https://www.facebook.com/artemissky.blogspot?ref_type=bookmark

ΑΡΤΕΜΙΣ

ΑΡΤΕΜΙΣ
Ήταν θεά του κυνηγιού,”πότνια θηρών” κατά τον Όμηρο,θεά των αγριμιών και της Σελήνης.

ΕΛΛΑΣ - HELLAS

'' Επιόντος άρα θανάτου επί τον άνθρωπον, το μεν θνητόν, ως έοικεν, αυτού αποθνήσκει, το δ' αθάνατον, σώον και αδιάφθορον, οίχεται απιόν. `Οταν επέρχεται ο θάνατος στον άνθρωπο, το μεν θνητό μέρος αυτού, καθώς φαίνεται, πεθαίνει, το δε αθάνατο, η ψυχή, σηκώνεται και φεύγει σώο και άφθαρτο '' ΠΛΑΤΩΝΑ

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .
ΑΝΟΙΚΩ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΗΡΑΚΛΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΗΡΑΚΛΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 5 Απριλίου 2013

Η αποθέωση του Ηρακλή

Η αποθέωση του Ηρακλή

ΑΦΟΥ έστησε μαρμάρινους βωμούς και αφιέρωσε άλσος στον Πατρώο Δία, στο ακρωτήριο κηναιο της Εύβοιας, ο Ηρα­κλής αποφάσισε να προσφέρει ευχαριστήριες θυσίες για την κατάληψη της Οιχαλίας. Είχε κιόλας στείλει τον Λιχα να ζητήσει από τη Δηιάνειρα έναν όμορφο χιτώνα και έναν από τούς μανδύες πού συνήθιζε να φοράει σε τέτοιες περιστάσεις (1).

β. Καλοβολεμενη στην ΤραχΙνα η Δηιάνειρα το είχε πάρει πια απόφαση ότι ο Ηρακλής συνήθιζε να έχει ερωμένες όταν γνώρισε μάλιστα την Ιόλη ως την πιο πρόσφατη, ένιωσε συμπόνια μάλλον παρά θυμό για τη μοιραία ομορφιά εξαιτίας της οποίας ερειπώθηκε η Οιχαλία. Δεν ήταν όμως αφόρητη η απαίτηση του Ηρακλή να ζήσουν εκείνη και η Ιόλη κάτω από την ίδια στέγη ; Επειδή δεν ήταν πλέον νέα, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τα υποτιθέμενα μάγια του Νέσσου για να εξασφαλίσει την αφοσίωση του συζύγου της. Έχοντας υφάνει έναν καινούριο χιτώνα θυσιών επειδή γύρισε σώος, η Δηιάνειρα αποσφράγισε μυστικά τη στάμνα, βούτηξε ένα κομμάτι μάλλινο ύφασμα στο μίγμα πού περιείχε και μ’ αυτό έτριψε το χιτώνα. Μόλις έφτασε ο Λίχας, τον έκλεισε σε ένα κιβώτιο και του το παρέδωσε λέγοντας:
- Σε καμία περίπτωση μην εκθέσεις το χιτώνα στο φως του ήλιου, ούτε και στη φωτιά προτού ο Ηρακλής τον φορέσει για τη θυσία.
Ο ΛΙχας είχε φύγει ολοταχώς πάνω στο άρμα του όταν πια η ματιά της Δηιάνειρας έπεσε πάνω στο κομμάτι του μάλλινου, πού είχε αφήσει χάμω στην ηλιόλουστη αυλή και διαπίστωσε ότι καιγόταν σαν πριονίδι ενώ πορφυροί αφροί ξεχύνονταν ανάμεσα από τις πλάκες του δαπέδου. Συνειδητοποιώντας ότι ο Νέσσος την ξεγέλασε, έστειλε γρήγορα έναν αγγελιαφόρο για να φέρει πίσω τον Λιχα ενώ καταριόταν την ευπιστία της και ορκίστηκε να μην επιζήσει ούτε και η ίδια αν πέθαινε ο Ηρακλής (2).

