https://www.facebook.com/artemissky.blogspot?ref_type=bookmark

ΑΡΤΕΜΙΣ

ΑΡΤΕΜΙΣ
Ήταν θεά του κυνηγιού,”πότνια θηρών” κατά τον Όμηρο,θεά των αγριμιών και της Σελήνης.

ΕΛΛΑΣ - HELLAS

'' Επιόντος άρα θανάτου επί τον άνθρωπον, το μεν θνητόν, ως έοικεν, αυτού αποθνήσκει, το δ' αθάνατον, σώον και αδιάφθορον, οίχεται απιόν. `Οταν επέρχεται ο θάνατος στον άνθρωπο, το μεν θνητό μέρος αυτού, καθώς φαίνεται, πεθαίνει, το δε αθάνατο, η ψυχή, σηκώνεται και φεύγει σώο και άφθαρτο '' ΠΛΑΤΩΝΑ

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .
ΑΝΟΙΚΩ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Τετάρτη 18 Φεβρουαρίου 2015

Διόνυσος – Ο μυθικός θεός της ευθυμίας του γλεντιού και του κεφιού.

Οι αρχαίοι πρόγονοί μας είχαν θεοποιήσει πολλές στιγμές και εκφάνσεις της καθημερινότητας ή της κοινωνικής ζωής και πράγματα που δεν μπορούσαν αν ερμηνεύσουν ή να αιτιολογήσουν περνούσαν μέσα από τη μυθολογία σαν έργα και δημιουργήματα «θεών και ημιθέων».
Στην ελληνική μυθολογία, εκτός από τους δώδεκα θεούς του Ολύμπου, που θεωρούνταν οι σημαντικότεροι, υπήρχαν και άλλοι θεοί που δεν κατοικούσαν στο θεϊκό αυτό βουνό. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο θεόςΔιόνυσος. Ήταν ο πιο πρόσχαρος από τους θεούς και από τους πιο αγαπητούς στους ανθρώπους μιας και τους πρόσφερε το αμπέλι και το κρασί
Ο εύθυμος θεός ταξίδευε συνέχεια, επισκεπτόταν πολλές χώρες και πολιτείες για να μάθει στους ανθρώπους πώς να καλλιεργούν τα κλήματα και πώς να φτιάχνουν από τους καρπούς τους το κρασί. Και βέβαια, ως θεός της χαράς και του κεφιού, δεν ταξίδευε μόνος του. Τον ακολουθούσε ένα πολύβουο πλήθος.
Στο πλήθος αυτό έβλεπες γυναίκες που χόρευαν μ’ έξαλλο τρόπο, τις Μαινάδες όπως λέγονταν, και παράξενα όντα που ήταν άνθρωποι και ζώα μαζί, που τους έλεγαν Σάτυρους και Σιληνούς. Ενίοτε απεικονίζεται να κάθεται δεξιά του πατρός του στα ολύμπια δώματα.
Ο Διόνυσος ως μυθολογική οντότητα «δεν είναι μήτε παιδί ούτε άντρας, αλλά αιώνιος έφηβος, καταλαμβάνοντας μια θέση ανάμεσα στους δύο». Με αυτή τη μορφή, αντιπροσωπεύει «το πνεύμα της ενέργειας και της μεταμορφωτικής δύναμης του παιχνιδιού» γεμάτο πονηριά, εξαπάτηση και στρατηγικές που υποδεικνύουν είτε τη θεϊκή σοφία ή το αρχέτυπο του «κατεργάρη», παρόν σε όλες σχεδόν τις μυθολογίες του κόσμου.
Πιστοί ακόλουθοι του θεού πορεύονταν μαζί του στα μεγάλα ταξίδια. Μ’ επικεφαλής τονΔιόνυσο διέσχισαν την Αίγυπτο, τη Λιβύη κι άλλες χώρες στην Αφρική. Έπειτα πήγαν και στηνΑσία, στους Άραβες, στουςΛυδούς, στους Φρύγες, φτάνοντας μέχρι και την Ινδία,όπου και ο πιο τολμηρός θαλασσοπόρος δεν κατάφερε να φτάσει.
Αλλού τους υποδέχονταν φιλικά, αλλού τους κορόιδευαν ή τους αντιμετώπιζαν σαν εχθρούς. Πάντα όμως επικρατούσε η καλοσύνη του Διόνυσου και των συντρόφων του. Γρήγορα συμφιλιώνονταν με τους κατοίκους, που μάθαιναν πώς να καλλιεργούν το αμπέλι. Το υπέροχο ποτό που κερνούσε ο θεός σκόρπιζε παντού το κέφι. Έκανε τους ανθρώπους να ξεχνούν τις στενοχώριες τους και να ζωγραφίζεται στα πρόσωπά τους το χαμόγελο. Όπου περνούσε ξεκινούσε τρικούβερτο γλέντι και δεν ακούγονταν άλλο τίποτα παρά οι εύθυμοι ήχοι των μουσικών οργάνων και τα ζωηρά τραγούδια.
Πώς λοιπόν να μη λάτρευαν οι άνθρωποι αυτοί το θεό; Κι ήταν θεός, παρόλο που η μητέρα του ήταν θνητή, ηΣεμέλη, η κόρη του βασιλιά της Θήβας Κάδμου. Ο Διόνυσος ωστόσο απέκτησε την αθανασία, που ξεχωρίζει τους θεούς από τους θνητούς και επειδή πατέρας του ήταν ο Δίαςαλλά περισσότερο επειδή γεννήθηκε από θεό τη δεύτερη φορά. Όσο περίεργο κι αν ακούγεται, ο Διόνυσος δυο φορές γεννήθηκε.
Όταν ο Δίας σαγηνεύτηκε από την παρθενική ομορφιά της Σεμέλης, την πλησίασε κι ενώθηκε μαζί της. Καρπός της ένωσής τους ήταν οΔιόνυσος. Η Ήρα όμως δεν επρόκειτο όμως ν’ αφήσει ασυγχώρητη κι αυτή την απιστία του συζύγου της. Τυφλωμένη από τη ζήλια της και διψώντας για εκδίκηση, εμφανίστηκε στη Σεμέληκαι με πονηρό τρόπο την έπεισε να ζητήσει από τον εραστή της να εμφανιστεί ως θεός κι όχι μ’ ανθρώπινη μορφή, όπως πάντα εμφανιζόταν μπροστά της. Αυτό θ’ αποδείκνυε πως την αγαπά πραγματικά.
Αφελής κι ανυποψίαστη η κόρη του Κάδμου, την επόμενη φορά που την επισκέφτηκε ο Δίαςστην κάμαρά της, του ζήτησε να πάρει τη θεϊκή μορφή του. Μάταια προσπάθησε ο Δίας με λόγια αγάπης να τη μεταπείσει. Λυγίζοντας μπροστά στην επιμονή της εμφανίστηκε μεγαλοπρεπής, φωτεινός σ’ όλο το θεϊκό του μεγαλείο. Ήταν αδύνατο όμως ν’ αντέξει η άμοιρη θνητή τη λάμψη των κεραυνών και των αστραπών που εκτινάσσονταν από τα χέρια του. Την ώρα που οι φλόγες την τύλιγαν ο Δίας έσωσε το βρέφος που είχε στα σπλάχνα της και το έραψε στο μηρό του.
Όταν συμπληρώθηκαν εννιά μήνες, ο Διόνυσος ξαναγεννήθηκε από το πόδι του θεϊκού πατέρα του. Ο βασιλιάς των αθανάτων ήξερε πολύ καλά πως η ζηλόφθονη σύζυγός του θα έστρεφε γρήγορα το θυμό της στο νεογέννητο παιδί. Γι’ αυτό ανέθεσε στον Ερμή τη φύλαξή του. Αυτός το παρέδωσε στην αδερφή της Σεμέλης,την Ινώ. Η πανούργα Ήρα όμως έστειλε τρέλα στην Ινώκαι τον άντρα της κι άρχισαν ανελέητα να σκοτώνουν τα παιδιά τους. Η θεά έλπιζε πως θα σκοτώσουν έτσι και τον Διόνυσο, αλλά ο φτερωτός θεός πρόφτασε και γλίτωσε το μικρόΔιόνυσο και τον εμπιστεύτηκε αυτή τη φορά στις Νύμφες.
Αυτές τον ανέθρεψαν με περισσή στοργή κι αγάπη, στο δάσος όπου κατοικούσαν. Πράγματι, πουθενά αλλού δε θα μπορούσαμε να φανταστούμε να μεγαλώνει ο θεός του αμπελιού, παρά σ’ ένα ειδυλλιακό τοπίο γεμάτο δέντρα και πολύχρωμα λουλούδια. Εκεί ποτέ δε συναντούσε ανθρώπους. Κι όταν ο βασιλιάς Λυκούργος διατάραξε την ηρεμία της συντροφιάς κυνηγώντας τις Νύμφες, κατατρομάζοντας τονΔιόνυσο, τιμωρήθηκε σκληρά από τον Δία, που τον τύφλωσε. Έτσι σκληρή ήταν πάντα η τιμωρία για όλους εκείνους τους ανθρώπους που επιβουλεύονταν το θεό Διόνυσο.
Την ίδια άσχημη τύχη είχαν και κάποιοι Τυρρηνοί πειρατές που αιχμαλώτισαν το θεό. Όταν είδαν ένα νέο τόσο όμορφο και γεροδεμένο, πίστεψαν πως πρόκειται για κάποιο αρχοντόπουλο ή ακόμα και βασιλιά. Ευχαριστημένοι με τη σκέψη πως θ’ αποκομίσουν πολλά λύτρα για να τον ελευθερώσουν, προσπάθησαν να τον δέσουν με βαριές αλυσίδες, χωρίς όμως να το πετύχουν· με μια μικρή κίνηση ο θεός τις τίναζε από πάνω του. Οι άμυαλοι θνητοί ωστόσο συνέχιζαν τις προσπάθειές τους.
Μόνο ο τιμονιέρης του καραβιού προσπάθησε να τους επαναφέρει στα λογικά τους: “Δε βλέπετε άμυαλοι πως πρόκειται για θεό; Δε φοβάστε την τιμωρία; Μπορεί να είναι ακόμη και οΠοσειδώνας, που θα μας εκδικηθεί ρίχνοντας το καράβι μας σε άγρια τρικυμία. Το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να τον αφήσουμε ελεύθερο”.
Ο καπετάνιος και οι υπόλοιποι δε συμφωνούσαν ν’ αφήσουν να τους φύγει “τέτοιος θησαυρός”. Εκείνη τη στιγμή άρχισε να ρέει στο καράβι κόκκινο κρασί που ζάλισε με τη θεϊκή ευωδιά του τους ναύτες. Ταυτόχρονα ένα κλήμα άρχισε να τυλίγει το κατάρτι και να απλώνει τα φορτωμένα με ζουμερά σταφύλια κλαδιά του σ’ όλο το καράβι. Κι ενώ σαστισμένοι παρακολουθούσαν οι ναύτες, άλλο θαύμα γίνεται μπροστά στα μάτια τους: ο όμορφος νέος που ήθελαν να αιχμαλωτίσουν μεταμορφώνεται σ’ ένα άγριο λιοντάρι που οι βρυχηθμοί του κάνουν τους ναύτες να πηδούν στη θάλασσα για να γλιτώσουν.
