https://www.facebook.com/artemissky.blogspot?ref_type=bookmark

ΑΡΤΕΜΙΣ

ΑΡΤΕΜΙΣ
Ήταν θεά του κυνηγιού,”πότνια θηρών” κατά τον Όμηρο,θεά των αγριμιών και της Σελήνης.

ΕΛΛΑΣ - HELLAS

'' Επιόντος άρα θανάτου επί τον άνθρωπον, το μεν θνητόν, ως έοικεν, αυτού αποθνήσκει, το δ' αθάνατον, σώον και αδιάφθορον, οίχεται απιόν. `Οταν επέρχεται ο θάνατος στον άνθρωπο, το μεν θνητό μέρος αυτού, καθώς φαίνεται, πεθαίνει, το δε αθάνατο, η ψυχή, σηκώνεται και φεύγει σώο και άφθαρτο '' ΠΛΑΤΩΝΑ

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .
ΑΝΟΙΚΩ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2017

Η μυστηριώδης κυκλική δομή στα Τουρκοβούνια και μια αναπάντεχη ανακάλυψη

Η μυστηριώδης κυκλική δομή στα Τουρκοβούνια και μια αναπάντεχη ανακάλυψη


ΤΟΥΡΚΟΒΟΥΝΙΑ, ΑΝΕΞΗΓΗΤΟ, ΠΑΡΑΞΕΝΟ


 Ψάχνοντας απαντήσεις για τον αινιγματικό κύκλο που βρήκαμε στα τουρκοβούνια (https://omadaorfeas.blogspot.gr/2016/11/latomeia-tourkovounia.html), ανακαλύψαμε ότι αυτοί που τον δημιούργησαν ίσως είχαν κάτι πολύ μεγαλύτερο στο μυαλό τους ή τουλάχιστον έτσι δείχνει!


ΤΟΥΡΚΟΒΟΥΝΙΑ, ΑΝΕΞΗΓΗΤΟ, ΠΑΡΑΞΕΝΟ
Η ΠΕΡΙΕΡΓΗ ΔΟΜΗ ΠΟΥ ΣΥΝΑΝΤΗΣΑΜΕ ΣΤΑ ΤΟΥΡΚΟΒΟΥΝΙΑ, ΚΟΝΤΑ ΣΤΑ ΛΑΤΟΜΕΙΑ ΚΕΚΡΩΠΑ


Η μυστηριώδης κυκλική δομή δείχνει να είναι άσχετη με τα λατομεία και δείχνει να κατασκευάστηκε μεταγενέστερα! Δεν μοιάζει με ελικοδρόμιο, ούτε με πίστα για ποδήλατα καθώς θα αναρωτηθεί κανείς τι ρόλο μπορεί να εχει και ο μικρότερος κύκλος στο κέντρο του. Στην αναζήτησή μας στο google earth διαπιστώσαμε ότι η δομή υπάρχει τουλάχιστον απο το 2001.

ΤΟΥΡΚΟΒΟΥΝΙΑ, ΑΝΕΞΗΓΗΤΟ, ΠΑΡΑΞΕΝΟ
Η ΑΙΝΙΓΜΑΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ


 Η όλη κατασκεή φαίνεται να είναι από μπετόν και όχι πρόχειρα κατασκευασμένη καθώς είναι τέλεια συμμετρικά!Θα έλεγε κανείς ότι παραπέμπει σε χώρο λατρείας!




ΤΟΥΡΚΟΒΟΥΝΙΑ, ΛΑΤΟΜΕΙΑ - ΠΕΡΙΕΡΓΟΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ



 Όπως μπορούμε να παρατηρήσουμε ο κύκλος είναι τέλεια συμμετρικά φτιαγμένος!


ΤΟΥΡΚΟΒΟΥΝΙΑ, ΑΝΕΞΗΓΗΤΟ, ΠΑΡΑΞΕΝΟ
ΚΑΤΟΨΗ ΤΗΣ ΚΥΚΛΙΚΗΣ ΔΟΜΗΣ ΑΠΟ ΤΟ GOOGLE EARTH


 Παρατηρώντας τη κυκλική δομή απο το google earth ήρθαμε σε μια εκπληκτική διαπίστωση άν φυσικά πρόκειται για σύμπτωση!Ενώνοντας τον κύκλο με τους κοντινούς κυκλικούς κόμβους της περιοχής του Ψυχικού δημιουργείται μια ισοσκελή πυραμίδα!


ΤΟΥΡΚΟΒΟΥΝΙΑ, ΑΝΕΞΗΓΗΤΟ, ΠΑΡΑΞΕΝΟ
ΕΠΕΚΤΕΙΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΝΟΗΤΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΥΚΛΟ ΣΤΑ ΤΟΥΡΚΟΒΟΥΝΙΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟΥΣ ΚΥΚΛΙΚΟΥΣ ΚΟΜΒΟΥΣ ΤΟΥ ΨΥΧΙΚΟΥ ΣΧΗΜΑΤΙΖΕΤΑΙ ΕΝΑ ΤΕΛΕΙΑ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΟ ΣΧΗΜΑ


 Το σχήμα του μοιάζει με τρισδιάσταστη πυραμίδα! Πολύ περίεργο για να είναι σύμπτωση έχουμε να πούμε εμείς!

ΤΟΥΡΚΟΒΟΥΝΙΑ, ΑΝΕΞΗΓΗΤΟ, ΠΑΡΑΞΕΝΟ

 ΟΙ ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ ΣΤΟ GOOGLE EARTH :
38°00'33.41" B  23°45'57.55" E
http://omadaorfeas.blogspot.gr/

ΚΑΙ ΈΠΕΙΔΗ ΕΙΜΕΘΑ ΈΛΛΗΝΕΣ ΆΣ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΊΣΤΟΡΙΚΗ ΜΑΣ ΔΙΑΔΡΟΜΗ.

ΠΕΛΑΣΓΟΙ ΕΣΜΕΝ


Ο Πελασγός.Ητο υιός του Διός και της Νιόβης, αυτόχθων πάππος του Θεσσαλού [Και όχι Ινδοευρωπαίος εκ του πουθενά, ή εξ Ασίας και Αφρικής όπως ισχυρίζονται ορισμένοι αμαθείς ή κακόβουλοι κονδυλοφόροι].

Η ετυμολογία του Πελασγός προέρχεται α/ εκ του πάλαι +γέγαα =γίνομαι παλιός β/ εκ του «Πέληον Αργος»=παλαιός γέρων(εξ ου και Αργος Πελασγικόν) γ/ εκ του πελαργός=ταξιδευτής δ/ εκ του περάω=περνώ θάλασσαν (μετανάστης, θαλασσοπόρος ) ε/ εκ του πλάζω=περιπλανώμαι δια θαλάσσης( λαός της θάλασσας) στ/ εκ του πέλας=πλησίον+άγω(οδηγώ, ηγούμαι μεταφέρω στους γειτονικούς λαούς) .

Όλα τα ετυμολογικά στοιχεία του ονόματος Πελασγός οδηγούν στον πανάρχαιο, ανήσυχο και τολμηρό λαό της θάλασσας που μεταναστεύει και ταξιδεύει (όπως ο πολύπλαγκτος Οδυσσεύς).
Οι πρώτοι Πελασγοί ήσαν Αρκάδες που επέζησαν από τον Κατακλυσμό και από εκεί ορμώμενοι προσήγγισαν στις γειτονικές ακτές(Ιταλία, Μικρά Ασία, Μεσόγειο κλπ )

Ο Γραικός

Ητο προκατακλυσμιαίος ήρως, υιός του Θεσσαλού και δισέγγονος του Πελασγού που ήκμασε προ του Κατακλυσμού του Δευκαλίωνος . Ετυμολογείται εκ του «γραίος =γεραιός ή γηραιός εκ της ΅γης + ρέωΆ ή ΅γη +έραΆ»[ Ο Κωνστ. Οικονόμου εξ Οικονόμων στο « Περί γνησίας Προφοράς» σελ.335 γράφει: «Γραικός είναι άνθρωπος τον μεν σώμα στερρός , κραταιός, το δε γένος γηραιός, ήτοι παλαιός, αρχαιόγονος, πρεσβυγενής και γεράσμιος» Για τον Έλληνα γράφει ότι είναι εκ του έλα, είλη, ήλιος, σέλας πάντα σημαίνονται το ταχυκίνητον και πολυέλικτον φως »(Αεροπορική Ιδέα , άρθρο Αννας Τζιροπούλου-Ευσταθίου τ.40 2004)] Πάντως η κοιτίδα μας είναι η Θεσσαλία με επίκεντρο τον Όλυμπο.

Ο Έλλην

Ητο υιός του Δευκαλίωνος και είναι μετεξέλιξη εκ της γενιάς των Πελασγών και Γραικών «Έλλην, γόνω μεν ην Διός, λόγω δε Δευκαλίωνος» Και η χώρα που κατοικούσαν οι Έλληνες ωνομάσθη Ελλάς, «πρότερον Πελασγία καλουμένη» [Ηρόδ. Β! 56] Ετυμολογικές εκδοχές α/ Ελλάς= η φωτεινή καθέδρα,(σελ+ελλά) β/ Ελλάς=ο φωτεινός λίθος(σέλ+λας) Κατά τον Αριστοτέλη το όνομα της πήρε από την Δωδώνη της Ηπείρου , όπου ζούσαν οι Σελλοί και οι καλούμενοι τότε Γραικοί και νυν Έλληνες .

Το Πάριον Μάρμαρον γράφει: «Έλληνες ωνομάσθησαν , το πρότερον Γραικοί καλούμενοι» Η ονομασία ΅ΠελασγοίΆ είναι γενική και περιλαμβάνει μια ευρύτερη ομάδα που ξεκίνησε μεν από την ίδια περιοχή με κέντρο το Αιγαίο Πέλαγος (την Ελληνική Χερσόνησο και τις πέριξ του Αιγαίου ακτές) αλλά ξαπλώθηκε στην σε όλη την λεκάνη της Μεσογείου, στην Ευρώπη και στον κόσμο ολόκληρο και συν τω χρόνω πήρε διαφορετικά ονόματα. Και δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι οι Πελασγοί με διάφορα ονόματα είναι διεσπαρμένοι σε κάθε γωνιά του πλανήτου.

Στην τολμηρή φιλοδοξία μας να σχολιάσουμε, ερμηνεύσουμε εκ νέου και αποκωδικοποιήσουμε την Ιλιάδα, αναλαμβάνουμε τούτο το δύσκολο έργο. Εκείνο κυρίως που θα επιδιώξουμε είναι να σχολιάσουμε τα στρατιωτικές αντιλήψεις της εποχής του Τρωικού πολέμου σε σχέση με τις επικρατούσες σήμερον. Επίσης να συγκρίνουμε τις ιδέες και δοξασίες της εποχής του Ομήρου με αυτές της εποχής μας, ελάχιστα χρόνια πριν από την 3η Χιλιετία.

Η προσπάθειά μας αυτή δεν εκπηγάζει από κάποια προγονοπληξία, ή αρχαιολαγνία, αλλά από την σκέψη ότι τα αρχαία Ελληνικά κείμενα δίνουν όλες τις απαντήσεις στα σημερινά προβλήματα. Βοηθούν τους νέους να καταλάβουν τι σημαίνει ζωή, που πηγαίνουν, πως πρέπει να αγωνίζονται και πως να ξεπεράσουν τα σημερινά τους αδιέξοδα.

Η αρχαία ελληνική γραμματεία δείχνει τον λόγο, για τον οποίον πρέπει να ζη κανείς και να έχη ελπίδες και σκοπό στην ζωή. Έτσι πιστεύουμε ότι θα συμβάλλουμε στο μέτρο των δυνάμεων μας στην ψυχοπνευματική ανόρθωση του Ελληνισμού που τόσο έχει εξουθενωθή και στερηθή από τα νάματα των προγονικών πνευματικών θησαυρών του.

Διότι έχουμε παρατηρήσει ότι οι λαοί που έχουν βασίσει την παιδεία των στην Αρχαία Ελληνική Σκέψη προχώρησαν προς τον ορθολογισμό και αποκολλήθηκαν από τις σκοταδιστικές και αναχρονιστικές αντιλήψεις και τα δόγματα.

Αντίθετα το Ελληνικό γένος και ιδιαίτερα το κομμάτι εκείνο που κατοικεί στην Ελλάδα, ζη ακόμη στο μισοσκόταδο, καθόσον η Ελλάδα δεν μπόρεσε να συμβαδίση με την Ευρωπαϊκή Αναγέννηση, ούσα υπόδουλος στον Τούρκο δυνάστη επί 400 περίπου χρόνια.

Η διαφορά αυτή φάσεως μεταξύ των Ευρωπαϊκών λαών και της Ελλάδος μεταφράζεται σε διαφορετική Λογική και κοσμοθεώρηση, μολονότι δεν μας βρίσκει πάντα σύμφωνους η Ευρωπαϊκή ωφελιμιστική και υλιστική αντίληψη περί της ζωής, πολύ περισσότερο η πρόσφατη αγοραία αντίληψη περί της ζωής. Εκρίναμε λοιπόν σκόπιμο να αρχίσουμε από τον θείο Όμηρο, διότι αναμφισβήτητα, είναι ο πρώτος ποιητής στον κόσμο και θα μπορούσαμε να πούμε ότι δεν είναι μόνον ο ποιητής των Θεών αλλά και ο Θεός των ποιητών. Επομένως είναι φυσικό να αρχίση κανείς από τον Έλληνα Θεό-και όχι από τον Ιουδαίο Γιαχβέ-τον όμορφο Δία και τους συντρόφους του. Περί της καταγωγής του Ομήρου και της εποχής που συνέθεσε τα δύο μνημειακά αριστουργήματα της ποίησης, δεν είναι τίποτα θετικά γνωστό.

Γιατί τα Έπη του Ομήρου είναι το απαύγασμα της Ελληνικής Σκέψης που έρχεται απο τα βάθη της Ιστορίας και την αχλύ της αρχέγονης Προϊστορίας. Και ναι μεν λέγεται ότι επτά πόλεις ερίζουν την καταγωγή του ποιητή, διεκδικούσαι η κάθε μια την αιωνία δόξα.

Ωστόσο περισσότερον επιμένουν εις τους ανεξακρίβωτους τίτλους των εκ μεν των νήσων, η Λέσβος, εκ δε των άλλων πόλεων η Σμύρνη, η οποία ακόμη και «Μελισσογενή» τον αποκαλεί.

Και φυσικά δεν εννοούμεν τους προσωρινούς κατακτητές της σημερινής Μικράς Ασίας σαν προπάτορες του Ομήρου -όπως η Τουρκική προπαγάνδα θέλει να παριστάνη- αλλά τα ένδοξα Ελληνικά φύλα της Ιωνίας που τον εξέθρεψαν και του έβαλαν στο στόμα το πνευματικό «Νέκταρ». Εν προκειμένω πρέπει να σημειώσουμε την αντίφαση, κατά την οποία το Τουρκικό κράτος από την μιά μεριά εκμεταλλεύεται εθνολογικά, ιστορικά και κατ’ άλλους πολλούς τρόπους την Αρχαία Ελληνική κληρονομιά της περιοχής, ενώ από την άλλη εχθρεύεται θανάσιμα τον Ελληνισμό σαν Ιδεολογία και πράξη Ανθρωπισμού και Δημοκρατίας θεωρώντας την αντίπαλο του.

Το τουρκικό «εθνοκράτος» οικειοποιήθηκε την λαμπρή ιστορία της πολυφυλετικής Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Έτσι έφθασε στο σημείο να αποκαλή τον Όμηρο «Ομέρ» και να τον θεωρή πνευματικό πρόγονο των Τούρκων ταταρομογγόλων της κεντρικής Ασίας. Οι Έλληνες της Σμύρνης προτού εκδιωχθούν βίαια υπό των Τούρκων από τις πανάρχαιες πατρογονικές των εστίες, τον αποκαλούσαν «Μελισσογενή» διότι έλεγαν ότι κατοικούσε παρά τας όχθας του ποταμού Μέλητος, αλλά όλα ταύτα χάνονται στα βάθη της προϊστορίας και καλύπτονται από την αχλύ των δεκάδων ή και εκατοντάδων χιλιάδων ετών του Ελληνικού βίου.

Οι Έλληνες πάντοτε γνώριζαν -από την απωτάτη εποχή του παγκόσμιου Ελληνικού Πολιτισμού του Διός έως του Μ. Αλεξάνδρου- ότι η ανάπτυξη και η ευδαιμονία αποκτώνται μόνον όταν λαμβάνουν την οικουμενική των διάσταση. Εγνώριζαν δηλαδή ότι δεν μπορεί ένα έθνος να υπάρξη για πολύ καιρό ελεύθερο, όταν περιβάλλεται από βαρβάρους, ούτε μπορεί να διαφυλάξη την ύπαρξη του κλινόμενο στον εαυτόν του. Τούτο μας εδίδαξε ο Μεγαλέξανδρος.

Ωστόσο δεν είναι Μυθολογία, δηλαδή παραμύθια όπως πίστευαν ορισμένοι στο παρελθόν, είτε από άγνοια είτε από κακή προαίρεση. Πρόκειται για βιωμένη και υπό κωδική μορφή Ιστορία και αληθινά γεγονότα που έλαβαν χώραν, όπως απέδειξαν περίτρανα οι ανασκαφές υπό τον Σλήμαν στην Τροία.

Η χρονολογία δεν είναι απόλυτα γνωστή και πρέπει να αποκρυπτογραφηθή από τους ειδικούς. Πάντως, ο Τρωικός Πόλεμος ανάγεται σύμφωνα με σύγχρονες τεκμηριωμένες απόψεις πολύ πριν του 1350 π.Χ., ίσως και την 3 ή 4ην Χιλιετίαν, το δε περιεχόμενον των Επών και οι Πελασγικές του εκφράσεις μαρτυρούν ότι αυτά ίσως ανάγονται σε πολύ παλαιότερες εποχές Εκείνο πάντως που είναι υπερβέβαιον είναι ότι ο Όμηρος ήτο Έλλην -προφανώς εκ Μικράς Ασίας- ενώ υπάρχουν αρκετοί που αμφισβητούν ακόμη και το όνομα του, το οποίον ισχυρίζονται ότι σημαίνει «Λαϊκό Τραγούδι», καθ’ όσον τα Έπη ήσαν άθροισμα ωδών που εψάλλοντο η μία μετά την άλλη και τόπους και κατά καιρούς.

Αλλά δεν ήσαν μόνον ο Όμηρος Έλλην την καταγωγή και το γένος αλλά και όσοι έλαβον μέρος στον πόλεμο τούτο ήτοι: Αργείοι, Μυρμηδόνες, Τρώες, Θράκες, Λύκιοι, Κάρες, Παίονες, Φοίνικες κ.λπ.
Επρόκειτο δηλαδή για τον πρώτο Μεγάλο Εμφύλιο Πόλεμο στην ανθρώπινη Ιστορία μεταξύ των Ελληνικών φυλών και ταυτοχρόνως και για την πρώτη μεγάλη υπερπόντια αποβατική εκστρατεία για την τιμωρία τω ν Τρώων για την αρπαγή της ωραίας Ελένης και την επιστροφή της στην Σπάρτη.