γ. Ο αγγελιαφόρος έφτασε πολύ αργά στο ακρωτήριο Κήναιο. Ο Ηρακλής είχε ήδη φορέσει το χιτώνα και θυσίαζε δώδεκα άψεγάδίαστους ταύρους ως «απαρχές» των λαφύρων του , συνολικά είχε οδηγήσει στο βωμό ένα κοπάδι από εκατό διάφορα ζώα. Έχυνε κρασί από ένα κύπελλο στους βωμούς και λιβάνι στις φλόγες όταν ξαφνικά αναφώνησε λες και τον είχε δαγκώσει φίδι.  Από τη θερμότητα είχε λιώσει το δηλητήριο της Ύδρας πού περιείχε το αίμα του Νέσσου και περιβρέχοντας τα άκρα του Ηρακλή κατέτρωγε τις σάρκες του. Σύντομα ο πόνος ξεπέρασε τα όρια της αντοχής και ο Ηρακλής ουρλιάζοντας από την αγωνιά άναπόδογύρισε τούς βωμούς. Προσπάθησε να ξεσκίσει το χιτώνα, εκείνος όμως ήταν τόσο εφαρμοστός ώστε το κρέας έβγαινε μαζί με το ύφασμα και ξεπρόβαλαν τα κόκαλά του. Το αίμα του τσιτσίριζε και κόχλαζε σαν το νεράκι της πηγής όταν πέσει στο πυρακτωμένο σίδερο. Ο Ηρακλής ρίχτηκε στο κοντινότερο ποτάμι, άλλά το φαρμάκι τον έκαιγε όλο και περισσότερο , από τότε αυτά τα νερά εξακολουθούν να καινέ σαν τη φωτιά και ονομάζονται Θερμοπύλες, δηλαδή «καυτό πέρασμα» (3).

δ. Καλπάζοντας πάνω κάτω στο βουνό και ξεριζώνον­τας δέντρα ολόκληρα, ο  Ηρακλής αντίκρισε τον τρομοκρατημένο Λιχα καθισμένο ανακούρκουδα να σφιχταγκαλιάζει τα γόνατα του. Μάταια προσπαθούσε να αποδείξει την αθωότητα του, ο Ηρακλής τον άρπαξε, τον στριφογύρισε τρεις φορές πάνω από το κεφάλι του και τον έριξε στον Ευβοϊκό Κόλπο. Ο Λιχας μεταμορφώθηκε σε ανθρωπόμορφο βράχο πού εξείχε από τα κύματα , ακόμα και πολύ αργότερα άπο­καλειτο Λιχας από τούς ναυτικούς οι οποίοι δεν τολμούσαν να τον πατήσουν θεωρώντας τον ζωντανό . Ο στρατός παρατηρούσε τον Ηρακλή από μακριά ξεσπώντας σε γοερά κλά­ματα, κανείς όμως δεν τολμούσε να τον πλησιάσει, ενώ εκείνος σφαδάζοντας από την αγωνιά φώναξε τον Ύλλο και τον παρακάλεσε να τον πάει κάπου όπου θα μπορούσε να πεθάνει μόνος . Ο Υλλος τον μετέφερε στην Τραχίνα, στα ριζά της Οίτης (τόπο φημισμένο για τούς λευκούς ελλέβορους), επειδή το μαντείο των Δελφών την είχε ήδη υποδείξει στον Λικύμνιο και στον Ιόλαο ως προκαθορισμένο τόπο θανάτου του φίλου τους.

ε. Εμβρόντητη η Δηιάνειρα ακούγοντας τα νέα κρεμά­στηκε ή – κατ’ άλλους – χτυπήθηκε μόνη της με σπαθί στην καρδιά μέσα στη συζυγική παστάδα . Η μοναδική έγνοια του Ηρακλή ήταν να την τιμωρήσει προτού πεθάνει , όταν όμως ο Υλλος τον διαβεβαίωσε για την αθωότητα της, πράγμα πού αποδείκνυε και η αυτοκτονία της, αναστέναξε συγχωρώντας τη και εξέφρασε την επιθυμία να μαζευτούν γύρω του η Αλκμήνη και όλοι οι γιοι του για να ακούσουν τις τελευταίες επιθυμίες του . Η Αλκμήνη όμως και μερικοί από τούς γιους του βρίσκονταν στην Τίρυνθα, και οι περισσότεροι από τούς υπόλοιπους ήταν εγκαταστημένοι στη Θήβα. Έτσι στον Ηρακλή απέμεινε μόνον ο Ύλλος για να του αποκαλύψει το χρησμό του Δία πού τώρα επαληθευόταν:
- Κανείς ζωντανός δεν θα σκοτώσει ποτέ τον Ηρακλή· νεκρός εχθρός θα γίνει το πεπρωμένο του.
Ύστερα ο Ύλλος του ζήτησε οδηγίες κι εκείνος απάντησε:
- Ορκίσου στο κεφάλι του Δία ότι θα με κουβαλήσεις στην ψηλότερη κορφή του όρους κι εκεί θα με κάψεις, χωρίς να με θρηνήσεις, σε πυρά από κλαδιά βελανιδιάς και ρίζες αγριελιάς . Ορκίσου μου κι ότι θα παντρευτείς την Ιόλη μόλις ενηλικιωθείς !
Μολονότι σκανδαλίστηκε ακούγοντας τις επιθυμίες του πατέρα του, ο Ύλλος υποσχέθηκε να τις εκπληρώσει (5).

