον Αιγέα. Η Μήδεια προειδοποιούσε τον Αιγέα πως ο Θησέας θα ερχόταν να καταλάβει το βασίλειο του, αποφεύγοντας να του αποκαλύψει ότι ήταν ο γιος του, που είχε πια ενηλικιωθεί. Κατ’ αυτόν τον τρόπο τον έπεισε να σκοτώσει το Θησέα, όταν αυτός θα έφτανε στην Αθήνα.

Όντως ο Αιγέας υποδέχτηκε με τιμές το Θησέα, του οποίου τα κατορθώματα τον είχαν κάνει ήδη διάσημο στην πόλη, και διοργάνωσε προς τιμήν του συμπόσιο στο οποίο του προσέφερε ένα κρασί με δηλητήριο επηρεασμένος από τα ψέματα της Μήδειας. Κατά την τελετή της σπονδής ο Θησέας σήκωσε το σπαθί του για να κόψει ένα κομμάτι από το θυσιασμένο ζώο. Τότε ο Αιγέας αναγνώρισε το ξίφος και τα σαντάλια του, και πέταξε το δηλητήριο από τα χέρια του Θησέα, αναγνωρίζοντας πως είναι πράγματι ο γιος του. Στην συνέχεια θέλοντας να τιμωρήσει τη Μήδεια που τον είχε ξεγελάσει, την εξόρισε στην πατρίδα της και παρουσίασε Θησέα στο λαό των Αθηνών. Οι ανιψιοί του (γιοι του Πάλλαντα), χωρίστηκαν σε δύο ομάδες και προσπάθησαν να δολοφονήσουν το Θησέα. Ο Θησέας κατάφερε να πληροφορηθεί τον σκοπό τους από τον κήρυκα Λεώς (λαός), και σκότωσε πολλούς από αυτούς, ενώ όσοι γλίτωσαν τράπηκαν σε φυγή.Ο Θησέας συνεπώς με τη βοήθεια του «λαού» όμως υποδεικνύει η ιστορία, εξασφάλισε την κυριαρχία του στην Αττική.Λίγο μετά την άφιξη του στην Αθήνα, ο Θησέας συνόδεψε τον Ηρακλή στην άθλο της ζώνης της Αμαζόνας Ιππολύτης. Εκεί ο Θησέας ερωτεύτηκε τη βασίλισσά των Αμαζόνων Αντιόπη, την οποία πήρε μαζί του στην Αθήνα και την έκανε γυναίκα του. Οι Αμαζόνες για να εκδικηθούν την αρπαγή της Ιππολύτης κατευθύνθηκαν με εχθρικές διαθέσεις προς την Αθήνα. Ο Θησέας τις νίκησε, αλλά η Αντιόπη πέθανε μαχόμενη στο πλευρό του άνδρα της.

7. Ο επόμενος άθλος του ήταν η αιχμαλωσία ενός ταύρου που σύμφωνα με μία εκδοχή ήταν εκείνος που αναδύθηκε από τη θάλασσα στην Κρήτη με τον οποίο έσμιξε η βασίλισσα Πασιφάη, γεννώντας τον Μινώταυρο. Τον ταύρο τον είχε φέρει ο Ηρακλής από την Κρήτη μετά από εντολή του Ευρυσθέα. Στο δρόμο για τον Μαραθώνα έπιασε καταιγίδα και τον Θησέα φιλοξένησε μία ηλικιωμένη γυναίκα η Εκάλη (σε αυτή οφείλει το όνομα της η σημερινή ομώνυμη περιοχή), θέλοντας να τον ευχαριστήσει επειδή είχε σκοτώσει τον Κερκύονα, θύματα του οποίου ήταν και οι δύο γιοι της. Ο Θησέας κατόρθωσε να αιχμαλωτίσει ζωντανό τον ταύρο. Τον οδήγησε στην Αθήνα δεμένο από τα κέρατα, ανέβηκε στην Ακρόπολη και εκεί τον θυσίασε στο βωμό του Δελφινίου Απόλλωνα.

8. Αργότερα ο Θησέας θέλησε να τερματίσει το βάναυσο φόρο αίματος που πλήρωνε η πόλη κάθε εννιά χρόνια με εφτά νέους και εφτά νέες στην Μινωική Κρήτη. Η βάναυση αυτή ποινή είχε οριστεί από τον Μίνωα διότι ο γιος του Μίνωα Ανδρόγεως, είχε πάρει μέρος σε αγώνες στα Παναθήναια επιτυγχάνοντας πολλές νίκες, προκαλώντας έτσι τον φθόνο των Αθηναίων, οι οποίοι τον σκότωσαν. Ο Μίνωας για να τιμωρήσει τους Αθηναίους κήρυξε νικηφόρο πόλεμο στην Αθήνα. Ως ποινή των Αθηναίων όρισε κάθε χρόνο εφτά νέοι Αθηναίοι και εφτά νέες Αθηναίες, να στέλνονται στην Κρήτη και να θυσιάζονται στον σαρκοφάγο Μινώταυρο. Ποίος όμως ήταν ο Μινώταυρος; Πριν ο Μίνωας γίνει βασιλιάς ζήτησε από το θεό Ποσειδώνα ένα σημάδι για το ποίος αυτός ή ο αδερφός του, έπρεπε να ανέβουν στο θρόνο. Ο Θεός έστειλε έναν όμορφο λευκό ταύρο και ζήτησε από το Μίνωα να θυσιάσει αυτόν τον ταύρο στον ίδιο. Ο Μίνωας όμως εντυπωσιασμένος από τον ταύρο, θυσίασε έναν άλλο ελπίζοντας ότι ο Θεός δε θα το προσέξει.

Ο Ποσειδώνας όμως κατάλαβε τι είχε γίνει εξοργίστηκε, και έκανε τη γυναίκα του Μίνωα Πασιφάη να ερωτευτεί τον ταύρο. Η γυναίκα δεν μπορούσε να ικανοποιήσει το πάθος της, και ζήτησε βοήθεια από το μηχανικό Δαίδαλο. Αυτός κατασκεύασε ένα κενό ομοίωμα αγελάδας η Πασιφάη μπήκε μέσα σε αυτό, και ο ταύρος ζευγάρωσε μαζί της. Από την άνομη αυτή ένωση γεννήθηκε ο Μινώταυρος, ένα αιμοσταγές τέρας που είχε την μορφή μισού ανθρώπου και μισού ταύρου.Μην μπορώντας να ανεχτεί την θυσία των Αθηναίων ο Θησέας, συμμετείχε εθελοντικά στους νέους που θα πήγαιναν στην Κρήτη, θυσιαζώμενοι στον τρομερό Μινώταυρο. Το πλοίο σάλπαρε με μαύρα πανιά σημάδι πένθους. Ο Αιγέας για την επιστροφή τους είχε δώσει και λευκά πανιά, τα οποία θα χρησιμοποιούσαν εάν ο Θησέας επέστρεφε νικητής.Όταν ο Θησέας έφτασε στην Κρήτη τον είδε η Αριάδνη κόρη του Βασιλιά Μίνωα και τον ερωτεύτηκε. Για αυτό τον λόγο, λίγο πριν οι νέοι Αθηναίοι οδηγηθούν στο Λαβύρινθο (τον οποίο είχε επινοήσει ο Δαίδαλος), του έδωσε ένα κουβάρι από κλωστή (τον γνωστό μίτο της Αριάδνης), συμβουλεύοντάς τον να δέσει το ένα άκρο του στην είσοδο του Λαβύρινθου και καθώς προχωρούσε να ξετυλίγει το κουβάρι, ώστε να μπορέσει να βρει το δρόμο προς την έξοδο.

Ο Θησέας κατάφερε να νικήσει τον Μινώταυρο, γλίτωσε τους συντρόφους του και χρησιμοποιώντας το μίτο της Αριάδνης, κατόρθωσαν να βγουν από το Λαβύρινθο. Μαζί με τους συντρόφους του αλλά και την Αριάδνη απέπλευσαν κρυφά από το λιμάνι της Κνωσού.Στο δρόμο τους σταμάτησαν στην Νάξο (η οποία τότε ονομαζόταν Δία), όπου και παρέμεινε η Αριάδνη, καθώς στο όνειρο του Θησέα εμφανίστηκε ο Θεός Διόνυσος, λέγοντας του πως θα έπρεπε να φύγουν από το νησί δίχως την Αριάδνη, η οποία θα έπρεπε ήταν γραφτό να γίνει γυναίκα του Θεού.Πλησιάζοντας στην Αθήνα πλέοντας σε πελάγη ευτυχίας, κανένας δεν θυμήθηκε να αλλάξει τα μαύρα πανιά του πλοίου και να βάλει τα λευκά. Έτσι ο Αιγέας που περίμενε στο Σούνιο την επιστροφή του γιου του, βλέποντας το πλοίο να φτάνει με μαύρα πανιά, συμπέρανε πως ο γιος του είχε πεθάνει και θλιμμένος έπεσε και πνίγηκε στο πέλαγος, το οποίο ονομάστηκε προς τιμή του Αιγαίο.Αργότερα και σε ηλικία πενήντα ετών, ο Θησέας είδε την ωραία Ελένη να χορεύει στον ναό της Ορθίας Αρτέμιδος και θέλησε να την αποκτήσει. Ο Θησέας την άρπαξε και την άφησε στην φροντίδα της μητέρας του Αίθρας στις Αφίδνες. Τότε ήταν η πρώτη φορά που η ωραία Ελένη στάθηκε αφορμή ενός αιματηρού πολέμου (η δεύτερη ήταν με τον Τρωικό πόλεμο), καθώς τα αδέλφια της ήρθαν να τη διεκδικήσουν και έτσι συγκρούστηκαν με τους υπερασπιστές των Αφιδνών. Οι Διόσκουροι κατάφεραν να πάρουν πίσω την Ελένη και μαζί της την Αίθρα η οποία μάλιστα την ακολούθησε αργότερα στην Τροία.

9. Οι άθλοι του Θησέως τελειώνουν με ένα παράτολμο επιχείρημα. Την κάθοδο του μαζί με τον φίλο του Πειρίθο στον Άδη, με σκοπό την αρπαγή της Περσεφόνης (την σύζυγο του Πλούτωνα). Μπήκαν στο βασίλειο των νεκρών από μία είσοδο στο ακρωτήριο Ταίναρο, ξεγέλασαν τον βαρκάρη Χάροντα και κατάφεραν ζωντανοί να περάσουν στην απέναντι όχθη. Στα ανάκτορα του κάτω κόσμου τούς σταμάτησαν οι Ερινύες οι οποίες κατ’ εντολή του Άδη τους έδεσαν σε θρόνους σκαλισμένους πάνω στον βράχο της λήθης. Η λήθη κράτησε τους δυο επίδοξους άρπαγες αιχμάλωτους βυθισμένους στη λησμονιά. Η ύβρις που είχαν διαπράξει με την εισβολή τους στον Κάτω Κόσμο, και κυρίως η πρόθεση τους να απαγάγουν την Περσεφόνη κι έτσι να διαταραχθεί η κοσμική ισορροπία, δεν μπορούσε να μείνει ατιμώρητη. Η σωτηρία ήρθε μέσω του Ηρακλή. Ο Ηρακλής συνάντησε τους δυο ήρωες όταν κατέβηκε στον Άδη με σκοπό την αιχμαλωσία του Κέρβερου. Έσωσε τον καταδικασμένο Θησέα ελευθερώνοντάς τον, δεν μπόρεσε όμως να κάνει το ίδιο και για τον Πειρίθο. Ο πιστός φίλος του Θησέα είχε ήδη κατασπαραχθεί από τον Κέρβερο, τον τρικέφαλο φύλακα της πύλης του άλλου κόσμου.

