https://www.facebook.com/artemissky.blogspot?ref_type=bookmark

ΑΡΤΕΜΙΣ

ΑΡΤΕΜΙΣ
Ήταν θεά του κυνηγιού,”πότνια θηρών” κατά τον Όμηρο,θεά των αγριμιών και της Σελήνης.

ΕΛΛΑΣ - HELLAS

'' Επιόντος άρα θανάτου επί τον άνθρωπον, το μεν θνητόν, ως έοικεν, αυτού αποθνήσκει, το δ' αθάνατον, σώον και αδιάφθορον, οίχεται απιόν. `Οταν επέρχεται ο θάνατος στον άνθρωπο, το μεν θνητό μέρος αυτού, καθώς φαίνεται, πεθαίνει, το δε αθάνατο, η ψυχή, σηκώνεται και φεύγει σώο και άφθαρτο '' ΠΛΑΤΩΝΑ

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .
ΑΝΟΙΚΩ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Σάββατο 27 Μαΐου 2017

ΠΕΡΙΚΛΗΣ

Περικλής

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περικλής
Pericles Pio-Clementino Inv269.jpg
Γέννηση494 π.Χ. ή 495 π.Χ.
Αθήνα
Θάνατος429 π.Χ.
Αθήνα
Αιτία θανάτουΛοιμός των Αθηνών
Υπηκοότητα / Χώρα πολιτογράφησηςΑρχαία Αθήνα
Ιδιότηταπολιτικός και στρατιωτικός
ΣύζυγοςΑσπασία και Πρώτη σύζυγος του Περικλή
ΤέκναΠερικλής ο νεότεροςΠάραλος και Ξάνθιππος
ΓονείςΞάνθιππος και Αγαρίστη
ΑδέλφιαΑρίφρων
Αξίωμαστρατηγός (442 π.Χ. - 429 π.Χ.)
στρατηγός
Commons page Πολυμέσα
Ο Περικλής του Ξανθίππου ο Χολαργεύς (από τις λέξεις περί και κλέος δηλαδή o περιτριγυρισμένος από δόξαπερίδοξος, περίπου 495-429 π.Χ.) ήταν Αρχαίος Έλληνας πολιτικός, ρήτορας και στρατηγός του 5ου αιώνα π.Χ., γνωστού και ως «Χρυσού Αιώνα», και πιο συγκεκριμένα της περιόδου μεταξύ των Περσικών Πολέμων και του Πελοποννησιακού Πολέμου. Η δύναμη, δόξα και η φήμη την οποία χάρισε στην Αρχαία Αθήνα, δικαιώνουν απόλυτα το χαρακτηρισμό του Χρυσού Αιώνα. Η εποχή στην οποία ήταν κύριος της πολιτικής ζωής της Αρχαίας Αθήνας, δηλαδή μεταξύ του 461 π.Χ. και του 429 π.Χ., ονομάζεται μέχρι σήμερα «Εποχή του Περικλή». Γυναίκα του ήταν η Ασπασία.
Ο Περικλής εκμεταλλεύτηκε τη νίκη των ελληνικών δυνάμεων επί των Περσών και την άνοδο της ναυτικής δύναμης της Αθήνας προκειμένου να μετατρέψει τη Δηλιακή Συμμαχία σε «Αθηναϊκή Ηγεμονία», οδηγώντας την πόλη του στην μεγαλύτερη ακμή της ιστορίας της κατά την περίοδο των 14 συνεχόμενων ετών που εκλεγόταν στο αξίωμα του Στρατηγού. Σε στρατιωτικό επίπεδο, οι επεκτατικές και στρατιωτικές επιχειρήσεις που πραγματοποίησε κατά την διάρκεια της κυριαρχίας του είχαν σαν κύριο στόχο τη διαφύλαξη των συμφερόντων της Αθήνας. Τις επιχειρήσεις αυτές διεξήγαγε με τη βοήθεια του πανίσχυρου αθηναϊκού ναυτικού, το οποίο άρχισε να δυναμώνει την εποχή του Θεμιστοκλή και αργότερα του Κίμωνα, γιου του Μιλτιάδη. Ωστόσο, στην απόλυτη ακμή του έφτασε κατά την εποχή του Περικλή και αποτέλεσε τον κινητήριο μοχλό της αθηναϊκής υπερδύναμης. Ο Περικλής ήταν ηγέτης της Αθήνας μέχρι τα δύο πρώτα χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου, ώσπου το 429 π.Χ. απεβίωσε εξαιτίας του λοιμού των Αθηνών.
Υπήρξε μέγας προστάτης των τεχνών, της λογοτεχνίας και των επιστημών, και ο βασικός υπεύθυνος για το γεγονός ότι η Αθήνα έγινε το πολιτιστικό και πνευματικό κέντρο του αρχαίου κόσμου. Επίσης, σε αυτόν οφείλεται η κατασκευή πολλών από τα σημαντικά μνημεία που κοσμούσαν την Αρχαία Αθήνα, με εκείνα της Ακρόπολης να διατηρούν εξέχουσα θέση ανάμεσά τους. Επίσης, υπήρξε μέγας υποστηρικτής της δημοκρατίας και της ελευθερίας του λόγου και ως αποτέλεσμα, κατά την εποχή του, τέθηκαν οι βάσεις του λεγόμενου Δυτικού Πολιτισμού. Η δράση του δεν περιορίστηκε μόνο εκεί, αλλά ως ηγέτης των Αθηνών, με μία σειρά νόμων, υποστήριξε τις λαϊκές μάζες και τις βοήθησε να αποκτήσουν περισσότερα δικαιώματα σε βάρος της αριστοκρατικής τάξης στην οποία ανήκε κι ο ίδιος. Ήταν τόσο ανοικτός προς τις ευρύτερες μάζες, που πολλοί τον αποκαλούσαν λαϊκιστή.[1][2]
Οι φιλοδημοκρατικές του θέσεις αποτυπώνονται καλύτερα στον περίφημο «Επιτάφιο Λόγο» του προς τιμήν των πεσόντων του πρώτου έτους του Πελοποννησιακού Πολέμου, ο οποίος διασώθηκε από τον ιστορικό Θουκυδίδη. Ο τελευταίος θαύμαζε τόσο πολύ τον Περικλή, που τον αποκαλούσε «πρώτο πολίτη των Αθηνών».

Πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Περικλής αγορεύων στην Πνύκα, τοιχογραφία στο Maximmileaneum Palace Μονάχου, του Philipp von Foltz (1860)
Ο Περικλής γεννήθηκε στον Δήμο Χολαργού, βόρεια της Αθήνας, γύρω στο 495 π.Χ..α[›] Πατέρας του ήταν ο επίσης πολιτικός και στρατηγός των αρχών του 5ου αιώνα π.Χ., Ξάνθιππος, γνωστός επειδή βοήθησε στην καταδίκη του Μιλτιάδη για την αποτυχημένη αθηναϊκή εκστρατεία εναντίον της Πάρου το 489 π.Χ., για τον οστρακισμό του το 485 π.Χ., και κυρίως για το ότι ηγήθηκε των αθηναϊκών δυνάμεων στη Ναυμαχία της Μυκάλης τον Αύγουστο του 479 π.Χ., όπου οι Έλληνες πέτυχαν αποφασιστική νίκη εναντίον των Περσών. Μητέρα του ήταν η Αγαρίστη, μέλος της παλαιάς και ισχυρής αριστοκρατικής οικογένειας των Αλκμεωνιδών. Προπάππους της Αγαρίστης ήταν ο τύραννος της ΣικυώναςΚλεισθένης, ενώ θείος της ήταν ο μείζων μεταρρυθμιστής του αθηναϊκού πολιτεύματος, Κλεισθένης που επίσης ήταν μέλος της οικογένειας των Αλκμεωνιδών.β[›][3]
Σύμφωνα με την αφήγηση του φερόμενου ως «πατέρα της ιστορίας» και συγχρόνου του Περικλή, Ηροδότου, καθώς και του ιστορικού Πλουτάρχου, λίγες ημέρες πριν τη γέννηση του μεγάλου πολιτικού, η μητέρα του, Αγαρίστη, είδε στο ύπνο της ένα όνειρο όπου αντί για παιδί είχε φέρει στον κόσμο ένα λιοντάρι.[4][5] Οι υπηρέτριές της, όταν ξύπνησε από το φόβο της, τής είπαν πως το όνειρο ήταν καλό σημάδι, γιατί το λιοντάρι αντιπροσώπευε τη δύναμη και τη δόξα. Ωστόσο, πολλοί κωμωδιογράφοι και πολιτικοί του αντίπαλοι αργότερα κορόιδευαν τον Περικλή [5][6] και συνέδεαν το όνειρο αυτό με το ασυνήθιστο σχήμα του κεφαλιού του, εξαιτίας του οποίου τάχα απεικονιζόταν πάντα στις προτομές φορώντας περικεφαλαία. Εντούτοις, αυτό συνέβαινε απλώς γιατί χαρακτήριζε το αξίωμα του ως Στρατηγού της αθηναϊκής δημοκρατίας.[7]
Ο Περικλής ανήκε στην Ακαμαντίδα φυλή. Χάρη στον πλούτο και την υψηλή κοινωνική θέση της οικογενείας του πέρασε ήρεμα νεανικά χρόνια και είχε την τύχη όχι μόνο να ικανοποιήσει την αγάπη του για τη μελέτη,[8] αλλά και να γνωρίσει και να μαθητεύσει κοντά σε μερικούς από τους πιο ξακουστούς φιλοσόφους της εποχής του, όπως ήταν ο Ζήνων ο Ελεάτης, ιδρυτής της Ελεατικής Φιλοσοφικής Σχολής στην Κάτω Ιταλία, ο φιλόσοφος Πρωταγόρας, καθώς και ο φιλόσοφος, Αναξαγόρας ο Κλαζομένιος, με τον οποίο τον συνέδεε στενή φιλία [9][10] και από το χαρακτήρα του οποίου πιθανώς πήρε την πραότητα και τον αυτοέλεγχο, κύρια χαρακτηριστικά της μετέπειτα πολιτικής του.[11] Αξίζει επίσης να αναφέρουμε ότι διδάχθηκε μουσική από τους κορυφαίους μουσικούς εκείνης της εποχής όπως το Δάμωνα και, πιθανώς, τον Πυθοκλείδη.[9][12]

Πολιτική σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άνοδος στην πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άγαλμα του Περικλή στην πλατεία Κοτζιά
Το 472 π.Χ. ο Περικλής, οποίος έπρεπε τότε να βρίσκεται στις αρχές της τρίτης δεκαετίας της ζωής του, παρουσίασε το έργο Πέρσαι του τραγικού ποιητή Αισχύλου στα Διονύσια ως λειτουργός. Αυτό σημαίνει ότι πιθανόν τότε ήταν ένας από τους πλουσιότερους[13] και γνωστότερους ανθρώπους των Αθηνών. Μπορεί να θεωρείται τυχερός, καθώς κέρδισε το έργο που παρουσίαζε, οι Πέρσαι, ένα σπάνιο δείγμα μεγάλης συγγραφικής ικανότητας από τον πρώτο από τους τρεις μεγάλους τραγικούς της αρχαιότητας. Εκείνο τον καιρό, ο Περικλής παντρεύτηκε μία γυναίκα αγνώστου ονόματος, η οποία του χάρισε δύο γιους. Το μόνο που γνωρίζουμε με βεβαιότητα είναι ότι ο γάμος τους δεν ήταν καθόλου επιτυχημένος. Είναι χαρακτηριστικό ότι εκείνη την εποχή πρέπει να είχε γεννηθεί η μετέπειτα σύντροφός του, Ασπασία. Η πολιτική ενασχόληση του Περικλή, που ακολούθησε τα χνάρια του πατέρα του, πρέπει να άρχισε σχεδόν μία δεκαετία αργότερα και συγκεκριμένα το 463 π.Χ., όταν ήταν μέλος του κατηγορητηρίου εναντίον του Κίμωνα, γιου του στρατηγού Μιλτιάδη και ηγέτη της συντηρητικής παράταξης. Ο Κίμωνας είχε καταφέρει να εξοστρακίσει[14] τον ηγέτη των δημοκρατικών Θεμιστοκλή, ο οποίος αυτοκτόνησε στην Περσία, και να ανελιχθεί στα πολιτικά πράγματα της Αθήνας. Είχε κατηγορηθεί ότι είχε παραδώσει πολλά συμφέροντα των Αθηνών, στο βασίλειο της Μακεδονίας,[15] ενώ πιθανώς μεγάλο ρόλο πρέπει να έπαιξε και η παταγώδης αποτυχία που γνώρισε κατά τη διάρκεια του Γ’ Μεσσηνιακού Πολέμου. Τότε, η Σπάρτη είχε ζητήσει τη βοήθεια των Αθηνών για να καταπνίξει την εξέγερση των ειλώτων που εκμεταλλεύτηκαν το μεγάλο σεισμό του 464 π.Χ., επαναστάτησαν και οχυρώθηκαν στο φρούριο της Ιθώμης. Όταν ο Κίμων έφτασε στην Σπάρτη, οι Σπαρτιάτες αρνήθηκαν τη βοήθειά του, λέγοντας πως δεν είναι απαραίτητη. Τελικά, ο Κίμων αθωώθηκε αλλά η πολιτική του θέση κλονίστηκε σοβαρά.[16]
Μετά την δικαστική πάλη με τον ηγέτη των συντηρητικών Κίμωνα, ο Εφιάλτης, που ήταν ηγέτης της δημοκρατικής παράταξης στην οποία ανήκε ο Περικλής, αποφάσισε γύρω στο 461 π.Χ. να περάσει ένα ψήφισμα στην Εκκλησία του Δήμου, που θα αφαιρούσε πολλά[17] από τα εναπομείναντα προνόμια του Αρείου Πάγου, πού ήταν απομεινάρι του παλαιού αριστοκρατικού πολιτεύματος της Αθήνας. Το ψήφισμα πέρασε με αρκετά μεγάλη πλειοψηφία,[18] και πολλοί ιστορικοί πιστεύουν ότι με αυτό το γεγονός άρχισε η «ριζοσπαστικότερη δημοκρατία» της εποχής του Περικλή. Ο Εφιάλτης δολοφονήθηκε μετά από συνωμοσία ολιγαρχικών εναντίον του, λόγω της ριζικής και τολμηρής μεταρρύθμισης που επέβαλε με την λαϊκή ψήφο την ίδια χρονιά. Και όμως την ίδια χρονιά εξοστρακίστηκε ο προηγουμένως δημοφιλής πολιτικός Κίμωνας λόγω της λακωνόφιλης στάσης του και της ολοένα μεγαλύτερης απόστασης που είχε αρχίσει να χωρίζει το συντηρητικό κόμμα από τις ευρύτερες λαϊκές μάζες της Αθήνας, στην αυγή της Κλασσικής Εποχής. Ένας εξοστρακισμός του Κίμωνα δεν ήταν καθόλου εύκολος επειδή ο Κίμωνας ήταν πλούσιος και γενναιόδωρος,[19] ενώ και οι στρατιωτικές του επιτυχίες δεν ήταν καθόλου μικρές. Αυτό σήμαινε πως ο εξοστρακισμός του Κίμωνα ήταν μία τεράστια πολιτική νίκη του Περικλή.

Η Αθηναϊκή δημοκρατία στο απόγειό της[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετὰ μεγάλων δὲ σημείων καὶ οὐ δή τοι ἀμάρτυρόν γε τὴν δύναμιν παρασχόμενοι τοῖς τε νῦν καὶ τοῖς ἔπειτα θαυμασθησόμεθα, καὶ οὐδὲν προσδεόμενοι οὔτε ῾Ομήρου ἐπαινέτου οὔτε ὅστις ἔπεσι μὲν τὸ αὐτίκα τέρψει, τῶν δ' ἔργων τὴν ὑπόνοιαν ἡ ἀλήθεια βλάψει, ἀλλὰ πᾶσαν μὲν θάλασσαν καὶ γῆν ἐσβατὸν τῇ ἡμετέρᾳ τόλμῃ καταναγκάσαντες γενέσθαι, πανταχοῦ δὲ μνημεῖα κακῶν τε κἀγαθῶν ἀίδια ξυγκατοικίσαντες. περὶ τοιαύτης οὖν πόλεως οἵδε τε γενναίως δικαιοῦντες μὴ ἀφαιρεθῆναι αὐτὴν μαχόμενοι ἐτελεύτησαν, καὶ τῶν λειπομένων πάντα τινὰ εἰκὸς ἐθέλειν ὑπὲρ αὐτῆς κάμνειν
Απόσπασμα από τον «Επιτάφιο Λόγο» του Περικλή, όπως τον κατέγραψε ο ιστορικός Θουκυδίδης.
Η πραγματική άνοδος της Αθηναϊκής δημοκρατίας μόλις άρχισε όταν ο Περικλής παραμέρισε δια εξοστρακισμού τον κυριότερο πολιτικό του αντίπαλο, τον συντηρητικό Κίμωνα. Μετά από τον εξοστρακισμό του Κίμωνα, ο Περικλής συνέχισε να προτείνει ολοένα και πιο ριζοσπαστικούς νόμους,[18] που προωθούσαν τον βαθμό της δημοκρατίας σε πραγματικά δυσθεώρητα ύψη. Η πολιτική του Περικλή συνέχισε να είναι υπερβολικά φιλολαϊκή, πράγμα που τον κράτησε στην εξουσία τις επόμενες δύο δεκαετίες και του άνοιξε τον δρόμο, ώστε να κάνει την Αθήνα, την ισχυρότερη πόλη της Μεσογείου και την πιο ξακουστή στον αρχαίο κόσμο. Το 458 π.Χ. μείωσε το μέγεθος της απαιτούμενης περιουσίας πού έπρεπε να έχει κάποιος ώστε να γίνει Επώνυμος Άρχων. Λίγο μετά το 454 π.Χ., αύξησε τον μισθό των δικαστικών της Ηλιαίας.[20] Ο πλέον ριζοσπαστικός νόμος που επέβαλε ήταν αυτός του 451 π.Χ., που από καθαρή ειρωνεία της τύχης θα έχει μεγάλες συνέπειες στην κατοπινή προσωπική του ζωή. Ο νόμος αυτός, επέτρεπε σε κάποιον να αποκτήσει την αθηναϊκή υπηκοότητα μόνο εφόσον και οι δύο του γονείς ήταν Αθηναίοι, πλήττοντας ιδιαίτερα για άλλη μία φορά την τάξη των αριστοκρατών, επειδή πρακτικά απαγόρευε την απόκτηση αθηναϊκής υπηκοότητας στα παιδιά των αριστοκρατών πού είχαν το ένα γονέα από άλλη πόλη.[21] Πολλοί πιστεύουν ότι το έκανε για να εμποδίσει πιθανές ξένες επιρροές στην Αθήνα. Ακόμη επέτρεψε στις υποδεέστερες τάξεις να κατέχουν υψηλότερα αξιώματα από αυτά πού τους επιτρέπονταν μέχρι την εποχή του, επειδή ο Περικλής ήθελε μία διεύρυνση του Δήμου, του λαού πάνω στην οποία θα μπορούσε να στηρίξει τα μελλοντικά του προγράμματα. Ο Περικλής πίστευε ότι εκτός από τα άλλα, εάν αύξανε την δύναμη του λαού θα μπορούσε να αυξήσει την στρατιωτική και κυρίως ναυτική δύναμη της Αθήνας. Όλα αυτά γίνονταν καθώς οι κωπηλάτες των αθηναϊκών πλοίων προέρχονταν από τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα.[22]
Όστρακο με το όνομα του Περικλή
Οι ιστορικοί δεν είναι σίγουροι κατά πόσον η συγκεκριμένη στρατηγική του Περικλή ήταν καλή για την Αρχαία Αθήνα, και κατά πόσον ήταν καλή για την δημοκρατία γενικότερα. Ο ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος γράφει ότι ο Περικλής ήθελε να εδραιώσει[23] το δημοκρατικό πολίτευμα στην Αρχαία Αθήνα, προωθώντας μία σειρά φιλολαϊκών μέτρων τα οποία λειτούργησαν πολύ καλά όσο αυτός ήταν στην εξουσία, όμως μετά τον θάνατό του, η Αθήνα παρασύρθηκε σε έναν ωκεανό πολιτικής αβεβαιότητας και αναταραχής, κυβερνώμενη κυρίως από τυχοδιωκτικούς δημαγωγούς, όπως ο ανιψιός του Αλκιβιάδης και ο στρατηγός Κλέων, δικαιώνοντας απόλυτα τον συντηρητικό του αντίπαλο Κίμωνα, που υποστήριζε ότι η δημοκρατία δεν έχει πια περιθώρια περαιτέρω ανάπτυξης και εδραίωσης, και οποιεσδήποτε φιλολαϊκές υποχωρήσεις από αυτό το σημείο και έπειτα θα σήμαναν την βαθιά διάβρωση του πολιτικού και γενικότερα κοινωνικού ιστού της Αθήνας. Όπως λέει ο ιστορικός Τζάστιν Ντάνιελ Κινγκ, οι μεταρρυθμίσεις του Περικλή βοήθησαν τον λαό αλλά διέβρωσαν το κράτος, και το έκαναν πολύ πιο ευάλωτο. Ο ιστορικός Ντόναλντ Κάγκαν υποστηρίζει ότι οι μεταρρυθμίσεις του Περικλή, έβαλαν τις βάσεις για την τερατώδη ανάπτυξη πολιτικών δυνάμεων, που θα μπορούσαν μέσω τις φιλολαϊκής δημαγωγίας να καταστρέψουν την Αθήνα. Όταν ο Κίμωνας γύρισε από την δεκάχρονη εξορία το 451 π.Χ., δεν αντιτάχθηκε[24] στις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις του Περικλή, και ειδικότερα στην μεταρρύθμιση, όσον αφορά το δικαίωμα στην αθηναϊκή υπηκοότητα.

