https://www.facebook.com/artemissky.blogspot?ref_type=bookmark

ΑΡΤΕΜΙΣ

ΑΡΤΕΜΙΣ
Ήταν θεά του κυνηγιού,”πότνια θηρών” κατά τον Όμηρο,θεά των αγριμιών και της Σελήνης.

ΕΛΛΑΣ - HELLAS

'' Επιόντος άρα θανάτου επί τον άνθρωπον, το μεν θνητόν, ως έοικεν, αυτού αποθνήσκει, το δ' αθάνατον, σώον και αδιάφθορον, οίχεται απιόν. `Οταν επέρχεται ο θάνατος στον άνθρωπο, το μεν θνητό μέρος αυτού, καθώς φαίνεται, πεθαίνει, το δε αθάνατο, η ψυχή, σηκώνεται και φεύγει σώο και άφθαρτο '' ΠΛΑΤΩΝΑ

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .
ΑΝΟΙΚΩ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2014

Το savoir vivre των Αρχαίων Ελλήνων ~ Οι καλοί τρόποι στη ζωή των προγόνων μας ~ Ενδυμασία, καλλωπισμός, γάμος, αγωγή, γεύματα ~ Η προέλευση της λέξης "Χαμαιτυπείο


-Στην αρχαιότητα η αρχή της ημέρας συνέπιπτε με την ανατολή του ηλίου και το πέρας με τη δύση. Ο ρήτορας Αισχίνης σε λόγο του αναφέρει έναν νόμο της Αθήνας που απαγόρευε στους γονείς να στέλνουν τα παιδιά τους έξω από το σπίτι πριν από την αυγή και τόνιζε ότι αυτά έπρεπε να μαζεύονται στο σπίτι τους πριν δύσει ο ήλιος.

-Ο αρχαίος Έλληνας περνούσε σχεδόν όλη την ημέρα έξω από το σπίτι, αφού βεβαίως έκανε την απαραίτητη προετοιμασία πριν βγει: έπλενε τo πρόσωπο και τα χέρια του και έτρωγε ένα λιτό πρωινό αποτελούμενο από λίγα κομμάτια ψωμιού βουτηγμένα σε νερωμένο κρασί.

-Εθεωρείτο σπάνιο έως παράδοξο ένας Ελεύθερος πολίτης να τεμπελιάζει στό σπίτι κατά τη διάρκεια της ημέρας, εκτός εάν...
 ήταν ασθενής.

-Κατά την έξοδο του πολίτη από το σπίτι τον συνόδευαν ένας ή δύο δούλοι, αναλόγως της οικονομικής του καταστάσεως. Προορισμός του ήταν η αγορά, πού δεν ήταν μόνον εμπορικό κέντρο όπως σήμερα, αλλά και πολιτικό και θρησκευτικό.

-Όλες τις αγορές τις έκανε ο άνδρας. Η γυναίκα στην αρχαιότητα δεν πήγαινε ποτέ στην αγορά ούτε έστελνε τις υπηρέτριες της. Εξαίρεση αποτελούσαν οι πολύ φτωχές η οι άνω των πενήντα ετών, οι οποίες δεν υπέκειντο στον κατ' οίκον περιορισμό.

-Στους αρχαίους Έλληνες, σύμφωνα με τις γραπτές μαρτυρίες, δεν άρεσαν οι νευρικοί ή οι βιαστικοί και δεν υπέφεραν την υπεροψία. Την έπαρση, το αλαζονικό περπάτημα οι Αθηναίοι το κατέκριναν. Αλλά δεν επαινούσαν και το βιαστικό περπάτημα. Δεν εθεωρείτο αξιοπρεπές για έναν άνδρα να ρίχνει το βλέμμα του παντού, όπως δεν εθεωρείτο ωραίο να βαδίζει κανείς με τα μάτια χαμηλωμένα στη γη και με ύφος λυπημένο.

-Δικαίωμα εξόδου είχαν οι νυμφευμένες γυναίκες, που πήγαιναν περιπάτους ή επισκέψεις, καθώς καί οι ανύμφευτες, μόνον εάν συνοδεύοντα από μιά δούλη ή από τους γονείς τους ή από έναν ηλικιωμένο συγγενή. Στους γάμους, τις κηδείες και τις θρησκευτικές τελετές, οι γυναίκες συμμετείχαν ελεύθερα.

-Προσφιλής τόπος συζητήσεων στην αγορά ήταν τα κουρεία. Οι κουρείς ήταν ενήμεροι για όλα τα νέα και μιλούσαν για τα πάντα. «Πώς θέλετε να σας κουρέψω;» ρώτησε ο κουρέας τον βασιλιά της Μακεδονίας Αρχέλαο. «Χωρίς πολλές κουβέντες» απάντησε ο βασιλιάς,

-Η χειραψία περιορίζετο μόνο στις όρκομωσίες και τους επίσημους αποχωρισμούς. Ο συνήθης τρόπος χαιρετισμού ήταν με μια κίνηση του χεριού και τη φράση Χαίρε ή Υγίαινε.

-Η βάση της αμφιέσεως ήταν ο χιτώνας. Πάνω από τον χιτώνα φορούσαν το ιμάτιον -ενα είδος μανδύα- ή τη χλαμύδα. Αποτελεί πλάνη η άποψη ότι τα ρούχα τών αρχαίων Ελλήνων ήταν λευκά -όπως οι κίονες των ναών. Αντιθέτως, ήταν πολύχρωμα με προτίμηση στο κόκκινο, το πορφυρούν, τό πράσινο ανοιχτό, το κυανούν. Οι άνδρες θεωρούσαν ότι το κίτρινο ταιριάζει πιο πολύ στις γυναίκες.

-Ο χιτώνας των γυναικών ήταν συνήθως πιο μακρύς από τον ανδρικό. Επρόκειτο για ένα άπλό, μακρύ υποκάμισο που έπεφτε ελεύθερα κατά μήκος του σώματος και πιανόταν μόνο με ένα κορδόνι. Οι παντρεμένες γυναίκες έδεναν το κορδόνι κόμπο κάτω από το στήθος τους, ενώ τα νεαρά κορίτσια στον θώρακα ή στους γοφούς. Οι άκρες του γυναικείου χιτώνα εστερεώνοντο με μια πόρπη από τον δεξιό ώμο ή έδένοντο σε φιόγκο επάνω στο στήθος.





-Η μόδα άλλαζε, όπως και σήμερα, το άκρον άωτον όμως της κομψότητος παρέμενε το ίδιο: ήταν ο τρόπος που εντέχνως δημιουργούσαν τις πτυχώσεις του ίδιου κομματιού υφάσματος. (Κάτι ανάλογο γίνεται και σήμερα με τις πτυχώσεις τού σκωτσέζικου kilt). Σε γενικές γραμμές πάντως, τα ρούχα των αρχαίων Ελλήνων ήταν ομοιόμορφα και πρακτικά.



-Οι γυναίκες φορούσαν κοσμήματα (βραχιόλια, δακτυλίδια, περιδέραια, σκουλαρίκια, διαδήματα) και οι άνδρες δακτυλίδια-σφραγίδες. Η τελευταία λέξη της μόδας στην κλασική έποχη ήταν το ραβδί για τους άνδρες.







-Μεγάλη σημασία έδιναν στην κόμμωση, της οποίας η μόδα άλλαζε επίσης. Επί παραδείγματι, οι άνδρες τον 6ο αιώνα π.Χ. είχαν μακρείς βοστρύχους, οι οποίοι έγιναν πιο κοντοί μετά τη μάχη του Μαραθώνα. Ο Λυκούργος υποστήριζε ότι τα μακριά μαλλιά κάνουν τον όμορφο άνδρα να φαίνεται ωραιότερος και τον άσχημο να φαίνεται πιο αποκρουστικός. Γενικώς, στην κλασική Αθήνα η μακριά και περιποιημένη κόμη ήταν ένδειξη αριστοκρατικής καταγωγής και συχνά ολιγαρχικών πολιτικών αντιλήψεων και φιλολακωνικών αισθημάτων.


-Οι άνδρες, όπως και οι γυναίκες, έβαφαν τα μαλλιά τους, είτε για να τα κάνουν πιό ανοικτά είτε γιά να κρύψουν τη λευκότητά τους. Είναι γνωστό ότι χρησιμοποιούσαν ειδικό λάδι με αρωματικές ουσίες για την περιποίηση των μαλλιών τους.

-Οι κυρίες χρησιμοποιούσαν κρέμες για να ασπρίζουν τα μαγουλά τους, διότι το χλωμό πρόσωπο ήταν πρότυπο ομορφιάς. Χρησιμοποιούσαν επίσης ψιμύθια καί βαφές για τα φρύδια και τις βλεφαρίδες. Η ελληνική λέξη για τό μακιγιάζ είναι ψιμυθίασις. Σε ανασκαφές βρέθηκαν εργαστήρια με καθρέπτες, τσιμπιδάκια, καρφίτσες, μπουκαλάκια με αρώματα και δοχεία με κρέμες.

«Μια μέρα πρόσεξα ότι η γυναίκα μου είχε καλλωπισθεί. Είχε τρίψει με λευκό μόλυβδο το πρόσωπο, για να κάνει τη χροιά του δέρματος της να φαίνεται πιό χλωμή άπ' όσο πραγματικά ήταν, είχε βάλει ρουζ στά μαγουλά της για να φαίνονται πιό ροδαλά απ' όσο πραγματικά ήταν και φορούσε παπούτσια με τακούνια, ώστε να φαίνεται πιό ψηλή άπ' όσο πραγματικά ήταν»σημειώνει χαρακτηριστικώς ο συγγραφέας Ισχόμαχος.



-Στο σπίτι οι αρχαίοι κυκλοφορούσαν ξυπόλητοι. Στον δρόμο όμως φορούσαν υποδήματα, είτε σανδάλια είτε αρβύλες. Ο φιλόσοφος Σωκράτης προτιμούσε να περπατά πάντοτε ξυπόλητος παρ' ότι οι δρόμοι των Αθηνών δεν έφημίζοντο για την καθαριότητά τους.

