https://www.facebook.com/artemissky.blogspot?ref_type=bookmark

ΑΡΤΕΜΙΣ

ΑΡΤΕΜΙΣ
Ήταν θεά του κυνηγιού,”πότνια θηρών” κατά τον Όμηρο,θεά των αγριμιών και της Σελήνης.

ΕΛΛΑΣ - HELLAS

'' Επιόντος άρα θανάτου επί τον άνθρωπον, το μεν θνητόν, ως έοικεν, αυτού αποθνήσκει, το δ' αθάνατον, σώον και αδιάφθορον, οίχεται απιόν. `Οταν επέρχεται ο θάνατος στον άνθρωπο, το μεν θνητό μέρος αυτού, καθώς φαίνεται, πεθαίνει, το δε αθάνατο, η ψυχή, σηκώνεται και φεύγει σώο και άφθαρτο '' ΠΛΑΤΩΝΑ

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .
ΑΝΟΙΚΩ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2016

Οι περίεργοι θάνατοι των αρχαίων σοφών μας


ΑΙΣΧΥΛΟΣ: Ο θρύλος ισχυρίζεται ότι ένας αετός πέρασε τη φαλάκρα
του ποιητή για βράχο, και άφησε να πέσει πάνω στη φαλάκρα του μια χελώνα (έτσι σκοτώνει τις χελώνες ο αετός και μετά τις τρώει). Ο θρύλος προσθέτει ότι κάποιος χρησμός του είχε προειπεί: "Ουράνιον σε βέλος κατακτενεί". Αυτήν την εκδοχή πολλοί δεν την παραδέχονται.


ΑΙΣΩΠΟΣ: Τον Αίσωπο τον έστειλε ο βασιλιάς Κροίσος για να πάρει κάποιον χρησμό από το Μαντείο των Δελφών. Συκοφαντήθηκε όμως από τους παρευρισκόμενους στο μαντείο, ότι έκλεψε την ασημένια φιάλη του Θεού Απόλλωνα. Έτσι καταδικάστηκε να γκρεμιστεί από τους κατοίκους από την κορυφή του Παρνασσού Υάμπεια, πράγμα που έγινε.

ΑΝΑΚΡΕΩΝ: Κι εδώ ο θρύλος δίνει και παίρνει. Λέγεται, λοιπόν ότι ο Ανακρέων σκοτώθηκε από τον Ίππαρχο στην Αθήνα. Εμείς γνωρίζουμε ότι τον Ίππαρχο τον είχε σκοτώσει πριν από αυτή τη διάδοση ο Αρμόδιος. Άλλος θρύλος για το θάνατο του Ανακρέοντα λέει πως πνίγηκε από μια ρώγα σταφυλιού, αν αυτό δεν είναι σύγχυση με το θάνατο του Σοφοκλή.

ΑΝΑΧΑΡΣΙΣ: Ο προληπτικός αδερφός του βασιλιά της Σκυθίας Σαύλιος, επειδή νόμιζε ότι θέλει ο αδερφός του να μεταφέρει τη λατρεία των Ελευσινίων της Αθήνας στη Σκυθία, τον σκότωσε με τόξο, κατηγορώντας τον για ασέβεια.

ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ: Φονεύθηκε κατά την άλωση των Συρακουσών από αγροίκο και βάρβαρο στρατιώτη, τον οποίο θέλησε να διώξει από το εργαστήριο του για να μην του διακόψει τις σκέψεις του, λέγοντας το γνωστότατο από τότε: "Μη μου τους κύκλους τάραττε".

ΒΙΑΣ: Βρήκε θάνατο στις επάλξεις του καθήκοντος, αφού μίλησε για πολλή ώρα , αν και υπέργηρος, υπερασπίζοντας κάποιον ενώπιον του δικαστηρίου, έγειρε, μετά το τέλος του λόγου του, το κεφάλι του στην αγκαλιά του εγγονού του και πέθανε.

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ: Καταδικάστηκε με απαίτηση του Αντίπατρου σε θάνατο και κατέφυγε στο ναό του Ποσειδώνα στην Καλαυρία, ήπιε δηλητήριο και πέθανε.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ: Πέθανε ξαφνικά στην Αρεθούσα, πολύ κοντά στην Αμφίπολη, κατασπαραγμένος από άγριους σκύλους του βασιλιά Αρχέλαου του οποίου ήταν φιλοξενούμενος.

ΖΗΝΩΝ: Υποβλήθηκε σε μαρτυρικό θάνατο από άγριο κοπάνισμα μέσα σε μεγάλο γουδί, ύστερα από διαταγή του τυράννου Ελέας Νέαρχου!

ΗΣΙΟΔΟΣ: Πήγε στη Λοκρίδα και έμεινε στο σπίτι κάποιου Μιλήσιου. Εκεί φονεύθηκε από τους γιους του Μιλήσιου, οι οποίοι νόμιζαν ότι ατίμασε την αδερφή τους και το σώμα του το έριξαν στη θάλασσα.

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ: Δολοφονήθηκε, διότι στρατηγεύοντας στην εκστρατεία της Αμφίπολης δεν μπόρεσε να σώσει την πόλη από τους Σπαρτιάτες και το στρατηγό τους Βρασίδα.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Αυτοκτόνησε με θάνατο από ασιτία, μετά την ήττα των Αθηναίων στη Χαιρώνα.

ΠΕΡΙΑΝΔΡΟΣ: (Κορίνθιος) Παρανοϊκή μορφή φιλοσόφου, θέλοντας να εξαφανίσει, σε μεγάλη ηλικία, κάθε ίχνος του, διέταξε δυο έμπιστους σωματοφύλακες να παραφυλάξουν τη νύχτα ένα ορισμένο σημείο και να σκοτώσουν τον πρώτο διαβάτη που θα περνούσε από εκεί και αμέσως να τον θάψουν. Την ίδια εντολή είχε δώσει σε άλλους τέσσερις, να σκοτώσουν σε μικρή απόσταση τους δύο πρώτους, και σε άλλους οκτώ να σκοτώσουν σε μεγαλύτερη απόσταση τους τέσσερις προηγούμενους! Η διαταγή εξετελέσθη και έτσι έμεινε άγνωστος ο τάφος του Περίανδρου, διότι ο διαβάτης που πέρασε από εκεί μεταμφιεσμένο σε χωρικό ήταν ο ίδιος ο Περίανδρος!