Οδηγώντας την Αθήνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά το θάνατο του αρχηγού των δημοκρατικών, Εφιάλτη, και τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις που αυτός άρχισε και ο Περικλής συνέχισε και διεύρυνε, πρακτικά εξελίχθηκε σε απόλυτο κυρίαρχο της πολιτικής ζωής της Αθήνας, αποτελώντας τον πολιτικό ηγέτη της δημοκρατικής παράταξης και της πόλης του, μέχρι τον θάνατό του, το 429 π.Χ., κατά την τρίτη χρονιά του Πελοποννησιακού Πολέμου.δ[›]

Πρώτος Πελοποννησιακός Πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προτομή του Περικλή, ρωμαϊκό αντίγραφο έργου του Κρεσίλα, Βρετανικό Μουσείο
Ο Περικλής οργάνωσε τις πρώτες του πολεμικές επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια του Πρώτου Πελοποννησιακού Πολέμου, μεταξύ Αθήνας και Σπάρτης και των συμμάχων τους, που περισσότερο έμοιαζε με έναν πόλεμο συμφερόντων μεταξύ των συμμαχικών πόλεων των δύο υπερδυνάμεων της Κλασσικής Αρχαιότητας. Ρόλο έπαιξε επίσης η συμμαχία της Αθήνας με τα Μέγαρα και το Άργος, που ήταν παραδοσιακός εχθρός της Σπάρτης. Το 454 π.Χ., υπό την ηγεσία του Περικλή, η Αθήνα επιτέθηκε[25] στη Σικυώνα και στην Ακαρνανία. Πριν την επιστροφή στην Αθήνα προσπάθησε να καταλάβει την πόλη Οιενιάδα στον Κορινθιακό Κόλπο, χωρίς επιτυχία.[26] Όταν επέστρεψε ο Κίμωνας από την εξορία το 451 π.Χ., ο Περικλής τού εμπιστεύτηκε την αρχηγία του Αθηναϊκού στρατού, και ο ίδιος περιορίστηκε στα καθήκοντά του μέσα στην Αθήνα. Πολλοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι αυτό έγινε επειδή ο Περικλής δεν είχε αποδείξει ότι ήταν μεγάλος στρατιωτικός ηγέτης, σε αντίθεση με τον Κίμωνα που ήταν γνωστός για τις επιτυχίες του εναντίον των Περσών στην τελευταία φάση των Περσικών Πολέμων. Έτσι, ο Περικλής συγκεντρώθηκε[27] σε αυτό πού ήταν πραγματικά καλός, δηλαδή στην εσωτερική διακυβέρνηση του κράτους, και πολύ ευρύτερα της ηγεμονίας των Αθηνών. Με αυτόν τον τρόπο πέτυχε κάτι το πραγματικά εξαιρετικό, δηλαδή τον πολιτικό γάμο μεταξύ της δημοκρατικής παράταξης της οποίας ηγούνταν και της συντηρητικής παράταξης του Κίμωνα.[24]
Στα μέσα της δεκαετίας του 450 π.Χ., η Αθήνα έκανε μία αποτυχημένη εκστρατεία εναντίον της Περσικής κυριαρχίας στην Αίγυπτο, στην προσπάθειά της να βοηθήσει τους Αιγύπτιους να αποτινάξουν τον περσικό ζυγό. Η εκστρατεία αποδείχθηκε καταστροφική, καθώς η αθηναϊκή στρατιά που πήγε να βοηθήσει τους Αιγύπτιους εναντίον των Περσών γνώρισε πανωλεθρία.[28] Λίγα χρόνια αργότερα και πιο συγκεκριμένα το 451 π.Χ., η Αθήνα απέστειλε στρατεύματα εναντίον των Περσών στην Κύπρο, όπου οι αθηναϊκές δυνάμεις υπό την ηγεσία του συντηρητικού Κίμωνα, σημείωσαν επιτυχίες, νικώντας τους Πέρσες στη μάχη της Σαλαμίνας στην Κύπρο, αλλά υπήρξαν παράλληλα μεγάλες απώλειες, καθώς το 449 π.Χ. πέθανε από ασθένεια ο στρατιωτικός ηγέτης της Αθήνας, Κίμωνας. Δεν είναι καθόλου σίγουρος[29] ο ρόλος του Περικλή σε αυτές τις δύο στρατιωτικές επιχειρήσεις των Αθηνών. Οι απόψεις των ιστορικών διίστανται για τον πραγματικό ρόλο και την επιρροή του Περικλή σε αυτές τις δύο εκστρατείες, και τις αποδίδουν περισσότερο στις στρατιωτικές φιλοδοξίες[30] του Κίμωνα, που ήταν πρακτικά αρχηγός του αθηναϊκού στρατού, και λιγότερο στην πολιτική επιρροή του Περικλή. Οι ιστορικοί διαφωνούν επίσης στο θέμα της Ειρήνης του Καλλία που υπογράφτηκε το 449 π.Χ. και με αυτή τερματίστηκαν οι συγκρούσεις μεταξύ Αθηναίων και Περσών. Ο ιστορικός Ερνστ Μπάντιαν υποστηρίζει ότι η Αθήνα παραβίασε μία προηγούμενη συμφωνία ειρήνης, που είχε υπογραφεί το 463 π.Χ., καθώς οι στρατιωτικές της επιχειρήσεις στην Αίγυπτο και στην Κύπρο συνιστούσαν απευθείας παραβίαση του συγκεκριμένου συμφώνου ειρήνης που αναφέρει ο Μπάντιαν. Η ύπαρξη αυτής της συμφωνίας ειρήνης είναι κάτι το οποίο έχει οδηγήσει σε διαφωνίες μεταξύ των ιστορικών.[31] Ο ιστορικός Τζον Φάιν, αντιθέτως, πιστεύει ότι η Περσία χρησιμοποίησε την ειρήνη του Καλλίας, όταν κατάλαβε ότι οι συνεχείς συγκρούσεις των αθηναϊκών συμφερόντων με τα περσικά συμφέροντα αποδυνάμωναν την Αθήνα, και την επιρροή της στο Αιγαίο, γεγονός που μείωνε τη ναυτική της ηγεμονία. Από την άλλη πλευρά, ο Κάγκαν, υποστηρίζει πως ο Καλλίας, ως γαμπρός του Κίμωνα, ήταν ένα σύμβολο ενότητας για τους Πέρσες και επιζητούσαν να ηγείται των διαπραγματεύσεων με την αθηναϊκή πλευρά.
Το 449 π.Χ., ο Περικλής πρότεινε την ίδρυση μίας συνομοσπονδίας των πόλεων του αρχαιοελληνικού κόσμου, ώστε να επανεξεταστεί το θέμα της επανακατασκευής των μνημείων πού είχαν καταστραφεί κατά την διάρκεια της περσικής εισβολής στην Ελλάδα, το 480 π.Χ..[32] Η ιδέα του Περικλή απέτυχε λόγω της άκαμπτης στάσης της Σπάρτης, παρόλο που μέχρι σήμερα οι πραγματικοί σκοποί του Περικλή δεν είναι απόλυτα διασαφηνισμένοι. Σύμφωνα με την κρίση των σύγχρονων ιστορικών, ο Περικλής ήθελε να αυξήσει τη δύναμη και την επιρροή της Αθήνας ακόμη περισσότερο,[31] να εισπράξει ακόμη περισσότερους φόρους και για αυτόν ακριβώς το λόγο συνάντησε την αντίσταση των Σπαρτιατών, οι οποίοι δεν ήθελαν περαιτέρω επέκταση της αθηναϊκής ηγεμονίας.
Όστρακο με το όνομα του Περικλή
Κατά τη διάρκεια του δεύτερου Ιερού Πολέμου, ο Περικλής βοήθησε τη Φωκίδα να ανακαταλάβει τους Δελφούς και να έχει υπό τον έλεγχο της το Μαντείο των Δελφών.[33] Το 447 π.Χ., ο Περικλής έκανε μάλλον την πιο επιτυχημένη στρατιωτική του επιχείρηση, όταν και έδιωξε τους βαρβάρους από την χερσόνησο της Καλλίπολης και εγκατέστησε Αθηναίους αποίκους σε αυτή τη στρατηγική θέση.[3][34] Την ίδια χρονιά, οι ολιγαρχικοί της Θήβας συνωμότησαν εναντίον της δημοκρατικής φιλοαθηναϊκής παράταξης της πόλης, και ο Περικλής ζήτησε την παράδοσή τους, ωστόσο μετά τη μάχη στην Κορώνεια, η Αθήνα έπρεπε να δεχτεί την ήττα ώστε να πάρει πίσω τους αιχμαλώτους πολέμου.[8] Έτσι, όλη η Βοιωτία έπεσε σε εχθρικά, για την Αθήνα, χέρια, ενώ στη Φωκίδα και στη Λοκρίδα, εγκαταστάθηκαν εχθρικές, προς την Αθήνα, ολιγαρχικές παρατάξεις. Το 446 π.Χ., όταν τα Μέγαρα και η Εύβοια επαναστάτησαν και ξέφυγαν από τον έλεγχο των Αθηνών, ο Περικλής επιτέθηκε στην Εύβοια, αλλά ο ερχομός των Σπαρτιατών στην Αττική τον υποχρέωσε να ακυρώσει τη στρατιωτική επίθεση και να επιστρέψει στην Αθήνα, όπου με διαπραγματεύσεις και δωροδοκίες έπεισε τους Σπαρτιάτες να γυρίσουν πίσω στη Σπάρτη.[35] Όταν αργότερα έγινε οικονομικός έλεγχος για τη διαχείριση κρατικών χρημάτων, η δαπάνη 10 ταλάντων από το κρατικό ταμείο δεν θα μπορούσε τυπικά να δικαιολογηθεί, επειδή στα επίσημα έγγραφα αναφερόταν ότι τα χρήματα χρησιμοποιήθηκαν για «πολύ σοβαρό σκοπό», δηλαδή για τη δωροδοκία. Ωστόσο, καθώς ο σκοπός αυτός ήταν προφανής για τους ελεγκτές, η δαπάνη τελικά εγκρίθηκε.[36] Μετά την αποχώρηση των Σπαρτιατών, ο Περικλής επιτέθηκε στην Εύβοια και επανεγκατέστησε την τάξη στην περιοχή, τιμωρώντας τους γαιοκτήμονες της Χαλκίδας με αφαίρεση των κτημάτων τους. Στους κατοίκους της Ιστιαίας, που έσφαξαν ένα πλήρωμα μίας αθηναϊκής τριήρεως, επιβλήθηκε η τιμωρία της εκδίωξής τους από την περιοχή, όπου εγκαταστάθηκαν 2.000 Αθηναίοι άποικοι.[36] Η κρίση τελείωσε οριστικά με την Τριακονταετή Ειρήνη, τον χειμώνα του 446/445 π.Χ., με την οποία η Αθήνα διατήρησε τις περισσότερες κτήσεις που είχε από το 460 π.Χ., και συμφώνησε με τη Σπάρτη να μην προσπαθήσει η μία πόλη να κερδίσει συμμάχους, σε βάρος της άλλης.

Επανακατασκευή της Ακρόπολης των Αθηνών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Φειδίας επιδεικνύει τα έργα στον Παρθενώνα στους φίλους του, έργο του Λώρενς Άλμα-Ταντέμα, λάδι σε καμβά, 1868
Το 449 π.Χ., ο Περικλής πρότεινε την επανακατασκευή της Ακρόπολης των Αθηνών, που είχε καταστραφεί από την επιδρομή του Ξέρξη στην Αθήνα το 480 π.Χ. Η Αθήνα ήταν το ηγετικό στέλεχος της Δηλιακής Συμμαχίας στα χρόνια πού ακολούθησαν μετά την περσική εισβολή, παίρνοντας το χρίσμα από την Σπάρτη, η οποία παραιτήθηκε για λόγους ευθιξίας από την ηγεσία της πανελλήνιας συμμαχίας, ανοίγοντας τον δρόμο για την εγκαθίδρυση της Αθηναϊκής Ηγεμονίας, πρακτικά μίας de facto Αθηναϊκής Αυτοκρατορίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 454 π.Χ., οι Αθηναίοι μετέφεραν το ταμείο της συμμαχίας από την Δήλο που ήταν το κέντρο της συμμαχίας, στην Ακρόπολη των Αθηνών, παίρνοντας τα χρήματα της συμμαχίας υπό τον έλεγχο τους. Κάτι τέτοιο επέτρεψε την κατασκευή μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς, όπως ο Παρθενώνας και το Ερεχθείο, αλλά προκάλεσε πολλά μελλοντικά προβλήματα στην Αθήνα, λόγω της ολοένα και περισσότερο αυτοκρατορικής συμπεριφοράς της.
Η ανακατασκευή της ακρόπολης ξεκίνησε το 447 π.Χ., κατόπιν εισήγησης του Περικλή, ο οποίος προσωπικά παρότρυνε τους συμπολίτες του, στο πιο φιλόδοξο οικοδομικό έργο της κλασσικής αρχαιότητας. Για την κατασκευή μόνο του Παρθενώνα, χρειάστηκαν 5.000 τάλαντα τον πρώτο χρόνο κατασκευής του ναού, την κατασκευή του οποίου επέβλεπε ο ίδιος ο Περικλής. Το πεντελικό μάρμαρο το οποίο χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή του Παρθενώνα, καθώς και γενικότερα της Ακρόπολης των Αθηνών, προκάλεσαν μελλοντικές αντιδράσεις από τις άλλες πόλεις της Δηλιακής Συμμαχίας. Κατά ειρωνικό τρόπο, οι κατασκευές έργων εξαιρετικής καλλιτεχνικής ομορφιάς όπως ο Παρθενώνας και το χρυσελεφάντινο άγαλμα της θεάς Αθηνάς, οδήγησαν στη χαλάρωση της Αθηναϊκής Ηγεμονίας. Ο Παρθενώνας χτίστηκε με 20.000 τόνους Πεντελικού Μαρμάρου και η διάρκεια κατασκευής του κράτησε 15 χρόνια. Κάποια έργα του Περικλή παρέμειναν ανολοκλήρωτα λόγω του Πελοποννησιακού Πολέμου που ξέσπασε στη διάρκεια της κατασκευής τους, και του ανταγωνισμού του Περικλή με τους πολιτικούς του, αντιπάλους.

