https://www.facebook.com/artemissky.blogspot?ref_type=bookmark

ΑΡΤΕΜΙΣ

ΑΡΤΕΜΙΣ
Ήταν θεά του κυνηγιού,”πότνια θηρών” κατά τον Όμηρο,θεά των αγριμιών και της Σελήνης.

ΕΛΛΑΣ - HELLAS

'' Επιόντος άρα θανάτου επί τον άνθρωπον, το μεν θνητόν, ως έοικεν, αυτού αποθνήσκει, το δ' αθάνατον, σώον και αδιάφθορον, οίχεται απιόν. `Οταν επέρχεται ο θάνατος στον άνθρωπο, το μεν θνητό μέρος αυτού, καθώς φαίνεται, πεθαίνει, το δε αθάνατο, η ψυχή, σηκώνεται και φεύγει σώο και άφθαρτο '' ΠΛΑΤΩΝΑ

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .
ΑΝΟΙΚΩ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 11 Απριλίου 2016

Η θέση της Γης στο κέντρο του κόσμου



Βαβυλωνιακός χάρτης της Οικουμένης (6ος ή 5ος αι. π.Χ.)

Μιλήσαμε ήδη για τον χάρτη της Γης, που πρώτος σχεδίασε ο Αναξίμανδρος, όπως και για τη θυμηδία που αυτοί οι πρώιμοι χάρτες προκαλούν στον Ηρόδοτο. Οι αρχαιολόγοι υποστηρίζουν ότι ένα πρόσφατο εύρημα, μια πήλινη βαβυλωνιακή πλάκα του 6ου ή 5ου αιώνα π.Χ., που έχει χαραχθεί με τη βοήθεια ενός πρωτόγονου διαβήτη, αποτελεί έναν τέτοιο χάρτη της οικουμένης (βλ. εικόνα). Η αντίδραση λοιπόν του Ηροδότου δεν είναι παράλογη, αφού αυτός ο χάρτης θα ήταν εντελώς άχρηστος σε έναν ταξιδιώτη ή σε έναν ναυτικό. Ήθελε όμως ο Αναξίμανδρος να βοηθήσει τους ταξιδιώτες και τους ναυτικούς με τον «χάρτη» του, ή μήπως το σχεδίασμα αυτό της Γης δεν ήταν παρά εφαρμογή της κοσμολογικής του έκθεσης;
Στον χάρτη του Αναξίμανδρου η επιφάνεια της Γης θα πρέπει να απεικονιζόταν σαν ένας κυκλικός δίσκος με συμμετρική κατανομή των γνωστών περιοχών της οικουμένης. Αν παρακάμψουμε προς στιγμήν την έμφαση στη συμμετρία, η εικόνα αυτή δεν έρχεται σε αντίθεση με την παλαιότερη, παραδοσιακή σύλληψη της μορφής της Γης. Τόσο στα ομηρικά έπη όσο και στις κοσμολογικές αφηγήσεις των ανατολικών λαών η Γη θεωρείται ακίνητη και επίπεδη, καταλαμβάνει κεντρική θέση στο σύμπαν, και μάλλον έχει σχήμα κυκλικό. Η αντίληψη αυτή υιοθετείται και από τον Θαλή, με τη διαφορά ότι ο Θαλής προβληματίζεται πλέον για το υποστήριγμα της ακίνητης Γης, για να καταλήξει τελικά στο συμπέρασμα ότι η Γη επιπλέει στο νερό.
Η εξήγηση της ακινησίας της Γης απασχολεί και τον Αναξίμανδρο. Η δική του όμως απάντηση είναι εντελώς απρόσμενη και επαναστατική.
Τὴν δὲ γῆν εἶναι μετέωρον ὑπὸ μηδενὸς κρατουμένην, μένουσαν δὲ διὰ τὴν ὁμοίαν πάντων ἀπόστασιν.
Η Γη είναι μετέωρη και δεν κυριαρχείται από τίποτε. Ισορροπεί γιατί απέχει ίση απόσταση από τα πάντα.
Ιππόλυτος, Έλεγχος 1.6.3
Δεν χρειάζονται ούτε ρίζες ούτε σταθερό υποστήριγμα για να σταθεί η Γη ακίνητη, υποστηρίζει ο Αναξίμανδρος. Η Γη είναι μετέωρη, δεν στηρίζεται πουθενά, δεν κυριαρχείται από τίποτε. Παρ᾽ όλα αυτά μένει ακίνητη, απλώς και μόνο γιατί βρίσκεται στο κέντρο - «γιατί απέχει ίση απόσταση από τα πάντα». Η «ίση απόσταση» θα πρέπει να είναι η απόσταση της Γης από κάποια ακραία σημεία, από τις εσχατιές του σύμπαντος. Αυτή είναι άλλωστε και η ερμηνεία του Αριστοτέλη: «Υπάρχουν και κάποιοι, όπως ο Αναξίμανδρος, που υποστηρίζουν ότι η Γη μένει ακίνητη εξαιτίας της ομοιομορφίας· γιατί, αν κάτι έχει εξαρχής καταλάβει το κέντρο και βρίσκεται σε ίση απόσταση από τα άκρα, δεν θα κινηθεί ούτε προς τα επάνω ούτε προς τα κάτω ούτε προς τα πλάγια» (Περί ουρανού 295b10).
Είναι όμως τόσο αυτονόητο ότι κάτι που βρίσκεται στο μέσο δεν θα κινηθεί προς τα επάνω, προς τα κάτω ή προς τα πλάγια; Σε ποια ανθρώπινη εμπειρία αντιστοιχεί αυτή η εικόνα; Στον κόσμο που ζούμε είναι εντελώς παράλογη η ισοτιμία των δυνατών διευθύνσεων. Όλα τα σώματα έχουν βάρος και επομένως, ακόμη κι αν βρεθούν προς στιγμήν σε κάποιο κεντρικό σημείο, έχουν τη φυσική τάση να πέφτουν προς τα κάτω. Οι αρχαίοι πίστευαν ότι κάποια άλλα σώματα είναι από τη φύση τους ελαφρά, όπως λ.χ. η φωτιά και ο καπνός, και γι᾽ αυτά ισχύει το αντίθετο: ανεβαίνουν πάντοτε προς τα επάνω. Ούτε το δεξιό είναι ισότιμο με το αριστερό - αρκεί κανείς να σκεφτεί τη σταθερή διαδρομή του Ήλιου, τον προσανατολισμό των ιερών των ναών ή τη διαφορά στη δύναμη των δύο χεριών του ανθρώπου. Ο μόνος χώρος όπου υπάρχει αυτή η ισοτιμία και η ομοιομορφία είναι ο κόσμος των σχημάτων, ο κόσμος της γεωμετρίας, και κανείς ποτέ ως τότε δεν είχε διανοηθεί να συσχετίσει αυτό τον κόσμο της αφαίρεσης με τον δικό μας κόσμο, τον κόσμο μέσα στον οποίο κάθε μέρα ζούμε.
Πράγματι η εξήγηση του Αναξίμανδρου για την ακινησία της Γης κατά κάποιο τρόπο προϋποθέτει τον ορισμό του κύκλου ή της σφαίρας. Αργότερα, στην αυστηρή γλώσσα των μαθηματικών, ο κύκλος θα οριστεί ως εκείνο το σχήμα του οποίου όλα τα σημεία ισαπέχουν από το κέντρο. Ο Αναξίμανδρος δεν γνωρίζει βεβαίως αυτό τον ορισμό, αφού ακόμη δεν έχει γίνει κατανοητή η σημασία των μαθηματικών ορισμών. Γνωρίζει όμως χωρίς αμφιβολία τον πρακτικό τρόπο σχεδίασης των κύκλων με κάποιους πρωτόγονους διαβήτες ή με κάποιο σχοινί δεμένο σε ένα σταθερό καρφί. Η αρχή που διέπει τέτοιες πρακτικές κατασκευές είναι η ίση απόσταση των σημείων της περιφέρειας του κύκλου από το κέντρο. Ακόμη λοιπόν και σε ένα τέτοιο στοιχειώδες σχήμα το κέντρο είναι σταθερό γιατί δεν έχει κανένα λόγο να κινηθεί ούτε προς τα πάνω ούτε προς τα κάτω ούτε προς τα πλάγια. Η επαναστατική σύλληψη του Αναξίμανδρου συνοψίζεται στο γεγονός ότι μετέφερε τις ιδιότητες των σχημάτων στο σύμπαν, ότι συνέλαβε τη Γη ως γεωμετρικό κέντρο. Οι αισθήσεις των ανθρώπων και η εμπειρία τους υποχωρούν μπροστά στην ομοιογένεια και τη συμμετρία των γεωμετρικών σχημάτων.
Γεωμετρικό είναι και το σχήμα της Γης, κατά τον Αναξίμανδρο. Είναι κι αυτό «στρογγυλό» και παρομοιάζεται με τον σπόνδυλο ενός κίονα - είναι δηλαδή μάλλον κυλινδρικό. Οι άνθρωποι κατοικούν μόνο στη μία βάση του κυλίνδρου, ενώ η δεύτερη πρέπει να είναι ακατοίκητη και αόρατη σε μας (Ιππόλυτος, Έλεγχος 1.6.3). Άρα η οικουμένη είναι λογικό να σχεδιάζεται ως κυκλικός δίσκος.
Οι κοσμολογικές αντιλήψεις του Αναξίμανδρου ήταν πολύ καινοτομικές για την εποχή του και δεν βρήκαν άμεσους συνεχιστές. Ο Αναξιμένης θα επανέλθει στην αναγκαιότητα του υποστηρίγματος της Γης, θέτοντας τώρα ως υπόστρωμα τον αέρα. Ακόμη και ο Δημόκριτος, 150 χρόνια αργότερα, θα μιλήσει για δίνες που στηρίζουν την πεπλατυσμένη Γη. Χρειάστηκε να φτάσουμε στον Πλάτωνα για να αποδειχθεί η γονιμότητα της σύλληψης του Αναξίμανδρου: στην πλατωνική κοσμολογία η Γη είναι πλέον σφαιρική και ισορροπεί ακίνητη στο κέντρο του κλειστού, ομοιόμορφου και σφαιρικού σύμπαντος.
Δεν γνωρίζουμε πώς ο Αναξίμανδρος έφτασε σε ένα τόσο προχωρημένο στάδιο αφαίρεσης. Οι φυσιοκρατικές του αντιλήψεις, όπως είδαμε, στηρίχθηκαν σε μεγάλο βαθμό στην προσεκτική παρατήρηση των φυσικών φαινομένων· τίποτε όμως από όσα παρατηρεί κανείς στη φύση δεν υποβάλλει την ιδέα του γεωμετρικού σύμπαντος. Αν τα μαθηματικά είχαν αναπτυχθεί νωρίτερα στην αρχαία Ελλάδα, τότε θα μπορούσαμε να αναζητήσουμε εκεί την πηγή της έμπνευσης του Αναξίμανδρου. Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη. Η μαθηματική επιστήμη θα γίνει το υπόδειγμα της έγκυρης γνώσης μόνο στο τέλος του 5ου αιώνα π.Χ.
Μια πρόσφατη γοητευτική ερμηνεία ίσως μας δίνει ένα κλειδί για τη σωστή απάντηση. Ο γάλλος ιστορικός Ζαν-Πιερ Βερνάν (Μύθος και σκέψη στην αρχαία Ελλάδα, σ. 183 κ.ε.) επισήμανε την αντιστοιχία που υπάρχει ανάμεσα στην κοσμολογία του Αναξίμανδρου και την ανάπτυξη της αρχαίας ελληνικής πόλης‒κράτους. Στην αρχαϊκή πόλη η εξουσία έχει την κάθετη δομή μιας πυραμίδας: στην κορυφή βρίσκεται ο κληρονομικός βασιλιάς, το ανάκτορο και η ακρόπολη της πόλης, και στη βάση της πυραμίδας ο ανίσχυρος λαός. Κατά τον 6ο και τον 5ο αιώνα όμως η κάθετη αυτή δομή ανατρέπεται και βαθμιαία δίνει τη θέση της στη δημοκρατική οργάνωση της πόλης, η οποία είναι ουσιαστικά κυκλική. Οι θεσμοί της δημοκρατικής εξουσίας (η Εκκλησία του Δήμου, η αρχαία Αγορά) καταλαμβάνουν το κέντρο, και η πόλη αναπτύσσεται ακτινωτά προς όλες τις δυνατές κατευθύνσεις. Στο κοσμολογικό επίπεδο οι εξελίξεις ήταν αντίστοιχες. Με τον Αναξίμανδρο εγκαταλείπεται η κάθετη οργάνωση του κόσμου, όπου κυρίαρχη είναι η διάσταση του επάνω και του κάτω, και φτάνουμε στην κυκλική οργάνωση, στην πρωτοκαθεδρία του κέντρου. Υπάρχει επομένως μια σύνδεση των πολιτικών και των πνευματικών διεργασιών. Υπό αυτό το πρίσμα αποκτά ιδιαίτερη σημασία το γεγονός ότι οι διανοητικές αλλαγές για τις οποίες συζητούμε (η ίδια η γέννηση της φιλοσοφίας) συντελούνται στη Μίλητο, δηλαδή σε μια πόλη η οποία, αν και δεν είναι ακόμη δημοκρατική, είναι η πιο ανεπτυγμένη και η πιο φιλελεύθερη ελληνική πόλη του 6ου αιώνα π.Χ.

http://www.greek-language.gr/

Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2015

Τι έλεγε ο Άγιος Νεκτάριος για την ελληνική φιλοσοφία σε σχέση με τον χριστιανισμό;