Όλους τους μεταμόρφωσε οΔιόνυσος σε δελφίνια και μόνο τον τιμονιέρη δεν πείραξε επιβραβεύοντάς τον για τη σύνεσή του. Όπως είδαμε, ο Διόνυσος αγαπήθηκε και λατρεύτηκε από τους ανθρώπους γιατί τους γνώρισε την υπέροχη γεύση του κρασιού. Λένε πως για πρώτη φορά το φανέρωσε στο βασιλιά τηςΑιτωλίας, τον Οινέα. Ο τσοπάνης του, ο Στάφυλος, είχε βρει ένα περίεργο φυτό γεμάτο καρπούς κι ενθουσιασμένος από τη νοστιμιά τους έφερε και στο βασιλιά του για να τον ευχαριστήσει.
Ο Οινέας έστυψε τους ζουμερούς καρπούς και απόλαυσε τον πλούσιο χυμό τους. Από τότε ο Διόνυσος ονόμασε αυτόν το χυμό οίνο και τους καρπούς σταφύλια από το όνομα του τσοπάνη. Πάντα με το θύρσο στο ένα του χέρι και ένα δοχείο κρασιού στο άλλο περιηγούνταν τις πόλεις. Όπου έβρισκε φιλόξενους και πρόσχαρους ανθρώπους, τους μάθαινε πώς να φτιάχνουν κρασί. Έτσι έγινε και με τους κατοίκους της Ικαρίας,στην Αττική, που τον υποδέχτηκαν μ’ ενθουσιασμό. Λίγο πριν φύγει από τον τόπο τους, συμβούλεψε το βασιλιά τους τον Ικάριο να φυλάξει καλά το κρασί που έφτιαξε. Αυτός όμως δεν ακολούθησε τη συμβουλή του – “τι κακό μπορεί να προέλθει από ένα τόσο ευχάριστο ποτό!” σκέφτηκε.
Οι τσοπάνηδές του, κάποια μέρα, βρήκαν τα βαρέλια και ήπιαν τόσο πολύ κρασί που μέθυσαν και άρχισαν να φέρονται μ’ άγριο τρόπο. Έχοντας χάσει τα λογικά τους σκότωσαν τον Ικάριοκαι η κόρη του Ηριγόνη από τη στενοχώρια της αυτοκτόνησε. Οι κάτοικοι της Ικαρίας τιμούσαν ιδιαίτερα το θεό Διόνυσο· σ’ αυτή την περιοχή καλλιεργήθηκε πολύ ο διθύραμβος, ο ύμνος προς το θεό, που συνέθεσε ο μουσικός Αρίωνας. Μάλιστα, πρόσθεσαν και κάτι καινούριο. Στο μουσικό αυτό ύμνο πρόσθεσαν στίχους. Κι επειδή αυτή τη σύνθεση την τραγουδούσαν άνθρωποι μεταμφιεσμένοι σε τραγόμορφους Σάτυρους την ονόμασαν τραγωδία.
Βέβαια, λατρευτικές εκδηλώσεις για το θεό του αμπελιού γίνονταν και σε πολλές άλλες περιοχές. Όσοι παρευρίσκονταν σ’ αυτές τις εκδηλώσεις έπρεπε να συμμετέχουν ενεργά πίνοντας κρασί και χορεύοντας υπό την επήρεια της μέθης. Όσοι αρνούνταν, ήταν εχθροί του θεού και επέσυραν την οργή του. Έτσι, τραγικό τέλος βρήκε τον Πενθέαπου θέλησε να παρακολουθήσει κρυφά τις οργιαστικές εορτές. Οι Μαινάδες, μια από τις οποίες ήταν και η μητέρα του, μέσα στη μανία που τις είχε καταλάβει, όρμησαν επάνω του και τον κατασπάραξαν. Επίμονα αρνούνταν να λάβουν μέρος στις λατρευτικές τελετές οι κόρες του βασιλιά Μίνωα, όπως και του βασιλιά Προίτου. Προσβλημένος ο Διόνυσοςτις έκανε να χάσουν τα λογικά τους. Άλλοι λένε ότι για τη μανία που κατέλαβε τις νεαρές κόρες του Προίτουαιτία ήταν η Ήρα.
Σκληρός τιμωρός εμφανίζεται ο Διόνυσος στους εχθρούς του και σ’ όσους είναι αντίθετοι στον τρόπο λατρείας του. Συνάμα γενναιόδωρος ευεργέτης σ’ όσους τον τιμούν και τον ευχαριστούν.
Όταν ο βασιλιάς Μίδαςφιλοξένησε το δάσκαλό του, το γέρο Σιληνό, που είχε χαθεί, αυτός δέχτηκε να εκπληρώσει την επιθυμία του για να τον ευχαριστήσει. Ο άπληστος Μίδαςζήτησε να μπορεί ό,τι πιάνει να το μετατρέπει σε χρυσάφι. Σύντομα ο δύστυχος διαπίστωσε πως θα γινόταν βαθύπλουτος αλλά θα πέθαινε από την πείνα και τη δίψα. Το ψωμί που άγγιζε να φάει μετατρεπόταν σε χρυσό και το νερό που ήθελε να πιει σε χρυσαφένιες σταγόνες. Μετανιωμένος ζήτησε από το θεό να τον κάνει όπως πριν και ο Διόνυσος που τον λυπήθηκε του είπε πως αν λουστεί στα νερά του Πακτωλούποταμού θ’ απαλλαχτεί από το μαρτύριό του.
Ο θεός του γλεντιού δεν είχε πολλές ερωτικές περιπέτειες, όπως οι υπόλοιποι θεοί. Οι γυναίκες στη ζωή του είχαν διαφορετική θέση: υπήρξαν παραμάνες του όταν ήταν μικρός και συντρόφισσές του στ’ ασταμάτητα γλέντια του.
Κάποτε ερωτεύτηκε την όμορφη Αριάδνη,όταν την είδε να κοιμάται ήρεμα και γαλήνια, μοιάζοντας με θεά. Η κόρη του Μίνωα μαζί με τον Θησέα επέστρεφαν στην Αθήνα από τηνΚρήτη. Ξυπνώντας ένα πρωί στη Νάξοη Αριάδνη βλέπει πως ο σύντροφός της έφυγε και την εγκατέλειψε. Χωρίς να το ξέρει η ίδια, είχε έρθει ο Διόνυσος στ’ όνειρο τουΘησέα και μ’ απειλές τον ανάγκασε να φύγει για να κάνει δική του την όμορφη νέα.
Ολομόναχη όπως ήταν στο έρημο νησί, σαν σωτήρας εμφανίστηκε ο θεός μπροστά της, νέος, γεροδεμένος, στεφανωμένος ως συνήθως με κισσόφυλλα. Αφού έγινε ο γάμος τους, πέταξαν με το άρμα του θεού προς τον ουρανό.
Στη γη οι άνθρωποι τον ευχαριστούσαν για το θεϊκό δώρο του και για την ξενοιασιά που απλόχερα τους μοίραζε. Οι γιορτές που γίνονταν προς τιμή του ήταν ένα αδιάκοπο γλέντι, όπου όλοι μεθούσαν και τραγουδούσαν. Μ’ αυτόν τον τρόπο προσπαθούσαν να επικοινωνήσουν με τον αγαπητό τους θεό. Πληροφορίες που προσλαμβάνουμε από την Γραμμική Β΄ μας οδηγούν στην υπόθεση πως ο Διόνυσος ως αρχαία θεότητα ήταν ήδη γνωστός στον 12ο αιώνα
Η λατρεία του του σχετίζεται με τους εορτασμούς της βλάστησης, της ιερής τρέλας που προκαλεί η πόση του οίνου και της γονιμότητας. Κοινό στοιχείο στις λατρευτικές πρακτικές του είναι το στοιχείο της έκστασης, ενίοτε της οργιαστικής φρενίτιδας, που απελευθερώνει από τις φροντίδες της καθημερινότητας, προσδίδοντάς του την προσωνυμία Λύσιος.Πέραν του γεγονότος λοιπόν ότι το όνομά του συνδέθηκε με μία από τις αρτιότερες μορφές του ελληνικού λόγου, το δράμα προς τιμήν του διοργανώνονταν μεταλοπρεπείς γιορτές, όπως τα «Κατ’ αγρούς Διονύσια»,τα «Λήναια», «Ανθεστήρια» και τα «Μεγάλα Διονύσια».
Τρεις είναι οι κύριες μορφές, με τις οποίες εμφανίζεται οΔιόνυσος στη λατρεία του. Με έμβλημα τον φαλλό , το δένδρο -εξ ου και η προσωνυμία δενδρίτης- ή τον ταύρο είναι θεός της γονιμότητας και προστάτης των καλλιεργειών, κυρίως της αμπέλου. Στη δεύτερη μορφή του είναι ο ενθουσιαστικός Διόνυσος, με εμβλήματα τον θύρσο και τηδάδα, όπως επίσης την ακολουθία, των Μαινάδων, των Βακχών, των Θυιάδων, των Ληνών και των Βασσαριδών, όπως τις μετέφερε η μυθολογική αφήγηση. Στην τρίτη και αρχαιότερη μορφή του είναι οντότητα του Κάτω Κόσμου και φέρει την προσωνυμία Ζαγρεύς (ο μέγας κυνηγός).
Είναι γιος του καταχθόνιου Δία και της Περσεφόνης. Σε αυτή την τρίτη μορφή οι Ορφικοί τον ενσωμάτωσαν ως κυριότερη θεότητά τους, ερχόμενοι σε αντίθεση με τους διονυσιαστές, τους οπαδούς του ενθουσιαστικού Διονύσου
Με τον Διόνυσο θεό των δένδρων και των φυτών πραγματοποιείται η επιστροφή στο «ζωώδες πάθος» της φύσης, μακριά από τους περιορισμούς και τις αποκρυσταλλώσεις που επιβάλλει ο «εξορθολογισμός», κάτι που διακρίνεται άμεσα στις Βάκχες του Ευριπίδη. Με την προσωνυμία«βρόμιος» λατρεύθηκε κυρίως ως θεός γεννημένος από το δημητριακό «βρόμος» και το οινοπνευματώδες ποτό που παράγεται, χωρίς να είμαστε σίγουροι ποιο ακριβώς είναι αυτό το δημητριακό, πιθανώς να ήταν η βρώμη

Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2014

Το savoir vivre των Αρχαίων Ελλήνων ~ Οι καλοί τρόποι στη ζωή των προγόνων μας ~ Ενδυμασία, καλλωπισμός, γάμος, αγωγή, γεύματα ~ Η προέλευση της λέξης "Χαμαιτυπείο


-Στην αρχαιότητα η αρχή της ημέρας συνέπιπτε με την ανατολή του ηλίου και το πέρας με τη δύση. Ο ρήτορας Αισχίνης σε λόγο του αναφέρει έναν νόμο της Αθήνας που απαγόρευε στους γονείς να στέλνουν τα παιδιά τους έξω από το σπίτι πριν από την αυγή και τόνιζε ότι αυτά έπρεπε να μαζεύονται στο σπίτι τους πριν δύσει ο ήλιος.

-Ο αρχαίος Έλληνας περνούσε σχεδόν όλη την ημέρα έξω από το σπίτι, αφού βεβαίως έκανε την απαραίτητη προετοιμασία πριν βγει: έπλενε τo πρόσωπο και τα χέρια του και έτρωγε ένα λιτό πρωινό αποτελούμενο από λίγα κομμάτια ψωμιού βουτηγμένα σε νερωμένο κρασί.

-Εθεωρείτο σπάνιο έως παράδοξο ένας Ελεύθερος πολίτης να τεμπελιάζει στό σπίτι κατά τη διάρκεια της ημέρας, εκτός εάν...
 ήταν ασθενής.

-Κατά την έξοδο του πολίτη από το σπίτι τον συνόδευαν ένας ή δύο δούλοι, αναλόγως της οικονομικής του καταστάσεως. Προορισμός του ήταν η αγορά, πού δεν ήταν μόνον εμπορικό κέντρο όπως σήμερα, αλλά και πολιτικό και θρησκευτικό.

-Όλες τις αγορές τις έκανε ο άνδρας. Η γυναίκα στην αρχαιότητα δεν πήγαινε ποτέ στην αγορά ούτε έστελνε τις υπηρέτριες της. Εξαίρεση αποτελούσαν οι πολύ φτωχές η οι άνω των πενήντα ετών, οι οποίες δεν υπέκειντο στον κατ' οίκον περιορισμό.

-Στους αρχαίους Έλληνες, σύμφωνα με τις γραπτές μαρτυρίες, δεν άρεσαν οι νευρικοί ή οι βιαστικοί και δεν υπέφεραν την υπεροψία. Την έπαρση, το αλαζονικό περπάτημα οι Αθηναίοι το κατέκριναν. Αλλά δεν επαινούσαν και το βιαστικό περπάτημα. Δεν εθεωρείτο αξιοπρεπές για έναν άνδρα να ρίχνει το βλέμμα του παντού, όπως δεν εθεωρείτο ωραίο να βαδίζει κανείς με τα μάτια χαμηλωμένα στη γη και με ύφος λυπημένο.

-Δικαίωμα εξόδου είχαν οι νυμφευμένες γυναίκες, που πήγαιναν περιπάτους ή επισκέψεις, καθώς καί οι ανύμφευτες, μόνον εάν συνοδεύοντα από μιά δούλη ή από τους γονείς τους ή από έναν ηλικιωμένο συγγενή. Στους γάμους, τις κηδείες και τις θρησκευτικές τελετές, οι γυναίκες συμμετείχαν ελεύθερα.

-Προσφιλής τόπος συζητήσεων στην αγορά ήταν τα κουρεία. Οι κουρείς ήταν ενήμεροι για όλα τα νέα και μιλούσαν για τα πάντα. «Πώς θέλετε να σας κουρέψω;» ρώτησε ο κουρέας τον βασιλιά της Μακεδονίας Αρχέλαο. «Χωρίς πολλές κουβέντες» απάντησε ο βασιλιάς,

-Η χειραψία περιορίζετο μόνο στις όρκομωσίες και τους επίσημους αποχωρισμούς. Ο συνήθης τρόπος χαιρετισμού ήταν με μια κίνηση του χεριού και τη φράση Χαίρε ή Υγίαινε.

-Η βάση της αμφιέσεως ήταν ο χιτώνας. Πάνω από τον χιτώνα φορούσαν το ιμάτιον -ενα είδος μανδύα- ή τη χλαμύδα. Αποτελεί πλάνη η άποψη ότι τα ρούχα τών αρχαίων Ελλήνων ήταν λευκά -όπως οι κίονες των ναών. Αντιθέτως, ήταν πολύχρωμα με προτίμηση στο κόκκινο, το πορφυρούν, τό πράσινο ανοιχτό, το κυανούν. Οι άνδρες θεωρούσαν ότι το κίτρινο ταιριάζει πιο πολύ στις γυναίκες.

-Ο χιτώνας των γυναικών ήταν συνήθως πιο μακρύς από τον ανδρικό. Επρόκειτο για ένα άπλό, μακρύ υποκάμισο που έπεφτε ελεύθερα κατά μήκος του σώματος και πιανόταν μόνο με ένα κορδόνι. Οι παντρεμένες γυναίκες έδεναν το κορδόνι κόμπο κάτω από το στήθος τους, ενώ τα νεαρά κορίτσια στον θώρακα ή στους γοφούς. Οι άκρες του γυναικείου χιτώνα εστερεώνοντο με μια πόρπη από τον δεξιό ώμο ή έδένοντο σε φιόγκο επάνω στο στήθος.





-Η μόδα άλλαζε, όπως και σήμερα, το άκρον άωτον όμως της κομψότητος παρέμενε το ίδιο: ήταν ο τρόπος που εντέχνως δημιουργούσαν τις πτυχώσεις του ίδιου κομματιού υφάσματος. (Κάτι ανάλογο γίνεται και σήμερα με τις πτυχώσεις τού σκωτσέζικου kilt). Σε γενικές γραμμές πάντως, τα ρούχα των αρχαίων Ελλήνων ήταν ομοιόμορφα και πρακτικά.



-Οι γυναίκες φορούσαν κοσμήματα (βραχιόλια, δακτυλίδια, περιδέραια, σκουλαρίκια, διαδήματα) και οι άνδρες δακτυλίδια-σφραγίδες. Η τελευταία λέξη της μόδας στην κλασική έποχη ήταν το ραβδί για τους άνδρες.







-Μεγάλη σημασία έδιναν στην κόμμωση, της οποίας η μόδα άλλαζε επίσης. Επί παραδείγματι, οι άνδρες τον 6ο αιώνα π.Χ. είχαν μακρείς βοστρύχους, οι οποίοι έγιναν πιο κοντοί μετά τη μάχη του Μαραθώνα. Ο Λυκούργος υποστήριζε ότι τα μακριά μαλλιά κάνουν τον όμορφο άνδρα να φαίνεται ωραιότερος και τον άσχημο να φαίνεται πιο αποκρουστικός. Γενικώς, στην κλασική Αθήνα η μακριά και περιποιημένη κόμη ήταν ένδειξη αριστοκρατικής καταγωγής και συχνά ολιγαρχικών πολιτικών αντιλήψεων και φιλολακωνικών αισθημάτων.


-Οι άνδρες, όπως και οι γυναίκες, έβαφαν τα μαλλιά τους, είτε για να τα κάνουν πιό ανοικτά είτε γιά να κρύψουν τη λευκότητά τους. Είναι γνωστό ότι χρησιμοποιούσαν ειδικό λάδι με αρωματικές ουσίες για την περιποίηση των μαλλιών τους.

-Οι κυρίες χρησιμοποιούσαν κρέμες για να ασπρίζουν τα μαγουλά τους, διότι το χλωμό πρόσωπο ήταν πρότυπο ομορφιάς. Χρησιμοποιούσαν επίσης ψιμύθια καί βαφές για τα φρύδια και τις βλεφαρίδες. Η ελληνική λέξη για τό μακιγιάζ είναι ψιμυθίασις. Σε ανασκαφές βρέθηκαν εργαστήρια με καθρέπτες, τσιμπιδάκια, καρφίτσες, μπουκαλάκια με αρώματα και δοχεία με κρέμες.

«Μια μέρα πρόσεξα ότι η γυναίκα μου είχε καλλωπισθεί. Είχε τρίψει με λευκό μόλυβδο το πρόσωπο, για να κάνει τη χροιά του δέρματος της να φαίνεται πιό χλωμή άπ' όσο πραγματικά ήταν, είχε βάλει ρουζ στά μαγουλά της για να φαίνονται πιό ροδαλά απ' όσο πραγματικά ήταν και φορούσε παπούτσια με τακούνια, ώστε να φαίνεται πιό ψηλή άπ' όσο πραγματικά ήταν»σημειώνει χαρακτηριστικώς ο συγγραφέας Ισχόμαχος.