-Οι αρχαίοι Έλληνες στίλβωναν τα υποδήματά τους με σφουγγάρι. Σχετικώς με το στίλβωμα έφθασε ως εμάς το έξης διασκεδαστικό ανέκδοτο: Ένας Αθηναίος συναντήθηκε στον δρόμο με έναν γνωστό του και παρατήρησε ότι τα υποδήματα του ήταν θαυμάσια στιλβωμένα. Απ' αυτό συμπέρανε ότι ο φίλος του αντιμετώπιζε οικονομικές δυσκολίες και ήταν υποχρεωμένος να στιλβώνει μόνος του τα υποδήματά του, διότι ένας δούλος δέν θα του τα στίλβωνε ποτέ τόσο καλά.

-Το πρώτο καθήκον της συζύγου ήταν να δώσει απογόνους, κατά προτίμησιν άρρενες. Η τεκνοποιία ήταν τόσο σημαντική, ώστε στη Σπάρτη ήταν αποδεκτό να δανείζει τη γυναίκα του ένας σύζυγος σε έναν άλλο άνδρα, προκειμένου αυτός να την καταστήσει έγκυο.

-Η λέξη εταίρα σημαίνει κυριολεκτικώς θηλυκός σύντροφος. Ήταν οι μόνες γυναίκες που επετρέπετο να συμμετέχουν στα συμπόσια και οι μόνες που διέθεταν παιδεία ισότιμη με αυτήν των ανδρών.


-Πολλά έχουν γραφεί για τις ερωτικές προτιμήσεις των αρχαίων Ελλήνων. Οι ίδιοι δεν έκαναν διάκριση μεταξύ ομοφυλοφιλίας και έτεροφυλοφιλίας. Θεωρούσαν αποδεκτές τις σχέσεις μεταξύ ανδρών αλλά και μεταξύ γυναικών, κυρίως ως βάση της διαπαιδαγωγήσεως των νέων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν ο Ιερός Λόχος των αρχαίων Θηβών, ο οποίος απετελείτο από ζεύγη ανδρών-εραστών: στη μάχη ο καθένας προσπαθούσε να προστατεύσει τον αγαπημένο του, άλλα και ντρεπόταν να φανεί δειλός στα μάτια του.






-Οι περισσότεροι γάμοι ήταν προσυμφωνημένοι, με τελευταίο κριτήριο τα αισθήματα των μελλονύμφων. Η προίκα ήταν ίσως το πρώτο και σπουδαιότερο κριτήριο. Χωρίς αυτήν ένα κορίτσι κινδύνευε να τελειώσει τη ζωή του «ανύπανδρο και άτεκνο».

-Σε περίπτωση διαζυγίου, ο σύζυγος ήταν υποχρεωμένος να επιστρέψει την προίκα άθικτη στον πατέρα της γυναίκας του και μάλιστα επαυξημένη κατά 18%.

-Σύμφωνα με τον Σόλωνα, η ιδανική ηλικία για να νυμφευθεί ένας άνδρας ήταν μεταξύ 27 και 34 ετών. Για τις γυναίκες ήταν τα μεσαία χρόνια της εφηβείας τους, συνήθως μεταξύ 12 και 36 ετών.

Η πρώτη τελετή του γάμου ήταν ο αρραβώνας, όπου δεν ήταν υποχρεωτική η παρουσία της νύφης. Εκεί, παρουσία μαρτύρων, υπεγράφετο το συμβόλαιο του γάμου.

-Υπήρχε ειδικός μήνας για τους γάμους, ο Γαμήλιων (23 Δεκεμβρίου-22 Ιανουαρίου). Την ημέρα του γάμου η νύφη έκανε ένα τελετουργικό λουτρό με νερό, με ένα ειδικό αγγείο, τονλουτροφόρο. Μετά την τελετή ακολουθούσε γιορτή στο σπίτι του πατέρα της νύφης.

-Στους προσκεκλημένους προσεφέροντο γλυκίσματα από σουσάμι.


-Η πρώτη νύχτα του γάμου περιελάμβανε έναν υμνο, το εηιθαλάμιον (ενν. άσμα), που έψαλλαν οι συγγενείς έξω από το νυφικό δωμάτιο, τον θάλαμον. Σύμφωνα με μεταγενέστερη πηγή, είχε σκοπό να καλύψει τις κραυγές της νύφης από την άρση της παρθενίας της.

-Η μονογαμία αποτελούσε θεμελιώδη αρχή του γάμου, αυτό όμως δεν εμπόδιζε τους αρχαίους Έλληνες να έχουν εξωσυζυγικές σεξουαλικές σχέσεις με πόρνες ή με δούλες. Δεν ίσχυε όμως το ίδιο για τις γυναίκες.

Εάν ένας άνδρας συνελάμβανε τη γυναίκα του στο κρεβάτι με τον εραστή της, είχε το δικαίωμα να τον σκοτώσει χωρίς να τιμωρηθεί. Αυτό ακριβώς ισχυρίσθηκε ότι έπραξε κι ένας Αθηναίος ο όποιος κατηγορήθηκε για τον φόνο του εραστή της γυναίκας του και άπολογούμενος εκφώνησε τον περίφημο Κατά Ερατοσθένους λόγο, που έγραψε για λογαριασμό του οΛυσίας.

-Ενώ όμως οι νομοθέτες προστάτευαν τον γάμο ως θεσμό, οι περισσότεροι συγγραφείς ήσαν μάλλον μισογύνηδες. Ο Σωκράτης, επί παραδείγματι, υποστήριζε ότι «η γυναίκα είναι ένα δυσβάστακτο φορτίο» και ο Διογένης ο Κυνικός στην ερώτηση «πότε πρέπει να νυμφευθόμεθα» απαντούσε «οι μεν νέοι ουδέποτε, οι δε πρεσβύτεροι ουδεπώποτε»,δηλαδή ποτέ των ποτών.

-Η αγωγή των παιδιών απασχολούσε ιδιαιτέρως τους αρχαίους. Ο Πλάτων υποστήριζε ότι τα παιδιά μέχρι το δέκατο έτος πρέπει να ασχολούνται με τη γυμναστική και μετά από αυτή την ηλικία με τα γράμματα. Ο Αριστοτέλης θεωρούσε ότι μέχρι τα πέντε τους χρόνια τα παιδιά δεν πρέπει να παρακολουθούν μαθήματα ούτε να κουράζονται σωματικώς, διότι εμποδίζεται η ανάπτυξη τους.

-Πριν από τον 5° αιώνα π.Χ, η εκπαίδευση κα η ανατροφή των παιδιών ανετίθετο σε ιδιωτικούς παιδαγωγούς, αλλά αργότερα λειτούργησαν σχολεία. Στην Αθήνα πάντως ήταν σπάνιο παιδιά ελεύθερων πολιτών να είναι αγράμματα. Η σημασία που έδιναν οι Αθηναίοι στη μόρφωση των παιδιών τους φαίνεται και από το έξης περιστατικό:
Όταν οι Πέρσες πλησίαζαν και επρόκειτο να καταλάβουν την Αθήνα, οι Αθηναίοι εκκένωσαν την πόλη και μετέφεραν τα γυναικόπαιδα στην Τροιζήνα. Εκεί το πρώτο πράγμα για το οποίο φρόντισαν ήταν να βρουν δασκάλους για τα παιδιά τους!

-Στο σπίτι ο παιδαγωγός δίδασκε το αγόρι καλούς τρόπους: ένα παιδί δεν επιτρεπόταν να συζητά με μεγάλους ή να γελά με χάχανα, δεν ήταν ωραίο να κάθεται με σταυρωμένα πόδια ή με το ένα πόδι επάνω στο άλλο, ούτε να στηρίζει στα χέρια το πηγούνι του.

-Στη Σπάρτη οι παραμάνες δίδασκαν τα παιδιά να αποφεύγουν κάθε θόρυβο όταν έτρωγαν, να μη φοβούνται το σκοτάδι, να μην κλαίνε ούτε να τσιρίζουν και να μην εκδηλώνουν θυμό ή ξέσπασμα νεύρων. Επίσης τους μάθαιναν να παραμερίζουν όταν περνούσαν οι μεγαλύτεροι τους στον δρόμο και να σηκώνονται όταν αυτοί έμπαιναν σε μια αίθουσα.

-Στην Αθήνα η διστακτικότητα ήταν μια αρετή πάρα πολύ ταιριαστή στη νεότητα. Μπροστά σε ηλικιωμένους, ο νέος έπρεπε να σιωπά, να άπαντα μόνο εάν τον ρωτούσαν, αλλά και τότε χαμηλοφώνως. Το να μιλά κανείς δυνατά εθεωρείτο έλλειψη αγωγής, ιδιαιτέρως άξιοκατάκριτη για τους εφήβους και τη νεολαία. Σ' αυτό το σύνολο των ωραίων ιδιοτήτων έδωσαν το όνομα σωφροσύνη.

-Η σωματική άσκηση είχε τεράστια σημασία και η έννοια τηής τελειότητος του σώματος, όπως αντικατοπτρίζεται στα αγάλματα και τα άγγεια, ελάμβανε διαστάσεις λατρείας. Τα γυμνάσια ήταν ένας από τους κατ' εξοχήν τόπους καθημερινής συναναστροφής, αλλά και πλοκής ερωτικών ειδυλλίων.

-Η ανώτατη τιμή για έναν αθλητή ήταν να νικήσει στους Όλυμπιακούς Αγώνες. Οι πόλεις αφιέρωναν αγάλματα στους ολυμπιονίκες τους, γκρέμιζαν μάλιστα συμβολικώς ένα μέρος του τείχους τους, για να εισέλθει ο ολυμπιονίκης στην πόλη επιστρέφοντας από τούς αγώνες.