ΠΟΛΥΒΙΟΣ: Πέφτοντας από το άλογο του με πολλά τραύματα άφησε την τελευταία του πνοή.

ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ: Κάηκε μέσα στο σπίτι του από τη φωτιά που έβαλε ο Κύλων με μια ομάδα επαναστατών.

ΣΑΠΦΩ: Γκρεμίστηκε από ένα βράχο στο ακρωτήριο Λευκάτα (στη Λευκάδα), ύστερα από ερωτική απογοήτευση που δοκίμασε τον ωραίο αλλά ακατάδεχτο ναυτικό Φάωνα.

ΣΟΦΟΚΛΗΣ: Πνίγηκε καταπίνοντας μια ρώγα σταφυλιού.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Καταδικάστηκε από το Αθηναϊκό δικαστήριο σε θάνατο με κώνειο. (Μετά την απόφαση που τον καταδίκαζε να πιει το κώνειο, οι φίλοι του είπαν στον Σωκράτη:

-"Οι Αθηναίοι σε καταδίκασαν σε θάνατο"!

Κι ο Σωκράτης απάντησε:

-"Κι αυτούς τους καταδίκασε η φύση".

Με 281 ψήφους εναντίον 275, δηλαδή με πλειοψηφία 6 μονάχα ψήφων, ο Σωκράτης κηρύχτηκε ένοχος. Οι δικαστές τον ρώτησαν ποια ποινή προτιμούσε να του επιβληθεί και εκείνος ζήτησε με κάποια ειρωνεία, μια τιμητική αμοιβή. Τους απάντησε: "Να σιτίζομαι στο Πρυτανείο".)

ΧΙΛΩΝ: Πέθανε σε πολύ μεγάλη ηλικία στην Πίσα από υπερβολική χαρά, που του δημιουργήθηκε όταν αγκάλιασε το γιο του, που επέστρεψε από την Ολυμπία νικητής στο αγώνισμα της πυγμαχίας.




http://archaia-ellada.blogspot.gr/


Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2016

Αποσπάσματα του μεγάλου Έλληνα φιλοσόφου Αριστοτέλη, Ηθικά Νικομάχεια.

   ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
                                     

                                                     
~~~Δεν είναι ο ηθικός που πράττει ενάρετες πράξεις.~~~
                                                     ~~~Όποιος πράττει ενάρετες πράξεις είναι ηθικός!~~~                         
        
Αν και κατεξοχήν ορθολογιστής, ο Αριστοτέλης έδωσε πρώτος στην Ηθική, βιωματική διάσταση και όχι νοησιαρχική. Με άλλα λόγια, η ηθική δεν απότελει ιδεολογικό σύστημα (όσο κι αν περιγράφεται συχνα με αφηρημένες έννοιες , π.χ. καλοσύνη, κακία, αρετή κλπ), αλλά Τρόπο Ζωής. Ένας τέτοιος τρόπος ζωής αποσκοπεί στην Ευδαιμονία (ευ + δαίμων).

Η ευδαιμονία εστί ψυχής ενέργεια τις κατ' αρετήν τέλειαν. [ η ευδαιμονία είναι ενέργεια της ψυχής σύμφωνα με τους κανόνες της τέλειας – ολοκληρωμένης αρετής. (Ηθ. Νικ. Α9, 25-26) ].
Η ανθρώπινη λοιπόν ευτυχία είναι προϊόν εκείνης της ψυχικής δυναμικής η οποία συμμορφώνεται με την αρετή.

Ο φιλόσοφος ταυτίζει την αρετή με το αγαθόν, καθώς την αντιδιαστέλλει προς την κακία, η οποία προφανώς ταυτίζεται με το κακόν.
Η αρετές χωρίζονται με βάση την επισταμένη παρατήρηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς σε διανοητικές και ηθικές.

Α) Διανοητικές αρετές. Σε αυτές ο Αριστοτέλης εντάσσει όσες υπηρετούν το αγαθό με όργανο το Νου (π.χ. σωφροσύνη). Οι διανοητικές αρετές είναι στην βάση τους φυσικές δεξιότητες και στοχεύουν σε ένα αγαθό, φυσικά προσδιορισμένο.

Β) Ηθικες αρετές είναι εκείνες που πηγάζουν από το Έργο – Πράξη. Οι ηθικές όμως, αρετές είναι επίκτητες (αποτέλεσμα “εξάσκησης”) και επομένως η σκοποθεσία τους εξαρτάται άμεσα από τον τρόπο πραγμάτωσής τους. Αυτές απαρτίζουν ότι καλούμε Ήθος το οποία: <<...εξ έθους περιγίνεται, όθεν και τουνάμα έσχηκε μικρόν παρέκκλίνονω από του έθους>>. [ γεννιέται από το Έθος- δηλαδή τη συνήθεια- από όπου πήρε και το όνομα, το οποίο (ήθος) μικρή διαφορά παρουσιάζει από το έθος (Ηθ. Νικ. Β 1, 1-3) ].

Ο Αριστοτέλης συνεχίζει παρατηρώντας ότι γίνεται φανερό ότι καμία από τις ηθικές αρετές δεν υπάρχει σε εμάς από την φύση... ούτε λοιπόν φυσικά, ούτε αντίθετα με τη φύση υπάρχουν σε εμάς οι αρετές, αλλά από τη φύση έχουμε τη δυνατότητα να τις δεχτούμε και να τις τελειοποιήσουμε με τον Εθισμό.

Αφού κατέστησε κοινή τη δυνατότητα μετοχής στο αγαθό, έδωσε στην ηθική βιωματική διάσταση και την κατέστησε λογικό αποτέλεσμα της ηθικής πράξης και όχι προϋπόθεσή της (!) όπως γενικότερα πιστεύεται μέχρι σήμερα.
Το αντίθετο ισχύει για τις νοητικές αρετές: ο Αριστοτέλης παρατήρησε ότι για όσα είμαστε φυσικά προδιαγεγραμμένοι, κατέχουμε ήδη τις απαραίτητες δεξιότητες και κατά περίπτωση τις εφαρμόζουμε (αισθήσεις).

Οι ηθικές αρχές κατοχυρώνονται μόνο με την εφαρμογή τους και περαιτέρω με την άσκησή τους.
Επειδή λοιπόν το ήθος διαπλάθεται και δεν κληροδοτείτε, αποκτάτε όχι με την σκέψη ή το ένστικτο (δύο φυσικές διαδικασίες), αλλά με τον εθισμό, μια κοινωνική διαδικασία.

Η ηθική αρετή λοιπόν, αφορά και την ηδονή και την λύπη. Γιατί εξαιτίας της ηδονής κάνουμε τα κακά, ενώ εξαιτίας της λύπης απέχουμε από τα καλά. Για αυτό, όπως είπε ο Πλάτων, πρέπει από την παιδική ηλικία, να έχουμε πάρει εκείνη την αγωγή που θα μας κάνει να χαιρόμαστε και να λυπόμαστε με όσα πρέπει. Αυτή λοιπόν, είναι η ορθή παιδεία (Ηθ. Νικ. Β3, 1-2).

Ως ουσιώδες χαρακτηριστικό της αρετής, αναδυκνείεται η μεσότητα. Ασφαλώς, ο όρος αυτός αποτελεί την αριστετολική εκδοχή της κορυφαίας αρχαιοελληνικής αξίας: του μέτρου που αρχικά απασχόλησε τον Πλάτωνα.

Μέσα στα πλαίσια της ηθικής, η υπερβολή και η έλλειψη εκπροσωπούν το Κακό, γιατί οδηγούν σε κατάργηση της αυτάρκειας, δηλαδή της ελευθερίας!

Το γεγονός οτι η μεσότητα είναι ένα δύσκολο επίτευμα, αποτελεί για τον Αριστοτέλη, μια ακόμη ισχυρή απόδειξη ότι είναι η σωστή ηθική επιλογή και ταυτίζεται με την αρετή. Αξιοποιώντας τις πυθαγόρειες αντιλήψεις, θεωρεί ιδιότητα του Κακού την πολλαπλότητα και την ευκολία, ενώ του Καλού, τη δυσκολία και την μοναδικότητα. Όπως παρατήρησε και ο μεταγενέστερός τους στοχαστής Καζαντάκης: ο Σωστός δρόμος είναι ο Ανήφορος.
Παραπάνω μελετήσατε αποσπάσματα από μια ανάλυση του έργου, του μεγάλου Έλληνα φιλοσόφου Αριστοτέλη, Ηθικά Νικομάχεια.

Ευχαριστώ για το χρόνο που διαθέσατε.
Να θυμάστε:
          αν δεν αλλάξουμε εμεις πρώτα , δεν μπορούμε να αλλάξουμε τίποτα σε τούτο τον κόσμο 
                                                            


Ερμής Τρισμέγιστος/ Πολιτική Εντελέχεια

https://www.facebook.com/politikientelexeia/posts/1778559272411087

Αποσπάσματα του μεγάλου Έλληνα φιλοσόφου Αριστοτέλη, Ηθικά Νικομάχεια.

   
                                     

                                                     
~~~Δεν είναι ο ηθικός που πράττει ενάρετες πράξεις.~~~
                                                     ~~~Όποιος πράττει ενάρετες πράξεις είναι ηθικός!~~~                         
        