-Στο σπίτι οι αρχαίοι κυκλοφορούσαν ξυπόλητοι. Στον δρόμο όμως φορούσαν υποδήματα, είτε σανδάλια είτε αρβύλες. Ο φιλόσοφος Σωκράτης προτιμούσε να περπατά πάντοτε ξυπόλητος παρ' ότι οι δρόμοι των Αθηνών δεν έφημίζοντο για την καθαριότητά τους.

-Οι αρχαίοι Έλληνες στίλβωναν τα υποδήματά τους με σφουγγάρι. Σχετικώς με το στίλβωμα έφθασε ως εμάς το έξης διασκεδαστικό ανέκδοτο: Ένας Αθηναίος συναντήθηκε στον δρόμο με έναν γνωστό του και παρατήρησε ότι τα υποδήματα του ήταν θαυμάσια στιλβωμένα. Απ' αυτό συμπέρανε ότι ο φίλος του αντιμετώπιζε οικονομικές δυσκολίες και ήταν υποχρεωμένος να στιλβώνει μόνος του τα υποδήματά του, διότι ένας δούλος δέν θα του τα στίλβωνε ποτέ τόσο καλά.

-Το πρώτο καθήκον της συζύγου ήταν να δώσει απογόνους, κατά προτίμησιν άρρενες. Η τεκνοποιία ήταν τόσο σημαντική, ώστε στη Σπάρτη ήταν αποδεκτό να δανείζει τη γυναίκα του ένας σύζυγος σε έναν άλλο άνδρα, προκειμένου αυτός να την καταστήσει έγκυο.

-Η λέξη εταίρα σημαίνει κυριολεκτικώς θηλυκός σύντροφος. Ήταν οι μόνες γυναίκες που επετρέπετο να συμμετέχουν στα συμπόσια και οι μόνες που διέθεταν παιδεία ισότιμη με αυτήν των ανδρών.


-Πολλά έχουν γραφεί για τις ερωτικές προτιμήσεις των αρχαίων Ελλήνων. Οι ίδιοι δεν έκαναν διάκριση μεταξύ ομοφυλοφιλίας και έτεροφυλοφιλίας. Θεωρούσαν αποδεκτές τις σχέσεις μεταξύ ανδρών αλλά και μεταξύ γυναικών, κυρίως ως βάση της διαπαιδαγωγήσεως των νέων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν ο Ιερός Λόχος των αρχαίων Θηβών, ο οποίος απετελείτο από ζεύγη ανδρών-εραστών: στη μάχη ο καθένας προσπαθούσε να προστατεύσει τον αγαπημένο του, άλλα και ντρεπόταν να φανεί δειλός στα μάτια του.






-Οι περισσότεροι γάμοι ήταν προσυμφωνημένοι, με τελευταίο κριτήριο τα αισθήματα των μελλονύμφων. Η προίκα ήταν ίσως το πρώτο και σπουδαιότερο κριτήριο. Χωρίς αυτήν ένα κορίτσι κινδύνευε να τελειώσει τη ζωή του «ανύπανδρο και άτεκνο».

-Σε περίπτωση διαζυγίου, ο σύζυγος ήταν υποχρεωμένος να επιστρέψει την προίκα άθικτη στον πατέρα της γυναίκας του και μάλιστα επαυξημένη κατά 18%.

-Σύμφωνα με τον Σόλωνα, η ιδανική ηλικία για να νυμφευθεί ένας άνδρας ήταν μεταξύ 27 και 34 ετών. Για τις γυναίκες ήταν τα μεσαία χρόνια της εφηβείας τους, συνήθως μεταξύ 12 και 36 ετών.

Η πρώτη τελετή του γάμου ήταν ο αρραβώνας, όπου δεν ήταν υποχρεωτική η παρουσία της νύφης. Εκεί, παρουσία μαρτύρων, υπεγράφετο το συμβόλαιο του γάμου.

-Υπήρχε ειδικός μήνας για τους γάμους, ο Γαμήλιων (23 Δεκεμβρίου-22 Ιανουαρίου). Την ημέρα του γάμου η νύφη έκανε ένα τελετουργικό λουτρό με νερό, με ένα ειδικό αγγείο, τονλουτροφόρο. Μετά την τελετή ακολουθούσε γιορτή στο σπίτι του πατέρα της νύφης.

-Στους προσκεκλημένους προσεφέροντο γλυκίσματα από σουσάμι.


-Η πρώτη νύχτα του γάμου περιελάμβανε έναν υμνο, το εηιθαλάμιον (ενν. άσμα), που έψαλλαν οι συγγενείς έξω από το νυφικό δωμάτιο, τον θάλαμον. Σύμφωνα με μεταγενέστερη πηγή, είχε σκοπό να καλύψει τις κραυγές της νύφης από την άρση της παρθενίας της.

-Η μονογαμία αποτελούσε θεμελιώδη αρχή του γάμου, αυτό όμως δεν εμπόδιζε τους αρχαίους Έλληνες να έχουν εξωσυζυγικές σεξουαλικές σχέσεις με πόρνες ή με δούλες. Δεν ίσχυε όμως το ίδιο για τις γυναίκες.

Εάν ένας άνδρας συνελάμβανε τη γυναίκα του στο κρεβάτι με τον εραστή της, είχε το δικαίωμα να τον σκοτώσει χωρίς να τιμωρηθεί. Αυτό ακριβώς ισχυρίσθηκε ότι έπραξε κι ένας Αθηναίος ο όποιος κατηγορήθηκε για τον φόνο του εραστή της γυναίκας του και άπολογούμενος εκφώνησε τον περίφημο Κατά Ερατοσθένους λόγο, που έγραψε για λογαριασμό του οΛυσίας.

-Ενώ όμως οι νομοθέτες προστάτευαν τον γάμο ως θεσμό, οι περισσότεροι συγγραφείς ήσαν μάλλον μισογύνηδες. Ο Σωκράτης, επί παραδείγματι, υποστήριζε ότι «η γυναίκα είναι ένα δυσβάστακτο φορτίο» και ο Διογένης ο Κυνικός στην ερώτηση «πότε πρέπει να νυμφευθόμεθα» απαντούσε «οι μεν νέοι ουδέποτε, οι δε πρεσβύτεροι ουδεπώποτε»,δηλαδή ποτέ των ποτών.

-Η αγωγή των παιδιών απασχολούσε ιδιαιτέρως τους αρχαίους. Ο Πλάτων υποστήριζε ότι τα παιδιά μέχρι το δέκατο έτος πρέπει να ασχολούνται με τη γυμναστική και μετά από αυτή την ηλικία με τα γράμματα. Ο Αριστοτέλης θεωρούσε ότι μέχρι τα πέντε τους χρόνια τα παιδιά δεν πρέπει να παρακολουθούν μαθήματα ούτε να κουράζονται σωματικώς, διότι εμποδίζεται η ανάπτυξη τους.

-Πριν από τον 5° αιώνα π.Χ, η εκπαίδευση κα η ανατροφή των παιδιών ανετίθετο σε ιδιωτικούς παιδαγωγούς, αλλά αργότερα λειτούργησαν σχολεία. Στην Αθήνα πάντως ήταν σπάνιο παιδιά ελεύθερων πολιτών να είναι αγράμματα. Η σημασία που έδιναν οι Αθηναίοι στη μόρφωση των παιδιών τους φαίνεται και από το έξης περιστατικό:
Όταν οι Πέρσες πλησίαζαν και επρόκειτο να καταλάβουν την Αθήνα, οι Αθηναίοι εκκένωσαν την πόλη και μετέφεραν τα γυναικόπαιδα στην Τροιζήνα. Εκεί το πρώτο πράγμα για το οποίο φρόντισαν ήταν να βρουν δασκάλους για τα παιδιά τους!

-Στο σπίτι ο παιδαγωγός δίδασκε το αγόρι καλούς τρόπους: ένα παιδί δεν επιτρεπόταν να συζητά με μεγάλους ή να γελά με χάχανα, δεν ήταν ωραίο να κάθεται με σταυρωμένα πόδια ή με το ένα πόδι επάνω στο άλλο, ούτε να στηρίζει στα χέρια το πηγούνι του.

-Στη Σπάρτη οι παραμάνες δίδασκαν τα παιδιά να αποφεύγουν κάθε θόρυβο όταν έτρωγαν, να μη φοβούνται το σκοτάδι, να μην κλαίνε ούτε να τσιρίζουν και να μην εκδηλώνουν θυμό ή ξέσπασμα νεύρων. Επίσης τους μάθαιναν να παραμερίζουν όταν περνούσαν οι μεγαλύτεροι τους στον δρόμο και να σηκώνονται όταν αυτοί έμπαιναν σε μια αίθουσα.

-Στην Αθήνα η διστακτικότητα ήταν μια αρετή πάρα πολύ ταιριαστή στη νεότητα. Μπροστά σε ηλικιωμένους, ο νέος έπρεπε να σιωπά, να άπαντα μόνο εάν τον ρωτούσαν, αλλά και τότε χαμηλοφώνως. Το να μιλά κανείς δυνατά εθεωρείτο έλλειψη αγωγής, ιδιαιτέρως άξιοκατάκριτη για τους εφήβους και τη νεολαία. Σ' αυτό το σύνολο των ωραίων ιδιοτήτων έδωσαν το όνομα σωφροσύνη.

-Η σωματική άσκηση είχε τεράστια σημασία και η έννοια τηής τελειότητος του σώματος, όπως αντικατοπτρίζεται στα αγάλματα και τα άγγεια, ελάμβανε διαστάσεις λατρείας. Τα γυμνάσια ήταν ένας από τους κατ' εξοχήν τόπους καθημερινής συναναστροφής, αλλά και πλοκής ερωτικών ειδυλλίων.