-Η σχέση των αρχαίων Ελλήνων με την εργασία ήταν πολύ απλή: καμία σχέση. Ο Αριστοτέλης μάλιστα έδωσε και τη θεωρητική βάση αύτης της αντιλήψεως, εξηγώντας ότι «ο ελεύθερος χρόνος είναι προϋπόθεση της πολιτισμένης ζωής». Ώς εκ τούτου η έννοια που περιγράφουν οι σημερινές λέξεις, σπατάλη χρόνου ή χασομέρι, τους ήταν άγνωστη. Μάλλον δεν είναι συμπτωματικό ότι οι λέξεις δουλεία και δουλειά έχουν δια φορά μόνον ως προς την τονιζόμενη συλλαβή. Αυτό βέβαια ίσχυε για τους κατοίκους των πόλεων και μάλιστα για τους ευπορότερους εξ αυτών.
Μια ματιά στις κωμωδίες του Αριστοφάνη, ιδίως στα χωρία τα σχετικά με τη ζωή των γεωργών της Αττικής (οι όποιοι, σημειωτέον, ήταν ελεύθεροι πολίτες), δείχνει ότι η ύπαρξη άφθονου ελεύθερου χρόνου για την ενασχόληση με τα πολιτικά ζητήματα ήταν μάλλον το ιδεατό.

-Οι αρχαίοι έτρωγαν δύο φορές την ήμερα: ένα ελαφρύ γεύμα, γνωστό ως άριστον, και τοδείπνον, που ήταν το κυρίως φαγητό τους. Προσοχή όμως: δεν έτρωγαν μόνο για να τραφούν. Το τραπέζι είχε ιδιαίτερη κοινωνική σημασία, διότι το κύριο ζητούμενο ήταν οι συζητήσεις και η συντροφιά των συνδαιτυμόνων. 

-Οι αρχαίοι Έλληνες ήταν πολύ φιλόξενοι. Οποιοσδήποτε ξένος ήταν ευπρόσδεκτος και εθεωρείτο πρόσωπο ιερό που απολάμβανε της προστασίας του Ξενίου Διός. Χαρακτηριστικότατες είναι οι περικοπές της Οδύσσειας στη ραψωδία α. όπου ο Τηλέμαχος φιλοξενεί την Αθηνά, και στη ραψωδία ε κ.έξ., όπου οι Φαίακες φιλοξενούν τον Οδυσσέα.
Εξίσου χαρακτηριστική ως παράδειγμα προς αποφυγήν είναι και η περικοπή της ραψωδίας κ. όπου ο Κύκλωπας όχι μόνο δεν φιλοξενεί, αλλά καταβροχθίζει τους συντρόφους του Οδυσσέως. Η τύφλωσή του είναι η αναπόφευκτη τιμωρία για την ασέβεια του.

-Η φιλοξενία ακολουθούσε ένα συγκεκριμένο τυπικό: μόλις ένας ξένος έφθανε στα πρόθυρα της οικίας, ο οικοδεσπότης έσπευδε να τον υποδεχθεί αυτοπροσώπως. Του παρέθετε λουτρό, γεύμα και τον άφηνε να ξεκουρασθεί. Κατόπιν, αν ο φιλοξενούμενος ήθελε, απαντούσε σε ερωτήσεις για την ταυτότητα του, την καταγωγή του, κλπ.

-Στους αρχαίους Έλληνες άρεσε επίσης να καλούν στο σπίτι τους για φαγητό τους φίλους τους και τους φίλους των φίλων τους. Αυτή η συνήθεια γέννησε μια ειδική κατηγορία προσκεκλημένων, τους παρασίτους {παρά + σίτος = σιτάρι, γενικώς φαγητό (η λέξη προσέλαβε αργότερα αρνητική σημασία λόγω της καταχρήσεως αυτής της συνήθειας).
Ο Πλούταρχος αφιέρωσε ένα ολόκληρο κεφάλαιο στο θέμα «ως ποιο βαθμό μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει αυτό το δικαίωμα χωρίς να ξεπεράσει τα όρια της καλής συμπεριφοράς».

-Στο Συμπόσιον, ο Πλάτων διηγείται ότι ο Αριστόδημος συνάντησε τον Σωκράτη με επίσημο ένδυμα και μαθαίνοντας ότι πηγαίνει στο τραπέζι του Αγάθωνος, αποφάσισε να τον συνοδεύσει, αν και δεν ήταν καλεσμένος. Στον δρόμο ο Σωκράτης, απασχολημένος καθώς ήταν με ένα φιλοσοφικό πρόβλημα, βράδυνε το βήμα του. Ο Αριστόδημος δεν παρατήρησε ότι ο φιλόσοφος έμεινε πίσω και εισήλθε μόνος στην οικοία του Αγάθωνος. Παρ' όλα αυτά, δεν βρέθηκε σε δύσκολη θέση: οι θύρες ήταν διάπλατα ανοικτές και ένας δούλος τον οδήγησε αμέσως στην τραπεζαρία, όπου οό Αγάθων τον υποδέχθηκε με μεγάλη χαρά, λέγοντάς του ότι ήθελε να τον καλέσει προσωπικώς, μα δεν μπόρεσε να τον βρει.

-Ο οικοδεσπότης ενός δείπνου έγραφε σε μια πινακίδα καλυμμένη με κερί τα ονόματα των προσκεκλημένων του, καθώς και την ημέρα και την ώρα του συμποσίου. Στη συνέχεια ένας δούλος έπαιρνε την πινακίδα και περιήρχετο τις οικίες των προσκεκλημένων. Η συνήθης ώρα προσελεύσεως ήταν η ένατη βραδινή.

-Μόλις οι προσκεκλημένοι έφθαναν στην οικία όπου ήταν καλεσμένοι, οι δούλοι τους έβγαζαν τα υποδήματα και τους έπλεναν τα πόδια.

-Οι αρχαίοι Έλληνες συνήθιζαν να τρώνε ξαπλωμένοι σε ανάκλιντρα, ακουμπώντας στον έναν αγκώνα και χρησιμοποιώντας το ελεύθερο χέρι για να παίρνουν το φαγητό από ένα μικρό τραπέζι που βρισκόταν μπροστά τους.

-Το φαγητό έπρεπε να είναι τόσο όσο χρειάζεται για να καταπραΰνει μια κανονική πείνα, διότι η λαιμαργία εθεωρείτο ελάττωμα. Αδιανόητο επίσης ήταν να τρώει κανείς μόνος του. Μόνον οι άφιλοι, αυτοί δηλαδή που δεν είχαν φίλους, είχαν αυτό το θλιβερό προνόμιο.

-Δεν χρησιμοποιούσαν πιρούνια και μαχαίρια. Κουτάλια διέθεταν, αλλά προτιμούσαν να τα αντικαθιστούν με μια κόρα ψωμιού. Το φαγητό το έπιαναν με τα χέρια. Τις μερίδες τις σέρβιραν ψιλοκομμένες, για να πιάνονται εύκολα. Τα τραπεζομάντιλα και οι πετσέτες ήταν άγνωστες έννοιες. Τα χέρια τους τα σκούπιζαν με ψίχα ψωμιού ή με μια ειδική κόλλα που τη ζύμωναν με τα δάκτυλα τους και την έκαναν σφαιρίδιο.

-Στα δείπνα ή συμπόσια έπαιρναν μέρος μόνον οι άνδρες, γιατί η συζήτηση θα ήταν φιλοσοφική ή πολιτική, επομένως ακατανόητη για τις γυναίκες και τα παιδιά, ή καθαρώς ανδρική, επομένως ακατάλληλη για τα αυτιά των γυναικών. Μοναδική εξαίρεση αποτελούσαν οι εταιρες.

-Στάαοικογενειακά γεύματα η γυναίκα καθόταν σε σκαμνί, ενώ τα παιδιά ενεφανίζοντο στα επιδόρπια και παρέμεναν όρθια ή καθιστά, αναλόγως της ηλικίας τους και των συνηθειών της οικογένειας. 

-Το αγαπημένο ποτό των αρχαίων Ελλήνων ήταν το κρασί. Το έπιναν μετά τα φαγητά και πάντοτε ανακατεμένο με νερό. Παρ' ότι διετείνοντο ότι έπρεπε να πίνει κανείς με μέτρο, λίγοι μπορούσαν να ύπερηφανευθούν ότι ήταν σε θέση να σταθούν γερά στα πόδια τους μετά από ένα συμπόσιο.

-Επίσης τους άρεσε να κάνουν προπόσεις. Μία από αυτές που μας σώθηκαν λέει; «Υγεία, πιο σεβαστή από τους ευλογημένους θεούς, είθε να ζω με σένα όλη την υπόλοιπη ζωή μου και είθε να είσαι ελεήμων συγκάτοικος του οίκου μου».

-Απεχθάνοντο τις θλιβερές συζητήσεις στο τραπέζι, ενώ διασκέδαζαν ιδιαιτέρως με τα αινίγματα. Όποιος δέν μπορούσε να απαντήσει ετιμωρείτο να πιει ένα κύπελλο κρασί.

-Ο οστρακισμός ήταν μια από τις σκληρές δοκιμασίες στις όποιες υπέβαλλαν οι Αθηναίοι αυτούς που αποκτούσαν φήμη, δόξα και πολιτική ισχύ και συνεπώς θα ήταν δυνατόν να υποκύψουν στον πειρασμό να καταλύσουν τη δημοκρατία και να εγκαθιδρύσουν τυραννίδα.
Η διαδικασία είχε ως εξής: Κάθε πολίτης είχε το δικαίωμα να γράψει επάνω σ' ένα όστρακον (έτσι ονομαζόταν το θραύσμα πήλινου σκεύους, από εδώ και το όνομα αυτής της διαδικασίας), το όνομα του ανθρώπου που είχε προταθεί να εξορισθεί. Στη συνέχεια το εναπόθετε σε έναν περιφραγμένο χώρο στην αγορά. Εκεί οι άρχοντες έκαναν την καταμέτρηση και όποιος είχε τις περισσότερες ψήφους κατεδικάζετο σε δέκα έτη εξορίας.