ζ. Αφού έγιναν όλες οι προετοιμασίες ο Ιόλαος και οι σύντροφοί του απομακρύνθηκαν σε κάποια απόσταση. Ο Ηρακλής ανέβηκε στην πυρά και πρόσταξε να την ανάψουν. Κανείς όμως δεν τόλμησε να υπακούσει ώσπου κάποιος περαστικός ποιμένας αιολος, ονόματι Ποιας, πρόσταξε τον Φιλοκτήτη, γιο του άποτη Δημώνασσα, να κάνει ό,τι είχε ζητήσει ο Ηρακλής. Από ευγνωμοσύνη ο Ηρακλής άφησε τη φαρέτρα, το τόξο και τα βέλη του στον Φιλοκτήτη , μόλις οι φλόγες άρχισαν να γλείφουν την πυρά, άπλωσε πάνω της τη λεοντή και, ακουμπώντας το κεφάλι πάνω στο ρόπαλο λες και ήταν μαξιλάρι, ξάπλωσε με το ύφος ευδαιμονίας κάποιου φιλοξενούμενου πού περιστοιχίζεται από κύπελλα κρασιού. Ύστερα έπεσαν από τον ουρανό μερικοί κεραυνοί και η πυρά μεμιάς έγινε, στάχτη (6).

η. Πάνω στο Όλυμπο ο Ζευς καμάρωνε πού ο ευνοού­μενός γιος του φέρθηκε τόσο γενναία.
- Η αθάνατη πλευρά του Ηρακλή είναι εξασφαλι­σμένη από το θάνατο, ανακοίνωσε, και σε λίγο θα τον καλωσορίσω σε τούτο τον ευλογημένο τόπο. Κι όποιος έχει αντιρρήσεις για την αποθέωση του, πού την αξίζει με το παραπάνω, θέλει δεν θέλει θα το χωνέψει για καλά !
Όλοι οι Ολύμπιοι συγκατένευσαν και η Ήρα αποφάσισε να καταπιεί την προσβολή η οποία αναμφιβόλως προορι­ζόταν για κείνη , είχε κιόλας όμως σχεδιάσει να τιμωρήσει τον Φιλοκτήτη για την καλή του πράξη: να τον δαγκώσει λημναία οχιά.

θ. Οι κεραυνοί καταβρόχθισαν το θνητό μέρος του Ηρακλή. Δεν έμοιαζε πλέον στην Αλκμήνη, άλλά – όπως το φίδι πού άλλαζε δέρμα – λαμποκοπούσε σε όλη τη μεγαλειότητα του θεϊκού πατέρα του. Ένα σύννεφο τον έκρυψε από το βλέμμα των συντρόφων του όσο ο Ζευς τον μετέφερε με το τέθριππο άρμα του μέσα στα μουγκρητά των κεραυνών πάνω στους ουρανούς όπου πιάνοντας τον από το χέρι η Αθηνά τον συνέστησε στους θεϊκούς συντρόφους της (7).

ι. Ο Ζευς προόριζε τον Ηρακλή για έναν από τούς Δώδεκα Ολύμπιους, δεν θα απέκλειε όμως κανέναν ευχαρίστως από την υπάρχουσα θεϊκή συντροφιά ώστε να κάνει τόπο για τον Ηρακλή. Έπεισε λοιπόν την Ήρα να τον υιοθετήσει με μια τελετή αναγέννησης: να πέσει στο κρεβάτι παριστάνοντας ότι κοιλοπονάει και να εμφανίσει τον Ηρακλή τρα­βώντας τον κάτω από τις φούστες της – σε πολλές βάρβαρες φυλές ο τρόπος αυτός εφαρμοζόταν ακόμα πολύ αργότερα στην τελετή υιοθεσίας. Έκτοτε η Ήρα θεωρούσε δικό της παιδί τον Ηρακλή, αγαπώντας τον σχεδόν όσο και τον Δία. Όλοι οι αθάνατοι τον καλωσόρισαν εγκάρδια και η Ήρα τον πάντρεψε με την κόρη της, την όμορφη Ήβη, η οποία του γέννησε δύο γιους: τον Αλεξιάρη και τον  Ανίκητο . Ωστόσο από τη μεριά του και ο Ηρακλής κέρδισε επάξια την ευγνωμοσύνη της Ήρας σκοτώνοντας στη Γιγαντομαχία τον Προνομο ο οποίος προσπάθησε να τη βιάσει (8).