Επειδή όμως όλοι οι πόλεμοι ντύνονται ανέκαθεν με κάποιο ιδεολογικό μανδύα, ίσως να μην ήτο η πραγματική αιτία της εκστρατείας αυτής τα μάτια της ωραίας Ελένης, αλλά η μεγάλη στρατηγική αξία των Στενών που ήλεγχαν και ελέγχουν τις γραμμές ναυσιπλοίας από και προς τον Εύξεινο Πόντο καθώς και τις χερσαίες από την Ευρώπη προς την Μικρά Ασία και τανάπαλιν.
Βέβαια ένας σοβαρός λόγος πρέπει να ήτο και τα αμύθητα πλούτη της Τροίας, που συνήσπισαν τους Έλληνες της ηπειρωτικής Ελλάδος και των νησιών εναντίον των Τρώων.

Η εκστρατεία στην Τροία αποτελεί την πρώτη Συμμαχική Επιχείρηση της Ιστορίας κάτω απο την ηγεσία του βασιλιά των Μυκηνών Αγαμέμνονα.

Το είδος αυτής της επιχείρησης είναι εξαιρετικά πολύπλοκο και δύσκολη ακόμη και σήμερα και απαιτεί μακρούς και λεπτούς διπλωματικοστρατιωτικούς χειρισμούς μεταξύ των πολυάριθμων Ελληνικών φύλων, ώστε να οδηγήσουν εγκαίρως τις στρατιωτικές και ναυτικές των δυνάμεις στους λιμένες αναχώρησης για την Τροία. Η Συμμαχική Απόβαση στην Νορμανδία στις 6 Ιουνίου 1943 και η τελευταία στον Κόλπο το 1991 κατέδειξαν το μέγεθος των δυσκολιών αυτών των επιχειρήσεων ακόμη και σήμερα.

Ο θρύλος θέλει τον Όμηρο τυφλό πλανόδιο τραγουδιστή. Αυτός σχεδίαζε τους στίχους του είτε εξ ιδίας αντιλήψεως, όντας σύγχρονος της εκστρατείας των Ελληνικών δυνάμεων στην Τρωάδα -κάτι δηλαδή σαν πολεμικός ανταποκριτής όπως θα λέγαμε σήμερα- είτε όντας πολύ μεταγενέστερος των γεγονότων επί τη βάσει των όσων ήκουσε να θρυλούνται εκ παραδόσεως από στόμα σε στόμα.

Το βέβαιον είναι ότι ο κεντρικός κορμός της ιστορίας είναι ιστορικό γεγονός αποδεδειγμένο άλλωστε εκ των ανασκαφών στην Τροία και στην Ελλάδα. Αλλά κι αν κάποιος θεωρή τα Έπη υπερβολές δεν έχει παρά να γυρίση μερικές δεκαετίες πίσω στα ηρωικά Έπη του 1940-41, του 1912-13, του 1922 για να μην περιπλανηθούμε στην πλούσια σε ηρωικά κατορθώματα Ελληνική Ιστορία, αρχαία και νεώτερη.

Τίποτα έκτοτε δεν έφθασε στην πνευματική παραγωγή της Ανθρωπότητος, ούτε πρόκειται να προσεγγίση ποτέ σε ύψος τον Όμηρο. Επομένως πρέπει να είμαστε φυλετικά υπερήφανοι γιατί βγάλαμε έναν Όμηρο, και να αποτελή για μας παράδειγμα δημιουργικότητος και αγωνιστικότητος, αντί να μιμούμεθα δίκην πηθίκων και να αντιγράφουμε με στειρότητα τα ξένα πολιτιστικά πρότυπα.

Δυστυχώς λόγω του ανεπαρκούς εκπαιδευτικού μας συστήματος -για να μην πούμε του σκοπίμως διαβρωμένου από τα γνωστά ημεδαπά και ξένα κέντρα εξουσίας- τα Ελληνόπουλα στερούνται Κλασσικής Παιδείας, με αποτέλεσμα να αδυνατούν να πλατύνουν την διάνοια των, να οξύνουν την αντίληψη των, να δυναμώσουν την Αυτοπεποίθηση των, να πραύνουν και ημερέψουν την ψυχή των και να γιγαντώσουν το Φρόνημα και την Αυτογνωσίαν των.

Βέβαια δεν πρέπει να λησμονηθή η σπουδαία προσπάθεια ορισμένων διανοουμένων, που αντιπαλεύοντας το παρόν ανθελληνικό, αντιπαραγωγικό και φθοροποιό ρεύμα των καιρών μας κατορθώνουν να φέρουν και πάλι στο φως της δημοσιότητος τα Ελληνικά πνευματικά έργα εντελώς αφιλοκερδώς και συχνά με σημαντική οικονομική ζημία των.

Το αυτό συμβαίνει και με ορισμένους εκλεκτούς εκδοτικούς οίκους που τολμούν να εκδώσουν σύγχρονους μελετητές αρχαίων κειμένων, περισσότερο από πάθος και μεράκι παρά προς χάριν του κέδρους.

Η Ιλιάς, όπως θα διαπιστώσουν οι αναγνώστες, είναι ένα λίαν περιωρισμένο επεισόδιο, που αρχίζει όχι από την αρπαγή της ωραίας Ελένης υπό του Πάριδος από τα ανάκτορα του Μενελάου στήν Σπάρτη, ούτε και από την συγκέντωση του Ελληνικού Στόλου στην Αυλίδα, αλλά ούτε καν από την αρχή του 10ετούς αυτού πολέμου, αλλά από το τελευταίο επεισόδιο της τιτανομαχίας των Αχαιών με τους Τρώες και καταλήγει στον θάνατο του Πατρόκλου και του Έκτορα.

Ουσιαστικά περιγράφονται το επεισόδιο της χολώσεως του Αχιλλέως και της αρνήσεως του να συμμετάσχη αυτός ο αήττητος βασιλεύς με τους Μυρμιδόνες του στην καταστροφική και αμφιταλαντευόμενης έκβασης μάχη. Τούτο στοίχισε πάμολλες απώλειες και από τα δύο στρατόπεδα και παρ’ ολίγον να κρίνη κατά τρόπον ολέθριο για τους Αχαιούς την έκβαση του πολέμου.

Η μάχη κρίθηκε από το λάθος του Έκτορα να σκοτώση τον Πάτροκλο, γεγονός που εξόργισε τον θείο Αχιλλέα και έλυσε την «λευκή απεργία» του από το πεδίο της μάχης .

Ο φόνος του Πατρόκλου στην σύγχρονη εποχή θα μπορούσε να παρομοιασθή με την επίθεση των Ιαπώνων στο Περλ Χάρμπορ, γεγονός που εξώθησε την Αμερική να βγη στον Β΄ ΠΠ υπέρ των Συμμάχων. Γιατί από την στιγμή που ο Αχιλλεύς ενεργοποιήθηκε στον πόλεμο τούτο, η Νίκη των Αχαιών με τις ωραίες κνημίδες και ο θάνατος του ηρωικού Έκτορος ήτο πλέον δεδομένη.

Για την Οδύσσεια δεν θα μιλήσουμε στο παρόν. Μόνον θα περιορισθούμε να πούμε ότι σ'αυτήν περιγράφεται ο αιώνιος Έλλην, το γνήσιον αυτό τέκνον της θάλλασας και των μεγάλων περιπετειών και περιπλανήσεων.

Επίσης στο Επος αυτό θα διαπιστώσουμε το πολυμήχανον της φυλής μας, κάτι που οι εχθροί και άσπονδοι «φίλοι» μας σήμερα θέλουν να μας το στερήσουν και να κάνουν τους σύγχρονους Έλληνες να ξεχάσουμε την φυλετική μας ταυτότητα και πολιτιστική και πνευματική μας κληρονομιά.

Τέλος πρέπει ιδιαίτερα να επισημανθή το οικουμενικό πνεύμα του Ελληνισμού, που τιμά την αξιοπρέπεια του ατόμου, προωθεί την ιδέα του Ανθρωπισμού, ανεξαρτήτως φυλής, χωρίς να κάνη εξαιρέσεις σε φίλους και εχθρούς, σε «εκλεκτούς λαούς» και παρακατιανούς, σε Ελληνες και ξένους.

Το μεγαλείο του Ομήρου είναι ότι πουθενά δεν θα συναντήσουμε καταφρόνηση του αντιπάλου ή προτίμηση υπέρ φίλων και σε βάρος των εχθρών. Πάνω απ’ όλα τιμά την ανδρεία των Ηρώων, την Αξιοκρατία, ενώ δεν χαρίζεται ακόμη και στους Θεούς, τους οποίους κατεβάζει συχνα απο τον Όλυμπο και τους φέρνει κοντά στους θνητούς ανθρώπους, ενώ παράλληλα θεοποιεί τους Ήρωες με μιά σχέση συντροφικότητας προς τους Θεούς.

Αυτή η σχέσηγ εξανθρωπίσεως του Θείου και θεοποιήσεως του Ανθρώπου είναι άγνωστη σε άλλες λατρείες. Για παράδειγμα, ο Θεός-Παντοκράτωρ στην Ιουδαϊκή θρησκεία κάνει ακόμη και ρατσιστικές δικρίσεις υπέρ του Λαού του, ενώ εχθρεύεται θανάσιμα και μισεί τους αντιπάλους, για τους οποίους παραγγέλλει τα πιό αποτρόπαια κακουργήματα.

Ο Όμηρος μολονότι δεν αναφέρει πουθενά την λέξη «Δημοκρατία», εν τούτοις την κάνει καθημερινή πράξη μεταξύ του Ελληνικού στρατεύματος, με τις συχνές Συνελεύσεις προς λήψη αποφάσεων μέσα από τον διάλογο και την ανταλλαγή απόψεων, αλλά και την κριτική και αμφισβήτηση -ακόμη και του αρχιστρατήγου του Εκστρατευτικού Σώματος- του ένδοξου βασιλιά Αγαμέμνονα.

Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

Γηγενές το Ελληνικό Γένος

Μυστήριο καλύπτει την καταγωγή των Ελλήνων, αφού ως τώρα έχουν διατυπωθή οι πιο αντιφατικές, και συχνά αντιεπιστημονικές θεωρίες, με προεξάρχουσα την δήθεν θεωρία περί Ινδοευρωπαίων [ΙΕ], οι οποίοι κατήλθαν από τον Βορρά.
Είναι ιστορικά βεβαιωμένο ότι οι Έλληνες είναι γηγενείς και αυτόχθονες. Και είναι αυτόχθονες διότι όλα τα βιολογικά, ανθρωπολογικά, ιστορικά, εθνολογικά και αρχαιολογικά συμπεράσματα συνηγορούν περί τούτου.

Ο Ηρόδοτος γράφει (Κλειώ 58) τα εξής: «Εγώ πιστεύω ότι οι Ελληνικοί λαοί μιλούσαν την ίδια γλώσσα, αλλά αποδυναμώθηκαν μετά τον χωρισμό τους από τους Πελασγούς, και ξεκινώντας αρχικά από ένα μικρό πυρήνα, έφτασαν στους τεράστιους αριθμούς που αντιπροσωπεύουν τώρα με την ενσωμάτωση διαφόρων ξένων εθνών, ανάμεσα στα οποία ήταν και οι Πελασγοί. Δεν πιστεύω ότι οι Πελασγοί, ένας βαρβαρικός λαός, έγινε ποτέ πολυάριθμος ή ισχυρός». Ωστόσο η διαφορά έθνους κατά τον Ηρόδοτο σημαίνει διαφορά φυλής μάλλον, παρά έθνους όπως το θεωρούμε σήμερον.

Και αντιγράφω ένα άλλο απόσπασμα του (Κλειώ 56) που επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές: «Οι έρευνες έδειξαν ότι οι Λακεδαιμόνιοι ήταν δυνατότεροι από τους Δωριείς και οι Αθηναίοι από τους Ίωνες. Αυτοί οι δυο, από τους οποίους οι πρώτοι κατάγονταν από τους Πελασγούς, ενώ οι άλλοι από τους Έλληνες». Ποιος όμως πιστεύει ότι οι Λακεδαιμόνιοι δεν ανήκαν στο Ελληνικό έθνος; Κατά τον Ηρόδοτο το Αθηναϊκό έθνος ήτο Πελασγικό, και Πελασγοί ήσαν και οι πρώτοι Αρκάδες και οι κάτοικοι του Κρότωνα και της Τροίας και άλλων πόλεων.

Ο διαχωρισμός των Ελλήνων σε πολλά φύλα (Δρύοπες, Λέλεγες, Πελασγοί, Καύκωνες, Θράκες, Τηλεβόες κλπ) οφείλεται στον βαθύ γεωγραφικό διαχωρισμό τους, που και ακόμη και σήμερα δημιουργεί προβλήματα επικοινωνίας σε ορισμένες εποχές του έτους.

Συνεπώς, ούτε από βορρά κατήλθαν στην Ελλάδα, ούτε Σλαύοι εξελληνισθέντες είναι οι Έλληνες -όπως υπεστήριζε παλαιότερον ο Φαλμεράϊερ- ούτε τέλος προήλθαν από την Αγγλία, ανοησίες που διετύπωσε στο «μυθιστόρημά» του το 1842 ο Λόρδος Μπούλβερ Λύττον, και συνηγόρησε με αυτές και ο Γερμανός επιστήμων Μύλλερ. Ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει.

Οι Ευρωπαίοι προέρχονται από τους Αιγαίους Πελασγούς Πρωτοέλληνες, αλλά αυτό δεν το ανέχεται ο εγωισμός των που θέλουν πάση θυσία να συμμετέχουν στον λαμπρότερο πολιτισμό που έφτιαξε ο άνθρωπος ως τώρα. Είναι απίθανον να είχαν ξένη προέλευση οι Έλληνες διότι προ των περιόδων των παγετώνων, ως προανεφέρθη, ολόκληρος η Βόρεια Ευρώπη, η πέραν του Δουνάβεως και εντεύθεν του κάτω Ρήνου και των Άλπεων, αλλά και η Ανατολή-μηδέ της βορείας Περσίας και των Ινδιών εξαιρουμένων- εκαλύπτοντο από παγετώνες. Αλλά και μετά την τήξη των παγετώνων τα πεδινά μέρη εκαλύφθησαν από ύδατα και λάσπη.

Επομένως, ήτο αδύνατον να ζήσουν, και πολύ περισσότερο να δημιουργήσουν πολιτισμό στις περιοχές της Μεσευρώπης οι υποτιθέμενοι ΙΕ ή Άριοι και αργότερον να τον μεταφυτεύσουν στους Αιγαίους Πελασγούς. Διότι οι τελευταίοι είχαν το προνόμιο να ζουν στην πλέον εύκρατη περιοχή του κόσμου, να «κολυμπούν» στην Μεσόγειο Θάλασσα και να επικοινωνούν με όλους τους λαούς του τότε γνωστού κόσμου. Και τότε φυσικά δεν υπήρχον οι σημερινές πηγές ενέργειας, για να στηρίξουν οι βόρειοι πολιτισμό, όπως συμβαίνει σήμερον με την σύσταση του τεχνολογικού πολιτισμού.

Οι Πολυταξιδεμένοι Πελασγοί




Ο Πελασγός είναι τόσο παλιός ώστε φέρεται, σύμφωνα με την μυθολογία, ως υιός του Ποσειδώνος. Ο συμβολισμός αυτός είναι σύμφωνος με την θαλασσινή καταγωγή του Ελληνικού έθνους και την ναυτοσύνη των Ελλήνων. Αλλά και ο Ίναχος, ο «πρώτος άνθρωπος της Πελοποννήσου», ήτο υιός των Ωκεανού και της θαλασσινής θεάς Τηθύος. Δεν υπήρχον τότε άλλοι προηγμένοι άνθρωποι, που να ταξιδεύουν όχι μόνον θαλασσίως αλλά δια ξηράς βορείως ή ανατολικώς του Δουνάβεως. Πώς όμως έμαθαν οι Αρχαιοέλληνες Αιγαίοι Πελασγοί να ταξιδεύουν;

Μετά την καταβύθιση της Αιγηίδος βρέθηκαν ξεκομμένοι στα νησιά από την φυλή και τους συγγενείς των και επιθυμούσαν διακαώς να ξεφύγουν από αυτήν την απομόνωση. Έτσι έμαθαν να θαλασσοπορούν, πρώτα πάνω σε κορμούς δένδρων και έπειτα σε πλοιάρια. Οι Έλληνες από τα πανάρχαια χρόνια συνδέονται στενότατα με την θάλασσα και κυριολεκτικά αλωνίζουν το Αιγαίο και την Μεσόγειο θάλασσα.

Από το Αιγαίο και τα Μικρασιατικά παράλια εισχώρησαν προοδευτικά και ακτινοειδώς-εν είδη βεντάλιας-προς βορράν, ανατολάς, νότον και δυτικά και εκπολίτισαν τις υποανάπτυκτες φυλές, όταν οι κλιματολογικές συνθήκες το επέτρεψαν. Τότε τα θαλάσσια ταξίδια ήσαν σχετικώς ευκολότερα και πιο ασφαλή εν συγκρίσει με τα χερσαία. Μετά την καταβύθιση της Αιγηίδος είναι φυσικό οι πέριξ του Αιγαίου νομάδες να μετακινήθηκαν προς βορράν και ανατολάς προς εξεύρεση βοσκοτόπων για τα ποίμνια των.

Αυτοί εισχώρησαν στις αποστραγγιζόμενες πεδιάδες μετά την υποχώρηση των υδάτων. Τέτοιες παλινδρομικές μετακινήσεις -άγνωστον πόσες- ασφαλώς συνέβησαν στην διάρκεια των χιλιετιών υπό την πίεση των αναγκών των πληθυσμών της εποχής. Όμως το κύριο ρεύμα μετανάστευσης ήτο σταθερά προσανατολισμένο από την περιοχή του Αιγαίου και της Χερσονήσου του Αίμου προς βορράν, νότον, ανατολάς και δυσμάς, διότι οι έποικοι ανεζήτουν νέες κενές και παρθένες εκτάσεις, αρχικά για την κτηνοτροφική και βραδύτερα για την γεωργική τους εκμετάλλευση.

Εξ άλλου η τάση αυτή προς μετανάστευση συνεχίζεται ως την εποχή μας (μεταναστευτικά κύματα προς Αμερική, Αυστραλία κλπ).Πάντως στην αρχή ζούσαν βίον νομαδικόν, όπως ακριβώς και οι Σαρακατσαναίοι της Πίνδου, οι οποίοι μπορούμε να πούμε ότι είναι οι γνησιότεροι και αρχαιότεροι Πρωτοέλληνες «Ευρωπαίοι», απόγονοι των Πελασγών.

Εκ της Αιγηίδος ξεκίνησαν όλοι εκείνοι οι λαοί, οι οποίοι παρουσιάζονται βραδύτερον στις γύρω περιοχές της Μικρασίας, του Καυκάσου και της Μεσογείου ως τον Δούναβη με διάφορες ονομασίες, μεταφέροντες μαζί και τον πολιτισμό τους. Είναι φυσικά αδύνατον να προσδιορισθή πόσα χρόνια πέρασαν μετά την καταβύθιση της Αιγηίδος, μέχρις ότου διαμορφωθούν σε φυλές οι διάφορες αυτές ομάδες που διεσώθησαν στα παράλια ή μετεκινήθησαν στα ενδότερα. Κατά τις μαρτυρίες των Αιγυπτίων ιερέων της Σάϊν προς τον Σόλωνα, όπως αναφέρει ο Πλάτων στον «Τίμαιο», από τους Αρχαιοέλληνες Αιγαίους πήραν τον πολιτισμό.