Αν και κατεξοχήν ορθολογιστής, ο Αριστοτέλης έδωσε πρώτος στην Ηθική, βιωματική διάσταση και όχι νοησιαρχική. Με άλλα λόγια, η ηθική δεν απότελει ιδεολογικό σύστημα (όσο κι αν περιγράφεται συχνα με αφηρημένες έννοιες , π.χ. καλοσύνη, κακία, αρετή κλπ), αλλά Τρόπο Ζωής. Ένας τέτοιος τρόπος ζωής αποσκοπεί στην Ευδαιμονία (ευ + δαίμων).
Η ευδαιμονία εστί ψυχής ενέργεια τις κατ' αρετήν τέλειαν. [ η ευδαιμονία είναι ενέργεια της ψυχής σύμφωνα με τους κανόνες της τέλειας – ολοκληρωμένης αρετής. (Ηθ. Νικ. Α9, 25-26) ].
Η ανθρώπινη λοιπόν ευτυχία είναι προϊόν εκείνης της ψυχικής δυναμικής η οποία συμμορφώνεται με την αρετή.
Ο φιλόσοφος ταυτίζει την αρετή με το αγαθόν, καθώς την αντιδιαστέλλει προς την κακία, η οποία προφανώς ταυτίζεται με το κακόν.
Η αρετές χωρίζονται με βάση την επισταμένη παρατήρηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς σε διανοητικές και ηθικές.
Α) Διανοητικές αρετές. Σε αυτές ο Αριστοτέλης εντάσσει όσες υπηρετούν το αγαθό με όργανο το Νου (π.χ. σωφροσύνη). Οι διανοητικές αρετές είναι στην βάση τους φυσικές δεξιότητες και στοχεύουν σε ένα αγαθό, φυσικά προσδιορισμένο.
Β) Ηθικες αρετές είναι εκείνες που πηγάζουν από το Έργο – Πράξη. Οι ηθικές όμως, αρετές είναι επίκτητες (αποτέλεσμα “εξάσκησης”) και επομένως η σκοποθεσία τους εξαρτάται άμεσα από τον τρόπο πραγμάτωσής τους. Αυτές απαρτίζουν ότι καλούμε Ήθος το οποία: <<...εξ έθους περιγίνεται, όθεν και τουνάμα έσχηκε μικρόν παρέκκλίνονω από του έθους>>. [ γεννιέται από το Έθος- δηλαδή τη συνήθεια- από όπου πήρε και το όνομα, το οποίο (ήθος) μικρή διαφορά παρουσιάζει από το έθος (Ηθ. Νικ. Β 1, 1-3) ].
Ο Αριστοτέλης συνεχίζει παρατηρώντας ότι γίνεται φανερό ότι καμία από τις ηθικές αρετές δεν υπάρχει σε εμάς από την φύση... ούτε λοιπόν φυσικά, ούτε αντίθετα με τη φύση υπάρχουν σε εμάς οι αρετές, αλλά από τη φύση έχουμε τη δυνατότητα να τις δεχτούμε και να τις τελειοποιήσουμε με τον Εθισμό.
Αφού κατέστησε κοινή τη δυνατότητα μετοχής στο αγαθό, έδωσε στην ηθική βιωματική διάσταση και την κατέστησε λογικό αποτέλεσμα της ηθικής πράξης και όχι προϋπόθεσή της (!) όπως γενικότερα πιστεύεται μέχρι σήμερα.
Το αντίθετο ισχύει για τις νοητικές αρετές: ο Αριστοτέλης παρατήρησε ότι για όσα είμαστε φυσικά προδιαγεγραμμένοι, κατέχουμε ήδη τις απαραίτητες δεξιότητες και κατά περίπτωση τις εφαρμόζουμε (αισθήσεις).
Οι ηθικές αρχές κατοχυρώνονται μόνο με την εφαρμογή τους και περαιτέρω με την άσκησή τους.
Επειδή λοιπόν το ήθος διαπλάθεται και δεν κληροδοτείτε, αποκτάτε όχι με την σκέψη ή το ένστικτο (δύο φυσικές διαδικασίες), αλλά με τον εθισμό, μια κοινωνική διαδικασία.
Η ηθική αρετή λοιπόν, αφορά και την ηδονή και την λύπη. Γιατί εξαιτίας της ηδονής κάνουμε τα κακά, ενώ εξαιτίας της λύπης απέχουμε από τα καλά. Για αυτό, όπως είπε ο Πλάτων, πρέπει από την παιδική ηλικία, να έχουμε πάρει εκείνη την αγωγή που θα μας κάνει να χαιρόμαστε και να λυπόμαστε με όσα πρέπει. Αυτή λοιπόν, είναι η ορθή παιδεία (Ηθ. Νικ. Β3, 1-2).
Ως ουσιώδες χαρακτηριστικό της αρετής, αναδυκνείεται η μεσότητα. Ασφαλώς, ο όρος αυτός αποτελεί την αριστετολική εκδοχή της κορυφαίας αρχαιοελληνικής αξίας: του μέτρου που αρχικά απασχόλησε τον Πλάτωνα.
Μέσα στα πλαίσια της ηθικής, η υπερβολή και η έλλειψη εκπροσωπούν το Κακό, γιατί οδηγούν σε κατάργηση της αυτάρκειας, δηλαδή της ελευθερίας!
Το γεγονός οτι η μεσότητα είναι ένα δύσκολο επίτευμα, αποτελεί για τον Αριστοτέλη, μια ακόμη ισχυρή απόδειξη ότι είναι η σωστή ηθική επιλογή και ταυτίζεται με την αρετή. Αξιοποιώντας τις πυθαγόρειες αντιλήψεις, θεωρεί ιδιότητα του Κακού την πολλαπλότητα και την ευκολία, ενώ του Καλού, τη δυσκολία και την μοναδικότητα. Όπως παρατήρησε και ο μεταγενέστερός τους στοχαστής Καζαντάκης: ο Σωστός δρόμος είναι ο Ανήφορος.
Παραπάνω μελετήσατε αποσπάσματα από μια ανάλυση του έργου, του μεγάλου Έλληνα φιλοσόφου Αριστοτέλη, Ηθικά Νικομάχεια.