Η οριστική ήττα των Συντηρητικών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 444 π.Χ., η δημοκρατική παράταξη του Περικλή και η συντηρητική του πολιτικού Θουκυδίδη βρέθηκαν σε ευθεία αντιπαράθεση για την εξουσία. Ο νέος και φιλόδοξος ηγέτης των συντηρητικών, συγγενής του Κίμωνα, Θουκυδίδης, κατηγόρησε τον Περικλή για κατασπατάληση των χρημάτων της Πολιτείας, για την ανοικοδόμηση των μεγάλων έργων της Αθήνας, που ο ίδιος επέβλεπε. Ο Θουκυδίδης κατάφερε στην αρχή να πάρει με το μέρος του τον λαό, στην Εκκλησία του Δήμου, αλλά αυτή η επιτυχία ήταν μικρή σε χρονική διάρκεια, καθώς ο Περικλής, όταν ανέβηκε στο βήμα, δήλωσε ότι θα αποπληρώσει τα έργα με χρήματα από τη δική του περιουσία, με τον όρο να χαραχθεί το όνομά του επάνω στα έργα.[37] Η δήλωσή του ανταμείφθηκε με χειροκροτήματα από το κοινό της Εκκλησίας του Δήμου. Όπως είπε ο πολιτικός και ολυμπιονίκης παλαιστής Θουκυδίδης αργότερα:
Ακόμη και εάν τον έριχνα κάτω με τις ικανότητες πάλης που έχω, αυτός θα το αρνιόταν και θα το αρνιόταν τόσο υπομονετικά και εμφατικά, έτσι ώστε ακόμη και αυτοί που θα έβλεπαν να τον ρίχνω κάτω, θα είχαν πειστεί ότι ποτέ δεν τον έριξα κάτω
Ο Θουκυδίδης γνώρισε μία μεγάλη και αναπάντεχη ήττα. Το 442 π.Χ., εξοστρακίστηκε για δέκα χρόνια από την Αθήνα, γεγονός που έκανε τον Περικλή, ξανά, απόλυτο ηγέτη της Αθήνας, σχεδόν μέχρι το θάνατό του.[37] Όπως είπε ο ιστορικός και σύγχρονος του Περικλή, Θουκυδίδης:
(Η Αθήνα) ήταν κατ’ όνομα δημοκρατία και στην πραγματικότητα, το πολίτευμα ενός άνδρα

Αθηναϊκή Ηγεμονία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ακρόπολη των Αθηνών, μεγάλο μέρος της οποίας αποπερατώθηκε την εποχή του Περικλή
Ο Περικλής ήθελε να επιβάλει και να σταθεροποιήσει την ηγεμονία της Αθήνας, και την ισχυρή επιρροή της στα εσωτερικά πράγματα άλλων πόλεων-κρατών. Η διαδικασία η οποία μετέτρεψε τη Δηλιακή Συμμαχία, μετά την αποχώρηση της Σπάρτης, σε Αθηναϊκή Ηγεμονία, θεωρείται ότι άρχισε ήδη πολύ πριν την ενασχόληση του Περικλή με την πολιτική ζωή στην Αρχαία Αθήνα.[38] Διάφορες πόλεις-κράτη της Δηλιακής Συμμαχίας, προτιμούσαν να πληρώνουν ετήσιο φόρο στη συμμαχία, πρακτικά στην Αθήνα, παρά να εφοδιάζουν τη συμμαχία με πολεμικά πλοία, κάτι πού ήταν σαφώς δυσκολότερο. Η μετατροπή της Δηλιακής Συμμαχίας σε Αθηναϊκή Ηγεμονία έγινε σαφώς εμφανέστερη στα χρόνια του Περικλή, λόγω της στρατηγικής και των μέτρων που πήρε ο Περικλής, για να ενδυναμώσει την θέση των Αθηνών. Το τελικό βήμα της επιβολής της Αθηναϊκής Ηγεμονίας, πιθανώς ήρθε μετά την παταγώδη αποτυχία της εκστρατείας στην Αίγυπτο, που οδήγησε πόλεις της συμμαχίας όπως η Μίλητος και η Ερυθραία να επαναστατήσουν εναντίον της αθηναϊκής κυριαρχίας. Πιθανό είναι οι πόλεις της Δηλιακής Συμμαχίας να επαναστάτησαν λόγω της θέλησης να λάβουν μεγαλύτερο μερίδιο από το συμμαχικό ταμείο. Μετά τη μεταφορά του συμμαχικού ταμείου από τη Δήλο, το 454/453 π.Χ.,[39] η Αθήνα είχε καταφέρει να επανακτήσει τον έλεγχο στους συμμάχους της, στη Μίλητο και στην Ερυθραία μέχρι το 449 π.Χ., το αργότερο. Το 447 π.Χ., ο Κλέαρχος πρότεινε την εφαρμογή του ασημένιου νομίσματος, με μέτρα και σταθμά για όλους τους συμμάχους των Αθηνών. Σύμφωνα με τη συμφωνία, το πλεόνασμα από την κατασκευή των νομισμάτων θα διοχετευόταν σε «ειδικά έργα», και οποιοσδήποτε πρότεινε τη χρήση των χρημάτων για άλλους σκοπούς θα τιμωρούνταν με την ποινή του θανάτου.[40] Το 449 π.Χ., ο Περικλής ζήτησε να επιτραπεί η χρήση 9.000 ταλάντων, ποσό πολύ μεγάλο για την εποχή εκείνη, για την ανακατασκευή της Ακρόπολης των Αθηνών, συμπεριλαμβανομένου των Προπυλαίων, του Παρθενώνα και του χρυσελεφάντινου αγάλματος της Αθηνάς από τον γλύπτη και φίλο του Φειδία. Ο ακαδημαϊκός Άγγελος Βλάχος υποστηρίζει ότι χρήση των χρημάτων του ταμείου της συμμαχίας συνιστά μία από τις μεγαλύτερες καταχρήσεις της ιστορίας, αποτέλεσμα της οποίας ήταν ωστόσο μερικά από τα ωραιότερα μνημεία του αρχαίου κόσμου.[41]

Πόλεμος της Σάμου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πόλεμος της Σάμου ήταν ένα από τα τελευταία στρατιωτικά γεγονότα στα οποία ήταν αναμειγμένη η Αθήνα πριν από την έναρξη του Πελοποννησιακού Πολέμου. Μετά τον εξοστρακισμό του Θουκυδίδη, ο Περικλής έγινε Στρατηγός και πάλι, που ήταν και η μοναδική επίσημη πολιτική θέση που κατείχε. Η επιρροή του στα πράγματα της Αθήνας και της Αθηναϊκής Ηγεμονίας, ήταν όμως τόσο μεγάλη που πρακτικά ήταν ο απόλυτος και αδιαμφισβήτητος ηγέτης των Αθηνών. Το 440 π.Χ. είχε ξεσπάσει πόλεμος μεταξύ της Σάμου και της Μίλητου, για τον έλεγχο της Πριήνης, μίας αρχαίας πόλης κοντά στην Μυκάλη. Οι Μιλήσιοι ζήτησαν την βοήθεια των Αθηνών να σταματήσουν τον πόλεμο. Όταν οι Σάμιοι αρνήθηκαν να σταματήσουν τον πόλεμο, παρά την απαίτηση των Αθηναίων για κάτι τέτοιο,[42] ο Περικλής πέρασε[43] ένα ψήφισμα εναντίον των Σαμίων, σύμφωνα με το οποίο παρά τη διαταγή προς τους Σάμιους να σταματήσουν τις πολεμικές συγκρούσεις με τους Μιλήσιους, εκείνοι δεν πειθάρχησαν, δίνοντας στην Αθήνα το δικαίωμα να επιβάλει την τάξη.ε[›] Σε ναυμαχία εναντίον των Σαμίων, οι Αθηναίοι με ηγέτη τον Περικλή και εννέα ακόμη στρατηγούς, συμπεριλαμβανομένου και του Σοφοκλή, κέρδισαν τη μάχη και επέβαλαν μία φιλοαθηναϊκή κυβέρνηση στη Σάμο. Όταν οι Σάμιοι επαναστάτησαν, ο Περικλής υποχρέωσε τους ηγέτες της Σάμου να παραδοθούν μετά από οκτάμηνη σκληρή πολιορκία, η οποία προκάλεσε αγανάκτηση στους Αθηναίους ναύτες.[44] Κατόπιν, ο Περικλής κατέπνιξε άλλη μία εξέγερση στο Βυζάντιο, και επέστρεψε στην Αθήνα, όπου απέδωσε τιμές στους πεσόντες Αθηναίους που πολέμησαν στην Σάμο και στο Βυζάντιο.[45]
Μεταξύ του 438 και 436 π.Χ. ο Περικλής οδήγησε τον αθηναϊκό στόλο στις όχθες του Πόντου, όπου δημιούργησε δεσμούς φιλίας με τις ελληνικές παραθαλάσσιες πόλεις της περιοχής.[46] Ο Περικλής ασχολήθηκε επίσης με την εσωτερική ενδυνάμωση των Αθηνών, με την κατασκευή του «Μεσαίου Τείχους» το 440 π.Χ. και με τη δημιουργία νέων κληρουχιών στην Άνδρο, στη Νάξο και στους Θούριους της Κάτω Ιταλίας το 444 π.Χ., που χτιζόταν με πρωτοβουλία του Περικλή στη θέση της ξακουστής Σύβαρης, η οποία είχε καταστραφεί το 510 π.Χ. στον πόλεμο με τον Κρότωνα. Σημαντική κληρουχία δημιουργήθηκε επίσης στην Αμφίπολη της Μακεδονίας, μεταξύ 437 π.Χ. και 436 π.Χ.[47]

Αντίπαλοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Περικλής και οι φίλοι του στη δημοκρατική Αθήνα της Κλασσικής Εποχής δεν ήταν καθόλου άτρωτοι σε πολιτικές ή και προσωπικές επιθέσεις, επειδή ο ρόλος του Περικλή στη διακυβέρνηση της Αρχαίας Αθήνας δε σήμαινε απαραίτητα ότι ο ίδιος και οι ομοϊδεάτες του είχαν την απόλυτη κυριαρχία, καθώς το αξίωμα του Περικλή δεν του έδινε τέτοιο δικαίωμα.[48] Λίγο πριν την έναρξη του Πελοποννησιακού Πολέμου, ο Περικλής, η σύντροφός του Ασπασία, και ο φίλος του, διάσημος γλύπτης Φειδίας, δέχθηκαν μία σειρά δικαστικών επιθέσεων σε βάρος τους.
Ο Φειδίας, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για την ανοικοδόμηση όλων των κτιριακών συγκροτημάτων που του είχε αναθέσει ο Περικλής, κατηγορήθηκε πρώτα ότι έκλεψε ένα συγκεκριμένο ποσό χρυσού, ώστε να προσθέσει τη δική του μορφή, ως ενός φαλακρού άντρα, στην ασπίδα της θεάς Αθηνάς στο χρυσελεφάντινο άγαλμά της, φιλοτεχνώντας μια σκηνή που απεικόνιζε τον εαυτό του, μαζί με μία άλλη μορφή που έμοιαζε υπερβολικά στον Περικλή, να πολεμούν εναντίον των μυθικών Αμαζόνων.[49] Ένας ψευδομάρτυρας, ονόματι Μένωνας, κατέθεσε επίσης εναντίον του Περικλή. Η Ασπασία, που ήταν γνωστή για τις συμβουλευτικές της ικανότητες και ως εξαιρετική συνομιλητής, κατηγορήθηκε ότι διέφθειρε τις γυναίκες των Αθηνών για να ικανοποιήσει τον Περικλή.[50] Ήταν επίσης γνωστή εταίρα, αλλά οι ιστορικοί διαφωνούν για το εάν είχε στην κατοχή της οίκο ανοχής,[51][52]καθώς πολλοί σύγχρονοι μελετητές απορρίπτουν κάτι τέτοιο.[53][54] Οι κατηγορίες εναντίον της ήταν μάλλον συκοφαντίες και φημολογίες της Αθήνας εκείνης της εποχής. Η Ασπασία αθωώθηκε μετά από μία σπάνια συναισθηματική έκρηξη του Περικλή, που υπήρξε οδυνηρή εμπειρία για τον ίδιο προσωπικά. Παρόλα αυτά, ο φίλος του Περικλή, γλύπτης Φειδίας, πέθανε στη φυλακή και ο έτερος φίλος του, φιλόσοφος Αναξαγόρας, δέχθηκε επίθεση από την Εκκλησία του Δήμου για τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις.[49] Μετά από αυτές τις αρχικές επιθέσεις, η Εκκλησία επιτέθηκε στον ίδιο τον Περικλή, για κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος και για κατάχρηση εξουσίας. Πολλοί πιστεύουν ότι ο Περικλής εσκεμμένα δεν απέφυγε τον πόλεμο, επειδή η πολιτική του θέση είχε αρχίσει να κλονίζεται πολύ σοβαρά. Κατά ειρωνεία της τύχης, ο Πελοποννησιακός Πόλεμος άρχιζε τη στιγμή που η θέση του Περικλή είχε αρχίσει να κλονίζεται. Ο Μπέλοχ υποστηρίζει πως ο Περικλής υποστήριξε την επιλογή του πολέμου ώστε να αποφύγει τον αυξανόμενο εσωτερικό ανταγωνισμό,[55] εντός των Αθηνών, για πρώτη φορά μετά τη θριαμβευτική πολιτική νίκη του επί του συντηρητικού πολιτικού ηγέτη Θουκυδίδη, πριν από μία δεκαετία.

Πελοποννησιακός Πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρτης που απεικονίζει την αθηναϊκή ηγεμονία το 431 π.Χ., την πρώτη χρονιά του Πελοποννησιακού πολέμου
Οι αιτίες του Πελοποννησιακού Πολέμου είναι μέχρι σήμερα αντικείμενο συζήτησης των ιστορικών, καθώς δεν υπάρχει ταύτιση ως προς τα συγκεκριμένα αιτία που οδήγησαν στον καταστροφικό για όλους τους Έλληνες πόλεμο. Πολλοί αρχαίοι ιστορικοί αποδίδουν κύρια ευθύνη στον Περικλή και στην Αθήνα. Ο Πλούταρχος, πιστεύει ότι κύριος λόγος του μεγάλου πολέμου ήταν η υπεροψία της Αθήνας και της μεγάλης ναυτικής ηγεμονίας που είχε δημιουργήσειστ[›]. Ο Θουκυδίδης, αποδίδει τον πόλεμο στη σπαρτιατική πλευρά και στο φόβο των Σπαρτιατών μπροστά στη δημιουργία μίας ισχυρής Αθήνας και της ολοένα αυξανόμενης δύναμής της. Ο Θουκυδίδης έχει κατηγορηθεί για αντισπαρτιατικές απόψεις τουζ[›].
Ο Περικλής ήταν πεπεισμένος ότι ο πόλεμος με την Πελοποννησιακή Συμμαχία ήταν πραγματικά αναπόφευκτος, αν όχι καλοδεχούμενος.[56] Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο, δε δίστασε να στείλει τον αθηναϊκό στόλο στην Κέρκυρα, ώστε να βοηθήσει τον κερκυραϊκό στόλο που πολεμούσε εναντίον του κορινθιακού στόλου, παραδοσιακού συμμάχου της Σπάρτης. Το 433 π.Χ., ο ενωμένος αθηναϊκός και κερκυραϊκός στόλος αντιμετώπισε τον κορινθιακό στα νερά της Κέρκυρας, σε μία μάχη χωρίς τελικό νικητή. Το 432 π.Χ., οι Αθηναίοι κέρδισαν τους Κορίνθιους αποίκους στη μάχη της Ποτίδαιας, στις ακτές της Μακεδονίας, ενισχύοντας το αντι-αθηναϊκό αίσθημα των Κορινθίων. Την ίδια περίοδο, ο Περικλής επέβαλε οικονομικό αποκλεισμό στη γειτονική πόλη των Αθηνών, τα Μέγαρα, διαλύοντας την οικονομία της πόλης και τραυματίζοντας την τριακονταετή συμφωνία ειρήνης με τη Σπάρτη, η οποία ήταν σύμμαχος των Μεγαρέων. Οι Αθηναίοι, με τη σειρά τους, θεωρούσαν πως οι Μεγαρείς είχαν καλλιεργήσει ιερή γη που ήταν αφιερωμένη στη θεά Δήμητρα και επιπλέον παραχωρούσαν άσυλο σε δούλους που ξέφευγαν από την Αθήνα, γεγονός ανίερο για τους ίδιους.[57]
Μετά από συνομιλίες με τους συμμάχους της, η Σπάρτη απαίτησε από την Αθήνα την εκδίωξη των μελών της αριστοκρατικής οικογενείας των Αλκμεωνιδών από την Αθήνα, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του Περικλή, και να άρει αμέσως το εμπάργκο που επέβαλε εναντίον της πόλης των Μεγάρων, απειλώντας με πόλεμο εάν οι απαιτήσεις της δεν πραγματοποιούνταν. Σκοπός της απαίτησης των Σπαρτιατών ήταν η δημιουργία χάσματος μεταξύ του Περικλή και του Δήμου, γεγονός που συνέβη λίγα χρόνια αργότερα.[58] Οι Αθηναίοι ακολούθησαν τις οδηγίες του Περικλή, που παρότρυναν να μη δεχθούν τις παράλογες απαιτήσεις των αντιπάλων τους, αφού η Αθήνα ήταν στρατιωτικά ισχυρότερη. Ο Περικλής δεν ήθελε να υποχωρήσει στις απαιτήσεις της Σπάρτης, επειδή πίστευε ότι σε αυτή την περίπτωση θα επανερχόταν με περισσότερες απαιτήσεις.[59] Υποστήριξε πως η Αθήνα θα προέβαινε σε άρση του εμπάργκο στα Μέγαρα, μόνο εάν η Σπάρτη εγκατέλειπε την τακτική της ξενηλασίας και αναγνώριζε την αυτονομία των συμμαχικών της πόλεων, άποψη που μαρτυρά ότι και η Σπαρτιατική Ηγεμονία ήταν σκληρή.[60] Οι όροι του Περικλή δεν έγιναν αποδεκτοί από τη Σπάρτη, και με δεδομένο πως καμία πλευρά δεν υποχωρούσε, ο πόλεμος ήταν πλέον αναπόφευκτος. Υπάρχουν πολλοί λόγοι που υποχρέωσαν τον Περικλή σε αυτή την άκαμπτη στάση. Ο πρώτος, όπως υποστηρίζουν ο Αθανάσιος Γ. Πλατιάς και ο Κωνσταντίνος Κολιόπουλος, είναι πως ο Περικλής επέλεξε τον πόλεμο από την υποχώρηση μπροστά στις απαιτήσεις της Σπάρτης, επειδή δεν ήθελε να δείξει ότι η Αθήνα και η Δηλιακή Συμμαχία (Αθηναϊκή Ηγεμονία) ήταν αδύναμες, κάτι που ενδεχομένως ήταν σε θέση να διαταράξει τη συμμαχία.

