https://www.facebook.com/artemissky.blogspot?ref_type=bookmark

ΑΡΤΕΜΙΣ

ΑΡΤΕΜΙΣ
Ήταν θεά του κυνηγιού,”πότνια θηρών” κατά τον Όμηρο,θεά των αγριμιών και της Σελήνης.

ΕΛΛΑΣ - HELLAS

'' Επιόντος άρα θανάτου επί τον άνθρωπον, το μεν θνητόν, ως έοικεν, αυτού αποθνήσκει, το δ' αθάνατον, σώον και αδιάφθορον, οίχεται απιόν. `Οταν επέρχεται ο θάνατος στον άνθρωπο, το μεν θνητό μέρος αυτού, καθώς φαίνεται, πεθαίνει, το δε αθάνατο, η ψυχή, σηκώνεται και φεύγει σώο και άφθαρτο '' ΠΛΑΤΩΝΑ

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .
ΑΝΟΙΚΩ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2016

Για ποιό φαινόμενο κάνει λόγο ο Αριστοτέλης στα «Μετεωρολογικά»;




Περίεργα φαινόμενα στον ουρανό της Αρχαίας Ελλάδας

Στο πρώτο βιβλίο των «Μετεωρολογικών» 343b, του Αριστοτέλη πληροφορούμαστε για ένα αξιοσημείωτο ουράνιο φαινόμενο, που εκτός των άλλων, αφορά και στην σύνδεση της εμφάνισης κάποιου κομήτη στον ουρανό, με την ανάπτυξη σεισμικής δραστηριότητας στην γη...
ἀλλὰ μὴν οὐδὲ τοῦτο ἀληθές, ὡς ἐν τῷ πρὸς ἄρκτον τόπῳ γίγνεται κομήτης μόνον,

Αλλά μήπως δεν είναι αληθινή και η επόμενη παρατήρηση, ότι βορείως του τροπικού του καρκίνου παρουσιάζονται αποκλειστικά και μόνο οι κομήτες

ἅμα καὶ τοῦ ἡλίου [343b] ὄντος περὶ θερινὰς τροπάς·

ακόμα και όταν ο ήλιος βρίσκεται στο θερινό ηλιοστάσιο.

ὅτε γὰρ μέγας κομήτης ὁ γενόμενος περὶ τὸν ἐν Ἀχαΐᾳ σεισμὸν καὶ τὴν τοῦ κύματος ἔφοδον ἀπὸ δυσμῶν τῶν ἰσημερινῶν ἀνέσχεν,

Κάποτε λοιπόν, ένας μεγάλος κομήτης παρουσιάστηκε όταν συνέβη ο σεισμός στην Αχαΐα που προκάλεσε «τσουνάμι» (κύματος έφοδον) προερχόμενο από την δύση, αλλά ανέβηκε από την πλευρά του Ισημερινού,

καὶ πρὸς νότον ἤδη πολλοὶ γεγόνασιν.

και στις περιοχές νοτίως της Αχαΐας είχαν ήδη συμβεί πολλοί άλλοι σεισμοί.

ἐπὶ δ' ἄρχοντος Ἀθήνησιν Εὐκλέους τοῦ Μόλωνος ἐγένετο κομήτης ἀστὴρ πρὸς ἄρκτον μηνὸς Γαμηλιῶνος περὶ τροπὰς ὄντος τοῦ ἡλίου χειμερινάς·

Επίσης όταν στην Αθήνα ήταν άρχων ο Ευκλής ο Μόλων, παρουσιάστηκε ένας κομήτης λαμπρός σαν αστέρας, ο οποίος είχε κατεύθυνση προς βορά, τον μήνα Γαμιλιώνα όταν ο ήλιος βρισκόταν στο χειμερινό ηλιοστάσιο.

καίτοι τοσοῦτον ἀνακλασθῆναι καὶ αὐτοὶ τῶν ἀδυνάτων εἶναί φασι.

Μολονότι βρισκόταν σε περιοχή μεγάλης αντανάκλασης του ηλίου, (δηλαδή πολύ κοντά του), παρόλα αυτά ήταν τόσο λαμπρός που πολλοί λέγανε ότι ήταν αδύνατον να είναι κομήτης.

κοινὸν δὲ καὶ τούτοις καὶ τοῖς τὴν σύναψιν λέγουσιν πρῶτον μὲν ὅτι καὶ τῶν ἀπλανῶν λαμβάνουσι κόμην τινές.

Είναι δε γνωστό σε αυτούς τους αστρονόμους, ότι υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες μερικοί από τους αστέρες που εμφανίζονται ως απλανείς, παρουσιάζονται με κόμη.

καὶ τοῦτ' οὐ μόνον Αἰγυπτίοις πιστεῦσαι δεῖ,

Αυτό το φαινόμενο δεν το έχουν πιστέψει, λόγω των παρατηρήσεών τους, μόνο οι Αιγύπτιοι.

καίτοι κἀκεῖνοί φασιν, ἀλλὰ καὶ ἡμεῖς ἐφεωράκαμεν·

Διότι δεν ισχυρίζονται μόνο οι Αιγύπτιοι, ότι έχουν δει αυτούς τους «περίεργους αστέρες», αλλά επιβεβαιώνουμε ότι και εμείς, ότι τους έχουμε επίσης παρατηρήσει.

τῶν γὰρ ἐν τῷ ἰσχίῳ τοῦ κυνὸς ἀστήρ τις ἔσχε κόμην, ἀμαυρὰν μέντοι·

Γνωρίζουμε ότι προέρχονται από την ουράνια περιοχή που βρίσκεται το «πόδι» του αστερισμού του Κυνός, (δηλαδή του Σειρίου), και ξαφνικά παρουσιάζουν κόμη, η οποία δεν είναι πολύ φωτεινή.

ἀτενίζουσιν μὲν γὰρ εἰς αὐτὸν ἀμυδρὸν ἐγίγνετο τὸ φέγγος,

Όταν κάποιος παρακολουθεί αυτά τα ουράνια σώματα, διαπιστώνει ότι σιγά-σιγά εξασθενίζει η λάμψη τους,

παραβλέπουσι δ' ἠρέμα τὴν ὄψιν πλέον.

μέχρι που τελικά εξαφανίζεται η όψη τους.

πρὸς δὲ τούτοις ἅπαντες οἱ καθ' ἡμᾶς ὠμμένοι ἄνευ δύσεως ἠφανίσθησαν ἐν τῷ ὑπὲρ τοῦ ὁρίζοντος τόπῳ ἀπομαρανθέντες κατὰ μικρὸν οὕτως,

Επιπλέον ως προς τα προηγούμενα, όλοι αυτοί που έχουν παρατηρήσει αυτά τα φαινόμενα στην δική μας περιοχή (Ελλάδα), διαπίστωσαν ότι χωρίς να προέρχονται από τον δυτικό ορίζοντα, εμφανίστηκαν σε περιοχή επάνω από τον ορίζοντα και μετά από λίγο μειώθηκε η φωτεινότητά τους,

ὥστε μήτε ἑνὸς ἀστέρος ὑπολειφθῆναι σῶμα μήτε πλειόνων,

ώστε να μην μπορεί να τα συγκρίνει κανείς ούτε με κάποιον συγκεκριμένο αστέρα ούτε με άλλα ουράνια σώματα,

ἐπεὶ καὶ ὁ μέγας ἀστὴρ περὶ οὗ πρότερον ἐμνήσθημεν ἐφάνη μὲν χειμῶνος ἐν πάγοις καὶ αἰθρίαις ἀφ' ἑσπέρας,

γι αυτόν τον λόγο και αυτός ο μεγάλος αστέρας, (που προκάλεσε τον σεισμό στην Αχαΐα) στον οποίο αναφερθήκαμε, εμφανίστηκε ξαφνικά μέσα στον χειμώνα, προερχόμενος από πολύ βόρεια περιοχή, το δε απόγευμα εμφανίστηκε σε πολύ καθαρό ουρανό.

ἐπὶ Ἀστείου ἄρχοντος, καὶ τῇ μὲν πρώτῃ οὐκ ὤφθη ὡς προδεδυκὼς τοῦ

ἡλίου,

επίσης όταν ήταν άρχοντας ο Άστειος, ενώ στην πρώτη μέρα δεν έγινε αντιληπτό το αντικείμενο επειδή εμποδιζόταν από την ηλιακή ακτινοβολία,

τῇ δ' ὑστεραίᾳ ὤφθη·

την επόμενη μέρα επειδή είχε μετακινηθεί έγινε αντιληπτό.

ὅσον ἐνδέχεται γὰρ ἐλάχιστον ὑπελείφθη, καὶ εὐθὺς ἔδυ·

και όπως ήταν αναμενόμενο για πολύ μικρό διάστημα έγινε αντιληπτό και μετά χάθηκε.

τὸ δὲ φέγγος ἀπέτεινε μέχρι τοῦ τρίτου μέρους τοῦ οὐρανοῦ οἷον ἅλμα·

Η δε λάμψη του κάλυψε αλματωδώς το ένα τρίτο του ουρανού,

διὸ καὶ ἐκλήθη ὁδός.

για αυτό και αυτό το αντικείμενο ονομάστηκε οδός.

ἐπανῆλθε δὲ μέχρι τῆς ζώνης τοῦ Ὠρίωνος, καὶ ἐνταυθοῖ διελύθη.

Επανεμφανίστηκε αργότερα στην περιοχή της ζώνης του Ωρίωνα και κατόπιν εξαφανίστηκε ξαφνικά.

καίτοι Δημόκριτός γε προσπεφιλονείκηκεν τῇ δόξῃ τῇ αὑτοῦ·

Και μολονότι ο Δημόκριτος σχολίασε μέχρι φιλονικίας με άλλους αστρονόμους την γνώμη του ως προς αυτό το φαινόμενο,

φησὶ γὰρ ὦφθαι διαλυομένων τῶν κομητῶν ἀστέρας τινάς.

από ότι λένε, εμφανίστηκε σαν κάποιο σύνολο αστέρων, που κατόπιν διαλύθηκε όπως διαλύονται οι κομήτες.

τοῦτο δὲ οὐχ ὁτὲ μὲν ἔδει γίγνεσθαι ὁτὲ δὲ οὔ, ἀλλ' ἀεί.

Αυτό το ουράνιο σώμα δεν κινείτο άλλοτε μεν προς την δύση, άλλοτε δε προς άλλη κατεύθυνση, αλλά παρέμενε συνεχώς προς το ίδιο σημείο.

πρὸς δὲ τούτοις καὶ οἱ Αἰγύπτιοί φασι καὶ τῶν πλανήτων καὶ πρὸς αὑτοὺς καὶ πρὸς τοὺς ἀπλανεῖς γίγνεσθαι συνόδους,

Επιπλέον δε προς αυτά και οι Αιγύπτιοι αστρονόμοι ισχυρίζονται ότι ένα τέτοιο αντικείμενο ερχόταν σε σύνοδο τόσο ως προς ορισμένους πλανήτες, όσο και ως προς ορισμένους απλανείς,

καὶ αὐτοὶ ἑωράκαμεν τὸν ἀστέρα τὸν τοῦ Διὸς τῶν ἐν τοῖς διδύμοις συνελθόντα τινὶ ἤδη καὶ ἀφανίσαντα,

Και εμείς οι ίδιοι είδαμε αυτό το φαινόμενο να παρουσιάζεται στο σημείο του ουρανού όπου βρίσκεται ο πλανήτης Δίας, στο ζώδιο των διδύμων, σε σύνοδο, δηλαδή στο ίδιο σημείο και κατόπιν εξαφανίστηκε.

ἀλλ' οὐ κομήτην γενόμενον.