Τούτο καταφαίνεται και από τις επιδόσεις των στην ναυσιπλοία, αλλά και στις τέχνες (προηγμένη Κυκλαδίτικη τέχνη αγαλματιδίων). Τα προπαγανδιστικά μυθεύματα περί αφίξεως Φοινίκων και άλλων («Μαύρη Αθηνά», Μπερνάλ), εκτός του ότι στερούνται λογικής και επαρκούς τεκμηρίωσης έχουν επιστημονικά καταπέσει, αφού και ο ίδιος παρεδέχθη ότι το κίνητρο του ήτο το κέρδος και η προσέλκυση της προσοχής.

Το πολλαπλά διαφημισθέν αφήγημα του Μεσοποταμίου Γιλγαμές, το οποίο θέλησαν να παρουσιάσουν σαν απόδειξη της παλαιάς πνευματικής ανάπτυξης των διαφόρων λαών της Μεσοποταμίας, είναι πολύ νεώτερο και κακότεχνο κατασκεύασμα, συντεθέν βάσει Ελληνικών παραδόσεων και μύθων.

Πρόκειται πράγματι περί κακότεχνης αντιγραφής των αναφερομένων περί του κατακλυσμού του Δευκαλίωνος, ο οποίος ας σημειωθή, είναι παλαιότερος του κατακλυσμού του Νώε, εάν έγινε φυσικά κι αυτός. Γιατί όλα τα γραφόμενα περί του κατακλυσμού του Νώε είναι τερατώδη, αντιεπιστημονικά και προσιδιάζοντα μόνον σε λαό που δεν είχε ιδέα περί της θαλάσσης και της ναυσιπλοϊας.

Αντίθετα από τα κείμενα των Ορφικών περί του κατακλυσμού του Ωγύγου πιστοποιείται ότι κανένας άλλος αρχαίος λαός δεν έχει παλαιότερες αναμνήσεις και επιστημονικές μαρτυρίες και ούτε έχει σημειώσει πνευματικές εκδηλώσεις και άλλες ενδιαφέρουσες διαπιστώσεις (λ.χ. αστρονομικές παρατηρήσεις 11.000 ετών π.Χ.) όπως αυτές που περιέχονται στα αρχαία Ελληνικά κείμενα.

Όπως μας πληροφορεί ο Έρμαν Ντίλς [«Προσωκρατικοί», Κεφ. Ορφεύς, σελ. 3] οι Αιγαίοι Αρχαιοέλληνες έγραφον τις παρατηρήσεις των αρκετές χιλιάδες χρόνια πριν επί λεπτών σανίδων, λίθων ή οστράκων (γραφή Δισπηλιού, Γιούρων, Αλοννήσου κλπ),γεγονός που μαρτυρεί ότι ήσαν εχέφρονες άνθρωποι (Homo Sapiens). Το ερώτημα που γεννάται λοιπόν είναι γιατί είχαν αγνοήσει ή παραμερίσει τόσο σοβαρά αποδεικτικά στοιχεία οι νεώτεροι δήθεν «σοφοί» ερευνητές της Δύσεως;

Ασφαλώς δεν είναι τυχαίο το γεγονός, διότι η Ελληνική Προϊστορία καίει και προτιμούν να την αγνοούν, να την παραμερίζουν και όταν βγαίνη τυχαίως στην επιφάνεια να την αποσιωπούν ή να την παραχαράζουν ακόμη. Διότι στην περιοχή αυτή κατοικούσαν εχέφρονες άνθρωποι όχι προ 10, 20 χιλιετιών -όπως ισχυρίζονται για την Μεσοποταμία οι γνωστοί Φοινικιστές ή προ 35-40.000 ετών των Αφροκεντριστών- αλλά προ 100, 800.000 ετών, αλλά και εκατομμυρίων ετών, όπως απέδειξαν οι έρευνες των Πετραλώνων, της Τρίγλιας και της Πτολεμαΐδος, υπό του ανθρωπολόγου-αρχαιολόγου κ. Άρη Πουλιανού. Επομένως οι Αμερικανικές έρευνες στο σπήλαιο Φράχθυ της Ερμιονίδος, οι οποίες έφεραν στο φως στοιχεία του πολιτισμού προ 25 χιλιάδων ετών, έρχονται να αποδείξουν την ύπαρξη και την συνέχεια της αναπτύξεως του ανθρώπου στον Ελλαδικό χώρο.

Τα κενά που σήμερον υπάρχουν σε μακρές περιόδους της ιστορίας δεν σημαίνουν αρνητική ύπαρξη ζωής, αλλά μάλλον έλλειψη συστηματικών ερευνών στην περιοχή αυτή.

Ο Πολιτισμός των Ρωμαίων


Ο εκπολιτισμός είναι πανάρχαιος και ανάγεται από την εποχή των Ετρούσκων και Τυρσηνών. Όμως ο κυρίως πολιτισμός των Ρωμαίων πριν αρχίσουν την αυτοκρατορική τους πορεία άρχισε κυρίως μετά την κατάκτηση της Ελλάδος (180-120 π.Χ), δηλαδή από την εποχή του Καίσαρος. Προηγουμένως οι φυλές της Κεντρικής και Βορείου Ιταλίας ήσαν σχετικά πρωτόγονες και άξεστες, δεν γνώριζαν την γραφήν και εσυνήθιζαν ακόμη και την ανθρωποφαγία και ανθρωποθυσία σε παλαιότερες εποχές.

Επομένως, τον πολιτισμό και την γραφή όλοι οι Ευρωπαίοι την χρεωστούν στους Πελασγούς και Κρήτες Πρωτοέλληνες. Η Λατινική γραφή είναι κι αυτή Ελληνική (Χαλκιδικό αλφάβητο) και ο Ρωμαϊκός Πολιτισμός είναι αντίγραφο -συχνά κακέκτυπο- του Ελληνικού Πολιτισμού. Έτσι αποδεικνύεται η πανάρχαια κοινή καταγωγή των κατοίκων της Βόρειας και Δυτικής Ευρώπης (Τεύτονες, Γαλάτες, Σουάβοι, Σάξωνες, Ίβηρες κλπ) από τους Αιγαίους Πρωτοέλληνες.

Οι λαοί αυτοί διατηρούν ακόμη ονομασίες ορισμένων θεών της Αρχαίας Ελλάδος, λέξεις ή ρίζες λέξεων της αρχικής μητρικής των γλώσσας, ή μάλλον του γλωσσικού ιδιώματος των το οποίο ανήκει στην Ελληνική (Ινδοευρωπαϊκή) ομογλωσσία.

Επειδή συν τω χρόνω αυτοί ήρθαν σε επιμειξία με άλλους λαούς, αλλά και λόγω διαφορετικών κλιματολογικών και πολιτιστικών συνθηκών, ήτο επόμενον να διαφοροποιηθούν και να απομακρυνθούν αναγκαστικά από την αρχική πολιτιστική των κοιτίδα, του Αιγαίου.

Άλλοι εξ αυτών στις νέες των πατρίδες εκβαρβαρίστηκαν ή αφομοιώθησαν για να επιβιώσουν και παρέμειναν ανεξέλικτοι, όπως τους ανευρίσκουμε μετέπειτα κατά την ιστορική περίοδο, διασκορπισμένους σε διάφορες χώρες του βορρά σε φυλές (Κιμμέριοι, Σκύθες, Γέτες, Αριμασποί, Γέλωνες, Μασαγέτες, Βουδίνοι, Αγριππαίοι, Ισηδόνες, Σαρμάτες, Δάκες κ.ο.κ.). Αυτοί εξελίχθησαν αργότερα υπό την επίδραση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και δημιούργησαν τα γνωστά έθνη του βορρά και της Ανατολής. Εκείνους που εισχώρησαν ανατολικότερα και εκείθεν της λίμνης Βαϊκάλης, τους ανευρίσκουμε κατόπιν ως Υπερβορείους ( ή ως Γκιλάκους).

Στην Ιαπωνία έφθασε προ αμνημονεύτων χρόνων μια λευκή φυλή, οι Αϊνού (=Ίωνες), ενώ συναντώμεν διάσπαρτες λευκές φυλές στην Ασία και Άπω Ανατολή. [Βλέπε Τόμ. «ΛΑΟΙ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ» «Γενική Εισαγωγήν» όπως και «Γενική Εισαγωγή» στο Δεύτερο βιβλίο του Ιωάν. Πασσά «ΤΑ ΟΡΦΙΚΑ» και τα σχόλια στους «Ύμνους του Ορφέως»]. Οι Τούρκοι είναι ένα μωσαϊκό λαών στην πλειοψηφία των αυτοχθόνων που ζούσαν από αρχαιοτάτων χρόνων στην περιοχή.

Οι Τούρκοι αποτελούν μια μικρή μειοψηφία που κατήλθαν σαν νομάδες από τα υψίπεδα της Κεντρικής Ασίας, από την περιοχή του Αλτάϊ, στην Μεσόγειο. Οι τελευταίοι είναι Ταταρομογγολικής καταγωγής και έμειναν άξεστοι και απολίτιστοι από της εγκαταστάσεως τους στην Μικρά Ασία ως σήμερον. Η φυλή αυτή αποτελούσε την ιθύνουσα τάξη της Οθωμανικής Τουρκίας, αλλά και της σημερινής Κεμαλικής Τουρκίας.

Η Καταγωγή των Ευρωπαϊκών Λαών


Κατά τον Αθαν.Σταγειρίτη [«ΩΓΥΓΙΑ», Τόμ. Β του Αθαν.Σταγειρίτη, Εκδ. Βιέννης 1808] η καταγωγή όλων των φυλών -και φυσικά των νεωτέρων Εθνών της Βορείου, Δυτικής και Ανατολικής Ευρώπης, καθώς και οι λευκοί της Ρωσσίας και Κεντρικής Ασίας- προέρχονται από το Αιγαίον, και συγκεκριμένα από τον Ελληνικό πολιτιστικό χώρο, και όχι από τους ανύπαρκτους Ινδοευρωπαίους [Βλέπε Διόδ. Σικελιώτη, Βιβλ. Α, Στράβωνα, «Εισαγωγή» και Συρέ «Οι Μεγάλοι Μύσται», Καρλάυλ «Οι Ήρωες» (Οντίν) και Σαρλ Μπερλίτζ «Τα Μυστήρια από ξεχασμένους Κόσμους»]. Η εξέταση των λεγομένων Αριανών γλωσσών, όπως πραγματικά ομιλούνται σήμερον διαθέτουν πολυάριθμα Πελασγικά στοιχεία, τα οποία αναμφισβήτητα προέρχονται από την Πελασγική των κοιτίδα, τα Βαλκάνια, την Κάτω Ιταλία και την Μ. Ασία.

Όταν η ίδια ρίζα βρίσκεται σ’ όλες τις γλώσσες ή στις περισσότερες από αυτές, θα πρέπει να συμπεράνουμε ότι το αντικείμενο που υποδηλούται δια της ρίζας ταύτης, ήτο κοινό για τους προγόνους των, οι οποίοι είχαν κάποτε τον ίδιο πολιτισμό. [Για παράδειγμα η λέξη «Άξων», υπάρχει παρεφθαρμένη σ’ όλες τις λεγόμενες αριανές γλώσσες, διότι οι λαοί αυτοί γνώριζαν όλοι την βοήλατη άμαξα. Ορισμένοι την βελτίωσαν και της έβαλαν ακτίνες στο διάβα του χρόνου, ενώ άλλοι διατήρησαν τον παραδοσιακό τροχό εκ κορμού δένδρου. Άρα διαφοροποιήθησαν.

Με την πρόσθεση λοιπόν νέων λέξεων αρχίζει η διαφοροποίηση της γλώσσας και της ταυτότητας των λαών]. Έτσι έγινε βαθμιαία η διαφοροποίηση των φυλών εκ της αρχικής των καταγωγής. Τελικά παραμένει η κοινή καταγωγή σαν μύθος. Ο μύθος λ.χ της Ατλαντίδος, ο οποίος σχετίζεται με την πανάρχαιη δραστηριότητα της Ελληνικής φυλής, όπως δείχνουν τα διάφορα ευρήματα, υπήρξε κάποτε πραγματικότης. Όχι όμως και ο τεχνητός «μύθος» περί των Ινδοευρωπαίων.

Ο Μύθος των Ινδοευρωπαίων


Η κάθοδος φυλών από Βορρά και Ανατολών στην Ελληνική Χερσόνησο, για να εκπολιτίσουν τους δήθεν άξεστους Αιγαίους, δεν ευσταθεί ούτε επιστημονικά, αλλά ούτε από λογικής απόψεως, διότι οι Αιγαίοι ήσαν αποδεδειγμένα ναυτικός και στο έπακρον πολιτισμένος λαός που ταξίδευε, από την χαραυγή της Προϊστορίας του, όχι μόνον στην Μεσόγειο, αλλά και στους Ωκεανούς. Αν δεχθούμε τις δοξασίες περί «Ινδοευρωπαϊστών», τότε θα έπρεπε κανονικά να είχαν βρεθή κάπου τα ίχνη τους, ο ανώτερος πολιτισμός τους, η γλώσσα τους και τέλος τα ιστορικά πνευματικά μνημεία που θα άφηναν πίσω στην αρχική των κοιτίδα. Τέτοιο πράγμα όμως δεν έχει βρεθή. Τίποτα απολύτως δεν επιβεβαιώνει την ύπαρξη τους.

Αντίθετα, συνεχώς έρχονται στο φως νέες συντριπτικές αποδείξεις και ατράνταχτα τεκμήρια από τον Ελληνικό χώρο και εκτός αυτού-στις χώρες που ταξίδευσε-που επιβεβαιώνουν ότι οι Αιγαίοι Πρωτοέλληνες μετέδωσαν πρώτοι τον πολιτισμό τους σ’ όλους τους λαούς του τότε γνωστού κόσμου. Βέβαια, όλες αυτές οι αντιεπιστημονικές και δογματικές θεωρίες του παρελθόντος έχουν προ πολλού καταπέσει, αλλά επανέρχονται κάθε φορά με καινούργιο περιτύλιγμα στην επικαιρότητα από το «επιστημονικό» κατεστημένο της διεθνούς εξουσίας. Γιατί αυτός ο μύθος βολεύει την διαιώνιση της εξουσίας τους. Σήμερα βρισκόμαστε σε μια έξαρση του φαινομένου τούτου.

Παντού επιδιώκουν να μειώσουν την αξία και την συμβολή του ανυπέρβλητου Ελληνικού παράγοντα στην δημιουργία του παγκόσμιου Πολιτισμού [Βλέπε «ΦΥΣΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ», Τόμ. «ΕΛΛΑΣ» της Εγκυκλοπ. «ΗΛΙΟΣ», του Ιωάννη Κουμάρη]. Αρκεί να επαναλάβουμε ότι "όταν οι αρχαίοι Έλληνες έφτιαχναν τον Παρθενώνα, οι πρόγονοι των σημερινών Άγγλων ζούσαν μέσα στα σπήλαια ή στα ανήλια δάση, ενώ πλείστοι απ’ αυτούς και άλλοι βόρειοι λαοί, ήσαν ακόμη ανθρωποφάγοι ή έκαναν ανθρωποθυσίες» [Στράβων, βιβλ.VI, σελ. 226, 21] [Ανέκαθεν το θαρραλέο και ανήσυχο Βρεταννικό έθνος συμπεριφέρθηκε αλαζονικά και σαν κατακτητής στην Ελλάδα, μιμούμενο τους δήθεν ξανθούς Ινδοευρωπαίους αποικιοκράτες και εκπολιτιστές]. Ακόμη και στην γειτονική μας Ιταλία, ακόμη και κατά την κλασσική εποχή, εθυσίαζαν παίδες στην εορτή των Κομπιταλίων και Λαραλίων, και μόλις επί Βρούτου κατηργήθη το έθιμον τούτο.[«ΩΓΥΓΙΑ» του Αθαν. Σταγειρίτη, Β. Τόμ. σελ.480].

Επομένως, είναι απαράδεκτη και εξοργιστική η τόσο κραυγαλέα παραποίηση και διαστροφή της Ιστορίας και Προϊστορίας των Ελλήνων. Δωδωναία η Λατρεία των Δρυίδων. Σύμφωνα με παλαιότερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις, διεπιστώθη ότι κατά την Μινωική περίοδο οι Κρήτες θαλασσοπόροι μετέφεραν στην Μεσόγειο "Κασσίτερο" από την Αγγλία.

Όμως δεν πήγαιναν με άδεια χέρια εκεί. Τους μετέδιδαν τον ανώτερο Κρητομινωϊκό πολιτισμός τους. Πρόσφατα, ανεκαλύφθησαν στην Αγγλία προϊστορικές Ελληνικές εγκαταστάσεις, οι οποίες φανερώνουν ότι οι πρωτόγονοι και καθυστερημένοι λαοί της Αγγλίας δέχθηκαν την επίδραση των Ελλήνων και συν τω χρόνω εκπολιτίσθησαν.

Έτσι αποδεικνύεται ότι η πανάρχαια λατρεία των Δρυίδων στην Βρεταννία είναι Ελληνικής προέλευσης, εκ του Μαντείου της Δωδώνης, και μετεφέρθη εκεί προ αμνημονεύτων χρόνων. Η Ελληνική Προϊστορία παρουσιάζει πράγματι ένα εκπληκτικό μυστήριο και μια σαγηνευτική πρόκληση για αυτόν που θα προσπαθήση να την αποκρυπτογράφηση και να εμβαθύνη σ’ αυτήν. Η αυτοχθονία των Ελλήνων έχει αποδειχθή με ατράνταχτα τεκμήρια από διαπρεπείς ανθρωπολόγους, όπως ο Ιωάν. Κουμάρης [Βλέπε άρθρον «Φυσική Ανθρωπολογία» Ιωάν. Κουμάρη, Α. Μέρος, Τόμος «ΕΛΛΑΣ», Εγκυκλοπ. «ΗΛΙΟΣ» και Αλέξη Σίνου «Η Γεωγραφική Ενότης του Ελληνικού Μεσογειακού Χώρου» Μέρος Α. Σελ. 94-95, Μέρος Β. Σελ.179-182 κλπ].

Ο Ευρωπαίος «Αρχάνθρωπος» των Πετραλώνων


Αδιάσειστα τεκμήρια της γηγενούς προέλευσης του Έλληνα έφερε εσχάτως εις φως ο διεθνούς κύρους ανθρωπολόγος Άρης Πουλιανός με την ανακάλυψη του «Ευρωπαίου Αρχανθρώπου των Πετραλώνων Χαλκιδικής» και του «Κυνηγού Ελεφάντων της Πτολεμαίδος» για τον οποίο θα μιλήσουμε σε άλλο κεφάλαιο. Ο Ορφεύς λέγει: «ήδ’ όσον Αιγύπτω ιερόν λόγον εξελόγχευσα», δηλαδή στην Αίγυπτο και στην Λιβύην, εδίδαξα,(εξελόγχευσα=εξεγέννησα) τον ιερόν λόγον [«Αργοναυτικά» των «Ορφικών» στίχ. 42-44 και 102 Εκδ. Λειψίας TAUCHNIZIT 1829]. [Τυγχάνει ευνόητον ότι το «εξελόγχευσα» δεν σημαίνει ότι «εδιδάχθην», όπως υπεστήριξαν αμαθέστατοι και κακοηθέστατοι συγγραφείς].