Σε μια τέτοια ψηφοφορία σταμάτησε ένας αγράμματος Αθηναίος τον Αριστείδη και χωρίς να τον γνωρίζει προσωπικώς, του ζήτησε να γράψει επάνω στο όστρακο το όνομα «Αριστείδης».Έκπληκτος ο πολιτικός τον ρώτησε αν ο Αριστείδης του είχεκάνει κακό. «Κανένα» απάντησε εκείνος, «αλλά έχω βαρεθεί να ακούω διαρκώς ο Δίκαιος, ο Δίκαιος».

-Οι μορφές των νεκρών ήταν σκαλισμένες σε επιτύμβιες στήλες και τα λόγια τους σε επιγραφές. Όλοι έδειχναν νέοι και ωραίοι, μιας και κανένας Έλληνας δεν θα τοποθετούσε στα μνημεία των προγόνων του μια στήλη με μορφή αρρώστου ή γέρου. Οι απόγονοι έπρεπε να βλέπουν τους αγαπημένους τους νεκρούς, έτσι όπως έδειχναν στα καλύτερα χρόνια της ζωής τους. Οι άνδρες παριστάνοντο με συνοδεία από νεαρούς δούλους. 

-Επάνω από μερικούς τάφους, ψηλές λήκυθοι ανήγγελλαν σιωπηρώς ότι κάτω απ' αυτές κείτονται τα λείψανα νέων αγοριών ή κοριτσιών, που πέθαναν πριν προφθάσουν να δούν την ημέρα του γάμου τους. Με αυτές τις ληκύθους έφερναν νερό από τη θαυμαστή βρύση Καλλιρρόη, γιά τον εξαγνισμό των γαμπρών πριν από τον γάμο.

-Οι αρχαίοι Έλληνες δεν είχαν μεγαλύτερο σύνδεσμο με τους νεκρούς από εκείνον που έχουν οι σύγχρονοι Έλληνες. Σε μια ελληνορθόδοξη κηδεία συμβαίνουν τα ίδια πράγματα. Έχει σημασία το ότι η λέξη κηδεία, που χρησιμοποιείται σήμερα για να δηλώσει τα της ταφής, κυριολεκτικώς σημαίνει φροντίδα.

-Αντίθετα με τον δικό μας πολιτισμό, που μας ενθαρρύνει να παρουσιάζουμε σφιγμένα χείλη μπροστά στην απώλεια ενός ανθρώπου μας, ο ελληνικός πολιτισμός όχι μόνο ανεχόταν, αλλά επίσης και προσδοκούσε πολύ επιδεικτικές εκδηλώσεις θλίψεως. Υπάρχουν συχνές αναφορές στη λογοτεχνία για άνδρες και γυναίκες που ξεριζώνουν τα μαλλιά τους, ξεσχίζουν τα ρούχα τους, χτυπούν και μωλωπίζουν τα στήθη τους, κυλιούνται στο χώμα καί οδύρονται μέσα στη σκόνη και απέχουν από φαγητό και ποτό για πολλές ήμερες... Έφερναν δηλαδή στην κηδεία τη δική τους προσωπική αίσθηση του πόνου και της ζωής. Αυτά ακριβώς κάνει και ο Αχιλλέας θρηνώντας τον θάνατο του Πατρόκλου στη γνωστή περικοπή από τη ραψωδία Σ της Ίλιάδας.

Πηγή:  Χ. Ζαμπούνης ~ Savoir Vivre   http://krasodad.blogspot.gr/

Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2014

Ορφικός ύμνος Πανός (θυμίαμα ποικίλα)







Τον Πάνα προσκαλώ τον ίσχυρόν, των ποιμενικόν το σύμπαν του κόσμου (το κοσμικόν σύμπαν) τον ούρανόν και την θάλασσαν και την γήν πού είναι βασίλισσα των πάντων, και το αθάνατον πυρ διότι αυτή είναι τα μέλη του Πάνος. Ελα εσύ πού είσαι μακάριος, πηδηχτής, πού τρέχεις γύρω. και κάθεσαι στον ίδιο θρόνο με τάς ώρας (τάς έποχάς) εσύ πού τα μέλη σου μοιάζουν με της γίδας, ό μανιακός, πού εύκολα ενθουσιάζεσαι και περνάς τη ζωή σου μέσα σε σπήλαια· εσύ υφαίνεις την άρμονίαν του κόσμου με παιχνιδιάρικο τραγούδι, εΐοαι ό βοηθός των φαντασμάτων και ό δημιουργός μεγάλων φόβων εις τους ανθρώπους· χαίρεσαι να είσαι στις πηγές με γιδοβοσκούς και βοίδοβοσκούς και βλέπεις μακρυά, είσαι κυνηγός, φίλος της Ηχους, καί χορεύεις μα
ζί με τις νύμφες παράγεις τα πάντα, είσαι πατέρας των πάντων, εσύ ό θεός με τα πολλά ονόματα είσαι κυρίαρχος του κόσμου, αύξητής (συντελείς εις την αύξησιν), φέρεις το φως, είσαι ό καρποφόρος Παιάν χαίρεσαι στα σπήλαια, υπερβολικά θυμώνεις, καί είσαι αληθινός (πραγματικός) Ζευς με κέρατα διότι εις εσένα στηρίζεται το άπέραντον δαπεδον της γης καί υποχωρεί το βαθύ ρεύμα του ακαταπόνητου πόντου.
καί ο Ωκεανός ελίσσεται γύρω από τ ην γήν μέσα στα νερά· καί το έναέριον μέρος (μερίδιον) της τροφής, πού είναι σπινθήρ ζωής εις τα ζωντανά καί το μάτι του ελαφρότατου πυρός επάνω από την κορυφήν διότι αυτά τα θεϊκά, πού είναι πολυποίκιλα, προχωρούν (κινούνται) δια των ιδικών σου εντολών συ μεταβάλλεις τάς φύσεις (την φυσικήν κατάστασιν) όλων τον πραγμάτων κατά τάς ίδικάς σου προβλέψεις καί τρέφεις το γένος των ανθρώπων εις τον άπέραντον κοσμον.
Άλλα βάδιζε (έλα) εις τάς ίερωτάτας σπονδάς συ ό μακάριος, πού είσαι γεμάτος από βακχικήν μανίαν. Ο ενθουσιώδης, καί δόσε να εχωμεν καλόν τέλος του βίου καί δίωξε την μανίαν του πανικού (τον μανιακον πανικόν) εις τη πέρατα της γης.
Πᾶνα καλῶ κρατερόν, νόμιον, κόσμοιο τὸ σύμπαν, οὐρανὸν ἠδὲ θάλασσαν ἰδὲ χθόνα παμβασίλειαν καὶ πῦρ ἀθάνατον· τάδε γὰρ μέλη ἐστὶ τὰ Πανός. ἐλθέ, μάκαρ, σκιρτητά, περίδρομε, σύνθρονε Ὥραις, αἰγομελές, βακχευτά, φιλένθεε, ἀστροδίαιτε, ἁρμονίαν κόσμοιο κρέκων φιλοπαίγμονι μολπῆι, φαντασιῶν ἐπαρωγέ, φόβων ἔκπαγλε βροτείων, αἰγονόμοις χαίρων ἀνὰ πίδακας ἠδέ τε βούταις, εὔσκοπε, θηρητήρ, Ἠχοῦς φίλε, σύγχορε νυμφῶν, παντοφυής, γενέτωρ πάντων, πολυώνυμε δαῖμον, κοσμοκράτωρ, αὐξητά, φαεσφόρε, κάρπιμε Παιάν, ἀντροχαρές, βαρύμηνις, ἀληθὴς Ζεὺς ὁ κεράστης. σοὶ γὰρ ἀπειρέσιον γαίης πέδον ἐστήρικται, εἴκει δ᾽ ἀκαμάτου πόντου τὸ βαθύρροον ὕδωρ Ὠκεανός τε πέριξ † ἐν ὕδασι † γαῖαν ἑλίσσων, ἀέριόν τε μέρισμα τροφῆς, ζωοῖσιν ἔναυσμα,   καὶ κορυφῆς ἐφύπερθεν ἐλαφροτάτου πυρὸς ὄμμα. βαίνει γὰρ τάδε θεῖα πολύκριτα σαῖσιν ἐφετμαῖς· ἀλλάσσεις δὲ φύσεις πάντων ταῖς σαῖσι προνοίαις βόσκων ἀνθρώπων γενεὴν κατ᾽ ἀπείρονα κόσμον. ἀλλά, μάκαρ, βακχευτά, φιλένθεε, βαῖν᾽ ἐπὶ λοιβαῖς εὐιέροις, ἀγαθὴν δ᾽ ὄπασον βιότοιο τελευτὴν Πανικὸν ἐκπέμπων οἶστρον ἐπὶ τέρματα γαίης.
eleysis69.wordpress.com

Ορφικός Ύμνος στον θεο Πάνα.


Πάνας, ο προστάτης των Ελλήνων πολεμιστών, ο πιο αδικημένος θεός των Ελλήνων, είναι αυτός απο τον οποίο προέρχεται η λέξη ΠΑΝΙΚΟΣ, γιατί αυτό ένιωθαν όσοι τα έβαζαν με την Ελλάδα και κατ' επέκταση μαζί του, ο Πάνας είναι το ''θύμα'' των χριστιανών (λόγο εμφάνισης) που στην προσπάθεια τους να δώσουν μια εικόνα στον ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΜΕΝΟ ΤΟΥΣ ΣΑΤΑΝΑ, έδωσαν αυτή του Πάνα προσθέτοντας του μια ουρά μια τρίαινα και το κόκκινο (της κόλασης και καλά) χρώμα. Του άλλαξαν και το όνομα, πότε σατανάς, πότε Εωσφόρος, πότε αντίχριστος. Ο Πάνας ήταν λάτρης και προστάτης της Ελλάδας του και των Ελλήνων αδελφών του, επιτέλους η αλήθεια πρέπει να λάμψει κάποτε.