-Η ανώτατη τιμή για έναν αθλητή ήταν να νικήσει στους Όλυμπιακούς Αγώνες. Οι πόλεις αφιέρωναν αγάλματα στους ολυμπιονίκες τους, γκρέμιζαν μάλιστα συμβολικώς ένα μέρος του τείχους τους, για να εισέλθει ο ολυμπιονίκης στην πόλη επιστρέφοντας από τούς αγώνες.

-Η σχέση των αρχαίων Ελλήνων με την εργασία ήταν πολύ απλή: καμία σχέση. Ο Αριστοτέλης μάλιστα έδωσε και τη θεωρητική βάση αύτης της αντιλήψεως, εξηγώντας ότι «ο ελεύθερος χρόνος είναι προϋπόθεση της πολιτισμένης ζωής». Ώς εκ τούτου η έννοια που περιγράφουν οι σημερινές λέξεις, σπατάλη χρόνου ή χασομέρι, τους ήταν άγνωστη. Μάλλον δεν είναι συμπτωματικό ότι οι λέξεις δουλεία και δουλειά έχουν δια φορά μόνον ως προς την τονιζόμενη συλλαβή. Αυτό βέβαια ίσχυε για τους κατοίκους των πόλεων και μάλιστα για τους ευπορότερους εξ αυτών.
Μια ματιά στις κωμωδίες του Αριστοφάνη, ιδίως στα χωρία τα σχετικά με τη ζωή των γεωργών της Αττικής (οι όποιοι, σημειωτέον, ήταν ελεύθεροι πολίτες), δείχνει ότι η ύπαρξη άφθονου ελεύθερου χρόνου για την ενασχόληση με τα πολιτικά ζητήματα ήταν μάλλον το ιδεατό.

-Οι αρχαίοι έτρωγαν δύο φορές την ήμερα: ένα ελαφρύ γεύμα, γνωστό ως άριστον, και τοδείπνον, που ήταν το κυρίως φαγητό τους. Προσοχή όμως: δεν έτρωγαν μόνο για να τραφούν. Το τραπέζι είχε ιδιαίτερη κοινωνική σημασία, διότι το κύριο ζητούμενο ήταν οι συζητήσεις και η συντροφιά των συνδαιτυμόνων. 

-Οι αρχαίοι Έλληνες ήταν πολύ φιλόξενοι. Οποιοσδήποτε ξένος ήταν ευπρόσδεκτος και εθεωρείτο πρόσωπο ιερό που απολάμβανε της προστασίας του Ξενίου Διός. Χαρακτηριστικότατες είναι οι περικοπές της Οδύσσειας στη ραψωδία α. όπου ο Τηλέμαχος φιλοξενεί την Αθηνά, και στη ραψωδία ε κ.έξ., όπου οι Φαίακες φιλοξενούν τον Οδυσσέα.
Εξίσου χαρακτηριστική ως παράδειγμα προς αποφυγήν είναι και η περικοπή της ραψωδίας κ. όπου ο Κύκλωπας όχι μόνο δεν φιλοξενεί, αλλά καταβροχθίζει τους συντρόφους του Οδυσσέως. Η τύφλωσή του είναι η αναπόφευκτη τιμωρία για την ασέβεια του.

-Η φιλοξενία ακολουθούσε ένα συγκεκριμένο τυπικό: μόλις ένας ξένος έφθανε στα πρόθυρα της οικίας, ο οικοδεσπότης έσπευδε να τον υποδεχθεί αυτοπροσώπως. Του παρέθετε λουτρό, γεύμα και τον άφηνε να ξεκουρασθεί. Κατόπιν, αν ο φιλοξενούμενος ήθελε, απαντούσε σε ερωτήσεις για την ταυτότητα του, την καταγωγή του, κλπ.

-Στους αρχαίους Έλληνες άρεσε επίσης να καλούν στο σπίτι τους για φαγητό τους φίλους τους και τους φίλους των φίλων τους. Αυτή η συνήθεια γέννησε μια ειδική κατηγορία προσκεκλημένων, τους παρασίτους {παρά + σίτος = σιτάρι, γενικώς φαγητό (η λέξη προσέλαβε αργότερα αρνητική σημασία λόγω της καταχρήσεως αυτής της συνήθειας).
Ο Πλούταρχος αφιέρωσε ένα ολόκληρο κεφάλαιο στο θέμα «ως ποιο βαθμό μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει αυτό το δικαίωμα χωρίς να ξεπεράσει τα όρια της καλής συμπεριφοράς».

-Στο Συμπόσιον, ο Πλάτων διηγείται ότι ο Αριστόδημος συνάντησε τον Σωκράτη με επίσημο ένδυμα και μαθαίνοντας ότι πηγαίνει στο τραπέζι του Αγάθωνος, αποφάσισε να τον συνοδεύσει, αν και δεν ήταν καλεσμένος. Στον δρόμο ο Σωκράτης, απασχολημένος καθώς ήταν με ένα φιλοσοφικό πρόβλημα, βράδυνε το βήμα του. Ο Αριστόδημος δεν παρατήρησε ότι ο φιλόσοφος έμεινε πίσω και εισήλθε μόνος στην οικοία του Αγάθωνος. Παρ' όλα αυτά, δεν βρέθηκε σε δύσκολη θέση: οι θύρες ήταν διάπλατα ανοικτές και ένας δούλος τον οδήγησε αμέσως στην τραπεζαρία, όπου οό Αγάθων τον υποδέχθηκε με μεγάλη χαρά, λέγοντάς του ότι ήθελε να τον καλέσει προσωπικώς, μα δεν μπόρεσε να τον βρει.

-Ο οικοδεσπότης ενός δείπνου έγραφε σε μια πινακίδα καλυμμένη με κερί τα ονόματα των προσκεκλημένων του, καθώς και την ημέρα και την ώρα του συμποσίου. Στη συνέχεια ένας δούλος έπαιρνε την πινακίδα και περιήρχετο τις οικίες των προσκεκλημένων. Η συνήθης ώρα προσελεύσεως ήταν η ένατη βραδινή.

-Μόλις οι προσκεκλημένοι έφθαναν στην οικία όπου ήταν καλεσμένοι, οι δούλοι τους έβγαζαν τα υποδήματα και τους έπλεναν τα πόδια.

-Οι αρχαίοι Έλληνες συνήθιζαν να τρώνε ξαπλωμένοι σε ανάκλιντρα, ακουμπώντας στον έναν αγκώνα και χρησιμοποιώντας το ελεύθερο χέρι για να παίρνουν το φαγητό από ένα μικρό τραπέζι που βρισκόταν μπροστά τους.

-Το φαγητό έπρεπε να είναι τόσο όσο χρειάζεται για να καταπραΰνει μια κανονική πείνα, διότι η λαιμαργία εθεωρείτο ελάττωμα. Αδιανόητο επίσης ήταν να τρώει κανείς μόνος του. Μόνον οι άφιλοι, αυτοί δηλαδή που δεν είχαν φίλους, είχαν αυτό το θλιβερό προνόμιο.

-Δεν χρησιμοποιούσαν πιρούνια και μαχαίρια. Κουτάλια διέθεταν, αλλά προτιμούσαν να τα αντικαθιστούν με μια κόρα ψωμιού. Το φαγητό το έπιαναν με τα χέρια. Τις μερίδες τις σέρβιραν ψιλοκομμένες, για να πιάνονται εύκολα. Τα τραπεζομάντιλα και οι πετσέτες ήταν άγνωστες έννοιες. Τα χέρια τους τα σκούπιζαν με ψίχα ψωμιού ή με μια ειδική κόλλα που τη ζύμωναν με τα δάκτυλα τους και την έκαναν σφαιρίδιο.

-Στα δείπνα ή συμπόσια έπαιρναν μέρος μόνον οι άνδρες, γιατί η συζήτηση θα ήταν φιλοσοφική ή πολιτική, επομένως ακατανόητη για τις γυναίκες και τα παιδιά, ή καθαρώς ανδρική, επομένως ακατάλληλη για τα αυτιά των γυναικών. Μοναδική εξαίρεση αποτελούσαν οι εταιρες.

-Στάαοικογενειακά γεύματα η γυναίκα καθόταν σε σκαμνί, ενώ τα παιδιά ενεφανίζοντο στα επιδόρπια και παρέμεναν όρθια ή καθιστά, αναλόγως της ηλικίας τους και των συνηθειών της οικογένειας. 

-Το αγαπημένο ποτό των αρχαίων Ελλήνων ήταν το κρασί. Το έπιναν μετά τα φαγητά και πάντοτε ανακατεμένο με νερό. Παρ' ότι διετείνοντο ότι έπρεπε να πίνει κανείς με μέτρο, λίγοι μπορούσαν να ύπερηφανευθούν ότι ήταν σε θέση να σταθούν γερά στα πόδια τους μετά από ένα συμπόσιο.

-Επίσης τους άρεσε να κάνουν προπόσεις. Μία από αυτές που μας σώθηκαν λέει; «Υγεία, πιο σεβαστή από τους ευλογημένους θεούς, είθε να ζω με σένα όλη την υπόλοιπη ζωή μου και είθε να είσαι ελεήμων συγκάτοικος του οίκου μου».

-Απεχθάνοντο τις θλιβερές συζητήσεις στο τραπέζι, ενώ διασκέδαζαν ιδιαιτέρως με τα αινίγματα. Όποιος δέν μπορούσε να απαντήσει ετιμωρείτο να πιει ένα κύπελλο κρασί.

-Ο οστρακισμός ήταν μια από τις σκληρές δοκιμασίες στις όποιες υπέβαλλαν οι Αθηναίοι αυτούς που αποκτούσαν φήμη, δόξα και πολιτική ισχύ και συνεπώς θα ήταν δυνατόν να υποκύψουν στον πειρασμό να καταλύσουν τη δημοκρατία και να εγκαθιδρύσουν τυραννίδα.
Η διαδικασία είχε ως εξής: Κάθε πολίτης είχε το δικαίωμα να γράψει επάνω σ' ένα όστρακον (έτσι ονομαζόταν το θραύσμα πήλινου σκεύους, από εδώ και το όνομα αυτής της διαδικασίας), το όνομα του ανθρώπου που είχε προταθεί να εξορισθεί. Στη συνέχεια το εναπόθετε σε έναν περιφραγμένο χώρο στην αγορά. Εκεί οι άρχοντες έκαναν την καταμέτρηση και όποιος είχε τις περισσότερες ψήφους κατεδικάζετο σε δέκα έτη εξορίας.