Κ. Ο Ηρακλής έγινε ο θυρωρός των ουρανών και δεν κουράζεται ποτέ να στέκεται κατά το σούρουπο μπροστά στις ολύμπιες πύλες περιμένοντας την επιστροφή της Άρτεμης από το κυνήγι. Την καλωσορίζει κεφάτος, κατεβάζει τούς σωρούς της λείας από το άρμα και συνοφρυωμένος την απειλεί κουνώντας το δάχτυλο όταν βρει μονάχα αθώες κατσίκες και λαγούς:
- Αγριογούρουνα να χτυπάς, της λέει, πού σαρώνουν τα σπαρτά και ξεσκίζουν τη φλούδα των οπωροφόρων δέντρων. Φονιά ταύρο να χτυπάς, λιοντάρι και λύκο! Σε τι μας έβλαψαν αυτές οι κατσίκες και οι λαγοί ;
Ύστερα γδέρνει τα κουφάρια και καταπίνει λαίμαργα οποία μπουκιά βρει του γούστου του (9). Όσο όμως ο αθάνατος Ηρακλής συμποσιάζεται στο τραπέζι των θεών, το θνητό είδωλό του περιπλανάται ανάμεσα στους τρεμάμενους νεκρούς στον Ταρταρο με τεντωμένο τόξο και με το βέλος στη χορδή. Πάνω στον ωμό του ο μαλαματένιος Τελαμώνας κατάσπαρτος με τρομακτικά ανάγλυφα : λιοντάρια, αρκούδες, αγριόχοιροι και σκηνές μαχών και σκοτωμών (10).

λ. Όταν ο Ιόλαος και οι σύντροφοι του επέστρεψαν στην ΤραχΙνα, ο γιος του Ακτορα, ο Μενοιτιος, θυσίασε ένα κριάρι, ένα ταύρο και έναν αγριόχοιρο προς τιμήν του Ηρακλή και καθιέρωσε τη λατρεία του ως ήρωα στην Οπούντα της Λοκρίδας σύντομα τούς ακολούθησαν οι Θηβαίοι, ως θεό όμως τον λάτρεψαν πρώτα οι Αθηναίοι και μεταξύ τους πρώτοι οι Μαραθώνιοι, και τώρα πια ολόκληρη η ανθρωπότητα ακολουθούσε το ένδοξο παράδειγμά τους (11) . Ο γιος του Ηρακλή Φαιστός αντιλήφθηκε ότι οι Σικυώνιοι προσέφεραν απλώς τιμές ήρωα στον πατέρα του, εκείνος όμως επέμενε να θυσιάζει όπως έκαναν στους θεούς. Γι’ αυτό το λόγο οι Σικυώνιοι σφάζοντας αρνί μέχρι και πολύ αργότερα έκαιγαν τα μπούτια στους βωμούς για τον Ηρακλή θεό, ενώ προσέφεραν ένα μέρος από το υπόλοιπο κρέας του στον Ηρακλή ήρωα. Στην Οίτη τον λάτρευαν με την επωνυμία Κορνοπίων, επειδή εξόντωσε τις ακρίδες πού απειλούσαν την πόλη , οι Ίωνες των Ερυθρών πάλι τον τιμούσαν με το όνομα Ηρακλής ίποκτονος, επειδή εξόντωσε τις ίπες, σκουλήκια πού προσβάλλουν τα αμπέλια σχεδόν σε όλες τις άλλες περιοχές της χώρας.