Αλλά βεβαίως δεν μπορούμε να το συγκρίνουμε με κομήτη.

ἔτι δὲ καὶ ἐκ τοῦ λόγου φανερόν·

Επιπλέον είναι φανερό σύμφωνα με αυτές τις περιγραφές,

οἱ γὰρ ἀστέρες κἂν εἰ μείζους καὶ ἐλάττους φαίνονται,

ότι δεν έμοιαζε με κανέναν αστέρα, ούτε με αυτούς που φαίνονται μεγάλοι ούτε με αυτούς που φαίνονται μικροί.

ἀλλ' ὅμως ἀδιαίρετοί γε καθ' ἑαυτοὺς εἶναι δοκοῦσιν.

Αυτοί δε οι αστέρες, δεν μπορούν να διαλυθούν σε τεμάχια, όπως εμφανίστηκε να διαλύεται αυτό το σώμα.

ὥσπερ οὖν καὶ εἰ ἦσαν ἀδιαίρετοι,

Έτσι ακριβώς μπορούμε να πούμε ότι εφόσον οι αστέρες θεωρούνται ότι δεν μπορούν να διαιρεθούν,

ἁψάμενοι οὐδὲν ἂν ἐποίησαν μέγεθος μεῖζον,

ούτε θα μπορούσαν να έρθουν σε επαφή με κάποιο αντικείμενο που έχει μεγαλύτερο μέγεθος από αυτούς,

οὕτως καὶ ἐπειδὴ οὐκ εἰσὶν μὲν φαίνονται δὲ [344a] ἀδιαίρετοι,

και ακριβώς γι αυτόν τον λόγο θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι είναι παντελώς αδιαίρετοι.

καὶ συνελθόντες οὐδὲν φανοῦνται μείζους τὸ μέγεθος ὄντες.

Και αν έρθουν σε σύνοδο με ένα άλλο ουράνιο σώμα, αυτή η σύνοδος δεν θα ήταν πραγματική αλλά καθαρά φαινομενική καθότι οι αστέρες είναι πολύ μεγαλύτεροι από οποιοδήποτε άλλο ουράνιο σώμα.

ὅτι μὲν οὖν αἱ λεγόμεναι περὶ αὐτῶν αἰτίαι ψευδεῖς οὖσαι τυγχάνουσιν,

Γι αυτό όλες αυτές οι φήμες, ότι αυτό το ουράνιο σώμα ήρθε σε επαφή με αστέρες ή πλανήτες είναι ψέματα.

εἰ μὴ διὰ πλειόνων, ἀλλὰ καὶ διὰ τούτων ἱκανῶς δῆλόν ἐστιν.

Ακόμα και αν δεν το παραδέχονται όλοι, αλλά εφόσον το παραδέχονται αυτοί οι λίγοι που γνωρίζουν, είναι αρκετό για να καταλάβουμε ότι τέτοιου είδους επαφή δεν είναι δυνατόν να συμβεί...

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2016

Αποσπάσματα του μεγάλου Έλληνα φιλοσόφου Αριστοτέλη, Ηθικά Νικομάχεια.

   ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
                                     

                                                     
~~~Δεν είναι ο ηθικός που πράττει ενάρετες πράξεις.~~~
                                                     ~~~Όποιος πράττει ενάρετες πράξεις είναι ηθικός!~~~                         
        
Αν και κατεξοχήν ορθολογιστής, ο Αριστοτέλης έδωσε πρώτος στην Ηθική, βιωματική διάσταση και όχι νοησιαρχική. Με άλλα λόγια, η ηθική δεν απότελει ιδεολογικό σύστημα (όσο κι αν περιγράφεται συχνα με αφηρημένες έννοιες , π.χ. καλοσύνη, κακία, αρετή κλπ), αλλά Τρόπο Ζωής. Ένας τέτοιος τρόπος ζωής αποσκοπεί στην Ευδαιμονία (ευ + δαίμων).

Η ευδαιμονία εστί ψυχής ενέργεια τις κατ' αρετήν τέλειαν. [ η ευδαιμονία είναι ενέργεια της ψυχής σύμφωνα με τους κανόνες της τέλειας – ολοκληρωμένης αρετής. (Ηθ. Νικ. Α9, 25-26) ].
Η ανθρώπινη λοιπόν ευτυχία είναι προϊόν εκείνης της ψυχικής δυναμικής η οποία συμμορφώνεται με την αρετή.

Ο φιλόσοφος ταυτίζει την αρετή με το αγαθόν, καθώς την αντιδιαστέλλει προς την κακία, η οποία προφανώς ταυτίζεται με το κακόν.
Η αρετές χωρίζονται με βάση την επισταμένη παρατήρηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς σε διανοητικές και ηθικές.

Α) Διανοητικές αρετές. Σε αυτές ο Αριστοτέλης εντάσσει όσες υπηρετούν το αγαθό με όργανο το Νου (π.χ. σωφροσύνη). Οι διανοητικές αρετές είναι στην βάση τους φυσικές δεξιότητες και στοχεύουν σε ένα αγαθό, φυσικά προσδιορισμένο.

Β) Ηθικες αρετές είναι εκείνες που πηγάζουν από το Έργο – Πράξη. Οι ηθικές όμως, αρετές είναι επίκτητες (αποτέλεσμα “εξάσκησης”) και επομένως η σκοποθεσία τους εξαρτάται άμεσα από τον τρόπο πραγμάτωσής τους. Αυτές απαρτίζουν ότι καλούμε Ήθος το οποία: <<...εξ έθους περιγίνεται, όθεν και τουνάμα έσχηκε μικρόν παρέκκλίνονω από του έθους>>. [ γεννιέται από το Έθος- δηλαδή τη συνήθεια- από όπου πήρε και το όνομα, το οποίο (ήθος) μικρή διαφορά παρουσιάζει από το έθος (Ηθ. Νικ. Β 1, 1-3) ].

Ο Αριστοτέλης συνεχίζει παρατηρώντας ότι γίνεται φανερό ότι καμία από τις ηθικές αρετές δεν υπάρχει σε εμάς από την φύση... ούτε λοιπόν φυσικά, ούτε αντίθετα με τη φύση υπάρχουν σε εμάς οι αρετές, αλλά από τη φύση έχουμε τη δυνατότητα να τις δεχτούμε και να τις τελειοποιήσουμε με τον Εθισμό.

Αφού κατέστησε κοινή τη δυνατότητα μετοχής στο αγαθό, έδωσε στην ηθική βιωματική διάσταση και την κατέστησε λογικό αποτέλεσμα της ηθικής πράξης και όχι προϋπόθεσή της (!) όπως γενικότερα πιστεύεται μέχρι σήμερα.
Το αντίθετο ισχύει για τις νοητικές αρετές: ο Αριστοτέλης παρατήρησε ότι για όσα είμαστε φυσικά προδιαγεγραμμένοι, κατέχουμε ήδη τις απαραίτητες δεξιότητες και κατά περίπτωση τις εφαρμόζουμε (αισθήσεις).

Οι ηθικές αρχές κατοχυρώνονται μόνο με την εφαρμογή τους και περαιτέρω με την άσκησή τους.
Επειδή λοιπόν το ήθος διαπλάθεται και δεν κληροδοτείτε, αποκτάτε όχι με την σκέψη ή το ένστικτο (δύο φυσικές διαδικασίες), αλλά με τον εθισμό, μια κοινωνική διαδικασία.

Η ηθική αρετή λοιπόν, αφορά και την ηδονή και την λύπη. Γιατί εξαιτίας της ηδονής κάνουμε τα κακά, ενώ εξαιτίας της λύπης απέχουμε από τα καλά. Για αυτό, όπως είπε ο Πλάτων, πρέπει από την παιδική ηλικία, να έχουμε πάρει εκείνη την αγωγή που θα μας κάνει να χαιρόμαστε και να λυπόμαστε με όσα πρέπει. Αυτή λοιπόν, είναι η ορθή παιδεία (Ηθ. Νικ. Β3, 1-2).

Ως ουσιώδες χαρακτηριστικό της αρετής, αναδυκνείεται η μεσότητα. Ασφαλώς, ο όρος αυτός αποτελεί την αριστετολική εκδοχή της κορυφαίας αρχαιοελληνικής αξίας: του μέτρου που αρχικά απασχόλησε τον Πλάτωνα.

Μέσα στα πλαίσια της ηθικής, η υπερβολή και η έλλειψη εκπροσωπούν το Κακό, γιατί οδηγούν σε κατάργηση της αυτάρκειας, δηλαδή της ελευθερίας!

Το γεγονός οτι η μεσότητα είναι ένα δύσκολο επίτευμα, αποτελεί για τον Αριστοτέλη, μια ακόμη ισχυρή απόδειξη ότι είναι η σωστή ηθική επιλογή και ταυτίζεται με την αρετή. Αξιοποιώντας τις πυθαγόρειες αντιλήψεις, θεωρεί ιδιότητα του Κακού την πολλαπλότητα και την ευκολία, ενώ του Καλού, τη δυσκολία και την μοναδικότητα. Όπως παρατήρησε και ο μεταγενέστερός τους στοχαστής Καζαντάκης: ο Σωστός δρόμος είναι ο Ανήφορος.
Παραπάνω μελετήσατε αποσπάσματα από μια ανάλυση του έργου, του μεγάλου Έλληνα φιλοσόφου Αριστοτέλη, Ηθικά Νικομάχεια.

Ευχαριστώ για το χρόνο που διαθέσατε.
Να θυμάστε:
          αν δεν αλλάξουμε εμεις πρώτα , δεν μπορούμε να αλλάξουμε τίποτα σε τούτο τον κόσμο 
                                                            


Ερμής Τρισμέγιστος/ Πολιτική Εντελέχεια

https://www.facebook.com/politikientelexeia/posts/1778559272411087

Αποσπάσματα του μεγάλου Έλληνα φιλοσόφου Αριστοτέλη, Ηθικά Νικομάχεια.

   
                                     

                                                     
~~~Δεν είναι ο ηθικός που πράττει ενάρετες πράξεις.~~~
                                                     ~~~Όποιος πράττει ενάρετες πράξεις είναι ηθικός!~~~                         
        