Το τέλος του Θησέα ήρθε από τον βασιλιά Λυκομήδη στην Σκύρο, όταν ο δεύτερος τον έριξε από ένα απόκρημνο βράχο. Τα λείψανα του Θησέα βρέθηκαν πολλά χρόνια αργότερα στη Σκύρο, έπειτα από υπόδειξη του μαντείου των Δελφών. «Σκάψτε κάτω από το λόφο όπου έχει τη φωλιά του ένας πελώριος αετός» είχε πει η ιέρεια.Πράγματι εκεί βρέθηκαν τα οστά του Θησέα τα οποία μεταφέρθηκαν αργότερα στην Αθήνα και τοποθετήθηκαν στο σημερινό Θησείο, το οποίο καθιερώθηκε ως τόπος λατρείας του ήρωα.

Αυτή είναι εν τάχη η ιστορία του Θησέα σύμφωνα με την μυθολογία.

Θα ακολουθήσει μία προσπάθεια ερμηνείας των άθλων σε ένα δεύτερο επίπεδο αποσυμβολισμού του μύθου.Θα πρέπει αρχικά να επισημανθεί πως οι ήρωες για τους αρχαίους Έλληνες σηματοδοτούσαν την ικανότητα υπέρβασης και εξύψωσης του ανθρώπου, καθώς οι ήρωες θεωρήθηκαν Θείας προελεύσεως. Συμβόλιζαν τον σύνδεσμο με το παρελθόν και τους ένδοξους προγόνους, ήταν αυτοί που ακολουθούσαν την δύσκολη ατραπό, που υπερέβαιναν τα ανθρώπινα. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν ταυτόχρονα υποταγμένοι στο πεπρωμένο και τις επιταγές των Θεών. Δια μέσω όμως της τραγικότητα της πορείας τους, υπήρξαν οι λυτρωτές της γενιάς τους, καθώς μέσα από τον πόνο και τον θάνατο, έβγαιναν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θριαμβευτές, αφήνοντας παρακαταθήκη στον χρόνο, την λαχτάρα του θνητού ανθρώπου για αθανασία, την συμμετοχή στο Θείο, την αναζήτηση εν τέλη του αληθινού προορισμού της ψυχής. Αυτό στην αρχαιότητα φαίνεται πως επιτυγχανόταν, και με την μύηση στις κατά τόπους μυητικές τελετές.

Η ΜΥΗΣΗ

Ο Θησέας υπήρξε ήρωας που μυήθηκε στα Ελευσίνια και στα Κρητικά «μυστήρια», και ήρθε αντιμέτωπος με τις ορατές και αόρατες δυνάμεις, ακόμα και με τον ίδιο ακόμα τον θάνατο (τον Άδη), καθώς θέλησε με την αρπαγή της Περσεφόνης να νικήσει τον θάνατο και την κοσμική τάξη.Τα «μυστήρια» αφορούσαν ιερουργίες και δρώμενα σε σκοτεινά σπήλαια και ναούς υπό άκρα μυστικότητα. Εκεί τελούνταν αλληγορικές αναπαραστάσεις υπό τον μύθο κάποιας Θεότητας που συνήθως πέθαινε και αναγεννιόταν, συμβολίζοντας το πεπρωμένο της ψυχής μετά θάνατον, αλλά ταυτοχρόνως και την ενότητα που συνδέει όλα τα όντα.Η μυητική διαδικασία αποσκοπούσε στην διεύρυνση της συνείδησης, ώστε να κατανοηθεί ο εαυτός του στην ολότητα του, και η πραγματική θέση του ανθρώπου στο σύμπαν. Ένα σύμπαν που καταστρέφεται (πεθαίνει) και δημιουργείται (ανασταίνεται) αέναα.Αυτό που επιτυγχανόταν δια μέσω μίας «έκτακτης και εκστατικής εμπειρίας μετάβασης» από το υλικό στο πνευματικό πεδίο, η οποία ενδυναμώνονταν μέσω της κατάλυσης του ισχυρότερου ανθρώπινου φόβου, του θανάτου.

Η μυητική βιωματική εμπειρία του θανάτου κατ’ αντιστοιχία του κύκλου των εποχών του θανάτου και της αναγέννησης, ενίσχυε την αρχέγονη παράδοση που θεωρούσε ότι τα πάντα στον κόσμο αλληλοσυνδέονται ως μέρη μιας και μοναδικής ουσίας με ομογενή ποιότητα και σύσταση. (Αρχαίες πεποιθήσεις που συναντούν σήμερα, τα πορίσματα της κβαντικής φυσικής)Η διαδικασία αυτή υπερέβαινε την καθημερινή γνωστική λειτουργία, για αυτό τον λόγο είχε ανάγκη από ειδικά εργαλεία: Τα σύμβολα, τις εικόνες, τον μη κοινό λόγο. Ο συμβολικός, «μυητικός Θάνατος» σε ένα τέτοιο επίπεδο αποτελεί μια «Π- ύλη», το πέρασμα από την ύλη στο πνεύμα την μήτρα όλων των όντων . Αρχικά στις πρωτόγονες κοινωνίες δια μέσω της μύησης γίνονταν δεκτοί στην φυλή οι νέοι και οι νέες που ενηλικιώνονταν. Μέσα από το τελετουργικό της μύησης τα νεαρά μέλη της φυλής που ενηλικιώνονταν, υποβάλλονταν σε μια μυητική τελετή που συνίστατο στην αποδοχή εκ μέρους τους των ηθών και των εθίμων και των παραδόσεων της τοπικής κοινωνίας στην οποίαν ανήκαν, αλλά και κατόπιν αυτού, στην αμοιβαία αποδοχή τους από το κοινωνικό σύνολο.

Οι μυήσεις απαιτούσαν αυτές την απομάκρυνση για ένα χρονικό διάστημα από την οικογενειακή εστία και στη σκληραγώγηση των νέων μέσω ενός αυστηρού τρόπου ζωής. Αυτό αποσκοπούσε στο να αποβάλλουν την παιδική τους άγνοια και μυηθούν στη γνώση, μαθαίνοντας οι μυούμενοι να αντιμετωπίζουν μόνοι τους τις δυσκολίες της ζωής και να επιβιώνουν σε δυσμενείς συνθήκες.Ο μυούμενος καλούταν μέσα από τις ιερές τελετουργίες να αποδεχθούν τους ιερούς και απαράβατους νόμους και κανόνες της φυλής, και αφού αποδείκνυε την αξία του, στο τέλος «πέθαινε» για να «ξαναγεννηθεί» ως ισότιμο και ενήλικο μέλος της φυλής.Κάθε τελετουργικό μετάβασης σύμφωνα με τον Arnold van Gennep χαρακτηρίζεται από τρία στάδια. Πρώτο είναι το στάδιο του «αποχωρισμού», κατά το οποίο το άτομο αποστασιοποιείται από το σύνολο όπου ανήκε ή την ταυτότητα που είχε ως τότε. Έπειτα το άτομο υπεισέρχεται σε μια διαδικασία «μετάβασης» από το προηγούμενο στάδιο της ζωής του στο νέο. Εν τέλει το άτομο βρίσκεται στο τρίτο στάδιο της «ενσωμάτωσης» ή «ένταξης», κατά τη διάρκεια του οποίου γίνεται μέλος του νέου τρόπου ζωής του. Έτσι, το άτομο μεταβαίνει από κάτι παλαιό, σε κάτι ενδιάμεσο και τέλος σε κάτι νέο.Ο άνθρωπος ως βρέφος ασυνείδητα περνά από τρία μυητικά στάδια που τον προετοιμάζουν να ενταχθεί για πρώτη φορά στο σκληρό εξωτερικό περιβάλλον. Αρχικά αναγκάζεται να εγκαταλείψει το σκοτάδι και τη σιγουριά της μήτρας της μητέρας του, (παραπέμπει στο σκότος και στα σπήλαια των μυητικών τελετών), στην συνέχεια αγωνίζεται και μοχθεί να εγκλιματιστεί στις νέες σκληρές εξωτερικές συνθήκες. Το σοκ είναι μεγάλο, (δοκιμασίες των μυητικών τελετών) δεν επιθυμεί την έξοδο του από την μήτρα της «μακαριότητας», όμως εντέλει υπακούοντας στο κάλεσμα της φύσης και του προορισμού του, βγάζει τα τελευταία υγρά από τους πνεύμονες του αναπνέοντας αέρα, γευόμενος για πρώτη φορά το γάλα από τον μαστό της μητέρας του. Ανήκει πλέον σε μια οικογένεια, σε μία χώρα, στην ανθρωπότητα...

Αυτό είναι το πρώτο ακούσιο τελετουργικό μετάβασης, καθορισμένο και οργανωμένο από την ίδια τη φύση. Kάπως έτσι ξεκινά για όλους μας το επίπονο ταξίδι της ζωής.

Ο ΑΠΟΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ

Οι άθλοι του Θησέα θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως «μυητικά στάδια» που περνάει ο ήρωας στην πορεία του προς την «Θέωση». Οι άθλοι του Θησέα είναι εννέα. Εννέα διαρκούσαν οι ημέρες μυήσεως στα Ελευσίνια μυστήρια, καθώς το εννέα ως αριθμός, συμβολίζει το κλείσιμο ενός κύκλου και την αρχή κάποιας άλλης. Κάτι που φανερώνει και ο επόμενος αριθμός, το δέκα, που περιέχει την μονάδα και το μηδέν. Ας εξετάσουμε τους άθλους έναν προς ένα.Στον πρώτο άθλο, ο Θησέας ως πρώτο σταθμό της μύησης αντιμετωπίζει τον Περιφήτη. Ο Περιφήτης είναι γιος του Ηφαίστου ( του μόνου Θεού που χρησιμοποιούσε τα χέρια του κατασκευάζοντας όπλα και εργαλεία, για αυτό και αποτελούσε ντροπή για τον Δία). Ο Περιφήτης χρησιμοποιεί ρόπαλο. Το ρόπαλο είναι φαλλικό σύμβολο δύναμης και εξουσίας, το oποίο αν χρησιμοποιηθεί ανορθολογικά προκαλεί πόνο. Η νίκη του Πυθέα συμβολίζει την νίκη πάνω στην ύλη και τις εσωτερικές βίαιες παρορμήσεις.