μ. Λέγεται ότι ένα άγαλμα του Ηρακλή από την Τύρο, το οποίο αργότερα βρισκόταν στο Ιερό του στις Ερυθρές, απεικόνιζε τον Ηρακλή τον Δάκτυλο. Το άγαλμα είχε βρεθεί πάνω σε μια σχέδια, κοντά στο ακρωτήριο Μεσάτη της , Ιωνικής Θάλασσας, ακριβώς στη μέση μεταξύ του λιμανιού των Ερυθρών και της Χίου. Από τη μια ακτή οι Ερυθραιοι και από την άλλη οι Χιώτες προσπαθούσαν με όλες τους τις δυνάμεις να τραβήξουν τη σχέδια, μάταια όμως. Τελικά ένας ψαράς από τις Ερυθρές πού είχε χάσει το φως του είδε στο
Όνειρο του ότι οι γυναίκες των Ερυθρών έπρεπε να πλέξουν με τα μαλλιά τους σκοινιά, με τα οποία οι άντρες δεν θα δυσκολεύονταν πια να τραβήξουν τη σχεδία. ΟΙ γυναίκες μιας θρακιώτικης φυλής πού ήταν εγκαταστημένη στις  Ερυθρές έπλεξαν πράγματι το σκοινί και τελικά η σχεδία τραβήχτηκε στην ακτή , έτσι έκτοτε μόνο στους δικούς τους απόγονους επιτρεπόταν να μπαίνουν στο Ιερό όπου βρισκόταν το σκοινί αυτό. Ο Φορμίων ξαναβρήκε την όραση του και δεν την ξαναχασε όσο ζούσε

Ηρακλείδες

Ηρακλείδες

Η ΜΗΤΕΡΑ του Ηρακλή, η Αλκμήνη, μετακόμισε στην Τίρυνθα παίρνοντας μαζί της και μερικούς από τούς γιους του Ηρακλή οι υπόλοιποι ζούσαν ακόμα στη Θήβα και στην Τράχυνα . Ο Ευρυσθεύς λοιπόν αποφάσισε να τούς εκδιώξει όλους από την Ελλάδα προτού ανδρωθούν και τον εκθρονίσουν. Διαμήνυσε λοιπόν στον Κύημα ζητώντας την έκδοση όχι μόνο των Ηρακλειδών, άλλά και του Ιόλαου, ολόκληρης της οικογένειας τού Λικύμνιου, καθώς και των αρκάδων συμμά­χων τού Ηρακλή. Όντας πολύ αδύναμοι για να αντισταθούν στον Ευρυσθέα – ο Κύηξ ισχυρίστηκε ότι αδυνατεί να τούς βοηθήσει – εγκατέλειψαν εν σώματι την Τραχίνα και επισκέφθηκαν ικέτες τις περισσότερες μεγάλες ελληνικές πόλεις ζητώντας φιλοξενία. Οι Αθηναίοι υπό τη βασιλεία τού Θησέα υπήρξαν οι μόνοι πού τόλμησαν να τα βάλουν με τον Ευρυσθέα: υπερίσχυσε η έμφυτη αίσθηση πού είχαν της δικαιοσύνης όταν αντίκρισαν τούς Ηρακλείδες πού είχαν καταφύγει στο βωμό του Ελέου (1).

β. Ο Θησεύς εγκατέστησε τούς Ηρακλείδες μαζί με τη συνοδεία τους στην Τρικόρυθο – μια από τις πόλεις της Αττικής Τετράπολης – και αρνήθηκε να τούς εκδώσει στον Ευρυσθέα, πράγμα πού στάθηκε η αιτία του πρώτου πολέμου μεταξύ της Αθήνας και της Πελοποννήσου, επειδή όταν πια όλοι οι Ηρακλείδες αντρώθηκαν, ο Ευρυσθεύς συγκέντρωσε στράτευμα και βάδισε κατά της Αθήνας. Ο Ιόλαος, ο Θησεύς και ο Υλλος ορίστηκαν αρχηγοί τού ενωμένου στρα­τεύματος των Αθηναίων και των Ηρακλειδών. Κατά μερικούς όμως ο Θησεύς είχε ήδη τότε αντικατασταθεί από το γιο του Δημοφώντα. Επειδή κάποιο μαντείο τούς είχε αποκαλύψει ότι οι Αθηναίοι πρόκειται να ηττηθούν εκτός κι αν κάποιο από τα παιδιά τού Ηρακλή θυσιαστεί για τη σωτηρία όλων, η Μακαρία, η μοναδική κόρη του, αυτοκτόνησε στον Μαραθώνα χαρίζοντας έτσι το όνομα της στην πηγή Μακαρία (2).