Ευχαριστώ για το χρόνο που διαθέσατε.
Να θυμάστε:
          αν δεν αλλάξουμε εμεις πρώτα , δεν μπορούμε να αλλάξουμε τίποτα σε τούτο τον κόσμο 
                                                            


Ερμής Τρισμέγιστος/ Πολιτική Εντελέχεια

https://www.facebook.com/politikientelexeia/posts/1778559272411087

Δευτέρα 9 Μαΐου 2016

ΔΙΟΓΕΝΗΣ Ο ΚΥΝΙΚΟΣ - Ο ΑΣΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ



Giovanni Battista Langetti - Diogenes.jpg



Υπάρχουν κάποιες μορφές μέσα στην πορεία των αιώνων, οι οποίες άφησαν ανεξίτηλο το στίγμα τους στην ιστορία του παγκόσμιου πολιτισμού. Άνθρωποι οι οποίοι μας κληροδότησαν μεγάλες αξίες, τις οποίες, δυστυχώς, δεν μπορέσαμε να τις εκμεταλλευτούμε στο έπακρο. Όμως η άσβεστη μνήμη τους πάντα θα στέκεται αρωγός στην προσπάθειά μας να γίνουμε “αληθινοί” άνθρωποι. Διότι, όσο θα υπάρχει αυτή η αιώνια συντροφιά τους, τόσο θα διατηρείται ζωντανή και η ελπίδα της πνευματικής μας “ανάστασης”. Ο Κυνικός Διογένης υπήρξε πράγματι ένα “δαιμόνιο” πνεύμα, ένας άνθρωπος με όλη τη σημασία της λέξης, που με τη στάση της ζωής του μας έδειξε τον δρόμο προς την αληθινή ευδαιμονία. Το ελάχιστο που θα μπορούσαμε να πράξουμε είναι να τον ευχαριστήσουμε μέσα από τα βάθη της καρδιά μας.

Η διδασκαλία του με παραδείγματα

Στην Αθήνα ο Διογένης έδωσε μια πολύ μεγάλη ώθηση στον Αστεϊσμό. Χρησιμοποιούσε το λογοπαίγνιο ως "Κύων" (σκυλί), "δαγκώνοντας τους φίλους για να τους διορθώσει" κατά την Κυνική φιλοσοφία.