Σε μια τέτοια ψηφοφορία σταμάτησε ένας αγράμματος Αθηναίος τον Αριστείδη και χωρίς να τον γνωρίζει προσωπικώς, του ζήτησε να γράψει επάνω στο όστρακο το όνομα «Αριστείδης».Έκπληκτος ο πολιτικός τον ρώτησε αν ο Αριστείδης του είχεκάνει κακό. «Κανένα» απάντησε εκείνος, «αλλά έχω βαρεθεί να ακούω διαρκώς ο Δίκαιος, ο Δίκαιος».

-Οι μορφές των νεκρών ήταν σκαλισμένες σε επιτύμβιες στήλες και τα λόγια τους σε επιγραφές. Όλοι έδειχναν νέοι και ωραίοι, μιας και κανένας Έλληνας δεν θα τοποθετούσε στα μνημεία των προγόνων του μια στήλη με μορφή αρρώστου ή γέρου. Οι απόγονοι έπρεπε να βλέπουν τους αγαπημένους τους νεκρούς, έτσι όπως έδειχναν στα καλύτερα χρόνια της ζωής τους. Οι άνδρες παριστάνοντο με συνοδεία από νεαρούς δούλους. 

-Επάνω από μερικούς τάφους, ψηλές λήκυθοι ανήγγελλαν σιωπηρώς ότι κάτω απ' αυτές κείτονται τα λείψανα νέων αγοριών ή κοριτσιών, που πέθαναν πριν προφθάσουν να δούν την ημέρα του γάμου τους. Με αυτές τις ληκύθους έφερναν νερό από τη θαυμαστή βρύση Καλλιρρόη, γιά τον εξαγνισμό των γαμπρών πριν από τον γάμο.

-Οι αρχαίοι Έλληνες δεν είχαν μεγαλύτερο σύνδεσμο με τους νεκρούς από εκείνον που έχουν οι σύγχρονοι Έλληνες. Σε μια ελληνορθόδοξη κηδεία συμβαίνουν τα ίδια πράγματα. Έχει σημασία το ότι η λέξη κηδεία, που χρησιμοποιείται σήμερα για να δηλώσει τα της ταφής, κυριολεκτικώς σημαίνει φροντίδα.

-Αντίθετα με τον δικό μας πολιτισμό, που μας ενθαρρύνει να παρουσιάζουμε σφιγμένα χείλη μπροστά στην απώλεια ενός ανθρώπου μας, ο ελληνικός πολιτισμός όχι μόνο ανεχόταν, αλλά επίσης και προσδοκούσε πολύ επιδεικτικές εκδηλώσεις θλίψεως. Υπάρχουν συχνές αναφορές στη λογοτεχνία για άνδρες και γυναίκες που ξεριζώνουν τα μαλλιά τους, ξεσχίζουν τα ρούχα τους, χτυπούν και μωλωπίζουν τα στήθη τους, κυλιούνται στο χώμα καί οδύρονται μέσα στη σκόνη και απέχουν από φαγητό και ποτό για πολλές ήμερες... Έφερναν δηλαδή στην κηδεία τη δική τους προσωπική αίσθηση του πόνου και της ζωής. Αυτά ακριβώς κάνει και ο Αχιλλέας θρηνώντας τον θάνατο του Πατρόκλου στη γνωστή περικοπή από τη ραψωδία Σ της Ίλιάδας.

Πηγή:  Χ. Ζαμπούνης ~ Savoir Vivre   http://krasodad.blogspot.gr/

Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2014

Ορφικός ύμνος Πανός (θυμίαμα ποικίλα)







Τον Πάνα προσκαλώ τον ίσχυρόν, των ποιμενικόν το σύμπαν του κόσμου (το κοσμικόν σύμπαν) τον ούρανόν και την θάλασσαν και την γήν πού είναι βασίλισσα των πάντων, και το αθάνατον πυρ διότι αυτή είναι τα μέλη του Πάνος. Ελα εσύ πού είσαι μακάριος, πηδηχτής, πού τρέχεις γύρω. και κάθεσαι στον ίδιο θρόνο με τάς ώρας (τάς έποχάς) εσύ πού τα μέλη σου μοιάζουν με της γίδας, ό μανιακός, πού εύκολα ενθουσιάζεσαι και περνάς τη ζωή σου μέσα σε σπήλαια· εσύ υφαίνεις την άρμονίαν του κόσμου με παιχνιδιάρικο τραγούδι, εΐοαι ό βοηθός των φαντασμάτων και ό δημιουργός μεγάλων φόβων εις τους ανθρώπους· χαίρεσαι να είσαι στις πηγές με γιδοβοσκούς και βοίδοβοσκούς και βλέπεις μακρυά, είσαι κυνηγός, φίλος της Ηχους, καί χορεύεις μα
ζί με τις νύμφες παράγεις τα πάντα, είσαι πατέρας των πάντων, εσύ ό θεός με τα πολλά ονόματα είσαι κυρίαρχος του κόσμου, αύξητής (συντελείς εις την αύξησιν), φέρεις το φως, είσαι ό καρποφόρος Παιάν χαίρεσαι στα σπήλαια, υπερβολικά θυμώνεις, καί είσαι αληθινός (πραγματικός) Ζευς με κέρατα διότι εις εσένα στηρίζεται το άπέραντον δαπεδον της γης καί υποχωρεί το βαθύ ρεύμα του ακαταπόνητου πόντου.
καί ο Ωκεανός ελίσσεται γύρω από τ ην γήν μέσα στα νερά· καί το έναέριον μέρος (μερίδιον) της τροφής, πού είναι σπινθήρ ζωής εις τα ζωντανά καί το μάτι του ελαφρότατου πυρός επάνω από την κορυφήν διότι αυτά τα θεϊκά, πού είναι πολυποίκιλα, προχωρούν (κινούνται) δια των ιδικών σου εντολών συ μεταβάλλεις τάς φύσεις (την φυσικήν κατάστασιν) όλων τον πραγμάτων κατά τάς ίδικάς σου προβλέψεις καί τρέφεις το γένος των ανθρώπων εις τον άπέραντον κοσμον.
Άλλα βάδιζε (έλα) εις τάς ίερωτάτας σπονδάς συ ό μακάριος, πού είσαι γεμάτος από βακχικήν μανίαν. Ο ενθουσιώδης, καί δόσε να εχωμεν καλόν τέλος του βίου καί δίωξε την μανίαν του πανικού (τον μανιακον πανικόν) εις τη πέρατα της γης.
Πᾶνα καλῶ κρατερόν, νόμιον, κόσμοιο τὸ σύμπαν, οὐρανὸν ἠδὲ θάλασσαν ἰδὲ χθόνα παμβασίλειαν καὶ πῦρ ἀθάνατον· τάδε γὰρ μέλη ἐστὶ τὰ Πανός. ἐλθέ, μάκαρ, σκιρτητά, περίδρομε, σύνθρονε Ὥραις, αἰγομελές, βακχευτά, φιλένθεε, ἀστροδίαιτε, ἁρμονίαν κόσμοιο κρέκων φιλοπαίγμονι μολπῆι, φαντασιῶν ἐπαρωγέ, φόβων ἔκπαγλε βροτείων, αἰγονόμοις χαίρων ἀνὰ πίδακας ἠδέ τε βούταις, εὔσκοπε, θηρητήρ, Ἠχοῦς φίλε, σύγχορε νυμφῶν, παντοφυής, γενέτωρ πάντων, πολυώνυμε δαῖμον, κοσμοκράτωρ, αὐξητά, φαεσφόρε, κάρπιμε Παιάν, ἀντροχαρές, βαρύμηνις, ἀληθὴς Ζεὺς ὁ κεράστης. σοὶ γὰρ ἀπειρέσιον γαίης πέδον ἐστήρικται, εἴκει δ᾽ ἀκαμάτου πόντου τὸ βαθύρροον ὕδωρ Ὠκεανός τε πέριξ † ἐν ὕδασι † γαῖαν ἑλίσσων, ἀέριόν τε μέρισμα τροφῆς, ζωοῖσιν ἔναυσμα,   καὶ κορυφῆς ἐφύπερθεν ἐλαφροτάτου πυρὸς ὄμμα. βαίνει γὰρ τάδε θεῖα πολύκριτα σαῖσιν ἐφετμαῖς· ἀλλάσσεις δὲ φύσεις πάντων ταῖς σαῖσι προνοίαις βόσκων ἀνθρώπων γενεὴν κατ᾽ ἀπείρονα κόσμον. ἀλλά, μάκαρ, βακχευτά, φιλένθεε, βαῖν᾽ ἐπὶ λοιβαῖς εὐιέροις, ἀγαθὴν δ᾽ ὄπασον βιότοιο τελευτὴν Πανικὸν ἐκπέμπων οἶστρον ἐπὶ τέρματα γαίης.
eleysis69.wordpress.com

Ορφικός Ύμνος στον θεο Πάνα.


Πάνας, ο προστάτης των Ελλήνων πολεμιστών, ο πιο αδικημένος θεός των Ελλήνων, είναι αυτός απο τον οποίο προέρχεται η λέξη ΠΑΝΙΚΟΣ, γιατί αυτό ένιωθαν όσοι τα έβαζαν με την Ελλάδα και κατ' επέκταση μαζί του, ο Πάνας είναι το ''θύμα'' των χριστιανών (λόγο εμφάνισης) που στην προσπάθεια τους να δώσουν μια εικόνα στον ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΜΕΝΟ ΤΟΥΣ ΣΑΤΑΝΑ, έδωσαν αυτή του Πάνα προσθέτοντας του μια ουρά μια τρίαινα και το κόκκινο (της κόλασης και καλά) χρώμα. Του άλλαξαν και το όνομα, πότε σατανάς, πότε Εωσφόρος, πότε αντίχριστος. Ο Πάνας ήταν λάτρης και προστάτης της Ελλάδας του και των Ελλήνων αδελφών του, επιτέλους η αλήθεια πρέπει να λάμψει κάποτε.