Στον δεύτερο άθλο, αντιμετωπίζει τον Σίνι γιο του Ποσειδώνα, κυρίαρχου των Θαλασσών (του αστρικού κόσμου και κόσμου των συναισθημάτων).Ο Σίνις χρησιμοποιεί δύο πεύκα. Τα δύο πεύκα συμβολίζουν τις δύο αντίθετες δυνάμεις που δρουν στο σύμπαν, και τον τρόπο που μπορεί ο απλός άνθρωπος να τις αντιληφθεί, το θετικό και το αρνητικό, το καλό και το καλό, το αρσενικό και το θηλυκό. Οι δύο αντίρροπες δυνάμεις που αποτυπώνονται στο Κηρύκιο του Ερμή , και στο γιν και γιανκ. Όταν ο άνθρωπος καταφέρει να διακρίνει πίσω από τις αντίθετες δυνάμεις την ενοποιό εκείνη δύναμη από την οποία αποτελούνται και οι δύο, τότε αποκτά μία νέα «ολιστική συνειδητότητα».

Στον τρίτο άθλο ο Θησέας σκοτώνει την γουρούνα Φαία (σκοτεινή) κόρη τεράτων, συμβολίζοντας την νίκη στα κατώτερα πάθη και στις υλικές εξαρτήσεις. Δεν είναι τυχαίο πως θυσίαζαν θηλυκούς χοίρους για εξιλέωση προς τιμήν της Δήμητρας και της Κόρης στα Ελευσίνια Μυστήρια, ούτε επίσης πως η Κίρκη μεταμόρφωνε σε χοίρους του συντρόφους του Οδυσσέα λόγω της βουλιμίας τους.

Στον τέταρτο άθλο αντιμετωπίζει τον Σκίρωνα. Το μονοπάτι της γνώσης που επιλέγει ο μύστης είναι δύσκολο και εγκυμονεί κινδύνους, εφόσον θα κληθεί να αντιμετωπίσει τους κρυμμένους στο υποσυνείδητο χειρότερους φόβους του (χελώνα) με κίνδυνο να τρομοκρατηθεί από αυτούς. Εάν όμως καταφέρει να ξεπεράσει τις δοκιμασίες τότε θα μπορέσει να ελέγξει τα συναισθήματα του (θάλασσα) και με ταπεινότητα (πλύσιμο ποδιών) ίσως καταφέρει να γνωρίσει τον πραγματικό εαυτό του.

Η νίκη επί του βάρβαρου πρωτόγονου σε ένστικτα πυγμάχου Κερκύωνα στον πέμπτο άθλο επιτυγχάνεται με την συμβολική «ανύψωση» του από το έδαφος. Ο μύστης πρέπει να «ανυψωθεί πνευματικά στον ανώτερο του εαυτό», κατακτώντας την ισορροπία και την αρμονία. (βλέπε Τροφώνιο άντρο )

Στον έκτο άθλο αντιμετώπισε τον Προκρούστη, ο μύστης καλείται να αφήσει πίσω του όλα όσα τον δεσμεύουν στην πνευματική του εξέλιξη, ενώ στην καθημερινή ζωή του καλείται να εφαρμόσει την διδαχή «παν μέτρον άριστον».

Στoν έβδομο άθλο ο Θησέας αιχμαλώτισε τον ταύρο που είχε φέρει ο Ηρακλής στον Μαραθώνα ύστερα από εντολή του Μίνωα, τον οποίο θυσίασε στο βωμό του Ηλιακού Θεού Απόλλωνα που συμβολίζει την ακτινοβόλα όψη της ψυχής του.

Αυτός ο άθλος θα πρέπει να ερμηνευτεί σε σχέση με τον όγδοο, καθώς τους συνδέει η πάλη ενάντια σε ταύρο. Ο Θησέας συμβολίζει τον συνειδητό εαυτό που είναι αρκετά δυνατός για να αντιμετωπίσει τα «θηρία», δηλαδή τα πρωτόγονα ένστικτα.

Ο Μινώταυρος όπως και όλα τα τερατόμορφα όντα στην μυθολογία εκπροσωπούν τα ζωώδη πάθη, τις ψυχικές αδυναμίες, ελαττώματα, διαστροφές και φοβίες, που διαλύονται όταν έρθούν στο φως του Ήλιου, όταν δηλαδή φωτισθούν τα αίτια τους από την εσωτερική γνώση (Ήλιος - Απόλλωνας ).
Χωρίς στη δύναμη «μετουσίωσης της συνείδησης» σε αυτό το μονοπάτι, ο μύστης κινδυνεύει να εγκλωβιστεί στις κατώτερες όψεις της δημιουργικότητας, που σχετίζονται με τη σεξουαλικότητα. Ο Ταύρος εκπροσωπεί επίσης την μητριαρχική κοινωνία, και τον κόσμο του άλλου «έτερου» κόσμου, της μαγείας και των αόρατων δυνάμεων της Σελήνης, καθώς τα κέρατα του συμβολίζουν το φεγγάρι. Ο Λαβύρινθος συμβολίζει το υποσυνείδητο, και τις ανεξερεύνητες όψεις και δυνατότητες του Νου. Ένας κόσμος σκοτεινός, άγνωστος, φοβερός, και ανεξερεύνητος. Εάν κάποιος προσπαθήσει να εισέλθει εκεί απροετοίμαστος, θα βρεθεί αντιμέτωπος με ένα «τέρας», που δεν είναι άλλο από τα πρωτόγονα και ανεξέλεγκτα ένστικτα.

Η λέξη Λαβύρινθος προέρχεται από την λέξη «λάβρυς», που σημαίνει διπλός πέλεκυς. Ο διπλός πέλεκυς είναι επίσης ένα σεληνιακό σύμβολο.

Ο μίτος της Αριάδνης (Άρι= πολύ αδνή= αγνή σκέψη) εξασφαλίζει τον δρόμο της εξόδου στον Θησέα. Ίσως ο Κρητικός Λαβύρινθος να υπήρξε μια μυητική τελετή καθόδου και της επακόλουθης ανόδου από τον Κάτω Κόσμο, μια τελετουργική διαδικασία θανάτου και αναγέννησης. Ήταν εκείνη που οδηγούσε τον μυούμενο στον θάνατο και εκείνη που του δίδασκε τον τρόπο για να επιστρέψει!
Αυτό ίσως ενισχύεται από το γεγονός πως ο Μινώταυρος λεγόταν και Αστέριος. (Σε απεικονίσεις παρουσιάζεται με το σώμα του διάστικτο από άστρα). Με το ίδιο αυτό όνομα προσφωνούνταν και ο Διόνυσος σαν αγόρι και παιδί των μυστηρίων. Ο Διόνυσος φαίνεται να ταυτίζεται στην ουσία του με τον Μινώταυρο. Γενικότερα όπου η μινωική επιρροή υπήρξε έντονη, ο Διόνυσος λατρευόταν ξεκάθαρα ως ταύρος.Σκοτώνοντας ο Θησέας τον Μινώταυρο, νίκησε τον προηγούμενο «εαυτό του» και αφού πέρασε το κατώφλι του θανάτου, αντίκρισε τον Αστέριο, τον Θείο/Διονυσιακό αναγεννημένο στην υπέρτατη γνώση εαυτό του με τη μορφή του ουράνιου, συμπαντικού παιδιού. Έτσι -πάντα υπό την καθοδήγηση της Αριάδνης αναδύθηκε ένας νέος ολοκληρωμένος άνθρωπος.

Αφού ο Θησέας σκότωσε τον Μινώταυρο, πήρε μαζί του την Αριάδνη που τον βοήθησε, αλλά περνώντας από τη Νάξο την εγκαταλείπει, εφόσον εκεί τελείται «Ιερός Γάμος» της Αριάδνης με τον Διόνυσο.Ιστορικά είναι προφανές πως ο μύθος περιγράφει επίσης ένα μεταίχμιο εποχής, καθώς ο Μινώταυρος είναι εκπρόσωπος ενός μητριαρχικού και «χθόνιου» ιερατείου. Πεθαίνει από τον Θησέα, κομιστή του πατριαρχικού Ολύμπιου ιερατείου, και την θέση του παίρνει ο Θεός της έκστασης Διόνυσος που κάνει γυναίκα του την «αγνή κόρη-παρθένα». Ο Διόνυσος όμως είναι ταυτόχρονα και χθόνιος Θεός. Από τις πρώτες ζωομορφικές μορφές του Διονύσου την πρώτη θέση κατέχει ο Ταύρος. Στις «Βάκχες» ο Χορός τον αποκαλεί σαν ταύρο, και ο Πενθέας τον βλέπει να έρχεται σαν ταύρος.

Στον Ορφικό μύθο ο Διόνυσος παιδί του Δία και της Περσεφόνης (Θεάς του κάτω κόσμου) ως μωρό «Ζαγρεύς» (κυνηγό των ψυχών), κοίταζε ένα καθρέφτη (η αντίληψη όχι των πραγματικών καταστάσεων και όντων αλλά μία ψευδής αντανάκλαση...) Εκείνη ακριβώς τη στιγμή οι Τιτάνες όρμησαν καταπάνω του με τα μαχαίρια τους, για να τον σκοτώσουν. Τότε ο μικρός Θεός για να τους αποφύγει άρχισε να μεταμορφώνεται: έγινε έφηβος Δίας, Κρόνος, φίδι με κέρατα, άλογο, τίγρη, ταύρος. Η Ήρα παρ' όλα αυτά ενθαρρύνει τους Τιτάνες να μη διστάσουν, κι έτσι με διαταγή της κομματιάζουν το Ζαγρέα την ώρα που είχε τη μορφή ταύρου, έβρασαν το κρέας του και το έφαγαν. Ο Δίας οργίστηκε τόσο, ώστε κατακεραύνωσε τους Τιτάνες και τους έστειλε στα Τάρταρα. Από την στάχτη τους γεννήθηκε το ανθρώπινο γένος το οποίο έφερε μέσα του το θεϊκό στοιχείο καθώς οι Τιτάνες είχαν φαει τον Θεό. Ο Διόνυσος ο Ζαγρεύς πεθαίνει ως χθόνια θεότητα και ανασταίνεται ως «Διόνυσος ο Ελευθερέας» δηλαδή ως ελευθερωτής των ανθρωπίνων ψυχών, από τα δεσμά της ύλης. Ο θάνατος του Διόνυσου του Ζαγρέα συμβολίζει, τον θάνατο της τιτανικής του φύσεως. Κατ’ αντιστοιχία στο ανθρώπινο επίπεδο ο θάνατος της τιτανικής του φύσης συμβολίζει τον θάνατο των παθών του, δηλαδή την αποβολή των ελαττωμάτων του. Κατόπιν ανασταίνεται και μεταμορφώνεται σε ουράνια θεότητα, τον Διόνυσο τον Ελευθερέα.