Ο Κύων "δαγκώνει" τον Διδύμωνα

Ο Διδύμων, οφθαλμίατρος της εποχής εξετάζει το μάτι μιας κοπέλας. Ο Διογένης τον βλέπει και γνωρίζει ότι ο Διδύμων ήταν τύπος ερωτύλος. Του λέει: "Πρόσεξε Διδύμωνα, μήπως εξετάζοντας τον οφθαλμό, φθείρεις την κόρην".

Ο Κύων "δαγκώνει" έναν οικοδεσπότη

Ο Διογένης είναι καλεσμένος σε ένα γεύμα και πηγαίνει στο λουτρό για να πλυθεί πριν φάει. Αλλά το λουτρό είναι πολύ βρώμικο. Δεν παραπονιέται, ώστε να μην προσβάλει τον οικοδεσπότη αλλά με αστεϊσμό ρωτά "Οι εδώ λουόμενοι, πού πλένονται κατόπι;".

Ο Κύων "δαγκώνει" έναν μοχθηρό πολίτη

Θέλησε κάποτε να πειράξει ένα μοχθηρό τύπο αφού έβλεπε τις πράξεις του και είχε ακούσει γι' αυτόν. Οι αρχαίοι Έλληνες συνήθιζαν να βάζουν πάνω από την είσοδο του σπιτιού τους ένα θυραίο. Αυτό ήταν ένα σύμβολο, σήμα ή ρητό που διάλεγαν για την οικία τους. Ο μοχθηρός αυτός άνδρας είχε βάλει πάνω από την πόρτα της οικίας του το εξής ρητό: “ΜΗΔΕΝ ΕΙΣΕΙΤΩ ΚΑΚΟΝ” (Να μην μπει κανένα κακό). Έτσι, ο Διογένης κτύπησε την πόρτα και ρώτησε: "Ο οικοδεσπότης από πού μπαίνει;"

Ο Κύων "δαγκώνει" στολισμένο νέο

Ο Διογένης Λαέρτιος περιγράφει ότι ο Διογένης ο Κυνικός κάθεται στο δρόμο, όταν ένας όμορφος και στολισμένος νέος περνάει από μπροστά του. Ο Διογένης τον ρωτάει πού πάει και ο νέος του απαντά σε ένα συμπόσιο. Να μην πας στο συμπόσιο, του λέει ο Διογένης, γιατί αν πας θα γυρίσεις "χείρων", δηλαδή χειρότερος στα αρχαία ελληνικά, ενώ ταυτόχρονα είναι και το όνομα Κενταύρου. Ο νέος πήγε και γυρνώντας από το συμπόσιο, βλέπει πάλι τον Διογένη στη θέση του. Πήγα στο συμπόσιο του λέει και δεν γύρισα "χείρων". Ναι, απαντά ο Διογένης, αλλά γύρισες "Ευρυτίων". (όνομα άλλου Κενταύρου που σημαίνει φαρδύτερος).

Ο Κύων "δαγκώνει" τον Μέγα Αλέξανδρο

Ο Μέγας Αλέξανδρος κάποτε θέλησε να πειράξει τον Διογένη και αφού έλεγε ότι ήταν Κύων, του έστειλε ένα πιάτο κόκαλα. Μετά, όταν συνάντησε τον Διογένη, τον ερώτησε: ”Πώς σου φάνηκε, Κύων, το δώρο μου;” Και ο Διογένης του απάντησε: "Ήταν άξιο για κύνα, αλλά καθόλου άξιο για Βασιλέα".

Ο Μέγας Αλέξανδρος επισκέπτεται το Διογένη.
Ο Μέγας Αλέξανδρος επισκέπτεται το Διογένη

Διογένης, λοιπόν, ο Σινωπεύς ή πιο απλά Διογένης ο Κύων, ο διασημότερος και μεγαλύτερος Κυνικός Φιλόσοφος. Γεννήθηκε περίπου το 400 π.Χ. αλλά κάποιοι θρύλοι αναφέρουν πως ήρθε στο φως τη μέρα που πέθανε ο Σωκράτης το 399 π.Χ. Όσο για τον θάνατό του, και αυτός διαποτισμένος με αρκετούς θρύλους, λένε πως έλαβε χώρα το 323 π.Χ., την ίδια ημέρα που πέθανε ο Μ. Αλέξανδρος στην Βαβυλώνα.

Κατά τα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα ήλθε στην Αθήνα εξόριστος από τη γενέτειρά του Σινώπη του Πόντου, επειδή με τον τραπεζίτη πατέρα του Ικεσία είχαν παραχαράξει το νόμισμα της πόλης.

«Διογένης, γιος του Ικεσία, τραπεζίτης στο επάγγελμα, από τη Σινώπη. Ο Διογένης όταν εξορίστηκε από την πατρίδα του για κάποια παραχάραξη νομισμάτων, ήλθε στην Αθήνα, σχετίστηκε με τον κυνικό Αντισθένη, αισθάνθηκε έλξη για τον τρόπο ζωής του και ακολούθησε την κυνική φιλοσοφία αδιαφορώντας για την μεγάλη του περιουσία» (Σούδα, “Διογένης” n. 1143).

Είτε λόγω της παραχάραξης είτε λόγω πολιτικών διώξεων, βρέθηκε στην Αθήνα και σχετίστηκε με τον Αντισθένη, εντυπωσιασμένος από την φιλοσοφία του, την οποία ασπάστηκε ώσπου τελικά ξεπέρασε σε φήμη τον δάσκαλό του. Σύμφωνα με αναφορές λίγο μεταγενέστερων συγγραφέων, είχε επιδείξει και συγγραφικό έργο, αλλά δυστυχώς δεν διασώθηκε τίποτα. Οι ιστορίες με τον Διογένη, πέρα από κάποιες υπερβολές, θα λέγαμε πως είναι αληθινές και απεικονίζουν την συνέπεια του χαρακτήρα του. Ζούσε σε ένα πιθάρι και σκληραγωγούσε τον εαυτό του ακόμα και στις εναλλαγές του καιρού. Το μόνο που διέθετε ήταν ένα ξύλινο κύπελλο, το οποίο και αυτό το πέταξε, όταν είδε ένα παιδί να πίνει νερό με τις χούφτες του.
«Όταν κάποτε ο Διογένης είδε ένα παιδί να πίνει νερό με τα χέρια, πέταξε από το δισάκι του το κύπελλο λέγοντας: «Ένα παιδί με έχει νικήσει στην απλότητα» (Διογένης ΛαέρτιοςΦιλοσόφων βίων και δογμάτων συναγωγή VII 37.)