γ. Ύστερα οι Αθηναίοι, για τούς οποίους ακόμα και πολύ αργότερα αποτελούσε πηγή συλλογικής υπερηφάνειας ότι παρείχαν προστασία στους  Ηρακλείδες, νικήσαν σε σκληρή αναμέτρηση τον Ευρυσθέα, σκότωσαν τούς γιους του , Αλέξανδρο, Ιφιμεδοντα, Ευρύβιο, Μέντορα και Περιμηδη και χώρια τούς αμέτρητους συμμάχους τους. Ο Ευρυσθεύς τράπηκε σε φυγή πάνω στο άρμα του, ο Ύλλος όμως τον κυνήγησε, τον έφτασε στις Σκιρωνίδες πέτρες, του έκοψε το κεφάλι και η Αλκμήνη του έβγαλε τα μάτια με τις βελόνες της , ο τάφος του βρίσκεται κάπου εκεί κοντά (3) . Μερικοί όμως λένε ότι αιχμαλωτίστηκε από τον Ιόλαο στις ΣκιρωνΙδες Πέτρες και μεταφέρθηκε ζωντανός ενώπιον της Αλκμήνης η οποία διέταξε την εκτέλεση του. Οι Αθηναίοι μεσολάβησαν για τη σωτήρια του, μάταια ωστόσο, και προτού πραγματοποιήσουν την απόφαση, χύνοντας δάκρυα ευγνωμοσύνης ο Ευρυσθεύς δήλωσε ότι ακόμα και στο θάνατο του θα παραμείνει πιστός φίλος των Αθηναίων, όσο και άσπονδος εχθρός των Ηρακλειδών.
- Θησέα ! φώναξε. Δεν χρειάζεται να κάνεις στον τάφο μου ούτε σπονδές ούτε και αιματηρές θυσίες εγώ θα κρατήσω μακριά κάθε εχθρό από τη γη της Αττικής ακόμη και χωρίς τέτοιες προσφορές!
Ύστερα εκτελέστηκε και θάφτηκε μπροστά στο ιερό της Αθηνάς στην Παλλήνη στη μέση της οδού Αθηνών και Μαραθώνα. Κατά μια τελείως διαφορετική αφήγηση οι Αθηναίοι πολέμησαν στο πλευρό τού Ευρυσθέα στη μάχη κατά των Ηρακλειδών στο Μαραθώνα, και αφού ο Ιόλαος έκοψε το κεφάλι του Ευρυσθέα κοντά στην πηγή Μακαρια, το έθαψε στην Τρικόρυθο κοντά στην αμαξιτή οδό, ενώ έστειλε το σώμα στο Γαργηττό για να το θάψουν εκεί (4).

δ. Εν τω μεταξύ ο Υλλος και όσοι Ηρακλείδες είχαν εγκατασταθεί κοντά στις , Ηλέκτρες πύλες των Θηβών εισέβαλαν στην Πελοπόννησο και κατέλαβαν όλες τις πόλεις της με αιφνιδιαστική έφοδο , όταν όμως ύστερα από έναν χρόνο έπεσε πανούκλα και ένα μαντείο αποφάνθηκε ότι «οι Ηρακλείδες επέστρεψαν πριν τον καθορισμένο χρόνο», ο Υλλος αποσύρθηκε στον Μαραθώνα . Υποκύπτοντας στην τελευ­ταία επιθυμία του πατέρα του παντρεύτηκε την Ιόλη, ενώ ο ίδιος υιοθετήθηκε από τον δωριεα Αίγιμιό , ύστερα πήγε πάλι στο μαντείο των Δελφών για να ρωτήσει πότε θα έρθει «Ο καθορισμένος χρόνος» εκεί όμως τον προειδοποίησαν να περιμένει «μέχρι τον τρίτο θερισμό». Επειδή φαντάστηκε ότι αυτό σήμαινε τρία χρόνια, περίμενε ώσπου να περάσουν και μόνο ύστερα επιτέθηκε πάλι. Στον Ισθμό συναντήθηκε με τον Ατρέα ο οποίος στο μεταξύ είχε ανέβει στο θρόνο των Μυκηνών και ηγειτο ενός αχαϊκού στρατεύματος (5).