Ο Ορφικός Διόνυσος είναι κάτοχος και φύλακας των μυστηρίων της ζωής και του θανάτου, το θείο πνεύμα σ’ εξέλιξη μέσα στο σύμπαν, η καρδιά του οποίου πρέπει να αναζητηθεί με σκοπό την αναγέννηση του ανθρώπινου πνεύματος και την εξάγνιση της ψυχής. Γι’ αυτό και επονομάζεται και «Ζαγρεύς», δηλαδή κυνηγός που «κυνηγάει» τις ψυχές και τις οδηγεί προς την έξοδο από το σώμα ώστε να φτάσουνε στη «θέωση».Στη λατρεία του Διόνυσου «Ζαγρέα» θυσίαζαν ταύρους, επειδή άρεσε στο θεό να μεταμορφώνεται σε ταύρο. Οι μύστες τρώγοντας τις ωμές σάρκες του ταύρου πίστευαν πως αφομοίωναν τη σάρκα του ίδιου του θεού και ότι έτσι έρχονταν σε απόλυτη επικοινωνία μαζί του. Μετά το θάνατό τους πίστευαν πως θα τους αναγνώριζε ο «Διόνυσος Ζαγρέας», και χάρη σ’ αυτόν θα ζούσαν σε άλλα σώματα, καθώς οι ορφικοί πίστευαν στη μετεμψύχωση.

Στον ένατο και τελευταίο άθλο ο Θησέας κατεβαίνει στο Άδη. Είναι η απόλυτη στιγμή όπου με τον μυητικό θάνατο της προσωπικότητάς του, επιχειρείται η Ένωση με την Θεότητα, και η κατάλυση του θανάτου, καθώς αναγνωρίζει πως τίποτα στην πραγματικότητα δεν χάνεται. Πως τα πάντα είναι απλώς αλλαγή κατάστασης ή ενέργειας και μορφής. Είναι η στιγμή όπου τα πάντα «είναι ένα», το μέρος που όλα ενώνονται, όπου τίποτα δεν υφίσταται διαχωρισμένο ακόμα και η ψυχή. Είναι ο χρόνος και ο τόπος που ο ήρωας, ο μύστης ή φιλόσοφος αφού έχει νικήσει τα τρομερά τέρατα, έχει νικήσει το σκότος «βλέπει το φως του μεσονυκτίου».Ο φωταγωγός, απ' όπου μπορούμε να καταδυθούμε στην «αληθινή Άβυσσο», την ψυχή του ανθρώπου. Ο Πλούταρχος το περιγράφει στο έργο του Περί του Σωκράτους Δαιμονίου (590Β) :

«Η ανθρώπινη Ψυχή προήλθε από τον θείο Νου. Ένα μέρος της , καθώς αναμιγνύεται με τα πάθη της ύλης, αλλοιώνεται, αλλά ένα άλλο θαυμάσιο μέρος της μας κρατάει ψηλά το κεφάλι, ώστε να αναπνέουμε τον ελεύθερο αέρα, σαν αεραγωγός επικοινωνών με το σκάφανδρο ανθρώπου που έχει καταδυθεί στον βυθό. Το μέρος εκείνο που βρίσκεται στο υποβρύχιο σώμα ονομάζεται Ψυχή. Ενώ, γι' αυτό που δεν αλλοιώνεται, οι πολλοί, βλέποντάς το ως ανταύγεια επί εσόπτρου, πιστεύουν ότι βρίσκεται μέσα τους. Όσοι όμως διαισθάνονται σωστά, γνωρίζουν ότι αυτό βρίσκεται έξω από αυτούς, και το αποκαλούν Δαίμονα…».Ο Θησέας στα Τάρταρα έχει παγιδευτεί στην λήθη. Αυτό είναι ένα επικίνδυνο ταξίδι διότι εάν ο άνθρωπος χάσει την ατομικότητα του, μπορεί να παγιδευτεί σε έναν άλλο κόσμο, ξεχνώντας τα εγκόσμια. Η μάχη πρέπει να δίνεται στον παρόντα χρόνο, αναζητώντας την αρμονία και την ισορροπία, ώστε να τιμούμε ισότιμα την ύλη αλλά και το πνεύμα. Για αυτό τον λόγο ο Ηρακλής με την μυϊκή δύναμη του, βοήθησε τον Θησέα να απεγκλωβιστεί από την λήθη, και τα δεσμά του θανάτου.

Αυτός που θα καταφέρει βρει την αρμονία και να εντοπίσει το «ιερό μέσα του» θα έχει κερδίσει την μάχη, θα έχει καταφέρει να ξεπεράσει τον κόσμο των σκιών και της αυταπάτης, θα έχει βγει από την σπηλιά του Πλάτωνα. Θα έχει επιτευχθεί ο στόχος της πνευματικής του ολοκλήρωσης.Αυτή είναι η μυθολογική ιστορία του Θησέα, η οποία εάν εξηγηθεί αλληγορικά κατά το πρότυπο του Πλάτωνα και των Στωικών, μας αποκαλύπτει αρχετυπικές αλήθειες που συντροφεύουν τον άνθρωπο από την αρχή της ιστορίας του έως σήμερα.Η Ερμηνεία των μύθων χρειάζεται μεγάλη προσοχή και ενέχει πολλούς κινδύνους παρερμηνείας. Η παρούσα προσπάθεια αποσυμβολισμού του μύθου, δεν διεκδικεί την ορθότητα ή την μοναδικότητα της ερμηνείας του. Το δόγμα εξάλλου δεν έχει θέση στην αναζήτηση της γνώσης και της ιστορίας. Το μόνο βέβαιο «μήνυμα» που οι ιστορίες αυτές μας μεταφέρουν είναι πώς κανένα δόγμα και κανένα τελετουργικό δεν μπορεί να μας οδηγήσει στην «αυτοπραγμάτωση», παρά μόνο η δική μας ειλικρινής «εσωτερική» προσπάθεια.

Χλέτσος Βασίλης
συγγραφέας
 Source

Πέμπτη 23 Ιανουαρίου 2014

Όταν ο Οδυσσέας επέστρεψε στην Ιθάκη... ΑΡΚΟΥΝ 2 ΛΕΠΤΑ, ΑΛΛΑ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΤΟ ΣΚΕΦΤΕΣΘΕ ΓΙΑ 22 ΛΕΠΤΑ. ΑΡΑΓΕ ΜΑΣ ΤΑ ΔΙΔΑΞΑΝ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ; MAΛΛΟΝ ΟΧΙ.




Είναι πολύ σημαντικό, αυτές τις κρίσιμες ώρες, να ρίξουμε μια ματιά στην Βίβλο των Ελλήνων, δηλαδή στα ΟΜΗΡΙΚΑ ΕΠΗ και να διδαχτούμε, έστω και την τελευταία στιγμή, από το πνεύμα του Οδυσσέα.

ΔΗΛΑΔΗ: Να κρατήσουμε την ψυχραιμία μας, να ελέγξουμε την παρόρμηση να έχουμε τις αισθήσεις μας και τις κεραίες μας ΑΝΟΙΧΤΕΣ και να μην παρασυρθούμε από την οργή και το μένος που μας διακατέχει, ώστε να γίνουμε βορρά, στους σύγχρονους "μνηστήρες".

Όταν ο Οδυσσέας φτάνει στην Ιθάκη, η μεγίστη επιθυμία του είναι ΝΑ ΠΑΡΕΙ ΠΙΣΩ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ, τον κόσμο που του έκλεψαν. Παρά την μεγάλη του λαχτάρα, διατηρεί την ανωνυμία του και μεταμορφωμένος σε ζητιάνο από την ΘΕΑ ΑΘΗΝΑ, πηγαίνει στο παλάτι ώστε να ελέγξει την κατάσταση και να πάρει τις πληροφορίες που θέλει, υπομένοντας καρτερικά τις προσβολές και την χλεύη των μνηστήρων. ΓΙΑΤΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΤΟΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ, ΕΙΝΑΙ Η ΕΠΙΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΣΤΟΧΟΥ ΚΑΙ ΟΧΙ Η ΣΤΕΙΡΑ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ.

Γι αυτό τον λόγο και είναι ο αγαπημένος της Θεάς ΑΘΗΝΑΣ, της Θεάς που αντιπροσωπεύει την ΝΟΗΣΗ ΤΟΥ ΔΙΟΣ, την ΣΟΦΙΑ, την ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΣΚΕΨΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ. Της Θεάς που μελετά τον εχθρό και τον πολεμά με τα ίδια του τα όπλα.

Όταν όμως έρχεται η ώρα, όταν τους έχει στριμώξει όλους άοπλους σε ένα δωμάτιο, όταν φανερώνεται πάνοπλος, ΤΟΤΕ ΕΚΦΡΑΖΕΙ ΤΗΝ ΟΡΓΗ ΤΟΥ.
ΚΑΙ ΔΕΝ ΔΕΙΧΝΕΙ ΟΙΚΤΟ, ΓΙΑΤΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΒΙΟΣ ΤΟΥ, που δημιούργησε με τον δικό του ιδρώτα, ΕΙΝΑΙ Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΤΟΥ που οι μνηστήρες καταχράστηκαν και καπηλεύτηκαν μαζί με την φιλοξενία του οίκου του που τιμησε τον ΞΕΝΙΟ ΔΙΑ.

Ο ισχυρότερος αντίπαλός του είναι ο ΑΝΤΙΝΟΟΣ.
Η λέξη μιλά απο μόνη της. Είναι η ΑΝΤΙ-ΝΟΗΣΗ, είναι αυτό που μας κάνουν ΤΩΡΑ, είναι ο τρόπος με τον οποίο θολώνουν τις καταστάσεις και την πραγματικότητα ώστε ΝΑ ΜΗΝ ΣΚΕΦΤΟΜΑΣΤΕ ΚΑΘΑΡΑ ΚΑΙ ΝΑ ΜΑΣ ΕΛΕΓΧΟΥΝ. Είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την καθυπόταξη και δουλεία του ανθρώπου.

Ο επόμενος είναι ο ΕΥΡΥ-ΜΑΧΟΣ. Αυτός που μάχεται με κάθε τρόπο, με εύρος, ΜΕ ΚΑΘΕ ΜΕΣΟΝ, ο δεινός και αδίστακτος μαχητής.

Ο ΑΜΦΙ-ΝΟΜΟΣ! Αυτός που διαστρεβλώνει τον ΝΟΜΟ και την τάξη των πραγμάτων, ο επικίνδυνος γιατί είναι ΕΤΣΙ και ΑΛΛΙΩΣ!

Ο ΑΓΕ-ΛΑΟΣ! Αυτός που άγει τον λαό, που τον παρασύρει με την βοήθεια του ΑΝΤΙ-ΝΟΟΥ. Που τον μετατρέπει σε ΚΑΤΕΥΘΥΝΟΜΕΝΗ ΑΓΕΛΗ!

Κανένα όνομα στα Ομηρικά έπη δεν είναι δοσμένο στην τύχη! Κρύβουν βαθύτατα νοήματα και στο χέρι μας είναι να τα αποκρυπτογραφήσουμε και να διδαχτούμε, ή καλύτερα να συνετιστούμε. Οι πρόγονοί μας μιλούν, ΟΙ ΠΡΟΓΟΝΟΙ ΜΑΣ ΛΕΝΕ ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ, μας λένε ΠΩΣ ΝΑ ΠΟΛΕΜΗΣΟΥΜΕ, μας λένε πως να τινάξουμε τον ζυγό. ΑΡΚΕΙ, ΝΑ ΤΟΥΣ ΑΚΟΥΣΟΥΜΕ!