Αν και κατεξοχήν ορθολογιστής, ο Αριστοτέλης έδωσε πρώτος στην Ηθική, βιωματική διάσταση και όχι νοησιαρχική. Με άλλα λόγια, η ηθική δεν απότελει ιδεολογικό σύστημα (όσο κι αν περιγράφεται συχνα με αφηρημένες έννοιες , π.χ. καλοσύνη, κακία, αρετή κλπ), αλλά Τρόπο Ζωής. Ένας τέτοιος τρόπος ζωής αποσκοπεί στην Ευδαιμονία (ευ + δαίμων).
Η ευδαιμονία εστί ψυχής ενέργεια τις κατ' αρετήν τέλειαν. [ η ευδαιμονία είναι ενέργεια της ψυχής σύμφωνα με τους κανόνες της τέλειας – ολοκληρωμένης αρετής. (Ηθ. Νικ. Α9, 25-26) ].
Η ανθρώπινη λοιπόν ευτυχία είναι προϊόν εκείνης της ψυχικής δυναμικής η οποία συμμορφώνεται με την αρετή.
Ο φιλόσοφος ταυτίζει την αρετή με το αγαθόν, καθώς την αντιδιαστέλλει προς την κακία, η οποία προφανώς ταυτίζεται με το κακόν.
Η αρετές χωρίζονται με βάση την επισταμένη παρατήρηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς σε διανοητικές και ηθικές.
Α) Διανοητικές αρετές. Σε αυτές ο Αριστοτέλης εντάσσει όσες υπηρετούν το αγαθό με όργανο το Νου (π.χ. σωφροσύνη). Οι διανοητικές αρετές είναι στην βάση τους φυσικές δεξιότητες και στοχεύουν σε ένα αγαθό, φυσικά προσδιορισμένο.
Β) Ηθικες αρετές είναι εκείνες που πηγάζουν από το Έργο – Πράξη. Οι ηθικές όμως, αρετές είναι επίκτητες (αποτέλεσμα “εξάσκησης”) και επομένως η σκοποθεσία τους εξαρτάται άμεσα από τον τρόπο πραγμάτωσής τους. Αυτές απαρτίζουν ότι καλούμε Ήθος το οποία: <<...εξ έθους περιγίνεται, όθεν και τουνάμα έσχηκε μικρόν παρέκκλίνονω από του έθους>>. [ γεννιέται από το Έθος- δηλαδή τη συνήθεια- από όπου πήρε και το όνομα, το οποίο (ήθος) μικρή διαφορά παρουσιάζει από το έθος (Ηθ. Νικ. Β 1, 1-3) ].
Ο Αριστοτέλης συνεχίζει παρατηρώντας ότι γίνεται φανερό ότι καμία από τις ηθικές αρετές δεν υπάρχει σε εμάς από την φύση... ούτε λοιπόν φυσικά, ούτε αντίθετα με τη φύση υπάρχουν σε εμάς οι αρετές, αλλά από τη φύση έχουμε τη δυνατότητα να τις δεχτούμε και να τις τελειοποιήσουμε με τον Εθισμό.
Αφού κατέστησε κοινή τη δυνατότητα μετοχής στο αγαθό, έδωσε στην ηθική βιωματική διάσταση και την κατέστησε λογικό αποτέλεσμα της ηθικής πράξης και όχι προϋπόθεσή της (!) όπως γενικότερα πιστεύεται μέχρι σήμερα.
Το αντίθετο ισχύει για τις νοητικές αρετές: ο Αριστοτέλης παρατήρησε ότι για όσα είμαστε φυσικά προδιαγεγραμμένοι, κατέχουμε ήδη τις απαραίτητες δεξιότητες και κατά περίπτωση τις εφαρμόζουμε (αισθήσεις).
Οι ηθικές αρχές κατοχυρώνονται μόνο με την εφαρμογή τους και περαιτέρω με την άσκησή τους.
Επειδή λοιπόν το ήθος διαπλάθεται και δεν κληροδοτείτε, αποκτάτε όχι με την σκέψη ή το ένστικτο (δύο φυσικές διαδικασίες), αλλά με τον εθισμό, μια κοινωνική διαδικασία.
Η ηθική αρετή λοιπόν, αφορά και την ηδονή και την λύπη. Γιατί εξαιτίας της ηδονής κάνουμε τα κακά, ενώ εξαιτίας της λύπης απέχουμε από τα καλά. Για αυτό, όπως είπε ο Πλάτων, πρέπει από την παιδική ηλικία, να έχουμε πάρει εκείνη την αγωγή που θα μας κάνει να χαιρόμαστε και να λυπόμαστε με όσα πρέπει. Αυτή λοιπόν, είναι η ορθή παιδεία (Ηθ. Νικ. Β3, 1-2).
Ως ουσιώδες χαρακτηριστικό της αρετής, αναδυκνείεται η μεσότητα. Ασφαλώς, ο όρος αυτός αποτελεί την αριστετολική εκδοχή της κορυφαίας αρχαιοελληνικής αξίας: του μέτρου που αρχικά απασχόλησε τον Πλάτωνα.
Μέσα στα πλαίσια της ηθικής, η υπερβολή και η έλλειψη εκπροσωπούν το Κακό, γιατί οδηγούν σε κατάργηση της αυτάρκειας, δηλαδή της ελευθερίας!
Το γεγονός οτι η μεσότητα είναι ένα δύσκολο επίτευμα, αποτελεί για τον Αριστοτέλη, μια ακόμη ισχυρή απόδειξη ότι είναι η σωστή ηθική επιλογή και ταυτίζεται με την αρετή. Αξιοποιώντας τις πυθαγόρειες αντιλήψεις, θεωρεί ιδιότητα του Κακού την πολλαπλότητα και την ευκολία, ενώ του Καλού, τη δυσκολία και την μοναδικότητα. Όπως παρατήρησε και ο μεταγενέστερός τους στοχαστής Καζαντάκης: ο Σωστός δρόμος είναι ο Ανήφορος.
Παραπάνω μελετήσατε αποσπάσματα από μια ανάλυση του έργου, του μεγάλου Έλληνα φιλοσόφου Αριστοτέλη, Ηθικά Νικομάχεια.

Ευχαριστώ για το χρόνο που διαθέσατε.
Να θυμάστε:
          αν δεν αλλάξουμε εμεις πρώτα , δεν μπορούμε να αλλάξουμε τίποτα σε τούτο τον κόσμο 
                                                            


Ερμής Τρισμέγιστος/ Πολιτική Εντελέχεια

https://www.facebook.com/politikientelexeia/posts/1778559272411087

Δευτέρα 2 Μαΐου 2016

Η Προκατακλυσμιαία Αρχαία Ελλάς



Ο Δευκαλίων θεωρείται ως ένα ημι-μυθολογικό πρόσωπο, που σχετίζεται άμεσα με ένα από τα πλέον σημαντικά γεγονότα της αρχαιότητας.

Με τον περίφημο ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟ ΤΟΥ ΔΕΥΚΑΛΙΩΝΑ ο οποίος αποτέλεσε την λήξη της μέχρι τότε πορείας της Ανθρωπότητας, και ταυτοχρόνως σηματοδότησε την έναρξη μιας νέας εξελικτικής περιόδου επάνω στον πλανήτη μας.
Σύμφωνα με την Μυθολογία μας, ο Δευκαλίων πληροφορήθηκε από τον πατέρα του, τον ΠΡΟΜΗΘΕΑ, για έναν επερχόμενο κατακλυσμό, και σύμφωνα με τις εντολές που του έδωσε, κατασκεύασε ένα ειδικό πλοίο στο οποίο συγκέντρωσε τα απαραίτητα εφόδια και τις κατάλληλες ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ για να καταφέρει να επιβιώσει κατά την διάρκεια αυτού του κατακλυσμού.

Όταν ολοκλήρωσε την κατασκευή του πλοίου, επιβιβάστηκε σε αυτό μαζί με την γυναίκα του και σχεδόν αμέσως ο Δίας ξεκίνησε τον κατακλυσμό!
Όταν μετά από πολλές μέρες σταμάτησαν επιτέλους οι βροχές, το πλοίο του Δευκαλίωνα, σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή, προσάραξε πάνω στην κορφή του Παρνασσού.
Τότε, ο Δευκαλίων και η Πύρρα κατέβηκαν στην ξηρά, διαπίστωσαν ότι ολόκληρος ο κόσμος καταστράφηκε ως αποτέλεσμα του κατακλυσμού και για να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους, που οι ίδιοι ήταν ακόμα ζωντανοί, πρόσφεραν θυσία στον Φύξιο Δία.

Τότε έλαβαν την εξής παράδοξη εντολή:
Προκειμένου να αναγεννηθεί το Ανθρώπινο γένος, άρχισαν να πετάνε πέτρες πίσω από την πλάτη τους:
Οι πέτρες που πετούσε ο Δευκαλίωνας μεταμορφώνονταν σε Άνδρες και
Οι πέτρες που πετούσε η Πύρρα μεταμορφώνονταν σε Γυναίκες.
Το γεγονός ότι η Πύρρα και ο Δευκαλίων πετούσαν πίσω τους πέτρες υποκρύπτει την λειτουργίας του νόμου σύμφωνα με την οποία πραγματοποιούνται οι επανενσαρκώσεις των Ψυχών.
Σύμφωνα με αυτόν τον νόμο των επανενσαρκώσεων, ο οποίος είναι απολύτως αποδεκτός στο αρχαίο Ελληνικό Θρησκευτικό και εκπαιδευτικό σύστημα, η Ψυχή ξεκινάει το ταξείδι της ενσάρκωσής της, αρχικά με την μορφή κάποιου πετρώματος,αφού αποτελεί και αυτή ένα προϊόν της περίφημης «Μεγάλης Έκρηξης» ακολουθώντας την σταδιακή Συμπαντική Εξέλιξη.

Έτσι, αυτό το αρχικό πέτρωμα, στην συνέχεια μετασχηματίζεται σε φυτό, για να καταλήξει με την σειρά του σε ζώο, ώσπου να καταφέρει τελικά να ενσαρκωθεί κάποτε σεΆνθρωπο που αποτελεί βεβαίως το κορυφαίο δημιούργημα στην αλυσίδα της εξέλιξης των Ειδών, όπως την περιγράφει και ο Αριστοτέλης στο βιβλίο του «Μετά τα Φυσικά».
Οι άνθρωποι που δημιουργήθηκαν από αυτές τις πέτρες ονομάστηκαν λαός.
Όπως είναι γνωστό, στα αρχαία ελληνικά ο ΛΙΘΟΣ ονομάζεται ΛΑΣ και ακριβώς αυτή η λέξη αποτελεί το δεύτερο συνθετικό της σύνθετης λέξης ΕΛ-ΛΑΣ που σημαίνει: ΛΙΘΟΣ ΦΩΤΟΣ.
Όπως γνωρίζουμε η λέξη ΕΛΛΑΣ δεν επικράτησε στο εξωτερικό, όπου η πατρίδα μας είναι γνωστή κυρίως με το όνομα… GREECE.
Πολλές φορές μάλιστα, θεωρούμε το GREECE ως υποτιμητικό και δηλώνουμε ότι η πατρίδα μας ονομάζεται ΕΛΛΑΣ.

Πόσο δίκιο έχουμε όμως έχουμε να πιστεύουμε κάτι τέτοιο;
Πόσο υποτιμητικός είναι ο όρος Γραικός;
Την απάντηση και σε αυτό το ερώτημα μας την δίνει και πάλι, μέσα από τα βάθη των αιώνων… ο Αριστοτέλης!
Όπως γνωρίζουμε ο Αριστοτέλης θεωρείται ίσως ο κορυφαίος Έλληνας Φιλόσοφος.
Έχουμε διαπιστώσει και σε προηγούμενα άρθρα μας, ότι αν καταφέρουμε να κατανοήσουμε ακόμα και μία παράγραφο από οποιοδήποτε βιβλίο του, το γεγονός αυτό θα έχει σίγουρα πολύ θετικό αποτέλεσμα στην πρόοδο της νόησης μας και στην ανάπτυξη της ευφυΐας μας.