ε. Για να αποφευχθεί η περιττή αιματοχυσία, ο Υλλος προκάλεσε σε μονομαχία οποιοδήποτε εχθρό του αντιστοίχου βαθμού.
- Αν νικήσω, είπε, θα πάρω το θρόνο και ολόκληρο το βασΙλειο. Αν χάσω, όλοι εμείς οι Ηρακλείδες δεν θα επιστρέψουμε από αυτό το δρόμο για πενήντα χρόνια.
Ο βασιλιάς της Τεγεας Έχεμος δέχτηκε την πρόκληση και η μονομαχία πραγματοποιήθηκε στα σύνορα της Κοριν­θίας με τη ΜεγαρΙδα . Ο Υλλος σκοτώθηκε και τον έθαψαν στα Μέγαρα , ενώ οι Ηρακλείδες, τιμώντας το λόγο του , αποσύρθηκαν πάλι στην Τρικόρυθο κι από κει στη Δωρίδα δηλώνοντας στον Αιγιμιό την απαίτηση τους για το τμήμα εκείνο της χώρας πού του είχε εμπιστευθεί ο πατέρας τους. Στην Πελοπόννησο δεν παρέμειναν παρά ο Λικύμνιος και οι γιοι του καθώς και ο Ηρακλείδης Τληπόλεμος, τον οποίο προσκάλεσαν να εγκατασταθεί στο Αργος. Ο δελφικός Απόλλων πού εισέπραξε πάρα πολλά παράπονα λόγω της φαινομενικά εσφαλμένης συμβουλής του, εξήγησε ότι με τον «τρίτο θερισμό» εννοούσε την τρίτη γενιά (6).

Ζ. Η Αλκμήνη επέστρεψε στη Θήβα και όταν τελικά πέθανε σε πολύ προχωρημένη ηλικία, ο Ζευς διέταξε τον Ερμή να κλέψει το φέρετρο πού κουβάλαγαν μέχρι τον τάφο πάνω στους ώμους οι Ηρακλείδες , ο Ερμής το έκανε πράγματι, αντικαθιστώντας με μια πέτρα το σώμα, το οποίο μετέφερε στα Νησιά των Μακάρων. Εκεί η Αλκμήνη αναστήθηκε και ξανανιώνοντας παντρεύτηκε τον Ραδάμανθυ. Στο μεταξύ οι Ηρακλείδες καταλαβαίνοντας ότι παραήταν βαρύ το φέρετρο για τούς ώμους τους, το άνοιξαν και ανακάλυψαν την άπάτη. Έστησαν την πέτρα σε κάποιο από τα Ιερά άλση των Θηβών όπου και λάτρευαν την Αλκμήνη ως θεά. Μερικοί λένε ότι παντρεύτηκε τον Ραδάμανθυ στις Ωκαλίες πριν το θάνατο της , κατ’ άλλους πέθανε στα Μέγαρα, όπου πολύ αργότερα έδειχναν ακόμα τον τάφο της, ταξιδεύοντας από το Αργος στη Θήβα, προσθέτοντας ακόμα ότι όταν ξέσπασε διαφωνία μεταξύ των Ηρακλειδων, γιατί άλλοι ήθελαν να επιστρέψουν με τη νεκρή στη Θήβα, άλλοι πάλι ήθελαν να συνεχίσουν το ταξίδι, το μαντείο των Δελφών συμβούλεψε να τη θάψουν στα Μέγαρα. Έναν άλλο λεγόμενο τάφο της Αλκμήνης μπορούσε κανείς να δει στην Αλίαρτο (7).

η. Οι Θηβαίοι ίδρυσαν ηρώο προς τιμήν του Ιόλαου κοντά στο ιερό του Αμφιτρύωνα , οι ερωτευμένοι εκεί ορκίζονταν παντοτινή πίστη στο όνομα του Ηρακλή , παρ’ όλα αυτά είναι γενικά αποδεκτό ότι ο Ιόλαος πέθανε στο νησί της Σαρδηνίας (8).