Ορφικός Ύμνος στον Πάνα
Τον ισχυρό Πάνα καλώ, προστάτη των ποιμένων,
τον ουρανό, τη θάλασσα κι ολόκληρο τον κόσμο,
τη γη, όλων βασίλισσα, την άσβεστη τη φλόγα,
όλα αυτά που του Πανός λογίζονται κομμάτια.
Ευλογημένε χορευτή, περιπλανώμενε, έλα
συ των Ω ρών ομόθρονε, με τα τραγίσια πόδια,
συ βακχευτή θε'οπνευστε, που ζεις επάνω στ' άστρα,
την αρμονία απηχείς του κόσμου με τραγούδι
συ των ανθρώπων ξάφνιασμα, που προκαλείς το φόβο,
που σε λατρεύουν στις πηγές ποιμένες και βουκόλοι,
εύστοχος είσαι, θηρευτής και της Ηχώς ο φίλος,
συγχορευτή συ των νυμφών, που από παντού γεννιέσαι,
γεννήτορα των πάντων, θεέ, μ' ονόματα περίσσια,
Παιάνα κοσμοκράτορα, την αύξηση ευοδώνεις,
φέρνεις το φως και τους καρπούς και μες τα σπήλαια μένεις,
οξύθυμε, αληθινός ο κερασφόρος Δίας.
Το απέραντο σώμα της γης στηρίζεται σε σένα
και το νερό, που στα βαθιά με ρεύματα κυλάει,
της άοκνης της θάλασσας σε σένα υπακούει
κι ο Ωκεανός που με νερά τη γη την περιζώνει
κι ο αέρας που αχώριστο του βίου είναι κομμάτι,
ζωής σπινθήρας και ψηλά, στην κορυφή επάνω,
της αεικίνητης φωτιάς το πυρωμένο μάτι.
Το θείο το πολύμορφο οι προσταγές σου ορίζουν
κι αλλάζεις με φροντίδες σου τις φύσεις των πραγμάτων
και με δική σου μέριμνα όλων τη φύση αλλάζεις
θρέφοντας γενεά θνητών στον άπειρο τον κόσμο.
Αλλά μακάριε, βακχευτή, θεόπνευστε, αποδέξου
τις αγιασμένες τις σπονδές, καλό θάνατο δώσε
στης γης την άκρη διώχνοντας του πανικού τον τρόμο".
music: ''Daemonia Nymphe'', song: ''dance of the satyrs''


http://www.katohika.gr/

Η αμφίρροπη ναυμαχία του Αρτεμισίου και η Ελληνική υποχώρηση (11 - 13 Αυγούστου 481 π. Χ.)

 γράφει ο Φιλίστωρ

Μετά από μεγάλες στρατιωτικές προετοιμασίες, την Άνοιξη του 481 π. Χ. ο Πέρσης Βασιλιάς Ξέρξης εισέβαλε στον Ελλαδικό χώρο διαβαίνοντας τον Ελλήσποντο. Οι από ξηράς δυνάμεις του ξεπερνούσαν τις 300.000 οπλίτες, ενώ και στην θάλασσα διέθετε ένα στόλο από 1200 μεγάλα πλοία που είχαν μαζευτεί από τους συμμάχους των Περσών που συμμετείχαν υποχρεωτικά στην εκστρατεία (Αιγύπτιοι, Φοίνικες, Κάρες, Ίωνες κτλ). Ο στόλος του Ξέρξη προσπάθησε να διατηρεί επαφή με την πορεία του από ξηράς στρατού πλέοντας παράλληλα με την ακτογραμμή του Ελλαδικού χώρου, αλλά όταν έφτασε στην περιοχή της Μαγνησίας έπεσε σε θαλασσοταραχή με αποτέλεσμα να ναυαγήσει το 1/4 της συνολικής τους δύναμης (σύμφωνα με τον Ηρόδοτο 1/3 της συνολικής δύναμης).

Ο Ελληνικός στόλος συντάχθηκε σε μια ενιαία παράταξη στο Αρτεμίσιο μπροστά στον Παγασητικό κόλπο σε μια νοητή ευθεία γραμμή με τις Ελληνικές δυνάμεις στην ξηρά υπό τον Σπαρτιάτη Βασιλιά Λεωνίδα που σκόπευαν να σταματήσουν την κάθοδο των Περσών στα στενά των Θερμοπυλών. Η συμπαράταξη των πλοίων των Ελληνικών πόλεων έγινε για πρώτη φορά στην Αρχαία Ελληνική Ιστορία (εκτός αν θεωρήσουμε ως πρώτη, την εκστρατεία στο Ίλιον, που πάντως δεν είναι καταγεγραμμένη επιστημονικά). Το σύνολο των πλοίων ήταν 271 τριήρεις με κεντρικό πυρήνα τον στόλο των Αθηναίων αποτελούμενο από 127 πλοία με ναύαρχο τον Θεμιστοκλή. Πλοία είχε στείλει η
Θεμιστοκλής
Χαλκίδα, η Επίδαυρος, η Ερέτρεια, η Σικυώνα, η Τροιζίνα, η Κόρινθος και φυσικά η Σπάρτη. Οι Αθηναίοι αναμφίβολα διέθεταν την μεγαλύτερη ναυτική εμπειρία, ενώ στα πληρώματα των πλοίων τους είχαν επιβιβαστεί Πλαταιείς οπλίτες. Η αρχιστρατηγία του ελληνικού στόλου αποδόθηκε στον Σπαρτιάτη Ευρυβιάδη, μετά από την επιμονή όλων των υπολοίπων συμμάχων, που θεωρούσαν ότι η Σπάρτη όφειλε να έχει το γενικό πρόσταγμα στον πόλεμο κατά των Περσών. Σύμφωνα με τον Διόδωρο Σικελιώτη την πραγματική αρχηγία εξασκούσε ο Θεμιστοκλής τον οποίο υπάκουαν όλοι πρόθυμα, αυτό όμως δεν φαίνεται ιδιαίτερα πιθανό, αν αναλογιστεί κανείς πόσες φορές οι σύμμαχοι έφερναν αντιρρήσεις στα σχέδια του.

Ο Περσικός στόλος προσέγγισε την περιοχή των Αφετών κοντά στο Αρτεμίσιο και αμέσως η αριθμητική υπεροχή του έγινε έκδηλη. Οι Πέρσες διέθεταν σχεδόν τα τριπλάσια πλοία από τους Έλληνες, ενώ ταυτόχρονα ήταν πολύ μεγαλύτερα και με μεγαλύτερη δύναμη πυρός από τα Ελληνικά που ήταν όμως ευκίνητα και ανέπτυσσαν μεγαλύτερη ταχύτητα. Η πρώτη σκέψη των Ελλήνων ήταν να φύγουν προς τον Νότο και να επιδιώξουν ναυμαχία με καλύτερες προϋποθέσεις για αυτούς. Οι κάτοικοι της περιοχής αντελήφθησαν την πρόθεση αυτή και προσπάθησαν να πείσουν τον Θεμιστοκλή να αναβάλλει την αποχώρηση του Ελληνικού στόλου μέχρι να μεταφέρουν τις οικογένειες τους σε ασφαλές σημείο. Επειδή ο Θεμιστοκλής δεν συμφωνούσε, τον δωροδόκησαν με το, τεράστιο για την εποχή, ποσό των 30 ταλάντων. Ο Θεμιστοκλής δέχθηκε τα χρήματα δήθεν για να πείσει τους υπολοίπους να μείνουν. Αρχικώς δωροδόκησε τον Ευρυβιάδη με πέντε τάλαντα, ο οποίος διέταξε τους υπολοίπους να ετοιμαστούν για ναυμαχία στο Αρτεμίσιο. Υπήρχαν όμως ακόμη στρατηγοί που ήθελαν να φύγουν και ιδιαίτερα οι Κορίνθιοι με τον Αδείμαντο που ορκιζόταν ότι θα φύγει, μέχρι που έλαβε τρία τάλαντα και μετέβαλλε γνώμη. Το υπόλοιπο ποσό από τα 30 τάλαντα έμεινε στον Θεμιστοκλή.

Όταν οι Πέρσες έφτασαν στην περιοχή στις αρχές του Αυγούστου του 481 π.Χ., ανυπομονούσαν να ναυμαχήσουν εναντίον των Ελλήνων και να τους συντρίψουν, όμως είχαν τον φόβο ότι οι Έλληνες θα υποχωρούσαν. Για τον λόγο αυτό έστειλαν 200 πλοία να κάνουν τον περίπλου της Εύβοιας από τον Καφηρέα και να μπλοκάρουν την υποχώρηση των Ελλήνων στα στενά του Ευρύπου. Οι Έλληνες έμαθαν για την κίνηση των Περσών από έναν αυτομόλο τον δύτη Σκυλλία, που τους ενημέρωσε επίσης και για την καταστροφή που είχαν υποστεί οι Πέρσες από την θαλασσοταραχή και σε νέο
O περίπλους του Περσικού στόλου
πολεμικό συμβούλιο αποφάσισαν να παραμείνουν στην περιοχή και να επιτεθούν αιφνιδιαστικά την επομένη. Η απόφαση αυτή, που υποστηρίχθηκε κυρίως από τον Θεμιστοκλή, είχε ως βασικό σκοπό να επιφέρουν απώλειες στον Περσικό στόλο αλλά και να αντιληφθούν οι Έλληνες τις ικανότητες των Περσών στα ναυτικά. 