Ο Κατακλυσμός του Δευκαλίωνα, παρουσιάζεται ως ιστορικό γεγονός, σε ένα από τα σχετικά άγνωστα βιβλία του Αριστοτέλη, στα «Μετεωρολογικά» και φαίνεται να έχει άμεση σχέση με το ποια θα πρέπει να είναι η επίσημη ονομασία της Ελλάδας!
Όπως θα δούμε, ο Φιλόσοφος πιστεύει ότι οι κατακλυσμοί δεν είναι αποτέλεσμα κάποιων τυχαίων γεγονότων, αλλά αποτελούν ένα επαναλαμβανόμενο φυσικό φαινόμενο που ακολουθεί και αυτό τους δικούς του Νόμους.
Στο επόμενο και τελευταίο μέρος του άρθρου θα αναλύσουμε περαιτέρω ταΜετεωρολογικά του Αριστοτέλη που μας παρέχουν αρκετές πληροφορίες τόσο για τους κατακλυσμούς όσο και τους Γραικούς της Αρχαίας Ελλάδας.


apocalypsejohn.com             http://amfipolinews.blogspot.gr/

Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2016

Αριστοτέλης, - ΜΕΡΟΣ 8ο ,η επίδρασή του


 Αριστοτέλης , η επίδρασή του
Αν υπάρχει ένας φιλόσοφος που κυριάρχησε στη σκέψη του δυτικού κόσμου, σε όλες τις περιόδους της ιστορίας του, αυτός είναι ο Αριστοτέλης ο Σταγειρίτης. Ωστόσο αυτή η πνευματική κυριαρχία του, αντίθετα από την ισοδύναμη πολιτική και στρατιωτική κυριαρχία του μαθητή του, Μεγάλου Αλεξάνδρου, δεν έγινε πραγματικότητα παρά ύστερα από μυθιστορηματικές συνθήκες και με πολύ βραδύ ρυθμό, αφού και ο ίδιος ο Αλέξανδρος, άθελά του, έγινε ο πρωταίτιος γι’ αυτή την καθυστέρηση. Γιατί με το έργο του Αλεξάνδρου και τις συνέπειες που είχε αυτό άλλαξαν ριζικά στις δομές τους, η ζωή, η σκέψη και η τέχνη, ώστε τα κλασικά κριτήρια του Αριστοτέλη να φαίνονται ανεπαρκή στην κοινωνική πραγματικότητα της Αλεξανδρινής εποχής. Έτσι δεν άσκησε άμεσα, σε βάθος και πλάτος, την επίδραση που θα περίμενε κανείς ότι θα ασκούσε η φιλοσοφία του, κυρίως με την ηθική, την πολιτική και την αισθητική θεωρία του.
Στην αρχή ο Αριστοτέλης επηρέασε άμεσα τους μαθητές του, κυρίως τον Θεόφραστο και τον Αριστόξενο τον Ταραντίνο και έμμεσα τον κύκλο του Περιπάτου, που ίδρυσε ο Θεόφραστος στην Αθήνα το 318. Το γεγονός ότι ο Αριστοτέλης είχε ήδη θεμελιώσει θεματολογικά και μεθοδολογικά πολλούς κλάδους του επιστητού συνέτεινε στο να ενθαρρυνθούν και να πάρουν τις απαραίτητες κατευθύνσεις αρκετοί περιπατητικοί, για να καλλιεργήσουν, παράλληλα με τη φιλοσοφία και τις ειδικές επιστήμες, όπως ο Εύδημος, ο Μένων, ο Δικαίαρχος ο Μεσσήνιος, ο Στράτων ο Λαμψακηνός, ο Λύκων και ο Αρίστων ο Κείος. Οι δύο τελευταίοι αξίζει να αναφερθούν και για τις πρωτοβουλίες τους στην προσπάθεια για κάποια εκλαΐκευση της αριστοτελικής φιλοσοφίας. Η επίδραση του Αριστοτέλη αυτή την περίοδο φαίνεται και από μια σειρά σωζόμενα ψευδοαριστοτελικά έργα, που συγγραφείς τους είναι μερικοί από τους παραπάνω και άλλοι περιπατητικοί. Με το πέρασμα του χρόνου η επίδραση του Αριστοτέλη, ξεπερνώντας τα όρια του Περιπάτου, απλώθηκε και σε άλλες φιλοσοφικές σχολές. Για παράδειγμα αναφέρω το γεγονός ότι περίπου το 100 π.Χ. ο μεγάλος στωικός φιλόσοφος Ποσειδώνιος είχε δείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αριστοτελική φιλοσοφία.
Το ενδιαφέρον για τη φιλοσοφία του Αριστοτέλη αναγεννήθηκε ουσιαστικά με την πρώτη συνολική έκδοση των αριστοτελικών έργων από τον Ανδρόνικο το Ρόδιο στη Ρώμη (περ. 40-30 π.Χ.), με βάση τα αυτόγραφα από το προσωπικό αρχείο του Αριστοτέλη, που μετά το θάνατο του Θεόφραστου τα είχαν αποθηκεύσει οι συγγενείς του μεγάλου φιλοσόφου στην Τρωάδα. Ως την εποχή που έγινε αυτή η έκδοση, η αριστοτελική φιλοσοφία ήταν γνωστή από μερικά μόνο έργα, που είχαν κυκλοφορήσει σε περισσότερα χειρόγραφα, κυρίως από διαλόγους, όμοιους με τους πλατωνικούς, τους οποίους ο Αριστοτέλης, όπως και ο  Πλάτων προόριζε για το ευρύτερο κοινό. Με αφετηρία τη συνολική έκδοση των αριστοτελικών έργων άρχισε η ευρύτερη και βαθύτερη επίδραση της σκέψης του Αριστοτέλη όχι μόνο στον κύκλο του Περιπάτου και των άλλων φιλοσοφικών σχολών αλλά και στη γενικότερη πνευματική ζωή του αρχαίου κόσμου. Επίσης, παράλληλα και ακριβώς με βάση την παραπάνω συνολική έκδοση, άρχισε η εντονότερη και διαρκέστερη φιλολογική και φιλοσοφική δραστηριότητα για την ερμηνεία και το σχολιασμό των αριστοτελικών έργων, καθώς και για συγκρίσεις και συσχετισμούς του αριστοτελικού συστήματος με τα άλλα.

Από τον 1ο π.Χ. ως τον 6ο μ.Χ. αιώνα γράφτηκαν τα πλουσιότερα και γενικότερα πολύτιμα για το σύγχρονο κόσμο «Υπομνήματα» στα αριστοτελικά συγγράμματα, από σοφούς σχολιαστές, όπως ο Ανδρόνικος ο Ρόδιος, ο Αλέξανδρος ο Αφροδισιεύς, ο Αμμώνιος ο Ερμείου, ο Ολυμπιόδωρος, ο Δαμάσκιος, ο Σιμπλίκιος, ο Στέφανος ο Αλεξανδρεύς και ο Ιωάννης ο Φιλόπονος. Εξάλλου με τον εκλεκτικό Αντίοχο, τον Ασκαλωνίτη εγκαινιάστηκαν και οι προσπάθειες για το συμβιβασμό του αριστοτελικού με το πλατωνικό σύστημα, οι οποίες με τον τονισμό της ομοιότητας των δύο συστημάτων στους τελευταίους αιώνες του αρχαίου κόσμου και ύστερα από την παρακμή του Περιπάτου, είχαν ως αποτέλεσμα η αριστοτελική σκέψη να περάσει μόνιμα μέσα στις νεοπλατωνικές σχολές.
Στο Μεσαίωνα η αριστοτελική σκέψη άσκησε επίδραση όχι μόνο στο χριστιανικό κόσμο αλλά και στον ιουδαϊκό και τον ισλαμικό. Στην αρχή η φιλοσοφία του Αριστοτέλη- κυρίως τα λογικά συγγράμματά του σε συνδυασμό με τα μεταφυσικά και τελεολογικά κριτήρια της σκέψης του- φάνηκε πρόσφορη στους χριστιανούς, τόσο στους απολογητές και τους Πατέρες, που αναζητούσαν επιχειρήματα για να ενισχύσουν την πίστη, όσο και στην επίσημη Εκκλησία, στην Ανατολή και τη Δύση, η οποία είχε ανάγκη να διατυπώσει και να διασφαλίσει τα δόγματά της. Σε όλη τη χριστιανική διανόηση, από την εποχή της γένεσής της ως τη σύγχρονη εποχή, η αριστοτελική σκέψη, με τις επιστημονικές υπηρεσίες που προσέφερε, μπόρεσε να επιβιώσει σε βαθμό υψηλότερο και από την πλατωνική σκέψη, παρόλο που οι χριστιανοί θεωρούσαν την τελευταία κατά κάποιο τρόπο συγγενική με το δικό τους μήνυμα αγάπης. Ήδη από τον 8ο αι. π.Χ. η αριστοτελική σκέψη άρχισε να απασχολεί την ισλαμική και την ιουδαϊκή πνευματική ζωή.
’ραβες και Εβραίοι φιλόσοφοι (Αβερρόης, Αβικέννας) μετέδωσαν στους λαούς της Ευρώπης το ενδιαφέρον για τη μελέτη του Αριστοτέλη, οποίος μέσα σε μερικούς αιώνες έγινε στη Δύση το μέτρο για όλα τα προβλήματα και ο «δάσκαλος των σοφών», όπως τον ύμνησε ο Δάντης. Στο 12ο και στο 13ο αιώνα, με την ακμή της σχολαστικής φιλοσοφίας, ο Αλβέρτος ο Μέγας και ο Θωμάς ο Ακινάτης πέτυχαν την ωριμότερη έκφραση σύνθεσης της εκκλησιαστικής διδασκαλίας με την αριστοτελική φιλοσοφία.

Στην Αναγέννηση το ενδιαφέρον για την αριστοτελική σκέψη, αφού ξεπέρασε την προσήλωση που χαρακτήριζε τους σχολαστικούς, στράφηκε στη μελέτη των ίδιων των πηγών, σε μια περισσότερο δημιουργική σχέση με αυτές. Βέβαια για αναγέννηση των αριστοτελικών σπουδών με την ειδική σημασία του όρου δεν μπορεί να γίνει λόγος. Ωστόσο από τη μια ο Μελάγχθων προώθησε τη μελέτη του Αριστοτέλη στα προτεσταντικά πανεπιστήμια και από την άλλη οι Ιησουΐτες στήριξαν τις θέσεις τους με αριστοτελική μέθοδο. Ακόμη και εκείνοι που πήραν εντελώς νέες κατευθύνσεις, ξεκίνησαν από τη φιλοσοφία του Αριστοτέλη. Με κριτικότερη στάση μελέτησαν το έργο του και οι πρωτεργάτες της νεότερης φιλοσοφίας και φυσικής, ο Γαλιλαίος, ο Καρτέσιος Ντεκάρτ κ.ά., καθώς αργότερα και ο Καντ, στην αναμέτρησή του με τις οντολογίες του Λάιμπνιτς και του Βολφ, που περιέχουν αξιόλογες αριστοτελικές σκέψεις.
Στην Ευρώπη, με την έντονη φιλοσοφική κίνηση από την αρχή του 19ου αιώνα, η διδασκαλία του Αριστοτέλη συνδέθηκε με τα νεότερα ρεύματα. Έτσι, ωφελήθηκαν από τις αριστοτελικές θεωρίες και την αριστοτελική μέθοδο τόσο ο Έγελος Χέγκελ όσο και ο αντίπαλός του ο Τρέντελεμπουργκ. Επίσης ο Μπολτσάνο και ο Μπρεντάνο, που άνοιξαν το δρόμο για να περάσει η αριστοτελική σκέψη στη φαινομενολογία του Χούσσερλ και στον υπαρξισμό του Χάιντεγκερ, στη θεωρία του αντικειμένου του Μάινογκ και στην απορητική οντολογία του Χάρτμαν, στη σύγχρονη βιολογία και στην κίνηση του νεοβιταλισμού, ακόμη στην ψυχανάλυση του Φρόιντ και τέλος στο νεοθετικισμό και στη γνωσιολογία της σύγχρονης αναλυτικής.
Για την ιστορία των ίδιων των συγγραμμάτων του Αριστοτέλη μπορεί να αναφερθεί συνοπτικά ότι, με βάση την πρώτη συνολική έκδοσή τους από τον Ανδρόνικο, τα χειρόγραφα αντιγράφονταν και πλήθαιναν από γενιά σε γενιά ως την ανακάλυψη της τυπογραφίας. Η πρώτη έντυπη έκδοσή τους έγινε το 1489 στη Βενετία. Η έκδοση εκείνη περιείχε μόνο τη λατινική μετάφραση και τα υπομνήματα του Αβερρόη. Λίγο αργότερα, το 1495, πάλι στη Βενετία, τυπώθηκε για πρώτη φορά το ελληνικό κείμενο. Ακολούθησαν πολλές άλλες εκδόσεις ως τη μεγάλη συνολική έκδοση της Ακαδημίας του Βερολίνου (1831-1870). Η ίδια Ακαδημία εξέδωσε, σε ειδική σειρά από 26 τόμους και τα αρχαία «Υπομνήματα» στα αριστοτελικά έργα. Σήμερα τα αριστοτελικά κείμενα είναι προσιτά στα παγκόσμιο αναγνωστικό κοινό, τόσο σε κριτικές και ερμηνευτικές εκδόσεις, όσο και μεταφρασμένα και σχολιασμένα.