Πρώτο έτος του πολέμου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 431 π.Χ., και ενώ η ειρήνη ήταν εύθραυστη, ο βασιλιάς της Σπάρτης Αρχίδαμος Β΄ απέστειλε μία νέα αντιπροσωπεία, με την οποία ζήτησε από την Αθήνα να δεχτεί τους όρους της Σπάρτης. Στη σπαρτιατική αντιπροσωπεία δεν επετράπη η είσοδος στην Αθήνα, καθώς ο Περικλής είχε απαγορεύσει κάτι τέτοιο, εφόσον διαπιστωνόταν ότι η Σπάρτη είχε λάβει στρατιωτικά μέτρα εναντίον της Αθήνας. Εκείνη την περίοδο, ο σπαρτιατικός στρατός συγκεντρωνόταν στην Κόρινθο και οι Αθηναίοι αρνήθηκαν για αυτό το λόγο την είσοδο στους αντιπροσώπους της Σπάρτης.[61] Όταν και οι τελευταίες του προσπάθειες για διαπραγματεύσεις με τους Αθηναίους απέτυχαν, ο Αρχίδαμος εισέβαλε στην Αττική αλλά την βρήκε έρημη, καθώς ο Περικλής είχε πείσει τους Αθηναίους να οχυρωθούν πίσω από τα τείχη της Αθήνας.[62]
ἀνδρῶν γὰρ ἐπιφανῶν πᾶσα γῆ τάφος, καὶ οὐ στηλῶν μόνον ἐν τῇ οἰκείᾳ σημαίνει ἐπιγραφή, ἀλλὰ καὶ ἐν τῇ μὴ προσηκούσῃ ἄγραφος μνήμη παρ' ἑκάστῳ τῆς γνώμης μᾶλλον ἢ τοῦ ἔργου ἐνδιαιτᾶται.
Απόσπασμα από τον «Επιτάφιο Λόγο» του Περικλή, όπως τον κατέγραψε ο ιστορικός Θουκυδίδης.
Δεν υπάρχουν πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο ο Περικλής κατόρθωσε να πείσει τον αγροτικό πληθυσμό της Αττικής να εγκαταλείψει τα χωράφια και τις περιουσίες του. Για πολλούς, η μετακίνηση αυτή συνιστούσε βίαιη αλλαγή του τρόπου ζωής τους.[63] Έτσι, πολλοί αγρότες δεν ήταν καθόλου ικανοποιημένοι από την απόφαση του Περικλή. Εκείνος τους καθησύχασε με το επιχείρημα πως εάν ο εχθρός δεν κατέστρεφε την ακίνητη περιουσία του, που βρισκόταν έξω από τα τείχη, τότε θα την παραχωρούσε στο κράτος. Κατά τον Θουκυδίδη, ο Περικλής έδωσε αυτή την υπόσχεση θεωρώντας πως ο Αρχίδαμος, ο οποίος ήταν φίλος του, πιθανώς δεν θα κατέστρεφε την περιουσία του, είτε σε ένδειξη φιλίας, είτε στα πλαίσια πολιτικής σκοπιμότητας, προκειμένου να απομονώσει πολιτικά τον Περικλή από το Δήμο.[64] Σε κάθε περίπτωση, βλέποντας οι Αθηναίοι μέσα από τα τείχη την καταστροφή της περιουσίας τους στην ύπαιθρο, άρχισαν να δείχνουν την έντονη δυσαρέσκειά τους προς τον Περικλή, ενώ πολλοί από αυτούς θεωρούσαν πως τους εξώθησε στον πόλεμο. Παρά τη μεγάλη πίεση, ο Περικλής αρνήθηκε να αλλάξει την αρχική του στρατηγική απέναντι στον πόλεμο. Επίσης αρνήθηκε να ζητήσει τη γνώμη της Εκκλησίας του Δήμου, φοβούμενος μήπως οι Αθηναίοι αποφασίσουν να πολεμήσουν μόνοι τους τον ισχυρό Σπαρτιατικό Στρατό στην ύπαιθρο.[65] Τις συνελεύσεις των Πρυτάνεων, ο Περικλής δεν τις είχε υπό τον έλεγχό του, αλλά ο σεβασμός που είχε από τους Πρυτάνεις ήταν αρκετός ώστε να δεχτούν τις απόψεις του.[66] Ενώ ο σπαρτιατικός στρατός παρέμενε στην Αττική, ο Περικλής έστειλε ένα στόλο 100 πλοίων να λεηλατήσει τα παράλια της Πελοποννήσου και τοποθέτησε το ιππικό να φυλά τα κτήματα κοντά στα τείχη της πόλεως.[67] Όταν ο εχθρός έφυγε και η λεηλασία της αττικής υπαίθρου έλαβε τέλος, ο Περικλής πρότεινε ένα νόμο, σύμφωνα με τον οποίο η Αθήνα έπρεπε να δεσμεύσει ένα ποσό 1.000 ταλάντων και 100 πλοία, εάν η Αθήνα δεχόταν επίθεση από τη θάλασσα. Ακόμη, επέβαλε νόμο που καταδίκαζε σε θάνατο οποιονδήποτε πρότεινε διαφορετική χρήση των χρημάτων ή των πλοίων. Το φθινόπωρο του 431 π.Χ., ο Περικλής εισέβαλε στα Μέγαρα και λίγους μήνες αργότερα, και πιο συγκεκριμένα τον χειμώνα του 431 προς 430 π.Χ., απάγγειλε τον περίφημο Επιτάφιο Λόγο του, και με μνημειώδη συναισθηματισμό τίμησε τη δημοκρατία και τους πεσόντες πολεμιστές για την Αθήνα στη διάρκεια του πρώτου έτους του πολέμου.[68]

Τελευταίες στρατιωτικές επιχειρήσεις και ο θάνατός του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Περικλής με τον Αναξαγόρα, έργο του Ωγκυστέν-Λουί Μπελέ, λάδι σε καμβά
Το 430 π.Χ., ο Σπαρτιατικός Στρατός λεηλάτησε την Αττική για δεύτερη φορά αλλά ο Περικλής αρνήθηκε να αντιπαραταχθεί στους Σπαρτιάτες, και για δεύτερη φορά αρνήθηκε να αλλάξει την αρχική του στρατηγική.[69] Καθώς δεν επιθυμούσε να πολεμήσει τους Σπαρτιάτες σε ανοιχτή μάχη, ηγήθηκε ξανά μίας αθηναϊκής εκστρατείας ώστε να λεηλατήσει τα παράλια της Πελοποννήσου, παίρνοντας αυτή τη φορά 100 πλοία μαζί του. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, πριν την αρχή της εκστρατείας συνέβη μία έκλειψη Ηλίου που φόβισε τα πληρώματα των πλοίων, αλλά ο Περικλής τους καθησύχασε με τη βοήθεια των αστρονομικών γνώσεων που είχε αποκτήσει από τον Αναξαγόρα.[70] Το καλοκαίρι, στην Αθήνα ξέσπασε ο λοιμός των Αθηνών που προκάλεσε το θάνατο μεγάλου μέρους του πληθυσμού.[71] Η προέλευση του λοιμού είναι μέχρι σήμερα αντικείμενο μελέτης των επιστημόνωνη[›]. Στην περίπτωση του λοιμού, ο δήμος ξεσηκώθηκε εναντίον του Περικλή, και εκείνος υποχρεώθηκε να υπερασπιστεί τον εαυτό του, με ένα συναισθηματικό τελευταίο λόγο, μέρος του οποίου παραδίδεται από τον Θουκυδίδη.[72] Θεωρείται μεγάλη πράξη του Περικλή που δείχνει τις αρετές του, αλλά και την απογοήτευσή του, μπροστά στην αχαριστία των συμπολιτών του. Προσωρινά κατάφερε να μειώσει το μένος του Δήμου εναντίον του, αλλά οι εσωτερικοί εχθροί του επανεμφανίστηκαν, και κατάφεραν να του στερήσουν το αξίωμα του Στρατηγού και να τον τιμωρήσουν με χρηματικό πρόστιμο μεταξύ 15 και 50 ταλάντων.[70] Οι αρχαίες πηγές αναφέρουν ότι ο Κλέων, ένας νέος και φιλόδοξος πολιτικός ανταγωνιστής, ήταν ο εισαγγελέας στην δίκη του Περικλή.
Παρόλα αυτά, ο Περικλής επανέκτησε την εμπιστοσύνη του λαού και επανεξελέγη Στρατηγός, μόλις έναν χρόνο αργότερα, το 429 π.Χ.θ[›]. Ανέκτησε τον έλεγχο του αθηναϊκού στρατού και ηγήθηκε της Αθήνας σε όλες τις στρατιωτικές επιχειρήσεις το 429 π.Χ., έχοντας και πάλι την αθηναϊκή εξουσία στα χέρια του. Την ίδια χρονιά, ο Περικλής είδε τους δύο γιους του, τον Πάραλο και τον Ξάνθιππο να πεθαίνουν από το φοβερό λοιμό που χτύπησε την πόλη. Πέθανε και ο ίδιος από το λοιμό, τον Αύγουστο του 429 π.Χ.
Λίγο πριν το θάνατό του, οι φίλοι του Περικλή είχαν μαζευτεί γύρω από το κρεβάτι του, μιλώντας για τα κατορθώματά του κατά τη διάρκεια της ειρήνης, αλλά και για τα εννέα πολεμικά του τρόπαια. Ο Περικλής, παρόλο που ήταν άρρωστος, τους διέκοψε, λέγοντας πως είχαν ξεχάσει να αναφέρουν το σημαντικότερο κατόρθωμά του, που κατά τον ίδιο ήταν το γεγονός πως ποτέ κανένας εν ζωή Αθηναίος δεν έκλαψε γι' αυτόν.[73] Ο Περικλής, σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, έζησε κατά τα πρώτα δυόμιση χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου, και ο θάνατος του ήταν καταστροφικός για την Αθήνα, καθώς οι πολιτικοί διάδοχοί του ήταν υποδεέστεροι και προτιμούσαν να κατηγορούν τους άλλους για τα μειονεκτήματά τους, αντί να κάνουν κάτι καλό για την πόλη τους. Οι πολιτικοί του διάδοχοι ήταν απλώς δημαγωγοί που ως αποκλειστικό στόχο είχαν την κατάληψη της εξουσίας, ενώ η πολιτική τους ήταν καταστροφική για την Αθήνα.[74] Γράφοντας αυτά, ο Θουκυδίδης εκφράζει την πικρία του, όχι μόνο για το χαμό ενός άνδρα που θαύμαζε, αλλά και για τη δύναμη και τη δόξα της Αθήνας που είχε αρχίσει να φθίνει.

Προσωπική Ζωή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο φιλόσοφος Σωκράτης αναζητεί τον Αλκιβιάδη στο σπίτι της Ασπασίας. Έργο του Ζαν Λεόν Ζερομέ, 1861
Ο Περικλής, ακολουθώντας την αθηναϊκή παράδοση της εποχής, παντρεύτηκε πρώτα μία γυναίκα που ήταν κοντινή συγγενής του, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά, τον Ξάνθιππο και τον Πάραλο. Ο γάμος τους όμως δεν ήταν ευτυχισμένος και, γύρω στο 445 π.Χ., ο Περικλής χώρισε τη γυναίκα του και την προσέφερε σε έναν άλλο άνδρα για γάμο, με τη σύμφωνη γνώμη των αρσενικών μελών της οικογένειας της γυναίκας του.[75] Το όνομα της πρώτης του γυναίκας δεν είναι γνωστό, η μόνη πληροφορία που έχουμε σήμερα είναι ότι ήταν σύζυγος κάποιου Ιππόνικου, πριν παντρευτεί τον Περικλή, και μητέρα του Καλλία, από τον πρώτο της γάμο.[76] Η γυναίκα με την οποία συνδέθηκε ήταν η Μιλήσια Ασπασία, εταίρα από την Μίλητο και κατά πολλά χρόνια νεότερή του. Ο Σωκράτης την περιέγραψε ως την πιο έξυπνη και πνευματική γυναίκα της εποχής της. Η σχέση αυτή ήταν υπερβολικά τολμηρή, επειδή ο Περικλής τής συμπεριφερόταν ως ίση προς ίσο, κάτι που ήταν αδιανόητο για τους περισσότερους άνδρες εκείνης της εποχής, αν λάβουμε υπόψιν την κοινωνική θέση της γυναίκας στην Αρχαία Αθήνα.
Ακόμη και ο γιος του Περικλή Ξάνθιππος, ο οποίος είχε πολιτικές φιλοδοξίες, δε δίστασε να καταδικάσει αυτή τη σχέση του πατέρα του.[77] Αυτές οι κατηγορίες δεν έριξαν το ηθικό του, παρόλο που ξέσπασε σε κλάματα όταν τον κατηγόρησαν ότι διέφθειρε την ηθική της πόλης του, με αυτήν του την σχέση. Η μεγαλύτερη προσωπική του τραγωδία ήταν ο θάνατος των δύο παιδιών του, του Ξάνθιππου και του Πάραλου, από τον πρώτο του γάμο, καθώς και ο θάνατος της αδελφής του. Όλοι αυτοί πέθαναν από τον φοβερό λοιμό που χτύπησε την Αθήνα τα πρώτα χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου. Ο θάνατος τόσων συγγενικών προσώπων ήταν κάτι το οποίο ποτέ δεν κατάφερε ψυχολογικά να ξεπεράσει. Λίγο πριν από τον θάνατό του, οι Αθηναίοι άλλαξαν τον νόμο του 451 π.Χ. για το δικαίωμα στην αθηναϊκή υπηκοότητα, που έκανε τον μισό-Αθηναίο γιο του που είχε αποκτήσει με την Ασπασία, Περικλή τον νεώτερο, Αθηναίο πολίτη και νόμιμο κληρονόμο του.[78] Από ειρωνεία της τύχης, ο ίδιος ο Περικλής είχε προτείνει να ψηφιστεί νόμος που έλεγε ότι μόνο όσοι έχουν και τους δύο γονείς Αθηναίους έχουν το δικαίωμα στην υπηκοότητα της πόλης.[79]

Αποτίμηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Περικλής σημάδεψε μία ολόκληρη εποχή και ενέπνευσε αντικρουόμενες απόψεις για τις αποφάσεις που έλαβε στη διάρκεια της πολιτικής σταδιοδρομίας του. Το γεγονός πως ήταν στρατηγός, ρήτορας και πολιτικός ηγέτης, την ίδια ακριβώς εποχή, δυσχεραίνει την αντικειμενική αποτίμηση των ενεργειών του.

Ηγετικές ικανότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μερικοί σύγχρονοι μελετητές όπως η Σάρα Ρούντεν, αποκαλούν τον Περικλή λαϊκιστή και δημαγωγό,[80] ενώ άλλοι εκφράζουν τον θαυμασμό τους για τις ηγετικές του ικανότητες. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, όταν ο Περικλής ανέλαβε την εξουσία των Αθηνών, δεν ήταν πια ο ίδιος άνδρας όπως πριν αλλά είχε πραγματικά αλλάξει.[81] Οι αρχαίοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι ο Περικλής ήταν πραγματικά αδιάφθορος πολιτικός αλλά δεν ήταν αντίθετος στον πλουτισμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ιστορικός Θουκυδίδης δίνει ελάχιστη σημασία στις αρνητικές πλευρές του πολιτικού βίου του Περικλή, αλλά γράφει κυρίως για τις θετικές. Από την άλλη, ο Πλάτωνας, σε έναν από τους διαλόγους του αναφέρει ότι ο Περικλής έκανε την πόλη της Αθήνας μαλθακή και ματαιόδοξη, αφού αυτός επέβαλε το θεσμό των δημοσίων μισθών. Με αυτά τα λόγια, ο Πλάτωνας αποκηρύσσει πλήρως τη μυθοποίηση του Περικλή. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι έσπρωξε τον λαό της Αθήνας σε μία ματαιόδοξη και μαλθακή στάση, λόγω των πολλών φιλολαϊκών μέτρων που πρότεινε και με την υποστήριξη του Δήμου που επέβαλε.[82]
Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, ο Περικλής δεν ακολουθούσε αλλά ηγούνταν του λαού της Αθήνας. Κάποιοι μελετητές του 20ού αιώνα, όπως ο Μάλκολμ Μαγκρέγκορ και ο Τζων Μόρρισον, υποστήριξαν ότι πιθανόν ο Περικλής να ήταν μία χαρισματική και δημοφιλής προσωπικότητα που περισσότερο από ηγέτης υπήρξε μέγας σύμβουλος του λαού του.[83][84] Σύμφωνα με τον Ντάνιελ Κινγκ, αυξάνοντας ο Περικλής τη δύναμη του Δήμου, έχασε τον έλεγχο της εξουσίας, αφήνοντας τους Αθηναίους χωρίς πραγματικό ηγέτη. Κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου, η ανάγκη του Περικλή να βασιστεί στις ευρύτερες λαϊκές μάζες ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής.

Στρατιωτικές επιτυχίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Για περισσότερα από είκοσι χρόνια, ο Περικλής ηγήθηκε ενός μεγάλου αριθμού εκστρατειών, πολλών εκ των οποίων ήταν ναυτικές εκστρατείες. Ποτέ δεν έπαιρνε μεγάλα ρίσκα και ήταν πάντοτε πολύ προσεκτικός στην επιλογή των εκστρατειών. Ακολουθώντας τη στρατηγική σκέψη του Θεμιστοκλή, πίστευε ότι η Αθήνα έπρεπε να βασιστεί στη ναυτική της δύναμη, και θεωρούσε τους Πελοποννήσιους σχεδόν ανίκητους στην ξηρά.[85] Ο Περικλής επίσης προσπάθησε να αμβλύνει το πλεονέκτημα που είχε η πολεμική μηχανή της Σπάρτης στην ξηρά, ξαναχτίζοντας τα τείχη της Αθήνας. Σύμφωνα με τον καθηγητή Κλασσικών Σπουδών στο Πρίνστον, Τζοσία Όμπερ, η στρατηγική της επανακατασκευής των τειχών της πόλης του άλλαξε δραστικά τη χρήση της στρατιωτικής δύναμης στις σχέσεις μεταξύ των ελληνικών πόλεων-κρατών.[86]
Τα Μακρά Τείχη που συνέδεαν την Αθήνα με το λιμάνι του Πειραιά και ήταν ο βασικός κορμός της στρατηγικής του Περικλή στην αρχή του πολέμου
Κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, ο Περικλής βασίστηκε σε μία μεγαλειώδη αμυντική στρατηγική, που στόχο της είχε την εξασθένηση του αντιπάλου και τη διατήρηση του status quo.[87] Σύμφωνα με τον Πλατιά και τον Κολιόπουλο, η Αθήνα, ως η ισχυρότερη πόλη, δεν επέλεξε να νικήσει τη Σπάρτη με στρατιωτικά μέσα αλλά να καταστρέψει το στρατηγικό σχέδιο της Σπάρτης και των συμμάχων της. Τα δύο βασικά χαρακτηριστικά της στρατηγικής του Περικλή ήταν η αποφυγή αναβολής των οικονομικών κυρώσεων στα Μέγαρα και στην αποφυγή επέκτασης των συγκρούσεων, που δεν θα ήταν σε όφελος της Αθήναςια[›]. Σύμφωνα με τον Κάγκαν, η επιμονή του Περικλή στην απόρριψη μεγάλων εκστρατειών μάλλον οφείλεται στην πικρή ανάμνηση της αποτυχημένης εκστρατείας στην Αίγυπτο, την οποία είχε υποστηρίξει στην αρχή της πολιτικής του σταδιοδρομίας.[88] Για αυτό το λόγο, ο Χανς Ντέλμπρουκ τον αποκάλεσε ως έναν από τους μεγαλύτερους πολιτικούς και στρατιωτικούς ηγέτες της ιστορίας.[89] Παρόλο που οι συμπολίτες του ενεπλάκησαν σε πολλές στρατιωτικές επιχειρήσεις αμέσως μετά τον θάνατό του, δεν άλλαξαν τη στρατηγική του μέχρι και την τραγική εκστρατεία στη Σικελία.[90] Κατά τον Μπεν ντε Βετ, εάν ο Περικλής ζούσε περισσότερο, η στρατηγική του θα είχε επιτυχία.[91]
Οι διαφωνούντες με τη στρατηγικής του Περικλή δεν είναι λιγότεροι από τους υποστηρικτές της. Μια ευρέως διαδεδομένη άποψη θέλει τον Περικλής καλύτερο ρήτορα από στρατηγό.[92] Ο Ντόναλντ Κάγκαν υποστηρίζει ότι η στρατηγική του Περικλή εμπεριείχε ευσεβείς πόθους που πρακτικά ήταν δύσκολο να πραγματοποιηθούν και απέτυχε. Ο Μπάρι Στράους και ο Τζοσία Όμπερ, έχουν υποστηρίξει ότι ο Περικλής, ως στρατηγός, ήταν αποτυχημένος, συμβάλλοντας στην ήττα της Αθήνας στον πόλεμο. Ο Βίκτορ Ντέιβις Χάνσον προσθέτει ότι ο Περικλής δεν επεξεργάστηκε επαρκώς την επιθετική στρατηγική της πόλης του, ώστε να αντιμετωπίσει με επιτυχία μία πιθανή εισβολή.[93][94][95] Ο Κάγκαν ασκεί κριτική στη στρατηγική του Περικλή σε τέσσερα σημεία. Κατηγορεί τον Περικλή, καταρχήν, για την άρνησή του να προβεί σε μικρές παραχωρήσεις, οδηγώντας με αυτό τον τρόπο στον πόλεμο. Το δεύτερο σημείο της κριτικής του εστιάζει στην έλλειψη μυστικότητας γύρω από τη στρατηγική του, δίνοντας πλεονέκτημα στον αντίπαλο. Επιπλέον, κατά τον Κάγκαν, το σχέδιο ήταν αδύνατο να εκμεταλλευτεί πιθανές ευκαιρίες, ενώ παράλληλα βασιζόταν πολύ στον ίδιο τον Περικλή, με αποτέλεσμα να εγκαταλειφθεί μετά το θάνατό του.[96] Ο Κάγκαν υπολογίζει ότι ο Περικλής δαπανούσε περίπου 2.000 τάλαντα κάθε χρόνο για τις ανάγκες του Πελοποννησιακού πολέμου, και υποστηρίζει ότι ήταν σε θέση να ξοδέψει ένα τέτοιο ποσό μόνο για τρία χρόνια. Θεωρεί κατ' επέκταση πως για αυτό το λόγο, που λογικά ο Περικλής γνώριζε, ήταν προετοιμασμένος για έναν συντομότερο σε διάρκεια πόλεμο.[97][98] Άλλοι, όπως ο Ντόναλντ Νάιτ, υποστηρίζουν ότι η στρατηγική του ήταν υπερβολικά αμυντική χωρίς καμία πιθανότητα επιτυχίας.
Από την άλλη πλευρά, ο Πλατιάς και ο Κολιόπουλος, θεωρούν ότι οι Αθηναίοι έχασαν τον πόλεμο μόνον όταν εγκατέλειψαν τη μεγαλοφυή στρατηγική του Περικλή.[99] Κατά τον Χάνσον, η στρατηγική του Περικλή δεν ήταν καινοτόμος, ωστόσο μπορούσε να αποδώσει καρπούς. Κάτι που είναι πολύ συνηθισμένο, είναι η πίστη ότι οι πολιτικοί διάδοχοι του Περικλή δεν είχαν ούτε τις ικανότητες, ούτε τον χαρακτήρα του.[97] Κοινή πίστη είναι πως οι πολιτικοί διάδοχοι του Περικλή δε διέθεταν ούτε τις ικανότητες, ούτε το χαρακτήρα του.[100]