Ο Διογένης ο επικαλούμενος «Κυνικός», ή Διογένης ο Σινωπεύς ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Φέρεται να γεννήθηκε στη Σινώπη περίπου το 412 π.Χ., (σύμφωνα με άλλες πηγές το 399 π.Χ.), και πέθανε το 323 π.Χ. στην Κόρινθο, σύμφωνα με τον Διογένη τον Λαέρτιο, την ημέρα που ο Αλέξανδρος ο Μέγας πέθανε στη Βαβυλώνα. Πίνακας του Jean-Léon Gérôme (1860)
Ο Διογένης ο επικαλούμενος «Κυνικός», ή Διογένης ο Σινωπεύς ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Φέρεται να γεννήθηκε στη Σινώπη περίπου το 412 π.Χ., (σύμφωνα με άλλες πηγές το 399 π.Χ.), και πέθανε το 323 π.Χ. στην Κόρινθο, σύμφωνα με τον Διογένη τον Λαέρτιο, την ημέρα που ο Αλέξανδρος ο Μέγας πέθανε στη Βαβυλώνα. Πίνακας του Jean-Léon Gérôme (1860)

Η δύναμη της προσωπικότητάς του έγκειται στην εκκεντρικότητά του, το τραχύ χιούμορ και στην τολμηρή αντίσταση σε καθετί καθιερωμένο. Όταν συνελήφθη από πειρατές στην Αίγινα και εκτέθηκε για πώληση, ο πωλητής του απαγόρευσε να κάθεται κάτω και ο Διογένης απάντησε: «Δεν υπάρχει διαφορά, διότι σε οποιαδήποτε θέση και αν κείτονται τα ψάρια θα βρουν αγοραστές». Ωστόσο μια από τις πιο φημισμένες ρήσεις του ήταν, όταν στην ερώτηση του πωλητή για το τι ήξερε να κάνει απάντησε: «Να εξουσιάζω ανθρώπους».

«Εκεί που έπλεε τον έπιασαν πειρατές και τον έδωσαν για πούλημα. Όταν κλήθηκε να τον πουλήσουν και τον ρώτησαν τι ήξερε να κάνει απάντησε πως ήξερε «να εξουσιάζει ανθρώπους». Και βλέποντας κάποιον Κορίνθιο, έναν άσωτο πλούσιο, είπε στον διαλαλητή: «Πούλησε με σ’ αυτόν, αυτός χρειάζεται αφεντικό». Εκείνος τον αγοράζει και τον πηγαίνει στην Κόρινθο και του αναθέτει την ανατροφή των παιδιών του. Έλεγε μάλιστα ότι ένα αγαθό πνεύμα είχε μπει στο σπίτι του». Σούδα, “Διογένης” (n. 1143 – 1144).

Εκεί στην Κόρινθο έγινε και η περιβόητη συνάντησή του με το Μέγα Αλέξανδρο, που ενώ όλοι έτρεχαν ξωπίσω του, ο Διογένης λιαζόταν αδιαφορώντας για το νεαρό επίδοξο κοσμοκράτορα. Όταν ο Αλέξανδρος τον πλησίασε, τον προέτρεψε να του ζητήσει ό,τι θέλει και ο Διογένης του έδωσε την παροιμιώδη απάντηση: «Μη μου κρύβεις τον ήλιο!»

Ο Αλέξανδρος ξαφνιάστηκε, διότι είχε συνηθίσει να περιτριγυρίζεται από κόλακες, και τον ρώτησε αν τον φοβάται. Ο Διογένης ρώτησε: «Είσαι καλό πράγμα ή κακό;» Ο Αλέξανδρος απάντησε: «Καλό». Ο Διογένης για άλλη μια φορά τον άφησε άναυδο: «Τότε ποιος άνθρωπος φοβάται το καλό;»

«Τότε ο Αλέξανδρος είπε σε κάποιον από τους φίλους του: «Πόσο θα’ θελα να γινόμουν Διογένης αν δεν είχα γίνει ο Αλέξανδρος!» (GNOMOLOGIUM VATICANUM 743 n. 91.)

Ο Διογένης συχνά κυκλοφορούσε την ημέρα με ένα αναμμένο φανό, όταν τον ρωτούσαν "γιατί κρατάς φανό, ημέρα;" αυτός απαντούσε "ψάχνω να βρώ τίμιους ανθρώπους" O Διογένης έψαχνε να βρεί ένα ανθρώπινο ον, αλλά έλεγε πως έβλεπε μόνο κατεργάρηδες και αχρείους. Πίνακας του J. H. W. Tischbein (1780)
Ο Διογένης συχνά κυκλοφορούσε την ημέρα με ένα αναμμένο φανό, όταν τον ρωτούσαν «γιατί κρατάς φανό, ημέρα;» αυτός απαντούσε «ψάχνω να βρώ τίμιους ανθρώπους» O Διογένης έψαχνε να βρεί ένα ανθρώπινο ον, αλλά έλεγε πως έβλεπε μόνο κατεργάρηδες και αχρείους. Πίνακας του J. H. W. Tischbein (1780)