Ορφικός Ύμνος στον Πάνα
Τον ισχυρό Πάνα καλώ, προστάτη των ποιμένων,
τον ουρανό, τη θάλασσα κι ολόκληρο τον κόσμο,
τη γη, όλων βασίλισσα, την άσβεστη τη φλόγα,
όλα αυτά που του Πανός λογίζονται κομμάτια.
Ευλογημένε χορευτή, περιπλανώμενε, έλα
συ των Ω ρών ομόθρονε, με τα τραγίσια πόδια,
συ βακχευτή θε'οπνευστε, που ζεις επάνω στ' άστρα,
την αρμονία απηχείς του κόσμου με τραγούδι
συ των ανθρώπων ξάφνιασμα, που προκαλείς το φόβο,
που σε λατρεύουν στις πηγές ποιμένες και βουκόλοι,
εύστοχος είσαι, θηρευτής και της Ηχώς ο φίλος,
συγχορευτή συ των νυμφών, που από παντού γεννιέσαι,
γεννήτορα των πάντων, θεέ, μ' ονόματα περίσσια,
Παιάνα κοσμοκράτορα, την αύξηση ευοδώνεις,
φέρνεις το φως και τους καρπούς και μες τα σπήλαια μένεις,
οξύθυμε, αληθινός ο κερασφόρος Δίας.
Το απέραντο σώμα της γης στηρίζεται σε σένα
και το νερό, που στα βαθιά με ρεύματα κυλάει,
της άοκνης της θάλασσας σε σένα υπακούει
κι ο Ωκεανός που με νερά τη γη την περιζώνει
κι ο αέρας που αχώριστο του βίου είναι κομμάτι,
ζωής σπινθήρας και ψηλά, στην κορυφή επάνω,
της αεικίνητης φωτιάς το πυρωμένο μάτι.
Το θείο το πολύμορφο οι προσταγές σου ορίζουν
κι αλλάζεις με φροντίδες σου τις φύσεις των πραγμάτων
και με δική σου μέριμνα όλων τη φύση αλλάζεις
θρέφοντας γενεά θνητών στον άπειρο τον κόσμο.
Αλλά μακάριε, βακχευτή, θεόπνευστε, αποδέξου
τις αγιασμένες τις σπονδές, καλό θάνατο δώσε
στης γης την άκρη διώχνοντας του πανικού τον τρόμο".
music: ''Daemonia Nymphe'', song: ''dance of the satyrs''


http://www.katohika.gr/

Η αμφίρροπη ναυμαχία του Αρτεμισίου και η Ελληνική υποχώρηση (11 - 13 Αυγούστου 481 π. Χ.)

 γράφει ο Φιλίστωρ

Μετά από μεγάλες στρατιωτικές προετοιμασίες, την Άνοιξη του 481 π. Χ. ο Πέρσης Βασιλιάς Ξέρξης εισέβαλε στον Ελλαδικό χώρο διαβαίνοντας τον Ελλήσποντο. Οι από ξηράς δυνάμεις του ξεπερνούσαν τις 300.000 οπλίτες, ενώ και στην θάλασσα διέθετε ένα στόλο από 1200 μεγάλα πλοία που είχαν μαζευτεί από τους συμμάχους των Περσών που συμμετείχαν υποχρεωτικά στην εκστρατεία (Αιγύπτιοι, Φοίνικες, Κάρες, Ίωνες κτλ). Ο στόλος του Ξέρξη προσπάθησε να διατηρεί επαφή με την πορεία του από ξηράς στρατού πλέοντας παράλληλα με την ακτογραμμή του Ελλαδικού χώρου, αλλά όταν έφτασε στην περιοχή της Μαγνησίας έπεσε σε θαλασσοταραχή με αποτέλεσμα να ναυαγήσει το 1/4 της συνολικής τους δύναμης (σύμφωνα με τον Ηρόδοτο 1/3 της συνολικής δύναμης).

Ο Ελληνικός στόλος συντάχθηκε σε μια ενιαία παράταξη στο Αρτεμίσιο μπροστά στον Παγασητικό κόλπο σε μια νοητή ευθεία γραμμή με τις Ελληνικές δυνάμεις στην ξηρά υπό τον Σπαρτιάτη Βασιλιά Λεωνίδα που σκόπευαν να σταματήσουν την κάθοδο των Περσών στα στενά των Θερμοπυλών. Η συμπαράταξη των πλοίων των Ελληνικών πόλεων έγινε για πρώτη φορά στην Αρχαία Ελληνική Ιστορία (εκτός αν θεωρήσουμε ως πρώτη, την εκστρατεία στο Ίλιον, που πάντως δεν είναι καταγεγραμμένη επιστημονικά). Το σύνολο των πλοίων ήταν 271 τριήρεις με κεντρικό πυρήνα τον στόλο των Αθηναίων αποτελούμενο από 127 πλοία με ναύαρχο τον Θεμιστοκλή. Πλοία είχε στείλει η
Θεμιστοκλής
Χαλκίδα, η Επίδαυρος, η Ερέτρεια, η Σικυώνα, η Τροιζίνα, η Κόρινθος και φυσικά η Σπάρτη. Οι Αθηναίοι αναμφίβολα διέθεταν την μεγαλύτερη ναυτική εμπειρία, ενώ στα πληρώματα των πλοίων τους είχαν επιβιβαστεί Πλαταιείς οπλίτες. Η αρχιστρατηγία του ελληνικού στόλου αποδόθηκε στον Σπαρτιάτη Ευρυβιάδη, μετά από την επιμονή όλων των υπολοίπων συμμάχων, που θεωρούσαν ότι η Σπάρτη όφειλε να έχει το γενικό πρόσταγμα στον πόλεμο κατά των Περσών. Σύμφωνα με τον Διόδωρο Σικελιώτη την πραγματική αρχηγία εξασκούσε ο Θεμιστοκλής τον οποίο υπάκουαν όλοι πρόθυμα, αυτό όμως δεν φαίνεται ιδιαίτερα πιθανό, αν αναλογιστεί κανείς πόσες φορές οι σύμμαχοι έφερναν αντιρρήσεις στα σχέδια του.

Ο Περσικός στόλος προσέγγισε την περιοχή των Αφετών κοντά στο Αρτεμίσιο και αμέσως η αριθμητική υπεροχή του έγινε έκδηλη. Οι Πέρσες διέθεταν σχεδόν τα τριπλάσια πλοία από τους Έλληνες, ενώ ταυτόχρονα ήταν πολύ μεγαλύτερα και με μεγαλύτερη δύναμη πυρός από τα Ελληνικά που ήταν όμως ευκίνητα και ανέπτυσσαν μεγαλύτερη ταχύτητα. Η πρώτη σκέψη των Ελλήνων ήταν να φύγουν προς τον Νότο και να επιδιώξουν ναυμαχία με καλύτερες προϋποθέσεις για αυτούς. Οι κάτοικοι της περιοχής αντελήφθησαν την πρόθεση αυτή και προσπάθησαν να πείσουν τον Θεμιστοκλή να αναβάλλει την αποχώρηση του Ελληνικού στόλου μέχρι να μεταφέρουν τις οικογένειες τους σε ασφαλές σημείο. Επειδή ο Θεμιστοκλής δεν συμφωνούσε, τον δωροδόκησαν με το, τεράστιο για την εποχή, ποσό των 30 ταλάντων. Ο Θεμιστοκλής δέχθηκε τα χρήματα δήθεν για να πείσει τους υπολοίπους να μείνουν. Αρχικώς δωροδόκησε τον Ευρυβιάδη με πέντε τάλαντα, ο οποίος διέταξε τους υπολοίπους να ετοιμαστούν για ναυμαχία στο Αρτεμίσιο. Υπήρχαν όμως ακόμη στρατηγοί που ήθελαν να φύγουν και ιδιαίτερα οι Κορίνθιοι με τον Αδείμαντο που ορκιζόταν ότι θα φύγει, μέχρι που έλαβε τρία τάλαντα και μετέβαλλε γνώμη. Το υπόλοιπο ποσό από τα 30 τάλαντα έμεινε στον Θεμιστοκλή.

Όταν οι Πέρσες έφτασαν στην περιοχή στις αρχές του Αυγούστου του 481 π.Χ., ανυπομονούσαν να ναυμαχήσουν εναντίον των Ελλήνων και να τους συντρίψουν, όμως είχαν τον φόβο ότι οι Έλληνες θα υποχωρούσαν. Για τον λόγο αυτό έστειλαν 200 πλοία να κάνουν τον περίπλου της Εύβοιας από τον Καφηρέα και να μπλοκάρουν την υποχώρηση των Ελλήνων στα στενά του Ευρύπου. Οι Έλληνες έμαθαν για την κίνηση των Περσών από έναν αυτομόλο τον δύτη Σκυλλία, που τους ενημέρωσε επίσης και για την καταστροφή που είχαν υποστεί οι Πέρσες από την θαλασσοταραχή και σε νέο
O περίπλους του Περσικού στόλου
πολεμικό συμβούλιο αποφάσισαν να παραμείνουν στην περιοχή και να επιτεθούν αιφνιδιαστικά την επομένη. Η απόφαση αυτή, που υποστηρίχθηκε κυρίως από τον Θεμιστοκλή, είχε ως βασικό σκοπό να επιφέρουν απώλειες στον Περσικό στόλο αλλά και να αντιληφθούν οι Έλληνες τις ικανότητες των Περσών στα ναυτικά. 