Ρητορικές ικανότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έργο του Βίκτορ Λερού (1682–1740) που απεικονίζει τον Περικλή και την Ασπασία να θαυμάζουν το άγαλμα της Αθηνάς στο εργαστήριο του Φειδία
Οι σύγχρονοι μελετητές του Θουκυδίδη προσπαθούν ακόμη να επανασυνδέσουν τους λόγους του Περικλή, ώστε να αποκτήσουμε μία πιο ολοκληρωμένη εικόνα για τις ρητορικές ικανότητες του Περικλή, και να διαχωρίσουμε τους λόγους του Περικλή από τα γραπτά του Θουκυδίδηιβ[›]. Επειδή ο Περικλής δεν κατέγραψε ούτε διένειμε τους λόγους τουιγ[›], οι ιστορικοί δεν μπορούν να είναι απολύτως σίγουροι ποιοι λόγοι και ποιες απόψειςιδ[›] ανήκουν στον ίδιο τον Περικλή και ποιοι ανήκουν στον Θουκυδίδη. Ο Θουκυδίδης παραδίδει τρεις από τους λόγους του Περικλή, τους οποίους έγραψε από μνήμης, γεγονός που καθιστά μάλλον απίθανο να μην προσέθεσε προσωπικά στοιχεία στους λόγους του Περικλή για τους οποίους γράφει. Παρόλο που ο Περικλής θεωρείται εξαιρετικός ρήτορας, πολλοί σύγχρονοι μελετητές υποστηρίζουν ότι η ομορφιά των λόγων του Περικλή οφείλεται περισσότερο στις συγγραφικές ικανότητες του Θουκυδίδη παρά στις ρητορικές του Περικλήιε[›]. Πιθανόν ο Θουκυδίδης να ενσωμάτωσε τις συγγραφικές του ικανότητες στους λόγους του Περικλή, ώστε να δημιουργήσει αυτήν την εικόνα που έχουμε σήμερα.
Ο Ντόναλντ Κάγκαν υποστηρίζει ότι ο Περικλής είχε έναν εκλεπτυσμένο τύπο λόγου, που δεν ήταν καθόλου χυδαίος, σε αντίθεση με τους περισσότερους δημαγωγούς της εποχής του. Σύμφωνα με τον Διόδωρο τον Σικελιώτη, θάμπωνε τους συμπολίτες του με τις ικανότητες λόγου που κατείχε. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, ο Περικλής απέφευγε να ξεσηκώνει τα πλήθη όπως ο παθιασμένος ρήτορας Δημοσθένης, αλλά πάντα μιλούσε με έναν πράο και ήρεμο τρόπο. Βεβαίως, ο Πλούταρχος αναφέρει ακόμη ότι οι λόγοι του Περικλή είχαν κάποια δόση υπεροψίας που δεν άρεσε σε πολλούς. Ο Πλούταρχος βασίζει αυτή την πληροφορία σε μαρτυρία του φιλόσοφου Ίωνα από την Χίο, σύγχρονου του Περικλή. Ο Γοργίας, στον ομώνυμο διάλογο του Πλάτωνα, χρησιμοποιεί τη ρητορική ικανότητα του Περικλή ως παράδειγμα μίας πραγματικά ανώτερης ρητορικής ικανότητας. Παρόλα αυτά, στο διάλογο του Μενέξενου, ο Σωκράτης αναφέρει ότι ο Περικλής είχε εκπαιδευτεί στη ρητορική από την Ασπασία, που είχε εκπαιδεύσει πολλούς ρήτορες, και ήταν σαφώς ανώτερος από έναν ρήτορα που είχε διδαχθεί τη ρητορική από τον Αντίφωντα. Επίσης αποδίδει τον Επιτάφιο Λόγο στην Ασπασία και επιτίθεται στους σύγχρονούς του για τη μυθοποίηση του Περικλή.
Οι Αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς αποκαλούσαν τον Περικλή «Ολύμπιο», εκθείασαν τις ικανότητές του, και έγραψαν ότι ο Περικλής κουβαλούσε τα όπλα του Δία όταν έβγαζε τους λόγους του. Σύμφωνα με τον Κουιντιλιάνο, ο Περικλής έκανε μία συγκεκριμένη προετοιμασία πριν βγάλει τους λόγους του, δηλαδή πήγαινε και προσευχόταν στους θεούς ώστε να μην εκστομίσει καμία λέξη κατά λάθος. Ο Σερ Ρίτσαρντ Γουέμπ αναφέρει ότι ο Περικλής ήταν ένας μοναδικός πολιτικός, στρατιωτικός και ρήτορας, επειδή κράτησε τη θέση του Στρατηγού για τόσα πολλά χρόνια, που κανείς πριν και μετά από αυτόν δεν κράτησε, και επειδή κέρδισε το σεβασμό των Αθηναίων, με τις σκέψεις και τις πράξεις του, όσο κανείς άλλος.

Κληρονομιά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Παρθενώνας είναι μία από τις μεγαλύτερες πολιτιστικές κληρονομιές του Περικλή
Ως μεγαλύτερη κληρονομιά που άφησε ο Περικλής θεωρούνται τα έργα τέχνης του Χρυσού Αιώνα της Αθήνας αλλά και τα λογοτεχνικά έργα της εποχής του, που διασώθηκαν μέχρι σήμερα. Η Ακρόπολη των Αθηνών, παρόλο που σήμερα είναι ερειπωμένη, στέκεται μέχρι σήμερα ως σύμβολο της σύγχρονης Αθήνας. Ο ιστορικός Παπαρρηγόπουλος υποστήριξε ότι αυτά τα έργα τέχνης είναι αρκετά για να κάνουν την Ελλάδα αθάνατη σε όλη την υφήλιο. Σε σχέση με την πολιτική κληρονομιά του Περικλή, ο Βίκτωρ Έρενμπεργκ υποστηρίζει ότι το βασικό στοιχείο της πολιτικής κληρονομιάς του Περικλή ήταν ο Αθηναϊκός ιμπεριαλισμός, ο οποίος δεν δίνει πραγματική δημοκρατία και ελευθερία στους πολίτες του.[101] Υποστηρίζεται ότι η προώθηση ενός τέτοιου ιμπεριαλισμού στο τέλος κατέστρεψε την Αθήνα.[102] Ο Περικλής και οι επεκτατικές πολιτικές του ενάντια στις πιο αδύναμες πόλεις-κράτη, έχουν γίνει αντικείμενο συζητήσεων και διαφωνιών.
Άλλοι αναλυτές επισημαίνουν ότι ο Αθηναϊκός ουμανισμός ήταν το κύριο χαρακτηριστικό του Χρυσού Αιώνα.[103] Η ελευθερία του λόγου θεωρείται η μεγαλύτερη και μακροβιότερη κληρονομιά που μας άφησε ο "Αιώνας του Περικλή".[104] Ο Περικλής θεωρείται ο ιδανικός τύπος ηγέτη στην Αρχαία Ελλάδα και ο Επιτάφιος Λόγος του, ακόμη και σήμερα θεωρείται συνώνυμο της πάλης για τη δημοκρατία και την ελευθερία.

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χρονολογία της ζωής του Περικλή
495 π.Χ.Γεννιέται στην Αθήνα.
470 π.Χ.Εισέρχεται στην πολιτική ζωή της πόλης του.
461 π.Χ.Γίνεται ο αρχηγός της δημοκρατικής παράταξης και εξοστρακίζει τον Κίμωνα.
454 π.Χ.Κάνει την πρώτη του εκστρατεία στην Συκυώνα και στην Ακαρνανία.
448 π.Χ.Οδηγεί τους Αθηναίους στην Μάχη των Δελφών.
447 π.Χ.Διώχνει τις βαρβαρικές φυλές από την χερσόνησο της Καλλίπολης.
445 π.Χ.Προσυπογράφει την Τριακονταετή Ειρήνη με την Σπάρτη.
442 π.Χ.Εξοστρακίζει τον πολιτικό του αντίπαλο, Θουκυδίδη.
440 π.Χ.Ηγείται της Αθήνας στον Σαμιακό πόλεμο.
438 π.Χ.Πολιορκεί το Βυζάντιο.
444 π.Χ. - 430 π.Χ.Γίνεται ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης της Αθήνας.
432 π.Χ.Δικάζεται μαζί με την Ασπασία, τον Φειδία και τον Αναξαγόρα.
431 π.Χ.Επιτίθεται στα Μέγαρα, αρχίζοντας τον μακρόχρονο Πελοποννησιακό πόλεμο.
430 π.Χ.Δεν επανεκλέγεται Στρατηγός μετά την λεηλασία της Αττικής από τα στρατεύματα της Πελοποννησιακής συμμαχίας.
429 π.Χ.Επανεκλέγεται Στρατηγός για τελευταία φορά, και πεθαίνει από τον λοιμό των Αθηνών μετά τον θάνατο των δύο γιων του, Ξάνθιππου και Πάραλου.
^ α: Η ακριβής χρονολογία γέννησης του Περικλή δεν είναι γνωστή. Εκτιμάται πως γεννήθηκε πριν από το 492/491 π.Χ. ώστε να είναι σε κατάλληλη ηλικία να παρουσιάσει το έργο Πέρσαι το 472 π.Χ. Δεν αναφέρεται ότι πήρε μέρος στους Περσικούς Πολέμους τις χρονιές 480 π.Χ. και 479 π.Χ. Μερικοί ιστορικοί πιστεύουν ότι είναι απίθανο να είχε γεννηθεί πριν το 498 π.Χ.
^ β:  Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι η Αγαρίστη ήταν εγγονή του Κλεισθένη αλλά χρονολογικά αυτό δεν φαίνεται ακριβές και έτσι πιστεύεται ότι ήταν ανιψιά του.
^ γ: Ο Θουκυδίδης καταγράφει αρκετούς λόγους τους οποίους αποδίδει στον Περικλή, αλλά αναφέρει ότι ήταν δύσκολο να θυμηθεί λέξη προς λέξη τους λόγους, και έτσι η συνήθειά του ήταν να καταλάβουν οι αναγνώστες των έργων του τι πραγματικά είχε πει ο Περικλής.
^ δ: Ο Αριστόδικος από την Τανάγρα δολοφόνησε τον Εφιάλτη. Ο Πλούταρχος γράφει ότι κάποιος Ιδομενέας έλεγε ότι άκουσε πως ο Περικλής σκότωσε τον Εφιάλτη, χωρίς όμως να το πιστεύει καθώς κάτι τέτοιο δεν ήταν στο χαρακτήρα του Περικλή.
^ ε: Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, ο Περικλής έβαλε την Αθήνα στον πόλεμο εναντίον της Σάμου για χάρη της Ασπασίας από την Μίλητο.[105]
^ στ: Ο Πλούταρχος περιγράφει αυτούς τους ισχυρισμούς αλλά δεν τους επιβεβαιώνει.[49] Ο Θουκυδίδης επιμένει, όμως, ότι ο Περικλής ήταν ακόμη ο ισχυρότερος άνδρας των Αθηνών.[106] Οι Γκομ και Βλαχος υποστηρίζουν την άποψη του Θουκυδίδη.[107][108]
^ ζ: Ο Βλάχος αναφέρει ότι ο Θουκυδίδης μας δίνει την εικόνα πως η ηγεμονία της Αθήνας ήταν σκληρή και αυταρχική, αλλά ο ιστορικός δε σχολιάζει την αυταρχική ηγεμονία της Σπάρτης την ίδια εποχή. Σύμφωνα με τον Βλάχο, η ήττα των Αθηνών στον πόλεμο έκανε την Σπαρτιατική Ηγεμονία ακόμη πιο σκληρή και αυταρχική. Ωστόσο, η εικασία πως η Σπάρτη απελευθέρωσε την υπόλοιπη Ελλάδα από την ηγεμονία των Αθηνών φαίνεται αβάσιμη.[109] Ο Geoffrey Ernest Maurice de Ste Croix, αναφέρει ότι η Ηγεμονία των Αθηνών ήταν καλοδεχούμενη ως παράγων σταθερότητας και δημοκρατίας για την υπόλοιπη Ελλάδα.[110][111]
^ η: Με βάση τις επιστημονικές μελέτες, οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι ο λοιμός ήταν πιθανόν ένας τύφος ή τυφοειδής πυρετός, και όχι χολέρα ή κάτι άλλο.[112]
^ θ:  Ο Περικλής κατείχε τη στρατηγία από το 444 π.Χ. μέχρι το 430 π.Χ. χωρίς διακοπή.[48]
^ ι: Ο Βλάχος ασκεί κριτική στον ιστορικό Θουκυδίδη, επειδή ο τελευταίος επισημαίνει μόνο τα θετικά σημεία του Περικλή και αγνοεί πλήρως τις φημολογίες και τις κατηγορίες εναντίον του Περικλή, αλλά και τις κατηγορίες εναντίον του Περικλή για διαφθορά.[113]
^ ια: Σύμφωνα με τον Πλατιά και τον Κολιόπουλο, η πολιτική του Περικλή αποτελούταν από πέντε κύρια σημεία: α) Την ισορρόπηση της δύναμης του αντιπάλου, β) Τη χρησιμοποίηση όλων των πλεονεκτημάτων και την απενεργοποίηση των πλεονεκτημάτων του αντιπάλου, γ) Την άρνηση της επιτυχίας του (πολιτικού) αντιπάλου και τη χρήση των αντιποίνων, δ) Τη διάβρωση της πηγής δύναμης του αντιπάλου, ε) Τη χρησιμοποίηση της πολιτικής κατάστασης στην πόλη προς όφελος των πολιτικών του στόχων.[114]
^ ιβ: Σύμφωνα με τον Βλάχο, ο Θουκυδίδης θα πρέπει να ήταν περίπου 30 ετών όταν ο Περικλής απάγγειλε τον Επιτάφιο Λόγο του, και πιθανώς ανήκε στο πλήθος που άκουγε τον λόγο.
^ ιγ: Ο Βλάχος υποστηρίζει ότι δε γνωρίζει ποιος έγραψε το λόγο, αλλά αυτός θα πρέπει να απαγγέλθηκε στο τέλος του 431 π.Χ. Σύμφωνα με τον Ρίτσαρντ Τζεμπ, οι λόγοι του Θουκυδίδη δίνουν μία εικόνα των λόγων του Περικλή και περιέχουν πιθανώς κάποια κύρια σημεία από τον πραγματικό λόγο του Περικλή, αλλά δεν μπορούμε να θεωρήσουμε σε καμία περίπτωση τον λόγο που μας παραδίδει ο Θουκυδίδης ως τον πραγματικό λόγο του Περικλή. Ο Τζον Ντόμπσον πιστεύει ότι ενώ η γλώσσα του λόγου είναι του ιστορικού, κάποια στοιχεία του λόγου ανήκουν στον Περικλή.[115] Ο Σίγκινγκ υποστηρίζει ότι στο λόγο ακούμε τη φωνή του πραγματικού Περικλή ενώ ο Ιωάννης Κακριδής επιμένει ότι ο Επιτάφιος Λόγος είναι κατασκεύασμα του Θουκυδίδη, επειδή το κοινό δεν είναι οι Αθηναίοι της εποχής του Περικλή αλλά οι Αθηναίοι του 400 π.Χ., οι οποίοι είναι απογοητευμένοι από την ήττα της πόλης τους.[116][117] Ο Γκομ δεν συμφωνεί με τον Κακριδή, και πιστεύει ότι ο Θουκυδίδης είναι αξιόπιστος.[112]
^ ιδ: Όπως αποφαίνεται ο Πλούταρχος. Σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια του 10ου αιώνα μ.Χ., τη Σούδα, ο Περικλής είχε κάποιον ο οποίος συστηματικά έγραφε τους λόγους του.[118] Ο Κικέρων αναφέρεται στο συγγραφικό έργο του Περικλή, αλλά οι παρατηρήσεις του δεν θεωρούνται αξιόπιστες.[119] Πιθανότατα, άλλοι συγγραφείς έκαναν χρήση του ονόματός του.[120]
^ ιε: Ο Ιωάννης Καλουτσινάκης υποστηρίζει ότι κανένας αναγνώστης δεν μπορεί να αρνηθεί ότι ο ρυθμός του Επιτάφιου Λόγου δεν ανήκει στον ίδιο τον Περικλή, και ότι ο όμορφα γραμμένος Επιτάφιος Λόγος είναι σχεδόν ολόκληρος ο λόγος του Περικλή, όπως με αρκετά μεγάλη ακρίβεια τον κατέγραψε ο Θουκυδίδης.[8] Σύμφωνα με τον Χάρβεϊ Γιούνις, ο Θουκυδίδης δημιούργησε το θρύλο της ρητορείας του Περικλή που έχει κυριαρχήσει από τότε.[121]https://el.wikipedia.org/