Η Ελληνική φιλοσοφία υπήρξε για την Ελληνική φυλή ο παιδαγωγός για την κατανόηση της εξ αποκαλύψεως αληθείας. Ο έρως προς την φιλοσοφία έγινε έρως προς τον χριστιανισμό και η φιλοσοφία έγινε πίστη προς τον Χριστό. Άρα ο έρως προς την αλήθεια υπήρξε ο λόγος, για τον οποίο η Ελληνική Φυλή έγινε λάτρης και οπαδός της εξ αποκαλύψεως αληθείας, του Χριστιανισμού, ευθύς ως εμφανίστηκε επί της γης.
ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ
«ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΩΣ ΠΡΟΠΑΙΔΕΙΑΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΝ»
«Άνθρωπος ευσεβής εν σοφία μένει ως ο ήλιος»
Αγ. Νεκταρίου «γνώθι σαυτόν»
Πρόλογος
Αξιότιμοι Κύριοι
Το θέμα της μελέτης μου αυτής προήλθε από γενικώτερες μελέτες, με τις οποίες ασχολούμαι από πολλά έτη. Θέμα των μελετών μου αυτών υπήρξαν οι Έλληνες συγγραφείς. Εξεκίνησα κυρίως από ένα φλογερό πόθο να συγκεντρώσω ο,τιδήποτε σωστό έχουν παρουσιάσει σχετικά με το Θεό, την ψυχή και την αρετή και να αποταμιεύσω σε ένα τόμο όλες τις σοφές γνώμες όλων των σοφών Ελλήνων, ώστε να διδάσκονται από αυτές οι μελετητές. Από τη μελέτη αυτή και από την τακτοποίηση της ύλης επείσθηκα ότι οι Έλληνες σοφοί, είτε εξ ολοκλήρου, είτε εν μέρει, υπήρξαν διδάσκαλοι της αληθείας, ότι την αγάπησαν και την αναζήτησαν με πάθος και ότι τους οδηγούσε προς την αληθινή φιλοσοφία μια ερωτική αγάπη για τη γνώση της αληθείας. Αυτή η αγάπη οδήγησε σταδιακά το Ελληνικό Έθνος στην καθαρότερη και σαφέστερη γνώση της αληθείας και εν τέλει στην αλήθεια εξ αποκαλύψεως, τον Χριστιανισμό.
Η Ελληνική φιλοσοφία υπήρξε για την Ελληνική φυλή ο παιδαγωγός για την κατανόηση της εξ αποκαλύψεως αληθείας. Ο έρως προς την φιλοσοφία έγινε έρως προς τον χριστιανισμό και η φιλοσοφία έγινε πίστη προς τον Χριστό. Άρα ο έρως προς την αλήθεια υπήρξε ο λόγος, για τον οποίο η Ελληνική Φυλή έγινε λάτρης και οπαδός της εξ αποκαλύψεως αληθείας, του Χριστιανισμού, ευθύς ως εμφανίστηκε επί της γης. Έκτοτε, τον αποδέχθηκε με θέρμη, τον αγκάλιασε και έδωσε με προθυμία το αίμα της γι’ αυτόν. Επειδή, λοιπόν η Ελληνική φιλοσοφία υπήρξε τόσο σπουδαία και εξ αιτίας της η Ελληνική φυλή ασπάσθηκε τον Χριστιανισμό, επέλεξα ως θέμα μελέτης... «την Ελληνικήν Φιλοσοφίαν ως προπαιδείαν εις τον Χριστιανισμόν» επειδή είναι θέμα εξαιρετικά σπουδαίο για τους Έλληνες.
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΩΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΥ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΝ
Ελληνική Φιλοσοφία: Δύο απλές λέξεις. Αλλά λέξεις γεμάτες από τον πλούτο μεγάλων και υψηλών νοημάτων. Μέσα σ’ αυτές περιέχεται η τέλεια έννοια του ανθρώπου. Αυτές οι ίδιες λέξεις περιέχουν εντός τους το σύνολο των επιστημονικών αρχών. Σ’ αυτές εκφράζεται το πνεύμα μιας τελείως ανεπτυγμένης πνευματικά ανθρωπότητος. Μ’ αυτές αποδίδεται χαρακτηριστικά η τέλεια εικόνα του ανθρώπου. Σ’ αυτές αναγνωρίζεται το μέγεθος του ανθρωπίνου Νου, το ύψος της ανθρωπίνης διανοίας, το βαθύτερο νόημα των εννοιών, η δύναμη, το κάλλος και η ομορφιά του λόγου, η λεπτότητα των διανοημάτων, η ευκρίνεια, η καθαρότητα και η σαφήνειά τους, η δύναμη και η χάρη τους και, τέλος, η θεία προέλευση και καταγωγή του ανθρώπου.
Η Ελληνική φιλοσοφία είναι η θεμελιώδης αρχή, η βάση και το θεμέλιο για μία αληθινή ανάπτυξη και μόρφωση. Είναι ο παιδαγωγός του ανθρώπου. Αυτή οδηγεί τα βήματά του προς την ευσέβεια. Αυτή υπήρξε ο διδάσκαλος της αληθείας. Αυτή εδίδαξε τον άνθρωπο ποιος είναι, ποια είναι η αποστολή του στον κόσμο και ποιες πρέπει να είναι οι πράξεις του. Αυτή τον εδίδαξε την ύπαρξη του Θεού, την σχέση του ανθρώπου προς τον Θεό και την σχέση του Θεού προς τον άνθρωπο. Τον εδίδαξε τις ιδιότητες του θείου (Θεού) και την συγγένεια του ανθρώπου προς Αυτό.
Η Ελληνική φιλοσοφία εδίδαξε την πρόνοια του Θεού για την ανθρωπότητα και με τις ορθές από τις θεωρίες της χειραγώγησε ως παιδαγωγός την ανθρωπότητα προς τον Χριστό.
Η φιλοσοφία υπήρξε και είναι κτήμα των Ελλήνων και κανένας δεν είναι δυνατόν να την αφαιρέσει απ’ αυτούς. Με την διάδοσή της ανάμεσα στα έθνη τα προσελκύει και τους προσφέρει Ελληνικότητα, χωρίς η ίδια να χάνει ποτέ την ελληνικότητά της. Όσοι γίνονται οπαδοί της, όσοι ομιλούν την ελληνική γλώσσα, δεν είναι πια ξένοι, αποβάλλουν κάθε βαρβαρότητα και αποκτούν ελληνικότητα και ευγένεια. Ο προορισμός της Ελληνικής φιλοσοφίας είναι η διάπλαση όλων κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να γίνονται Έλληνες.
Η Ελληνική φιλοσοφία εγεννήθηκε χάριν του Χριστιανισμού και εταυτίσθηκε με αυτόν για να εργασθεί για τη σωτηρία της ανθρωπότητος. Έλληνες και Φιλοσοφία είναι έννοιες αξεχώριστες. Αυτό μαρτυρεί και ο Απόστολος των Εθνών Παύλος όταν αναφέρει: «Οι Έλληνες αναζητούν με πάθος τη σοφία». Γιατί ο Έλληνας είναι πραγματικά γεννημένος για να διδάσκει την ανθρωπότητα.
Αλλά, αν η ταυτόσημη με τον Έλληνα φιλοσοφία είναι ο παιδαγωγός, ο οδηγός προς τον Χριστιανισμό, πρέπει να καταλήξουμε στο συμπέρασμα, ότι ο Έλληνας, πλασμένος φιλόσοφος, είναι και πλασμένος Χριστιανός. Είναι πλασμένος να γνωρίσει την αλήθεια και να την διαδίδει στα άλλα έθνη.
Ναι, ο Έλληνας εγεννήθηκε από θέληση της Θείας Πρόνοιας διδάσκαλος της ανθρωπότητος. Αυτό το έργο είναι η πνευματική κληρονομιά του, αυτή είναι η αποστολή του, αυτό είναι το ξεχωριστό κάλεσμά του ανάμεσα από τα έθνη. Αυτό το μαρτυρεί η εθνική του ιστορία, το μαρτυρούν οι κλίσεις και οι τάσεις του χαρακτήρος του, το μαρτυρούν και οι ευγενικές του διαθέσεις, το μαρτυρεί η ίδια η μακροβιότητά του Ελληνισμού, από όπου συμπεραίνεται και η αιωνιότητά του. Και αυτό συμβαίνει επειδή είναι προορισμένος για το έργο του Χριστιανισμού και συνδεδεμένος με αυτό. Και ο Χριστιανισμός είναι αιώνιος. Από την άλλη πλευρά, πάλι, ενώ όλα τα έθνη εμφανίσθηκαν στην παγκόσμια σκηνή και υπήρξαν παροδικά, το Ελληνικό Έθνος παρέμεινε δραστήριο στο προσκήνιο παγκοσμίως σε όλους τους αιώνες. Και αυτό έγινε, επειδή η ανθρωπότητα έχει ανάγκη από διδασκάλους. Αυτό φαίνεται και από την επιλογή της Ελληνικής φυλής από την Θεία Πρόνοια για να της εμπιστευθεί, σαν ιερή παρακαταθήκη, την Αγία Πίστη, την Θρησκεία της Αποκαλύψεως και το θείο αποστολικό έργο της. Δηλαδή, το αιώνιο έργο της σωτηρίας με τη διάπλαση της ανθρωπότητος, κατά τις αρχές της από θεία Αποκάλυψη Θρησκείας, του Χριστιανισμού. Και είναι αλήθεια, ότι αυτό το έργο έχει ανατεθεί στην Ελληνική φυλή. Αυτό αποδεικνύεται από την ιστορία. Με ένα μόνο βλέμμα στην ιστορία του Χριστιανιμού διαπιστώνουμε αυτήν την αλήθεια, επειδή εκεί, από την πρώτη της σελίδα, φαίνεται η δράση της Ελληνικής φυλής μέσα στο Χριστιανισμό και η κλήση της να αναλάβει την μεγάλη αποστολή του Χριστιανικού έργου. Οι Θείοι λόγοι του Σωτήρος, όταν του ανήγγειλαν ότι εζήτησαν να Τον ιδούν Έλληνες, τώρα εδοξάσθη ο Υιός του Ανθρώπου, είχαν ένα βαθύ νόημα. Ήταν λόγοι προφητικοί, πρόβλεψη μελλοντικών γεγονότων. Οι Έλληνες αυτοί ενώπιον του Χριστού ήταν οι αντιπρόσωποι ολοκλήρου του Ελληνικού Έθνους. Στην παρουσία τους διέκρινε και ανεγνώρισε ο Ιησούς το Έθνος, στο οποίο επρόκειτο να δοθεί η ιερή παρακαταθήκη για να την διαφυλάξει χάριν της ανθρωπότητος. Από τον πόθο των Ελλήνων να Τον αναζητήσουν, διέκρινε ότι ήταν πρόθυμοι να δεχθούν την διδασκαλία Του, προέβλεψε ότι θα δοξασθεί από την πίστη των εθνών και ανεγνώρισε το από καταβολής του κόσμου προετοιμασμένο έθνος για να φέρει εις πέρας την αποστολή και να ολοκληρώσει τον ύψιστο Σκοπό.
Γιατί, πραγματικά, από καταβολής κόσμου είχε κληθεί το Ελληνικό Έθνος να πραγματοποιήσει αυτόν το σκοπό και ήταν γι’ αυτόν πλασμένο. Ο Θεός μέσα στα πλαίσια της Θείας Του Προνοίας διέπλασε το Ελληνικό Έθνος σαν οφθαλμό στο σώμα της ανθρωπότητος και από αυτή τη θέση το εκάλεσε να εργασθεί για την αναγέννησή της.
Το Ελληνικό Έθνος, με αυτή τη φυσική ιδιότητα, κατόρθωσε να εξετάζει σαν αληθινός οφθαλμός και όσα είναι εμφανή και όσα είναι κρυμμένα κάτω από πέπλο μυστηρίου. Παρετήρησε έκθαμβο το εκπληκτικό κάλλος, την ομορφιά της αρμονίας της δημιουργίας και ανεζήτησε τον Θείο Δημιουργό. Αφοσιώθηκε με λατρεία στην έρευνα και ανεκάλυψε τον Θείο Δημιουργό μέσα στα δημιουργήματά Του. Η εικόνα του Θείου Δημιουργού, γραμμένη με θεϊκό δάκτυλο επάνω στα δημιουργήματα, προσέλκυσε την προσοχή των Ελλήνων και τους συνεπήρε. Αναγνώρισαν σε βάθος την εικόνα του Θεού σε μικρογραφία μέσα στην καλλιτεχνική κατασκευή των όντων και μέσα στη θαυμαστή δομή του μικρότερου ζωηρού πανέμορφου αγριολούλουδου, αλλά και μέσα στην πολύπλοκη κατασκευή των μεγαλυτέρων δημιουργημάτων. Η απέραντη ποικιλία των ειδών, τόσο σοφά διαμορφωμένη, ώστε να ξεκινάει από τα απειροελάχιστα για να αναπτυχθεί και να καταλήξει στα μέγιστα, γίνεται για τον φιλόσοφο μία κλίμακα με απειράριθμες βαθμίδες, η οποία έχει την κορυφή της στον ουρανό. Ο φιλόσοφος ανεβαίνει με θαρραλέο βήμα τα σκαλοπάτια της ατενίζοντας μόνο προς τον Ουρανό. Αποσπάται όλο και περισσότερο από τη γη, πετάει από επάνω του το περιττό άχρηστο γήινο φορτίο και ζητάει να γίνει πνεύμα, για να πλησιάσει το Θείο Πνεύμα, του οποίου τον θρόνο τοποθετεί στον Ουρανό. Κατανοεί ότι μία Αρχή, μία Δύναμη, μία απέραντη Σοφία, ένα αγαθό θείο Ον υπήρξε ο Δημιουργός της θαυμαστής αυτής δημιουργίας. Αυτή η κατανόηση του Θείου από τις θεϊκές του ιδιότητες, του γεννά, την ίδια στιγμή, το συναίσθημα της αγάπης και της λατρείας. Η καρδιά του φιλοσόφου γεμίζει από θείον έρωτα και θερμαίνεται από θεία δύναμη και αυτή η δύναμη τον έλκει και τον κατευθύνει προς τον Θεό. Η ισχύς της είναι ακατανόητη, αλλά και ισχυρή, σαν Θεία δύναμη. Αυτή τον κατακυριεύει και αυτή διευθύνει τις σωματικές και πνευματικές του δυνάμεις κατά την θέλησή της. Έχει διαφορετική θέληση από τον σωματικό άνθρωπο. Αυτή επικρατεί στον εσωτερικό του κόσμο και κατευθύνει τα πάντα. Είναι περίεργο αυτό το φαινόμενο. Και τότε διερωτάται. Τι γίνεται εντός μου; Ποια είναι η σχέση μου προς το θείο, προς το οποίο αυτή η εσωτερική δύναμη κατευθύνεται ακατάσχετη, ζητεί να Το πλησιάσει και έχει την τάση να αφομοιωθεί προς αυτό; Πώς είναι δυνατό να έχει υποταγεί σ’ αυτή την υπερφυσική δύναμη η φυσική μου κατάσταση και πώς εγώ ο φυσικός άνθρωπος δέχομαι να υποταχθώ σ’ αυτήν; Και μάλιστα, αισθάνομαι μεγαλύτερη χαρά για μία τέτοια υποταγή, παρά για την ακατάσχετη φυσική ελευθερία των ορμών μου; Ποιος είμαι εγώ και ενώ έχω προέλθει από τη γη επιζητώ τον Ουρανό; Ποια είναι η σχέση της γης προς τον Ουρανό; Των αισθητών προς τα υπεραισθητά; Ποια η σχέση μου με το Θείο; Γιατί το αγαπώ; Γιατί Το ποθώ τόσο πολύ; Γιατί θέλω να γίνω όμοιος μ’ Αυτό; Είμαι λοιπόν Πνεύμα; Είμαι κάποια υπερφυσική δύναμη; Αλλά, από την άλλη πλευρά, πεθαίνω και ο τάφος καλύπτει το νεκρό και χωρίς πνοή σώμα μου. Πώς, όμως, ο θάνατος αδυνατεί να με πείσει ότι πεθαίνω για πάντα; Πώς ελπίζω, ακόμη, ότι μου επιφυλάσσεται αιώνια ζωή; Από πού έρχεται αυτή η πληροφορία για αιώνια ζωή; Βλέπω ότι πεθαίνω, και όμως, είμαι βέβαιος, πιστεύω ότι θα ζήσω για πάντα, στην αιωνιότητα. Ολόκληρος ο βίος του ανθρώπου μαρτυρεί αυτό. Οι άνθρωποι ζουν για την αιωνιότητα. Άρα ο άνθρωπος έχει από κοινού την πληροφορία για την αιωνιότητά του. Και αυτό, για την αθανασία και την αιωνιότητά του, το έχει διδαχθεί από την εσωτερική του Θεία Δύναμη, η οποία τον έλκει και προς το Θείο. Η Δύναμη αυτή και τον πληροφορεί και τον πείθει. Γι’ αυτό πιστεύει στην αθανασία. Είναι, λοιπόν, ο άνθρωπος μία ύπαρξη, ένα ον αθάνατο, επειδή κατανοεί το Θείο, επειδή έλκεται από το Θείο, επειδή λατρεύει το Θείο, επειδή, ακριβώς, μέσω της εσωτερικής του μυστηριώδους δυνάμεως, παίρνει πληροφορίες από τον ίδιο τον Θεό.