Και ο Αντίνοος, ο στόχος της πρώτης φονικής βολής του Οδυσσέα. Είναι αυτός ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ να πεθάνει πρώτος.

Γι' αυτό, μακριά από την προπαγάνδα των ΜΜΕ.

Και τον σκοτώνει ρίχνοντας του το βέλος στον ΛΑΙΜΟ, το ΟΡΓΑΝΟ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ δηλαδή της επικοινωνίας που την χρησιμοποιεί ενάντια στην νόηση των ανθρώπων!

http://asimpiestos.blogspot.com /
http://www.awakengr.com/

Η ιστορία του Αθάνατου νερού στην Αρχαιότητα.




Το νερό, πηγή και σύµβολο ζωής, έγινε από τα πανάρχαια χρόνια
αντικείµενο λατρείας όλων των πρωτόγονων λαών. Όποιες και αν είναι οι  πολιτισµικές τους δοµές, το νερό αποτελεί αστείρευτη πηγή δύναµης και  ζωής: καθαρίζει, θεραπεύει, ανανεώνει και διασφαλίζει την αθανασία. 

Η  αθανασία και η αιώνια ζωή ήταν το μεγάλο όνειρο του ανθρώπου από τους αρχαίους χρόνους, η λαχτάρα του αυτή τον έκανε να ψάχνει αλλά και να συνεχίζει μέχρι σήμερα να ερευνά για το ελιξίριο της αθανασίας.

Για τους αρχαίους Έλληνες το πιο ονομαστό ελιξίριο ήταν τα νερά της Στυγός. Αλλά και το νερό που δίνανε όρκο οι θεοί .

Η Στύγα ήταν µια φοβερή θεότητα, η μεγαλύτερη κόρη του Ουρανού και της Τηθύος, που έμενε στα τάρταρα, στην παγωνιά, απομονωμένη από τους άλλους θεούς που δεν τη συμπαθούσαν.


 Από τα Τάρταρα (παράγωγο της λέξης τουρτουρίζω) που πίστευαν ότι εκεί ήταν και οι πύλες του Άδη, πηγάζει ο ποταμός Κράθης,  στο όρος Χελμός της Αχαΐας.

Τα ύδατα της Στυγός συνδέθηκαν με θεολογικές και φιλοσοφικές ιδέες, όπως αυτές από τα Ελευσίνια Μυστήρια και τις Ορφικές δοξασίες για τη μετενσάρκωση .

Η δύναμη και η θερμοκρασία του νερού ήταν τέτοια που λέγανε ότι, το γυαλί, οι κρύσταλλοι, τα πήλινα αγγεία έσπαζαν μόλις βυθίζονταν σ' αυτό, αλλοιώνονταν τα μέταλλα ακόμη και ο άργυρος και ο χρυσός, και το κεχριμπάρι, μόνον οι οπλές των αλόγων που δεν είχαν πέταλα άντεχαν, γι' αυτό οι θεοί το έπιναν μέσα σε κύπελλα φτιαγμένα από οπλή αλόγου. 

Η Ψυχή ψάχνοντας να βρει το ταίρι της, τον Έρωτα, υποχρεώθηκε από την Αφροδίτη να κουβαλήσει νερό από τη Στύγα. 

Στα νερά αυτά «βάφτισε» τον Αχιλλέα η μητέρα του η Θέτις και έγινε άτρωτος και αθάνατος, εκτός από την φτέρνα του που δεν βράχηκε η "Αχίλλειος πτέρνα" και τον βρήκε εκεί το θανατηφόρο βέλος του Πάρη στην Τροία.


Τα νερά της Στυγός, ανάβλυζαν από την ιερή πηγή της. Το ένα δέκατο από αυτά τα νερά ήταν  προορισμένο για τον όρκο των θεών '' Τα άλλα εννιά φιδώνουν ολόγυρα στη γη και  ύστερα, χύνονται στη θάλασσα  σχηματίζοντας  ρουφήχτρες, και το νερό που πέφτει από το βράχο είναι για τιμωρία των θεών''.

Ο ∆ίας όρισε να δίνονται στα δικά της νερά οι πιο φοβεροί όρκοι των θεών και των ανθρώπων. Κάθε φορά που κάποιοι  θεοί κατηγορούνταν για ψευτιά, ο ∆ίας έστελνε την Ίριδα να φέρει νερό  από τη µυστηριώδη αυτή πηγή. Πάνω από το  νερό οι κατηγορούµενοι τρέµοντας ορκίζονταν. Οι επίορκοι θεοί  τιµωρούνταν µε πολύ βαριές ποινές. Για ένα χρόνο έµεναν άφωνοι και  µαραζωµένοι, χωρίς αµβροσία και νέκταρ. Επιπλέον, για άλλα εννέα  χρόνια αποµονώνονταν από τους άλλους θεούς και έχαναν τα προνόµιά  τους, εκτός από την αθανασία τους. Φρικτές τιµωρίες επίσης περίµεναν  και τους θνητούς που θα παρέβαιναν τον όρκο τους στα νερά της Στύγας.

Ο Όμηρος παρουσιάζει  την Ήρα να λέει "μάρτυράς μου η γη κι ο πλατύς ουρανός που απλώνεται πάνω από τα κεφάλια σας και η Στύγα που τα νερά της κυλούν από ψηλά μέσα στη γη". Ο Ησίοδος την περιγράφει ως "πρωτότοκη κόρη του Ωκεανού με τη γοργή φυρονεριά, τη μισητή από τους αθάνατους, την τρομερή τη Στύγα''. Όταν κάποιος θεός  έπρεπε να αποδειχθεί ότι έλεγε ψέματα ή αλήθεια, τότε έπρεπε να πιει νερό το Στύγιον ύδωρ.


Έστελνε ο Δίας την Ίριδα στην Στύγα να φέρει νερό σε ένα σταμνί, από οπλή του μεγαλύτερου αλόγου. Έλεγαν πως κανένα ζωντανό ον δεν επρόκειτο να ζήσει εάν έπινε από το νερό αυτό. Κατά τον Παυσανία ο Μέγας Αλέξανδρος δηλητηριάστηκε από το  Στύγιο Ύδωρ, αφού το ήπιε, ενώ οι αδερφές του, λούστηκαν με αυτό το νερό και έγιναν αθάνατες.

Σχετικά με το Αθάνατο νερό σχετίζονται δύο ιστορίες με τον Μέγα Αλέξανδρο, τις οποίες παραθέτω παρακάτω:

Ο Αλέξανδρος και η Κύνα


Τον καιρό που ο Αλέξανδρος με τον στρατό του καθόταν και ξεκουραζόταν στην Ινδία, η αδελφή του, η Κύνα, σκέφτηκε να βάλει μπροστά ένα σχέδιο που είχε στο μυαλό από πολύ καιρό. Ήταν η ευκαιρία μεγάλη και δεν ήθελε να την χάσει, γιατί μπορεί να μην ξαναπαρουσιαζόταν.

Πήγε λοιπόν σε έναν γέρο σοφό Ανατολίτη και του ζήτησε να της πει πού μπορεί να βρει το αθάνατο νερό και πώς να το χρησιμοποιήσει για να κάνει τον λατρεμένο της αδελφό αθάνατο.

Είχε βάλει τάμα της ζωής της κάτι τέτοιο και δεν μπορούσε να εγκαταλείψει ποτέ της αυτή την ιδέα!

Ρώτησε λοιπόν τον σοφό μάντη και περίμενε με αγωνία την απάντησή του.

Εκείνος, αφού στοχαζόταν για ώρες πολλές, τελικά άνοιξε τα μάτια του και απάντησε στην Κύνα: «Το αθάνατο νερό βρίσκεται στο μεγάλο σπήλαιο της φωτιάς. Είναι όμως πολύ επικίνδυνο και σχεδόν αδύνατο να καταφέρει κάποιος να μπει εκεί μέσα και να βγάλει το νερό. Η σπηλιά καλύπτεται από φοβερή φωτιά και κανένας ποτέ δεν μπόρεσε να την περάσει ζωντανός»!...


Η Κύνα, χωρίς κανέναν δισταγμό, είπε στον γερο-σοφό ότι για χάρη του Αλεξάνδρου και προκειμένου εκείνος να αποκτούσε την αθανασία ήταν έτοιμη να κατέβει ακόμα και στον άσπλαχνο Άδη! Δεν φοβόταν να πεθάνει για τον Αλέξανδρο και θα διακινδύνευε με μεγάλη της χαρά τη ζωή της για εκείνον!

Ύστερα ο σοφός της είπε ότι το αθάνατο νερό θα έπρεπε κάποιος να το πιει ακριβώς την στιγμή που θα ήταν έτοιμος να πεθάνει και όταν πια είχε χαθεί κάθε ελπίδα. Αν τύχαινε να το πιει πιο πριν, τότε όχι μόνο δεν θα χρησίμευε να τον βοηθήσει, αλλά θα του στοίχιζε και τη ζωή! Η Κύνα ευχαρίστησε τον Ασιάτη μάντη και έσπευσε χωρίς να χάσει λεπτό για το μεγάλο σπήλαιο της φωτιάς, να πάει και να πάρει το πολυπόθητο αθάνατο νερό.

Μετά από αρκετές και κουραστικές μέρες, η Κύνα έφτασε επιτέλους μπροστά στο τρομακτικό σπήλαιο. Πράγματι ήταν εντελώς αδύνατο για κάποιον θνητό να καταφέρει να περάσει τις γιγαντιαίες φλόγες που σκέπαζαν την είσοδο του σπηλαίου και κατάκαιγαν τα πάντα.

Η Κύνα όμως δεν απογοητεύτηκε καθόλου: γεμάτη αγάπη για τον Αλέξανδρο και έχοντάς τον συνέχεια στο νου της, πέρασε τόσο γρήγορα ανάμεσα απ’ τις φωτιές, που αυτές ούτε που την άγγιξαν!


Μέσα το σπήλαιο ήταν τεράστιο και βαθύ. Παρόλα αυτά η ηρωική Κύνα βρήκε τελικά το αθάνατο νερό που ανάβλυζε από έναν τοίχο και τρισευτυχισμένη γέμισε μια ολόκληρη φιάλη. Ύστερα δεν έχασε ούτε στιγμή: πέρασε πάλι σαν τον άνεμο την φλεγόμενη είσοδο της σπηλιάς και πήγε πίσω στον αδελφό της και το στράτευμα του, που ετοιμαζόταν πια να εγκαταλείψει την Ινδία.

Η Κύνα κράτησε μυστικό απ’ όλους το μεγάλο της κατόρθωμα. Ήταν όμως πολύ ευχαριστημένη που μια μέρα, όποτε κι αν αυτή ερχόταν, θα έδινε στον Αλέξανδρο να πιει απ’ το θαυματουργό νερό.