Η κριτική του Πλάτωνα στη Δημοκρατία

Η ισότητα του δικαιώματος συμμετοχής των πολιτών στην εκκλησία του δήμου, να εισακούονται από αυτήν και να κατέχουν δημόσια αξιώματα, παρόλο που ασφαλώς δεν οδηγούσε στην πλήρη εξασφάλιση ίσης εξουσίας για όλους τους πολίτες, ήταν αρκετή για να ανησυχήσει τους πιο γνωστούς επικριτές της αθηναϊκής δημοκρατίας, ένας από τους οποίους ήταν και ο Πλάτωνας. […]

Η δημοκρατία, κατά τον Πλάτωνα, παρουσιάζει μια σειρά ελλείψεις που συνδέονται η μία με την άλλη. Αυτές αναπτύσσονται σε αρκετά σημεία του πλατωνικού έργου, και ειδικότερα στις δύο περίφημες παραβολές της Πολιτείας για τον κυβερνήτη του πλοίου (408a) και το φύλακα ενός «μεγάλου δυνατού και καλοτρεφούμενου ζώου» (493a). Αξίζει να αρχίσουμε με την παραβολή του καραβοκύρη:

«Φαντάσου λοιπόν […] ο καραβοκύρης πρώτα να είναι πιο σωματώδης και πιο δυνατός απ’ όλους που είναι μες στο καράβι, μα να είναι μαζί και κάπως κουφός, να μη βλέπει και πολύ καλά και να μην καταλαβαίνει και πάρα πολλά πράματα από τη ναυτική τέχνη· οι ναύτες να μαλώνουν μεταξύ τους για την κυβέρνηση του πλοίου και να έχει ο καθένας την αξίωση να την πάρει αυτός απάνω του, χωρίς ποτέ του να έχει μάθει την τέχνη κι ούτε να μπορεί να μη πει μήτε με ποιον δάσκαλο μήτε ποιον καιρό την έμαθε, αλλά, μάλιστα και να υποστηρίζει πως αυτή δεν είναι πράγμα που διδάσκεται, κι αν κανείς λέει το εναντίον, να είναι έτοιμος να τον κομματιάσουν· φαντάσου τους ακόμα να κρέμονται όλοι τους απάνω στον καραβοκύρη και να τον παρακαλούν και να κάνουν το παν για να τους δώσει στο χέρι το τιμόνι, κι αν δεν το επιτύχουν και προτιμηθούν άλλοι, να τους σκοτώσουν και να τους ρίχνουν στη θάλασσα, έπειτα να μεθύσουν τον καλό τους καραβοκύρη ή να τον ποτίσουν με κανένα ναρκωτικό, ή να τον ξεφορτωθούν με όποιον άλλο τρόπο, και τότε να γίνουν αυτοί κύριοι του καραβιού, να ριχτούν στις προμήθειες και να το στρώσουν στο φαγοπότι και στο γλέντι, ενώ το καράβι θα πηγαίνει όπως φαντάζεται πια κανείς πως θα πηγαίνει· κι εκτός απ’ αυτά, να επαινούν και να ονομάζουν άξιο ναυτικό και κυβερνήτη και έμπειρο σ’ όλα τα ζητήματα της τέχνης εκείνον που τα καταφέρνει μια χαρά να τους βοηθήσει να πάρουν με το καλό ή με το κακό τη διοίκηση από τα χέρια του καραβοκύρη, ενώ κάθε άλλον που δεν είναι τέτοιος, τον κατηγορούν γι’ άχρηστο, χωρίς να είναι σε θέση να καταλαβαίνουν πως ο αληθινός κυβερνήτης πρέπει να το έχει δουλειά του να ξέρει τα γυρίσματα της χρονιάς, τις ώρες και τις εποχές, τον ουρανό, τ’ άστρα, τους ανέμους και ότι άλλο σχετίζεται με την τέχνη, αν πρόκειται να είναι στ’ αλήθεια κυβερνήτης του καραβιού· πως όμως θα το κυβερνήσει, είτε θέλουν είτε δεν θέλουν μερικοί από το πλήρωμα, αυτό νομίζουν πως δεν χρειάζεται καμιά ιδιαίτερη μάθηση ή τέχνη που να μπορεί να την αποκτήσει κανείς εκτός από την καθαυτό κυβερνητική· σε ένα λοιπόν καράβι που συμβαίνουν όλ’ αυτά, και βρίσκονται σ’ αυτή την κατάσταση τα πληρώματα, ποιαν ιδέα νομίζεις πως θα είχαν οι ναύτες για έναν αληθινό κυβερνήτη; Δε θα τον ονόμαζαν πραγματικά μωρολόγο άνθρωπο και μετεωροσκόπο και άχρηστο γι’ αυτούς;» (Πλάτωνα, Πολιτεία, 488a-489a, μετάφραση Ιωάννη Γρυπάρη).

Λέγοντας «αληθινός κυβερνήτης», ο Πλάτωνας εννοεί τη μειοψηφία που, με τις ικανότητες και την εμπειρία της, έχει το ισχυρότερο νόμιμο δικαίωμα να κυβερνήσει το σκάφος. Και τούτο επειδή ο λαός (οι ναύτες) χειρίζεται τις υποθέσεις του με βάση τις παρορμήσεις, τα συναισθήματα και τις προκαταλήψεις του. Ο λαός δεν έχει ούτε την εμπειρία ούτε τις γνώσεις γι’ ασφαλή ναυσιπλοΐα, δηλαδή δεν διαθέτει πολιτική κρίση. Επιπλέον, ο μόνος άρχοντας που θαυμάζει ο λαός είναι ο συκοφάντης, «αυτός που διακηρύττει ότι είναι φίλος και προστάτης των συμφερόντων του λαού» (Πολιτεία, 558b, 558c). Όλοι αυτοί που «συναγελάζονται με το πλήθος και θέλουν να είναι αρεστοί απ’ αυτό» μπορούν άμεσα «να συγκριθούν με τους ναύτες» (489c). Σε μια δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει σωστή ηγεσία· οι ηγέτες εξαρτώνται από τη λαϊκή επιδοκιμασία και επομένως συμπεριφέρονται με τέτοιο τρόπο ώστε να διατηρούν τη δημοτικότητα τους και το αξίωμά τους. Η πολιτική ηγεσία εξασθενεί εξαιτίας των υποχωρήσεων προς τις λαϊκές απαιτήσεις και επειδή η πολιτική στρατηγική βασίζεται σε ότι μπορεί να «πουληθεί». Η συνετή κρίση, οι δύσκολες αποφάσεις, οι σκληρές επιλογές, οι δυσάρεστες αλήθειες αναγκαστικά θα αποφεύγονται. Η δημοκρατία περιθωριοποιεί τους σώφρονες.

Επιπλέον, το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας είναι ασυμβίβαστο με τη διατήρηση της εξουσίας, της τάξης και της σταθερότητας. Όταν τα άτομα είναι ελεύθερα να κάνουν ότι θέλουν και απαιτούν ίσα δικαιώματα, ανεξάρτητα από τις ικανότητες και τη συνεισφορά τους, βραχυπρόθεσμα το αποτέλεσμα θα είναι η δημιουργία μιας φαινομενικά όμορφης κοινωνίας με «κάθε λογής ήθη και χαρακτήρες». Ωστόσο, μακροπρόθεσμα το αποτέλεσμα θα είναι η ενδοτικότητα και η ανοχή απέναντι στις «πονηρές» επιθυμίες, γεγονός που υπονομεύει το σεβασμό στις πολιτικές και ηθικές αρχές. Οι νέοι παύουν να φοβούνται και να σέβονται τους δασκάλους τους· διαρκώς προκαλούν τους μεγαλύτερους και οι τελευταίοι «μιμούνται τους νέους» (Πολιτεία, 563b). Κοντολογίς, «η ψυχή των πολιτών γίνεται τόσο ευπαθής, ώστε και στην ελάχιστη υποψία καταναγκασμού […] αγανακτούν και εξεγείρονται. Στο τέλος […] καταντούν να μη λογαριάζουν καθόλου τους νόμους […] για να μην έχουν κανέναν απολύτως κύριο» (Πολιτεία, 563b). Η «ύβρις» αποκαλείται «καλή ανατροφή, η αναρχία ελευθερία, η ακολασία μεγαλοπρέπεια και η αναίδεια ανδρεία» (560e). Η ψευδής «ισότητα στις ηδονές» οδηγεί «το δημοκρατικό άνθρωπο» να περνάει τη ζωή του «από μέρα σε μέρα». Αντίστοιχα, η κοινωνική συνοχή απειλείται, η πολιτική ζωή γίνεται όλο και πιο αποσπασματική και η πολιτική φορτίζεται με τις έριδες των φατριών. Αναπόφευκτα ξεσπούν σφοδρές συγκρούσεις ανάμεσα στα επιμέρους συμφέροντα, καθώς κάθε φατρία πιέζει για το δικό της συμφέρον και όχι για το συμφέρον του κράτους ως σύνολον. Η συνειδητή αφοσίωση στο καλό της κοινότητας και στην κοινωνική δικαιοσύνη καθίσταται αδύνατη.

Αυτή η κατάσταση αναπόφευκτα οδηγεί σε ατελείωτες μηχανορραφίες, ελιγμούς και πολιτική αστάθεια: πολιτική κυριαρχείται από αχαλίνωτες επιθυμίες και φιλοδοξίες. Όλοι ισχυρίζονται ότι εκπροσωπούν τα συμφέροντα της κοινότητας, αλλά στην πραγματικότητα ο καθένας εκπροσωπεί τον εαυτό του και την εγωιστική δίψα για εξουσία. Αυτοί που έχουν κάποιους πόρους, είτε από πλούτο είτε από μια θέση κύρους, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, αναπόφευκτα θα βρεθούν κατηγορούμενοι· και η σύγκρουση ανάμεσα στους πλούσιους και στους πτωχούς θα πάρει οξύτατες διαστάσεις. Στις συνθήκες αυτές, η αποσύνθεση της δημοκρατίας είναι, υποστηρίζει ο Πλάτων, πολύ πιθανή. «Η υπερβολή σε κάθε πράγμα φέρνει τη μετάπτωση στην αντίθετη υπερβολή» και η «υπερβολική ελευθερία […] οδηγεί στην υποδούλωση» (Πολιτεία, 563a, 564a). […] καθώς η δημοκρατία παρασύρεται στη δίνει των διαφωνιών και των συγκρούσεων, φαίνεται ότι οι δημοφιλείς ήρωες προσφέρουν καθαρή άποψη, καθαρή καθοδήγηση και την υπόσχεση να καταπνίξουν την αντιπολίτευση. Έτσι μπαίνει κανείς στον πειρασμό να υποστηρίζει τον τύραννο της επιλογής του. Αλλά φυσικά, από τη στιγμή που θα καταλάβουν την κρατική εξουσία, οι τύραννοι τείνουν να τη χρησιμοποιήσουν αποκλειστικά προς όφελός τους.

Ο Πλάτωνας δεν πίστευε ότι η τυραννία καθεαυτή αποτελούσε βιώσιμη λύση στο πρόβλημα της δημοκρατίας. Οι τύραννοι σπάνια είναι «αληθινοί καραβοκύρηδες». Στη δεύτερη περίφημη παραβολή με το «μεγάλο και πανίσχυρο ζώο» (τη μάζα του λαού), ο Πλάτωνας καθιστά σαφές ότι δεν αρκεί να ξέρει ο φύλακας πώς να ελέγχει το ζώο μέσω της μελέτης των διαθέσεων, των αναγκών και των συνηθειών του. Για τη σωστή φροντίδα και εκπαίδευση του ζώου απαιτείται να ξέρει κανείς ποιες από τις προτιμήσεις και τις επιθυμίες αυτού του πλάσματος είναι «καλές ή κακές, ωραίες ή άσχημες, δίκαιες ή άδικες» (Πολιτεία, 5933b,c). Με λίγα λόγια, η θέση του Πλάτωνα είναι ότι τα προβλήματα του κόσμου δεν μπορούν να επιλυθούν παρά μόνο αν κυβερνήσουν οι φιλόσοφοι, επειδή μόνο αυτοί, όταν είναι ολόπλευρα μορφωμένοι και εκπαιδευμένοι, έχουν την ικανότητα να εναρμονίσουν όλα τα στοιχεία της ανθρώπινης ζωής υπό «την κυριαρχία της σοφίας». Ακολουθώντας τον Σωκράτη, ο Πλάτωνας πίστευε ότι «η γνώση είναι αρετή», δηλαδή ότι η «καλή ζωή», τόσο για τα άτομα όσο και για τις ομάδες, είναι ένα αντικειμενικό φαινόμενο: υπάρχει ανεξάρτητα από τις παρούσες, άμεσες καταστάσεις και μπορεί να κατακτηθεί μέσα από τη συστηματική σπουδή. Η γνώση του φιλοσόφου, που έχει κατακτηθεί με προσπάθεια είναι αυτό που δικαιώνει την καταλληλότητα του να κυβερνήσει. Η ικανότητά του να ρυθμίζει τα πράγματα με τον πιο πλεονεκτικό τρόπο δείχνει ότι η αρχή του πολιτεύματος πρέπει να είναι η αρχή της πεφωτισμένης δεσποτείας.  

[…] Αρχίζοντας από μια αντίληψη ενός φυσικού καταμερισμού της εργασίας, όπου οι τάξεις των ατόμων βρίσκουν τον κατάλληλο ρόλο τους (σε γενικές γραμμές, ως ηγέτες, στρατιώτες ή εργάτες) καθήκον του φιλοσόφου είναι η διερεύνηση αυτού του καταμερισμού, προκειμένου: (α) να ενθαρρύνονται οι ιδιαίτερες αρετές που απαιτούνται για κάθε είδος εργασίας (σοφία, θάρρος, εγκράτεια) και (β) να εξασφαλίζεται ότι τα άτομα εκτελούν τις σωστές λειτουργίες τους. Τα άτομα και τα κράτη αντιμετωπίζονται ως οργανικές ολότητες όπου, όταν το όλον είναι υγιές, οι άνθρωποι μπορούν να επιτελέσουν τις λειτουργίες τους, να ικανοποιούν τις ανάγκες τους, να ολοκληρώνουν τον εαυτό τους και, επομένως, να ζουν σε ένα σωστό, ασφαλές και δυνατό κράτος. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, μπορεί να θριαμβεύσει η δικαιοσύνη και να επιτευχθεί η καλή ζωή.

Πρέπει να επισημανθεί ότι στην αντίληψη του Πλάτωνα, και γενικότερα στην αρχαία ελληνική σκέψη, η ελευθερία, την οποία διασφαλίζει το κράτος, δεν περιορίζεται τόσο για το άτομο καθεαυτό όσο για την ικανότητα του να εκπληρώσει το ρόλο του στο σύμπαν. […]

Η θέση που ανέπτυξε ο Πλάτωνας στην Πολιτεία τροποποιήθηκε ως ένα βαθμό στα μετέπειτα έργα του, κυρίως στον Πολιτικό και τους Νόμους. Στα έργα αυτά γίνεται η παραδοχή ότι στο πραγματικό, σε αντιδιαστολή με το ιδεατό, κράτος, η εξουσία δεν μπορεί να διατηρηθεί χωρίς κάποια μορφή λαϊκής συναίνεσης και συμμετοχής. Επίσης εδώ επιβεβαιώνεται η σημασία της κυριαρχίας του νόμου ως τρόπου οριοθέτησης της νόμιμης δράσης αυτών που ασκούν «δημόσια» εξουσία – δηλαδή των φιλόσοφων-βασιλέων. Είναι επίσης σημαντικό ότι εισάγεται η θεωρία ενός «μικτού κράτους», που συνδυάζει στοιχεία μοναρχίας και δημοκρατίας, προαναγγέλλοντας κάποιες θέσεις που αναπτύχθηκαν αργότερα από τον Αριστοτέλη και (με μια χαλαρή έννοια από τον Montesquieu. Ο Πλάτων μάλιστα συνέλαβε και ένα σύστημα πολλαπλής ψήφου, του οποίου κάτι αντίστοιχο εμφανίστηκε αργότερα, στα κείμενα διακεκριμένων θεωρητικών, όπως του John Stuart Mill. Αλλά οι ιδέες αυτές στο σύνολό τους δεν αναπτύχθηκαν συστηματικά και η απόπειρα του Πλάτωνα να εμπλουτίσει την αντίληψή του περί ενός επιθυμητού συστήματος εξουσίας με κάποια δημοκρατικά στοιχεία, δεν κατέληξε σε ένα νέο δημοκρατικό μοντέλο. http://www.ekivolos.gr

Δευτέρα 15 Μαΐου 2017

Πυθέας ο Μασσαλιώτης


Πυθέας ο Μασσαλιώτης, ο θαλασσοπόρος από την αρχαιοελληνική Φώκαια, που έφτασε ως τον αρκτικό κύκΠυθέας ο Μασσαλιώτης, ο θαλασσοπόρος από την αρχαιοελληνική Φώκαια, που έφτασε ως τον αρκτικό κύκλο και είδε τον ήλιο που δεν έδυε ποτέ. Ταξίδεψε στη μυστηριώδη και παγωμένη Θούλη σε αναζήτηση κασσίτερου και εμπορικών δρόμων... 
  Η Μασσαλία την εποχή του Πυθέα (380 – 310 πΧ) ήταν ένα μεγάλο εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο στην ανώτερη ακμή του. Η διανομή σκλάβων και κρασιού την κατέστησαν ως μια από τις δυνατές Μεσογειακές πόλεις. Ήταν μια πόλη υπόδειγμα, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη. Στις καλές σχέσεις με τους γείτονές της Κέλτες, Ίβηρες και Ρωμαίους οφείλεται η μακροημέρευση και η ευμάρειά της. Στον κλιμακούμενο ανταγωνισμό με τα φοινικικά συμφέροντα της Καρχηδόνας οφείλεται η ανάγκη να ξεπεράσει τα όρια του τότε γνωστού κόσμου προς αναζήτηση ασφαλών εμπορικών δρόμων και σπάνιων προϊόντων. Συγκεκριμένα κασσίτερου και ήλεκτρου.... 

ΟΗ πόλη της Μασσαλίας ιδρύθηκε από Έλληνες Φωκαείς περί το 600 π.Χ., Ο Πυθέας, με την ιδιότητα του γεωγράφου και του αστρονόμου, ήταν ο πιο κατάλληλος για να χαρτογραφήσει μια θαλάσσια διαδρομή και έφτασε στο βόρειο πόλο.... 