Επομένως, η απόδειξη αυτή κονιορτοποιεί κάθε άλλη παλαιά και νεώτερη δογματική θεωρία, οι εμπνευστές των οποίων δεν μπαίνουν καν στον κόπο να τις τεκμηριώσουν με στοιχεία.

Είναι γνωστόν ότι κατά την 8 ην χιλιετίαν π.Χ. ελάμβανε χώραν μεταφορά Οψιανού Λίθου με πλοία από την νήσο Μήλον του Αιγαίου πελάγους στην Αργολίδα, όπως απέδειξαν τα ευρήματα οψιανού λίθου στο σπήλαιο του Φράγχθη της Αργολίδος.

Άρα οι Αιγαίοι από τότε θαλασσοπορούσαν. Αλλά και στον χώρον της Ανατ. Μεσογείου οι Πρωτοέλληνες Μινωίτες και Μυκηναίοι κυριαρχούν από αμνημονεύτων χρόνων. [Πανάρχαιοι Αχαιοί Κρήτες και Κύπριοι οι αρχαιο-Φοίνικες και οι Φιλισταίοι και «Παλαισάτι», διέσχιζαν την Μεσόγειο για να εγκατασταθούν στην Παλαιστίνη].

Αυτόχθονες οι Έλληνες

Ο Ισοκράτης το διαλαλεί ότι: «Είμαστε αυτόχθονες. Δεν διώξαμε άλλους που ήσαν εδώ, ούτε ήρθαμε από αλλού να την καταλάβουμε έρημη από πληθυσμό, ούτε είμαστε μιγάδες και ανακατεμένοι με άλλα έθνη, αλλά προερχόμεθα από καλό και γνήσιον έθνος, ώστε γεννηθήκαμε σ’ αυτήν εδώ την γην, την κατέχουμε και διαβιούμε όλον τον καιρό.

Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2016

ΤΟ ΡΟΔΙ - Ο ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΑΡΠΟΥ ΤΗΣ ΡΟΔΙΑΣ

Αρχαίος καρπός. Αρχαιολογικές ανασκαφές αποδεικνύουν με ευρήματα ότι αυτός ο πολυσήμαντος καρπός ανά τους αιώνες είναι ενδημικός στη Μεσόγειο και αυτόχθων.
Ρόδια βρέθηκαν ζωγραφισμένα σε αγγεία, στη Φυλακωπή της Μήλου, καρποί βρέθηκαν στην προϊστορική πόλη του Ακρωτηριού, στην Σαντορίνη και αργότερα εντοπίστηκαν χρυσά περίαπτα ροδιών σε κοσμήματα των Μυκηνών.
Καρπός της αιωνιότητας, της αφθονίας, της γονιμότητας, της καλοτυχίας, του πλούτου, του έρωτα, αλλά και των νεκρών ή του θανάτου.
Το ρόδι είναι ένα από τα 7 αντικείμενα που επεδείκνυε ο Ιεροφάντης σε αυτούς που επρόκειτο να μυηθούν στα Ελευσίνια Μυστήρια.
Ο Όμηρος αναφέρει στην Οδύσσεια, ότι καλλιεργούσαν ροδιές στους κήπους του Βασιλιά Αλκίνοουστο νησί των Φαιάκων, ενώ ο Θεόφραστος αναφέρει τη ροδιά με τα ονόματα «ροιά» και «ρόα».
Ύστερα από όλα αυτά δεν είναι καθόλου ανεξήγητο γιατί το ρόδι σπάει στο κατώφλι του καινούριου χρόνου, με την προσδοκία μιας καλής χρονιάς.


 Τα μοναδικά χαρακτηριστικά που έχει το ρόδι είναι αυτά που το κάνουν σύμβολο. Η ιδιαιτερότητα στα εξωτερικά του χαρακτηριστικά είναι ο κάλυκας που έχει στην κορυφή του και έχει τη μορφή κορώνας ή στέμματος. Στο εσωτερικό του είναι επίσης μοναδικό, χωρισμένο σε πολλά «διαμερίσματα» με κίτρινα χωρίσματα, που έχουν «θήκες» για τους ζουμερούς κόκκινους καρπούς και διάφανες μεμβράνες που τους προστατεύουν. Το ανοιγμένο ή σπασμένο ρόδι δίνει με το πλούσιο εσωτερικό του μια εικόνα αφθονίας, ενώ το κόκκινο χρώμα των ζουμερών και γευστικών καρπών του συμβολίζει την ευτυχία, τους χυμούς του ‘Ερωτα, αλλά και την αιωνιότητα.


 Πριν από πέντε χιλιάδες χρόνια, την -3η χιλιετία, η ροδιά είναι βέβαιο ότι φύεται στη Σαντορίνη. Στις ανασκαφές που έφεραν στο φως την προϊστορική πόλη στο Ακρωτήρι εντοπίζεται απανθρακωμένο ξύλο ροδιάς. Από τη Σαντορίνη είναι και τα δίχρωμα αγγεία του -17ου αιώνα, που έχουν κεντρικό ζωγραφικό μοτίβο τους το ρόδι.

Στη Μινωική Κρήτη έχουν βρεθεί αγγεία που είχαν τελετουργική χρήση, όπως το αγγείο σε σχήμα ροδιού, του -17ου αιώνα, (Μεσομινωική III περίοδος), που βρέθηκε στο ανάκτορο της Φαιστού και του αποδίδεται τελετουργική χρήση. Στο παλάτι της Κνωσού έχουν βρεθεί  οστέινα ομοιώματα άνθους ροδιού, που χρονολογούνται στην Υστερομινωική ΙΑ περίοδο, δηλαδή στον -16ο αιώνα.
Και από τις τελετουργίες με τα ρόδια στα Μινωικά Ανάκτορα της Κρήτης, να πάμε στο Αιγαίο και στη Μήλο αυτή τη φορά του -17ου αιώνα (στην πόλη της Φυλακωπής III ), απ’ όπου και έχουν έρθει στο φως ανασκαφικά, αγγεία με παραστάσεις ροδιού.
Ρόδια έχουν βρεθεί και στις Μυκήνες (Ταφικός Κύκλος Α, τάφος III, γυναικών, -16ος αιώνας). Είναι ένα περιδέραιο με πολλά μικρά χρυσά ρόδια, σύμβολα της αφθονίας.

 Ρόδια όμως έχουν βρεθεί και στην Ακρόπολη των Αθηνών, σύμβολα και εδώ ευκαρπίας, γονιμότητας και ευδαιμονίας. Τα ρόδια ήταν αναθήματα στην Αθηνά από τους Αθηναίους, ιδιαίτερα τον -6ο αιώνα. Μια από τις Κόρες της Ακρόπολης (-570) κρατάει ρόδι στο αριστερό της χέρι και στο δεξί ένα στεφάνι.


Καρπός πολυσήμαντος, με μια μεγάλη διαδρομή στο χρόνο και με τους ανθρώπους να εναποθέτουν πάνω του ευχές, προσδοκίες και δοξασίες, που διασώζονται ακόμη και σήμερα.

Χρήσιμος καρπός για τους γιατρούς και την ιατρική της αρχαιότητας, ενώ και η σύγχρονη ιατρική επιβεβαιώνει τη χρησιμότητα του ροδιού και τις ευεργετικές του ιδιότητες. Αυτός είναι ένας πρόσθετος λόγος να πιστεύουν οι γιατροί της αρχαιότητας, ότι «το ρόδι είναι θαυματουργό».
Στην Αρχαία Ελλάδα το ρόδι ήταν έμβλημα πολλών γυναικείων θεοτήτων και η χρήση του είχε θέση στη λατρεία του. Η Ήρα, η Αθηνά, η Αφροδίτη, η Δήμητρα και η Περσεφόνη είναι ορισμένες από τις θεότητες αυτές.
Στην εορτή των Θεσμοφορίων, προς τιμή της Δήμητρας, οι γυναίκες έτρωγαν σπόρους ροδιού για να έχουν ευημερία και γονιμότητα, ενώ η Ήρα, Θεά προστάτιδα του γάμου, έχει έμβλημά της το ρόδι, που κρατά στο χέρι της.
Η σύγχρονη επιστήμη διαπιστώνει ότι το ρόδι είναι πλούσιο σε βιταμίνες A, C, και E, σε φυλλικό οξύ, σίδηρο και κάλιο. Διαπιστωμένες είναι και οι αντιοξειδωτικές του ουσίες (τανίνη, ελλαγικό οξύ και ανθοκυανίνη), με μεγάλη αντιοξειδωτική δράση.

«Το σύμβολο αυτό, είναι πολύ παλιό. Βλέπετε πως δίνεται με δυο διαφορετικές όψεις – παρουσιάσεις. Η πρώτη παρουσίαση δείχνει τον καρπό, το ρόδι ανοιχτό. Η δεύτερη παρουσίαση, δείχνει τον καρπό κλειστό. Η πρώτη παρουσίαση συμβολίζει το υπαρκτό Σύμπαν. Η δεύτερη συμβολίζει την επαναφορά των κόσμων όλων, μέσα στην ίδια αρχική εστία. Ο κάθε σπόρος του ροδιού είναι και ένας ήλιος, που τυλιγμένος στα λεπτά του χιτώνια, κάποτε θα τα αποτινάξει για να σκορπίσει τη ζωή στα όντα που θα κατοικήσουν στους πλανήτες του. Είναι λοιπόν ο κάθε σπόρος του ροδιού, το σύμβολο συγκέντρωσης και αποταμίευσης ζωής.
Μοιάζει στην ίδια τον Παγκόσμια Ψυχή που έχει μέσα του τους κόσμους – ήλιους και που κάποια στιγμή σαν σπέρματα (ροδιάς κόκκους) θα τα εξαπολύσει με τις ακτίνες του να σχηματίσουν τη ζωή στους νέους κόσμους – διαστάσεις – υποστάσεις.
Ακόμη συμβολίζει το σχήμα του, το σχήμα κάθε Σύμπαντος. Όπως το ρόδι είναι στρογγυλό, κατά τον ίδιο τρόπο και το δικό μας Σύμπαν είναι στρογγυλό. Όπως η διάταξη των σπόρων του ροδιού είναι διατεταγμένη κατ’ ευθεία γραμμή από μέσα προς τα έξω, κατά τον ίδιο τρόπο και οι κόσμοι αρχίζουν από τα έσω και βγαίνουν προς τα έξω, με μια μαθηματική ακρίβεια και μια νοήμονα τάξη και διάταξη απόλυτη.
Όπως το ρόδι μέσα εγκλείει τη μέλλουσα ενέργεια ζωής και παρουσίας της αδιάκοπης αναπαράστασης του είδους του, κατά τον ίδιο τρόπο και η Αρχική – Πηγή – Ουσία – Σκέψη – Νους, μέσα της περιέχει όλα τα σπέρματα και όλα θα παρουσιασθούν στα μέλλοντα δημιουργήματα.»
Το «Χάσμα» στο Πλουτώνιο της Ελευσίνας, 
απ’ όπου πιστεύεται ότι ανεβοκατέβαινε στον Άδη η Περσεφόνη.
Διακρίνεται ένα σπασμένο ρόδι, αφημένο εκεί, 
προφανώς από σημερινούς «μύστες», 
που τιμούν ακόμη την «Κόρη» και τα «Μυστήρια».
Όποιος κατάλαβε καλά την υπερβατική αποκάλυψη του γέροντα Αρχιερέα, θα μπήκε εύκολα μέσα στο βασικό και αρχικό μυστήριο της πλάσης και της παρουσίασης της πολλαπλότητας των κόσμων.
«Το σύμβολο κλεισμένο ρόδι συμβολίζει το Πρωτοσπέρμα που δεν ανοίχτηκε για το σχηματισμό καινούργιων κόσμων. Αλλά στον άπειρο μέλλοντα χρόνο, κάποια στιγμή θα ανοίξει για να εκχύσει τα νέα ανάτυπα που σύμφωνα με τη σκέψη του και το καινούριο σχέδιο, θα σχηματίσουν τους διαδοχικούς κόσμους.»
Εδώ κλείνει ο συμβολισμός του καρπού της ροδιάς και όλο το ομοίωμα ρόδιΊσως να είπε περισσότερα, ακόμη πιο ανώτερα από τα λίγα που σαν απλός αποσυμβολισμός εδώ τώρα γράφεται. Αλλά εκείνα τα περισσότερα και σοβαρότερα, τα βαθυστόχαστα και τα εσώτερα, είναι στην ουσία τους και δυσνόητα για τους ανθρώπους της εποχής.
Ας παραμένουν λοιπόν αυτά τα σοβαρότερα κλεισμένα στα άγια αρχεία τους, ώσπου να σημάνει η ώρα να αποκαλυφθούν για να εννοηθούν από τους άξιους ερευνητές.

ΤΑ ΚΑΛΑΝΤΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ




 
    Τὰ κάλαντα σὰν ἔθιμο εἶναι ἀρχαϊκὸ ἑλληνικὸ καὶ ῥωμαϊκό, καὶ μᾶλλον προϊστορικὸ καὶ γιὰ τὰ δύο ἔθνη. σὰν τωρινὸ ἑλληνικὸ εἶναι μιγαδικὸ ἑλληνορρωμαϊκό. ἡ λέξι κάλαντα εἶναι λατινική. στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα τὰ κάλαντα ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς ἀγερμούς, δηλαδή τοὺς ἐράνους. καὶ λέγονταν ἔτσι ἀκριβῶς κι αὐτὰ γερμοί, ἑνῷ εἶχαν καὶ τὶς ἰδιαίτερες ἐποχιακὲς ὀνομασίες εἰρεσιῶναιχελιδονίσματα, καὶ κορωνίσματα. λέγονταν βέβαια γερμοὶ (ἀπὸ τὸ ῥῆμα γείρω, ποὺ θὰ πῇ ἀθροίζω, μαζεύω, ἐρανίζομαι) καὶ ὅλοι γενικῶς οἱ ἔρανοι. ὁ ἔρανος χορηγιῶν μεταξὺ τῶν ὑποστηρικτῶν ἑνὸς πολιτικοῦ γιὰ τὴν οἰκονομικὴ στήριξι τοῦ πολιτικοῦ ἀγῶνος του1, ἡ ζητιανιὰ τῶν φτωχῶν στ΄ ἀρχοντικὰ ποὺ γλεντοῦσαν2, ἢ στοὺς ναοὺς ποὺ πανηγύριζαν3, ἡ θρησκευτικὴ καὶ βακούφικη ζητεία σιτηρῶν καὶ ἄλλων ἀγροτικῶν προϊόντων γιὰ τοὺς ναοὺς καὶ τὰ μοναστήρια τῶν θηλυκῶν ἰδίως θεοτήτων Ῥέας, Εἰλειθυίας, Μητρός, Κυβέλης, Ἀρτέμιδος, Ἥρας, Νυμφῶν, καὶ πολλῶν ἄλλων4, ἀλλὰ κυρίως καὶ ἐν τέλει γερμοὶ λέγονταν αὐτὰ ποὺ τώρα λέμε κάλαντα ἢ κόλιντα τῶν παιδιῶν. πρὶν ὅμως πῶ γιὰ τοὺς γερμοὺς ἢ κάλαντα, πρέπει νὰ πῶ ὡρισμένα πράγματα γιὰ τὰ ἡμερολόγια τῶν ἀρχαίων. κατὰ τὴν ἀρχαιότητα τὰ ἡμερολόγια δὲν ἦταν ἀκριβῆ καὶ οἱ ἡμεροδεῖκτες, εἴτε σὰν κρεμαστάρια τοῦ τοίχου εἴτε σὰ σημειωματάρια ἐπιτραπέζια εἴτε σὰ βιβλιαράκια τῆς τσέπης, δὲν ὑπῆρχαν. τὸ ἀρχαιότερο ἡμερολόγιο τοίχου ἢ τραπέζης ἔγραψε κατὰ τὸν Δ΄ π.Χ. αἰῶνα ὁ σύγχρονος τοῦ Ἀριστοτέλους μαθηματικὸς καὶ ἀστρονόμος Εὔδοξος ὁ Κνίδιος. γι΄ αὐτὸ λεγόταν Εὐδόξου Τέχνη. πιὸ μπροστὰ ὁ ἁπλὸς λαὸς καὶ κυρίως ὁ ἀγρότης μάθαινε τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἔτους ἢ καὶ τοῦ μηνὸς ὡς ἄγγελμα ἀπὸ τὰ μικρὰ παιδιὰ ποὺ ἔλεγαν τὰ κάλαντα. ἀκριβέστερα τὶς ἡμερολογιακὲς ἀλλαγὲς στὸ λαὸ τὶς ἀνακοίνωναν μὲ τὰ παιδιὰ ἐκεῖνοι ποὺ ἀσχολοῦνταν μὲ τὸ ἡμερολόγιο, τὸ ὁποῖο, ὅπως λέει ὁ ποιητὴς Ἡσίοδος, ἦταν Ἔργα καὶ ἡμέραι, δηλαδὴ Καζαμίας, ἀγροτικὸ ἡμερολόγιο. τὰ παιδιὰ μετέφεραν στὸ λαὸ τὸ μήνυμα τῆς χρονικῆς ἀλλαγῆς μὲ μηνυτήρια κι εὐχετήρια τραγουδάκια, ὁ δὲ λαὸς ἔδινε στοὺς μικροὺς ἀγγελιοφόρους φιλοδωρήματα. στὴν ἀρχή, ποὺ δὲν ὑπῆρχε νόμισμα, τὰ φιλοδωρήματα ἦταν καρποί, ἰδίως ξηροὶ ἢ λιασμένοι, ἀμύγδαλα, καρύδια, ξυλοκέρατα, σῦκα, αὐγά, τυρί, κρέας, ψωμιά, κουλοῦρες, κρασὶ στὸ ποτήρι, σιτάρι, κριθάρι, μέλι, ἅλας, καὶ διάφορα ἄλλα καλούδια ἀπὸ τὸ κελλάρι τοῦ σπιτιοῦ. ἀργότερα ἦταν καὶ νομίσματα μικρῆς ἀξίας, ὀβολοὶ καὶ ἡμιώβολα ἢ ἤμαιθα.
    Στοὺς ἀρχαίους ἑλληνικοὺς παιδικοὺς ἀγερμοὺς ἀναφέρονται οἱ κωμικοὶ ποιηταὶ Ἀριστοφάνης ( Ε΄ π.Χ. αἰ.) Ἔφιππος, καὶ Ἁγνοκλῆς ὁ Ῥόδιος, ὁ ἰαμβικὸς ποιητὴς Φοίνιξ ὁ Κολοφώνιος, ὁ ἱστορικὸς τῶν ἀλεξανδρινῶν χρόνων Θέογνις, οἱ λεξικογράφοι Πάμφιλος Ἀλεξανδρεύς, καὶ Ἡσύχιος Ἀλεξανδρεύς, ὁ λόγιος ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης Εὐστάθιος, ὁ Ἰωάννης Τζέτζης, καὶ κυρίως ὁ Πλούταρχος (Α΄-Β΄ μ.Χ. αἰ.), ὁ ἀνώνυμος συγγραφεὺς τοῦ Β΄ π.Χ. αἰῶνος ποὺ ἔγραψε τὸν ψευδηροδότειο Ὁμήρου βίον, ὁ συγγραφεὺς τοῦ Γ΄ αἰῶνος Ἀθήναιος, καὶ ἡ ἀρχαία ἐγκυκλοπαίδεια Σούμμα5. οἱ τέσσερες τελευταῖοι διέσωσαν καὶ τέσσερα πολὺ ἀρχαιότερά τους δημοτικὰ τραγούδια καλάντων, δύο στὴν ἰωνικὴ διάλεκτο τῆς Σάμου καὶ τῆς Κολοφῶνος, ἕνα στὴ δωρικὴ τῆς Ῥόδου, καὶ ἕνα στὴν πρότερη κοινὴ ἑλληνικὴ τὴ λεγομένη καὶ ἀττική. τὰ δύο εἶναι ἀρχαιότερα τοῦ 500 π.Χ. καὶ τ᾽ ἄλλα δύο νεώτερα.
    Τὸ ἕνα ἔτος ἔχει περίπου 365,24 μέρες, δηλαδὴ τόσες περιστροφὲς τῆς γῆς γύρω ἀπὸ τὸν ἄξονά της περιέχει μία περιφορά της γύρω ἀπὸ τὸν ἥλιο, ἔχει 13,37 μῆνες, δηλαδὴ τόσες περιφορὲς τῆς σελήνης γύρω ἀπὸ τὴ γῆ, ἤτοι τόσα διαστήματα ἀπὸ πανσέληνο σὲ πανσέληνο, καὶ 53,5 ἑβδομάδες, δηλαδὴ τόσα τέταρτα τῆς περιφορᾶς τῆς σελήνης ἤτοι τέταρτα τῆς φωτισμένης ἐπιφανείας της. ἐπειδὴ καμμία ἀπὸ τὶς χρονικὲς αὐτὲς μονάδες δὲν εἶναι ἀκριβὴς ὑποδιαίρεσι τῆς ἄλλης, καὶ μάλιστα ἐπειδὴ ἐκτὸς ἀπὸ τὸν πάντα περιττὸ ἀριθμό τους ἔχουν καὶ κλάσματα, ὁ ἄνθρωπος ἄργησε νὰ ῥυθμίσῃ τὸ ἡμερολόγιό του ὑποδιαιρώντας τὸ ἔτος σὲ μῆνες καὶ τοὺς μῆνες σὲ μέρες κι ἑβδομάδες. δεύτερη αἰτία ποὺ τὸν δυσκόλευε ἦταν τὸ ὅτι δὲν γνώριζε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τὴν ἀκριβῆ χρονικὴ διάρκεια τοῦ ἔτους, ποὺ εἶναι 365 μέρες, 5 ὥρες, 48΄ λεπτὰ καὶ 47΄΄ δευτερόλεπτα, οὔτε τοῦ μηνὸς οὔτε τῆς ἑβδομάδος. εἶναι τεκμαρτὸ ὅτι στὴν ἀρχὴ νόμισε ὅτι τὸ ἔτος ἔχει 360 μέρες. γι΄αὐτὸ διῄρεσε τὸν κύκλο καὶ τὸ μοιρογνωμόνιό του σὲ 360 μοῖρες, καὶ ὄχι σὲ 400 ἢ 1000, γι΄αὐτὸ καὶ στὸ παλιότερο ἀριθμητικό του σύστημα, τὸ ἑξαδικό, εἶχε ‘’χιλιάδα‘’ τὸ 360, ‘’ἑκατοντάδα‘’ τὸ 60, καὶ ‘’δεκάδα’’ τὸ 6. ἀργότερα ἦταν ποὺ κατάλαβε ὅτι τὸ ἔτος τραβάει 365 μέρες (κατὰ τὴν προϊστορικὴ ἀκόμη ἐποχή), ἀκόμη ἀργότερα ὅτι τραβάει 365, 25 μέρες (τὸ 46 π.Χ.), καὶ τέλος κατάλαβε ὅτι τραβάει 365,242217 μέρες (τὸ 1580). καὶ τρίτη αἰτία ποὺ δυσκόλευε τὸν ἄνθρωπο νὰ κάνῃ ἕνα ἀκριβὲς ἡμερολόγιο ἦταν τὸ ὅτι στὴν ἀρχὴ ἤθελε νὰ λαμβάνῃ στὰ σοβαρὰ ὑπ᾽ ὄψι του καὶ τοὺς κύκλους τῆς σελήνης (μῆνες) καὶ ταυτόχρονα νὰ τοὺς ἔχῃ συνήθως 12 (=6+6 ἤτοι δύο "δεκάδες" τοῦ ἑξαδικοῦ ἀριθμητικοῦ συστήματος), ἐνῷ αὐτοὶ εἶναι 13,37. στὴν ἀρχὴ ἰσοφάριζε τὰ πράγματα παρεμβάλλοντας καὶ δέκατο τρίτο μῆνα, τὸν ἐμβόλιμον (=σφηνωμένο), ὄχι πάντα πετυχημένον στὸ χρονικὸ μῆκος του ἢ στὴ συχνότητα παρεμβολῆς του, ἢ αὐξομειώνοντας τὴ διάρκεια τῶν μηνῶν ἀπὸ 28 μέχρι 35 μέρες. ὁ μακεδονικὸς λ.χ. μήνας Ὑπερβερεταος (=ὑπερφερεταος , αὐτὸς ποὺ ὑπερφέρει , δηλαδὴ τὸ παρατραβάει) εἶχε 35 μέρες, ἑνῷ οἱ ἄλλοι 11 μῆνες εἶχαν 30 μέρες (30x11=330. 330+35=365). ὅλ΄ αὐτὰ δείχνουν ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς τελευταίους 4 αἰῶνες σ᾽ ὁλόκληρη τὴν ὑπόλοιπη ἱστορία του ὁ ἄνθρωπος εἶχε ἡμερολόγια ποὺ δούλευαν σὰ ῥολόγια ποὺ πηγαίνουν μπροστά. μόνο τὸ προτελευταῖο ἡμερολόγιο, τὸ ἰουλιανὸ τοῦ 46 π.Χ., πήγαινε πίσω κατὰ 11 λεπτὰ καὶ 13 δευτερόλεπτα. κι ὅπως, ὅταν τὸ ῥολόγι πηγαίνῃ μπροστὰ ἢ πίσω, σὲ μεγάλο χρονικὸ διάστημα θὰ δείξῃ τὸ μεσημέρι νὰ εἶναι καὶ 12  ἡ ὥρα, καὶ 1, καὶ 2, καὶ 3, μέχρι καὶ πάλι 12, ἀλλὰ θὰ ἔχῃ χάσει μία μέρα, ἔτσι καὶ τ᾽ ἀρχαῖα ἡμερολόγια ἔδειχναν τὸ καλοκαίρι καὶ Ἰούλιο μῆνα, καὶ Ὀκτώβριο, καὶ Φεβρουάριο, καὶ Μάιο, καὶ ὁποιονδήποτε ἄλλο μῆνα. τὸ ἀτελέστατο λ.χ. αἰγυπτιακὸ ἡμερολόγιο, σὲ παράλληλη χρῆσι μὲ τὸ τότε ἑλληνικὸ ἡμερολόγιο τοῦ Μέτωνος, τὴ χρονιὰ ποὺ πέθανε ὁ Μ. Ἀλέξανδρος, τὸ 323 π.Χ., ἔδειχνε τὴν 1 τοῦ μηνός του Θώθ, τὴν πρωτοχρονιά του, στὶς 28 Ὀκτωβρίου, τὴ χρονιὰ ποὺ πέθανε ἡ Κλεοπάτρα, τὸ 31 π.Χ., ἔδειχνε τὴν ἴδια ἡμερομηνία του στὶς 30 Αὐγούστου τοῦ μετωνείου ἡμερολογίου, καὶ τὸ 140 μ.Χ. τὴν ἔδειχνε στὶς 20 Ἰουλίου. διότι πήγαινε μπροστά. καὶ πήγαινε μπροστά, ἐπειδὴ ἦταν κοντό, μικρότερο ἀπὸ 365 μέρες.
    Ἀπὸ τὴν προϊστορικὴ ἤδη ἐποχὴ ὁ ἄνθρωπος εἶχε παρατηρήσει ἐπίσης καὶ τὰ τέσσερα κρίσιμα σημεῖα τοῦ ἔτους, ποὺ τὸ χωρίζουν σὲ τέσσερα τέταρτα (ἑποχές), τὶς δύο δηλαδὴ ἰσημερίες, ἑαρινὴ καὶ φθινοπωρινή, καὶ τὰ δύο ἡλιοστάσια, τὸ χειμερινὸ μὲ τὴ μέγιστη νύχτα τῆς χρονιᾶς, καὶ τὸ θερινὸ μὲ τὴ μέγιστη μέρα. εἶναι εὐνόητο ὅτι αὐτὰ τὰ διαπίστωνε παρατηρώντας ποιό εἶναι τὸ βορειότερο καὶ ποιό τὸ νοτιώτερο σημεῖο τῆς ἀνατολῆς καὶ τῆς δύσεως, στὰ δόντια τῶν ὀροσειρῶν τοῦ ὁρίζοντος δηλαδή, ὅπου φτάνει ὁ ἥλιος (ἡλιοστάσια), καὶ ποιά εἶναι τὰ μεσαῖα (ἰσημερίες). τὰ σημεῖα αὐτά, μὲ τὸ σημερινὸ ἡμερολόγιο, σὲ ἔτος δίσεκτο ποὺ εἶναι τὸ ἔτος τὸ χωρὶς ὑπόλοιπα κλάσματα ἡμερονυκτίου καὶ ἐκκρεμότητες, βρίσκονται στὶς 20 Μαρτίου, 21 Ἰουνίου, 22 Σεπτεμβρίου, καὶ 21 Δεκεμβρίου. ἡ μόνη ἀκαταστασία τοῦ σημερινοῦ ἡμερολογίου εἶναι ὅτι δὲν ἔχει τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἔτους στὴ μέγιστη νύχτα του, δηλαδὴ τὴν πρωτοχρονιὰ στὶς 22 Δεκεμβρίου. πρέπει δηλαδὴ τὸ ἔτος νὰ τραβηχτῇ ἄλλες 10 μέρες μπροστά, ὥστε ἡ σημερινὴ 22 Δεκεμβρίου ἑνὸς δισέκτου ἔτους νὰ γίνῃ 1 Ἰανουαρίου. καὶ τὸ μῆκος τοῦ κάθε μηνὸς ἀνὰ τριμηνία νὰ ὁριστῇ τόσο, ὥστε τὰ τέσσερα ἐν λόγῳ σημεῖα τοῦ ἔτους νὰ πέφτουν στὴν τελευταία μέρα τῶν μηνῶν Δεκεμβρίου, Μαρτίου, Ἰουνίου, καὶ Σεπτεμβρίου. 

    Τέλος κατὰ τὴν ἀρχαιότητα δὲν ὥριζαν ὡς ἀρχὴ τοῦ ἔτους τὸ πιὸ νεκρὸ σημεῖο του, τὸ χειμερινὸ δηλαδὴ ἡλιοστάσιο, ὅπως περίπου γίνεται τώρα, ἀλλὰ προτιμοῦσαν τὶς δυὸ ἰσημερίες, τὴν ἐαρινὴ πιὸ πολὺ σὰν πρωΐ τοῦ ἔτους, ἢ λιγώτερο τὴ φθινοπωρινὴ σὰ δειλινὸ τοῦ ἔτους καὶ τέλος τοῦ κύκλου τῶν γεωργικῶν ἐργασιῶν. διότι ὁ χειμώνας εἶναι, ἂς ποῦμε, ἡ νύχτα τοῦ ἔτους, τὸ δὲ καλοκαίρι ἡ μέρα. καὶ διότι καὶ τὸ εἰκοσιτετράωρο ἡμερονύκτιο οἱ ἀρχαῖοι τὸ ἄρχιζαν ἢ ἀπὸ τὴν ἀνατολὴ τοῦ ἡλίου ἢ συνηθέστερα ἀπὸ τὴ δύσι του, σημεῖα ποὺ δὲν εἶναι σταθερά. ἄργησαν νὰ καταλάβουν ὅτι τὰ σταθερὰ σημεῖα τοῦ εἰκοσιτετραώρου εἶναι μόνο τὸ μεσονύκτιο καὶ τὸ μεσημέρι, καὶ ὅτι, ἀφοῦ τὸ μεσονύκτιο εἶναι καὶ τὸ πιὸ νεκρὸ σημεῖο του, εἶναι καὶ ἡ καλλίτερη ἀρχή του καὶ τέλος του.
    Γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς λόγους, ὅταν κατὰ τὴν ἀρχαιότητα ὡριζόταν μιὰ ἑορτὴ σὲ μιὰ ἡμερομηνία, λ.χ. τὴν 1 Μαρτίου, καθὼς τὸ ἡμερολόγιο πήγαινε σὰ χαλασμένο ῥολόγι πότε μπροστὰ καὶ πότε πίσω, αὐτὴ ἡ 1η Μαρτίου ἄλλοτε ἔφτανε στοὺς καύσωνες τοῦ καλοκαιριοῦ καὶ ἄλλοτε στοὺς παγετοὺς τοῦ χειμῶνος. ὀνομαστικὰ ἦταν πάντοτε ἡ 1η Μαρτίου, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα ἔφτανε σχεδὸν σ᾽ ὁποιαδήποτε ἐποχή. ὅταν οἱ ἀστρονόμοι, οἱ ὅποιοι ἀστρονόμοι τῆς κάθε ἐποχῆς, διώρθωναν τὸ ἡμερολόγιο, οἱ ἁπλοϊκοὶ ἐπέμεναν στὴν 1η Μαρτίου μὲ τὸ παλιό, ὅπως λ.χ. καὶ οἱ σημερινοὶ παλαιοημερολογῖτες ἔχουν τὴν 1η Μαρτίου τους στὶς 14 Μαρτίου. ἔτσι καὶ στὴν ἀρχαιότητα ἡ 1η Μαρτίου γιὰ τοὺς κατὰ καιροὺς παλαιοημερολογῖτες, ποὺ εἶναι σχεδὸν πάντα οἱ δεισιδαίμονες θρῆσκοι, ἔπεφτε καὶ στὶς 25 Μαρτίου καὶ στὶς 2 Ἀπριλίου καὶ στὶς 21 Ἀπριλίου, ἡ δὲ 1η Ἰανουαρίου ἔπεφτε καὶ στὶς 24 ἢ 25 Δεκεμβρίου καὶ στὶς 5 ἢ 6 Ἰανουαρίου. σ᾽ αὐτὲς κυρίως τὶς ἡμερολογιακὲς μανοῦβρες καὶ παλαιοημερογιτικὲς ἐμμονὲς ὀφείλονται τὰ κάλαντα (κάλαντα = kalendae = νουμηνία, νεομηνία, πρωτομηνιὰ) τῶν Χριστουγέννων ἢ τῆς παραμονῆς των, τῶν Φώτων ἢ τῆς παραμονῆς των, τοῦ Λαζάρου, τῶν Βαΐων, τοῦ Πάσχα, κλπ.. ἀρχικὰ ἦταν κάλαντα τῆς 1 ΄Ιανουαρίου ἢ τῆς 1 Μαρτίου (παλιᾶς πρωτοχρονιᾶς). ἀλλὰ προέτρεξα.
    Τὰ παιδιὰ τῆς προϊστορικῆς ἐποχῆς, γιὰ τοὺς Ἕλληνες καὶ τοὺς Ῥωμαίους ὁ λόγος, στὴν ἀρχὴ ἔλεγαν τὰ κάλαντα (=μήνυμα καὶ εὐχὲς νεομηνίας) κάθε πρωτομηνιά. κι αὐτὸ τὸ μνημονεύει ὁ συντάκτης τοῦ ψευδηροδοτείου Βίου τοῦ Ὁμήρου, ποὺ γράφει ὅτι δῆθεν ὁ φτωχὸς Ὅμηρος, παραχειμάζων ἐν τῇ Σάμῳ, τας νουμηνίαις προσπορευόμενος πρς τς οἰκίας τς εὐδαιμονεστάτας, ἐλάμβανέ τι είδων τ ἔπεα τάδε ἃ καλεται εἰρεσιώνη˙ ὡδήγουν δὲ αὐτν καὶ συμπαρῆσαν αἰεὶ τῶν παίδων τινὲς τῶν ἐγχωρίων6. ἀργότερα, κατὰ τὴν ἱστορικὴ ἐποχή, ὅταν τὰ ἡμερολόγια ἦταν προγράμματα καταγραφόμενα, τὰ κάλαντα τῶν παιδιῶν περιωρίστηκαν ἢ στὰ τέσσερα κρίσιμα σημεῖα τοῦ ἔτους, ἰσημερίες καὶ ἡλιοστάσια, ἢ στὶς κατὰ καιροὺς πρωτοχρονιές, ποὺ ἦταν τοποθετημένες ἡ κάθε μιὰ σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ τέσσερα αὐτὰ σημεῖα. στὴν Ἑλλάδα λ.χ. πρὶν ἀπὸ τὸ 432 π.Χ. εἶχαν τὴν πρωτοχρονιὰ στὴ φθινοπωρινὴ ἰσημερία ( 1 Ὀκτωβρίου ἢ καὶ λίγο πρὶν ἀπ᾽ αὐτή), ἐνῷ ἀπὸ τὸ 432 π.Χ. ὁ μεγάλος μαθηματικὸς Μέτων, ποὺ ἔκανε τὸ πρῶτο ἀπὸ τὰ τρία τελευταῖα καὶ τελειότερα ἡμερολόγια (μετώνειο τοῦ Μέτωνος, ἰουλιανὸ τοῦ Σωσιγένους, γρηγοριανὸ τοῦ Lilio), τοποθέτησε τὴν πρωτοχρονιὰ στὴν ἐαρινὴ ἰσημερία (31 Μαρτίου ἢ λίγο πρὶν ἀπ᾽ αὐτή). γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ἀπὸ τὴν ἀρχαία Ἑλλάδα ἔχουμε διασωσμένα κάλαντα καὶ φθινοπωρινὰ ἢ σεπτεμβριάτικα, καὶ ἐαρινὰ ἢ μαρτιάτικα. δὲν ἔχουμε χειμερινὰ καὶ θερινὰ διασωσμένα τραγούδια καλάντων οὔτε μαρτυρίες γιὰ τέτοια.
    Οἱ Ῥωμαῖοι πολὺ σωστὰ ἤδη τὸ 153 π.Χ.7 ὥρισαν ὡς πρωτοχρονιὰ τὴν 1 Ἰανουαρίου, δηλαδὴ ἀκριβῶς ἢ περίπου τὸ χειμερινὸ ἡλιοστάσιο, ποὺ εἶναι τὸ μεσονύκτιο τοῦ ἔτους, ἡ μέγιστη νύχτα του. κι ἐνῷ πῆγαν ἐκεῖ καὶ τὰ κάλαντα, παρέμειναν καὶ στὴν παλιὰ πρωτοχρονιά τους τὴν 1 Μαρτίου. ὅταν αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ ἐθιμικὸ καθεστὼς διήνυε τὸ δεύτερο αἰῶνα τῆς διαρκείας του, τότε ἦρθε ὁ Χριστιανισμός. ἔτσι μέσα στὸ δικό του κλῖμα, τὸ κάπως μεταγενέστερο βέβαια, μπῆκε κι ἐπιβίωσε καὶ τὸ ἐθιμικὸ αὐτὸ καθεστώς. μὲ αἰτία τὶς προειρημένες ἡμερολογιακὲς μανοῦβρες τὰ μὲν κάλαντα τῆς 1 Ἰανουαρίου διασπάρηκαν καὶ στὶς 24 καὶ 25 Δεκεμβρίου (Χριστούγεννα καὶ παραμονή τους) καὶ στὶς 5 καὶ 6 Ἰανουαρίου (Φῶτα καὶ παραμονή τους), τὰ δὲ κάλαντα τῆς 1 Μαρτίου διασπάρηκαν καὶ στὶς 25 Μαρτίου (Εὐαγγελισμός), καὶ μέσα σ᾽ ὅλο τὸν Ἀπρίλιο (Σάββατο τοῦ Λαζάρου, Κυριακὴ τῶν Βαΐων, Μ. Πέμπτη, Μ. Παρασκευή, Κυριακὴ τοῦ Πάσχα). γιὰ τὰ κάλαντα τῆς Ἀναλήψεως, καὶ τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου (21 Μαΐου) δὲν φαίνεται ἂν εἶναι ἔσχατα σημεῖα διασπορᾶς τῶν καλάντων τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας καὶ πρωτοχρονιᾶς ἢ πρώιμα σημεῖα διασπορᾶς κάποιων πολὺ ἀρχαιοτέρων καλάντων τοῦ θερινοῦ ἡλιοστασίου ἢ κάποιας θερινῆς πρωτοχρονιᾶς (21 Ἰουνίου). πάντως, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὶς μέχρι τώρα γενόμενες λαογραφικὲς ἔρευνες, στὸν ἑλληνικὸ χῶρο κάλαντα λέγονται στὶς 24 Δεκεμβρίου (κόλιντα παραμονῆς Χριστουγέννων), 25 Δεκεμβρίου (Χριστούγεννα), 1 Ἰανουαρίου (πρωτοχρονιὰ - Ἅγιος Βασίλειος), 5 Ἰανουαρίου (παραμονὴ Φώτων), 6 Ἰανουαρίου (Φῶτα), 1 Μαρτίου (χελιδόνα - χελιδονίσματα), 25 Μαρτίου (Εὐαγγελισμός), 27 Μαρτίου - 27 Ἀπριλίου (Σάββατο Λαζάρου - λαζαρῖνες - λαζαρίσματα), 28 Μαρτίου - 28 Ἀπριλίου (Κυριακὴ Βαΐων - Σήμερα τ βάια καὶ τῶν βαϊῶν), 1 Ἀπριλίου - 2 Μαΐου (Μ. Πέμπτη - Σήμερα μαρος οὐρανός), 2 Ἀπριλίου - 3 Μαΐου (Μ. Παρασκευή), 4 Ἀπριλίου - 5 Μαΐου (Κυριακὴ τοῦ Πάσχα - Χριστς γεννήθη, χαρ στν κόσμο), 14 Μαΐου - 15 Ἰουνίου (Πέμπτη τῆς Ἀναλήψεως - Σήμερον τ ἅγια Κούντουρα καὶ αὔριο ἡ νάληψι), καὶ 21 Μαΐου (Ἅγιος Κωνσταντῖνος). καὶ γιὰ ὅλες αὐτὲς τὶς ἑορτὲς ὑπάρχουν τὰ ἀνάλογα κάλαντα, τὰ προσαρμοσμένα ὄχι μόνο στὴ Χριστιανικὴ πίστι ἀλλὰ καὶ στὸν ἅγιο ἢ τὴν ἑορτὴ τῆς ἡμέρας (Βασίλειος, Λάζαρος, Κωνσταντῖνος, Βάια, Ἀνάληψι). εἶναι ὅμως παρατηρήσιμο ὅτι ἡ ἀναφορὰ στὸν ἅγιο ἢ τὴν ἑορτὴ εἶναι ὑποτυπώδης, τὸ δὲ κύριο περιεχόμενο τῶν καλάντων εἶναι εὐχὲς τῶν καλαντιστῶν στὰ μέλη τῆς οἰκογενείας ποὺ δέχεται τὸ ἄγγελμά τους καὶ μάλιστα εὐχὲς στ΄ ἀνύπαντρα παλληκάρια καὶ κορίτσια τῆς οἰκογενείας γιὰ ἕναν καλὸ ἔρωτα ἢ γάμο, ἀκόμη κι ὅταν εἶναι νήπια. μερικὲς φορὲς εἶναι καὶ ἄμεση ἐρωτικὴ πρότασι σὲ δεύτερο πρόσωπο. διότι ἀπὸ μιὰ ἄποψι τὰ κάλαντα ἦταν κάποτε καὶ εὐκαιρία καντάδας ἐκ τοῦ συστάδην. καὶ μιὰ τάχαμου τολμηρὴ καντάδα ἦταν καὶ τάχαμου καμουφλαρισμένη ἀνάμεσα στοὺς στίχους τῶν ἐγκωμίων τοῦ ἁγίου τῆς ἡμέρας, ὅπως περίπου εἶναι κρυμμένες οἱ συλλαβὲς τῶν κορακίστικων ἀνάμεσα στοὺς κορακισμοὺς κε-κε-κε (κε Α κε ὔρι κε ο κε θἄ κε ρθω κε ν κε σὲ κε δῶ).