θ. Στο Αργος ο Τληπόλεμος σκότωσε τυχαία τον αγαπημένο του θειο Λικύμνιο. Καθώς τιμωρούσε έναν δούλο με ρόπαλο από αγριελιά, ο τότε πια γέρων και τυφλός Λικύμνιος κάπως σκουντούφλησε ανάμεσα τους κι έτσι έφαγε μια κι εκείνος στο κεφάλι. Επειδή οι υπόλοιποι Ηρακλειδες φοβέριζαν να τον σκοτώσουν, ο Τληπόλεμος ναυπήγησε στόλο, μάζεψε πολλούς από τούς συντρόφους του και ακολουθώντας τη συμβουλή του Απόλλωνα κατέφυγε στη Ρόδο, όπου και εγκαταστάθηκε ύστερα από μακρόχρονη περιπλά­νηση και πολλές κακουχίες (9). Εκείνο τον καιρό στη Ρόδο κατοικούσαν άποικοι Έλληνες υπό το βασιλιά Τριοπα, γιο του Φόρβαντα, με τη σύμφωνη γνώμη του οποίου ο Τληπό­λεμος μοίρασε το νησί στα τρία και κατά τα λεγόμένα ίδρυσε τη Λίνδο, την Ιαλυσό και την Κάμειρο . Ο Ζευς ευνόησε και έκανε πλούσιο το λαό του. Αργότερα ο Τληπόλεμος έπλευσε κάτω από την Τροία με στόλο πού απαρτιζόταν από εννέα ροδίτικα πλοία (10).

ι. Στη γη των Φαιάκων ο Ηρακλής έκανε άλλον έναν Ύλλο με την κόρη του ποτάμιου θεού Αιγαίου, τη νύμφη των υδάτων Μελίτη. Είχε βρεθεί εκεί ύστερα από το φόνο των παιδιών του με την ελπίδα ότι ο βασιλιάς Ναυσίθοος και η Μάκρις, η τροφός του Διόνυσου θα τον εξάγνιζαν. Αυτός ο Ύλλος μετανάστευσε μαζί με πλήθος άποικων Φαιάκων στην Κρόνια Θάλασσα και από αυτόν ονομάστηκαν Υλλαίοι (11).

κ. Ο στερνογεννημενός Ηρακλείδης λέγεται ότι ήταν ο αθλητής Θεαγένης από τη Θάσο, τη μητέρα του οποίου μια νύχτα επισκέφτηκε κάποιος στο ναό του  Ηρακλή και τον οποίο εκείνη πέρασε για τον Ιερέα του Ηρακλή, τον άντρα της δηλαδή, μα αργότερα αποδείχτηκε ότι ήταν ο θεός ο ίδιος (12).

λ. Τελικά η Πελοπόννησος κυριεύτηκε ξανά από την τέταρτη γενιά των Ηρακλειδών υπό την ηγεσία του Τημε­νου, του Κρεσφόντη και των διδύμων Προκλη και Ευρυσθένη αφού προηγουμένως σκότωσαν τον βασιλιά των Μυκηνών Τισαμενη, γιο του Ορέστη. Θα μπορούσαν να είχαν καταλάβει και νωρίτερα την Πελοπόννησο αν ένας από τούς πρίγκιπες τους δεν είχε σκοτώσει τον άκαρνανα Ποιητή Κάρνο ενώ εκείνος τους πλησίαζε ψέλνοντας τραγούδια προφητικά , τον είχαν περάσει για μάγο πού έστειλε εναντίον τους ο Τισαμενός . Η τιμωρία τους για τη Ιεροσυλία ήταν να βου­λιάξει ο στόλος τους και να σκορπιστεί το στράτευμά τους εξαιτίας κάποιου λιμού. Τότε το μαντείο των Δελφών συμβούλεψε να «εξορίσουν το φονιά για δέκα χρόνια και στη θέση του να τοποθετήσουν ως αρχηγό τον Τρίοπα». Ήταν κιόλας έτοιμοι να ξεκινήσουν στη Ρόδο για να φέρουν το γιο του Φόρβαντα Τριοπα, όταν ο Τημενός πρόσεξε κάποιον Όξυλο, αρχηγό μιας αιτωλικης φυλής, ο οποίος τότε ακριβώς ξεπλήρωνε κάποιο φόνο ή κάτι άλλο με εξορία ενός έτους στην Ηλιδα και έτυχε να καβαλάει ένα μονόφθαλμο άλογο. Τρίοψ σημαίνει «με τρία μάτια», τον πήρε λοιπόν κι ο Τημενός για οδηγό τους, και αφού αποβιβάστηκε στην Ήλιδα μαζί με τους Ηρακλειδες συγγενείς του, δεν άργησε να καταλάβει ολόκληρη την Πελοπόννησο και να τη μοιράσει δια κλήρου . Ο κλήρος πού είχε σημαδευτεί με έναν βάτραχο συμβόλιζε το Αργος και έπεσε στον Τήμενο , η Σπάρτη με σύμβολο το φίδι έπεσε στους δίδυμους Προκλη και Ευρυσθενη, ενώ η Μεσσήνη με σύμβολο την αλεπού έλαχε του Κρεσφόντη