Ο κασσίτερος έβρισκε χρήση τόσο στην προσοδοφόρα οπλοποιία όσο και στην τέχνη, με χαρακτηριστικό παράδειγμα, τα μπρούτζινα χυτά αγάλματα της κλασσικής και της ελληνιστικής εποχής. Χρησιμοποιούταν επίσης για μαγειρικά σκεύη καθώς και για την δημιουργία καθρεπτών. Οι Μασσαλιώτες τον αντάλλασσαν με άλλα προϊόντα τους από τις Κασσιτερίδες νήσους, δηλαδή από τα νησιά και τις ακτές της Βρετανίας. Το ήλεκτρον (κεχριμπάρι) ήταν ένα πολύτιμο υλικό που χρησιμοποιούταν στην κοσμηματοποιία και βρισκόταν στην Βαλτική. Η ανάγκη για ανεφοδιασμό αυτών των δύο προϊόντων ήταν που έσπρωξε τον Πυθέα σε άγνωστα νερά, πολύ κοντά όπως εικάζεται, στον Αρκτικό κύκλο. Την ίδια περίοδο ο συμπατριώτης του, Ευθυμένης, πραγματοποίησε ταξίδι νότια, στις αφρικανικές ακτές. Ο Πυθέας, με την ιδιότητα του γεωγράφου και του αστρονόμου, ήταν ο πιο κατάλληλος για να χαρτογραφήσει μια θαλάσσια διαδρομή. Από το έργο του, “Περί Ωκεανού”, του οποίου μόνο αποσπάσματα σώζονται, φαίνεται ότι ως ένα βαθμό, τα κατάφερε. Οι ικανότητές του άλλωστε, φαίνονται και από τον υπολογισμό της περιμέτρου της Βρετανίας, η οποία απέκλειε ελάχιστα από την πραγματική. Όσο για την γνωστή και μυστηριώδη Θούλη, η οποία τοποθετείται βορειότερα των Βρετανικών νήσων και είναι το έσχατο μέρος του κόσμου, μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν για το αν πρόκειται για την Νορβηγία, τις Νήσους Φερόες ή την Ισλανδία. Οι κάτοικοι της πάντως, πίνουν ένα ποτό από μέλι και σιτάρι και η μεγαλύτερη μέρα διαρκεί είκοσι ώρες. Όσο για τη θάλασσα, σε εκείνη τη περιοχή, ξέρουμε ότι “δεν είναι σκληρός πάγος, δεν είναι νερό, δεν είναι αέρας». Το μόνο σίγουρο, είναι ότι η εμπορική εξάπλωση υπήρξε ανέκαθεν κινητήριος δύναμη για τέτοιου είδους εγχειρήματα και το άγαλμα του Πυθέα έξω από το χρηματιστήριο της Μασσαλίας, εκτός από τουριστικό αξιοθέατο, αποτελεί και μια όμορφη υπενθύμιση.... 

,
Ο Στράβων και ο Πολύβιος αμφιβάλουν για το αν ο Πυθέας έκανε πραγματικά το ταξίδι που περιγράφει. Στην Μασσαλία πάντως τον τιμούν με άγαλμα έξω από το χρηματιστήριο.... 
http://www.mixanitouxronou.gr

Σάββατο 6 Μαΐου 2017

Η μητέρα στην αρχαία Ελλάδα: Από τις Μινωίτισσες και τη Ρέα μέχρι τις μάνες των Σπαρτιατών πολεμιστών και την Ολυμπιάδα.





Εκτύπωση

Πολλά έχουν γραφτεί για τη θέση και τον ρόλο της γυναίκας στην αρχαιότητα, τον Μεσαίωνα και τη μεταγενέστερη/ σύγχρονη εποχή. Γενικά μιλώντας, η ιστορία είναι μάλλον «ανδροκρατούμενη»: Χωρίς να απουσιάζουν οι εξαιρέσεις, οι περισσότερες κοινωνίες είχαν τη γυναίκα επικεντρωμένη στον ρόλο της εντός της οικογένειας, ως σύζυγος και μητέρα, πιθανώς λόγω του σκληρού αγώνα για την επιβίωση των ανθρώπινων κοινωνιών που χαρακτήριζε την πορεία του ανθρώπινου είδους για χιλιάδες χρόνια. Η γυναίκα, μέσω της δυνατότητας της να δημιουργεί ζωή, διασφάλιζε την επιβίωση και τη συνέχιση της φυλής, με τον άνδρα να αναλαμβάνει το καθήκον της προστασίας/ υποστήριξης αυτής της διαδικασίας. Αυτό από μόνο του διαμόρφωσε και καθόρισε τη θέση της γυναίκας σε κοινωνίες από την προϊστορία μέχρι και τους πρόσφατους αιώνες: Η μητρική ιδιότητα της γυναίκας σε κάποιες περιπτώσεις οδήγησε σε μητριαρχικές κοινωνίες, όπου ο ρόλος της γυναίκας ως δημιουργού ζωής την έβαζε στην κορυφή- σε άλλες όμως, την κατέστησε «τρόπαιο»/ «αντικείμενο», έρμαιο των επιθυμιών των ανδρών, που τις χρησιμοποιούσαν ως μέσον για τη διαιώνιση της γενιάς.
minoan women
Στην αρχαία Ελλάδα συναντώνται και οι δύο «τάσεις». Αρχίζοντας από την μινωική Κρήτη, βλέπει κανείς μια γυναίκα πολύ διαφορετική από αυτό που ακολούθησε τους επόμενους αιώνες: Η Μινωίτισσα «αντλεί ισχύ» από την ιδιότητα της μητέρας για να κατέχει μια, θα λέγαμε, χειραφετημένη θέση στην κοινωνία της θαλασσοκράτειρας Κρήτης. Ως «εκπρόσωπος/ κόρη» της μεγάλης μινωικής θεάς, που καθορίζει την καθημερινή ζωή των ανθρώπων, φέρει τη «γυναικεία δύναμη», κυριαρχώντας στην πανάρχαια Μεσόγειο, συνεχίζοντας την παράδοση προϊστορικών μητριαρχικών κοινωνιών. Η γυναίκα της Κρήτης, ως μητέρα και δημιουργός, δεν είναι κατώτερη του άνδρα- μια ισχυρή φιγούρα που δεν έχει λόγο να υποχωρεί μπροστά στον άνδρα.
minoan women
Τα δεδομένα φαίνονται να αλλάζουν με το πέρασμα των ετών και τη μετάβαση στη μυκηναϊκή περίοδο. Ένας πολιτισμός σαφώς πιο επικεντρωμένος στον πόλεμο, σηματοδοτεί μια μετατόπιση ισχύος στον άνδρα- χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι η γυναίκα ήταν «σκλάβα» ή «δούλα»: Η Μυκηναία εξακολουθεί να παίζει ενεργό ρόλο στην κοινωνία, εξακολουθώντας να αντλεί δύναμη από την ιδιότητά της σε ενδοοικογενειακό επίπεδο.
la dame de mycènes
Ωστόσο, η κατάρρευση των πολύχρυσων Μυκηνών τα αλλάζει όλα αυτά: Ο ελλαδικός χώρος εισέρχεται σε μια σκοτεινή περίοδο, από την οποία κάνει αιώνες να βγει. Στο σημείο αυτό θα μπορούσε να πει κανείς πως σημειώνεται μια κοινωνική παλινδρόμηση: Η γυναίκα ως μητέρα γίνεται κατά κάποιον τρόπο πιο σημαντική, καθώς η επιβίωση γίνεται πιο δύσκολη, μετά την κατάρρευση των ισχυρών εδραιωμένων κοινωνιών, αλλά αυτό σημαίνει παράλληλα ότι κλείνεται περισσότερο στο σπίτι, με τον ενεργό ρόλο της στην κοινωνία να υποβαθμίζεται- και, η τάση αυτή διατηρείται και κατά την κλασική περίοδο και αργότερα, χωρίς βέβαια να λείπουν οι εξαιρέσεις, καθώς και η σχετικά πιο «χειραφετημένη» ελληνιστική περίοδος. Οι μύθοι και οι θρύλοι αντικατοπτρίζουν την κατάσταση, με χαρακτηριστικά παραδείγματα τη φιγούρα της Ανδρομάχης, όπως αποτυπώνεται σε αρχαίες τραγωδίες, απεικονίζει τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε η γυναίκα (και ειδικά η γυναίκα- μητέρα) στον αρχαίο κόσμο, όπως και (με διαφορετικό και «επικριτικό» μεν, σαφή δε) τη φιγούρα της προδομένης και παιδοκτόνου Μήδειας.
«Κυβέλα, μάτερ θεών»
cybele goddess
Ωστόσο, σε θρησκευτικό επίπεδο η θέση της γυναίκας, χάρη στη μητρική ιδιότητα, παραμένει ισχυρή: Η πρώτη στην ουσία «γιορτή της μητέρας» είναι η ανοιξιάτικη γιορτή της Γαίας (σύζυγος του Ουρανού) και προσωποποίησης της φύσης, η λατρεία της οποίας στη συνέχεια εξελίχθηκε σε αυτήν της Ρέας, μητέρας του Δία. Θεωρείται πως η Ρέα αποτελεί την ελληνική εξέλιξη της Κυβέλης, θεάς της άγριας φύσης, των δημιουργικών δυνάμεων και της γονιμότητας, την οποία ο Πίνδαρος προσφωνεί «Κυβέλα, μάτερ θεών». Η Κυβέλη φέρεται να προέρχεται από προϊστορική μικρασιατική θεότητα, αναγόμενη ως εκ τούτου στις αρχαιότερες κοινωνίες, που ενσωμάτωναν πιο μητριαρχικά/ χειραφετημένα χαρακτηριστικά. Παρόλα αυτά, σταδιακά η Ρέα δείχνει να «χάνει έδαφος» απέναντι στην πιο «συμβατική», βάσει των δεδομένων της κλασικής περιόδου, εικόνα της Ήρας, η οποία είναι πιο κοντά στην πιο «περιορισμένη» καθημερινή εικόνα της γυναίκας όπως είχε καθιερωθεί σε μεγάλο μέρος του αρχαιοελληνικού κόσμου. Επίσης αντίστοιχων χαρακτηριστικών ήταν οι φιγούρες της Δήμητρας (δεν θα ήταν υπερβολή να θεωρηθεί πως αποτελούσε το αρχέτυπο της μητέρας κατά την κλασική αρχαιότητα) και της Εστίας, με έμφαση στον γάμο, το σπίτι και τη μητρότητα, αντικατοπτρίζοντας την πιο «οικιακή» προσέγγιση και αφήνοντας κατά μέρος την πιο «μεγαλειώδη» αντίληψη περί της δημιουργού ζωής που κυριαρχούσε παλαιότερα. Χαρακτηριστικό αυτής της αντίληψης είναι ότι ίσως οι δύο πλέον δυναμικές φιγούρες του αρχαιοελληνικού πανθέου, η Αθηνά και η Άρτεμη, δεν έχουν την ιδιότητα της μητέρας- απεναντίας, παρουσιάζονται σαν να μην έχουν σχεδόν καθόλου μητρικά χαρακτηριστικά.
Οι μάνες των πολεμιστών, που νίκησαν την πατριαρχία
ancient sparta woman
Όπως προαναφέρθηκε, στο μεγαλύτερο μέρος του αρχαιοελληνικού κόσμου από την κλασική περίοδο και μετά, η θέση της γυναίκας ήταν σαφώς υποβαθμισμένη. Ωστόσο, αυτό δεν ήταν κανόνας- και σαφή απόδειξη για αυτό είναι η περίπτωση της Σπάρτης: Οι Σπαρτιάτισσες, ως γνωστόν, ήταν πολύ πιο χειραφετημένες από τις υπόλοιπες γυναίκες της αρχαίας Ελλάδας, ξεφεύγοντας από την ανδρική «κηδεμονία», καθώς μπορούσαν να κληρονομήσουν περιουσία, να αθλούνται και άλλα προνόμια, τα οποία δεν είχαν οι γυναίκες σε άλλες περιοχές του αρχαίου κόσμου. «Κλειδί» για αυτό φαίνεται πως ήταν η μητρική ιδιότητα: Στην αρχαία Σπάρτη, που έδινε τόσο μεγάλη σημασία στην αξία των ανδρών ως πολεμιστών, ήταν τεράστιας σημασίας η τεκνοποίηση, έτσι ώστε να διατηρείται σε υψηλά επίπεδα το έμψυχο στρατιωτικό δυναμικό της πόλης (αξίζει να σημειωθεί πως συνευρίσκονταν στο σκοτάδι με τους συντρόφους τους, ώστε να διατηρείται η σεξουαλική επιθυμία και «φρεσκάδα» του έρωτα, ενώ οι μητέρες που ζούσαν χωρίς τους άνδρες τους μπορούσαν να το κάνουν χωρίς προβλήματα). Παράλληλα μπορούσαν να έχουν οι ίδιες περιουσία, καθώς και να διαχειρίζονται τις περιουσίες των συζύγων τους που ήταν μακριά, ενώ σπάνια παντρεύονταν πριν τα 20 . Γενικότερα μιλώντας, οι Σπαρτιάτισσες θεωρούνταν ως αυτές που ήταν σε πρώτη φάση υπεύθυνες για τη διαμόρφωση των ανδρών: Ήταν αυτές που «έπλαθαν» τους μετέπειτα Σπαρτιάτες πολεμιστές, και το κράτος το αναγνώριζε αυτό, αντιμετωπίζοντάς τες ανάλογα- σε μία, θα μπορούσε να πει κανείς, συνέχιση των παλαιών αντιλήψεων περί της γυναίκας- μητέρας ως βασικού πυλώνα για τη συνέχιση και την επιβίωση της κοινωνίας: Πάνω από όλα, ήταν οι μητέρες των πολεμιστών- αυτές που είχαν το καθήκον να πουν το «ή ταν ή επί τας» στους ίδιους τους τους γιους.
Ωστόσο η Σπάρτη δεν ήταν η μόνη περιοχή όπου οι πρακτικές όσον αφορά στη θέση της γυναίκας, υπό το πρίσμα της μητρότητας, ήταν διαφορετική, καθώς πιθανώς να υπήρχαν παρεμφερή συστήματα στη Χίο και τη Λοκρίδα- ενώ αξίζει να υπενθυμιστεί ότι στην αιωνιότητα έχει μείνει η ιστορία της Καλλιπάτειρας, της κόρης του Ολυμπιονίκη Διαγόρα του Ρόδιου, η οποία ήταν η πρώτη γυναίκα της αρχαιότητας που μπήκε σε αθλητικό χώρο, ώστε να παρακολουθήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Μεταμφιεζόμενη σε άνδρα μπήκε στον χώρο, ρισκάροντας τη ζωή της (η ποινή ήταν κατακρήμνιση από το όρος Τυπαίο) για να δει τον γιο της, Πεισίροδο, που αγωνιζόταν στην πάλη- και ο πανηγυρισμός της για την νίκη του την πρόδωσε. Ωστόσο, γλίτωσε την θανατική ποινή, λόγω της παράδοσης Ολυμπιονικών της οικογένειάς της- και το όνομά της έμεινε στην αιωνιότητα.
olympias
Κλείνοντας, δεν θα ήταν σωστό να παραλείψουμε να αναφερθούμε στη γυναίκα πίσω από τον άνθρωπο που έφτασε την αρχαία Ελλάδα στο απόγειο της δόξας της: Ο λόγος για την Ολυμπιάδα, μητέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Η δυναμική πριγκίπισσα των Μολοσσών της Ηπείρου που έγινε βασίλισσα της Μακεδονίας, νυμφευόμενη τον Φίλιππο τον Β', βρέθηκε στον πυρήνα των ζυμώσεων που οδήγησαν στη ενοποίηση του αρχαιοελληνικού κόσμου και στη δημιουργία της μεγαλύτερης αυτοκρατορίας που είχε δει ο κόσμος μέχρι τότε. Γέννησε και μεγάλωσε τον στρατηλάτη που πήγε τον Ελληνισμό στα πέρατα της Οικουμένης, ενεπλάκη ενεργά στην πολιτική και το «παιχνίδι του στέμματος», τέθηκε επικεφαλής στρατών και βρήκε βίαιο τέλος, στο αποκορύφωμα μιας ζωής που ήταν αντάξια της μητέρας του μεγαλύτερου Έλληνα όλων των εποχών.
Πηγές

Δευτέρα 27 Μαρτίου 2017

Γι’ αυτό η ελληνική γλώσσα είναι μοναδική! Δείτε κάτι που ΔΕΝ ξέρατε για την γλώσσα μας!