        Βαστάει πέννα καὶ χαρτί, χαρτὶ καὶ καλαμάρι.
        Ζαχαροκάντιο ζυμωτή, δὲς κι ἐμὲ τ παλληκάρι.

    Ἔχω τὴ γνώμη ὅτι ἐξ ἀρχῆς τὰ κάλαντα ἢ κατὰ τὶς ἀρχαῖες ἑλληνικὲς ὀνομασίες των εἰρεσιῶναι, χελιδονίσματα, καὶ κορωνίσματα, ἦταν μόνο κοινωνικὰ καὶ ἀγροτικὰ - ἡμερολογιακὰ καὶ παιδικά, χωρὶς κανένα θρησκευτικὸ χαρακτῆρα. θρησκευτικὰ στοιχεῖα, εἰδωλολατρικὰ πρῶτα κι ἔπειτα χριστιανικά, μπῆκαν σ᾽ αὐτὰ μόνο σὲ χρόνια ὄψιμα. ἔτσι βλέπουμε στὰ μὲν ἀρχαϊκὰ καὶ ἔντονα διαλεκτικὰ ἑλληνικὰ χελιδονίσματα καὶ εἰρεσιώνας ν᾽ ἀπουσιάζῃ κάθε ἴχνος θρησκευτικοῦ στοιχείου, στὸ δὲ ὀψιμώτερο κορώνισμα νὰ ἐμφανίζωνται ὁ Ἀπόλλων σὰν πατέρας τῆς Κορώνης καὶ οἱ θεοὶ σὰν ἐκτελεσταὶ τῶν εὐχῶν, κι αὐτοὺς ὅλους ἀργότερα νὰ τοὺς ὑποκαθιστοῦν οἱ ἅγιοι Βασίλειος, Λάζαρος, καὶ Κωνσταντῖνος.
     Εἰρεσιώνη στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ ἐθιμικὴ συνήθεια λεγόταν κατ᾽ ἀρχὴν ἕνα κλωνάρι ἐλιᾶς στολισμένο μὲ μιὰ τούφα ερος8 ἤτοι ἔριον (=μαλλί) – γι᾽ αὐτὸ ἄλλωστε λεγόταν καὶ εἰρεσιώνη9 - καὶ μὲ διαφόρους πρόσθετους καρποὺς ἀπ᾽ αὐτοὺς ποὺ ὑπάρχουν ἄφθονοι κατὰ τὴ φθινοπωρινὴ καὶ σεπτεμβριάτικη ἰσημερία, ἰδίως ῥόδια, κυδώνια, σῦκα, καὶ σταφύλια. αὐτὸ τὸ κλωνάρι, τὴν εἰρεσιώνη, τὸ κρεμοῦσαν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες στὴν πόρτα τους καὶ τὸ κρατοῦσαν ὅσο περισσότερον καιρὸ μποροῦσαν, ὅπως τώρα κρεμοῦν τὸ στεφάνι τῆς πρωτομαγιᾶς. ἀπ᾽ αὐτὴ τὴν εἰρεσιώνη κατάγονται τόσο τὰ κρεμαστάρια ῥοδιῶν καὶ κυδωνιῶν στὸ ταβάνι τοῦ νεοελληνικοῦ ἀγροτικοῦ σπιτιοῦ, ὅσο καὶ ὁ γαμήλιος φλάμπουρας τῶν Σαρακατσάνων ποὺ ἔχει στὰ ἄκρα του μπηγμένα μῆλα. ἐννοεῖται ὅτι τὴν ἀρχαία εἰρεσιώνη τὴν κρεμοῦσαν στὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ τὰ παιδιὰ ποὺ πήγαιναν νὰ τραγουδήσουν τὴν εἰρεσιώνη - κάλαντα. γι᾽ αὐτὸ εἶναι ἀναντίρρητο ὅτι καὶ τὸ δημοτικὸ τραγούδι τῶν καλάντων, ποὺ λεγόταν εἰρεσιώνη 10, εἶναι τῆς φθινοπωρινῆς ἰσημερίας καὶ πρωτοχρονιᾶς.
   Χελιδονίσματα λέγονταν στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα τὰ κάλαντα τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας καὶ πρωτοχρονιᾶς, ἐπειδὴ τὰ παιδιά, ποὺ τὰ τραγουδοῦσαν περιερχόμενα στὰ σπίτια καὶ δεχόμενα φιλοδωρήματα, κυρίως ἀνήγγελλαν τὸν ἐρχομὸ τῆς ἀποδημητικῆς χελιδόνος. καὶ τὰ παιδιὰ αὐτὰ λέγονταν χελιδονισταί 11. καὶ μέχρι σήμερα ἡ χελιδόνα τραγουδιέται ἀπὸ τὰ παιδιὰ σὰν κάλαντα τῆς 1 Μαρτίου σ᾽ ὁλόκληρη τὴν Ἑλλάδα, οἱ δὲ σημερινοὶ χελιδονισταὶ ἔχουν μιὰ ξύλινη χελιδόνα ποὺ τὴν περιστρέφουν σὲ ἄξονα μὲ ἑλκόμενο κορδόνι πάνω σὲ μιὰ ξύλινη τρουλλοειδῆ βάσι στολισμένη μὲ πρώιμα λουλούδια. τὸ ἴδιο πρέπει, νομίζω, νὰ ἔκαναν καὶ οἱ ἀρχαῖοι χελιδονισταί. τὰ ἴδια ἐαρινὰ κάλαντα σὲ μερικὲς περιοχὲς τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος λέγονταν κορωνίσματα, καὶ τὰ παιδιὰ ποὺ τὰ τραγουδοῦσαν κορωνισταί 12, ἐπειδὴ ἀντὶ γιὰ τὴ χελιδόνα τραγουδοῦσαν τὴν κορώνη (=κουρούνα), ἐπίσης ἀποδημητικὸ πτηνὸ καρακοειδές. στὸ μοναδικὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κορώνισμα, ποὺ διασώθηκε, φαίνεται ἔντονα ὅτι οἱ κορωνισταὶ κρατοῦσαν κι ἔπαιζαν ὁμοίωμα κορώνης, καὶ ἀπ᾽ αὐτὸ συμπέρανα προηγουμένως ὅτι τὸ ἴδιο ἔκαναν καὶ στὴ χελιδόνα, πρᾶγμα ἄλλωστε ποὺ μαρτυρεῖται ὡς ἐπιβίωσι καὶ στὴ νεοελληνικὴ παιδικὴ ἐθιμικὴ πρακτική. ὅσο γιὰ τὸ Λάζαρο, ποὺ τραγουδοῦν οἱ λαζαρνες στὰ λαζαρίσματά τους, εἶναι, νομίζω, διασκευὴ καὶ μεταπήδησι τοῦ εἰδωλολατρικοῦ θεοῦ Ἡλίου (Ἀπόλλωνος), ἢ ἴσως καὶ Ἡλαζάρου κάποτε λεγομένου, ὅπως κι ὁ Ἁη Λιᾶς ἢ Ἠλίας, ποὺ τὰ ἐξωκκλήσια του εἶναι συνήθως σὲ βουνοκορφὲς (Ἐκε ψηλ στν Ἁη Λιᾶ), εἶναι στὴν πραγματικότητα ὁ θεὸς Ἥλιος, ποὺ λατρευόταν στὰ ὑψηλ καὶ στὶς βουνοκορφές, ὅπως κατ᾽ ἐπανάληψι μαρτυρεῖται καὶ στὸ βιβλίο τῶν Βασιλειῶν τῆς Π. Διαθήκης. ἀλλὰ καὶ ὁ λεγόμενος Τίμιος Πρόδρομος, ποὺ στὰ «γενέθλιά του» κατὰ τὸ θερινὸ ἡλιοστάσιο, 24 Ἰουνίου, ἀνάβουν καὶ πηδοῦν φωτιὲς (ἐκφυλισμένες βακχικὲς ὀργιαστικὲς πυροβασίες ποὺ τραβήχτηκαν καὶ ἕνα μῆνα πιὸ μπροστὰ στὶς 21 Μαΐου τῶν ἁγίων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης) καὶ ὁ δῆθεν Χριστὸς ποὺ τὴν παραμονὴ τῶν «γενεθλίων του» κατὰ τὸ χειμερινὸ ἡλιοστάσιο, 24 Δεκεμβρίου, ἀνάβουν πάλι φωτιὲς καὶ στὴ Φλώρινα καὶ σ᾽ ἄλλα μέρη τῆς Ἑλλάδος, (ἐνῷ ὁ ἀληθινὸς Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι βεβαιωμένο καὶ μαρτυρημένο ὅτι γεννήθηκε στὶς 5 Σεπτεμβρίου), δὲν εἶναι, λέω γιὰ τοὺς ἑορταζομένους στὶς 24 Ἰουνίου καὶ Δεκεμβρίου μὲ φωτιές, δὲν εἶναι παρὰ ὁ εἰδωλολατρικὸς θεὸς Ἥλιος ἢ Ἀπόλλων ἢ Διόνυσος - Βάκχος ἢ ῥωμαϊκὸς Σάτυρος (Σατῦρνος - Saturnus = Ἐπιβήτωρ). πρόκειται γιὰ εἰδωλολατρικὲς ἑορτὲς μεταμφιεσμένες σὲ χριστιανικές. ἀλλ᾽ αὐτὰ τῶν δυὸ ἡλιοστασίων μὲ τὶς φωτιὲς καὶ τὶς ἐκφυλισμένες πυροβασίες δὲν ἔχουν σχέσι μὲ τὰ κάλαντα. τ΄ ἀνέφερα μόνο σὰ δείγματα μεταμφιέσεως εἰδωλολατρικῶν θεῶν καὶ σατύρων σὲ χριστιανικοὺς ἁγίους. τέτοια περίπτωσι θέλω νὰ πῶ, μόνον ὡς πρὸς τὸ ὄνομα, εἶναι καὶ ὁ Λάζαρος τῶν λαζαρισμάτων. ὄχι ὅμως καὶ ὡς πρὸς τὸν ἀγερμόν.
    Κατὰ τὴ ῥωμαϊκὴ ἐποχή, δηλαδὴ τὴν ἑλληνορρωμαϊκὴ καὶ βυζαντινή, αἱ εἰρεσιῶναι καὶ τὰ χελιδονίσματα ἢ κορωνίσματα ἔγιναν κάλανδα ἢ κάλαντα 13 ἢ μὲ κάποια γλωσσικὴ φθορὰ κόλιντα 14 ἀπὸ τὶς ῥωμαϊκὲς kalendae (=νουμηνία, πρωτομηνιά, τραγούδια πρωτομηνιᾶς καὶ πρωτοχρονιᾶς —ρχιμηνι κιρχιχρονιά— , ἀγγελτήρια τῆς ἀλλαγῆς τοῦ μηνὸς ἢ τῆς χρονιᾶς). καὶ ἔτσι μὲ τὴ λατινική τους ὀνομασία ἔμειναν μέχρι σήμερα. καὶ τραβήχτηκαν ὡς κάλαντα καὶ στὴ νεώτερη πρωτοχρονιὰ τοῦ χειμερινοῦ ἡλιοστασίου, τὴν 1 Ἰανουαρίου καὶ τὰ πέριξ.
στὴ συνέχεια παραθέτω, μεταφράζω, καὶ σχολιάζω τὰ τέσσερα σῳζόμενα ἀρχαῖα ἑλληνικὰ καὶ προρρωμαϊκὰ κάλαντα, ἤτοι δύο εἰρεσιώνας ἕνα χελιδόνισμα, καὶ ἕνα κορώνισμα. ἀπ΄ ὅ,τι ξέρω, μέχρι σήμερα, οὔτε τὰ προσδιώρισε κανεὶς πρὶν ἀπὸ μένα ὡς κάλαντα, οὔτε τὰ μετέφρασε, οὔτε κἂν τὰ περισυνέλεξε σὲ σῶμα.

 
 
1. Εἰρεσιώνη α΄

       Δῶμα προσετραπόμεσθ΄ 
νδρς μέγα δυναμένοιο,
       ὃς μέγα μὲν δύναται, μέγα δὲ βρέμει, ὄλβιος αἰεί.
       Αὐταὶ 
νακλίνεσθε θύραι. πλοτος γρ ἔσεισι
       πολλός, σὺν πλούτῳ δὲ καὶ εὐφροσύνη τεθαλυ
α, 5     εἰρήνη τ᾽ γαθή. ὅσα δ᾽ ἄγγεα, μεστ μὲν εἴη,
       κυρβέη δ᾽ αἰεὶ κατ
 καρδόπου ἕρποι μᾶζα,
       το
 παιδς δὲ γυνὴ κατ διφράδα βήσεται ὕμμιν,
       ἡμίονοι δ᾽ ἄξουσι κραταίποδες ἐς τόδε δῶμα,
       αὐτὴ δ᾽ ἱστ
ν ὑφαίνοι ἐπ΄ ἠλέκτρῳ βεβαυα. 10   νεμαί τοι νεμαι ἐνιαύσιος ὥστε χελιδὼν
       ἕστηκ᾽ ἐν προθύροις ......................................
       εἰ μέν τι δώσεις. εἰ δὲ μή, οὐχ ἑστήξομεν˙
       οὐ γ
ρ συνοικήσοντες ἐνθάδ᾽ ἤλθομεν.