Αποσπάσματα πρωτοτύπων κειμένων του Αριστοτέλη.
Α)Οι στόχοι της παιδείας.
«Ότι μέν ούν νομοθετητέον περί παιδείας και ταύτην κοινήν ποιητέον, φανερόν. Τις δ’ έσται η παιδεία και πώς χρή παιδεύεσθαι, δεί μη λανθάνειν. Νύν γάρ αμφισβητείται περί των έργων. Ου γάρ ταυτά πάντες υπολαμβάνουσι δείν μανθάνειν τους νέους ούτε προς αρετήν ούτε προς τον βίον τον άριστον, ουδέ φανερόν πότερον προς την διάνοιαν πρέπει μάλλον ή προς το της ψηχ΄βης ήθος. Έκ τε τής εμποδών παιδείας ταραχώδης η σκέψις και δήλον ουδέν πότερον ασκείν δεί τά χρήσιμα πρός τον βίον ή τά τείνοντα προς αρετήν ή τά περιττά (πάντα γάρ είληφε ταύτα κριτάς τινας). Περί τε των προς αρετήν ουθέν εστιν ομολογούμενον (καί γάρ τήν αρετήν ου την αυτήν ευθύς πάντες τιμώσιν, ώστ’ ευλόγως διαφέρονται και προς την άσκησιν αυτής). Ότι μέν ούν τά αναγκαία δεί διδάσκεσθαι των χρησίμων, ουκ άδηλον. Ότι δε ου πάντα, διηρημένων των τε ελευθερίων έργων και των ανελευθερίων φανερόν, και ότι των τοιούτων δεί μετέχειν όσα των χρησίμων ποιήσει τον μετέχοντα μη βάναυσον. Βάναυσον δ’ έργον είναι δεί τούτο νομίζειν και τέχνην ταύτην και μάθησιν, όσαι προς τάς χρήσεις και τάς πράξεις τάς της αρετής άχρηστον απεργάζονται το σώμα των ελευθέρων ή τήν διάνοιαν».
Β)Η αρετή βρίσκεται στη μεσότητα.
Προσδιορισμός της έννοιας «μεσότητα».
«Εν παντί δή συνεχεί καί διαιρετώ έστι λαβείν το μέν πλείον το δ’ έλαττον το δ’ ίσον, και ταύτα ή κατ’ αυτό το πράγμα ή πρός ημάς… Λέγω δέ του μέν πράγματος μέσον το ίσον απέχον αφ’ εκατέρου των άκρων, όπερ εστίν έν και το αυτό πάσιν, προς ημάς δε ό μήτε πλεονάζει μήτε ελλείπει. Τούτο δ’ ουχ έν, ουδέ ταυτόν πάσιν. Οίον ει τα δέκα πολλά τα δε δύο ολίγα, τα έξ μέσα λαμβάνουσι κατά το πράγμα. Ίσω γάρ υπερέχει τε και υπερέχεται. Τούτο δε μέσον εστί κατά την αριθμητικήν αναλογίαν. Το δε ημάς ουχ ούτω ληπτέον. Ου γάρ ει τω δέκα μναί φαγείν πολύ δύο δε ολίγον, ο αλείπτης έξ μνάς προστάξει. Έστι γάρ ίσως και τούτο πολύ τω ληψομένω ή ολίγον. Μίλωνι μέν γάρ ολίγον, τω δε αρχομένω των γυμνασίων πολύ. Ομοίως επί δρόμου και πάλης. Ούτω δη πάς επιστήμων την υπερβολήν μεν και την έλλειψιν φεύγει, το δε μέσον ζητεί και τούθ’ αιρείται, μέσον δε ου το του πράγματος αλλά το προς ημάς».

Ενδεικτική Βιβλιογραφία.

1) The Philosophy of Aristotle.
2) W. D. Ross, «Αριστοτέλης» ISBN 960-250-038-7.
3) Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα.
4) Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια.
5) Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό.
6) Ιστορία του  Πολιτισμού.
7) Αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία.
8) W. K. C. Guthrie, A History of Greek Philosophy (τόμ. 1-2, Καίμπριτζ 1962-1965).
9) D. J. Allan, The Philosophy of Aristotle (Home Univ. Libr., 1952.
10) J. H. Randall, Aristotle (Νέα Υόρκη, Columbia, 1960).
11) E. R. Bevan, Stoics and Sceptics (Οξφόρδη 1913. ανατύπωση, Καίμπριτζ, Heffer, 1959).
12) H. I. Marrou, History of Education in Antiquity (αγγλ. μτφρ., Λονδίνο, Sheed and Ward, 1956 [ελλην. μτφρ. Θ. Φωτεινοπούλου, Αθήνα 1961]).
13) Day J. & Chambers M., Aristotle’s History of Athenian Democracy. Berkeley & Los Angeles, 1962.
14) Kagan D., The Great Dialogue: A History of Greek Political Thought from Homer to Polybius. Νέα Υόρκη, 1965.
15) Kagan D., Sources in Greek Political Thought. Νέα Υόρκη, 1965.
16) Myres J. L., The Political Ideas of the Greeks. Λονδίνο, 1927.
17) Allan D., The Philosophy of Aristotle. Λονδίνο, 1952.
18) Brumbaugh R. S., The Philosophers of Greece. Νέα Υόρκη, 1964.
19) Cherniss H. F., Aristotle’s Criticism of the Pre-Socratics. Βαλτιμόρη, 1935.
20) Cherniss H. F., Aristotle’s Criticism of Plato and the Academy. Βαλτιμόρη, 1944.
21) Jaeger W., Aristotle: Fundamentals of the History of his Development. Οξφόρδη, 1934.
22) Randall J. H., Jr., Aristotle. Νέα Υόρκη, 1962.
23) Solmsen F., Aristotle’s Natural World. Ιθάκη, 1963.
24) Untersteiner M., The Sophists. Νέα Υόρκη, 1954.
25) Wilamowitz-Moellendorff U. von, Aristoteles und Athen. Βερολίνο, 1893.
26) Wilamowitz-Moellendorff U. von, Der Glaube der Hellenen, Βερολίνο, 1931-32.
27) Jones J., On Aristotle and Greek Tragedy. Λονδίνο, 1962.
28) Farrington B., Science and Politics in the Ancient World. Λονδίνο, 1939.
Σημείωση:
Η παρούσα μελέτη έγινε στα πλαίσια εργασιών υπό την επίβλεψη της καθηγήτριας Αμαλίας Κ. Ηλιάδη, το σχολικό έτος 2005-6, στο Μουσικό Σχολείο Τρικάλων.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ της Αμαλίας Κ. Ηλιάδη:
Γεννήθηκα στα Τρίκαλα Θεσσαλίας το 1967. Σπούδασα στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσ/νίκης Ιστορία-Αρχαιολογία με ειδίκευση στην Ιστορία. Πήρα Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Βυζαντινής Ιστορίας απ’ τη Φιλοσοφική Σχολή του ιδίου Πανεπιστημίου και από το 1992 διδάσκω στη Μέση Εκπαίδευση ως Φιλόλογος. Έχω συγγράψει βιβλία ιστορικού, λογοτεχνικού και παιδαγωγικού περιεχομένου.  Παράλληλα, ασχολούμαι ερασιτεχνικά με τη ζωγραφική και την ποίηση.
http://www.metafysiko.gr/

Αριστοτέλης, το Έργο του - ΜΕΡΟΣ 7ο Πολιτική φιλοσοφία.