Όταν ο στόλος των Περσών είδε τα λιγοστά και μικρά Ελληνικά πλοία να πλησιάζουν τους θεώρησαν τρελούς και οι Πέρσες πλοίαρχοι διαγκωνίζονταν ποιος θα προλάβαινε να αιχμαλωτίσει τα περισσότερα Ελληνικά πλοία και καθώς αυτά πλησίαζαν, τα Περσικά τα κύκλωναν. Οι Έλληνες κυβερνήτες έστρεψαν τις πρύμνες των πλοίων τους προς το κέντρο του σχηματισμού και εφόρμησαν εναντίον των αντιπάλων τους με ευκινησία και γρήγορους ελιγμούς. Παρά το γεγονός ότι βρέθηκαν σε στενή τοποθεσία, τα Ελληνικά πλοία ελίσσονταν με ικανότητα και κατάφεραν να αιχμαλωτίσουν 30 Περσικά πλοία, καθώς ο Ελληνικός τρόπος επίθεσης ήταν με επίθεση των οπλιτών που έφεραν τα Ελληνικά πλοία στα αντίπαλα καράβια. Ο πρώτος Έλληνας πλοίαρχος που αιχμαλώτισε πλοίο ήταν ο Αθηναίος Λυκομίδης του Αισχραίου που έλαβε και το αριστείο. Οι Πέρσες αιφνιδιάστηκαν και υποχώρησαν, ενώ τα Ελληνικά πλοία δυσκολεύονταν να καταδιώξουν τους υποχωρούντες καθώς τα ναυάγια και οι νεκροί εμπόδιζαν την απρόσκοπτη πλεύση καθώς παρεμπόδιζαν τις παλάμες των κουπιών να λάμνουν.

Οι υποχωρούντες Πέρσες είχαν καταληφθεί από πανικό λόγω της ήττας και των ναυαγίων των συμπολεμιστών τους, ενώ παρά το γεγονός ότι ήταν καλοκαίρι, ξέσπασε ισχυρή βροχή και θυελλώδεις άνεμοι παράσερναν τα πλοία τους. Πολύ χειρότερη ήταν η τύχη των πλοίων που έκαναν τον περίπλου της Εύβοιας, καθώς στα Κοίλα ισχυροί άνεμοι και θαλασσοταραχή κατέστρεψαν ολοσχερώς τον Περσικό στόλο. Η εξέλιξη αυτή που θεωρήθηκε ως θεία επέμβαση, σε συνδυασμό με την άφιξη 53 πλοίων από την Αθήνα, μείωσε την αριθμητική υπεροχή των Περσών και εξύψωσε το
Φανταστική αναπαράσταση της ναυμαχίας του Αρτεμισίου
Ελληνικό ηθικό. Την επόμενη ημέρα, μοίρες του Ελληνικού στόλου παραφύλαξαν την περιοχή στο Αρτεμίσιο και βύθισαν κάποια από τα πλοία των Κιλίκων. Η εξέλιξη αυτή εξόργισε τους Πέρσες ναυάρχους που την επόμενη (τρίτη) ημέρα διέταξαν γενική επίθεση κατά των Ελλήνων, ακριβώς την ίδια ημέρα που ο Ξέρξης έκανε την τελική επίθεση στις Θερμοπύλες εναντίον του Λεωνίδα.

Η ναυμαχία ήταν αμφίρροπη καθώς, παρά το γεγονός ότι οι Έλληνες υπερίσχυαν καταφανώς σε ναυτικές ικανότητες, ο Περσικός στόλος είχε τέτοια αριθμητική και υλική υπεροχή, που αναπλήρωνε τις απώλειες του και προκαλούσε αντίστοιχα μεγάλες απώλειες και στα Ελληνικά πλοία. Τα Περσικά πλοία έκαναν επίθεση κυρίως με εμβολισμό στα πλευρά των Ελληνικών πλοίων. Στην παράταξη των Περσών εκείνη την ημέρα αρίστευσαν οι Αιγύπτιοι που αιχμαλώτισαν 5 Ελληνικά πλοία με τα πληρώματα τους, ενώ οι Έλληνες κατάφεραν με δυσκολία να διατηρήσουν τις θέσεις τους στα στενά βυθίζοντας περισσότερα Περσικά πλοία.

Όταν οι δύο παρατάξεις αποχωρίστηκαν, οι Έλληνες αποκόμισαν τους νεκρούς και τα ναυάγια τους, κάτι που την εποχή εκείνη εθεωρείτο απόδειξη ναυτικής νίκης. Όμως η πλειοψηφία των Αθηναϊκών πλοίων είχαν υποστεί σοβαρές ζημιές και χρειάζονταν επιδιορθώσεις. Την στιγμή που οι Έλληνες ναύαρχοι συσκέπτονταν για το τι μέλλει γενέσθαι, ο Αθηναίος Αβρώνιχος έφερε το άγγελμα της μεγαλειώδους θυσίας του Λεωνίδα στις Θερμοπύλες. Αμέσως το συμβούλιο αποφάσισε την υποχώρηση του στόλου προς τον Νότο, ενώ ο Θεμιστοκλής ζήτησε από όλους να ανάψουν φωτιές ώστε χάρις το τέχνασμα αυτό, ο εχθρός να μην καταλάβει την αποχώρηση των Ελλήνων από την περιοχή. Οι Έλληνες υποχώρησαν με σειρά και τάξη όπως είχαν συνεννοηθεί, με πρώτους τους Κορίνθιους και τελευταίους τους Αθηναίους.

Οι Πέρσες δεν κατάλαβαν την αποχώρηση, ενώ ακόμη και όταν ειδοποιήθηκαν για αυτή δεν την πίστεψαν. Την επομένη, όταν έγινε σαφές ότι οι Έλληνες είχαν αποχωρήσει, έπλευσαν στο Αρτεμίσιο και από εκεί στην Ιστιαία την οποία κατέλαβαν.

Επίλογος

σχεδιάγραμμα για τις τριήρεις
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, μπορεί στις ναυμαχίες του Αρτεμισίου να μην προήλθαν ουσιαστικά αποτελέσματα υπέρ των Ελλήνων, όμως προέκυψαν σημαντικά ωφελήματα. Τα Ελληνικά πληρώματα των πλοίων και οι πεζοναύτες έλαβαν το βάπτισμα του πυρός έναντι των Περσών και απέκτησαν πολύτιμη εμπειρία για την αντιμετώπιση τους. Το βασικό δίδαγμα ήταν ότι μπορούσαν να αντιταχθούν αποτελεσματικά εναντίον των Περσών ισοσκελίζοντας την υλική και αριθμητική υπεροχή των αντιπάλων τους με τις ικανότητες, την τόλμη και τον πατριωτισμό των ανθρώπων που μάχονται υπέρ βωμών και εστιών. Σύμφωνα με τους στίχους του Πίνδαρου για το Αρτεμίσιο:
ὅθι παῖδες Ἀθαναίων ἐβάλοντο φαεννὰν
κρηπῖδ' ἐλευθερίας
Όπου τα παιδιά των Αθηναίων έθεσαν λαμπρό
θεμέλιο της ελευθερίας
Η ναυμαχία του Αρτεμισίου είναι ο πρόλογος της ναυμαχίας της Σαλαμίνας, της μεγαλύτερης στρατιωτικής επιτυχίας των Ελλήνων όλων των εποχών, που έσωσε την Ευρώπη και άλλαξε τον ρου της παγκόσμιας Ιστορίας. Στο Αρτεμίσιο είδαμε για πρώτη φορά τα σημεία της Ελληνικής ναυτικής υπεροχής έναντι των Περσών: τα μικρά ευέλικτα πλοία, τους επιδέξιους ναυτικούς χειρισμούς, την άψογη συνεργασία μεταξύ των πλοιάρχων, την θαρραλέα στάση έναντι της υλικής Περσικής υπεροχής. Είδαμε βέβαια και την διαφθορά των Ελλήνων ηγετών ακόμη και ενώπιον του έσχατου κινδύνου, απόδειξη ότι η διαστροφή του χρηματισμού αυτών που ασχολούνται με τα κοινά δεν αποτελεί προνόμιο της εποχής μας, αλλά χαρακτηρίζει διαχρονικά τις Ελληνικές ηγεσίες.

Σε κάθε περίπτωση, οι Έλληνες που αντιστάθηκαν στους Πέρσες δεν ήλπιζαν ότι θα επικρατήσουν από την ναυτική υπεροχή τους, αλλά από την Σπαρτιατική πολεμική μηχανή, που στα στενά των Θερμοπυλών έδειξε ένα μικρό μέρος των ικανοτήτων της. Για τον λόγο αυτό, η συμμαχία που είχε ως κέντρο βάρους τις πόλεις της Πελοποννήσου, έδωσε την αρχηγία του στόλου στον ακατάλληλο Σπαρτιάτη Ευρυβιάδη, απόφαση εντελώς παράλογη, αν απλώς σκεφτεί κάποιος ότι τα μοναδικά πλοία που μπορούσαν να πλεύσουν ανοιχτά στο πέλαγος ήταν τα Αθηναϊκά. Τόσο τα Περσικά, όσο και τα υπόλοιπα Ελληνικά πλοία έπλεαν μόνο παράλληλα στην ξηρά, ενώ η απειρία της ναυτικής ηγεσίας των Περσών φάνηκε στην λανθασμένη επιλογή της στρατοπέδευσης στην Μαγνησία, λάθος που επέφερε σοβαρές απώλειες από την θαλασοταραχή. Ευτυχώς η μεγαλοφυΐα του Θεμιστοκλή και οι Αθηναϊκές ναυτικές ικανότητες θα λάμψουν στην Σαλαμίνα, φράσσοντας τον δρόμο στον Πέρση εισβολέα, χαρίζοντας την δόξα στους Έλληνες, της οποίας η στίλβη δεν θα ξεθωριάσει όσο θα υπάρχει Δυτικός πολιτισμός.      