Μετάφρασι
 
Μπαίνουμε μὲς στ᾽ ἀρχοντικὸ μεγάλου νοικοκύρη,
ἀντρειωμένου καὶ βροντόφωνου καὶ πάντα εὐτυχισμένου.
Ἀνοίξτε, πόρτες, μόνες σας, πλοῦτος πολὺς νὰ ἔμπῃ μέσα,
καὶ μὲ τὸν πλοῦτο συντροφιὰ χαρὰ μεγάλη κι εὐτυχία
κι ὁλόγλυκη εἰρήνη. τ᾽ ἀγγειά του ὅλα γεμάτα νἆναι
καὶ τὸ ψωμὶ στὴ σκάφη νὰ φουσκώνῃ πάντα καὶ νὰ ξεχειλίζῃ.
γι᾽ αὐτὸ ἐδῶ τὸ παλληκάρι σας ἡ νύφη νἄρθῃ θρονιασμένη σὲ θρονί,
ἡμίονοι σκληροπόδαροι στὸ σπιτικὸ αὐτὸ νὰ σᾶς τὴν κουβαλήσουν,
καὶ νὰ ὑφαίνῃ πανὶ σὲ ἀργαλειὸ μὲ χρυσάργυρες πατῆθρες.
σοὔρχομαι σοῦ ξανάρχομαι σὰ χελιδόνι κάθε χρόνο
καὶ στὴν αὐλόθυρά σου στέκομαι . ..........................................
............................................................................................
Ἂν εἶναι νὰ μᾶς δώσῃς τίποτα, καλὰ καὶ καμωμένα,
εἰ δὲ μή, δὲν θὰ στεκόμαστε ἐδῶ γιὰ πάντα.
γιατὶ ἐδῶ δὲν ἤρθαμε γιὰ νὰ συγκατοικήσουμε μαζί σου.

    Τὸ τραγούδι διασῴζουν ὁ συντάκτης τοῦ ψευδηροδοτείου Βίου το Ὁμήρου καὶ ἡ Σούμμα 15. δημοτικὸ τῆς Σάμου ὁπωσδήποτε ἀρχαιότερο τοῦ 500 π.Χ., ποὺ ἴσως φτάνει καὶ μέχρι τὸν Ζ΄ π.Χ. αἰῶνα. γλῶσσα αὐθεντικὴ καὶ ἀρχαϊκὴ ἰωνικὴ τῆς Σάμου. δακτυλικὸ ἑξάμετρο, μέτρο τῆς ἐπικῆς ποιήσεως σὲ κατ΄ οὐσίαν λυρικὸ κομμάτι, πρᾶγμα ποὺ μαρτυρεῖ χρόνο ἀρχαιότερο ἀπὸ τὴν ἄνθησι τῆς τυπικῆς λυρικῆς ποιήσεως καὶ θυμίζει τὰ λεγόμενα Προοίμια ἢ Ὁμηρικοὺς Ὕμνους, πολλὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα εἶναι στὴν οὐσία τους λυρικά. ἀπουσία κάθε ἴχνους θρησκείας, καθὼς καὶ νομίσματος. αὐθεντικὸ παιδικὸ τραγούδι. ὁ συντάκτης τοῦ Βίου, ὁ ὁποῖος τόσο τὸ κομμάτι αὐτὸ ὅσο καὶ πολλὰ ἄλλα ἀρχαϊκὰ ἀδέσποτα καὶ δημοτικά, ἐπικὰ στὸ μέτρο καὶ λυρικὰ στὴν οὐσία, ὅλα σὲ ἰωνικὴ διάλεκτο, προσπαθεῖ νὰ τὰ περάσῃ ὅλα σὰ χάντρες στὸ νῆμα τοῦ Βίου, προφανῶς γιὰ νὰ τὰ περισώσῃ καὶ γιὰ νὰ αἰτιολογήσῃ τὴν ὕπαρξί τους στὴν παράδοσι, στὴν εἰσαγωγὴ γιὰ τὴν εἰρεσιώνη αὐτὴ λέει ὅτι τὴν τραγουδοῦσε ὁ τυφλὸς καὶ φτωχὸς Ὅμηρος στὴ Σάμο ἀπὸ ἀρχοντικὸ σὲ ἀρχοντικό, ὁδηγούμενος ἀπὸ τὰ παιδιὰ ποὺ τραγουδοῦσαν κι αὐτὰ μαζί του. στὰ ἐπιλεγόμενα ὅμως γιὰ τὸ τραγούδι λέει˙ ιδετο δὲ τάδε τ ἔπεα ἐν τῇ Σάμῳ ἐπὶ πολὺν χρόνον ὑπ τῶν παίδων, ὅτε γείροιεν ἐν τῇ ἑορτῇ τοπόλλωνος. ἡ ἑορτὴ αὐτὴ πιθανῶς ἦταν ἡ ἴδια ἡ ἰσημερία καὶ πρωτοχρονιά, διότι τέτοια μέρα ἦταν εὐνόητο νὰ ἑορτάζεται ὁ Ἀπόλλων - Ἥλιος. αὐτὸ φυσικὰ δείχνει ὄχι τὴν ἀρχικὴ πραγματικότητα, ἀλλ᾽ ἐκείνη τοῦ Β΄ π.Χ. αἰῶνος, ὅταν βρῆκε καὶ περισυνέλεξε τὸ ᾆσμα ὁ συντάκτης τοῦ Βίου. ἡ ἑορτὴ ὁρίζεται ἢ μετασκευάζεται καὶ σὲ μεταγενέστερο χρόνο. ἐπίσης ὁ στίχος 10 μὲ τὴν ἀπροσδόκητη καὶ σαφῶς ἀταίριαστη ἀναφορὰ τῆς χελιδόνος εἶναι προφανῶς προσθήκη ἢ διασκευὴ νεώτερη τοῦ 432 π.Χ., ὅταν ἡ πρωτοχρονιὰ μετατέθηκε ἀπὸ τὴ φθινοπωρινὴ στὴν ἐαρινὴ ἰσημερία, ὁπότε ἡ εἰρεσιώνη αὐτὴ χρησιμοποιήθηκε καὶ ὡς χελιδόνισμα. στὸ κείμενο τῆς Σούμμας ἡ προσθήκη ἔχει καὶ προέκτασι μὲ ὀνομαστικὴ ἀναφορὰ τοῦ Ἀπόλλωνος καὶ συνεπῶς εἰσδοχὴ θρησκευτικοῦ στοιχείου ποὺ χαρακτηρίζει τὴν ὄψιμη ἐποχή. ὅλη μαζὶ ἡ προσθήκη ἔχει ὡς ἑξῆς.

10      νεμαί τοι νεμαι ἐνιαύσιος ὥστε χελιδὼν
          ἕστηκ᾽ ἐν προθύροις ψιλὴ πόδας. 
λλὰ φέρ᾽ αψα
          πέρσαι τῷ 
πόλλωνος γυιάτιδος ....................
2. Εἰρεσιώνη β΄
 
Εἰρεσιώνῃ σκα φέρειν καὶ πίονας ἄρτους
καὶ μέλι ἐν κοτύλῃ καὶ ἔλαιον 
ναψήσασθαι
καὶ κύλικ᾽ εὔζωρον, ὡς ἂν μεθύουσα καθεύδῃ.

Μετάφρασι

Στὴν εἰρεσιώνη φέρνε σῦκα καὶ ψωμιὰ ἀφράτα
καὶ μέλι στὴν κούπα καὶ μύρο ν᾽ ἀλειφτῇ
καὶ κρασὶ στὸ ποτήρι δυνατό, γιὰ νὰ κοιμᾶται σουρωμένη.

    Τὸ τραγούδι διασῴζουν ὁ Πλούταρχος καὶ ἡ Σούμμα 16. δημοτικὸ τῶν Ἀθηνῶν τῆς κλασσικῆς ἢ ἀλεξανδρινῆς ἐποχῆς, πιθανῶς ὄχι ὁλόκληρο. γλῶσσα πρότερη κοινὴ ἑλληνικὴ ἡ λεγομένη καὶ ἀττική. μέτρο λυρικῆς ποιήσεως. ἡ μεταγενέστερη ἡλικία του φαίνεται κι ἀπὸ τὴν προχωρημένη σημασία τοῦ ὅρου εἰρεσιώνη. σημαίνει τὴν παρέα τῶν ἀντρῶν πλέον ποὺ τὴν τραγουδοῦν σὲ συμπόσιο, ὅπου ἀλείφονται μὲ μυρέλαιο καὶ πίνουν καὶ μεθοῦν καὶ κοιμοῦνται. ἀπουσία θρησκείας καὶ νομίσματος, ἴσως ὅμως συμπτωματική, ὀφειλόμενη στὸ ὅτι πρόκειται γιὰ μικρὸ ἀπόσπασμα˙ ἂν πρόκηται γιὰ τέτοιο. ἡ καταγωγὴ τοῦ τραγουδιοῦ ἀνεβάζεται μέχρι τὸ Θησέα τόσο ἀπὸ τὸν Πλούταρχο ὅσο κι ἀπὸ τὴ Σούμμα, ἡ ὁποία ἴσως ἀντλεῖ ἀπ΄ αὐτόν. στὴ Σούμμα λέγεται ὅτι τραγουδιόταν στὴν Ἀθήνα κατὰ τὶς ἑορτὲς Πυανέψια τοῦ Ἀπόλλωνος (7 Πυανεψιῶνος = 22 Ὀκτωβρίου, περίπου φθινοπωρινὴ ἰσημερία καὶ πρωτοχρονιὰ) καὶ Θαργήλια τοῦ Ἡλίου καὶ τῶν Ὡρῶν (=ἐποχῶν τοῦ ἔτους) (7 Θαργηλιῶνος = 22 Μαΐου, ἴσως ἐαρινὴ ἰσημερία καὶ πρωτοχρονιά, ἴσως καὶ θερινὸ ἡλιοστάσιο. περίπου δηλαδή). πάντως οὔτε ὁ Πλούταρχος οὔτε ὁ συντάκτης τοῦ σχετικοῦ λήμματος τῆς Σούμμας φαίνονται νὰ γνωρίζουν ἢ ν᾽ ἀντιλαμβάνωνται ὅτι ἡ εἰρεσιώνη ἦταν, κατ᾽ ἀρχὴν τοὐλάχιστο, αὐτὸ ποὺ λέμε τώρα κάλαντα. ἡμίονος ἐδῶ ἐννοεῖται ὁ φυσικὸς καὶ γόνιμος ἡμίονος (κυπραίικο γαϊδούρι) (Βίβλος, Γε 45, 23˙ Β’ Βα 13, 29. Ὅμηρος, Β 852˙ Η 333), κι ὄχι τὸ ἄγονο ὑβρίδιο ‘’μουλάρι’’, ποὺ λεγόταν οὐρεύς (Ὅμηρος, Α 50˙ Ω 702).

3. Χελιδόνισμα
       Ἦλθ΄ ἦλθε χελιδὼν
        καλ
ς ὥρας ἄγουσα,
        καλοὺς ἐνιαυτούς,
        ἐπὶ γαστέρα λευκά, 
5      ἐπὶ νῶτα μέλαινα.
        Παλάθαν σὺ προκύκλει ἐκ πίονος οἴκου
        οἴνου τε δέπαστρον τυρο
 τε κάνιστρον.
        καὶ πύρνα χελιδὼν καὶ λεκηθίταν οὐκ 
πωθεται.
        Πότερ᾽ πίωμες ἢ λαβώμεθα; 10   εἰ μέν τι δώσεις. εἰ δὲ μή, οὐκ ἐάσομες.
        ἢ τ
ν θύραν φέρωμες ἢ τ ὑπέρθυρον
        ἢ τ
ν γυνακα τν ἔσω καθημέναν.
        μικρ
 μέν ἐστι, ῥᾳδίως νιν οἴσομες.
        ἂν δὴ φέρῃς τι, μέγα δή τι φέροις. 
15    ἄνοιγ᾽ ἄνοιγε τν θύραν χελιδόνι.
        οὐ γ
ρ γέροντές ἐσμεν, λλ παιδία.

Μετάφρασι
Ἦρθε ἦρθε ἡ χελιδόνα,
φέρνει τὸν καλὸ καιρό,
φέρνει τὴν καλὴ χρονιά.
εἶναι ἄσπρη στὴν κοιλιά,
μαύρη στὴ ῥάχι ἑπάνω.

Κύλα κατὰ δῶ ἕναν πελτὲ σύκου ἀπ᾽ τὸ σπιτικὸ τὸ γεμάτο καλούδια.
κέρνα μας ἕνα ποτήρι κρασί, δός μας κι ἕνα πανέρι τυρί.
ἡ χελιδόνα δὲν λέει ὄχι καὶ στὰ σταρόψωμα καὶ στὴν κουλούρα.

Τί λές; θὰ μᾶς δώσῃς ἢ νὰ φύγουμε;
κι ἂν μὲν μᾶς δώσῃς, καλὰ καὶ καμωμένα.
ἂν ὅμως δὲν μᾶς δώσῃς, δὲν θὰ περάσῃ ἔτσι.
ἢ τὴν αὐλόπορτα σοῦ σηκώνουμε ἢ τὸ στέγαστρό της,
ἢ τὴν κοπελλάρα ποὺ κάθεται στὸ σπίτι μέσα.
εἶναι μικρούλα βέβαια, ἀλλὰ τόσο τὸ καλλίτερο,
γιὰ νὰ τὴ σηκώνουμε κι ἐμεῖς ἀκόμη εὐκολώτερα.
κι ἂν φέρῃς νὰ μᾶς δώσῃς κάτι, νἆναι κάτι μεγάλο.
ἔλα ἄνοιξε τὴν πόρτα σου μπροστὰ στὴ χελιδόνα.
δὲν εἴμαστε γέροι ἄνθρωποι, εἴμαστε παιδάκια.

    Τὸ τραγούδι διασῴζουν ὁ Ἀθήναιος καὶ ἀποσπασματικὰ ὁ Εὐστάθιος Θεσσαλονίκης ποὺ ὁμολογουμένως ἀντλεῖ ἀπὸ τὸν Ἀθήναιο17. ὁ δὲ Ἀθήναιος τὸ πῆρε ἀπὸ τὸ μὴ σῳζόμενο σήμερα ἔργο τοῦ ἱστορικοῦ τῶν ἀλεξανδρινῶν χρόνων Θεόγνιδος Περὶ τῶν ἐν Ῥόδῳ θυσιῶν, βιβλίον β΄. δημοτικὸ τῆς Ῥόδου ὁπωσδήποτε ἀρχαιότερο τοῦ 500 π.Χ., ἀλλὰ καὶ μὲ κομμάτια μεταγενέστερα τῆς ἡμερολογιακῆς μεταρρυθμίσεως τοῦ Μέτωνος κατὰ τὸ 432 π.Χ.. γλῶσσα αὐθεντικὴ καὶ ἀρχαϊκὴ δωρικὴ τῆς Ῥόδου, μέτρα λυρικῆς ποιήσεως, ᾆσμα διαιρούμενο κατὰ τὴ γνώμη μου σὲ τρεῖς στροφές, ἀπὸ τὶς ὁποῖες μία εἶναι τὸ ἡμερολογιακὸ ἄγγελμα, μία τὰ αἰτήματα τῶν χελιδονιστῶν, καὶ μία οἱ ἀπειλές των σὲ περίπτωσι μὴ ἐκπληρώσεως τῶν αἰτημάτων τους. αὐθεντικὸ παιδικὸ τραγούδι. οἱ στροφὲς β΄ καὶ γ΄, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς δυὸ ἀναφορὲς τῆς χελιδόνος, εἶναι τὸ ἀρχαιότερο μέρος καὶ προέρχονται ἀπὸ εἰρεσιώνη φθινοπωρινῆς ἰσημερίας καὶ πρωτοχρονιᾶς. τὸ δείχνουν τὰ καλούδια ποὺ ζητοῦν τὰ παιδιά. ἡ α΄ στροφὴ ὅμως, ποὺ εἶναι καὶ σὲ διαφορετικὸ μέτρο, καὶ οἱ δύο παρακάτω ἀναφορὲς τῆς χελιδόνος εἶναι τὸ νεώτερο κομμάτι τὸ προστεθειμένο μετὰ τὸ 432 π.Χ. καὶ ἀναφέρονται σὲ ἐαρινὴ ἰσημερία καὶ πρωτοχρονιά. εἶναι τὸ κυρίως χελιδόνισμα. ὁ Θέογνις ἔλεγε ὅτι τραγουδιόταν στὴ Ῥόδο κατὰ τὸ μῆνα Βοηδρομιῶνα (= 15 Σεπτεμβρίου - 15 Ὀκτωβρίου, ἀκριβῶς φθινοπωρινὴ ἰσημερία καὶ πρωτοχρονιά), πρᾶγμα ποὺ στὴν ἀρχὴ μᾶς ἐκπλήσσει, ἀφοῦ ἀναγγέλλει τὴν ἔλευσι τῆς χελιδόνος, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ σκέψι μᾶς βεβαιώνει γιὰ τὴν ἀλλαγὴ καὶ προσαρμοστικὴ προσθήκη καὶ διασκευὴ ποὺ εἶπα προηγουμένως. ὁ Ἀθήναιος λέει ὅτι τὸν ἀγερμὸν αὐτὸν τὸν κατέδειξε πρῶτος ὁ Κλεόβουλος ὁ Λίνδιος στὴ Λίνδο τῆς Ῥόδου, ἕνας δηλαδὴ ἀπὸ τοὺς λεγομένους ἑπτὰ σοφούς, ποὺ φέρονται νὰ ἔζησαν γύρω στὸ 600 π.Χ.. ἀσφαλῶς τόσο ἀρχαῖες μποροῦν νὰ εἶναι μόνο οἱ στροφὲς β΄ καὶ γ΄, ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὴν προμετώνειο εἰρεσιώνη, καὶ ὄχι τὸ χελιδόνισμα τῆς α΄ στροφῆς. σ᾽ ὅλο τὸ ᾆσμα εἶναι βέβαιη ἡ ἀπουσία θρησκείας καὶ νομίσματος. ἄξια σημειώσεως εἶναι τὸ ἀστεῖο παιδικὸ θράσος τῶν χελιδονιστῶν καὶ ἡ ἐπίσης ἀστεία καὶ ἀπαιτητικὴ παιδικὴ ἀπειλή τους . «Ἢ μᾶς δίνεις ὅ,τι ἀπαιτοῦμε, ἢ σοῦ χαλᾶμε τὴν αὐλόπορτα καὶ ...ἀπάγουμε καὶ τὴν κοπελλάρα τοῦ σπιτιοῦ (προφανῶς νεογνό!) . κι ἂν εἶναι καὶ μικρή, τόσο τὸ καλλίτερο. νὰ μποροῦμε καὶ νὰ τὴ σηκώσουμε!». ἔμμεσο ἐγκώμιο τῆς ὀμορφιᾶς τῆς μικρῆς, πού, ἀπὸ τώρα κιόλας, γίνεται στόχος ἐρωτικῶν ἀπαγωγέων! καὶ στὰ σημερινὰ κόλιντα τῆς Τερπνῆς Σερρῶν ὑπάρχει τὸ στοιχεῖο τῆς ἀπειλῆς. ὑπάρχουν τρία στοιχεῖα. α΄) τὸ ἡμερολογιακὸ ἄγγελμα μὲ τὶς εὐχές, β΄) τὸ θρασὺ αἴτημα, καὶ γ΄) ἡ παιδικὴ ἀπειλή. ὅπως ἀκριβῶς σ΄ αὐτὸ τὸ δωρικὸ χελιδόνισμα. δηλαδή.

α΄.     Κόλιντα, μπάμπω, κόλιντα!                                           (ἄγγελμα)
          τρε
ς χιλιάδις πρόβατα,
          κι ἄλλα τόσα γίδια.                                                         
(εὐχὲς) β΄.     Δῶσι, κυρά, καρύδια,....
          δῶσι κι ἄλλα,...                                                                 
(θρασὺ αἴτημα) γ ΄.   Ν μὴ σὶ σπάσου τ κιραμίδια!
          ν
 μὴ σὶ σπάσου τ᾽ σκάλα !                                             (ἀπειλή).