Πολιτική φιλοσοφία.
Με την πολιτική φιλοσοφία του ο Αριστοτέλης συμπλήρωσε την ηθική του, κυρίως στην κοινωνική της διάσταση. Όρισε την πολιτική ως τέχνη του οργανωμένου ομαδικού βίου των ανθρώπων και είναι αυτός που χαρακτήρισε τον άνθρωπο «φύσει πολιτικόν ζώον». Έτσι δίδαξε ότι ο άνθρωπος μέσα σε μια πολιτική κοινωνία μπορεί να επιτύχει την ηθική τελείωσή του και ότι οι σκοποί του ατόμου και του συνόλου ταυτίζονται στην οργανωμένη κοινωνία και πραγματώνονται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο μέσα σ’ αυτή. Διαχωρίζοντας φυσικά, το κράτος από οποιαδήποτε άλλη ομάδα ανθρώπων, το προσδιόρισε ως σύνθετο σχήμα με συστατικά στοιχεία τους πολίτες, που είναι ισότιμα μέλη του και που δικαιούνται να μετέχουν στη διακυβέρνηση και στην απονομή της δικαιοσύνης. Σχετικά παρατήρησε ότι εφόσον το κράτος δημιουργήθηκε από την ανάγκη να διασφαλιστούν οι προϋποθέσεις και οι συνθήκες για την πραγμάτωση του σκοπού της ζωής των ατόμων, αυτός ο σκοπός δεν μπορεί να πραγματωθεί παρά μόνο πάνω σε βάση ηθική γιατί και η ίδια η αξία του ανθρώπου ως μέλους της κοινότητας στηρίζεται γενικά στην ηθικότητα και ειδικά στο δίκαιο. Από αυτή την αρχή είδε ο Αριστοτέλης να προκύπτει το κύριο γνώρισμα του κράτους, η «αυτάρκεια», δηλαδή η δυνατότητά του να δημιουργεί με δικές του δυνάμεις τους όρους ζωής για τους πολίτες του. Στην αυτάρκεια του κράτους περιέλαβε στοιχεία υλικά και πνευματικά, δηλαδή από τη μια τα μέσα διατροφής, τα «επιτηδεύματα», τα όπλα και τα χρήματα και από την άλλη τους θεσμούς, τις αρχές και τα όργανά τους, τη δημόσια λατρεία και κάθε πολιτιστικό στοιχείο που βρίσκει γενικότερη αποδοχή και ευνοεί τους σκοπούς του συνόλου.
Ως αυτό το σημείο ο Αριστοτέλης δε φαίνεται να έχει απομακρυνθεί πολύ από την πολιτική φιλοσοφία του Πλάτωνα, στη συνέχεια όμως γίνεται φανερό ότι σκεφτόταν με διαφορετικά κριτήρια. Έτσι, με το οικονομικό κριτήριο χώρισε τους πολίτες σε γεωργούς, τεχνίτες και εμπόρους, ενώ με το κοινωνικό σε πλούσιους, φτωχούς και μεσαίους. Με βάση αυτή την τελευταία διαίρεση, δίδαξε ότι από τις σχέσεις που διαμορφώνονται κάθε φορά ανάμεσα σ’ αυτές τις κοινωνικές τάξεις εξαρτάται η ιδιαίτερη μορφή του πολιτεύματος, επισημαίνοντας ότι οι σκοποί του συνόλου επιδιώκονται με το πολίτευμα και με την αγωγή. Το πολίτευμα ο Αριστοτέλης το προσδιόρισε ως καταστατικό χάρτη του κράτους αναφορικά με τους βασικούς παράγοντές του και τις αρμοδιότητές τους. Το γεγονός ότι το πολίτευμα παρουσιάζει ποικίλες μορφές μέσα στην ιστορία της ανθρώπινης κοινωνίας το απέδωσε στον τρόπο που μοιράζεται η δύναμη ανάμεσα στα συστατικά στοιχεία του κράτους και κυρίως στη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στους λίγους συνήθως πλουσίους και τους πολλούς φτωχούς πολίτες. Διαπίστωσε ότι το πολίτευμα μπορεί να παρουσιάζεται σε τρεις κύριες μορφές και τρεις εκτροπές από αυτές. Οι τρεις κύριες μορφές του πολιτεύματος είναι η βασιλεία, η αριστοκρατία και η δημοκρατία με αντίστοιχες εκτροπές από αυτές την τυραννίδα, την ολιγαρχία και την οχλοκρατία. Πάνω σ’ αυτό ο Αριστοτέλης εξήγησε ότι στη βασιλεία και την τυραννίδα η εξουσία είναι στα χέρια ενός, στην αριστοκρατία και την ολιγαρχία στα χέρια λίγων και στη δημοκρατία και την οχλοκρατία στα χέρια των πολλών. Τελικά όμως, όπως και ο Πλάτων, πριν από αυτόν, τείνει να πιστέψει ότι το πολίτευμα, όπως δείχνουν τα ίδια τα πράγματα, μπορεί να παρουσιάζεται μόνο σε δύο μορφές, στην πρώτη από αυτές το μέτρο το δίνει το κοινό καλό και στη δεύτερη το συμφέρον του άρχοντα.
Έκπληξη προκαλεί το γεγονός ότι ο Αριστοτέλης, παρά τους στενούς προσωπικούς του δεσμούς με μονάρχες της εποχής του, δεσμούς που συχνά τον έκαναν αντιπαθή στην αθηναϊκή δημοκρατία, δεν έκρυβε την προτίμησή του στη «μέση πολιτεία», όπως ονόμασε ο ίδιος μια βασική μορφή αστικής δημοκρατίας.Π ιστεύοντας ότι αυτή η μορφή πολιτεύματος είναι η «άριστη», επισήμανε ότι σ’ αυτή φτωχοί και πλούσιοι είναι ίσοι απέναντι στο νόμο, ότι η μεσαία τάξη εξασφαλίζει την απαιτούμενη ισορροπία ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς, με τον καλύτερο μάλιστα τρόπο, αν είναι ισχυρότερη από τις δύο άλλες τάξεις μαζί ή τουλάχιστον από την καθεμία τους, ότι η μεσαία τάξη κρατά το κέντρο βάρους στη μέση, αν απειληθεί σύγκρουση ανάμεσα στις ακραίες τάξεις και ότι, όπου επικρατεί η μεσαία τάξη, δεν αναπτύσσεται το κοινωνικό και ταξικό μίσος, γιατί από άποψη ιδιοκτησίας οι μεγάλες διαφορές περιορίζονται, με αποτέλεσμα οι κίνδυνοι πολιτικής αναταραχής να είναι ελάχιστοι.
Η ζωή των πολιτών σε ένα ιδανικό κράτος, κατά τον Αριστοτέλη, δεν μπορεί να εκδηλώνεται παρά με τη άσκηση της αρετής για το καλό του συνόλου και με την προσφορά πολλών ευκαιριών για τη χαρά της ομορφιάς. Αλλά τέτοιο κράτος, επισήμανε ο ίδιος, δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την αγωγή των πολιτών, που είναι μετά το πολίτευμα το δεύτερο από τα αναγκαία μέσα για την πραγμάτωση των σκοπών του κράτους. Έτσι ο Αριστοτέλης έκανε φανερή την ανάγκη να μορφώνονται τα παιδιά ως μελλοντικοί πολίτες, σύμφωνα με ένα σύστημα αγωγής οργανωμένο και εποπτευόμενο από το κράτος, προπαντός όμως ενιαίο, όπως ενιαίος πίστεψε ότι είναι και ο σκοπός του κράτους. Στο θέμα της αγωγής παρατήρησε ακόμη ότι δεν είναι αρκετό να προσφέρει η διδασκαλία στους μελλοντικούς πολίτες χρήσιμες γνώσεις αλλά πρέπει και αν τους εθίζει στη χαρά του καλού και του ωραίου, δηλαδή να τους προετοιμάζει για να κάνουν πράξεις αρετής. Σ’ αυτή την αποστολή της αγωγής πίστευε ότι είναι ανάγκη να εντοπίζεται το μεγαλύτερο ενδιαφέρον του κράτους και ακολουθώντας το κλασικό ιδανικό της εποχής του για πνεύμα γεμάτο υγεία, έδινε, όπως και ο Πλάτων πριν από αυτόν, μεγάλη σημασία στην ισόρροπη ανάπτυξη της «γυμναστικής αγωγής» και της «μουσικής αγωγής».
Εκτός από το πολίτευμα και την αγωγή, ο Αριστοτέλης μελέτησε ειδικότερα την ηθική τελείωση του ατόμου σε σχέση με την κοινωνική και την πολιτική ωριμότητα του πολίτη, την κοινωνία και την οικονομία, τις πολιτικές ουτοπίες και το πάθος της εξουσίας και τις αρμοδιότητές τους, το δίκαιο και τους νόμους, την έκφραση συλλογικής βούλησης, τις κοινωνικές τάξεις και την παθολογία της πολιτείας, τις επαναστάσεις και τα αίτιά τους. Ως κατακλείδα ας σημειωθεί ότι πρώτος διατύπωσε και εισηγήθηκε δύο βασικές αρχές, που ισχύουν σήμερα στην πολιτική σε παγκόσμια κλίμακα, τη διάκριση των εξουσιών και την αρχή της πλειοψηφίας.
http://www.metafysiko.gr/

Αριστοτέλης, το Έργο του - ΜΕΡΟΣ 6ο ΗΘΙΚΗ

Ηθική.
Ανθρωπολογικά θεμελίωσε ο Αριστοτέλης και την ηθική του, δηλαδή τη διδασκαλία του για το καλό και την ευτυχία, την αρετή και την πράξη. Έτσι και σ’ αυτή την περιοχή της φιλοσοφίας απομακρύνθηκε όχι μόνο από τη θρησκεία, που είχε θεμελιώσει την ηθική θεοκρατικά αλλά και από το Σωκράτη και τον Πλάτωνα, που, πιστεύοντας σε απόλυτο καλό και κακό, είχαν επιζητήσει να θεμελιώσουν την ηθική οντολογικά. Τον άνθρωπο θεώρησε ο Αριστοτέλης «αρχήν και γεννητήν των πράξεων ώσπερ και των τέκνων» και προχωρώντας ακόμη πιο μακριά από τον Πλάτωνα, τόνισε ότι ο σκοπός της ηθικής δεν είναι η γνώση του καλού και της αρετής, ως προϋπόθεση για την ηθικά καταξιωμένη πράξη, γιατί από αυτήν εξαρτάται η ευτυχία άμεσα, ενώ από τη γνώση εξαρτάται έμμεσα. Έτσι δίδαξε ότι ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να ευτυχήσει με δικά του μέσα, επειδή έχει τη δυνατότητα να ελέγχει τις πράξεις του, επομένως να κατακτήσει την αρετή, που οδηγεί στην ευτυχία.
Κατά τον Αριστοτέλη, ευτυχία είναι η σύμφωνη με την αρετή και βασισμένη στη φρόνηση ενέργεια της ψυχής. Διευκρίνιζε ότι η ζωή του ανθρώπου με την ηθική καταξιωμένη δραστηριότητα του είναι γεμάτη ηδονή, γιατί οι πράξεις της αρετής έχουν μέσα τους ηδονή. Σχετικά ο Αριστοτέλης, που πίστευε ότι η ηδονή είναι φυσική ανάγκη για όλους ανεξαρτήτως τους ζωντανούς οργανισμούς και ότι γι’ αυτό το λόγο δεν μπορεί να μη θεωρηθεί ως συστατικό της ευτυχίας, διέκρινε ηδονή των αισθήσεων και ηδονή πνευματική εξηγώντας ότι η πρώτη είναι κοινή σε όλα τα ζώα, ενώ η δεύτερη αποτελεί προνόμιο του ανθρώπου, βιώνεται μέσα στην πνευματική δραστηριότητά του και είναι αβλαβής, σταθερή και πιο έντονη από εκείνη των αισθήσεων. Επισημαίνοντας ακόμη ότι η ευτυχία βρίσκεται μέσα στη δραστηριότητα τη σύμφωνη με την αρετή, δεν παρέβλεψε βέβαια το γεγονός ότι όλες οι πράξεις, άσχετα από τα αποτελέσματά τους, έχουν σκοπό την ευτυχία. Επίσης δεν παραγνώρισε το γεγονός ότι η ζωή, επομένως και η ευτυχία του ανθρώπου, εξαρτάται και από την τύχη, δηλαδή από ορισμένα εξωτερικά αγαθά. Τόνισε όμως ότι από όλα τα συντελεστικά της ευτυχίας, που καθαυτά είναι αστάθμητα, μόνο η υπεύθυνη πράξη του ανθρώπου, η σύμφωνη με την αρετή, έχει ασφάλεια και διάρκεια στην επιδίωξη της ευτυχίας. Με την προϋπόθεση ότι η ευτυχία πραγματώνεται με την αρετή, ο Αριστοτέλης έδειξε πόσο αναγκαία είναι η γνώση της αρετής. Κατά την άποψή του, η αρετή δεν είναι ούτε πάθος ούτε δύναμη αλλά μόνιμη δεξιότητα της ψυχής, κατακτημένη με άσκηση. Εξήγησε ότι με αυτή τη δεξιότητα ο άνθρωπος επιλέγει σε ακραίες καταστάσεις, που ονομάζονται «έλλειψη» και «υπερβολή», μια μέση κατάσταση («μεσότητα»), αυτή που τον αφορά και που είναι καλύτερη γι’ αυτόν «ως ή επιστήμη κελεύει και ο λόγος». Δείχνοντας ότι είναι μέσα στις δυνατότητες του ανθρώπου η εύρεση του ορθού μέτρου, επιζήτησε να καθορίσει και το κριτήριο επιλογής του τρόπου ενέργειας στην κάθε πράξη. Σχετικά με αυτό το κριτήριο ο Αριστοτέλης, αφού παρατήρησε ότι κάθε απόκλιση από το ορθό μέτρο ενοχλεί τον άνθρωπο, επισήμανε την ανάγκη να ενεργεί ο άνθρωπος πάντα με τρόπο που να μη διαταράσσεται η ελεύθερη και καθαρή σκέψη του. Για την κατάκτηση της ίδιας της αρετής ο Αριστοτέλης, πιστεύοντας ότι ο άνθρωπος από τη φύση του δεν είναι ούτε καλός ούτε κακός, έκρινε απαραίτητα τα παραπάνω. Τη γενικά ομαλή δομή και ανάπτυξη του οργανισμού, τη σωστή μάθηση και την επιμονή και μακροχρόνια άσκηση, τονίζοντας ιδιαίτερα τη σημασία του εθισμού.
Αφού έδειξε ότι η αρετή πραγματώνεται με την πράξη, ο Αριστοτέλης μελέτησε την ίδια την ηθική πράξη στη δομή της και έδωσε την ακόλουθη περιγραφή της: πρώτα ο νους διαπιστώνει ότι είναι καλό, ύστερα διεγείρεται η «όρεξις», που συντελεί ώστε η κρίση του ότι κάτι είναι καλό να μεταμορφωθεί σε επιθυμία για την προσέγγιση, την απόκτηση και γενικά τη βίωση εκείνου που θεωρήθηκε καλό. Τότε ο νους δίνει εντολή για ανταπόκριση στην επιθυμία και όταν η εντολή του βρει ανταπόκριση, η βούληση πετυχαίνει την απόφαση. Στη συνέχεια το άτομο αναζητεί τα μέσα για την πραγμάτωση του σκοπού και υπολογίζει τις περιστάσεις, ώστε να διασφαλιστεί η πράξη από κάθε πλευρά και να επιτελεστεί σωστά και αποτελεσματικά («ότε δει και αφ’ οις και προς ους και ου ένεκα και ως δει μέσον τε και άριστον, όπερ εστί της αρετής»). Ο Αριστοτέλης παρατήρησε ακόμη ότι για να πράττει κανείς ηθικά, δεν αρκεί να πράττει σωστά αλλά χρειάζεται να έχει τη σωστή διάθεση και βούληση, δηλαδή τη σταθερή αγαθή προαίρεση. Έφτασε μάλιστα ως το σημείο να διατυπώσει την αρχή, που χαρακτηρίζει και την ηθική σκέψη του στο σύνολό της, ότι η προαίρεση και όχι η επιτυχία, δίνει στην πράξη ηθική αξία.
Στην ηθική φιλοσοφία του ο Αριστοτέλης, όπως και όλοι οι πριν από αυτόν φιλόσοφοι, δεν περιορίστηκαν στο ατομικό επίπεδο αλλά προχώρησε και στο κοινωνικό. Έτσι αναζήτησε την ηθική τελείωση του ανθρώπου μέσα στον οργανωμένο ομαδικό βίο και μελέτησε όλες τις μορφές επικοινωνίας, αποδίδοντας κορυφαία σημασία στη φιλία, που, με ιδιαίτερο ζήλο και προσωπική θέρμη, την ερεύνησε ως ηθικό φαινόμενο σε κάθε πτυχή της ατομικής και της κοινωνικής ζωής, από τις πιο συμπτωματικές συναντήσεις των επιβατών ενός πλοίου ως τους πιο μόνιμους δεσμούς των μελών μιας οικογένειας, ακόμη και ως τη «φιλαυτία», όπως ονόμασε ο ίδιος την αρμονική σχέση του ατόμου με τον εαυτό του. Χρησιμοποιώντας το βιολογικό και ανθρωπολογικό κριτήριό του δε θεώρησε απλώς τις ορμές πηγή των αρετών αλλά και δίδαξε ότι η ίδια η αρχή της ηθικότητας δεν είναι παρά «ορμή άλογός τις προς το καλόν». Ωστόσο και παρά τον τονισμό της σημασίας της πράξης απέναντι στη γνώση του καλού και της αρετής, ο Αριστοτέλης σε όλα τα ηθικά συγγράμματά του έχει ακρογωνιαίο λίθο την έννοια του ορθού λόγου, που κατέχεται από την κεντρική ιδέα της αρμονίας λόγου και πάθους και εξαντλεί το ενδιαφέρον του στη θεωρητική ανάλυση των μορφών του αγαθού και της δομής της ηθικής πράξης.
http://www.metafysiko.gr/