Ο Έλληνας, λοιπόν, με τη βοήθεια της φιλοσοφίας, εγνώρισε πρώτα την ύπαρξη του θείου και στη συνέχεια τον εαυτό του και το ποιος ακριβώς είναι. Με τη γνώση του Θεού απέκτησε και την τέλεια γνώση του εαυτού του και με αυτόν τον τρόπο κατενόησε την σχέση του προς το θείο, την ευγένειά του, δηλαδή την ανωτερότητα της καταγωγής του και έμαθε ότι η αφοσίωση προς το θείο είναι το πρώτο από τα καθήκοντά του. Εγνώρισε, εξ άλλου, ότι η αποστολή του στον κόσμο είναι να προσπαθεί να γίνει τέλειος και να ανυψωθεί από τον υλικό κόσμο προς τον πνευματικό. Έμαθε, ότι ο πνευματικός κόσμος πρέπει να δίνει ζωή στον υλικό κόσμο, ότι το πνεύμα πρέπει να επικρατεί στην ύλη, ότι οι εσωτερικοί πνευματικοί νόμοι έχουν μεγαλύτερη ισχύ από τους εντός του φυσικούς νόμους και ότι μέσα του πρέπει να επικρατούν αυτοί οι λογικοί νόμοι. Έμαθε ότι ο άνθρωπος γίνεται τέλειος όταν αφομοιωθεί με τον Θεό και ότι αφομοιώνεται με το Θείο, όταν στολίζεται με ευσέβεια, δικαιοσύνη, αλήθεια και επιστήμη, δηλαδή, με την πλήρη γνώση της αληθείας. Γιατί είναι αλήθεια, ότι αυτές οι αρετές έχουν τη δύναμη να τελειοποιούν τον άνθρωπο. Και αυτό, επειδή η ευσέβεια αποτελεί για τον άνθρωπο το δρόμο για να πλησιάσει το Θείο, ενώ η δικαιοσύνη, η αλήθεια και η επιστήμη τον οδηγούν στο να επιτύχει την μετατροπή του σε εικόνα και ομοίωση του Θείου.
Ο Έλληνας, αφού έμαθε ποιος είναι και ποιος πρέπει να γίνει, έβαλε ως στόχο του την τελειοποίησή του. Ελάτρευσε το πνεύμα και εδημιούργησε ένα πνευματικό κόσμο, μέσα στον οποίον ήθελε να ζει. Η γνώση του καλού, του αγαθού και του αληθινού, καθώς και η έμφυτη αγάπη προς τον πλησίον ανέπτυξε στην καρδιά του τον πόθο της μεταδόσεως και με αυτόν τον τρόπο έγινε διδάσκαλος της ανθρωπότητος. Εζήτησε να εξομοιώσει όλους προς τον εαυτό του. Δεν εγεννήθηκε, όμως, κατακτητής του σώματος, αλλά του πνεύματος. Δεν ανεζήτησε δούλους, αλλά ελευθέρους. Αυτό αγάπησε. Και αυτή η θεία αγάπη έγινε το κίνητρο όλων των ορμών του. Αυτή η αγάπη διεμόρφωσε τον εθνικό του χαρακτήρα, ο οποίος και έμεινε αναλλοίωτος. Με αυτόν τον τρόπο επλάσθηκε ο Έλληνας και με αυτόν τον τρόπο διαμορφώθηκε το ήθος του και ο ηθικός χαρακτήρας του. Και ένας τέτοιος χαρακτήρας δεν ήταν δυνατόν παρά να ενθουσιασθεί από τις αρχές του Χριστιανισμού.
Ο Χριστιανισμός ήταν αγάπη, έδινε υπόσχεση να διδάξη στους ανθρώπους την αλήθεια στην τελειότερη και πληρέστερη μορφή της, να ενισχύσει και να ανυψώσει την φιλοσοφία στην πιο υψηλή της μορφή, να αποκαλύψει σ’ αυτήν όσα μυστήρια της έμεναν κρυμμένα, να διαλύσει το σκοτάδι από τα μάτια της ανθρωπίνης διανοίας, να ξυπνήσει τον κοιμισμένο, να απαλλάξει από τις δεισιδαιμονίες, να συνδέσει όλους τους ανθρώπους με δεσμούς αδελφικής αγάπης, να οδηγήσει στον Θεό και να σώσει από την κυριαρχία του διαβόλου, χαρίζοντας στον πρόσκαιρο σημερινό κόσμο την αληθινή ευτυχία και στο μελλοντικό την αιώνια μακαριότητα. Ο Έλληνας, εφόσον ευρήκε στον Χριστιανισμό τις ίδιες τις αρχές του, την εικόνα του τέλειου και του ιδανικού του και, κυρίως, το μόνο Διδάσκαλο ικανό να τον διδάξει όλα όσα ήθελε να μάθει και να γνωρίσει και ό,τι εποθούσε και επιζητούσε και εφόσον ευρήκε, ότι ο Χριστιανισμός εξέφραζε τα αισθήματά του, τον αγκάλιασε και τον προστάτεψε θερμά. Και ο Χριστιανισμός του εχάρισε ως πρώτο δώρο νέα ζωή. Σε αντάλλαγμα, ο Ελληνισμός τον υπεστήριξε με τους αγώνες και το αίμα του.
Η Ελληνική φιλοσοφία οδηγούσε το Ελληνικό Έθνος προς τον Χριστιανισμό. Το ότι η Ελληνική φιλοσοφία υπήρξε τέτοιος καθοδηγητής μαρτυρεί ο Ιερός Πατέρας Κλήμης ο Αλεξανδρινός, όταν αναφέρει:
«Η φιλοσοφία ήταν αναγκαία για τους Έλληνες προ της παρουσίας του Κυρίου για να υπάρξει δικαιοσύνη. Τώρα πάλι είναι χρήσιμη για να επιτύχει κανείς την ευσέβεια προς τον Θεό, επειδή θεωρείται ως προπαίδεια για όσους αποκτούν την πίστη με αποδείξεις. Διότι, όπως λέγεται (στις Παροιμίες στην Π. Διαθήκη), δεν θα στραβοπατήσεις αν φροντίζεις και προνοείς για όσα είναι ορθά, είτε προέρχονται από τους Έλληνες, είτε είναι δικά μας (των Εβραίων). Διότι, ο Θεός είναι η αιτία όλων των καλών και των ορθών. Και ενώ στους Εβραίους εδόθησαν ορθά από πριν, δηλαδή, η Παλαιά Διαθήκη προ της Καινής, στους Έλληνες όσα σωστά επέτυχαν ήταν επακολούθημα της φιλοσοφίας. Μήπως, όμως, και στους Έλληνες δεν είχε δοθεί πριν ο Κύριος καλέσει και αυτούς; Διότι η φιλοσοφία παιδαγωγούσε και οδηγούσε και το Ελληνικό Έθνος, προς τον Χριστό, όπως τους Εβραίους ο Νόμος».
Επομένως, η φιλοσοφία προπαρασκευάζει ετοιμάζοντας τον δρόμο όσων πρόκειται να φθάσουν στην τελειοποίηση διά του Χριστού και με την βοήθειά Του. Γιατί ένας είναι ο δρόμος προς την αλήθεια και σ’ αυτόν, όπως σ’ ένα ασταμάτητο ποταμό, συγκεντρώνονται όλα τα υδάτινα ρεύματα, αν και έρχονται από διαφορετικές κατευθύνσεις».
Και πάλι ο ίδιος Ιερός Πατέρας, αναφέρει για την Ελληνική φιλοσοφία: «Αλλά, και αν ακόμη δεν αντιλαμβάνεται η ελληνική φιλοσοφία ολόκληρο το μέγεθος της αληθείας και επί πλέον δεν έχει το σθένος να εφαρμόζει, τις εντολές του Κυρίου, όμως, προετοιμάζει τον δρόμο για την βασίλισσα όλων των διδασκαλιών (τον Χριστιανισμό), ενώ συγχρόνως, δίνει (στους ανθρώπους) σωφροσύνη, προσδιορίζοντας και προσαρμόζοντας τον ηθικό τους χαρακτήρα, ώστε να τους προετοιμάζει να παραδεχθούν την Αλήθεια».
Ο Κλήμης δέχεται ότι ο,τιδήποτε ορθό έχει λεχθεί από τους φιλοσόφους ήταν έργο της θείας μέριμνας για τον κόσμο. Και να τι ακριβώς αναφέρει: «Και αν ακόμη ισχυρίζονται ότι από τυχαία σύμπτωση οι Έλληνες εξέφρασαν κάποιες αλήθειες της σωστής φιλοσοφίας, η σύμπτωση οφείλεται στη θεία μέριμνα• και βεβαίως δεν θα εκθειάσει κάποιος ένα τυχαίο γεγονός, με το να το θεωρεί έργο Θεού, για να φανεί φιλότιμος απέναντί μας. Και γι’ αυτό στην πραγματικότητα, είτε λεχθεί ότι έγινε από σύμπτωση –αφού καμμία σύμπτωση δεν γίνεται χωρίς πρόνοια- είτε ότι οι Έλληνες είχαν έμφυτη από την ίδια τη φύση τους τη νόηση είναι το ίδιο, αφού εμείς γνωρίζουμε ότι ένας είναι ο Δημιουργός της φύσεως, γι’ αυτό και λέγομε ότι και η δικαιοσύνη είναι φυσική κ.λπ.».
Ο Κλήμης, αναφερόμενος στο έργο της Ελληνικής φιλοσοφίας, δείχνει με ποιον τρόπο η φιλοσοφία καθοδηγούσε προς την αλήθεια και ότι έργο της υπήρξε ο πόλεμος κατά του ψεύδους. «Η συμπαράσταση της ελληνικής φιλοσοφίας δεν ενισχύει απλώς την αλήθεια, αλλά, αφ’ ενός κάνει αδύνατη κάθε επίθεση με απατηλά σοφίσματα εναντίον της, ενώ από την άλλη πλευρά αποκρούει τα εναντίον της δόλια και απατηλά σχέδια, ώστε σωστά να λέγεται, ότι η Ελληνική φιλοσοφία αποτελεί το φραγμό και το επιστέγασμα του αμπελώνος (δηλαδή της Εκκλησίας)».
Ότι κάθε αληθινή σοφία, και ιδιαιτέρως η Ελληνική, προέρχεται από τον Θεό μαρτυρεί και η Γραφή όταν αναφέρει: «Απέστειλε η σοφία τους δούλους της για να καλέσουν με δυνατή φωνή σε συμπόσιο λέγοντας, όποιος είναι ανόητος ας αλλάξει την πορεία του και ας έλθει προς εμέ».
Ότι η ελληνική φιλοσοφία είναι δώρο Θεού και κάθε σοφία προέρχεται από τον Θεό αναφέρεται και στις Παροιμίες και στον Εκκλησιαστή και στη Σοφία Σειράχ. Στις Παροιμίες (κεφ. β΄ 3-9) αναφέρονται τα εξής: «Γιατί αν επικαλεστείς τη σοφία και φωνάξεις τη σύνεση και αν αναζητήσεις με ισχυρή κραυγή την εμπειρία και η αναζήτησή σου είναι τόσο πρόθυμη, σαν να αναζητάς μετρητά χρήματα ή σαν να ψάχνεις θησαυρούς, θα ανακαλύψεις συνυφασμένο τον φόβο του Κυρίου και θα αποκτήσεις την γνώση του Θεού, επειδή ο Κύριος δίνει τη σοφία και από το Πρόσωπό Του πηγάζει η γνώση και η σύνεση και αυτός αποταμιεύει σωτηρία για όσους έχουν σωστή κρίση και θα τους υπερασπισθεί στην πορεία τους και θα προστατεύσει το δρόμο των δικαίων και των ευλαβών».
Ο Κλήμης παραβάλλει την σοφία προς την βροχή και όσους φιλοσοφούν με την ποικιλία των βοτάνων, τα οποία, αν και ποτίζονται όλα με τα ίδια ύδατα, το καθένα μεταβάλλει τους χυμούς σύμφωνα με την ιδιαίτερη φύση του. Και να οι λόγοι του: «Είναι προφανές ότι η ελληνική προπαιδεία, καθώς και η φιλοσοφία η ίδια, έχουν έλθει στους ανθρώπους από το Θεό, όχι κατά σειρά προτεραιότητος, αλλά όπως ακριβώς οι βροχές κατακλύζουν την καλή γη και στην κοπριά και στα δώματα και έτσι με τον ίδιο τρόπο βλασταίνει και το γρασίδι και το σιτάρι και η άγρια συκιά επάνω στα μνήματα και τα άγρια δέντρα. Και το καθένα από όσα φυτρώνουν είναι πανομοιότυπο του φυτού από το οποίο προέρχεται».
Από όσα προαναφέρθηκαν φαίνεται ότι ο Κλήμης παραδέχεται ως φιλοσοφία μόνον την ορθή. Δηλαδή, παραδέχεται μόνο τις υγιείς ιδέες της φιλοσοφίας. Αυτό φαίνεται και από τα εξής: «Ασφαλώς και δεν αποδεχόμαστε κάθε είδους φιλοσοφία, αλλά μόνον εκείνη, στην οποία αναφέρεται και ο Σωκράτης στους Πλατωνικούς διαλόγους. Επειδή, όπως λέγει, στις τελετές πολλοί κρατούν βακχικά καλάμια, αλλά λίγοι είναι όσοι εκστασιάζονται. Με την έννοια, ότι «πολλοί είναι οι κλητοί (προσκεκλημένοι), αλλά λίγοι οι εκλεκτοί». «Με αυτά τα λόγια εκφράζει επομένως καθαρά τη γνώμη του ο Σωκράτης. Κατά τη δική μου γνώμη (του Κλήμεντος) οι αναφερόμενοι δεν είναι άλλοι από όσους φιλοσοφούν σωστά, ανάμεσα στους οποίους και εγώ (ο Κλήμης), δεν παρέλειψα τίποτε στη ζωή μου, αλλά έδειξα κάθε προθυμία, ώστε να έχομε επιτύχει κάτι μέχρι σήμερα και να ελπίζομε ότι, αν θέλει ο Θεός, θα γνωρίσωμε στο μέλλον και ολόκληρη την καθαρή αλήθεια, όταν φθάσουμε εκεί (στον άλλο κόσμο)».
Ο Κλήμης διακρίνει την αληθινή φιλοσοφία από τη σοφιστεία και τα όσα ορθά αναφέρει η φιλοσοφία από τα μη ορθά. Αυτό φαίνεται από τα ακόλουθα: «Ονομάζω φιλοσοφία όχι τη Στωική, ούτε την Πλατωνική ή την Επικούρειο ή την Αριστοτελική, αλλά τα όσα ορθά έχουν λεχθεί από την κάθε μία διαίρεση της φιλοσοφίας. Δηλαδή, όσα διδάσκουν δικαιοσύνη με ευλαβική επιστήμη. Όλην αυτή την επιλογή ονομάζω φιλοσοφία. Αλλά δε θα έλεγα ποτέ, ότι έχουν θεία προέλευση όσα επιλέγουν οι ψευδοφιλόσοφοι για να διαστρέφουν ή αλλοιώνουν την αλήθεια με ανθρώπινους διαλογισμούς».