εἶναι ἐκπληκτικὸ ὅτι τὰ στοιχεῖα αὐτὰ διατηρήθηκαν τόσους αἰῶνες. ὑπ᾽ ὄψιν δὲ ὅτι καὶ ἡ Τερπνή, ὅπως ἡ Ῥόδος, ἦταν μέρος δωρικό, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὶς λέξεις τῆς τοπικῆς της λαλιᾶς σαμόραστος καὶ μᾶκος (σᾶμα-σῆμα, μάκων-μήκων. βλ. Λεξικὸ τοῦ Ν. Πασχαλούδη). ἄλλωστε καὶ ὅλοι οἱ Μακεδόνες ἦταν Δωριεῖς, ἀφοῦ, ἐκτὸς τῶν ἄλλων, καὶ μέσα στ᾽ ὄνομά τους φαίνεται τὸ δωρικὸ μᾶκος (=μῆκος, ψηλὸ ἀνάστημα).

4. Κορώνισμα

      Ἐσθλοί, κορώνῃ χερα πρόσδοτε κριθέων
      τῇ παιδί τ
πόλλωνος ἢ λέκος πυρῶν
      ἢ ἄρτον ἢ ἤμαιθον ἢ ὅτι τις χρῄζει.
      δότ᾽, ὦγαθοί, <τι> τῶν ἕκαστος ἐν χερσὶν 
5    ἔχει κορώνῃ. χἅλα λήψεται χόνδρον.
      φιλε
 γρ αὕτη πάγχυ τατα δαίνυσθαι.
      ὁ ν
ν ἅλας δοὺς αὖθι κηρίον δώσει.
      ὦ πα
, θύρην ἄγκλινε. πλοτος ἤκουσε,
      καὶ τῇ κορώνῃ παρθένος φέρει σ
κα. 10  θεοί, γένοιτο πάντ᾽ ἄμεμπτος ἡ κούρη
      κ
φνειν ἄνδρα κὠνομαστν ἐξεύροι.
      καὶ τῷ γέροντι πατρὶ κο
ρον εἰς χερας
      καὶ μητρὶ κούρην εἰς τ
 γονα κατθείη,
      θάλος τρέφειν γυνα
κα τος κασιγνήτοις. 15  ἐγὼ δ᾽ ὅκου πόδες φέρουσιν, ὀφθαλμοὺς       ἀμείβομαι Μούσῃσι πρς θύρῃσ᾽ ᾄδων
      καὶ δόντι καὶ μὴ δόντι πλέονα τῶν γεω.
      ...................................................... 
      ἀλλ᾽ , ὦγαθοί, ἐπορέξαθ᾽ ὧν μυχς πλουτε .
      δ
ς ὦν, ἄναξ, δς καὶ σὺ πότνα μοι νύμφη. 20  νόμος κορώνῃ χερα δον᾽ ἐπαιτούσῃ.
      τοσα
τ᾽ είδω. δός τι καὶ καταχρήσει.
Μετάφρασι
Δῶστε, καλοί μου, μιὰ χεριὰ κριθάρι στὴν κορώνη,
τὴν κόρη τοῦ Ἀπόλλωνος, ἢ ἕνα πιάτο στάρι,
ἢ ἕνα ψωμὶ ἢ ἕνα ἡμιώβολο, ἢ ὅ,τι ἔχει κανεὶς προαίρεσι.
δῶστε, καλοί μου, κάτι ἀπ᾽ αὐτὰ ποὺ ὅλοι σας κρατᾶτε,
δῶστε στὴν κορώνη. παίρνει δὲ καὶ λίγα σπυριὰ ἁλάτι.
γιατὶ τῆς ἀρέσουν πάρα πολὺ νὰ τρώῃ κάτι τέτοια.
ὅποιος δίνει ἁλάτι σήμερα, αὔριο θὰ δώσῃ μελιοῦ κηρήθρα.
ἄνοιξε τὴν πόρτα, δοῦλε. ὁ πλοῦτος τὴν κορώνη τὴν ἀκούει.
νά κι ἡ κοπέλλα ποὔρχεται καὶ φέρνει στὴν κορώνη σῦκα.
ὄμορφη κάντε την, θεοί, κόρη χωρὶς ψεγάδι,
κι ἄντρα νὰ βρῇ βοηθῆστε την πλούσιο καὶ παινεμένο.
στὰ χέρια τοῦ γέρου πατέρα της ἕναν ἐγγονὸ ν᾽ ἀκουμπήσῃ,
στῆς γριᾶς μάννας τὰ γόνατα μιὰ ἐγγονὴ ν᾽ ἀφήσῃ.
καὶ γιὰ τοὺς ἀδερφούς της κάποια γυναῖκα βλαστάρι ν᾽ ἀνατρέφῃ.
κι ἐγὼ κυττῶ νὰ πηγαίνω ὅπου μὲ πᾶν τὰ πόδια μου,
κι ἐκεῖ στὶς πόρτες ἐμπροστὰ νὰ τραγουδῶ στὶς Μοῦσες.
μοῦ δώσῃ δὲν μοῦ δώσῃ κάποιος, πιότερα τοῦ εὔχομαι ἀπ᾽ ὅσα ἔχει.
..............................................................................................
Ἀλλ΄, ὦ καλοί μου, δῶστε μου, ἀπ᾽ τοῦ κελλαριοῦ σας τὰ καλούδια.
δῶσε μου καὶ σύ, βασιλιᾶ μου, δῶσε μου καὶ σύ, νεράιδα λατρευτή.
ἔθιμο εἶναι νὰ δίνῃς μιὰ χεριά, ὅταν ἡ κορώνη ζητιανεύῃ.
μέχρι ἐδῶ τὸ ᾆσμα μου. δῶσε κι ἀπ᾽ τὸ ὑστέρημά σου κάτι.

    Τὸ τραγούδι αὐτὸ διασῴζει ὁ Ἀθήναιος18, ὁ ὁποῖος τὸ πῆρε ἀπὸ τὸν Κολοφώνιο ποιητὴ Φοίνικα. ὑπῆρχαν τέτοια δημοτικὰ κορωνίσματα, στὰ ὁποῖα ἀντὶ γιὰ τὴ χελιδόνα τραγουδιόταν ἡ κορώνη (κουρούνα), ὅπως μαρτυροῦσαν οἱ Ἔφιππος, Ἁγνοκλῆς, καὶ Πάμφιλος, στοὺς ὁποίους παραπέμπει ὁ Ἀθήναιος, καὶ μαρτυρεῖ ὁ Ἡσύχιος19 καὶ ἔμμεσα ὁ Αἰλιανός20. ἐννοεῖται ὅτι ἦταν γερμοὶ τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας καὶ πρωτοχρονιᾶς ὅπως τὰ χελιδονίσματα. αὐτὸ ἑδῶ ὅμως εἶναι ἔντεχνο ἰαμβικὸ ᾆσμα τοῦ Φοίνικος ἀπὸ τὴν Κολοφῶνα τῆς Μ. Ἀσίας, ἢ ἀκριβέστερα ἔντεχνη διασκευὴ κάποιου τέτοιου προϋπάρχοντος δημοτικοῦ τραγουδιοῦ, τὴν ὁποία φιλοτέχνησε ὁ Φοίνιξ. ὁ ποιητὴς αὐτὸς πρέπει νὰ εἶναι τοῦ Δ΄ π.Χ. αἰῶνος ἢ τῶν ἀλεξανδρινῶν χρόνων (Γ΄-Α΄ π.Χ. αἰ.). ἡ γλῶσσα τοῦ ᾄσματος εἶναι ἐλαφρῶς ἰωνίζουσα, ὑπάρχει δὲ σ᾽ αὐτὸ ἀναφορὰ νομίσματος καὶ ἀρκετὸ θρησκευτικὸ στοιχεῖο. ἡ κορώνη εἶναι προσωποποιημένη καὶ θεοποιημένη καὶ θυγατέρα τοῦ Ἀπόλλωνος, τὶς δὲ εὐχὲς ἐκπληρώνουν οἱ θεοί. τὰ τρόφιμα φιλοδωρήματα τὰ «τρώει» ἡ ἴδια ἡ Κορώνη, κάτι ποὺ εἶναι ἱερατικὴ φανφάρα. τὸ κορώνισμα κατὰ μὲν τὴν εἰσαγωγικὴ σημείωσι τοῦ Ἀθηναίου τὸ τραγουδοῦσαν ἄνδρες γείροντες, καὶ ὄχι παιδιά,κατὰ δὲ τὸ ἴδιο τὸ περιεχόμενο τοῦ ᾄσματος ἕνας μόνο ἄντρας, ἐπαγγελματίας κορωνιστής, δηλαδὴ προφανῶς ἱερεύς. εἶναι πολὺ ἐμφανῆ τὸ ἐπαγγελματικὸ ζητιανηλίκι, ἡ προσπάθεια προκλήσεως τοῦ οἴκτου τῶν ἀκροατῶν, ἡ χρῆσι κολακείας, καὶ ἡ διπλωματικὴ γλῶσσα καὶ φιλοφρόνησι τοῦ ἐπαγγελματία ζητιάνου. τὸ νόμισμα ἤμαιθον, ποὺ ἀναφέρεται, εἶναι κατὰ τὸν Ἡσύχιο ἡμιώβολον (μισὸς ὀβολὸς) ἢ στὴν Κύζικο διώβολον (δύο ὀβολοί)21. τὸ κορώνισμα πρέπει νὰ εἶναι ἀρχικὰ μὲν νεώτερο τοῦ 432 π.Χ., ὡς διασκευὴ δὲ εἶναι τοῦ Δ΄ ἢ τῶν Γ΄-Α΄ π.Χ. αἰώνων. πολὺ γρήγορα πρέπει ἀπὸ παιδικὸ κορώνισμα νὰ μεταπήδησε σὲ ἱερατικὸ ἀγερμό, καὶ ἀπὸ ἱερατικὸ ἀγερμὸ σὲ συμποσιακὸ κι ἐν τέλει σὲ γαμήλιο τραγούδι ἐνηλίκων. διότι ὁ μὲν Ἔφιππος στὴν κωμῳδία του Ὀβελιαφόροι ἔχει τὸ στίχο τ μοσχίον / τ τῆς Κορώνης αὔριον δειπνήσομεν22, ὁ δὲ Αἰλιανὸς τὸν Γ΄ μ.Χ. αἰῶνα γράφει˙ κούω δὲ τοὺς πάλαι καὶ ἐν τος γάμοις μετ τν ὑμέναιον τὴν κορώνην ᾄδειν, σύνθημα ὁμονοίας τοτο τος συνιοσιν ἐπὶ παιδοποιίᾳ διδόντας. ἐπειδὴ κατὰ τὸν προλεγόμενο μῦθο του αἱ κορῶναι μυθολογοῦνται ὡς πουλιὰ ποὺ τηροῦν ἰσόβια συζυγικὴ πίστι.
    Πρὸς τὸ τέλος τῆς εἰδωλολατρίας ὅλοι οἱ προχριστιανικοὶ ἀγερμοὶ περιῆλθαν στὴ χρῆσι τοῦ ἱερατείου της. διότι ὁ Ἰωάννης Τζέτζης γνωρίζει τοὺς μηναγύρτας (=καλαντιστὰς τῆς κάθε πρωτομηνιᾶς) ὡς γάλλους (=θηλυστολοῦντες κιναίδους) ἱερεῖς μοναχοὺς τῆς θεᾶς Ῥέας τῆς Μητρὸς τοῦ θεοῦ τους Ἄττεως, οἱ ὁποῖοι ἔβαζαν πάνω σ᾽ ἕνα γαϊδούρι τ εἴδωλον τῆς θεᾶς αὐτῶν Ῥέας καί, περιερχόμενοι τς κώμας, τραγουδοῦσαν τὰ ρχίμηνα χτυπώντας καὶ τύμπανα (=ντέφια) καὶ ζητιανεύοντας (προσαιτοντες) ὄσπρια καὶ σιτηρὰ ὑπὲρ τοῦ μοναστηριοῦ τους. οἱ δὲ λάτρεις ἀσπάζονταν τὸ εἴδωλο καὶ τοὺς ἔδιναν ἕνα πιάτο ἀπ᾽ αὐτὰ ποὺ ζητοῦσαν23. ὅπως ἀκριβῶς ἔκαναν καὶ οἱ καλόγεροι τῶν ἡμερῶν μας ζητείαν γιὰ τὰ μοναστήρια τους, μὲ λείψανα καὶ εἰκονίσματα τῆς Παναγίας πάνω σ᾽ ἕνα γαϊδούρι, καὶ μάζευαν τὰ ἴδια προϊόντα ἢ χρήματα μέχρι τὰ παιδικά μας χρόνια (1960), διατηρώντας τὴν εἰδωλολατρικὴ παράδοσι τῶν κιναίδων ἱερέων τῆς θεομήτορος Ῥέας. τὰ μικρὰ παιδιὰ τραγουδοῦσαν πιὰ τὰ «χριστιανικὰ» κάλαντα.
 
 
 
________________________________________

ΕΠΙΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Ἡρόδοτος 1, 61, 3.
2. Ὅμηρος, ρ 360-3.
3. Πολυδεύκης 3, 111.
4. Αἰσχύλος, Ξάντριαι, ἀπ. 168 Ναuck. Ἡρόδοτος 4, 35, 1-4.
Πλάτων, Πολ., 2 (381 d). Διονύσιος Ἁλικ., Ῥωμ. ἀρχ. 2, 19, 2. Ἐπιγραφὴ-Ψήφισμα Ἁλικαρνασσοῦ 2656, 26-28 (Α΄ π.Χ. αἰ.), CΙG 2, 453. Λουκιανός, Ψευδόμ., 13. Ἡσύχιος, λ. ἀγείρειν. ἀγερμός˙ κορωνισταί˙ χελιδωνισταί. Φώτιος, λ. ἀγείρει. Σούμμα (= Σουΐδας) , λ. ἀγείρει.
5. Ἀριστοφάνης, Ὄρν., 1410-17..Ψευδηρόδοτος,Ὁμήρου βίος, 33. Πλούταρχος, Θησ. 22, 6-7. Ἀθήναιος 8, 59-60 (359b-360b). Ἡσύχιος, λ. κορωνισταί˙ χελιδονισταί. Σούμμα, λ. εἰρεσιώνη˙ Ὅμηρος. Εὐστάθιος, Εἰς Ὀδύσσ., φ 411-412 (1914, 40-50)˙ Ἐπιστ. 41 (μεγάλῳ ἑταιρειάρχῃ), ἔκδ. T.L.F. Tafel, Opuscula, 344 (Francofurti 1832). Ἰωάννης Τζέτζης, Ἱστ. 13, 237-250. οἱ Ἕφιππος, Ἁγνοκλῆς, Φοίνιξ, Θέογνις, καὶ Πάμφιλος, στὸν Ἀθήναιο, ἔνθ΄ ἀνωτ.
6. Ψευδηρόδοτος, Ὁμήρου βίος, 33.
7. Κατ᾽ ἄλλους γύρω στὸ 700 ἢ τὸ 353 ἢ τὸ 46 π.Χ., ἀλλ᾽ αὐτοὶ δὲν ἔχουν δίκαιο.
8. Ὅμηρος, δ 135˙ ι 425-6.
9. Εὔπολις, Οἱ δῆμοι, ἀπόσπ. 131 Edmonds (=Κ119). Ἀριστοφάνης, Ἱππ., 728 - 9˙ Σφ., 398-9˙ Πλ., 1053-54. Ἐπιγραφὴ Ἀττικῆς (ἐπιτυμβία Θεσμοφάνους, νεώτερη τοῦ Μενάδρου) 956, 9-12 CIG 1, 537. Ψευδηρόδοτος, Ὁμήρου βίος, 33.  Πλούταρχος, Θησ. 22, 6-7. Ἰώσηπος, Ἀρχ. 3, 245. Ἀλκίφρων, Ἐπιστ. 2, 35, 1 (ἢ 3, 37, 1) (ἀγροικικαί, Ἐπιφυλὶς Ἀμαρακίνῃ).Ἡσύχιος, λ. εἰρεσιώνη. Σούμμα, λ. εἰρεσιώνη˙ Ὅμηρος.
10. Ψευδηρόδοτος, Ὁμήρου βίος, 33. Πλούταρχος, Θησ. 22, 6-7.  Σούμμα, λ. εἰρεσιώνη˙  Ὅμηρος.
11. Ἀριστοφάνης, Ὄρν., 1410-17.  Ἀθήναιος 8, 60 (360bcd).Ἡσύχιος, λ. χελιδονισταί. Σούμμα, λ. χελιδόνιον μέλος. Εὐστάθιος, Εἰς Ὀδύσσ., φ 411-412 (1914, 40-50)˙ Ἐπιστ. 41, ἔνθ΄ ἀνωτ.. Πρβλ. καὶ Πενθέκτης ἐν Τρούλλῳ συνόδου, καν. 62.
12. Ἔφιππος, Ὀβελιαφόροι, στὸν Ἀθήναιο 8, 58 (359 b). Ἀθήναιος, 8, 58-60 (359b˙ def˙ 360 ab). Αἰλιανός, Περὶ ζῴων 3, 9. Ἡσύχιος, λ. κορώνη˙ κορωνισταί.Ἰωάννης Τζέτζης, Ἱστ. 13, 237-267.
13. Πουλολόγος, (καλανδίζω ). Φορτουνᾶτος (κάλαντα ), στὸ τοῦ Ἐμ. Κριαρᾶ, Λεξικὸ..., λ. καλανδίζω - κάλαντα. σημερινὴ δημοτικὴ γλωσσικὴ χρῆσι.
14. Σήμερα στὴν Τερπνὴ γιὰ τὸν ἀγερμὸ τῆς 24 Δεκεμβρίου.
15. Ψευδηρόδοτος, Ὁμήρου βίος, 33. Σούμμα, λ. Ὅμηρος.
16. Πλούταρχος, Θησ. 22, 6-7. Σούμμα, λ. εἰρεσιώνη.
17. Ἀθήναιος 8, 60 (360bcd). Εὐστάθιος, Εἰς Ὀδύσσ., φ 411-412 (1914, 40-50)˙ Ἐπιστ. 41, ἔνθ΄ ἀνωτ.. τὸ ἐκδίδουν καὶ οἱ ἐκδότες τῶν λυρικῶν ποιητῶν Bergk, Hiller, Crusius, Page, στὴν κατηγορία τῶν δημοτικῶν (populares).
18. Ἀθήναιος 8, 59 (359d-360b).
19. Ἡσύχιος, λ. κορώνη˙ κορωνισταί.
20. Αἰλιανός, Περὶ ζῴων 3,9.
21. Ἡσύχιος, λ. ἤμαιθον. καὶ ὁ Ἡρῴδας (Διδάσκ., 44) ἀναφέρει τρί᾽ ἤμαιθα.
22. Ἔφιππος, στὸν Ἀθήναιο 8, 58 (359b).
23. Ἰωάννης Τζέτζης, Ἱστ. 13, 250-267.
 
Ἡ μελέτη αὐτὴ πρωτοδημοσιεύτηκε τὸ 1999  
στὸ περιοδικὸ ‘’Τερπνή’’, φ. 42 - 44 (2001 - 02).
 
 Μελέτες 4 (2008)
http://www.philologus.gr/