Όταν ο στόλος των Περσών είδε τα λιγοστά και μικρά Ελληνικά πλοία να πλησιάζουν τους θεώρησαν τρελούς και οι Πέρσες πλοίαρχοι διαγκωνίζονταν ποιος θα προλάβαινε να αιχμαλωτίσει τα περισσότερα Ελληνικά πλοία και καθώς αυτά πλησίαζαν, τα Περσικά τα κύκλωναν. Οι Έλληνες κυβερνήτες έστρεψαν τις πρύμνες των πλοίων τους προς το κέντρο του σχηματισμού και εφόρμησαν εναντίον των αντιπάλων τους με ευκινησία και γρήγορους ελιγμούς. Παρά το γεγονός ότι βρέθηκαν σε στενή τοποθεσία, τα Ελληνικά πλοία ελίσσονταν με ικανότητα και κατάφεραν να αιχμαλωτίσουν 30 Περσικά πλοία, καθώς ο Ελληνικός τρόπος επίθεσης ήταν με επίθεση των οπλιτών που έφεραν τα Ελληνικά πλοία στα αντίπαλα καράβια. Ο πρώτος Έλληνας πλοίαρχος που αιχμαλώτισε πλοίο ήταν ο Αθηναίος Λυκομίδης του Αισχραίου που έλαβε και το αριστείο. Οι Πέρσες αιφνιδιάστηκαν και υποχώρησαν, ενώ τα Ελληνικά πλοία δυσκολεύονταν να καταδιώξουν τους υποχωρούντες καθώς τα ναυάγια και οι νεκροί εμπόδιζαν την απρόσκοπτη πλεύση καθώς παρεμπόδιζαν τις παλάμες των κουπιών να λάμνουν.

Οι υποχωρούντες Πέρσες είχαν καταληφθεί από πανικό λόγω της ήττας και των ναυαγίων των συμπολεμιστών τους, ενώ παρά το γεγονός ότι ήταν καλοκαίρι, ξέσπασε ισχυρή βροχή και θυελλώδεις άνεμοι παράσερναν τα πλοία τους. Πολύ χειρότερη ήταν η τύχη των πλοίων που έκαναν τον περίπλου της Εύβοιας, καθώς στα Κοίλα ισχυροί άνεμοι και θαλασσοταραχή κατέστρεψαν ολοσχερώς τον Περσικό στόλο. Η εξέλιξη αυτή που θεωρήθηκε ως θεία επέμβαση, σε συνδυασμό με την άφιξη 53 πλοίων από την Αθήνα, μείωσε την αριθμητική υπεροχή των Περσών και εξύψωσε το
Φανταστική αναπαράσταση της ναυμαχίας του Αρτεμισίου
Ελληνικό ηθικό. Την επόμενη ημέρα, μοίρες του Ελληνικού στόλου παραφύλαξαν την περιοχή στο Αρτεμίσιο και βύθισαν κάποια από τα πλοία των Κιλίκων. Η εξέλιξη αυτή εξόργισε τους Πέρσες ναυάρχους που την επόμενη (τρίτη) ημέρα διέταξαν γενική επίθεση κατά των Ελλήνων, ακριβώς την ίδια ημέρα που ο Ξέρξης έκανε την τελική επίθεση στις Θερμοπύλες εναντίον του Λεωνίδα.

Η ναυμαχία ήταν αμφίρροπη καθώς, παρά το γεγονός ότι οι Έλληνες υπερίσχυαν καταφανώς σε ναυτικές ικανότητες, ο Περσικός στόλος είχε τέτοια αριθμητική και υλική υπεροχή, που αναπλήρωνε τις απώλειες του και προκαλούσε αντίστοιχα μεγάλες απώλειες και στα Ελληνικά πλοία. Τα Περσικά πλοία έκαναν επίθεση κυρίως με εμβολισμό στα πλευρά των Ελληνικών πλοίων. Στην παράταξη των Περσών εκείνη την ημέρα αρίστευσαν οι Αιγύπτιοι που αιχμαλώτισαν 5 Ελληνικά πλοία με τα πληρώματα τους, ενώ οι Έλληνες κατάφεραν με δυσκολία να διατηρήσουν τις θέσεις τους στα στενά βυθίζοντας περισσότερα Περσικά πλοία.

Όταν οι δύο παρατάξεις αποχωρίστηκαν, οι Έλληνες αποκόμισαν τους νεκρούς και τα ναυάγια τους, κάτι που την εποχή εκείνη εθεωρείτο απόδειξη ναυτικής νίκης. Όμως η πλειοψηφία των Αθηναϊκών πλοίων είχαν υποστεί σοβαρές ζημιές και χρειάζονταν επιδιορθώσεις. Την στιγμή που οι Έλληνες ναύαρχοι συσκέπτονταν για το τι μέλλει γενέσθαι, ο Αθηναίος Αβρώνιχος έφερε το άγγελμα της μεγαλειώδους θυσίας του Λεωνίδα στις Θερμοπύλες. Αμέσως το συμβούλιο αποφάσισε την υποχώρηση του στόλου προς τον Νότο, ενώ ο Θεμιστοκλής ζήτησε από όλους να ανάψουν φωτιές ώστε χάρις το τέχνασμα αυτό, ο εχθρός να μην καταλάβει την αποχώρηση των Ελλήνων από την περιοχή. Οι Έλληνες υποχώρησαν με σειρά και τάξη όπως είχαν συνεννοηθεί, με πρώτους τους Κορίνθιους και τελευταίους τους Αθηναίους.

Οι Πέρσες δεν κατάλαβαν την αποχώρηση, ενώ ακόμη και όταν ειδοποιήθηκαν για αυτή δεν την πίστεψαν. Την επομένη, όταν έγινε σαφές ότι οι Έλληνες είχαν αποχωρήσει, έπλευσαν στο Αρτεμίσιο και από εκεί στην Ιστιαία την οποία κατέλαβαν.

Επίλογος

σχεδιάγραμμα για τις τριήρεις
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, μπορεί στις ναυμαχίες του Αρτεμισίου να μην προήλθαν ουσιαστικά αποτελέσματα υπέρ των Ελλήνων, όμως προέκυψαν σημαντικά ωφελήματα. Τα Ελληνικά πληρώματα των πλοίων και οι πεζοναύτες έλαβαν το βάπτισμα του πυρός έναντι των Περσών και απέκτησαν πολύτιμη εμπειρία για την αντιμετώπιση τους. Το βασικό δίδαγμα ήταν ότι μπορούσαν να αντιταχθούν αποτελεσματικά εναντίον των Περσών ισοσκελίζοντας την υλική και αριθμητική υπεροχή των αντιπάλων τους με τις ικανότητες, την τόλμη και τον πατριωτισμό των ανθρώπων που μάχονται υπέρ βωμών και εστιών. Σύμφωνα με τους στίχους του Πίνδαρου για το Αρτεμίσιο:
ὅθι παῖδες Ἀθαναίων ἐβάλοντο φαεννὰν
κρηπῖδ' ἐλευθερίας
Όπου τα παιδιά των Αθηναίων έθεσαν λαμπρό
θεμέλιο της ελευθερίας
Η ναυμαχία του Αρτεμισίου είναι ο πρόλογος της ναυμαχίας της Σαλαμίνας, της μεγαλύτερης στρατιωτικής επιτυχίας των Ελλήνων όλων των εποχών, που έσωσε την Ευρώπη και άλλαξε τον ρου της παγκόσμιας Ιστορίας. Στο Αρτεμίσιο είδαμε για πρώτη φορά τα σημεία της Ελληνικής ναυτικής υπεροχής έναντι των Περσών: τα μικρά ευέλικτα πλοία, τους επιδέξιους ναυτικούς χειρισμούς, την άψογη συνεργασία μεταξύ των πλοιάρχων, την θαρραλέα στάση έναντι της υλικής Περσικής υπεροχής. Είδαμε βέβαια και την διαφθορά των Ελλήνων ηγετών ακόμη και ενώπιον του έσχατου κινδύνου, απόδειξη ότι η διαστροφή του χρηματισμού αυτών που ασχολούνται με τα κοινά δεν αποτελεί προνόμιο της εποχής μας, αλλά χαρακτηρίζει διαχρονικά τις Ελληνικές ηγεσίες.

Σε κάθε περίπτωση, οι Έλληνες που αντιστάθηκαν στους Πέρσες δεν ήλπιζαν ότι θα επικρατήσουν από την ναυτική υπεροχή τους, αλλά από την Σπαρτιατική πολεμική μηχανή, που στα στενά των Θερμοπυλών έδειξε ένα μικρό μέρος των ικανοτήτων της. Για τον λόγο αυτό, η συμμαχία που είχε ως κέντρο βάρους τις πόλεις της Πελοποννήσου, έδωσε την αρχηγία του στόλου στον ακατάλληλο Σπαρτιάτη Ευρυβιάδη, απόφαση εντελώς παράλογη, αν απλώς σκεφτεί κάποιος ότι τα μοναδικά πλοία που μπορούσαν να πλεύσουν ανοιχτά στο πέλαγος ήταν τα Αθηναϊκά. Τόσο τα Περσικά, όσο και τα υπόλοιπα Ελληνικά πλοία έπλεαν μόνο παράλληλα στην ξηρά, ενώ η απειρία της ναυτικής ηγεσίας των Περσών φάνηκε στην λανθασμένη επιλογή της στρατοπέδευσης στην Μαγνησία, λάθος που επέφερε σοβαρές απώλειες από την θαλασοταραχή. Ευτυχώς η μεγαλοφυΐα του Θεμιστοκλή και οι Αθηναϊκές ναυτικές ικανότητες θα λάμψουν στην Σαλαμίνα, φράσσοντας τον δρόμο στον Πέρση εισβολέα, χαρίζοντας την δόξα στους Έλληνες, της οποίας η στίλβη δεν θα ξεθωριάσει όσο θα υπάρχει Δυτικός πολιτισμός.      


Πηγές

Ηροδότου Ιστορία, τόμος Θ΄ (Ουρανία), εκδόσεις Ζαχαρόπουλος (μετάφραση Ευάγγελος Πανέτσος)


Ιστορία των Ελλήνων, Μυδικά, άρθρο της κας Μαίρης Στεφάνου σελ 12-59, εκδόσεις Δομή 

Διόδωρος Σικελιώτης, Ιστορική βιβλιοθήκη τόμος 11, εκδόσεις Γεωργιάδη


http://www.istorikathemata.com/