Ο Ιερός Κλήμης αυτή τη φιλοσοφία (την ορθή), ως υγιή, την θεωρεί άψογη και, για να προλάβη οποιαδήποτε μομφή από παρερμηνεία ορισμένων περικοπών της Ιεράς Γραφής, ερμηνεύει αυτές τις περικοπές λέγοντας: «Όταν η Γραφή αποκαλεί τους Έλληνες σοφούς φίλαυτους (εγωιστές) και αλαζονικούς κατηγορεί όχι βέβαια τους αληθινούς σοφούς, αλλά τους δοκισήσοφους (ψευτοφιλόσοφους). Εναντίον αυτών λέγεται ότι... θα καταστρέψω τη σοφία των σοφών και θα απορρίψω τη σύνεση των συνετών».
Ο Κλήμης τόσο πολύ προχωρεί στη θεωρία του ότι κάθε (ορθή) φιλοσοφία προέρχεται από τον Θεό και ότι η Θεία σοφία εφώτιζε και καθοδηγούσε τα βήματα του Ελληνικού Έθνους, ώστε πιστεύει ότι και τα Ιερά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης κατά θεία Πρόνοια μεταφράσθηκαν στα ελληνικά και τα (Ιερά Βιβλία) της Καινής Διαθήκης εγράφηκαν στα Ελληνικά, με τελικό σκοπό το Ελληνικό Έθνος, το οποίο με τη φυσική και μόνο θεογνωσία οδηγήθηκε στην ανεύρεση της αληθείας, να γνωρίσει και την εξ αποκαλύψεως αλήθεια, όταν έγινε γνωστή, και με την βοήθεια και των δύο να οδηγηθεί στην υψίστη αλήθεια. Να τι ακριβώς λέει για την μετάφραση των Ιερών Γραφών στα Ελληνικά: «Διότι γι’ αυτό μεταφράστηκαν στην ελληνική γλώσσα οι Γραφές, για να είναι αδύνατον να προβάλουν ποτέ οι Έλληνες σαν πρόφαση την άγνοια και για να είναι ικανοί να εννοήσουν και τα δικά μας (των Εβραίων), αρκεί να το θελήσουν».
Από όλα αυτά είναι προφανές ότι ο Κλήμης δέχεται, ότι η Θεία Πρόνοια εμερίμνησε υπέρ των Ελλήνων για να γνωρίσουν την αλήθεια και να μην αγνοούν, λόγω ελλείψεως γνώσεως της Εβραϊκής γλώσσης, την εξ αποκαλύψεως αλήθεια και από αυτό το λόγο παραπλανηθούν έξω από τον ίσιο δρόμο, ο οποίος οδηγεί στην αποστολή τους. Με τη γνώμη αυτή συμφωνούμε και εμείς (Άγ. Νεκτάριος). Και αλήθεια, είναι δυνατό να ρωτήσει κάποιος. Γιατί να γραφούν ελληνικά οι Γραφές και όχι ρωμαϊκά; Ή σε κάποια άλλη γλώσσα; Η θεία πρόνοια είχε γι’ αυτό (ειδικό) λόγο, το ότι το Ελληνικό Έθνος είχε ήδη κληθεί από την εμφάνισή του για τον Χριστιανισμό.
Χωρίς αμφιβολία είχε κληθεί το Ελληνικό Έθνος να εργασθεί για τον Χριστιανισμό και γι’ αυτό υπήρξε πρόνοια να γνωρίσει την εξ αποκαλύψεως αλήθεια και με την βοήθεια της φιλοσοφίας και με την βοήθεια της αποκαλύψεως. Ήδη έχουμε τη δυνατότητα να υποστηρίξουμε, ότι η φιλοσοφία οδηγούσε το Ελληνικό Έθνος στον Χριστό για να το αναδείξει κατάλληλο όργανο για τη διάδοση των θείων αρχών Του.
Και αυτή είναι η πεποίθησή μου. Ενδεχομένως, όμως, να υπάρχουν κάποιοι, οι οποίοι έχουν τη γνώμη, ότι η ελληνική φιλοσοφία είναι μία άποψη της δυνάμεως της ανθρωπίνης διανοίας και το τέρμα και ο σκοπός των ενεργειών του πνευματικού βίου του ανθρώπου, όπου και η εκπλήρωση των πνευματικών αναγκών και των εγκαρδίων πόθων του. Και ότι αυτή η ολοκλήρωση θα του φέρει την ευδαιμονία και την μακαριότητα. Γι’ αυτούς επιχειρούμε με λίγα λόγια να αποδείξουμε για ποιους λόγους είναι αδύνατον η Ελληνική φιλοσοφία να είναι ο σκοπός, αλλά ότι είναι, απλώς, μία παράλληλη αιτία και ο οδηγός προς τον σκοπό.
Για το ζήτημα αυτό να τι λέει ο Ιερός Κλήμης:
«Η φιλοσοφία είναι αναζήτηση της αληθείας για την κατανόησή της, είναι ευνόητον, ότι δεν είναι συγχρόνως αιτία της κατανοήσεως, αλλά, μαζί με άλλες αιτίες, αιτία και συνεργός και ίσως και συναίτιο αίτιο της κατανοήσεως. Και όπως και η ευδαιμονία αν και είναι μία, έχει πολλές αιτίες, τις αρετές, κατά τον ίδιο τρόπο είναι πολλά αυτά, τα οποία αναζητούν την πραγματική αλήθεια».
Επομένως, η Ελληνική φιλοσοφία, είναι στην πραγματικότητα, «συναίτιον αίτιον» και συνεργός και αιτία να αντιλαμβανόμαστε την αλήθεια, αλλά δεν είναι η ίδια η αλήθεια, η οποία θα ήταν δυνατόν να θεωρηθεί το τέρμα των ενεργειών της ανθρωπότητος και η κατεύθυνση και ο σκοπός της δράσεώς της.
Μέσα στην καρδιά του ανθρώπου παρέμενε πάντοτε κάποιο κενό, το οποίο δεν ήταν δυνατό να γεμίσει η φιλοσοφία. Και όχι μόνο δεν εγέμιζε το κενό της καρδιάς, αλλά το μεγάλωνε περισσότερο, με το να ανακαλύπτει τον Θεό μέσα στα δημιουργήματά Του, χωρίς όμως, να έχει τη δυνατότητα να Τον πλησιάσει και να Τον εγκολπωθεί. Η φιλοσοφία, λέει ο Κλήμης, έβλεπε την εικόνα της αληθείας όπως μέσα σε καθρέπτη, όπως μία φανταστική εικόνα φαίνεται μέσα στο νερό και όπως βλέπει κανείς ανάμεσα από διαφανή και καθαρά σώματα. Όμως, η ανθρωπότητα ήθελε να ιδεί καθαρά και επιζητούσε να ενωθεί με το Θείο. Αλλά η φιλοσοφία εννοούσε, βέβαια, τον Θεό από τις θείες του ιδιότητες, συναισθανόταν το απέραντο μεγαλείο Του, αλλά Τον έβλεπε σαν σε εικόνα και της ήταν αδύνατο να ενώσει τον άνθρωπο με το Θείο. Η κατανόηση των θείων ιδιοτήτων με τη βοήθεια της φιλοσοφίας εδίδαξε στον άνθρωπο τις ηθικές αρετές για να αφομοιωθεί με τη βοήθειά τους προς το Θείο. Αλλά, μόνη η διδασκαλία δεν είχε τη δύναμη να υψώσει τον άνθρωπο μέχρι το θρόνο του Θεού, προς Τον οποίον επιθυμούσε να φθάσει για να Τον ιδεί πρόσωπο προς Πρόσωπο. Δεν είχε αυτή τη δυνατότητα, γιατί δεν της ήταν δυνατό να ρίξει το τείχος της αμαρτίας το υψωμένο μεταξύ του Θεού και των ανθρώπων. Δεν είχε αυτή τη δυνατότητα, γιατί της ήταν αδύνατο να διαπλάσει τον διεφθαρμένο από την αμαρτία άνθρωπο, γιατί δεν είχε θεία διαπλαστική δύναμη. Της ήταν αδύνατο, γιατί δεν είχε θείο κύρος. Της ήταν αδύνατο, γιατί δεν είχε πίστη να τον πληροφορεί μυστικά μέσα στην καρδιά, ώστε να αποδεχθεί χωρίς καμμία επιφύλαξη την αλήθεια. Της ήταν αδύνατο, γιατί δεν είχε την δύναμη να ανακουφίσει τις πάσχουσες καρδιές της ανθρωπότητος. Της ήταν αδύνατο, γιατί δεν είχε την ισχύ της Χριστιανικής αγάπης, η οποία αμείβεται από τη θεία αγάπη με την πλουσιοπάροχη δωρεά της ευτυχίας και της μακαριότητος. Της ήταν αδύνατο, γιατί δεν είχε την πίστη, η οποία θα πληροφορούσε τους οπαδούς της για την απόλυτη αλήθεια των αρχών της. Δεν της ήταν δυνατό, γιατί δεν είχε θεία δύναμη, ώστε να ελκύσει την ανθρωπότητα προς αυτή. Της ήταν αδύνατο, γιατί δεν είχε την δύναμη να πείθει και στα λόγια και στα έργα. Της ήταν αδύνατον γιατί δεν διέθετε το μεγαλείο της δυνάμεως, η οποία εκθαμβώνει και καταπλήσσει με τα έργα Της. Της ήταν αδύνατο, γιατί δεν είχε την άνωθεν, την από τον ουρανό, μαρτυρία να διαβεβαιώσει, ότι οι λόγοι της ήταν αληθινοί. Της ήταν αδύνατο, γιατί δεν είχε τα χαρίσματα τα οποία χαρίζει πλουσιοπάροχα ο ουρανός στους οπαδούς Του. Της ήταν αδύνατο, γιατί δεν είχε τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος. Της ήταν αδύνατο, γιατί δεν είχε τον αγιασμό και τη δύναμη της μεταδόσεώς του. Τέλος, της ήταν αδύνατο, γιατί δεν είχε τη Θεία Αποκάλυψη και το θρησκευτικό κύρος, ώστε να καθησυχάζει τις καρδιές των οπαδών της. Και όλα αυτά τα είχε ανάγκη η ανθρωπότητα για να πεισθεί να βαδίσει στον ίσιο δρόμο, να φύγει από την πλάνη, να αναπλασθεί και να αποκτήσει τη μακαριότητα. Οι ελλείψεις αυτές της φιλοσοφίας την έκαναν ανίσχυρη να γίνει ο σκοπός και η κατάληξη του πνευματικού βίου του ανθρώπου. Γι’ αυτόν το λόγο, πιστεύουμε, ότι η φιλοσοφία δεν ήταν ο σκοπός και το τελικό όριο, αλλά ο παιδαγωγός προς τον Χριστιανισμό, όπου ευρίσκετο η ολοκλήρωση των ελλείψεων της φιλοσοφίας και η τέλεια ικανοποίηση των πόθων της καρδιάς του ανθρώπου.
Το ότι η φιλοσοφία δεν ήταν ο σκοπός και η κατάληξη του πνευματικού βίου του ανθρώπου και η ολοκλήρωση των πόθων της καρδιάς του φαίνεται και εκ του ότι δεν είχε τη δύναμη να λύση τα ακόλουθα τρία σπουδαιότατα ζητήματα, τα οποία από αιώνων απασχόλησαν το πνεύμα της ανθρωπότητος και να την πείσει να δεχθεί χωρίς δισταγμό την αλήθεια της φιλοσοφίας. 1) Ο άνθρωπος ήθελε να γνωρίσει και να πιστέψει τον αληθινό Θεό, γιατί αισθανόταν την ανάγκη να Τον πλησιάσει. 2) Είχε την επιθυμία να γνωρίσει τον εαυτό του και να πεισθεί για την αξία του και τη σχέση του προς το Θεό. Και το 3) είχε την επιθυμία να μάθει για την αιωνιότητά του. Η φιλοσοφία είχε τη δύναμη να φέρει όσους φιλοσοφούν προς την αλήθεια, να τους φανερώσει την εικόνα της αλήθειας σαν μέσα σε καθρέπτη ή μέσα από διαυγές και διαφανές σώμα, αλλά δεν ήταν δυνατό να πείσει με τη διδασκαλία της για όλα αυτά, ούτε να σηκώσει το πιεστικό βάρος από τις ανθρώπινες καρδιές. Προς τα ζητήματα αυτά ήταν συνδεδεμένος ολόκληρος ο ηθικός και πνευματικός βίος του ανθρώπου και ολόκληρη η δραστηριότητα της ζωής του. Ο άνθρωπος είχε την επιθυμία να πληροφορηθεί και να βεβαιωθεί για να βάλει κανόνες στον ηθικό του βίο. Επειδή κανένας δεν οικοδομεί στερεά τον ηθικό του βίο επάνω σε αβέβαιες και ασταθείς αρχές και μάλιστα επάνω σε αρχές χωρίς Θείο Κύρος. Η φιλοσοφία εδίδαξε υγιείς θεωρίες, αλλά κανένα δεν έπεισε να κανονίσει τον βίο του σύμφωνα με αυτές τις καλές θεωρίες, επειδή δεν είχαν θείο κύρος και δεν υπήρχε η εσωτερική πληροφορία γι’ αυτές. Ο άνθρωπος εζητούσε με πάθος πληροφορίες, εζητούσε απόδειξη για την αλήθεια της φιλοσοφίας, αλλά η απόδειξη έλειπε.
Η απαίτηση αυτή, απαίτηση του πνεύματος και της καρδιάς του ανθρώπου ήταν απλώς το προστάδιο του νου και της καρδιάς για την άσκηση ηθικού βίου, όχι, όμως, και το μέσο για να το κατορθώσει κανείς, γιατί πάντοτε υπήρχε η απόλυτος ανάγκη να υπάρχουν και όσα αποδείξαμε προηγουμένως και γι’ αυτό η απαίτηση αυτή υπήρξε ο σκόπελος, επάνω στον οποίο ναυαγούσε ευθύς εξ αρχής η φιλοσοφία, παρόλον, ότι ξεκινούσε με ολάνοιχτα πανιά. Η ιστορία μαρτυρεί αυτή την αδυναμία και την ανικανότητα να επιτελεσθεί η ηθικοποίηση της ανθρωπότητος και να ικανοποιηθούν οι ακόρεστοι πόθοι της καρδιάς και οι απαιτήσεις του Νου. Αυτό ακριβώς δείχνει πόσο ανεπαρκής ήταν η φιλοσοφία για να επιτύχει το μεγάλο έργο της διαπλάσεως της ανθρωπότητος. Η ανθρωπότητα εζητούσε θεία αποκάλυψη για να μάθει την αλήθεια. Και για να βεβαιωθεί και να πεισθεί χρειαζόταν Θείο Διαπλάστη. Η φιλοσοφία όμως δεν τα είχε αυτά. Η ανθρωπότητα τα βρήκε στον Χριστιανισμό, προς τον οποίο οδηγούσε τα βήματά της η Ελληνική φιλοσοφία.
Αυτή είναι η ταπεινή μου γνώμη για το ζήτημα αυτό.
Εν Αθήναις τη 17 Ιουνίου 1896
+ Ο Πενταπόλεως ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ
(Το παραπάνω κείμενο του Αγίου Νεκταρίου αλιεύθηκε μέσα από την 2η έκδοση του Βιβλιοπωλείου ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ, ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ 9, ΤΚ 105 62 , ΑΘΗΝΑΙ – Τηλ. 3224819, σε νεοελληνική απόδοση της γνωστής και καταξιωμένης Ελληνίδος Αρχαιολόγου ΕΥΑΓΓΕΛΙΑΣ ΠΡΩΤΟΝΟΤΑΡΙΟΥ-ΔΕΪΛΑΚΗ, Πρατίνου 9, ΤΚ 11634, Αθήνα)