Πηγές

Ηροδότου Ιστορία, τόμος Θ΄ (Ουρανία), εκδόσεις Ζαχαρόπουλος (μετάφραση Ευάγγελος Πανέτσος)


Ιστορία των Ελλήνων, Μυδικά, άρθρο της κας Μαίρης Στεφάνου σελ 12-59, εκδόσεις Δομή 

Διόδωρος Σικελιώτης, Ιστορική βιβλιοθήκη τόμος 11, εκδόσεις Γεωργιάδη


http://www.istorikathemata.com/

Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2014

Επίκουρος: Ο παρεξηγημένος φιλόσοφος


  • PDF
Οποιες κι αν είναι οι θρησκευτικές ή οι φιλοσοφικές μας πεποιθησεις περί των αιωνίων υπαρξιακών ερωτημάτων, καλό είναι να γνωρίζουμε τις απόψεις του φιλοσόφου για τον οποίο ο Νίτσε είπε: "Η επιστήμη έχει βαλθεί να επιβεβαιώσει τον Επίκουρο"
Το παρακάτω κείμενο είναι από τα πιο συμπυκνωμένα και αποδίδει με συντομία και σαφήνεια την Επικούρεια κοσμοθεωρία: 
Ο φιλόσοφος Επίκουρος που γεννήθηκε στη Σάμο, γιος του Αθηναίου Νεοκλή, ήταν ιδρυτής της Σχολής των Επικουρείων στην Αθήνα. Σε ηλικία 14 ετών άκουσε μαθήματα από τον πλατωνιστή Πάμφιλο. Για τη φιλοσοφική του εξέλιξη έπαιξε ρόλο η σπουδή του (327-324) με δάσκαλο τον Ναυσιφάνη, ο οποίος του δίδαξε την Ατομιστική του Δημόκριτου και τη θεωρία της ηδονής της Κυρηναϊκής Σχολής. Αργότερα ο ίδιος έλεγε ότι όλα όσα ήξερε τα έμαθε μόνος του, γιατί οι δάσκαλοι δεν μπορούσαν να του εξηγήσουν, τί υπήρχε πριν από το χάος, από το οποίο προέκυψε η ζωή.
Στα έτη 323-321 ο Επίκουρος ήταν στρατιώτης στην Αθήνα. Το 323 πέθανε ο Μεγαλέξανδρος στη Βαβυλώνα, με αποτέλεσμα το 322 να ξεσηκωθούν οι Αθηναίοι ενάντια στους Μακεδόνες. Ταυτόχρονα ο Αριστοτέλης, φοβούμενος λιντσάρισμα, εγκατέλειψε το «Λύκειο», τη Σχολή που είχε στην Αθήνα και διέφυγε στη Χαλκίδα όπου, μετά από λίγο καιρό, πέθανε. Η προσπάθεια των Αθηναίων για απεξάρτηση από τους Μακεδόνες κατέληξε σε ήττα, οπότε ο πατέρας του Επίκουρου εξεδιώχθη με άλλους Αθηναίους από τη Σάμο και κατέφυγε στον ιωνικό Κολοφώνα. Εκεί εγκαταστάθηκε και ο Επίκουρος, όπου εμβάθυνε σε φιλοσοφικά προβλήματα, στη συνέχεια δίδαξε δε στη Μυτιλήνη και στη Λάμψακο (Ελλήσποντος).
Αρκετοί φίλοι και μαθητές από τη Μυτιλήνη και τη Λάμψακο ακολούθησαν τον Επίκουρο στην Αθήνα, όταν αυτός ίδρυσε τη σχολή του «Κήπου», κάπου στο σημερινό Βοτανικό, μεταξύ Διπύλου και Ακαδημίας. Περίπου την ίδια εποχή ίδρυσε σχολή στην «Ποικίλη Στοά» και ο Ζήνων ο Κιτιεύς. Η επικούρεια Σχολή του «Κήπου» καλλιεργούσε φιλοσοφικό ανταγωνισμό με τους ακαδημαϊκούς (πλατωνικούς) και τους περιπατητικούς (αριστοτελικούς). Στον «Κήπο» δίδαξε ο Επίκουρος περίπου 40 χρόνια.
Οι επικούρειοι είχαν φυσιοκρατικές αντιλήψεις και μίλαγαν ενάντια στις δεισιδαιμονίες, τη μαντική, τα θρησκευτικά ιερατεία και τους δημοκόπους πολιτευτές, προκαλώντας έτσι την αντιπάθεια των κατεστημένων ολιγαρχικών κύκλων. Τα κυριότερα έργα του ίδιου του Επίκουρου γέμιζαν περί τους 300 παπύρους, έχουν όμως διασωθεί ελάχιστα, γιατί τα περισσότερα καταστράφηκαν κατά τις συστηματικές πυρπολήσεις βιβλιοθηκών από τον 4ο αιώνα μ.Χ. και μετά.
Στην επικούρεια διδασκαλία διαιρείται η φιλοσοφία, η οποία θεωρείται «φάρμακο της ψυχής», σε τρεις τομείς, τη φυσική, τη λογική και την ηθική. Υπέρτατο αγαθό κατά τον Επίκουρο είναι η ευχαρίστηση στη ζωή, για την απόλαυση της οποίας πρέπει να επιστρατεύονται όλες οι προσπάθειες του ανθρώπου. Η επικούρεια ευχαρίστηση (ηδονή) αφορούσε όλες τις ψυχικές απολαύσεις, την καλλιέργεια του πνεύματος και την άσκηση της αρετής, χωρίς έπαρση και αυτοπροβολή. Σε επιστολή του προς τον Μενοικέα ο Επίκουρος γράφει:
«Όταν λέμε ότι σκοπός είναι η ηδονή, δεν εννοούμε τις ηδονές του ασώτου και αυτές που βρίσκονται μέσα στις απολαύσεις, όπως νομίζουν μερικοί που το αγνοούν και δεν το παραδέχονται ή είναι κακώς πληροφορημένοι. Αλλά εννοούμε να μην πονάει το σώμα και να μην ταράσσεται η ψυχή
Οι ιδανικές καταστάσεις για τον άνθρωπο είναι, αρνητικά μεν η αταραξία, η αφοβία και η απονία και θετικά, η ευθυμία, η χαρά, η ευφροσύνη και η απαλλαγή από το φόβο του θανάτου. Κύρια προσπάθεια του ανθρώπου πρέπει να είναι η απολύτρωση από τον πόνο, η οποία εξασφαλίζει μία παθητική ηδονή. Η φιλοσοφία του Επίκουρου για τον τρόπο διαβίωσης των ανθρώπων συμπυκνώνεται στο «λάθε βιώσας» (= να ζεις απαρατήρητος, να μην επιδιώκεις την προβολή). Στην ίδια επιστολή του προς Μενοικέα γράφει ο Επίκουρος:
«Το πιο φρικτό από τα κακά, ο θάνατος, δεν είναι τίποτα για μας (τους επικούρειους), επειδή όταν υπάρχουμε εμείς, αυτός δεν υπάρχει, και όταν επέλθει ο θάνατος, τότε δεν υπάρχουμε εμείς.»
Για το δίλημμα πεπερασμένη – αιώνια ζωή που εισάγουν τεχνητά οι θρησκείες ώστε να προσφέρουν υπηρεσίες με διάφορες αυθαίρετες κατασκευές περί αιωνιότητας της ζωής, έγραφε:
«Η σωστή γνώση πως ο θάνατος δεν είναι τίποτα για μας, κάνει απολαυστική τη θνητότητα της ζωής, όχι επειδή της προσθέτει άπειρο χρόνο, αλλά επειδή την απαλλάσσει από τον πόθο της αθανασίας.»
Ενώ ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης θεωρούσαν τα ουράνια σώματα θεϊκές μονάδες με αυτοτελή βούληση, τα οποία παρακολουθούσαν τους ανθρώπους, ο Επίκουρος γράφει ότι αυτά τα σώματα πήραν από την αρχή, μαζί με το σφαιρικό τους σχήμα, την αναγκαιότητα και περιοδικότητα των κινήσεών τους και δεν πρόκειται για μακάριες και άφθαρτες οντότητες.
Αναφέρει ο Επίκουρος για τη θεωρία του
Ηδονή είναι να μην πονάει το σώμα και να μην ταράσσεται η ψυχή.
Η αξία της γνώσης, υποστηρίζει ο Επίκουρος, αντίθετα με τον Αριστοτέλη, μετριέται με τη χρησιμότητά της. Η γνώση πρέπει να βοηθάει για να εκλείψουν οι δεισιδαιμονίες και οι πλάνες και για να κατακτήσει ο άνθρωπος το ανώτερο αγαθό που είναι η ψυχική γαλήνη. Δεν υπάρχει και δεν χρειαζόμαστε γνώση που δεν έχει σχέση με τη ζωή, που δεν μεγαλώνει την ευτυχία μας, που δεν μειώνει τον πόνο μας – επικούρειες αντιλήψεις που επικράτησαν οριστικά από την Αναγέννηση και εντεύθεν.
Επίσης έγραψε
«Η σωστή γνώση πως ο θάνατος δεν είναι τίποτα για μας, κάνει απολαυστική τη θνητότητα της ζωής, όχι επειδή της προσθέτει άπειρο χρόνο, αλλά επειδή την απαλλάσσει από τον πόθο της αθανασίας.»
Επίσης αντίθετα με τον Αριστοτέλη, ο Επίκουρος θεωρεί τις γυναίκες ισότιμες στην κοινωνική ζωή με τους άνδρες και τις δέχεται ως μαθήτριες στη Σχολή. Εξ ίσου ισότιμη ανθρώπινη αντιμετώπιση αξίζουν οι δούλοι, οι οποίοι μπορούσαν να παρακολουθούν μαθήματα στον Κήπο και να αναδειχθούν σε φιλοσόφους. Το όνομα ενός εξ αυτών, Μυς, διασώθηκε σε μας από τον ιστορικό Λαέρτιο. Για τις γυναίκες έγραψε ο Επίκουρος:
«Η γυναίκα σου να σε σέβεται πρέπει και όχι να σε φοβάται, διότι δεν την πήρες για υπηρέτρια, αλλά για σύντροφο στη ζωή
Μια σύγκριση αυτών των αντιλήψεων με αντίστοιχες μεταγενέστερες που επικράτησαν στον ελληνόφωνο χώρο, δείχνει ποια ανατολίτικη οπισθοδρομικότητα επεβλήθη στον Ελληνισμό με τις μεσανατολικές δοξασίες.