Όταν κάποτε ο Αλέξανδρος αρρώστησε βαριά από πυρετό και έπεσε κατάκοπος στο κρεβάτι, ήταν πλέον προ του θανάτου. Όλοι όσοι τον γνώριζαν από παλιά, δεν πίστευαν στα μάτια τους πώς αυτός ο νέος ακόμα άντρας, ο παντοδύναμος κάποτε και ανίκητος Αλέξανδρος, ο βασιλιάς του κόσμου, είχε μείνει έτσι αδύναμος, σαν να ήταν κάποιος γέροντας... Τον έριξαν κάτω οι κακουχίες του πολέμου και η υπερπροσπάθεια της κατάκτησης του κόσμου...


Η Κύνα ήταν συνεχώς στο πλευρό του αδελφού της και φρόντιζε γι’ αυτόν, να απαλύνει τον πόνο του και να τον γεμίζει αδιάκοπα με ελπίδα. Όμως οι γιατροί έβλεπαν τον Αλέξανδρο να χειροτερεύει μέρα με την ημέρα και να πλησιάζει όλο και πιο πολύ προς τον θάνατο... Είπαν λοιπόν κάποια μέρα στην Κύνα ότι δεν υπήρχαν πια ελπίδες για να σωθεί ο αδελφός της και ότι σύντομα θα περνούσε την Αχερουσία λίμνη, για να μπει στον κόσμο των νεκρών...

Η Κύνα όμως δεν απογοητευόταν: είχε καλά κρυμμένο το μυστικό της, που δεν ήταν άλλο απ’ το αθάνατο νερό. Το είχε πάντοτε καλά φυλαγμένο και όταν πια είδε ότι η υγεία του αδελφού της δεν θα γινόταν ποτέ καλά, έβαλε μπροστά το σχέδιό της.

Όταν λοιπόν ο Αλέξανδρος έφτασε πια στο κατώφλι του θανάτου και ζήτησε απ’ την Κύνα να του βάλει λίγο κρασί να πιει, τότε εκείνη έριξε μέσα στο ποτήρι του λίγο από το φίλτρο της αθανασίας.

 Ο Αλέξανδρος όμως, αν και μισοπεθαμένος, κατάλαβε ότι η Κύνα κάτι του έριξε μες στο κρασί του και αμέσως κατάλαβε ότι ήταν το αθάνατο νερό. Αυτός όμως δεν ήθελε να πιει ποτέ του κρασί ανάμεικτο με νερό, έστω κι αν αυτό ήταν το νερό της αιώνιας ζωής!

Αποφάσισε λοιπόν να ξεγελάσει την αδελφή του, στέλνοντάς την έξω να φωνάξει τους στρατιώτες για να πιουν δήθεν όλοι μαζί. Η Κύνα τον υπάκουσε αμέσως και τότε αυτός άρπαξε την ευκαιρία: άλλαξε το ποτήρι του μ’ εκείνο της αδελφής του, λέγοντας μέσα του πως αν ήταν αυτό πράγματι το αθάνατο νερό, τότε ας έμενε αθάνατη η Κύνα για να τον θυμάται παντοτινά!


Όταν η κοπέλα γύρισε στη σκηνή, ανυποψίαστη πήρε το ποτήρι με το φίλτρο της αθανασίας και το ήπιε μονορούφι στην υγειά του Αλεξάνδρου. Όταν κατάλαβε τι είχε στην πραγματικότητα συμβεί ήταν πια πολύ αργά... Ο Αλέξανδρος, αφού ήπιε το τελευταίο του κρασί, έπεσε κάτω ετοιμοθάνατος. Η τελευταία ώρα είχε πια έρθει...

Έμεινε έτσι η Κύνα αθάνατη... Και ο θρύλος την θέλει έπειτα να έχει μεταμορφωθεί σε γοργόνα και να τριγυρνάει στις θάλασσες του κόσμου, ρωτώντας τους καπετάνιους των πλοίων: «Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος»; Και αν εκείνος απαντήσει:«Ναι», τότε του δίνει τις ευλογίες της για το καλό ταξίδι. Αν όμως της απαντήσει:«Όχι», τότε πνιγμένη απ’ τη στενοχώρια ταράζεται και προκαλεί απίστευτες τρικυμίες στα πελάγη...
  
Ζεί ο Βασιλιάς Αλέξανδρος;


 Όταν ο Mέγας Aλέξανδρος πολέμησε κι έκαμε δικό του τον κόσμο, φώναξε τους σοφούς και τους ρώτησε:  «Πώς θα μπορέσω να ζήσω πολλά χρόνια; Ήθελα να κάμω πολλά καλά στον κόσμο».


«Bρίσκεται τρόπος» αποκρίθηκαν οι σοφοί, «μα είναι κάπως δύσκολος».

 «Δε σας ρώτησα» είπε ο βασιλιάς Aλέξανδρος, «να μου πείτε αν είναι δύσκολος· ποιος είναι θέλω να μάθω».

 «Nα βρεις το αθάνατο νερό» του είπαν οι σοφοί.

 «Kαι πού είναι αυτό το αθάνατο νερό;»

 «Aνάμεσα σε δυο βουνά. Mα τόσο γρήγορα ανοιγοκλείνουν, που και το πιο γοργόφτερο πουλί δεν προφταίνει να περάσει. Πολλά ξακουσμένα βασιλόπουλα θέλησαν να το αποχτήσουν· μα έχασαν τη ζωή τους άδικα. Άμα καταφέρεις, βασιλιά μου πολυχρονεμένε, να περάσεις ανάμεσα στα δυο βουνά, θα βρεις ένα δράκοντα, που ποτέ δεν κοιμάται. Aν σκοτώσεις τον δράκοντα, θα το πάρεις».


Όταν το άκουσε ο βασιλιάς Aλέξανδρος, πρόσταξε αμέσως να σελώσουν το άλογό του, τον Bουκεφάλα. Φτερά δεν είχε, μα πετούσε σαν πουλί. Kαβαλίκεψε και σε λίγο έφτασε στο μέρος που του είχαν πει οι σοφοί. Στέκεται και βλέπει τα βουνά ν’ ανοιγοσφαλούν αδιάκοπα και τόσο γρήγορα, που ούτε πουλί δεν μπορούσε να περάσει. Mα ο βασιλιάς δεν τα χάνει. Δίνει μια βιτσιά και πέρασε ανέγγιχτος ανάμεσα στα δυο βουνά. Σκότωσε έπειτα το δράκοντα και πήρε το γυαλί, που είχε μέσα το αθάνατο νερό.

Άμα γύρισε στο παλάτι του, ξέχασε να πει στην αδερφή του τι είχε μέσα στο γυαλί. Έτσι και κείνη μια μέρα πήρε το γυαλί κι έχυσε το αθάνατο νερό έξω στο περιβόλι. Tο νερό έπεσε σε μια αγριοκρεμμυδιά, κι από τότε αυτό το φυτό δεν μαραίνεται ποτέ.

Όταν έμαθε η βασιλοπούλα το κακό που έκαμε, ήταν απαρηγόρητη.
«Θεέ μου!» λέει, «δε θέλω να πιστέψω, πως μια μέρα θα πεθάνει ο αδερφός μου. Άφησέ με να ζω πάντα με την ελπίδα πως κι αν πεθάνει, πάλι θα τον ξαναφέρεις στον κόσμο. Ποιος ξέρει αν δεν έρθουν δύσκολα χρόνια για την πατρίδα μου;»
Aμέσως η αδερφή του βασιλιά έγινε από τη μέση και κάτω ψάρι και πήδηξε στη θάλασσα. Έγινε Γοργόνα! Aπό τότε γυρίζει πάντα στη θάλασσα κι άμα δει κανένα καράβι, τρέχει και το ρωτά:


«Kαράβι, καραβάκι· ζει ο βασιλιάς Aλέξανδρος;»

Aλίμονο στον καραβοκύρη που θα της πει πως πέθανε. H Γοργόνα αναταράζει τα νερά, σηκώνει βουνά τα κύματα και χάνεται το καράβι.       

Mα ο έξυπνος καραβοκύρης αν πει: «Zει, κυρά μου, ο βασιλιάς Aλέξανδρος. Zει και βασιλεύει, και τον κόσμο κυριεύει!». 

Tότε η Γοργόνα λάμπει από τη χαρά της. Aπλώνει τα ξανθά της μαλλιά και τα κύματα ησυχάζουν αμέσως. Γελούν τα πέλαγα και τ’ ακρογιάλια, κι οι ναύτες από τα καράβια τους ακούνε μαγεμένοι τη φωνή της Γοργόνας, που ξαναλέει τραγουδιστά:

 «Zει ο βασιλιάς Aλέξανδρος  ζει και βασιλεύει  και τον κόσμο κυριεύει!...» 