ΠΗΓΗ http://www.sakketosaggelos.gr/

Οι αρχαίοι προηγήθηκαν του Έγκελς στην διαλεκτική μέθοδο;


 

Αναντίρρητα η διαλεκτική υπήρξε μέθοδος τόσο των αρχαίων σοφιστών όσο και του Πλάτωνα. Ενώ όμως οι σοφιστές τη χρησιμοποίησαν ως μέθοδο απόδειξης της υποκειμενικής «δόξας» (γνώμης) κατά τη διαλογική πάλη και τη δίδαξαν ως ρητορική τέχνη, απαραίτητη στους πολιτικούς αγορητές της αθηναϊκής δημοκρατίας, o Πλάτων τη θεώρησε ως μέθοδο για την εύρεση της αντικειμενικής αλήθειας!.. Διαβάστε το κείμενο που ακολουθεί!..
ΛΕΝΕ πως η διαλεκτική είναι «τέχνη του διαλέγεσθαι» κατά την ετυμολογία του όρου. Γενικότερα ο όρος διαλεκτική υποδηλώνει την αντιπαραβολή των αντιθέσεων και την ανάπτυξη του διαλόγου τους, με αποτέλεσμα την άρση, την εναρμόνιση ή τη νέα σύνθεσή τους.
Η διαλεκτική υπήρξε μέθοδος τόσο των αρχαίων σοφιστών όσο και του Πλάτωνα. Ενώ όμως οι σοφιστές τη χρησιμοποίησαν ως μέθοδο απόδειξης της υποκειμενικής «δόξας» (γνώμης) κατά τη διαλογική πάλη και τη δίδαξαν ως ρητορική τέχνη, απαραίτητη στους πολιτικούς αγορητές της αθηναϊκής δημοκρατίας, o Πλάτων τη θεώρησε ως μέθοδο για την εύρεση της αντικειμενικής αλήθειας. Κατά την πλατωνική διαλεκτική, η οποία δεν παύει να αποτελεί τέχνη του διαλόγου, όπως δείχνει η μορφή των πλατωνικών έργων, ο σκοπός που επιδιώκεται είναι η πρόσβαση στην ανώτατη πραγματικότητα, την ιδέα. Αυτό επιτυγχάνεται με την εναλλαγή ανάλυσης και σύνθεσης των εννοιών, με τη διαδοχική προσθήκη θετικών και αρνητικών κατηγορημάτων στις συζητούμενες έννοιες, έως την τελική άρση των αντιθέσεων μέσα από την αποκάλυψη του υποκρυπτόμενου απόλυτου, της ιδέας, όπου δεν υφίστανται αντιθέσεις. O Αριστοτέλης παραμέρισε αργότερα τη διαλεκτική μέθοδο, στο πλαίσιο της επιδίωξής του να διατυπώσει τις σταθερές αρχές της ορθής λογικής μεθόδου. Οι αρχές αυτές ανάγονται βασικά στην αρχή της ταυτότητας: έγκυρος είναι ένας συλλογισμός που στο συμπέρασμά του περικλείει ακριβώς τα στοιχεία που περιέχονται στις «προκείμενες» προτάσεις. Σκέπτομαι σωστά, όταν η σκέψη μου παραμένει σύμφωνη με τον εαυτό της. Στην αρχή αυτή στηρίζονται τα μαθηματικά καθώς και καθετί πραγματικό, κατά τον Αριστοτέλη: πραγματικό ov είναι μόvo αυτό που συμφωνεί με τον εαυτό του, ενώ όπου υπάρχει αντίθεση υπάρχει και κίνηση, όχι όμως και το πραγματικό ον, το αντικείμενο της επιστήμης. Έτσι, στον κλασικό ιδεαλισμό όλα απορρέουν από ένα αιώνιο σταθερό ον, συνήθως από τον Θεό!
Η τέχνη της συνομιλίας
Η διαλεκτική, λοιπόν, είναι η τέχνη της συνομιλίας με ερωταποκρίσεις. Στον Κρατύλο, ο Πλάτων γράφει: Τον δ' ερωτάν και αποκρίνεσθαι επιστάμενον άλλο τι συ καλείς ή διαλεκτικόν; Ο Σωκράτης ήταν της γνώμης ότι με τη διαλεκτική συνομιλία του με τους μαθητές του μπορούσε να διακρίνει τα πράγματα στην πραγματική τους ουσία και να τα κατατάσσει σε γένη. Στον Πλάτωνα, ο όρος διαλεκτική έχει δύο σημασίες: την πορεία της σκέψης από το γενικό προς το μερικό, με τη διαίρεση των γενών σε είδη, και από το μερικό προς το γενικό με τη σύνθεση των εννοιών. Συχνά η διαλεκτική συμπίπτει με τη λογική μέθοδο της διαίρεσης. Στον Σοφιστή, ορίζει τη διαλεκτική λέγοντας: «Το να κάνουμε λογικές διαιρέσεις σύμφωνα με τα γένη και το να μη θεωρούμε ένα είδος, που είναι το ίδιο, ως διαφορετικό, ούτε ένα άλλο που είναι διαφορετικό ως το ίδιο, προσιδιάζει στη διαλεκτική επιστήμη». Ο διαλεκτικός όχι μόνο ξέρει να διαιρεί τα όντα σύμφωνα με τη φυσική τους διαίρεση, αλλά και μπορεί να έχει συνθετική θεώρηση των διαφορετικών στοιχείων. Με βάση τη διαίρεση και ενόραση των ιδεών, μπορεί να διακρίνει και την αληθινή ουσία των όντων. Διαλεκτικός είναι εκείνος που μπορεί με το λόγο να καθορίζει την ουσία του κάθε πράγματος (διαλεκτικόν καλείς τον λόγον εκάστου λαμβάνοντα της ουσίας). Με άλλες λέξεις, η διαλεκτική είναι, για τον Πλάτωνα, η υψηλότερη και γενικότατη φιλοσοφική μάθηση, που καθιστά τα όντα νοητά στην ουσία τους και στις αμοιβαίες τους σχέσεις. Ο Αριστοτέλης, στη θέση της πλατωνικής διδασκαλίας, έβαλε δύο δικής του επινόησης φιλοσοφικές επιστήμες: την πρώτην φιλοσοφία (μεταφυσική) και την αναλυτική (λογική). Η πρώτη έχει να εξετάσει το οντολογικό περιεχόμενο των πραγμάτων, η δεύτερη τις λογικές σχέσεις της καθαυτό νόησης και σε αναφορά με τα όντα. Όταν λέει διαλεκτική, ο Αριστοτέλης εννοεί την εξέταση οποιουδήποτε θέματος μόνο με βάση τις τυπικές λογικές σχέσεις, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το ουσιαστικό περιεχόμενο του προβλήματος. Κατά τον Αριστοτέλη, η διαλεκτική δεν μπορεί να προχωρήσει σε ασφαλή συμπεράσματα, αφού δεν είναι κάτοχος της ουσίας των πραγμάτων. Μόνο πιθανολογική βεβαιότητα μας δίνει, όχι αποδεικτική. Ιδρυτή της διαλεκτικής θεωρεί ο Αριστοτέλης τον Ελεάτη φιλόσοφο Ζήνωνα, γιατί χρησιμοποιούσε, εξετάζοντας τα προβλήματα, αντίθετα επιχειρήματα αποβλέποντας όχι στην ουσιαστική εξακρίβωση του θέματος, αλλά στην επίδειξη των αντιφάσεων που περιείχε. Οι Στωικοί, με τον όρο διαλεκτική, εννοούν άλλοτε τη γραμματική και άλλοτε τη γνωσιοθεωρία. Οι Επικούρειοι αντικαθιστούν τη διαλεκτική με την κανονική. Αργότερα, η διαλεκτική εμφανίστηκε ως έρευνα της ουσίας των πραγμάτων με βάση τη λογική μέθοδο.
ΠΗΓΕΣ: Ιστορικό και Δημοσιογραφικό Αρχείο του γράφοντος, Εγκυκλοπαίδεια «δομή», με εικόνες από το διαδίκτυο.
http://www.sakketosaggelos.gr/

Δήμητρα και Περσεφόνη, ένας μύθος για τη ζωή και το θάνατο (Ψυχολογική προσέγγιση, αποσυμβολισμός)


Δήμητρα και Περσεφόνη, ένας μύθος για τη ζωή και το θάνατο (Ψυχολογική προσέγγιση, αποσυμβολισμός)
Διάλεξα τους ομηρικούς και τους Ορφικούς μύθους πρώτα από όλα, για να σας μιλήσω για τη δημιουργία του κόσμου. Ο Όμηρος λοιπόν μας λέει, ότι οι Θεοί και όλα τα πλάσματα της γης, προήλθαν από το ρεύμα του Ωκεανού που περιζώνει τον κόσμο, και ότι η Τηθύς ήταν η μητέρα όλων των παιδιών του.
Οι Ορφικοί μύθοι πάλι λένε , πως ο Άνεμος ξελόγιασε τη μαυροφτέρουγη Νύχτα, τη θεά που ακόμα και ο Δίας σεβόταν και αυτή τότε γέννησε ένα ασημένιο αυγό μέσα στους κόλπους του σκότους και ότι από αυτό το αυγό βγήκε ο Έρωτας και έβαλε σε κίνηση το Σύμπαν.
Ο Έρωτας είχε διπλό φύλο, χρυσά φτερά και τέσσερα κεφάλια και εκείνη, η Νύχτα, ζούσε μαζί του σε ένα σπήλαιο προβάλλοντας η ίδια σα τριάδα, δηλαδή σαν Νύχτα, σαν Τάξη και σαν Δικαιοσύνη. Και ο Έρωτας δημιούργησε τη γη, τον ουρανό, τον ήλιο και τη σελήνη" (Ρομπερτ Γκρειβς ).

Διάλεξα να μιλήσω για τη Δήμητρα και την Περσεφόνη γιατί πιστεύω ότι μέσα σε αυτό το μύθο εμπεριέχονται όλα τα παραπάνω. Και όπως μας λέει ο Κακριδής, ο μύθος έχει μέσα του ένα κόσμο που άλλοτε είναι εν μέρει λογικός και άλλοτε είναι άλογος. Ο μύθος , λέει, δεν έγινε για να είναι αισθητικά ωραίος αλλά για να ανταποκρίνεται σε άλλες έξεις της συνείδησης. Απλώς μπορεί να είναι και ωραίοs.
Ο μύθος στον οποίο θα αναφερθώ είναι πολύ ωραίος, γιατί μέσα του περιέχει όλη τη διαδρομή του ανθρώπου, δηλαδή τη γέννηση και το θάνατο. 
Και είναι αλήθεια πως το νήμα του κόσμου το κρατά ο Έρωτας και έπονται η τάξη και η δικαιοσύνη. Γιατί μέσα στη Νύχτα βρίσκεται το μυστικό του ανθρώπου, είναι αυτή η μαγική λειτουργία του σκοτεινού σημείου που δίδει τη κίνηση στο κόσμο,και όπως γνωρίζομε μέσα από το σκοτάδι ερχόμαστε και στο σκοτάδι πηγαίνουμε.


Από το σκοτάδι της Νύχτας, από το Έρεβος, βγήκε το πεπρωμένο, το γήρας, ο θάνατος, η εγκράτεια, ο ύπνος, τα όνειρα.
Η Δήμητρα, κόρη της Ρέας και του Κρόνου, Γη- Δα- Μήτηρ, Μητέρα Γη που κρύβει τα σπέρματα. Η λέξη Δα ήταν ένα πανάρχαιο όνομα για τη Γα- Γαία. Η Θεά αυτή λεγόταν Δα- μήτηρ ή Δα- μάτερ. Τη Δήμητρα την έλεγαν Θεσμοφόρο, γιατί έθετε τους θεσμούς, Λουσία και Ερυνία γιατί λούστηκε στο Λάδωνα για να της περάσει η οργή για τον Ποσειδώνα που τη βίασε. Την έλεγαν ακόμα Όμπνια που σημαίνει τροφή και ευδαιμονία.
Από το σκοτάδι της Νύχτας, από το Έρεβος, βγήκε το πεπρωμένο, το γήρας, ο θάνατος, η εγκράτεια, ο ύπνος, τα όνειρα.
Η Δήμητρα, κόρη της Ρέας και του Κρόνου, Γη- Δα- Μήτηρ, Μητέρα Γη που κρύβει τα σπέρματα. Η λέξη Δα ήταν ένα πανάρχαιο όνομα για τη Γα- Γαία. Η Θεά αυτή λεγόταν Δα- μήτηρ ή Δα- μάτερ. Τη Δήμητρα την έλεγαν Θεσμοφόρο, γιατί έθετε τους θεσμούς, Λουσία και Ερυνία γιατί λούστηκε στο Λάδωνα για να της περάσει η οργή για τον Ποσειδώνα που τη βίασε. Την έλεγαν ακόμα Όμπνια που σημαίνει τροφή και ευδαιμονία.
Η Δήμητρα, από τον αδελφό της Δία γέννησε την Κόρη που όταν την έκλεψε ο Άδης απέκτησε όνομα και ονομάστηκε Περσεφόνη γιατί μόνο τότε έγινε γυναίκα.
Περσεφόνη σημαίνει αυτή που φέρει το Φόνο, αυτή που φέρνει την καταστροφή. Περσεφάττα είναι από το Πτέρσις και εφάπτω δηλαδή αυτή που ρίχνει τη καταστροφή. Και πράγματι η απαγωγή της έφερε την καταστροφή στη γη, γιατί ο πόνος της μάνας της τη ξέρανε.
Ο Ομηρικός ύμνος στη Δήμητρα λέει:
" Τη Δήμητρα την ομορφόμαλλη σεμνή θεά να ψάλλω αρχίζω, και τη λιγνοστράγαλη μαζί της θυγατέρα, που ο βροντερόφωνος Δίας άφηκε τον Άδη να αρπάξει, την ώρα που έπαιζε με τις πλουσιόστηθες κόρες του Ωκεανού μαζεύοντας λουλούδια σε λιβάδι ρόδα, κρόκους, μενεξέδες, κρίνους, υάκινθους κι ένα νάρκισσο που η Γη για να πλανέψει τη ροδόχρωμη παρθένα και να ευχαριστήσει τον αχόρταγο Άδη έφτιαξε, με τη θέληση του Δία τόσο εξαίσιο που δύσκολα θα αντιστεκόταν θνητός ή αθάνατος στην ομορφιά του. Και από τη ρίζα του ξεφύτρωσαν εκατό λουλούδια κι από τη γλυκιά ευωδιά του ολόκληρος ο πλατύς ουρανός που μας σκεπάζει και ολόκληρη η γη αναγάλλιασαν όπως και η αλμυρή άβυσσο της θάλασσας."
Σε αυτό το πανέμορφο λουλούδι δεν αντιστάθηκε η κόρη και έτσι έγινε η βασίλισσα του Κάτω Κόσμου. Κανείς δεν έλεγε στη μητέρα Δήμητρα πού πήγε η κόρη της. Μονάχα η Εκάτη την παρηγόρησε κι έψαχνε μαζί της να τη βρει.
Οργίστηκε η Δήμητρα και η γη ξεράθηκε. Γιατί αυτός ο αποχωρισμός είναι ίδιος με το θάνατο. Και αυτός ο αποχωρισμός είναι που θα κάνει την Κόρη, Περσεφόνη. Τότε θα γίνει ο απέραντος θρήνος, και θα βυθίσει στην κατάθλιψη τη μάνα και στο θρήνο την κόρη. Πόσο δύσκολος είναι ο αποχωρισμός από το αντικείμενο! Μέχρι τότε η παρθενικότητα της Κόρης δεν είχε θρήνο. Η αθωότητα δε σκέφτεται το θάνατο. Με αυτή τη βίαιη αρπαγή διαλύεται η σχέση μάνας-κόρης και θα μπορούσαμε πράγματι να σκεφτούμε πως η αλλαγή αντικειμένου είναι μια βίαιη πράξη.

Και πήρε ο Άδης την Κόρη μαζί του μέσα στα Τάρταρα, ο Άδης ο γιος των Τιτάνων, του Κρόνου και της Ρέας. Ο Άδης, Άιδης ή Αιδωνεύς, "σπίτι του Άιδου" λεγόταν ο κάτω κόσμος που αργότερα ονομάστηκε Άδης. Άις Αιδης θα πει πολύ πιθανόν αόρατος, σε αντίθεση με τον ήλιο που είναι ορατός. Και Αίδιος που σημαίνει αιώνιος. (Karl Kerenyi Η Μυθολογία των Ελλήνων σελ 218). Είχε βγει από την κοιλιά της μητέρας του, βρέθηκε στο στομάχι του πατέρα του, μαζί με τα αδέλφια του, και μετά συμφώνησαν και πήρε το βασίλειο του Κάτω Κόσμου. Στο Έρεβος.
Εκεί στο Έρεβος έγινε το παλάτι του Άδη και της Περσεφόνης. Είναι η Υποχθόνια περιοχή που στη μυθική γλώσσα είναι το σύμβολο του υποσυνείδητου και ο άρχοντάς του είναι ο Πλούτωνας.
Eκεί οι σκιές ψυχές των νεκρών έφταναν είτε συνοδευμένες από τον Ερμή ή μόνες τους. Έφταναν στη πεδιάδα με τους ασφοδέλους που ήταν πάντα σκεπασμένη με πάχνη μουντή. Ποτάμια τη διαπερνούσαν. Ο Αχέροντας το ποτάμι χωρίς χαρά, η πηγή της Λήθης που ήταν δίπλα στο λευκό κυπαρίσσι και, εάν έπινες από το νερό της, ξέχναγες την ιστορία και τη ζωή σου.
Στην Ελληνική μυθολογία υπάρχει επίσης μία θεότητα που έχει το όνομα μιας ψυχολογικής λειτουργίας. Είναι η Μνημοσύνη και αυτή στο βασίλειο του Άδη, μια πηγή που τη σκίαζε μια άσπρη λεύκα, από όπου έπιναν οι μυημένες ψυχές, σύμφωνα με τα λίγα που γνωρίζουμε για τα Ελευσίνια μυστήρια. Η Μνημοσύνη, ήταν η μητέρα των Μουσών. Είναι η θεότητα που προστατεύει την ποιητική λειτουργία των ποιητών. Όλοι γνωρίζουμε ότι ο ποιητής είναι ο αντιπρόσωπος της παιδικής μας ηλικίας, από την οποία θα βρούμε τη λύση των συγκρούσεών μας. Η Μνημοσύνη γνωρίζει, όπως μας λέει ο Ησίοδος, και τραγουδά τα περασμένα, τα τωρινά, και τα μελλούμενα. Είναι η ποιητική λειτουργία που τόσο μοιάζει με την Ψυχαναλυτική. Ο ποιητής είναι κυρίως το παρελθόν που είναι η αφετηρία του κόσμου.
Ο μύθος της Περσεφόνης, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι μια συμβολική αναπαράσταση της περιπέτειας της εσωτερικής ζωής που, για να γνωρίσει, θα βυθιστεί στο πένθος, για να μπορέσει κατόπιν να ανθοφορήσει. Καθρεφτίζει τη δύναμη της αλλαγής. Γιατί οι άνθρωποι δε θα μπορέσουν να βιώσουν τις αλλαγές των εποχών αν δεν πενθήσουν. Μόνο έτσι θα αποκτήσουν παρελθόν. Και το παρελθόν είναι αναπόσπαστο μέρος του κόσμου.