Αριστοτέλης, το Έργο του - ΜΕΡΟΣ 5ο Ανθρωπολογία

Ανθρωπολογία
(ψυχολογία).

Χωρίς να παραβλέψει τα κοινά γνωρίσματα ανάμεσα στον άνθρωπο και τα άλλα ζώα, ο Αριστοτέλης αναγνώρισε στον άνθρωπο μια θέση μοναδική μέσα στον κόσμο. Την υπεροχή του την επισήμανε βασικά στην όρθια στάση και στο όρθιο βάδισμά του, στην κατασκευή του χεριού, στον έναρθρο λόγο και στη συνειδητή σκέψη. Με την όρθια στάση του ο άνθρωπος, παρατήρησε ο Αριστοτέλης, έχει την ευχέρεια να κρατά ψηλά το κεφάλι και να το διευθύνει με τρόπο άγνωστο στα τετράποδα, με την ανύψωση του κεφαλιού ευνοούνται οι λειτουργίες των αισθήσεων και της νόησης. Το χέρι ο Αριστοτέλης το είδε σαν όργανο των οργάνων. Αντιστρέφοντας όμως τη θέση του Αναξαγόρα, ότι ο άνθρωπος είναι το πιο σοφό ζώο, επειδή έχει χέρια, υποστήριξε ότι, ακριβώς επειδή είναι το πιο σοφό ζώο, έχει χέρια. Για τη γλώσσα παρατήρησε ότι αυτή, με τη δομή και το σχήμα της, προπαντός όμως με τη συνθετότερη κίνησή της, είναι όργανο όχι μόνο της γεύσης αλλά και του έναρθρου λόγου, που μεταμορφώνει τη σκέψη σε φωνή και έτσι προάγει τη συνεννόηση, τη συμβίωση και τις πολυπλοκότερες σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Υποστήριξε επίσης ότι ο άνθρωπος διαθέτει τη νόηση σαν κάτι πρόσθετο πλάι στην αίσθηση, που είναι κοινή σε όλα τα ζώα, το είχαν ήδη παρατηρήσει ο Αλκμαίων ο Κροτωνιάτης, οι σοφιστές και ο Πλάτων αλλά ο Αριστοτέλης έδωσε μεγάλες διαστάσεις στη μελέτη αυτής της διαφοράς. Ως απότοκα του συνόλου των φυσικών παραγόντων που συμβάλλουν στην υπεροχή του ανθρώπου παρατήρησε μια σειρά από ιδιότητες και πάθη, που χαρακτηρίζουν μόνο τον άνθρωπο.
Κατά τον Αριστοτέλη λοιπόν, μόνο ο άνθρωπος έχει την έννοια του χρόνου, την ικανότητα να μετρά το χρόνο και ό,τι άλλο, να έχει αυτοσυνείδηση και να σκέφτεται για πράγματα που απασχολούν, να επιλέγει ανάμεσα σε πολλές δυνατότητες το δικό του τρόπο για να πράξει, να γελά και να χτυπά η καρδιά του από ψυχικά και πνευματικά ερεθίσματα. Τέλος, χωρίς να αμφισβητήσει τη διαπίστωση των παλαιότερων σοφιστών, ότι πολλά ζώα υπερτερούν σε δύναμη, σε αντοχή και σε αισθητήρια όργανα, παρατήρησε ότι με το πνεύμα του ο άνθρωπος διαθέτει ανεξάντλητη εφευρετικότητα, που του ανοίγει δρόμους για να πραγματώνει κάθε σκοπό του.
Σε αναφορά με τον άνθρωπο ως σύνολο, όχι μεμονωμένα, είδε ο Αριστοτέλης και το πρόβλημα της ψυχής. Θεώρησε την ψυχή από την αρχή ως όργανο του φορέα της, και γι’ αυτό επέκρινε τόσο τη θεωρία του Δημόκριτου ότι η ψυχή αποτελείται από άτομα, όσο και τη θεωρία του Πλάτωνα ότι η ψυχή έχει αυτοκίνηση. Ο Αριστοτέλης μελέτησε την ψυχή όχι μόνο από γενική φιλοσοφική άποψη αλλά και από βιολογική, γνωσιολογική και ηθική, προσέχοντας περισσότερο, πρώτος αυτός κατά την αρχαιότητα, τα ψυχοσωματικά και βιολογικά φαινόμενα παράλληλα με τα νοητικά. Από αυτό φαίνεται πόσο διεύρυνε στον καιρό του την έννοια της ψυχής. Ωστόσο πρέπει να σημειωθεί ότι και στην ψυχολογία του ο Αριστοτέλης παρέμεινε φιλόσοφος και έτσι δε θα μπορούσε να ταυτιστεί με το σύγχρονο ψυχολόγο. Ο Αριστοτέλης όρισε την ψυχή με αυτά τα λόγια: «Η ψυχή έστιν εντελέχεια η πρώτη σώματος φυσικού δυνάμει ζωήν έχοντος». Ειδικότερα, θεώρησε την ψυχή σε σχέση με το σώμα από τη σκοπιά της οντολογίας του ως μορφή («είδος»), από τη σκοπιά της φυσικής θεωρίας του για την κίνηση ως πηγή κίνησης («ενέργεια») και με το τελεολογικό κριτήριό του ως τελικό σκοπό του όντος («εντελέχεια»). Σύμφωνα πάντα με τα βιολογικά και τα τελεολογικά κριτήριά του, διέκρινε τρεις τύπους ψυχής, τη «θρεπτική» (του φυτού), την «αισθητική» (του ζώου) και τη «διανοητική» (του ανθρώπου). Για τον τελευταίο τύπο ψυχής δίδαξε ακόμη ότι αυτός αποτελείται από τον «παθητικόν νουν», που συνδέεται με τα πάθη και είναι θνητός και με τον «ποιητικόν νουν», που είναι απαθής, θεωρητικός και αθάνατος. Και στο σημείο αυτό παρατηρείται ότι ο Αριστοτέλης, όπως στην κοσμολογία του, έτσι και στην ψυχολογία του, παρόλο τον πραγματισμό του, τελικά δεν κατόρθωσε να απαλλαγεί από τα δυαρχικά κατάλοιπα.
Εν συνεχεία, με πρόθεση να μελετήσει τις «κοινές πράξεις», δηλαδή τις κοινές λειτουργίες σώματος και ψυχής, ο Αριστοτέλης έγραψε και πολλές μικρότερες, ειδικές πραγματείες για τον ύπνο, τα όνειρα, τη μαντική, την αίσθηση, τη μνήμη, τη νόηση κ.ά., που έμειναν γνωστές με το γενικό τίτλο «Μικρά Φυσικά». Για τον ύπνο, που τον χαρακτήριζε φυσιολογική απώλεια της συνείδησης, παράτησε ότι οφείλεται σε αδυναμία των αισθήσεων, που έτσι λειτουργούν ασυντόνιστα, με αποτέλεσμα το ίδιο γεγονός να έχει στην κάθε μια από αυτές διαφορετική επίδραση. Για τα όνειρα έδωσε φυσικές εξηγήσεις, τα χαρακτήρισε δηλαδή ως ένα είδος ανάμνησης και αναίρεσε την κρατούσα αντίληψη ότι περιέχουν μηνύματα των θεών, παρατηρώντας ότι όνειρα βλέπουν και τα ζώα. Την αίσθηση, που τη θεωρούσε ψυχοσωματική λειτουργία, την απέδωσε σε αλλοίωση μέσα στο αισθητήριο όργανο, με αποτέλεσμα να αναπαράγεται η αντικειμενική πραγματικότητα υποκειμενικά αλλά και με πιστότητα. Εκτός από τις μεμονωμένες αισθήσεις ο Αριστοτέλης αναγνώρισε και μια κοινή, που έχει κριτική ιδιότητα. Εξήγησε όμως ότι η «κοινή αίσθησις» πρώτα συντονίζει τις αισθήσεις, για να παραχθεί η παράσταση («φαντασία»), η οποία βοηθάει για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος, η μορφή, η κίνηση και ο χρόνος και ύστερα συνθέτει τις επιμέρους παραστάσεις για να παραχθεί η νόηση. Εξήγησε ακόμη ότι κάθε επιμέρους αίσθηση έχει σωστή αντίληψη των πραγμάτων, ενώ το ενδεχόμενο λάθος στην παράστασή τους ανάγεται αποκλειστικά στην κοινή αίσθηση, δηλαδή στο συντονισμό των αισθήσεων. Είπε επίσης ότι η σχέση νόησης και νοητού πράγματος είναι ανάλογη με τη σχέση αίσθησης και αισθητού πράγματος. Από όλα αυτά γίνεται φανερό ότι ο Αριστοτέλης θεωρούσε την αίσθηση αφετηρία για τη νόηση και αδύνατη τη γνώση «έξω του αισθάνεσθαι». Με αυτόν τον τρόπο απομακρύνθηκε από τη διδασκαλία του Πλάτωνα για την προτεραιότητα της νόησης και πλησίασε περισσότερο την αισθησιοκρατική αντίληψη του Δημόκριτου.

http://www.metafysiko.gr/

Αριστοτέλης, το Έργο του - ΜΕΡΟΣ 4ο Φυσική φιλοσοφία

Φυσική φιλοσοφία
(κοσμολογία-φυσιογνωσία-βιολογία).

