Ο Θεόκριτος γεννήθηκε στις Συρακούσες τη σημαντική δωρική αποικία με την ισχυρότατη παράδοση στην κωμωδία (Επίχαρμος) και την πρωτοπορία στον μίμο (Σώφρων), αλλά πιθανώς έζησε και στην Αλεξάνδρεια και ίσως στην Κω. Με το όνομά του παραδίδονται, εκτός από τα επιγράμματα, τριάντα ειδύλλια, οκτώ από τα οποία θεωρούνται νόθα. Ποιο είναι το ακριβές περιεχόμενο του όρου εἰδύλλιον (που δεν έχει σχέση με ό,τι ονομάζουμε σήμερα ειδυλλιακό) δεν γνωρίζουμε. Βέβαιο είναι μόνο ότι πρόκειται για το υποκοριστικό του ουσιαστικού εἶδος και ότι το υποκοριστικό δεν έχει χαρακτήρα αξιολογικό αλλά περιγραφικό, δηλώνει δηλαδή ποιήματα μικρής έκτασης.
Το ειδύλλιο συνιστά νέο ποιητικό είδος, η δημιουργία του οποίου εντάσσεται στο γενικότερο πλαίσιο της αλεξανδρινής αναθεώρησης των παλαιότερων ποιητικών ειδών και της δημιουργίας νέων (επύλλιο, αιτιολογικό έπος κ.ά.). Τα ποιήματα του Θεόκριτου, τα οποία, με ελάχιστες εξαιρέσεις, είναι γραμμένα σε δακτυλικό εξάμετρο (το μέτρο του έπους) και σε δωρική διάλεκτο με ενοφθαλμισμένα στοιχεία από άλλες διαλέκτους, αντιστέκονται στις απόπειρες που έχουν γίνει κατά καιρούς να καταταγούν σε κατηγορίες, και λόγω της θεματικής ποικιλίας ("ποιμενικά", αστικά, μυθολογικά, ερωτικά) και γιατί σ᾽ αυτά συναιρούνται στοιχεία από διαφορετικά παλαιότερα ποιητικά είδη. Ιδιαίτερα στενά συνδέεται το ειδύλλιο με το έπος (μέτρο) και με τον μίμο (δωρική διάλεκτος, διάλογος, καθημερινά θέματα).
Την πιο ευδιάκριτη και την πιο συμπαγή ομάδα ειδυλλίων μέσα στη θεοκρίτεια συλλογή συγκροτούν τα ποιήματα που χαρακτηρίζονται με τον αρκετά ασαφή και ρευστό όρο βουκολικά και που αποτελούν το νέο που εκόμισε ο Θεόκριτος στην τέχνη, αφορμώμενος ενδεχομένως από ανάλογες λαϊκές παραδόσεις στη γενέτειρά του. Τα ποιήματα αυτά διαδραματίζονται στην ύπαιθρο, σε περιβάλλον παραδείσιο, και έχουν ήρωες άντρες της υπαίθρου (ποιμένες, γεωργούς) που συμμετέχουν σε μουσικούς και ποιητικούς̒ αγώνες̉ τραγουδώντας τον έρωτα ή τα πάθη, τα δικά τους ή των άλλων. Από την άποψη αυτή το πρώτο ειδύλλιο (Θύρσις ἢὨιδή), στο οποίο υπάρχουν όλα τα στοιχεία που αναφέραμε, έχει προγραμματικό χαρακτήρα. Οι ήρωες είναι δυο βοσκοί, ο ποιμένας (βοσκός προβάτων) Θύρσης και ένας ανώνυμος αιγοβοσκός, που συναντιούνται σ᾽ ένα τόπο παραδείσιο την ώρα της μεσημβρινής ραστώνης. Ο Θύρσης επαινεί τον αιγοβοσκό για το παίξιμο της σύριγγας, και εκείνος με τη σειρά του εγκωμιάζει τον Θύρση για τις επιδόσεις του στο τραγούδι και τον πείθει να τραγουδήσε "τα πάθη του Δάφνη", υποσχόμενος να του δώσει ως έπαθλο ένα ξυλόγλυπτο ποτήρι (κισσύβιον,)που το κοσμούν θαυμάσιες παραστάσεις. Ο αιγοβοσκός περιγράφει λεπτομερώς το κισσύβιον (στ. 27-61), το ταπεινό αντικείμενο με την περίτεχνη διακόσμηση, και ο Θύρσης τραγουδάει τα ἄλγεα του ερωτευμένου αρχετυπικού βουκόλου Δάφνη (στ. 64-145). Το ποίημα κλείνει με την παράδοση του επάθλου.
Ανθολογείται ο εισαγωγικός διάλογος των βοσκών και η αρχή και το τέλος της ωδής του Θύρση, που στίζεται από εφύμνια.
www.greek-language.gr