Περσεφόνη
Είναι ακόμη, ο μόνος μύθος που κανένας ιστορικός δεν μπόρεσε να εξοστρακίσει, όπως έχει γίνει με άλλους μύθους και αυτό γιατί ο συμβολισμός του υπονοεί τη γέννηση της ζωής. Είναι το στάρι που θα πεθάνει, θα μπει στη γη για να ξαναγεννηθεί. Είναι η έννοια του πεπρωμένου. Γιατί, όπως μας λέει και ο Caston Bachelart, χαρακτηριστικό του ανθρώπου δεν είναι η φύση του, είναι η ιστορία του που θέλει να τη ζήσει, να τη δραματοποιήσει, για να την κάνει πεπρωμένο.!
Κανείς όμως από τους μελετητές δεν μπορεί να εξηγήσει το γιατί η Περσεφόνη πρέπει να εγκαταλείψει τον άντρα της όσο χθόνιος και αν είναι και να βρεθεί πάλι στην αγκαλιά της μητέρας της. Λέγεται λοιπόν από τον Walter Burkert ότι είναι κάτι που μόνο στον Ελληνικό μύθο βρίσκουμε.
Η Περσεφόνη φεύγοντας από την αγκαλιά της μητέρας της θα γνωρίσει τον έρωτα του Άδη και θα τον αγαπήσει, γιατί θα φάει τα σπόρια από το ρόδι που θα της δώσει για να είναι πια μετά από αυτό για πάντα δική του.
Το ρόδι είναι τροφή για τους νεκρούς. Η ροδιά, η ανεμώνα είχαν φυτρώσει από το αίμα του Άδωνη. Ο Άδης έδωσε στην Περσεφόνη, πριν φύγει για να συναντήσει τη μητέρα της, επτά σπόρους από το ρόδι και λέγεται ότι αυτοί οι σπόροι αντιπροσώπευαν τις επτά φάσεις της σελήνης, φάσεις που οι γεωργοί περιμένουν για να εμφανιστούν τα πρώτα βλαστάρια των καρπών.
Γύρισε λοιπόν ξανά στην αγκαλιά της μητέρας της και αμέσως βλάστησαν οι κρυμμένοι μέσα στη γη σπόροι. To πένθος είχε περάσει.
Οι μύθοι εκφράζονται μόνο με συμβολική γλώσσα, εξ αιτίας όμως της οδύνης και της οργής που μπορούν να προκαλέσουν μπορούν να εξιδανικευτούν.
Η εξιδανίκευση της αγάπης που η Δήμητρα έτρεφε για την κόρη της δεν ήταν τίποτε άλλο από τη διχοτομημένη πλευρά του εαυτού της. Έβλεπε στο πρόσωπό της κόρης της ένα κομμάτι του εαυτού της, που όμως δεν μπορούσε να καταλάβει, γιατί αυτή η σχάση που δημιουργούνταν ήταν η απαγόρευση του έρωτα που θεωρούσε πως θα ήταν η βασική αιτία για να χάσει τη κόρη της. Έγινε έτσι δέσμια αυτού του αρχαϊκού και ανελέητου υπερεγώ της. Πιθανόν αυτό που την τρόμαζε να ήταν το κομμάτι του σκότους, που αυτή δεν άντεχε, το κομμάτι της νύχτας που εμπεριέχει τον Έρωτα και τα βάσανα που έχει ο ναρκισσισμός.
Ο Paul Diel λέει, ότι ο μύθος της Δήμητρας συμβολίζει ένα ακόμα στοιχείο:
τους πολλαπλούς μύθους του ανθρώπου, που είναι εκτεθειμένοι στο διεστραμμένο πειρασμό. Η Περσεφόνη, εγκλωβισμένη μέσα σε αυτή τη σχάση, αναγκάστηκε να ανεβοκατεβαίνει ανάμεσα στη επιθυμία και στον ατελή αποχωρισμό από την αρχαϊκή δύναμη της μητέρας της.

Η Περσεφόνη ακόμα, δεν είναι σύμβολο ανεξαρτησίας, όπως ήταν π.χ η Αφροδίτη και δεν μπορούσε να εκφραστεί χωρίς τη μεσολάβηση της μητέρας της και του συζύγου της. Γι’ αυτό το λόγο πιθανόν αντέγραφε τη μητέρα της με το να ελέγχει τον Κάτω Κόσμο, τιμωρούσε δε ανελέητα τις εκάστοτε ερωμένες του Άδη. Δεν είναι τόσο αθώα όπως πιθανόν να θέλαμε.
Ε.Καλλιτεράκη

ΠΗΓΗ http://www.aetos-apokalypsis.com/

Το Μάτριξ ήταν μια αρχαία Ελληνική θεωρία… Ποιου άλλου? Μα φυσικά του Σωκράτη


Το Μάτριξ ήταν μια αρχαία Ελληνική θεωρία… Ποιου άλλου? Μα φυσικά του Σωκράτη
Πόσο αληθινός είναι ο κόσμος μας; Πόσο αυθεντικοί είμαστε εμείς σαν άνθρωποι; Είμαστε άραγε αυτοί που νομίζουμε; Φιλόσοφοι αλλά και επιστήμονες έχουν επισημάνει εδώ και αιώνες την απατηλότητα αυτού του κόσμου, το κατά πόσον είμαστε αυτοί που νομίζουμε και πιο ποσοστό ελευθερίας έχει ο άνθρωπος για να αναδείξει τον «πραγματικό» του εαυτό.
Η απατηλότητα της ιδέας για τον εαυτό μας αλλά και τον κόσμο έχει παρουσιαστεί από τον Πλάτωνα, εδώ και 2.500 χρόνια με τον «Μύθο της Σπηλιάς» που παρουσιάζεται στην «Πολιτεία» του. Εκεί ο Πλάτωνας παρουσιάζει τους ανθρώπους δεμένους με αλυσίδες στο βάθος μιας σπηλιάς, να παρακολουθούν σκιές που παρουσιάζονται σε έναν τοίχο, τις οποίες αυτοί αντιλαμβάνονται σαν πραγματικότητες.
Επιπλέον οι δεσμώτες αντιλαμβάνονται τις αλυσίδες τους σαν «κοσμήματα», σαν πολύτιμα εργαλεία που τους δένουν με τον κόσμο, χωρίς όμως να συνειδητοποιούν ότι πρόκειται για τα δεσμά που τους εμποδίζουν να απομακρυνθούν από τη σπηλιά και να αντικρίσουν το φως του ήλιου και τη ζωή που σφύζει έξω από τη σπηλιά.
Ο μύθος του σπηλαίου
Ο μύθος αυτός διηγείται πως σε ένα σπήλαιο, κάτω από τη γη, βρίσκονται μερικοί άνθρωποι αλυσοδεμένοι με τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορούν να δουν μόνο τον απέναντί τους τοίχο. Δεν μπορούν να κοιτάξουν ούτε πίσω, ούτε δεξιά, ούτε αριστερά. Πίσω τους ωστόσο είναι αναμμένη μια φωτιά. Έτσι οτιδήποτε εκδηλώνεται πίσω από την πλάτη τους αναπαριστάνεται ως σκιά στον απέναντι τους τοίχο.
Επειδή οι άνθρωποι αυτοί σε ολόκληρη τη ζωή τους τα μόνα πράγματα που έχουν δει είναι οι σκιές των πραγμάτων, έχουν την εντύπωση ότι οι σκιές που βλέπουν πάνω στον τοίχο είναι τα ίδια τα πράγματα. Εάν όμως κάποιος από τους αλυσοδεμένους ανθρώπους του σπηλαίου κατορθώσει να ελευθερωθεί, να βγει από τη σπηλιά και να ανέβει πάνω στη γη και, κάτω από το φως του ήλιου πλέον, δει τα πράγματα, θα καταλάβει την πλάνη στην οποία ζούσε όσο ήταν μέσα στη σπηλιά. Θα αντιληφθεί τότε ότι οι σύντροφοι του, που εξακολουθούν να βρίσκονται αλυσοδεμένοι στο σπήλαιο, ζουν βυθισμένοι μέσα στις ψευδαισθήσεις.
ζωντανό παράδειγμα εδώ!
Έρχεται όμως κάποια στιγμή, που κάποιοι δεσμώτες, καταφέρνουν ν’ απαλλαγούν απ’ την επιρροή των αισθήσεων και των δογμάτων και να γνωρίσουν την αλήθεια, βασιζόμενοι στις αποδείξεις που τους παρέχει μόνο ο ορθός λόγος και η καθαρή σκέψη. Οι άνθρωποι αυτοί είναι οι φιλόσοφοι και οι «πεπαιδευμένοι», οι μορφωμένοι, που η παιδεία τους δείχνει τον τρόπο πώς, ξεγλιστρώντας μέσα από τα ποικίλα δογματικά δίχτυα, να ξεφύγουν από τη μοίρα των δεσμωτών της σπηλιάς…
Η αλληγορία του σπηλαίου είναι μια προσπάθεια τεκμηρίωσης της θέσης του φιλόσοφου ως βασιλιά στην Ιδεώδη Πολιτεία. Οι φυλακισμένοι αρχίζουν να αποδίδουν τα μη πραγματικά σχήματα των σκιών με όρους και έννοιες, ενώ πιστεύουν ότι οι σκιές αυτές είναι η πραγματικότητα.
Το ότι οι φυλακισμένοι, ωστόσο, μπορούν να δουν μόνο τις σκιές αυτές, δε σημαίνει ότι ο υπαρκτός κόσμος περιορίζεται μόνο μες στο σπήλαιο. Αν κάποιοι καταφέρουν να λυθούν από τις αλυσίδες και βγουν από το σπήλαιο, θα τυφλωθούν από τη λάμψη του Ήλιου και θα επιστρέψουν πίσω. Αν, ωστόσο, συνηθίσουν το φως, θα δουν καθαρά τον Ήλιο, που συμβολίζει το Αγαθό, και θα καταλάβουν ότι όσα έβλεπαν μες στο σπήλαιο ήταν απλά αντίγραφα των αληθινών. Ίσως σκεφτούν να επιστρέψουν πίσω, λυπούμενοι τους φυλακισμένους συντρόφους τους. Πίσω, όμως, στο σπήλαιο, δε θα μπορούν να συνηθίσουν στο σκοτάδι, και, προσπαθώντας να διδάξουν στους υπόλοιπους την αλήθεια, ίσως δεχτούν το μίσος και την αντίδρασή τους. Ωστόσο, όσοι ελευθερώθηκαν, οι φιλόσοφοι, έχουν χρέος να επιστρέψουν πίσω και να διδάξουν και τους υπόλοιπους.
Αλλά ας πάμε και κάπου πιο κοντά στην εποχή μας: στον διάσημο φυσικό Max Planck, τον πατέρα της Κβαντικής Φυσικής, που δήλωνε καθώς παραλάμβανε το βραβείο Νόμπελ:
Ως άνθρωπος που αφιέρωσα όλη μου τη ζωή στην μελέτη της ύλης, μπορώ να πω αυτό σαν αποτέλεσμα της έρευνάς μου σχετικά με τα άτομα: η ύλη ως τέτοια δεν υπάρχει. Όλη η ύλη πηγάζει και υπάρχει μονάχα ως συνέπεια μιας δύναμης που κάνει τα άτομα να δονούνται και τα συγκρατεί μαζί για μια στιγμή. Πρέπει να υποθέσουμε πίσω από αυτή τη δύναμη την ύπαρξη μιας συνείδησης και ενός έξυπνου νου. Αυτός ο νους είναι η μήτρα («Matrix») όλης της ύλης
Κι έτσι το… «παζλ της απατηλότητας» συμπληρώνεται δείχνοντας ένα μονοπάτι που οδηγεί σε μια πιο… «πραγματική πραγματικότητα» από τον κόσμο και τις καταστάσεις συνείδησης που βιώνουμε… το ζήτημα είναι : ποιος τολμάει να ακολουθήσει τον Neo;

ΠΗΓΗ http://www.aetos-apokalypsis.com/

Σάββατο 17 Οκτωβρίου 2015

ΕΡΩΣ ΚΑΙ ΨΥΧΗ (αποσυμβολισμός)


 O αλληγορικός αυτός μύθος είναι στην ουσία ένα αρχέτυπο κι επομένως, έχει να κάνει με τη συλλογική συνείδηση της ανθρωπότητας. Εάν θα έπρεπε να του δώσουμε έναν άλλο τίτλο αντί "Έρως και Ψυχή" νομίζω ότι αυτός θα έπρεπε να είναι "Η Ερώτηση της Ψυχής". Θα έλεγα, μάλιστα, πως ολόκληρο το σύμπαν γεννήθηκε ακριβώς από μια ερώτηση.
   Λοιπόν, ο Έρωτας είναι ακριβώς αυτό: μια ερώτηση! Προσέξτε τη συνάφεια των λέξεων έρωτας - ερώτηση. Όλοι μας οι έρωτες ισορροπούν ανάμεσα στην κενότητα και την πλησμονή. Όλες μας οι ερωτήσεις περιέχουν ένα στοιχείο κενού, μια απουσία πληροφορίας. Η απάντηση είναι η πλήρωση αυτού του κενού. Και από την ερωτική συνάντηση της ερώτησης με την απάντηση προκύπτει η γνώση.

Αυτό ακριβώς το πέρασμα από την άγνοια στην αυτογνωσία κάνει η Ψυχή, όταν ερωτεύεται τον Έρωτα. Ο Έρωτας είναι η 
προσωποποιημένη ερώτηση της Ψυχής που αναζητά την αλήθεια για τον εαυτό της. Τον αναζητά σπαρακτικά όσο σπαρακτικά αναζητά την απάντηση της κάθε ερώτησης.


ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΗΜΑΤΙΚΟΥ


Με έναν παράξενο τρόπο αυτή η ανάγκη απεικονίζεται στο ελληνικό σύμβολο του ερωτηματικού. Όπως εμείς αναζητάμε έναν σύντροφο για να συμπληρωθούμε, έτσι και κάθε ερώτηση ζητά τον δικό της σύντροφο, την απάντηση. Στο τέλος κάθε ερωτηματικής πρότασης λοιπόν, υπάρχει μια άνω τελεία και από κάτω ένα κόμμα. Το κόμμα είναι ένα είδος αγκίστρου που επιδιώκει να συλλάβει κάτι, στην προκειμένη περίπτωση την απάντηση. Από την αλληλεπίδραση ερώτησης απάντησης προκύπτει η δημιουργία ή η γνώση. Αυτό έχει το αντίστοιχο του και στη δημιουργία του φυσικού σύμπαντος. Όπως μας λένε οι αστροφυσικοί, τα πρώτα μόρια ύλης φτιάχτηκαν όταν -με τις κατάλληλες θερμικές συνθήκες- οι πυρήνες των ατόμων συνέλαβαν με τα "άγκιστρα" τους άλλα στοιχειώδη σωματίδια. Έτσι από τον μακρόκοσμο μέχρι τον μικρόκοσμο τα πάντα είναι, από μια άποψη, η ερωτική αλληλεπίδραση της ερωταπόκρισης.

Όπως κάθε ερώτηση καταλήγει σε ένα ερωτηματικό, έτσι και κάθε απάντηση καταλήγει σε μια τελεία. Η τελεία, που όπως δηλώνει και το όνομα της είναι τέλεια, αποτελεί την ολοκλήρωση. Εδώ μάλιστα υπάρχει κάτι αξιοσημείωτο: η ψυχή παριστάνεται σε πολλές παραδόσεις με ένα μισοφέγγαρο. Το μισό ερωτηματικό είναι ακριβώς το μισοφέγγαρο. Κάτω από μια Άνω Τελεία. Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι η ψυχή, που βρίσκεται κάτω από μια ανώτερη τελειότητα, θέτει ερωτήματα για να βρει την "κάτω τελεία" της απάντησης. Βρίσκεται δηλαδή ανάμεσα σε δυο κόσμους, τον ουράνιο και τον επίγειο. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και με την ηρωίδα του μύθου. Ο παράφορος έρωτας της για τον Έρωτα, δεν είναι παρά οι εναγώνιες ερωτήσεις της για την αληθινή της φύση, αλλά για να πάρει την απάντηση θα πρέπει πρώτα να ανακαλύψει τον εαυτό της.




Η «ΑΝΑΛΥΣΗ» ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ
Ζούσε κάποτε μια κοπέλα που την έλεγαν Ψυχή. Ήταν η μικρότερη και η πιο όμορφη από τρεις αδελφές, αλλά και η πιο άτυχη, γιατί το Μαντείο του Απόλλωνα στη Μίλητο όρισε να οδηγηθεί νυφοστολισμένη, σαν να ήταν να παντρευτεί στον Κάτω Κόσμο, στην πιο ψηλή κορφή ενός έρημου και μακρινού βουνού. Εκεί θα συναντούσε τον γαμπρό που της είχε τάξει το ριζικό της-ένα πελώριο φτερωτό φίδι που προξενούσε τον φόβο και τον τρόμο ακόμα και στον ίδιο τον Αία. Έτσι όλος ο λαός, μαζί με τους γονείς της, τη συνόδεψε με κλάματα και μοιρολόγια ως την κορυφή του βουνού, όπου την άφησαν και έφυγαν.