Στη μελέτη του φυσικού κόσμου ο Αριστοτέλης προσδιορίστηκε, όπως ήταν επόμενο, από τη βασική οντολογική θέση του ότι η ουσία των πραγμάτων είναι σύνθετη από ύλη και μορφή, που στη φυσική φιλοσοφία του τη συμπλήρωσε με το τελεολογικό κριτήριο. Σύμφωνα μ’ αυτό δίδαξε ότι η φύση δημιουργεί, πάντα σκόπιμα και πάντα πάνω σε μόνιμα καθορισμένη κλίμακα ειδών, από τα ατελέστερα προς τα τελειότερα όντα, που όχι μόνο έχουν μέσα τους καθένα χωριστά το σκοπό της αυτοπραγμάτωσής τους («εντελέχεια») αλλά και που γίνονται για να εξυπηρετήσουν, με την ίδια την αυτοπραγμάτωσή τους, την πραγμάτωση άλλων, ανώτερων ειδών, με μια εξέλιξη όχι από είδος σε είδος αλλά μέσα στα ίδια τα είδη, έτσι που να διαιωνίζεται απαραβίαστα η κλίμακα των ειδών.
Στη φυσική φιλοσοφία αντικείμενο της μελέτης του φιλοσόφου ήταν τα φυσικά πράγματα και ό,τι συμβαίνει με αυτά, δηλαδή «γένεση», «μεταβολή», «κίνηση» κτλ. Ενδιαφέρθηκε να αποσαφηνίσει πρώτα βασικές έννοιες της φυσικής, όπως το άπειρο, η μάζα και το κενό, το συνεχές, ο χώρος και ο χρόνος, η κίνηση και η μεταβολή. Για την αποδοχή του απείρου είχε τρία επιχειρήματα. Πρώτο, ό,τι ο χρόνος δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος, δεύτερο ότι τα σώματα τέμνονται απεριόριστα και τρίτο, ότι οι αριθμοί δεν τελειώνουν πουθενά. Για το χώρο σε σχέση με την κίνηση παρατήρησε ότι και τα δύο προϋποθέτουν αμοιβαία το ένα το άλλο, γιατί η κίνηση είναι νοητή μόνο σε σχέση με κάτι. Για το συνεχές δίδασκε ότι, όπως ο χώρος σε σχέση με τα πράγματα, έτσι και το συνεχές δεν είναι κάτι πλάι στη μάζα, στο χρόνο και στην κίνηση αλλά μια δομή κοινή με αυτά τα φαινόμενα και παρουσιάζεται, καθώς αυτά συνδέονται λειτουργικά. Με αυτό τον τρόπο πρώτος επισήμανε τη σχετικότητα χώρου, χρόνου και κίνησης, λέγοντας ότι η κίνηση και κάθε μεταβολή είναι συνεχείς, επειδή η διανυόμενη απόσταση είναι συνεχής, επειδή η κίνηση είναι συνεχής. Γενικεύοντας δίδαξε ότι, καθώς η κίνηση είναι αιώνια, είναι αιώνιος και ο κόσμος, ότι η κίνηση των όντων φαινομενικά αυτοκίνηση, ενώ στην πραγματικότητα κάθε κίνηση μέσα στον κόσμο δεν είναι παρά αυτοκίνηση πράγματος κινουμένου απέξω και ότι η αλυσίδα «κινούν-κινούμενον» προϋποθέτει ένα «ακίνητον κινούν», δηλαδή τη λογική αρχή της κίνησης που είναι καθαυτήν ανεξάρτητη από την κίνηση.
Σύμφωνα με όλες τις παραπάνω θεωρητικές διαπιστώσεις του, ο Αριστοτέλης υποστήριξε ότι ο κόσμος και ολόκληρος ο βιολογικός κύκλος μέσα σ’ αυτόν είναι πράγματα αιώνια, ότι η ολοκληρωμένη μορφή κάθε παροδικού πράγματος είναι το αισθητό φανέρωμα της αιωνιότητας και της νομοτέλειας του φυσικού γίγνεσθαι και ότι ο κύκλος της ανάγκης, σε αναφορά με την αιωνιότητα της μορφής, ακολουθεί μηχανικά τη γραμμή γένεση-αύξηση-τελείωση-μείωση-φθίση-φθορά.
Τον κόσμο ο Αριστοτέλης τον περιέγραφε με αφετηρία τα δεδομένα της φυσικής φιλοσοφίας των προσωποκρατικών. Είπε ότι τα φυσικά σώματα είναι κράματα από τα τέσσερα στοιχεία (γη, νερό, αέρας, φωτιά), που συνδυάζουν μέσα τους τις βασικές ποιότητες (γη-κρύο/ζεστό, νερό-κρύο/υγρό, αέρας-ζεστό/υγρό, φωτιά-ζεστό/ξερό) και που μέσα στον κοσμικό χώρο έχουν διάταξη σε ομόκεντρες σφαίρες, με τα βαρύτερα προς το κέντρο (γη) και τα ελαφρότερα προς την περιφέρεια (φωτιά). Σ’ αυτά τα τέσσερα στοιχεία, τα οποία οι προσωκρατικοί είχαν υποθέσει ως συστατικά του σύμπαντος, ο Αριστοτέλης πρόσθεσε πέμπτο, τον αιθέρα στην εξωτερική περιφέρεια. Οι ονομασίες «πέμπτον σώμα» ή «πέμπτη ουσία» ή «πεμπτουσία» ως χαρακτηρισμός του αιθέρα δεν οφείλεται στον ίδιο τον Αριστοτέλη αλλά σε μεταγενέστερους «δοξογράφους». Για τον αιθέρα ο Αριστοτέλης είπε ότι από αυτόν, ως μοναδικό υλικό, αποτελούνται όλα τα ουράνια σώματα από τη Σελήνη και πέρα και γι’ αυτό το λόγο εκείνα παραμένουν αναλλοίωτα, ενώ τα σώματα κάτω από τη Σελήνη μεταβάλλονται αδιάκοπα. Από αυτές τις θέσεις γίνεται φανερό ότι ο Αριστοτέλης δεν μπόρεσε να ξεπεράσει την παλιότερή του κοσμολογία ούτε στο θέμα της «δυαρχίας» (δυο είδη υλικού και δομής μέσα στο σύμπαν) ούτε στο θέμα του γεωκεντρισμού (ομόκεντρες σφαίρες γύρω από τη Γη). Για την Γη αποδέχθηκε βέβαια την επιστημονικότερη θεωρία του Ευδόξου, που της απέδωσε σφαιρικότητα ανάλογη με τη σφαιρικότητα του ουρανού και, αντίθετα από ό,τι θα περίμενε κανείς, ήταν καλύτερα πληροφορημένος για τις χώρες της Δύσης παρά για εκείνες της Ανατολής. Στα «Μετεωρολογικά» του εξέτασε ακόμη φαινόμενα, όπως οι διάττοντες και οι καινοφανείς αστέρες, οι μετεωρίτες και οι κομήτες, το Βόρειο Σέλας και ο Γαλαξίας, απαλλαγμένος από δεισιδαιμονίες που ήταν κυρίαρχες στην εποχή του γύρω από αυτά τα φαινόμενα.
Με τις επιδόσεις του σε ειδικά προβλήματα της γενικής φυσιογνωσίας της εποχής του ο Αριστοτέλης πέτυχε να θεμελιώσει θεματολογικά και μεθοδολογικά τη βιολογία και πολλούς άλλους συγγενικούς κλάδους της επιστήμης, όπως η φυτολογία, η ζωολογία, η οικολογία, η εντομολογία, η εμβρυολογία, η ψυχολογία των ζώων κτλ. Έτσι πρώτος εισηγήθηκε μεθόδους ταξινόμησης των ειδών, εξέτασε τα αίτια της διαφοροποίησης του γένους, τις κληρονομικές και τις επίκτητες ιδιότητες, την πολυγονία και την ολιγογονία, την πολυτοκία και τη διάρκεια της κύησης στα διάφορα ζώα, την εξάπλωση ορισμένων ειδών και την επίδραση του φυσικού περιβάλλοντος στο «ήθος» των ζώων, στις συνήθειές τους, στις ασθένειές τους κτλ. Ο φιλόσοφος αντλούσε το μεγαλύτερο μέρος του πληροφοριακού υλικού του από βιβλία, λαϊκές παραδόσεις, προσωπικές συζητήσεις με γεωργούς, βοσκούς, κυνηγούς, ψαράδες, πρακτικούς γιατρούς κτλ. και σπάνια από αυτοψία. Συνεπώς, η γνώμη ότι ήταν οργανωτής ενός είδους κέντρου έρευνας για όλα αυτά τα πράγματα είναι τουλάχιστον υπερβολική.
Για τις βιολογικές έρευνές του ο Αριστοτέλης διατύπωσε και εφάρμοσε τρία κριτήρια, την «κλίμακα ζωής» (θρεπτική, αισθητική, διανοητική), την «εγγενή θερμότητα» (όσο πιο θερμόαιμο, τόσο πιο εξελιγμένο ζώο) και την «πολυπλοκότητα» της δομής (όσο πιο σύνθετα όργανα, τόσο τελειότερος οργανισμός). Ας σημειωθεί ότι εισάγοντας την έννοια του «οργάνου» και στη συνέχεια του ανόργανου και του οργανικού κόσμου, ο Αριστοτέλης ήταν προσδιορισμένος από τις κρατούσες στην εποχή του, μεταφυσικές και θεολογικές αντιλήψεις για την ψυχή, δηλαδή ότι αυτή μεταχειρίζεται το σώμα σαν όργανο για να πραγματώσει τους σκοπούς της.
Συνοψίζοντας, μπορεί να λεχθεί ότι ο Αριστοτέλης επισήμανε τις εξής βιολογικές αρχές, που η σύγχρονη επιστήμη ανακάλυψε και διατύπωσε εκ νέου, χωρίς να έχει συγκεκριμένη γνώση σχετικών διδασκαλιών του Αριστοτέλη.
1. Η φύση είναι απλή. Επιλύει κάθε πρόβλημά της με τον απλούστερο δυνατό τρόπο και δε δημιουργεί τίποτε μάταια και περιττά.
2. Η φύση δημιουργεί αντίβαρο σε κάθε υπερβολική δύναμη και έτσι εξομαλύνει ανισότητες και αντιθέσεις.
3. Η φύση περιορίζει τα σπέρματα εκεί όπου παρατηρείται υπέρμετρη ανάπτυξη.
4. Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του «είδους» μέσα στο άτομο είναι η τελευταία βαθμίδα στη διαδικασία γένεσης του εμβρύου.
5. Τα όργανα είναι εξειδικευμένα.
6. Τα όργανα, παράλληλα με την κύρια λειτουργία τους, επιτελούν και δευτερεύουσες λειτουργίες.
7. Ορισμένα όργανα είναι διαμορφωμένα έτσι, ώστε να προάγουν τη διαιώνιση του είδους.
8. Τα όργανα, όπου είναι κατά ζεύγη, έχουν συμμετρική διάταξη.
http://www.metafysiko.gr/