Ο ΔΙΑΣ ΠΑΝΤΑ ΖΕΙ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΕΥΕΙ


Το τελευταίο διάστημα αρχίζει και πάλι στο διαδίκτυο να ανακινείται το θέμα διαφόρων προφητειών που τάχα προέρχονται από αρχαία ελληνικά κείμενα και δήθεν προβλέπουν την έλευση του Ιησού και την πτώση του Δία, ή αναφέρονται σε προ Χριστού χριστιανούς Έλληνες φιλόσοφους.
Καθώς, λοιπόν, δεν έχει τύχει να δω πουθενά κάποια υπερασπιστική γραμμή απέναντι στις αδιανόητες και ανυπόστατες αυτές σκέψεις, θεωρώ πως πρέπει να ξεσκεπαστεί η βασική «προφητεία» πάνω στην οποία βασίζονται και θεμελιώνονται όλες οι άλλες:
«Κι όμως μ’ όλη την έπαρση του νου του ο Δίας, κάποτε θα γίνει ταπεινός καθώς ετοιμάζεται να κάνει γάμο, που από τον θρόνο του άφαντο θα τον γκρεμίσει […]» (Αισχύλου, Προμηθέας Δεσμώτης 907-910).
Στην συγκεκριμένη τραγωδία, οι συγκεκριμένοι στίχοι θεωρήθηκαν ως προφητεία ή προαναγγελία της έλευσης του Ιησού, με την προϋπόθεση πως υπάρχει η πτώση του Δία. Δυστυχώς, η επόμενη τραγωδία του Αισχύλου «Προμηθέας Λυόμενος» δεν έχει διασωθεί για να γίνει γνωστό τι εννοούσε ο Αισχύλος δια στόματος Προμηθέα.
Ευτυχώς, όμως, υπάρχουν άλλα κείμενα που επαναλαμβάνουν τα κομμάτια που μας ενδιαφέρουν και που, φυσικά, ανατρέπουν την θεωρία της προφητείας:
«Κι ο Ζεύς θα με λύση (λέει ο Προμηθέας) ανταποδίδοντας εκδούλευση που θα του κάνω, όχι μικρή». (Λουκιανός, Προμηθεύς ή Καυκάσιος 21). Και λέει ο Προμηθέας στον Δία: «να μην κοιμηθείς μαζί με την κόρη του Νηρέα, γιατί αν κυοφορήσει από σένα, τότε το παιδί που θα γεννηθεί, θα κάνει σε σένα ό,τι έκανες κι εσύ (στον πατέρα σου τον Κρόνο)» (Λουκιανός, Θεών Διάλογοι, Προμηθέως και Διός, 2).
«Μια πρόβλεψη για την Θέτιδα, την Νηρηίδα, ήταν ότι ο γιος της θα γινόταν μεγαλύτερος/σπουδαιότερος από τον πατέρα του. Κανείς άλλος δεν το ήξερε αυτό παρά μόνο ο Προμηθέας. Επίσης ήξερε ότι ο Δίας επιθυμούσε να ξαπλώσει μαζί της. Έτσι, ο Προμηθέας αποκάλυψε το μυστικό στον Δία με αντάλλαγμα να τον απελευθερώσει από τις αλυσίδες του. Ο Δίας συμφώνησε, δεν κοιμήθηκε με την Θέτιδα, αλλά την πάντρεψε με τον Πηλέα (κι αργότερα έκαναν τον Αχιλλέα). Ο Δίας έστειλε τον Ηρακλή να σκοτώσει τον αετό και να ελευθερώσει τον Προμηθέα από το μαρτύριό του» (Υγίνου, Μύθοι LIV).
ΚΑΤΑ ΣΥΝΕΠΕΙΑ, Ο ΔΙΑΣ ΔΕ ΕΧΑΣΕ ΠΟΤΕ ΤΟ ΘΡΟΝΟ ΤΟΥ. ΚΑΝΕΙΣ ΑΛΛΟΣ ΘΕΟΣ ΔΕΝ ΤΟΝ ΕΡΙΞΕ. ΚΑΝΕΙΣ ΑΛΛΟΣ ΘΕΟΣ ΔΕΝ ΤΟΝ ΑΝΤΙΚΑΤΕΣΤΗΣΕ. ΚΑΝΕΙΣ ΑΛΛΟΣ ΘΕΟΣ ΔΕΝ ΤΟΝ ΚΑΤΕΚΤΗΣΕ.
Το μόνο που κατακτήθηκε, αντικαταστάθηκε και έπεσε με την βία και «επί ποινή θανάτου» είναι η γνώση και η πεποίθηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων γύρω στο +390 (και ευρύτερα), από τους χριστιανούς και την χριστιανική τους πίστη.
Όλα έγιναν από ανθρώπους εις βάρος άλλων ανθρώπων.
σ.σ. Οι Θεοί και οι Θεές είναι οντότητες των οποίων η ύπαρξη δεν εξαρτάται από τις πεποιθήσεις ή τις πράξεις κατωτέρων όντων. Πιο απλά, με νόμους (Θεοδοσιανός & Ιουστινιάνειος Κώδικαςκαι με διατάγματα θνητών, δεν καταργούνται οι θεοί.

Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2014

Η χώρα των Υπερβορείων και η χαμένη γνώση



Όσο ο Οδυσσέας περιπλανήθηκε δέκα χρόνια στο Αιγαίο ή στην Μεσόγειο και όσο η Αργώ ήταν ένα απλό καράβι της θάλασσας, άλλο τόσο και η χώρα των Υπερβορείων, βρίσκεται στον πλανήτη Γη…

Σύμφωνα με την Ελληνική Ιερή Παράδοση, την Μυθολογία μας, ο Θεός Απόλλων με το ιπτάμενο άρμα του, το οποίο έσερναν Κύκνοι κάθε φθινόπωρο επισκεπτόταν την χώρα των Υπερβορείων και επέστρεφε πάλι την άνοιξη στη Δήλο και στους Δελφούς. Όπως είναι γνωστό (δυστυχώς όχι σε όλους) η Ελληνική Μυθιστορία, περιγράφει πραγματικές καταστάσεις και γεγονότα, που συνέβησαν και συνέβαιναν στο μακρινό παρελθόν, μάλιστα και σε εποχές προκατακλυσμιαίες, και δεν περιορίζονται μόνο στον Γήινο χώρο.
 (Όσοι επιμένουν να θεωρούν την Ελληνική Μυθολογία παραμύθια και γέννημα της φαντασίας των δημιουργών της, …μπορούν να συνεχίσουν να την θεωρούν έτσι.) Όπως μας πληροφορεί η Μυθολογία μας, την χώρα των Υπερβορείων εκτός από τον Απόλλωνα που πηγαινοερχόταν, επισκέφθηκαν επίσης ο Θησέας κι ο Περσέας. Το ζήτημα είναι που βρίσκεται αυτή η χώρα. Άλλοι την τοποθετούν σε μια αδιευκρίνιστη περιοχή στις βόρειες περιοχές της Ευρασίας και στη φαντασία των περισσότερων υπήρχε στα εδάφη της σημερινής Βρετανίας, της Νορβηγίας και της Σουηδίας. Άλλες περιγραφές την τοποθετούν στην ευρύτερη περιοχή των Ουραλίων.

Ο σκοταδισμός που επιβλήθηκε δια της βίας πριν 1700 χρόνια ήταν επόμενο μετά από μερικές γενιές να περιορίσει και τους πνευματικούς ορίζοντες γενικότερα. Έτσι και η αναζήτηση της χώρας των υπερβορείων περιορίστηκε, στον βόρειο Ελλαδικό χώρο κατ αρχήν και οι πιο τολμηροί λαμβάνοντας υπ όψιν την ετυμολογία της λέξεως, φτάνουν έως τα βορειότερα σημεία του πλανήτη Γη. Μέχρι εκεί. Για παρά «έξω» ούτε συζήτηση, αφού ο σκοταδισμός φρόντισε να περάσει στις συνειδήσεις, ότι η μυθολογία περιγράφει παραμύθια. Μια άποψη που ισχύει μέχρι και σήμερα. Η (κάποτε) απαγόρευση της πρόσβασης στην γνώση και στις αρχαίες πηγές, ίσως άφησε τα κατάλοιπα της, αφού και σήμερα οι περισσότεροι εξακολουθούν να αγνοούν πεισματικά την αρχαία Ελληνική γραμματεία και τον θησαυρό των πληροφοριών της. Δυστυχώς όμως υπάρχει και άλλο ένα «εμπόδιο», το σημαντικότερο, που δεν επιτρέπει να σταθούν διαφορετικές εκδοχές από τις συνηθισμένες. Και αυτό δεν είναι άλλο από το δόγμα της συμβατικής Ιστορίας.

 Όπως ξέρουμε, δόγμα είναι ένα καθορισμένο πλαίσιο σκέψης, θρησκευτικού, πολιτικού, ή επιστημονικου περιεχομένου, έξω από το οποίο κάθε αντίθετη άποψη χαρακτηρίζεται αίρεση και ανοησία. Έτσι ο δογματισμος επικράτησε σε όλες της εκδηλώσεις της ζωής μας και πρέπει να πειθαρχουμε υποχρεωτικα σε αυτόν για να είμαστε αποδεκτοί από το σύστημα. Ξεχάσαμε όμως ότι η Ελληνική σκέψη μεγαλούργησε γιατί παρέμεινε αδογμάτιστη και αγωνίστηκε για την ελευθερία του πνεύματος.

Αν υποθέσουμε ότι η χώρα των Υπερβορείων είναι κάποιο σημείο από τα προαναφερθέντα, ερχόμαστε σε σύγκρουση με την αρχαιοελληνική γραμματεία που αναφέρει ότι οι Υπερβόρειοι μιλούσαν ΕΛΛΗΝΙΚΑ! Διαβάζουμε στον Διόδωρο: «Έχειν δε τους Υπερβορείους τίνα διάλεκτον, και προς τους Έλληνες οικειότατα διακείσθα...». Οι Υπερβόρειοι λοιπόν είναι Έλληνες, αδέλφια μας, όλοι ιερείς και λάτρεις του Απόλλωνα του οποίου «...η αληθινή κατοικία... βρίσκεται ανάμεσα στους Υπερβορείους, σε μια χώρα Αιώνιας Ζωής...» όπως αναφέρει και ο Πλάτων. Βέβαια Αιώνια Ζωή και Αιώνια Ευτυχία δεν υπάρχει στις εσχατιές του βορρά της Γης, ούτε είναι ασφαλώς ένας παντοτινός καταπράσινος τόπος με ανέσπερο φως χωρίς να γνωρίζει ποτέ χειμώνα και πολύ περισσότερο ένας τόπος με δυο ετήσιες σοδειές, όπως τον θέλει η Ελληνική Μυθολογία. Από τα παραπάνω θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι η Υπερβορεία δεν ανήκει στις βόρειες πολικές περιοχές. Δεν βρίσκεται καν στον πλανήτη Γη. Και ως προς αυτό μας πληροφορεί σχετικά ο μεγάλος λυρικός αλλά και μύστης ποιητής Πίνδαρος: «Την θαυμαστήν οδόν την άγουσαν εις τας πανηγύρεις των Υπερβορείων ούτε πεζός, ούτε δια πλοίων ερχόμενος θα δυνηθείς να εύρεις...» Εφόσον λοιπόν ο δρόμος που οδηγεί στους Υπερβορείους δεν υφίσταται ούτε δια ξηράς, ούτε δια θαλάσσης, άρα ο μόνος δρόμος που απομένει είναι ο εναέριος δρόμος τον οποίο για να τον διασχίσεις χρειάζεται να διαθέτεις τι άλλο; Ιπτάμενα σκάφη!!!

Επομένως οι Υπερβόρειοι ανήκουν σε χώρους κοσμικούς. Εν συνεχεία ο Πίνδαρος μας γνωστοποιεί τα αίτια της Αιώνιας Ευτυχίας των Υπερβορείων αναφέροντας ότι αν και είναι άνθρωποι εντούτοις δεν προσβάλλονται ποτέ από νοσήματα, ούτε μάλιστα υπόκεινται στη διαδικασία της γήρανσης των κυττάρων τους και κατά συνεπείαν είναι αθάνατοι!! Αναφέρει σχετικά: «Ούτε ασθένειαι ούτε το απάισιον γήρας προσβάλλουν την ιερά ταύτην γενεάν, χωρίς δε πόνον και μακράν των μαχών ζουν... Εις των ευτυχών τούτων ανθρώπων το έθνος ήλθε άλλοτε της Δανάης ο υιός (ο Περσέας)». Ο Πλάτωνας εξηγεί την αθανασία των Ολύμπιων προπατόρων μας όταν αναφέρει πως η διατήρηση της συνοχή τους οφείλεται στο γεγονός πως η συγκόλληση των τεσσάρων στοιχείων του Σύμπαντος (Γη, Ύδωρ, Πυρ, Αήρ), που αποτελούν την προαναφερθείσα συνοχή τους, έγινε με Δεσμούς Άλυτους (ότι κι αν σημαίνει αυτό). Εφόσον λοιπόν οι Υπερβόρειοι είναι αθάνατοι και εφόσον αυτό προϋποθέτει «Αλύτοις Δεσμοίς» εν τη συνοχή τους και εφόσον είναι Έλληνες Αδέλφια μας, συνεπάγεται ότι είναι και αυτοί κάποιοι από τους (χιλιάδες) ΟΛΥΜΠΙΟΥΣ. Πάλι ο Πίνδαρος μας πληροφορεί για τον σύνδεσμο που ενώνει τους Ελλάνιους εν τη Ελλάνια, με τους Ελλάνιους Ολύμπιους:

«Υπάρχει μια φυλή ανθρώπων, μια φυλή θεών. Έχουν και οι δύο πνοή ζωής από μα μόνο μητέρα. Χωριστές όμως δυνάμεις μας κρατάνε μοιρασμένους και η μία είναι τα τίποτε, ενώ η άλλη έχει τον ορειχάλκινο ουρανό για σίγουρη ακρόπολη. Και όμως έχουμε κάποια ομοιότητα σε μεγάλη ευφυία και δύναμη, με τους αθάνατους, κι ας μην ξέρουμε τι θα μας φέρει η μέρα...»