Το βουνό δεν είναι τυχαίο σύμβολο. Καθώς υψώνεται πάνω από τη γη τείνει περισσότερο προς τον ουρανό, δηλαδή προς τον πνευματικό κόσμο. Και ο πνευματικός κόσμος ταυτίζεται με το φως. Γι' αυτό στην αρχαιότητα στα ιερά κορυφής λατρευόταν ο θεός Ήλιος, που μεταφορικά είναι αυτό το πνευματικό φως. Στις μεταγενέστερες εποχές, οι ναοί στα υψώματα αφιερώθηκαν στον προφήτη Ηλία. Παρατηρήστε την εγγύτητα των λέξεων ΗΛΙΟΣ - ΗΛΙΑΣ. Βλέπουμε επίσης ότι ο Μωυσής συναντά τον Θεό στην κορυφή ενός βουνού, δηλαδή στο όρος Σινά. Η Μεταμόρφωση του Ιησού όταν ο ίδιος και τα ενδύματα του έγιναν ολόλαμπρα και φωτεινά, έγινε στο όρος Θαβώρ, ενώ η πνευματική του παρακαταθήκη δόθηκε επίσης σε ένα βουνό και είναι γνωστή ως "Η Επί του Όρους Ομιλία". Εδώ, λοιπόν, ο μύθος κάνει έναν υπαινιγμό για την άνοδο της Ψυχής σε μια πνευματική κορυφή. Τείνει από τα επίγεια στα ουράνια κι αυτό είναι μια μορφή "θανάτου" έτσι όπως θα το έκρινε ο κόσμος της ύλης που αντιπροσωπεύεται από το πλήθος που θρηνεί συνοδεύοντας την Ψυχή.

Όταν έμεινε μόνη η Ψυχή συνέβη κάτι παράξενο. Αντί να εμφανιστεί το θεριό που φοβόταν εμφανίστηκε ο Ζέφυρος. Την ανασήκωσε απαλά και ταξιδεύοντας πάνω από θάλασσες και από στεριές, την έφερε και την ακούμπησε απαλά μέσα σε έναν μαγεμένο κήπο. Σε αυτόν τον κήπο η Ψυχή σαστισμένη πήρε να σεργιανάει εδώ κι εκεί, όταν ξαφνικά βρέθηκε μπροστά σε ένα ολόχρυσο παλάτι. Αστραφταν οι πύλες και οι τοίχοι του. Παρόλο τον φόβο που ένιωθε μπήκε μέσα κι άρχισε να το τριγυρίζει ώσπου άκουσε μια φωνή: "όλα όσα βλέπεις, κυρά μου, είναι δικά σου. Μη φοβάσαι! Κάθισε να ξαποστάσεις, και όταν θελήσεις να λουστείς και να νοιαστείς για την ομορφιά σου, φώναξε μας να σε βοηθήσουμε. Εμείς είμαστε οι υπηρέτες σου. Η κάθε σου επιθυμία είναι για μας προσταγή".

Οι ώρες κυλούσαν κι άρχισε να νυχτώνει. Τότε οι αφανείς υπηρέτες την οδήγησαν στην κάμαρα της και της είπαν να περιμένει τον άντρα της. Κύλησαν κι άλλες ώρες και αργά τη νύχτα έφτασε ο άγνωστος άντρας της. Μέσα στο βαθύ σκοτάδι την έκανε δική του με μεγάλη προσοχή, στοργή και τρυφερότητα. Προτού όμως να χαράξει χάθηκε από κοντά της. Έτσι περνούσε πλέον ο καιρός: την ημέρα οι αόρατοι υπηρέτες φρόντιζαν να μην της λείψει τίποτα και τη νύχτα ερχόταν ο μυστηριώδης σύντροφος της και τη γέμιζε χάδια και φιλιά κάνοντας την ευτυχισμένη. Αλλά η Ψυχή άρχισε να αισθάνεται δυστυχισμένη ολομόναχη τη μέρα να ζει ανάμεσα σε αόρατα πνεύματα και τη νύχτα να πλαγιάζει στην αγκαλιά ενός άντρα, που ούτε για μια στιγμή δεν είχε αντικρίσει το πρόσωπο του. Στο τέλος με δάκρυα και παρακάλια κατάφερε η Ψυχή να πείσει τον άντρα της να επιτρέψει να την επισκεφθούν για λίγο οι αδελφές της. Εκείνος της έδωσε τελικά την άδεια αλλά με έναν όρο: "Μπορείς", της είπε "να τους χαρίσεις ό,τι θελήσουν από τα πλούτη του παλατιού. Αλλά, μην πλανηθείς από τα λόγια τους και θελήσεις να με αντικρίσεις στο φως. Θα με χάσεις για πάντα και θα γίνεις δυστυχισμένη". Η Ψυχή του υπόσχεται να σεβαστεί την επιθυμία του. Άλλωστε, και η ίδια τον έχει αγαπήσει στο μεταξύ και δεν θέλει να τον χάσει.


Η Ψυχή εδώ έχει φτάσει σε κατάσταση γονιμότητας και κυοφορίας. Στην ουσία κυοφορεί τον εαυτό ης. Ανάλογα με τις επιλογές που θα κάνει θα παραμείνει θνητή ή θα κατακτήσει την αθανασία. Στην πραγματικότητα, βέβαια, είναι αθάνατη από την ίδια τη φύση της. Αλλά αυτό η Ψυχή δεν το γνωρίζει. Της λείπει η ουσιαστική γνώση, η αυτογνωσία. Όμως για να φτάσει κανείς στην αυτοανακάλυψή του, πρέπει να συγκρουστεί με πολλά κομμάτια που βρίσκονται μέσα στον ίδιο τον εαυτό του. Έχουν κολλήσει πάνω του σαν κισσός και τον απομυζούν. Αυτά τα στοιχεία μέσα στον εαυτό αντιπροσωπεύονται από τις αδελφές της Ψυχής.

Ύστερα από λίγες μέρες οι αδελφές ανεβαίνουν στο βουνό για να κλάψουν την Ψυχή που τη νόμιζαν πια χαμένη για πάντα. Στους θρήνους τους ανταποκρίνεται η φωνή της ίδιας της Ψυχής που τις καλεί κοντά της. Σε λίγο ταξιδεμένες κι αυτές από τον Ζέφυρο βρίσκονται στο παλάτι. Η χαρά τους είναι ανείπωτη που βλέπουν τη Ψυχή ζωντανή. Βλέπουν όμως και το ολόχρυσο παλάτι, τον μαγεμένο κήπο του. Προσέχουν ότι αόρατοι υπηρέτες περιποιούνται με κάθε τρόπο την Ψυχή και σιγά σιγά αρχίζουν να ζηλεύουν την τύχη της αδελφής τους. Ο φθόνος τους μεγαλώνει καθώς η Ψυχή, εντελώς ανυποψίαστη για τα αισθήματα τους, τις σεργιανίζει μέσα στο παλάτι και τους δείχνει τους αναρίθμητους θησαυρούς του.

Όπως και το παλάτι, ο κήπος, οι υπηρέτες που έχουν τα αντίστοιχα τους στον εσωτερικό κόσμο της Ψυχής, το ίδιο συμβαίνει και με τις δύο αδελφές της. Ο μύθος μας πληροφορεί ότι είναι μεγαλύτερες σε ηλικία, συνεπώς πρόκειται για προγενέστερα και λιγότερο εξελιγμένα επίπεδα συνείδησης όπως φαίνεται από τη συμπεριφορά και τον χαρακτήρα τους. Η Ψυχή που είναι η μικρότερη, αντιπροσωπεύει ένα μεταγενέστερο, πιο εξελιγμένο επίπεδο κατανόησης. Είναι η επίγνωση. Βρίσκεται όμως και αυτή στα πρώτα στάδια της γι' αυτό και είναι ευεπίφορη σε επιρροές. Οι δυο αδελφές της είναι το εγώ της. Και τα υλικά κατασκευής αυτού του εγώ είναι ο φόβος και η άγνοια. Μέσα από την άγνοια και τον φόβο γεννιούνται όλα τα αρνητικά συναισθήματα, όπως ο φθόνος τον οποίο εκδηλώνουν έντονα οι δύο αδελφές. Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι μέσα στον ίδιο τον ψυχισμό της Ψυχής παρουσιάζονται συγκρούσεις. Αυτή είναι μια κατάσταση που όλοι τη βιώνουμε με κάποιον τρόπο. Υπάρχουν μέσα μας πολλές φωνές και πολλές αντιφάσεις. Κι εμείς είμαστε θύματα των αντιθέσεων μας. Αυτό ακριβώς θα συμβεί στην Ψυχή, όταν θα υποκύψει στις πιέσεις των πιο ανε-ξέλικτων κομματιών της.

ΟΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

Οι δυο αδελφές δεν σκέφτονται παρά μόνο πως θα κάνουν κακό στην Ψυχή. Τη ρωτούν συνέχεια για τον άντρα της και η Ψυχή αναγκάζεται στο τέλος να παραδεχθεί πως τον άντρα της δεν τον είχε ποτέ δει στα μάτια της. Τότε ο φθόνος τους βρίσκει γόνιμο έδαφος και αρχίζουν να της δημιουργούν αμφιβολίες, καταφέρνοντας να την πείσουν πως ο μυστηριώδης άνδρας της δεν είναι παρά το φίδι που μνημόνευε η προφητεία του Απόλλωνα. "Αν σε φροντίζει, της λένε, είναι γιατί θέλει να σε φάει μόλις γεννήσεις το παιδί που μεγαλώνει στα σπλάχνα σου. Γι' αυτό αδελφή μας μόνο ένας τρόπος υπάρχει για να γλυτώσεις από τον θάνατο: να σκοτώσεις εσύ το τέρας πριν σε σκοτώσει αυτό. Μια νύχτα που θα κοιμάται πλάι σον, άναψε το λυχνάρι και κόψε το κεφάλι του".

Εδώ η εσωτερική σύγκρουση έχει φθάσει στην κορύφωση της. Η Ψυχή έχει κάνει χώρο μέσα της και έχει επιτρέψει στα ανεξέλικτα κομμάτια του εγώ να τη "μολύνουν" με αμφιβολίες. Η πίστη της δοκιμάζεται και αποδεικνύεται χλιαρή. Αλλά οι αμφιβολίες και τα διλήμματα παγιδεύουν την ψυχή μας. Αυτό τονίζεται και στην Καινή Διαθήκη όπου αναφέρεται: "θα ήθελα να είσαι είτε κρύος είτε ζεστός. Αλλά επειδή είσαι χλιαρός θα σε εμμέσω εκ του στόματος μου". Αυτό ακριβώς βιώνει και η Ψυχή στη συνέχεια της ιστορίας.

Έτσι, μια μέρα, όταν έπεσε το σκοτάδι και ο άντρας της πλάγιασε κοντά της τον άφησε να αποκοιμηθεί βαθιά κι ύστερα σηκώθηκε σιγά σιγά και ακροπατώντας άναψε το λυχνάρι. Μέσα στο τρεμουλιαστό φως του, της αποκαλύφθηκε ένα απερίγραπτο θέαμα που την έκανε να τα χάσει. Ο άγνωστος άντρας που είχε παντρευτεί, ήταν ο ίδιος ο Έρωτας, πιο ωραίος κι απ' ότι τον φανταζόταν.

Η Ψυχή δεν μπορεί να τραβήξει τα μάτια της από τον πανώριο άντρα της και παίρνοντας το λυχνάρι, σκύβει για να δει το πρόσωπο του καλύτερα. Το λυχνάρι γέρνει και μια σταγόνα από το καυτό λάδι του, πέφτει στον γυμνό ώμο του κοιμισμένου θεού. Ο Έρωτας πετιέται πάνω αλαφιασμένος και διαπιστώνει ότι η γυναίκα του είχε παραβιάσει την εντολή του και είχε δείξει έλλειψη εμπιστοσύνης.



Η απιστία που είχε δείξει η Ψυχή, ήταν απιστία προς τον ίδιο της τον εαυτό και τα βιώματα του. Μολονότι είχε άμεση, προσωπική εμπειρία της φροντίδας και της στοργής τους άντρα της, αφέθηκε να γλιστρήσει στην αμφιβολία. Αυτή είναι μια από τις τραγικότερες αντιφάσεις του ψυχισμού μας. Συχνά αμφισβητούμε τα ίδια μας τα βιώματα, αμφισβητούμε τα έργα μας και υποκύπτουμε σε έναν αυτούπονομευτικό μηχανισμό μέσα μας. Το εγώ έχει ταυτίσει τον εαυτό του με το "λάθος" και την "ενοχή" και έτσι, νιώθει απειλημένο από τα αντίθετα του, δηλαδή την τελειότητα και την αθωότητα. Είναι απόλυτα δυϊστικό κι έτσι για κάθε θετικό μας επίτευγμα, έχει πάντα πρόχειρη μια αρνητική υπενθύμιση. Σαν τις δύο αδελφές της Ψυχής είναι μικρόψυχο και μοχθηρό και δεν μας αφήνει να χαρούμε τις νίκες μας ή να συνειδητοποιήσουμε το μεγαλείο μας. Προκειμένου να σωθεί, δηλαδή να σώσει την ταυτότητα του της ατέλειας, έχει αναπτύξει εξαιρετικά ευέλικτους τρόπους για να μας παγιδεύσει. Ένας από τους πιο "ευφυείς" τρόπους του είναι αυτός της μεταμφίεσης. Έτσι, πλαστογραφεί τα ηθικά παραγγέλματα, αναλαμβάνει τον ρόλο του Μεγάλου Αυστηρού Κριτή και σπεύδει να μας υπενθυμίσει τις ατέλειες μας, τάχα για να μας συνετίσει και για να μην πάρουν τα μυαλά μας αέρα από τα επιτεύγματα μας. Γι' αυτό έχει την τάση να τα αμφισβητεί ή να τα υποβαθμίζει. Μας μολύνει με τον αρνητισμό του, που τον ονομάζει δήθεν αυτοκριτική ή ταπεινοφροσύνη, και στρέφει την προσοχή μας στα ελαττώματα μας. Αυτό είναι από τα πιο ύπουλα τεχνάσματα του. Γιατί υποχρεώνει τον νου μας να εστιαστεί στην ατέλεια, τάχα για να τη διορθώσει. Αλλά ο νους είναι σαν ηλεκτρονικός υπολογιστής: ό,τι πρόγραμμα του βάλεις αυτό ακριβώς και θα λάβεις. Με τον δικό της τρόπο διατυπώνει και η μοντέρνα φυσική όταν μας λέει ότι ο παρατηρητής επηρεάζει το παρατηρούμενο και πως η πραγματικότητα διαμορφώνεται ανάλογα με τις προσδοκίες του. Αν αναζητά σωματίδιο, σωματίδιο θα βρει, αν αναζητά ενέργεια θα βρει ενέργεια. Έτσι ακριβώς αν εστιάσουμε τον νου μας στην ατέλεια, όπως μας συμβουλεύει το εγώ, θα γίνουμε οι ειδήμονες της ατέλειας. Αν όμως επιδιώκουμε την τελειότητα πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας στην τελειότητα. Οι νόμοι της συνείδησης επιβάλλουν: ό,τι σκέψεις σπέρνουμε αυτές και να θερίζουμε. Και η ενοχή, η αυτοκαταδίκη, απαιτεί πάντα σκληρή τιμωρία. Αυτό ακριβώς θα αντιμετωπίσει και η Ψυχή στη συνέχεια της ιστορίας.

ΦΕΥΓΑΛΕΑ ΜΑΤΙΑ ΣΤΟΝ ΥΠΕΡΛΑΜΠΡΟ ΚΟΣΜΟ

Θυμωμένος ο Έρωτας, ανοίγει τα φτερά του να φύγει πετώντας μακριά της. Μόλις που προλαβαίνει η ψυχή να πιαστεί από το πόδι του και να ανυψωθεί μαζί του πάνω από τα σύννεφα. Αλλά δεν μπορεί να κρατηθεί έτσι για πολύ. Ύστερα από λίγο εξαντλημένη από την κούραση, αφήνεται και πέφτει στη γη, αλλά, πράγμα παράξενο, δεν σκοτώνεται.