Μέσα σε ένα περιβάλλον πολεμικών και πολιτικών ανακατατάξεων των ελληνιστικών κρατών, όπου τίθενται ερωτήματα για ανεξαρτησία (από τους Μακεδόνες) και αυτονομία των πόλεων, οι Επικούρειοι έχουν σαφή άποψη για το θέμα των πατρίδων, όχι με την ιδιοκτησιακή έννοια που δημιουργούν στους ανθρώπους, μέχρι των ημερών μας, οι κυβερνήτες για λόγους διατήρησης της εξουσίας και διακίνησης εξοπλισμών, αλλά με την έννοια του ενιαίου περιβάλλοντος, της κοινής πατρίδας και της αδελφοσύνης επί Γης. Έγραφε ο επικούρειος Διογένης Οινοανδέας (2ος αιώνα π.Χ.):
«Με το κάθε κομμάτιασμα της γης βέβαια άλλη είναι η πατρίδα για τον καθένα. Αλλά εάν δούμε όλη την επιφάνεια αυτού του κόσμου, τότε μία είναι η πατρίδα όλων μας, όλη η Γη, και μία η κατοικία μας, όλος ο κόσμος
Αντιλήψεις, οι οποίες επανέρχονται τον 21ο αιώνα ως νέες σοφίες, μπροστά στα πολλαπλά προβλήματα που προέκυψαν, είτε από τις φυσικές αλλαγές, είτε από τις δραστηριότητες του ανθρώπου, π.χ. επιβάρυνση περιβάλλοντος, πυρηνικά όπλα, διατροφικά προβλήματα, ενεργειακή ανεπάρκεια, αμάθεια και οπισθοδρομικότητα κ.ά.
Οι θεοί, κατά την επικούρεια αντίληψη, δεν ανακατεύονται στα ανθρώπινα, δεν κάνουν χάρες και δεν δέχονται δώρα. Αν έκαναν δε πράγματι οι θεοί όσα τους ζητούσαν οι άνθρωποι, θα εξαφανιζόταν η ανθρωπότητα, γιατί όλοι επιζητούν και εύχονται το κακό των άλλων… Για κάθε στιγμή και κάθε δυσκολία της ανθρώπινης ζωής, οι επικούρειοι φιλόσοφοι είχαν διατυπώσει ως πνευματικό βοήθημα την τετραφάρμακον, τέσσερις φράσεις για συνεχή χρήση:
«Δεν μας φοβίζει ο θεός, δεν μας ανησυχεί ο θάνατος, εύκολα αποκτιέται το Καλό, εύκολα υποφέρεται το Κακό
Αυτό δηλώνει ότι, πέρα από τις φυσικές δυνάμεις και τους νόμους του σύμπαντος,
  • δεν υπάρχουν θεοί τιμωροί και μπαμπούλες, όπως επαναλαμβάνουν καταπιεστικά
    οι θρησκείες, οπότε και δεν χρειάζεται κάποιος να ζει με το φόβο τους
  • δεν μας ανησυχεί ο θάνατος που δεν μας αφορά, εφόσον εμείς δεν υπάρχουμε πια
  • το καλό που χρειάζεται για να ζήσει κάποιος, σύμφωνα με τις πνευματικές, ψυχικές και σωματικές ανάγκες του, αποκτάται  για έναν ολιγαρκή άνθρωπο εύκολα και τέλος,
  • με την επικούρεια αταραξία αντιμετωπίζεται κάθε κακό, κάθε δυσάρεστη κατάσταση και κάθε φόβος.
Ένας σημαντικός τομέας που απασχόλησε εντατικά τον Επίκουρο, από τον οποίο έχουμε όμως λίγες πληροφορίες, είναι η φυσική του φιλοσοφία. Η επιρροή του ατομισμού του Λεύκιππου και του Δημόκριτου είναι παραπάνω από εμφανής στο έργο του Επίκουρου. Ο μεγάλος αυτός φιλόσοφος έγραψε, μεταξύ άλλων, και ένα τεράστιο συναφές σύγγραμμα, «Περί Φύσεως», το οποίο είχε έκταση 37 τόμων. Τα λίγα αποσπάσματα που έχουν διασωθεί από αυτό το έργο, είναι κυρίως κείμενα του Λουκρήτιου και του Διογένη Οινοανδέα, αλλά και λίγα του ίδιου του Επίκουρου.
Μερικές από τις βασικές αρχές της φυσικής φιλοσοφίας του Επίκουρου
* Τίποτα δεν δημιουργείται ποτέ από το τίποτα.
* Ο κόσμος δεν δημιουργήθηκε από θεία παρέμβαση.
* Ακόμα και αν υπάρχουν θεοί, αυτοί δεν επιδρούν στο φυσικό κόσμο.
* Η ύλη δεν καταστρέφεται σε τίποτα.
* Πρωταρχικά στοιχεία της ύλης δεν είναι τα αριστοτελικά στοιχεία πυρ, αήρ, γη και ύδωρ, αλλά μικρά αδιαίρετα άφθαρτα σωματίδια (άτμητα σωμάτια = άτομα).
* Τίποτα δεν μπορεί να γίνει αισθητό αν δεν έχει υλική υπόσταση.
* Τίποτα δεν υπάρχει εκτός από τα άτομα και το κενό ανάμεσά τους.
* Όλα τα σώματα, είτε είναι άτομα, είτε προέρχονται από ένωση ατόμων.
* Το σύμπαν είναι αχανές. Δεν βρισκόμαστε στο κέντρο του σύμπαντος, αλλά είμαστε ένας από τους αναρίθμητους κόσμους του σύμπαντος.
* Τα άτομα βρίσκονται σε διαρκή κίνηση μέσα στο κενό. Μπορούν να συνεχίσουν σε ευθεία, να συγκρουστούν, να αλλάξουν κατεύθυνση, να ενωθούν με άλλα άτομα στη δημιουργία σύνθετων σωμάτων.
* Οι κόσμοι και τα έμβια όντα δημιουργούνται από τυχαία γεγονότα λόγω της χαοτικής
κίνησης των ατόμων.
* Αυτό που αποκαλούμε «ψυχή» είναι σωματική οντότητα με υλικά χαρακτηριστικά και
δεν συνεχίζει να υπάρχει μετά τον θάνατο.
* Η αίσθηση είναι αξιόπιστη, διότι δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κάτι άλλο πιο αξιόπιστο από αυτήν.
Σήμερα γνωρίζουμε ότι αυτές οι απόψεις, τις οποίες είχε προσεγγίσει διαισθητικά ο Επίκουρος, δεν απέχουν σημαντικά από τα επιστημονικά ευρήματα και τη σημερινή γνώση μας για τα ουράνια σώματα και τη φύση γενικότερα. Δεν είχε, λοιπόν, άδικο ο Νίτσε που διαπίστωνε στα τέλη του 19ου αιώνα ότι: «Η επιστήμη έχει βαλθεί να επιβεβαιώσει τον Επίκουρο
Είναι πασιφανές, πόσο αρνητική ήταν για την πρόοδο της ανθρωπότητας η αποσιώπηση αυτού του μεγάλου διανοητή κατά την ύστερη Αρχαιότητα και το Μεσαίωνα. Μπορούμε δε εύκολα να σκεφτούμε, πόσο θα είχαν προωθηθεί η επιστήμη, η τεχνολογία και γενικότερα ο (ελληνικός) πολιτισμός, αν είχε εξελιχθεί ομαλά η επιστήμη των ελληνορωμαϊκών και ελληνιστικών χρόνων και δεν είχε παρεμβληθεί ο οπισθοδρομικός Μεσαίωνας με την υποστήριξη της εισροής στις πολιτισμένες κοινωνίες βαρβάρων από Βορρά και Ανατολή και της άνωθεν επιβολής σκοτεινών δεσποτικών και θεόπληκτων αντιλήψεων.
Από τα προηγούμενα είναι επίσης κατανοητό, γιατί οι πλατωνιστές και αριστοτελιστές απεχθάνονταν αυτόν τον μεγάλο φιλόσοφο, τους μαθητές του και τη φιλοσοφία τους και γιατί συνεχίζεται αυτή η εχθρότητα μέχρι των ημερών μας από όλους τους ελιτίστικους μηχανισμούς.
Περίπου 300 χρόνια μετά την εποχή του Επίκουρου, γράφει ο Πλούταρχος (~50 – 125 μ.Χ.) ότι ο ιδρυτής της Σχολής του «Κήπου» προσπάθησε να ανατρέψει τους «θεσμούς της πόλης» και ότι θεωρούσε τον εαυτό του «σοφότερο από τον Πλάτωνα» – έγκλημα καθοσιώσεως για τους ολιγαρχικούς. Γι’ αυτές λοιπόν τις αντιλήψεις έπρεπε, σύμφωνα με τον Πλούταρχο που είχε ο ίδιος ολιγαρχικές προτιμήσεις, να μαστιγωθούν όλοι οι επικούρειοι, όχι με το απλό μαστίγιο αλλά με το αστραγωτό! Αυτή η εκδήλωση αντιπάθειας και εκδικητικότητας δείχνει, πόση επιρροή πρέπει να είχαν ακόμα κατά το 2ο μ.Χ. αιώνα στην κοινωνία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας οι επικούρειοι φιλόσοφοι.
Ο Επίκουρος δεν έτυχε μέχρι σήμερα, λόγω των δημοκρατικών και φυσιοκρατικών του αντιλήψεων, οποιασδήποτε προβολής μέσα από τα σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα, τα οποία κατά κύριο λόγο στηρίζουν ακόμα ολιγαρχικές και θεοκρατικές αντιλήψεις. Μόλις τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται στα ελληνικά σχολικά βιβλία δειλά η βιογραφία του Επίκουρου και αναπτύσσεται η φιλοσοφία του. Μερικοί σύγχρονοι δυσφημιστές εξηγούν δε, κάνοντας μεταφραστικά άλματα, ότι το λάθε βιώσας (= να ζεις απαρατήρητος) του σπουδαίου αυτού φιλοσόφου σημαίνει πως κάποιος ζει λαθραία, σε βάρος των άλλων – ένα ακόμα δείγμα της διαχρονικής οπισθοδρομικής αθλιότητας που υποστηρίζεται κατά κανόνα από μηχανισμούς προπαγάνδας, θεσμοποιημένους και άτυπους.
Info:
Το κείμενο ανήκει στον Στ. Φραγκόπουλο και το διαβάσαμε στο sciencearchives.wordpress.com