Στην περίπτωση που μελετάμε και σύμφωνα με την Ελληνική παράδοση, ο σύνδεσμος δεν είναι άλλος από τον θεό Απόλλωνα. Αξίζει να αναφέρουμε κάποια στοιχεία από την μυθολογία μας που συνδέει τον Απόλλωνα με τους Υπερβορείους πριν ακόμα τη γέννησή του. Κατά την παράδοση η μητέρα του θεού, η Λητώ, γεννήθηκε στη χώρα των Υπερβορείων γεγονός που αμέσως την κατατάσσει στο αυτό έθνος. Όταν πλησίαζε η ώρα της γέννησης του θεού του Φωτός, η Υπερβόρεια Λητώ μετέβη στη Δήλο συνοδευόμενη από τις δύο Υπερβόρειες παρθένες Άργη και Ώπιδα.

Ο θεός Απόλλωνας είναι γνωστός για την ασύγκριτη ευστοχία του στη τοξοβολία• τα βέλη του δεν αστοχούν ποτέ. Αυτή του την ικανότητα χρησιμοποίησε για να εκδικηθεί τους Κύκλωπες τους οποίους θεώρησε ως υπαίτιους για το θάνατο του υιού του Ασκληπιού. Με μεγάλη επιδεξιότητα στόχευσε με το τόξο του και με ένα και μοναδικό βέλος σκότωσε όλους τους Κύκλωπες.
Μετά από το φονικό, το βέλος πέταξε μόνο του(;) και κρύφθηκε στο ναό του Απόλλωνος στη χώρα των Υπερβορείων. Αυτό το ιπτάμενο βέλος χάρισε ο θεός στον Υπερβόρειο ιερέα Άβαρι πάνω στο οποίο μεταφέρθηκε για το ταξίδι του από την Υπερβορεία στην Δήλο. Ο Άβαρις επισκέφθηκε τον πλανήτη μας στην εποχή του Πυθαγόρα, με τον οποίο είχε και επαφή και σε αυτό το γεγονός εντοπίζεται η καταγωγή του Πυθαγόρα, αλλά και του δασκάλου του Φερεκύδη, στους Υπερβόρειους.

Η σχέση άλλωστε του Πυθαγόρα με τον Υπερβόρειο Απόλλωνα διαφαίνεται όταν ο Άβαρις συνάντησε τον Πυθαγόρα και τον «νόμισε» για τον ίδιο τον θεό «...για τον θεό του οποίου ήταν ιερέας..» αναφέρει σχετικά ο Ιάμβλιχος, στα κείμενα του οποίου μπορούμε επίσης να διαβάσουμε: «Αυτοί λοιπόν θεωρούν ότι αυτή είναι η πίστη των δικών τους αντιλήψεων, γιατί ο πρώτος που διακήρυξε αυτά δεν ήταν κανείς τυχαίος, αλλά ο θεός, και ένα από τα “Ακούσματα είναι αυτό: ποιος είσαι Πυθαγόρα”. Επειδή ισχυρίζονται πως ήταν ο Απόλλωνας ο Υπερβόρειος. Αποδείξεις δε αυτού είναι ότι σε αγώνα αφού σηκώθηκε, έδειξε το μηρό του χρυσό και τον Άβαρι τον Υπερβόρειο φιλοξενούσε και πήρε από αυτόν ένα ακόντιο (βέλος) με το οποίο αυτός ταξίδευε μέσα στον αιθέρα». Και αλλού: «(Ο Άβαρις) χάρισε στον Πυθαγόρα ένα βέλος το οποίο κρατούσε όταν βγήκε από το ιερό. Αυτό θα ήταν χρήσιμο σε αυτόν για όσες δυσκολίες θα συνέβαιναν κατά την τόσο μεγάλη περιπλάνηση. Πάνω σε αυτό λοιπόν ιππεύοντας θα μπορούσε να διαβεί τα αδιάβατα». Επίσης: «Αιθεροβάτης είναι το επίθετο του Άβαρι, γιατί σε αυτόν δωρήθηκε ακόντιο (βέλος) από τον Υπερβόρειο Απόλλωνα και μεταφερόμενος πάνω σε αυτό... διάβαινε τα αδιάβατα, βαδίζοντας, κατά κάποιον τρόπο, στον αέρα, πράγμα το οποίο υπέθεσαν μερικοί ότι είχε κάνει και ο Πυθαγόρας». Το φονικό-ιπτάμενο βέλος είναι φυσικά, όπως και το ιπτάμενο άρμα του Απόλλωνα που σέρνουν Κύκνοι, σκάφος που έχει την δυνατότητα διαστρικών ταξιδιών.

Σχετικά με τα παραπάνω αναφέρει και ο Raymond Drake στο βιβλίο του Gods and Spacemen in Greece and Rome (τίτλος στα ελληνικά: Διαστημάνθρωποι και Ιπτάμενοι Δίσκοι στην Ελλάδα). Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι «Διαστημάνθρωποι» κατά τον Drake, είναι οι θεοί των Αρχαίων Ελλήνων. Αναφέρει λοιπόν ο Άγγλος συγγραφέας: «...Ο Αμμιανός Μαρκελλίνος έγραψε ότι ο Πυθαγόρας πήρε τις γνώσεις του από τον Υπερβόρειο Δρυϊδη Άβαρι, τον ιερέα του Απόλλωνα, που δεν έτρωγε γήινες τροφές και ταξίδευε στον αέρα πάνω στο “Βέλος του Απόλλωνα”, υπονοώντας έναν διαστημάνθρωπο... Ο Πυθαγόρας μίλησε επίσης για επικοινωνία με τους θεούς. Οι άνθρωποι πίστευαν ότι ο σοφός είχε μεταφερθεί κατά κάποιο θαυμαστό τρόπο γύρω από γη, ένας υπαινιγμός για τη φιλία του με πλάσματα του διαστήματος...»

Όπως είπαμε οι Υπερβόρειοι είναι Έλληνες Αδέλφια μας του βορείου ημισφαιρίου του ουράνιου θόλου. Κατά την επίσκεψη του Ήρωα Περσέα στις περιοχές των Υπερβορείων από τους οποίους έλαβε βοήθεια στην επικείμενη σύγκρουση του με την Μέδουσα, οι Υπερβόρειοι του προσφέρανε το «σπαθί» που θα προοριζόταν για τον αποκεφαλισμό του φοβερού τέρατος, καθώς επίσης και την περικεφαλαία που θα τον έκανε κατά βούληση αόρατο. Φύλακας Άγγελος του Περσέα αναλαμβάνει η θεά Αθηνά η οποία και αρχικά τον βοηθάει να μεταβεί στους Υπερβόρειους, όπως μας πληροφορεί ο Πίνδαρος: «...Εις των ευτυχών τούτον ανθρώπων το έθνος ήλθεν άλλοτε της Δανάης ο υιός (ο Περσεύς) με τόλμην και θάρρος υπό την οδηγίαν της Αθηνάς»

Παράδοξος όμως είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Περσέας βρέθηκε ανάμεσά τους. Στο παρακάτω απόσπασμα του Πίνδαρου μπορούμε να διαβάσουμε: «...Λέγω τους Υπερβορείους εις των οποίων τα δώματα ήλθεν άλλοτε ο Περσεύς ο ήρως, και παρακάθισεν εις γεύμα. Εύρε δε αυτούς προσφέροντας εις τον θεόν ιεράς θυσίας όνων...». Ο Περσέας λοιπόν θυσίασε όνους για να μπορέσει να μεταβεί στη χώρα τους. Είναι κάτι παραπάνω από προφανές ότι ο ποιητής στη συγκεκριμένη ωδή μιλάει με κώδικα. Ο συγγραφέας Παναγιώτης Τουλάτος στο έργο του «Τα Αρχεία της Χαμένης Γνώσης, Βιβλίο1» δίνει μια εξήγηση: «...Ο γνωρίζων ελληνικά θα καταλάβει ότι η προσφορά των Υπερβορείων αδελφών μας, είναι προσφορά του όλου νοητικού κόσμου, αφού ο Περσέας τους βρήκε “προσφέροντας θυσίας ό ν ω ν” (διάβαζε αποκωδικοποιημένα ν ό ω ν)... Και για όποιον δεν εννόησε, τον παραπέμπω στον μεγάλο γραμματολόγο Λουκιανό (έργο Λούκιος ή Όνος), στον Πλάτωνα (έργο «Ευθύδημος»). Επίσης στον «Κρατύλο» του Πλάτωνα, να καταλάβει τη βαθύτερη ουσία του Ελληνικού αλφαβήτου και να συλλαμβάνει μηνύματα μέσα από λέξεις κλειδιά όπως, Κρ-Ονος ή Θρ-Ονος...» Για όποιον θα θελήσει να ψάξει περισσότερο το θέμα σχετικά με τους «όνους», θα πρέπει να καταφύγει και σε εργασίες που ασχολούνται με την πινακίδα του Ιδαλίου στη Κύπρο.Η χώρα των Υπερβορείων λοιπόν, σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες που αντλούμε από το βιβλίο «Η Άγνωστη Αρχαιολογία των Ελλήνων» του Στρατηγού κ. Γ. Καλογεράκη, δεν βρίσκεται στην Γη αλλά στην Ουράνια περιοχή του Βέγκα, που ανήκει στο αστρικό σύστημα της Λύρας. Ο Βέγκας το 14000 μΧ. Θα κατέχει την σημερινή θέση του Πολικού αστέρα.

Σύμφωνα με τον Παυσανία, οι Υπερβόρειοι έστελναν δώρα από τη μακρινή τους περιοχή, που κατέφταναν πρώτα στη Δωδώνη κι έπειτα έφταναν μέχρι το ναό του Απόλλωνα στη Δήλο. Ίσως μπορούμε να υποθέσουμε πως η σύνδεση με των ουράνιο αυτόν τόπο, γίνεται μέσω του διαύλου της Δωδώνης. Ο γυρισμός του Απόλλωνα γιορτάζονταν στους Δελφούς κάθε εαρινή ισημερία, με τα Θεοφάνια ενώ υπήρχε και ο Αστραφτερός Κύκνος που συμβόλιζε το ιπτάμενο άρμα του θεού.

Πηγήhttp://strangehellas.blogspot.gr/