Η Ψυχή που πέφτει στη γη αφού έχει υψωθεί για λίγο πάνω από τα σύννεφα, θυμίζει τη Βιβλική ιστορία της πτώσης των ψυχών. Στην ιστορία του Έρωτα και της Ψυχής τη βλέπουμε να ανεβαίνει πάνω από τα σύννεφα πιασμένη από το πόδι του. Πρόκειται για έναν υπαινιγμό σχετικό με την καθαρή όραση. Πάνω από τα σύννεφα λάμπει πάντα ο ήλιος. Πάνω από τα νέφη των λογισμών και τη συσκότιση που προκαλούν, φέγγει πάντα το πνευματικό φως. Αυτό το φως ατενίζει για λίγο η Ψυχή κι έρχεται έτσι εγγύτερα στη Μεγάλη Αλήθεια. Μέσα από αυτή την ενόραση γνωρίζει πια ποιος είναι ο σκοπός και η αποστολή της. Για τα μάτια του ανθρώπινου σώματος μας υπάρχουν πολλοί έρωτες. Για την ψυχή μας, όμως, ο Μέγας Έρωτας είναι ο Θεός!

Από εκείνη τη στιγμή ένας είναι πια ο σκοπός της ζωής της: να ξαναβρεί τη χαμένη της ευτυχία. Πρώτα όμως πρέπει να τιμωρήσει τις αδελφές της. Στην πρώτη εξομολογείται πως ο Έρωτας έφυγε από κοντά της τάχα για να παντρευτεί εκείνη. Δεν χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια για να πειστεί η φθονερή αδελφή να παρατήσει τον άντρα της, και να ανεβεί στο βουνό και να γκρεμιστεί στα βράχια πιστεύοντας ως την τελευταία στιγμή πως θα τη σηκώσει, όπως και την άλλη φορά, ο Ζέφυρος. Με τον ίδιο τρόπο σκοτώνεται και η δεύτερη.

Σε αυτό το σημείο βλέπουμε μια πολύ σημαντική μεταβολή να συντελείται μέσα στην Ψυχή. Πρόκειται για ένα αποφασιστικό εσωτερικό ξεκαθάρισμα. Ο φόνος των δύο αδελφών συμβολίζει την ακύρωση του αυτοϋπονομευτικού μηχανισμού. Η Ψυχή "θανατώνει" τις αντιδραστικές φωνές μέσα της. Είναι πλέον αποφασισμένη να ακούει τη Μία Φωνή και να μην ξαναπαγιδευτεί σε διλήμματα και αμφιβολίες.

Ύστερα από την τιμωρία τους η Ψυχή ξενικά να βρει ξανά τον Έρωτα. Άδικα όμως παραδέρνει σε στεριές και θάλασσες.

Όταν εξαντλεί κάθε ελπίδα πια, όταν έχει ψάξει παντού, δεν της μένει παρά μόνο ένα μέρος να πάει: το παλάτι της Αφροδίτης. Εκεί, ελπίζει πως θα βρει τον γιο της θεάς, τον Έρωτα. Έτσι πέφτει ασυλλόγιστα στα χέρια της. Από καιρό άλλωστε η θεά είχε στείλει τον Ερμή να τη βρει και να την οδηγήσει με το καλό ή με το ζόρι μπροστά της. Από τη στιγμή αυτή αρχίζουν οι μεγάλες δοκιμασίες για την Ψυχή. Δυο έμπιστες δούλες της θεάς τη μαστιγώνουν αλύπητα. Τη μια τη λένε Θλίψη και την άλλη Έγνοια. Της βγάζουν τρίχα τρίχα τα μαλλιά, ενώ η Αφροδίτη η ίδια τη δέρνει και της σκίζει τα ρούχα.

Κάτι αντιφατικό μοιάζει να συμβαίνει εδώ. Η Αφροδίτη, η θεά του κάλλους και μητέρα του Έρωτα, είναι ουσιαστικά μια αγαθή θεότητα. Το κάλλος παραπέμπει στο καλό και κατ' επέκταση στο αγαθό. Πώς είναι δυνατόν λοιπόν να είναι τόσο μοχθηρή; Εδώ ακριβώς πρέπει να τραβήξουμε μια γραμμή που θα ξεχωρίσει δυο διαφορετικές οπτικές γωνίες ή θα μας δείξει τις δυο όψεις του ίδιου νομίσματος. Η μια του πλευρά ονομάζεται δοκιμασία, η άλλη ευκαιρία. Η κατάσταση αυτή, μας είναι αρκετά γνώριμη: πολλές φορές αντιμετωπίζουμε προκλήσεις και δυσκολίες στη ζωή για τις οποίες δυσφορούμε έντονα. Ύστερα, όμως, όταν η καταιγίδα έχει περάσει και τα πάντα έχουν γαληνέψει μπορούμε να διακρίνουμε πως ό,τι κάποτε μας φαινόταν δοκιμασία, ήταν στην ουσία οι πόνοι του τοκετού μιας νέας, καλύτερης πραγματικότητας. Έτσι λοιπόν η Αφροδίτη, που φαίνεται να τυραννά την Ψυχή, στην ουσία την εκπαιδεύει. Οι δοκιμασίες στις οποίες την υποβάλλει έχουν ως στόχο την ωρίμανση της και την ανάδειξη των κρυφών ταλέντων και ικανοτήτων της.

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΜΥΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ


Στην αρχή την προστάζει μέσα σε λίγες ώρες να ξεόιαλέξει από έναν τεράστιο σωρό καρπούς της γης το κάθε είδος -στάρι, παπαρουνόσπορο, κεχρί, ρεβίθια, φακή, κουκιά, κριθάρι- πρέπει να βάλει το καθένα χωριστά. Η Ψυχή καταφέρνει να τα βγάλει πέρα με τη βοήθεια των μυρμηγκιών. Την άλλη μέρα υποχρεώνεται να πάει να βρει και να φέρει το χρυσό μαλλί από τα άγρια πρόβατα του βουνού κι ύστερα να κουβαλήσει νερό από την πηγή τηςΣτύγας, που τη φύλαγαν νύχτα και μέρα δράκοι ακοίμητοι. Στις επικίνδυνες αυτές αποστολές της δεν έλειψαν οι παραστάτες: πρώτα το προφητικό καλάμι τη συμβούλεψε να μαζέψει με την ησυχία της τις τούφες από το μαλλί που άφηναν τα πρόβατα πάνω στα αγκάθια των θάμνων κι ύστερα ο αετός τον Δία που γέμισε το κανάτι με το νερό της Στύγας.

Η Αφροδίτη, λοιπόν, εκπαιδεύει την Ψυχή σε όλα τα επίπεδα της. Ξεκινώντας από το σωματικό επίπεδο, που συμβολίζεται από τους καρπούς της γης, της δίνει τη δυνατότητα της ορθής διάκρισης. Έχει μάλιστα ιδιαίτερη σημασία το γεγονός ότι πρέπει να κάνει το ξεδιάλεγμα μέσα σε λίγο χρόνο. Μας υπενθυμίζει τη δύναμη της αποφασιστικότητας. Πρέπει να είμαστε σε θέση να κάνουμε τη σωστή εκλογή ταχύτατα γιατί διαφορετικά, υπάρχει ο κίνδυνος να μπούμε στην αμφιβολία και να αρχίσει το παζάρι με τον εαυτό. Αυτό το παζάρι που μας κάνει να μην μπορούμε να δώσουμε λύση σε βασανιστικά διλήμματα και αδιέξοδες καταστάσεις. Γρήγορη και όχι βεβιασμένη απόφαση ότι μέσα μας ηχεί η Μία Φωνή. Και πράγματι από τότε που η Ψυχή είχε σκοτώσει τις αδελφές της, μέσα της ηχούσε μόνο μια φωνή. Αυτό καλείται τώρα να το κάνει πράξη, δηλαδή να το εκδηλώσει. Κα τα καταφέρνει να περάσει με επιτυχία τη δοκιμασία. Αλλά δεν είναι μόνη της, έχει βοηθούς τα μυρμήγκια. Τα μυρμήγκια είναι πλάσματα της γης και γνωρίζουν πολύ καλά τους καρπούς της. Έχουν όμως και μια επιπλέον ιδιότητα: φτιάχνουν τις φωλιές τους μέσα της κι έτσι μετέχουν και των δύο κόσμων και του επίγειου και του υπόγειου. Γεννιούνται μέσα στις υπόγειες φωλιές τους όπως η ικανότητα της ορθής διάκρισης γεννιέται στον αφανή κόσμο του υποσυνειδήτου υπό την επίδραση της Μίας Φωνής. Όπως και τα μυρμήγκια όμως που βγαίνουν από τις φωλιές τους και κινούνται επάνω στη γη, έτσι και η εξωτερική ικανότητα πρέπει να εκφραστεί και στον εμφανή εξωτερικό κόσμο. Στην πραγματικότητα η Ψυχή δεν ξεδιαλέγει καρπούς αλλά σπόρους, επτά διαφορετικά είδη που τα ταξινομεί σωστά. Σε ένα άλλο επίπεδο θα μπορούσαμε να πούμε ότι ταξινομεί τα επτά ενεργειακά επίπεδα του σώματος της.

Εδώ έχουμε λοιπόν μια μύηση σε υλικό επίπεδο ή μια εκπαίδευση σε σωματικό. Ακολουθούν κατόπιν η διανοητική και συναισθηματική μύηση. Η διανοητική εκφράζεται από τη συλλογή του μαλλιού των χρυσών προβάτων. Τα πρόβατα αυτά έχουν σχέση με την ορθή, την αγαθή σκέψη. Εφόσον είναι τέτοια, είναι άριστη και γι' αυτό αντιπροσωπεύεται από το χρυσό, το άριστο μέταλλο από το οποίο είναι φτιαγμένο το μαλλί των προβάτων. Το προφητικό καλάμι που τη συμβουλεύει και τη βοηθά είναι άλλο ένα σύμβολο της Εσωτερικής Μίας Φωνής που την καθοδηγεί. Έτσι συντελείται και η διανοητική εναρμόνιση με τη συλλογή μόνο των άριστων σκέψεων. Κατόπιν ακολουθεί η συναισθηματική μύηση στα ύδατα της Στύγας. Και πάλι έχει βοηθό, στην προκειμένη περίπτωση τον αετό του Δία. Ο αετός αυτός πετάει μέχρι την κορυφή του Ολύμπου, όπου κατοικεί ο Δίας, δηλαδή η ανώτερη συνείδηση και είναι ο αγγελιαφόρος της. Έτσι βοηθά την Ψυχή να κάνει τη σωστή εκλογή και στο συναισθηματικό επίπεδο που σημαίνει να επιλέξει τα ανώτερα συναισθήματα. Έτσι έχει περάσει από τρεις μυήσεις ή τρία επίπεδα εκπαίδευσης, το υλικοσωματικό, το διανοητικό και το συναισθηματικό. Εκκρεμεί τώρα το τέταρτο επίπεδο, το πνευματικό.

Η ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΣ

Οι δοκιμασίες όμως και τα βάσανα της Ψυχής δεν τελειώνουν. Η Αφροδίτη τη στέλνει στον κάτω κόσμο να δανειστεί από την Περσεφόνη την αλοιφή της ομορφιάς, μιας και η δική της είχε τάχα τελειώσει. Αυτή τη φορά η Ψυχή έχει έρθει πια στα όρια της αντοχής της καθώς είναι αντιμέτωπη με την έσχατη δοκιμασία: πρέπει να κατεβεί ζωντανή στον Άδη! Η ατυχία της όμως δεν είχε όρια. Μόλις πήρε το βάζο με τη θεϊκή αλοιφή, θέλησε να δοκιμάσει και η ίδια το θαυματουργό φάρμακο. Τη στιγμή όμως που άνοιξε το βάζο, ένιωσε να την τυλίγει σαν αποπνικτικός καπνός ο Ύπνος και έχασε τις αισθήσεις της.

Ο κάτω, ο αφανής κόσμος, όπως είδαμε και με τα μυρμήγκια, είναι ο κόσμος του υποσυνειδήτου. Εκεί εισχωρεί τώρα η ψυχή, στον Άδη, για να κάνει το μεγάλο ξεκαθάρισμα στα βαθύτερα επίπεδα του εαυτού της. Πρόκειται για μια αυτοκάθαρση. Το καθαρό όμως είναι και ωραίο γι' αυτό και η Ψυχή φοράει και η ίδια την αλοιφή της ομορφιάς που φορούσαν οι θεές. Αυτό έχει συνέπειες όμως, μας λέει ο μύθος, γιατί ο Ύπνος βγαίνει σαν πυκνός καπνός και τυλίγει την Ψυχή. Αυτός ο ύπνος είναι ένας είδος αυτολησμονιάς. Πράγματι πρέπει να ξεχάσει το παρελθόν, τον πόνο, τα παράπονα της, τους φόβους της, όλα αυτά που αποτελούσαν την ταυτότητα του Εγώ. Πρέπει "να κοιμηθεί", δηλαδή να περάσει από το συγκεκριμένο στο αφηρημένο σαν μια σταγόνα που επιστρέφει στα αιώνια ύδατα, χάνοντας τον εαυτό της για να τον ξανακερδίσει στην απεραντοσύνη του Θείου Ωκεανού.

Τα βάσανα της Ψυχής βρίσκονται πια στο τέλος τους. Αρκετά είχε δοκιμαστεί. Ο Έρωτας τρέχει κοντά στην Ψυχή, τη συνεφέρει και την οδηγεί στον Όλυμπο όπου γίνεται μεγάλη γιορτή για να τιμηθεί η γαμήλια ένωση του θεού με τη θνητή. Η Ψυχή γίνεται πια επίσημα γυναίκα τον και την ίδια ώρα της χαρίζεται η ΑΘΑΝΑΣΙΑ. Ύστερα από λίγο καιρό φέρνει στον κόσμο τον καρπό της αγάπης με τον Έρωτα. Ήταν ένα πανέμορφο κοριτσάκι που το βάφτισαν οι θεοί και του έδωσαν το όνομα Ηδονή.

Το τέλος του μύθου, μας δείχνει ότι όταν η Ψυχή είναι πια έτοιμη, όταν έχει φτάσει στο ανώτατο στάδιο αυτοτελειοποίησής της, μπορεί πια να ενωθεί με τον Μέγα Έρωτα. Και αυτή τη φορά η ένωση τους θα είναι πλήρης, ολοκληρωτική και επί ίσοις όροις.

Δεν θα συναντιούνται πια μόνο στο σκοτάδι γιατί η Ψυχή έχει κατακτήσει τη δυνατότητα να τον βλέπει στο φως της αφυπνισμένης της συνειδητότητας. Έτσι όλα τα θνητά της κομμάτια έχουν μετουσιωθεί. Έχει κατακτήσει πλέον την αθανασία. Η Οδύσσεια της είχε αίσιο τέλος και δρέπει πια τους γλυκούς καρπούς. Η Ηδονή, είναι ακριβώς αυτοί οι, ηδείς, γλυκοί καρποί. Να πως περιγράφει αυτή τη γλύκα της εσωτερικής κατάκτησης ο Νίκος Καζαντζάκης:

"Πάντα, (ίσο περνώ την αγωνία), μάχομαι
απελπίζομαι και φωνάζω.
Μα όταν πια σιμώνει η ώρα
Να δρέψω τον καρπό της άσκησης,
Γλύκα χύνεται στην καρδιά μου
Σιωπή κι ανάπαυση.
Κι αγάλια, χωρίς προσπάθεια,
Πότε σε όραμα, πότε στον ύπνο
Ή πηγαίνοντας στο δρόμο -κι έχοντας το νου μου αλλού- ;
Δέχομαι τη Λύτρωση".

Πότε έρχεται αυτή η ανάπαυση και λύτρωση; 'Όταν απαντηθούν όλα τα ερωτήματα και κατακτηθεί η γνώση. Ο Έρωτας ήταν τα ερωτήματα της Ψυχής. Η απάντηση ήταν η ΓΝΩΣΗ της αληθινής της φύσης, δηλαδή η αθανασία και η Θεία Αιωνιότητα.



Ιουλία Πιτσούλη


http://autochthonesellhnes.blogspot.gr/