Όσο ζεις μαθαίνεις…

Η ελληνική γλώσσα δεν είναι τυχαία.Χτίστηκε πάνω στα μαθηματικά, και αυτό που ελάχιστοι ακόμα ξέρουν είναι ότι κάθε λέξη στην ελληνική έχει μαθηματικό υπόβαθρο.
Τα γράμματα στην Ελληνική γλώσσα δεν είναι στείρα σύμβολα. Όρθια, ανάποδα με ειδικό τονισμό, αποτελούσαν το σύνολο των 1620 συμβόλων που χρησιμοποιούνταν στην Αρμονία (Μουσική στα νεοελληνικά). Η πιο σημαντική τους ιδιότητα είναι ότι το κάθε γράμμα έχει μια αριθμητική τιμή/αξία, κάθε γράμμα είναι ένας αριθμός, οπότε κατ επέκταση και κάθε λέξη είναι ένας αριθμός.
Μια τεράστια γνώση κλειδωμένη-κωδικοποιημένη μέσα λέξεις λόγω της μαθηματικών τιμών που έχουν. Ένας από τους Πρωτοπόρους επί του θέματος ήταν ο μέγιστος Πυθαγόρας. Οι αριθμοί, τα σχήματα, η αρμονία και τα άστρα έχουν κάτι κοινό, έτσι αντίστοιχα τα μαθηματικά (αριθμοί) η γεωμετρία (σχήματα) η αρμονία(μουσική) και η αστρο-νομία (αστήρ=α-χωρίς- στήριγμα + φυσικοί νόμοι που τα διέπουν) ήταν αδελφές επιστήμες κατά τον Πυθαγόρα, που με την συγκεκριμένη σειρά που αναφέραμε ήταν η σκάλα για την εξέλιξη (=εκ -του- έλικος, DNA) του νου-ψυχής προς τον Δημιουργό. Έναν Δημιουργό που δημιούργησε βάσει αυτών των τεσσάρων επιστημών. 27 σύμβολα-αριθμοί με αριθμητική αξία συνθέτουν το Ελληνικό Αλφάβητο, 3 ομάδες από 9 σύμβολα-αριθμούς η κάθε ομάδα, με άθροισμα κάθε ομάδας 45, 450, 4.500.
ΑΛΦΑ = 1+30+500+1= 532 =>5+3+2= 10 => 1+0= 1
ΕΝ = 5+50 = 55 => 5+5 = 10 => 1+0= 1
ΟΜΙΚΡΟΝ = 70+40+10+20+100+70+50= 360, όσες και οι μοίρες του κύκλου
Για να είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε τα νοήματα των εννοιών των λέξεων της Αρχαίας Ελληνικής γλώσσης πρέπει πρωτίστως να γνωρίζουμε κάποια πράγματα για την ίδια την Ελληνική γλώσσα.
Η αρχαία ελληνική γλώσσα είναι η μοναδική η οποία δεν είναι βασισμένη στο ότι κάποιοι απλά καθίσαν και συμφώνησαν να ονομάζουν ένα αντικείμενο «χ» ή «ψ» όπως όλες οι υπόλοιπες στείρες γλώσσες του κόσμου. Η Ελληνική γλώσσα είναι ένα μαθηματικό αριστούργημα το οποίο θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε.
Η αρχή των πάντων είναι το ίδιο το Ελληνικό Αλφάβητο (το οποίο φυσικά δεν το πήραμε από κάποιον άλλον όπως θα δούμε παρακάτω διότι εκ των πραγμάτων δεν γίνεται). Τα γράμματα του Ελληνικού αλφαβήτου στο σύνολο τους ήταν 33 όσοι και οι σπόνδυλοι, οι 5 τελευταίοι σπόνδυλοι (που παίζουν τον ρόλο της κεραίας) έχουν άμεση σχέση με τον εγκέφαλο και αντιστοιχούν στα 5 τελευταία άρρητα γράμματα τα οποία γνώριζαν μόνο οι ιερείς* ένα από αυτά ήταν η Σώστικα (ή Γαμμάδιον) η οποία στα λατινικά έγινε swstika και οι Ναζί το έκλεψαν και την ονομάσανε Σβάστικα. Το σύμβολο αυτό είναι του ζωογόνου Ηλίου (Απόλλωνα), οι Ναζί το αντέστρεψαν για να συμβολίσουν το αντίθετο του ζωογόνου Ήλιου, δηλαδή του σκοτεινού θανάτου.
Υπήρχαν ακόμα κάποια γράμματα τα οποία στην πάροδο του χρόνου καταργήθηκαν όπως το Δίγαμμα (F), Κόππα (Q), Στίγμα (S’), Σαμπί (ϡ)
Ο Πυθαγόρας μας ενημερώνει για τα 3 επίπεδα της Ελληνικής γλώσσας τα οποία είναι τα εξής:
1. ομιλών
2. Σημαίνον (α. σήμα, β. σημαινόμενο)
3. Κρύπτον (α. διαστήματα β. κραδασμός γ. λεξάριθμος δ. τονάριθμος)
-Το πρώτο είναι η ομιλία
-Το δεύτερο είναι η σχέση του σήματος με το σημαινόμενο που θα αναλύσουμε παρακάτω
-Το τρίτο είναι το διάστημα (απόσταση & χρόνος), ο κραδασμός (που αφυπνίζει τον εγκέφαλο μέσω ιδιοσυχνοτήτων από τους δημιουργηθέντες παλμούς – Παλλάδα Αθηνά) ο λεξάριθμος (σχέση γραμμάτων και λέξεων με αριθμούς) και ο τονάριθμος (σχέση γραμμάτων και λέξεων με μουσικούς τόνους)
Το κάθε γράμμα αντιστοιχούσε σε έναν αριθμό, αλλά και σε έναν μουσικό τόνο άρα γράμμα=αριθμός=τόνος (μουσικός), πράγμα που φανερώνει ότι στη γλώσσα μας πίσω από τα γράμματα-λέξεις υπάρχουν αριθμοί (λεξάριθμοι) και μουσικοί φθόγγοι (τονάριθμοι).
Οι 4 αδελφές επιστήμες κατά τον Πυθαγόρα ήταν:
1. Αριθμοί (μαθηματικά)
2. Σχήματα (Γεωμετρία)
3. Μουσική (Αρμονία)
4. Αστρονομία
Οι επιστήμες αυτές είναι αλληλένδετες και βρίσκονται η μια μέσα στην άλλη όπως οι Ρωσικές μπαμπούσκες. Συνδυάστε τώρα το αλφάβητο που εσωκλείει αριθμούς και μουσικούς τόνους με τις 4 αυτές επιστήμες.
1.Αστρονομία= αστηρ + νόμος, α-στηρ = αυτό που δεν στηρίζεται, άρα αστρονομία= οι συμπαντικοί νόμοι που διέπουν αυτό που δεν στηρίζεται κάπου, οι οποίοι έχουν να κάνουν με την μουσική (αρμονία), σχήματα (γεωμετρία) αριθμούς (μαθηματικά) και όλα αυτά με τον Αιθέρα ο οποίος περιβάλει τις ουράνιες σφαίρες.
2.Ο Πυθαγόρας άκουγε την αρμονία (μουσική) των ουρανίων Σφαιρών άρα μιλάμε μια γλώσσα η οποία έχει να κάνει με την ροή του σύμπαντος.


http://www.maiandrosnews.gr


Η Ελληνική γλώσσα είναι η μοναδική η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για Η/Υ λόγω της μαθηματικότητας και μουσικότητας όχι μόνο του Αλφαβήτου-λέξεων, αλλά και των μαθηματικών εννοιών που γεννώνται π.χ. η λέξη ΘΕΣΙΣ γίνεται: συνΘεσις, επίΘεσις, κατάΘεσις, υπόΘεσις, εκΘεσις, πρόσΘεσις, πρόΘεσις, ανάΘεσις, διάΘεσις, αντίΘεσις κτλ κτλ αν τώρα αυτές τις λέξεις τις μεταφράσουμε στα Αγγλικά είναι εντελώς άσχετες μεταξύ τους.
Το ότι δεν γίνεται το Αλφάβητο να είναι αντιγραμμένο από κάπου αλλού φαίνεται από το ότι εν έτη 2300 π.Χ. (με μελέτες της Τζιροπούλου και άλλων και όχι το 800 π.Χ.) ο Όμηρος ήδη έχει στην διάθεση του 6.500.000 πρωτογενής λέξεις (πρώτο πρόσωπο ενεστώτα & ενικού αριθμού) τις οποίες αν τις πολλαπλασιάσουμε Χ72 που είναι οι κλήσεις, θα βγάλουμε ένα τεράστιο αριθμό ο οποίος δεν είναι ο τελικός, διότι μην ξεχνάμε ότι η Ελληνική γλώσσα δεν είναι στείρα, ΓΕΝΝΑ.
Αν συγκρίνουμε τώρα π.χ. την Αγγλική γλώσσα που έχει 80.000 λέξεις εκ των οποίων το 80% είναι Ελληνικές όπως μας ενημερώνει το Πανεπιστήμιο της Ουαλίας, και μετρήσουμε ότι αυτή η στείρα γλώσσα εξελίσσεται 1000 χρόνια, μπορούμε αβίαστα να βγάλουμε το συμπέρασμα ότι ο Όμηρος παραλαμβάνει μια γλώσσα η οποία έχει βάθος στον χρόνο 100.000 π.Χ? 500.000 π.Χ.? ποιος ξέρει…
Όμως η απόλυτη απόδειξη είναι η ίδια η μαθηματικότητα της, η οποία δεν υπάρχει σε καμία άλλη γλώσσα του πλανήτη. Μην ξεχνάμε ακόμα το ότι ο Δημιουργός χρησιμοποιεί μαθηματικά για την δημιουργία, άρα η γλώσσα μας έχει αναγκαστικά σχέση με την πηγή (root-0/1).
Πριν όμως από το «Κρύπτον» υπάρχει το «Σημαίνον», δηλαδή η σύνδεση των λέξεων με τις έννοιες αυτών. Είπανε νωρίτερα ότι οι ξένες διάλεκτοι ορίστηκαν κατόπιν συμφωνίας, δηλαδή κάποιοι συμφώνησαν ότι το τάδε αντικείμενο θα το ονομάσουν «Χ», κάτι που κάνει τις γλώσσες στείρες, άρα δεν μπορούν να γεννήσουν νέες λέξεις, άρα δεν υπάρχει μαθηματικότητα, άρα δεν δύναται να περιγράψουν νέες έννοιες που υπάρχουν στην φύση, με αποτέλεσμα ο εγκέφαλος εφόσον δεν μπορεί να περιγράψει μέσω των νέων λέξεων καινούριες έννοιες μένει στο σκοτάδι, έτσι οι νευρώνες του εγκεφάλου δεν γεννούν νέους εν αντιθέσει με όσους χρησιμοποιούν την Ελληνική. Πως θα μπορούσε π.χ. ο Άγγλος ή ο Γάλλος ή ο Χ, Υ με μια λέξη που έχει 10 έννοιες να περιγράψει με ακρίβεια άρα και σαφήνεια μια βαθύτερη έννοια; πόσο μάλλον τις πολλαπλές πλευρές αυτής; δεν μπορεί, να λοιπόν το γιατί όλα ξεκίνησαν εδώ. Το Σημαίνον λοιπόν είναι η σύνδεση του σήματος με το σημαινόμενο, δηλαδή η ίδια η λέξη είναι δημιουργημένη με τέτοιο τρόπο που περιγράφει την έννοια που εσωκλείνει μέσα της.
Παράδειγμα: Η ονοματοδοσία της λέξης ΚΑΡΥΟΝ (Καρύδι) προέρχεται από μια παρατήρηση της φύσης (όπως όλες οι λέξεις), δηλαδή όταν δυο κερασφόρα ζώα (Κριοί, τράγοι κτλ) τρα.κάρ.ουν με τα κέρ.ατα τους ακούγεται το «κρακ» ή «καρ», ο ήχος αυτός έδωσε το όνομα «κέρας» (κέρατο) το κέρας έδωσε το όνομα κράτα ή κάρα (κεφάλι) και το υποκοριστικό αυτού το Κάρυον (μικρό κεφάλι). το Κάρυον (καρύδι) μοιάζει καταπληκτικά με το ανθρώπινο κεφάλι και το εσωτερικό του με εγκέφαλο.
Το Υ είναι η ρίζα του ρήματος ΥΩ (βρέχω) όπου υπάρχει το Υ υπάρχει κοιλότητα (ή κυρτότητα) δηλαδή θηλυκώνει κάτι, η βροχή (υγρό στοιχείο) μπαίνει (θηλυκώνεται) μέσα στην γη.
Το μουσικό – αριθμητικό αλφάβητο δημιουργεί μουσικο – μαθηματικές λέξεις οι οποίες περιγράφουν αντίστοιχες έννοιες, οι οποίες προέρχονται από την παρατήρηση της φύσεως δηλαδή της Δημιουργίας άρα κατ επέκταση του ίδιου του Δημιουργού, αλλά η ερώτηση είναι πόσες χιλιετίες μπορεί να χρειάστηκαν για να δημιουργηθεί αυτό το τέλειο μαθηματικό σύμπλεγμα που τα γράμματα είναι αριθμοί και συνάμα μουσικοί τόνοι και οι λέξεις δηλαδή το σύνολο των αριθμών και των μουσικών τόνων κρύβουν μέσα τους εκτός από σύνθετες μουσικές αρμονίες, έννοιες οι οποίες δεν είναι καθόλου τυχαίες αλλά κατόπιν εκτενέστατης παρατηρήσεως της φύσης;
Ευλόγως λοιπόν ο Αντισθένης μας υπενθυμίζει «Αρχή σοφίας η των ονομάτων επίσκεψις»  http://www.maiandrosnews.gr

Γνωρίστε την Τεσσαρακοντήρη - Το «αεροπλανοφόρο» της Αρχαιότητας (φωτό)

           Οι Διάδοχοι και οι Επίγονοι τους, ναυπήγησαν στόλους αποτελούμενους από πολυάριθμες πολυήρεις, φτάνοντας μέχρι την κατασκευή κολοσσιαίων σκαφών όπως η εικοσήρης και η τεσσαρακοντήρης. Όπως θα δούμε, επρόκειτο για πραγματικά πλωτά φρούρια που θύμιζαν αναλογικά τα σύγχρονα θωρηκτά και αεροπλανοφόρα πλοία. Ειδικά η τεσσαρακοντήρης έφερε συνολικό πλήρωμα το οποίο έφθανε τους 6.000 άνδρες, περίπου όσους διαθέτει ένα σύγχρονο αεροπλανοφόρο.
Όπως έχει γίνει σχεδόν αποδεκτό στην επιστημονική κοινότητα, o αριθμός των οριζοντίων σειρών σε μία αρχαία πολυήρη δεν μπορούσε να είναι μεγαλύτερος από τρεις, όπως διαπιστώθηκε από τις πειραματικές απόπειρες των ιταλικών ναυτικών πόλεων της Αναγέννησης (Βενετία, Γένουα, Πίσα κ.α.). Το ίδιο διαπιστώνεται από τα ρωμαϊκά ανάγλυφα τα οποία ποτέ δεν εικονίζουν πλοία με περισσότερες από τρεις οριζόντιες σειρές κουπιών. Όπως επίσης διαπιστώθηκε στην αναγεννησιακή Ιταλία, ο μέγιστος αριθμός ερετών που μπορούσαν να χειριστούν ένα κουπί ήταν οκτώ. Με βάση όσα αναφέρθηκαν, το μεγαλύτερο πλοίο που θα μπορούσε να κατασκευαστεί ήταν μια «εικοσιτετρήρης», δηλαδή ένα τρίκροτο σκάφος με τον μέγιστο αριθμό ερετών σε κάθε κουπί, δηλαδή οκτώ.
Η προαναφερόμενη κατανομή σειρών κουπιών και ερετών φαίνεται ότι ήταν αρκετά λειτουργική μέχρι την αναφερόμενη από τις αρχαίες πηγές «δεκαεξήρη». Ο Περσέας, τελευταίος βασιλιάς της Μακεδονίας, είχε μια δεκαεξήρη ως ναυαρχίδα του. Παρά ταύτα, οι αρχαίες πηγές αναφέρουν μια «τεσσαρακοντήρη», αυτήν του Πτολεμαίου Φιλοπάτορος, προσθέτοντας ότι διέθετε 4.000 ερέτες. Η προσπάθεια ερμηνείας αυτού του όρου ο οποίος αντιστοιχεί σε 40 κωπηλάτες σε μια κατακόρυφη ομάδα κουπιών, προκαλεί μέχρι σήμερα αμηχανία στους μελετητές.
Έχουν προταθεί διάφορες εξηγήσεις για την κατανομή των κωπηλατών αυτού του σαφώς τεραστίου πλοίου, αλλά η πιο πιθανή παραμένει αυτή που προτάθηκε από τον L. Casson που υπέθεσε ότι επρόκειτο για ένα πλοίο τύπου «καταμαράν» (catamaran). Κατά την άποψη του, η τεσσαρακοντήρης αποτελείτο στην πραγματικότητα από δύο «εικοσήρεις», οι οποίες ήταν σταθερά συνδεδεμένες με κοινό κατάστρωμα. Τέτοιες περιπτώσεις είναι γνωστές στην ελληνιστική περίοδο, π.χ. κατά την πολιορκία των Συρακουσών από τους Ρωμαίους (212 π.Χ.), οι τελευταίοι συνέδεσαν με τον ίδιο τρόπο πεντήρεις, προκειμένου να τοποθετήσουν στο κοινό κατάστρωμα τις απαραίτητες «ελεπόλεις» (πυργοειδείς πολιορκητικές κατασκευές) για την κατάληψη των παράκτιων τειχών της πόλης.
quinqueremes
Συνδεδεμένες πεντήρεις οι οποίες φέρουν ελέπολη.
Κατά τον Casson, κάθε μια από τις δύο εικοσήρεις που αποτελούσαν την τεσσαρακοντήρη θα είχε 2.000 ερέτες, από 1.000 σε κάθε πλευρά της. Αυτοί θα ήταν διατεταγμένοι σε τρεις οριζόντιες σειρές κουπιών με 50 κουπιά η κάθε μία, δηλαδή θα υπήρχαν 50 κατακόρυφες ομάδες κουπιών. Συνεχίζοντας, θεωρεί ότι οι ερέτες κάθε κατακόρυφης ομάδας θα ήταν είκοσι, διατεταγμένοι ως εξής: 8 θρανίτες (άνω σειρά), 7 ζυγίτες (μέση σειρά) και 5 θαλαμίτες (κάτω σειρά). Η εκδοχή του Casson για την τεσσαρακοντήρη ως σκάφος «καταμαράν» μπορεί να φαίνεται παράδοξη, εντούτοις είναι η πλέον λογική συγκριτικά με άλλες υποθέσεις. Για παράδειγμα, ένας φιλόλογος του 19ου αιώνα, θεώρησε ότι η τεσσαρακοντήρης είχε 40 οριζόντιες σειρές κουπιών με έναν μόνο ερέτη σε κάθε κουπί.
Η τεσσαρακοντήρης ήταν ένα πολυδάπανο σκάφος, δυσκίνητο και εξαιρετικά δύσκολο στην πλοήγηση, μια πραγματική ναυπηγική αποτυχία. Φαίνεται, όμως, πως οι κατασκευαστές του γνώριζαν αυτά τα μειονεκτήματα, πριν ξεκινήσουν τη ναυπήγηση του. Ο Πτολεμαίος Φιλοπάτωρ, ο πλουσιότερος μονάρχης της εποχής του, δεν θα είχε οικονομικά προβλήματα ως προς την συντήρηση του. Αν υπολογιστούν οι ναύτες (υπηρεσία καταστρώματος κ.α.) που χρειάζονταν για την πλοήγηση του, οι αξιωματικοί, η στρατιωτική φρουρά και το υπόλοιπο προσωπικό, το συνολικό πλήρωμα έφθανε (μαζί με τους 4.000 ερέτες), τους 6.000 άνδρες, περίπου όσους διαθέτει ένα σύγχρονο αεροπλανοφόρο.
40eres
Τα μόνα πλεονεκτήματα της τεσσαρακοντήρους αφορούσαν το μέγεθος και το κατάστρωμα της. Ένα τέτοιο σκάφος, τεράστιο ακόμη και για την σύγχρονη εποχή, ήταν κατάλληλο για να «διαδηλώνει» την ισχύ του πτολεμαϊκού κράτους σε εχθρούς και φίλους. Επιπλέον, αν χρησιμοποιείτο σε πολεμικές επιχειρήσεις, το κατάστρωμα του θα μπορούσε να μεταφέρει καταπέλτες και ελεπόλεις κολοσσιαίου μεγέθους, καθώς και μεγάλο αριθμό πεζοναυτών.
Σταδιακά, τέτοιου είδους κολοσσιαία πολεμικά πλοία εγκαταλείφθηκαν από τις ναυτικές δυνάμεις της Ελληνιστικής λόγω του μεγάλου κόστους συντήρησης και της δυσκολίας πλοήγησης τους. Τα μόνα πραγματικά εύχρηστα ήταν η τετρήρης, η πεντήρης και η εξήρης, και λιγότερο η επτήρης, η οκτήρης και η δεκήρης.
ΠΗΓΗ: theancientwebgreece.wordpress.com