Η βασική διδαχή του Διογένη ήταν απλή: για να πραγματώσει κανείς την αρετή έπρεπε να περιφρονήσει τις φυσικές απολαύσεις. Ο πόνος και η πείνα βοηθούσαν στην επίτευξη του καλού και ότι η κοινωνική εξέλιξη ήταν ασυμβίβαστη με την καλοσύνη και την αλήθεια. Για τον φιλόσοφο ηθικοποίηση σήμαινε επιστροφή στην φύση και στην απλότητα. Την κοινωνική προβολή που επιδίωκαν οι περισσότεροι συμπολίτες του τη θεωρούσε ανοησία, προσποίηση και ματαιοδοξία.
Το να υποτιμά τις θρησκευτικές και κοινωνικές παραδόσεις, καθώς και την πολιτική εξουσία, δεν σήμαινε πως ήταν ένας άνθρωπος με αρνητισμό. Το έκανε για χάρη της προαγωγής της λογικής και της αρετής. Με θεατρικό τρόπο κρατούσε το φανάρι του τη μέρα λέγοντας ότι έψαχνε για αληθινούς ανθρώπους. Περπατούσε ξυπόλητος στο χιόνι και έσπρωχνε το πιθάρι του το καλοκαίρι πατώντας πάνω στην καυτή άμμο. Γι’ αυτές του τις ακρότητες κατηγορήθηκε και δυσφημίστηκε από την αναμφίβολη ανηθικότητα κάποιων συμπολιτών του. Όμως κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι έζησε μια ζωή αυτοκυριαρχίας και εγκράτειας. Επέζησε με μια πολύ απλή δίαιτα και διακρίθηκε για την περιφρόνησή του στα πλούτη και την πολυτέλεια.

«Όταν κάποιος έμπασε τον Διογένη σε ένα πολυτελές σπίτι και εκεί του απαγόρεψε να βγάλει τα φλέματα, ο Διογένης, όταν τον έπιασε βήχας, έφτυσε στο πρόσωπο του οικοδεσπότη λέγοντας πως δεν έβρισκε χειρότερο μέρος για να φτύσει». (Διογένης ΛαέρτιοςΦιλοσόφων βίων και δογμάτων συναγωγή VI 32.)

Οι αναφορές στη φιλοσοφία του Διογένη είναι λιγότερο πενιχρές απ’ ότι οι αναφορές στην ίδια του την ύπαρξη. Έλεγε ότι εκείνοι που είναι συνηθισμένοι σε μια ζωή γεμάτες απολαύσεις αηδιάζουν όταν αντικρίζουν το αντίθετο, κι εκείνοι που έχουν συνηθίσει στην έλλειψη πολυτέλειας αντλούν ευχαρίστηση από την περιφρόνησή της. Είχε πει ότι οι κακοί άνθρωποι υποτάσσονται στη λαγνεία τους όπως οι δούλοι στα αφεντικά τους.

Ο Διογένης υπήρξε μια πραγματική ιστορική φιγούρα, αλλά η ζωή του έγινε θρύλος που εξελίχθηκε σ’ ένα μύθο, καθώς ανέκδοτα και σκάνδαλα προστέθηκαν στην πραγματική του ζωή. Για την αληθινή του ζωή δεν γνωρίζουμε και πολλά, όμως είναι ξεκάθαρο πως έγινε ένας φιλοσοφικός ήρωας. Τόσο εξαιρετική ήταν η αυστηρότητα και η απλότητα της ζωής του, ώστε αργότερα οι Στωικοί τον αποκάλεσαν τέλειο άνθρωπο και σοφό! Θεωρούσε τις ομιλίες του Πλάτωνα ως χάσιμο χρόνου.

«Όταν ο Πλάτωνας διατύπωσε τον ορισμό ότι ο «άνθρωπος είναι δίποδο ζώο χωρίς φτερά», και ο ορισμός αυτός είχε γίνει αποδεκτός, ο Διογένης μαδάει έναν πετεινό, τον βάζει μέσα στη σχολή [του Πλάτωνα] και λέει: «Αυτός είναι ο άνθρωπος του Πλάτωνα». Εξαιτίας αυτού προστέθηκε στον ορισμό το με πλατιά νύχια. (Διογένης Λαέρτιος,Φιλοσόφων βίων και δογμάτων συναγωγή VI 40.)

Περιγελούσε τους ρήτορες όταν μιλούσαν για δικαιοσύνη ενώ ζούσαν μέσα στην αδικία. Έλεγε ότι όλοι συναγωνίζονται ως προς τα υλικά αγαθά αλλά κανείς δεν αγωνιζόταν να γίνει καλύτερος και αληθινός. Αναρωτιόταν γιατί οι μαθηματικοί παρατηρούσαν τον ήλιο και την σελήνη ενώ παρέβλεπαν τα ζητήματα μέσα τους και γύρω τους. Θύμωνε με αυτούς που θυσίαζαν στους θεούς για να έχουν καλή υγεία και από την άλλη έτρωγαν υπερβολικά. Επέπληττε τους ανθρώπους για τις προσευχές τους, λέγοντας ότι ζητούσαν μάλλον αυτά στα οποία οι άνθρωποι απέδιδαν αξία και όχι αυτά που ήταν πραγματικά ωφέλιμα για αυτούς. Παρ΄όλη, όμως, την προκλητική του συμπεριφορά του οι Αθηναίοι τον αγαπούσαν. Όταν ένας νέος του έσπασε το πιθάρι, τον ξυλοκόπησαν και του προσέφεραν ένα καινούριο.

Ήταν το πρώτο άτομο που σκέφτηκε και είπε, “Είμαι πολίτης ολόκληρου του κόσμου”, παρά πολίτης μιας συγκεκριμένης πόλης ή κράτους. Έτσι, κατά κάποιον τρόπο εφηύρε την ιδέα του κοσμοπολιτισμού. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι δε λέει ότι είναι άπολις – χωρίς πόλη – απλώς δηλώνει υποταγή στον Κόσμο και στο Σύμπαν. Οι περιορισμοί της υπηκοότητας και οι αποκλεισμοί που αυτοί συνεπάγονταν ήταν παράλογοι, και με τον Κοσμοπολιτισμό ζητούσε να τους καταργήσει ανοίγοντας τα πολιτικά προνόμια σε όλους. Με λίγα λόγια ο κοσμοπολιτισμός αντιπροσωπεύει μια πρώτη εισήγηση ότι ο δεσμός του ανθρώπου προς την ανθρωπότητα είναι ισχυρότερος του δεσμού προς το κράτος. 

Παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του πιστός στις αρχές του και στον τρόπο που ζούσε.

«Όταν κάποιοι είπαν στον Διογένη ότι «Είσαι γέρος. Από εδώ και πέρα να χαλαρώσεις την προσπάθειά σου», εκείνος είπε: «Μα πώς; Αν έτρεχα σε αγώνες, θα έπρεπε, φθάνοντας κοντά στο τέρμα, να χαλαρώσω την προσπάθεια ή, αντίθετα, να βάλω τα δυνατά μου;»  (Διογένης ΛαέρτιοςΦιλοσόφων βίων και δογμάτων συναγωγή VI 34.)

Για τον θάνατό του υπάρχουν διάφορες πληροφορίες. Οι ιστορικοί, όμως, δεν είναι βέβαιοι ούτε για τον χρόνο ούτε για τον τρόπο θανάτου του. Μια ισχυρή πεποίθηση μας αναφέρει πως πέθανε από βαθιά γεράματα στην Κόρινθο. Μια άλλη πως πέθανε τρώγοντας ωμό χταπόδι, επειδή ήθελε να δείξει πως την τροφή δεν χρειάζεται καν να τη μαγειρεύουμε. Όπως και να έχει όχι μόνο η ζωή του, αλλά και ο θάνατός του υπήρξε μυθιστορηματικός! Οι Κορίνθιοι έστησαν στη μνήμη του μια κολόνα πάνω στην οποία τοποθέτησαν έναν σκύλο από μάρμαρο της Πάρου. Στη συνέχεια οι συμπατριώτες του από την Σινώπη τον τίμησαν με ορειχάλκινα αγάλματα, κοντά στη γιγάντια κολόνα με τον σκύλο πάνω στα οποία χάραξαν την ακόλουθη επιγραφή: «Ο χρόνος κάνει ακόμα και τον χαλκό να παλιώνει, αλλά τη δόξα σου, ω Διογένη, η αιωνιότητα ποτέ δεν θα καταστρέψει. Διότι εσύ μόνος δίδαξες στους θνητούς το μάθημα της αυτάρκειας και το πιο εύκολο μονοπάτι της ζωής».

πηγές: eranistis.net-βικιπαίδεια

https://ellinikoskoinotismos.blogspot.gr

Δευτέρα 11 Απριλίου 2016

Η θέση της Γης στο κέντρο του κόσμου



Βαβυλωνιακός χάρτης της Οικουμένης (6ος ή 5ος αι. π.Χ.)

Μιλήσαμε ήδη για τον χάρτη της Γης, που πρώτος σχεδίασε ο Αναξίμανδρος, όπως και για τη θυμηδία που αυτοί οι πρώιμοι χάρτες προκαλούν στον Ηρόδοτο. Οι αρχαιολόγοι υποστηρίζουν ότι ένα πρόσφατο εύρημα, μια πήλινη βαβυλωνιακή πλάκα του 6ου ή 5ου αιώνα π.Χ., που έχει χαραχθεί με τη βοήθεια ενός πρωτόγονου διαβήτη, αποτελεί έναν τέτοιο χάρτη της οικουμένης (βλ. εικόνα). Η αντίδραση λοιπόν του Ηροδότου δεν είναι παράλογη, αφού αυτός ο χάρτης θα ήταν εντελώς άχρηστος σε έναν ταξιδιώτη ή σε έναν ναυτικό. Ήθελε όμως ο Αναξίμανδρος να βοηθήσει τους ταξιδιώτες και τους ναυτικούς με τον «χάρτη» του, ή μήπως το σχεδίασμα αυτό της Γης δεν ήταν παρά εφαρμογή της κοσμολογικής του έκθεσης;
Στον χάρτη του Αναξίμανδρου η επιφάνεια της Γης θα πρέπει να απεικονιζόταν σαν ένας κυκλικός δίσκος με συμμετρική κατανομή των γνωστών περιοχών της οικουμένης. Αν παρακάμψουμε προς στιγμήν την έμφαση στη συμμετρία, η εικόνα αυτή δεν έρχεται σε αντίθεση με την παλαιότερη, παραδοσιακή σύλληψη της μορφής της Γης. Τόσο στα ομηρικά έπη όσο και στις κοσμολογικές αφηγήσεις των ανατολικών λαών η Γη θεωρείται ακίνητη και επίπεδη, καταλαμβάνει κεντρική θέση στο σύμπαν, και μάλλον έχει σχήμα κυκλικό. Η αντίληψη αυτή υιοθετείται και από τον Θαλή, με τη διαφορά ότι ο Θαλής προβληματίζεται πλέον για το υποστήριγμα της ακίνητης Γης, για να καταλήξει τελικά στο συμπέρασμα ότι η Γη επιπλέει στο νερό.
Η εξήγηση της ακινησίας της Γης απασχολεί και τον Αναξίμανδρο. Η δική του όμως απάντηση είναι εντελώς απρόσμενη και επαναστατική.
Τὴν δὲ γῆν εἶναι μετέωρον ὑπὸ μηδενὸς κρατουμένην, μένουσαν δὲ διὰ τὴν ὁμοίαν πάντων ἀπόστασιν.
Η Γη είναι μετέωρη και δεν κυριαρχείται από τίποτε. Ισορροπεί γιατί απέχει ίση απόσταση από τα πάντα.
Ιππόλυτος, Έλεγχος 1.6.3
Δεν χρειάζονται ούτε ρίζες ούτε σταθερό υποστήριγμα για να σταθεί η Γη ακίνητη, υποστηρίζει ο Αναξίμανδρος. Η Γη είναι μετέωρη, δεν στηρίζεται πουθενά, δεν κυριαρχείται από τίποτε. Παρ᾽ όλα αυτά μένει ακίνητη, απλώς και μόνο γιατί βρίσκεται στο κέντρο - «γιατί απέχει ίση απόσταση από τα πάντα». Η «ίση απόσταση» θα πρέπει να είναι η απόσταση της Γης από κάποια ακραία σημεία, από τις εσχατιές του σύμπαντος. Αυτή είναι άλλωστε και η ερμηνεία του Αριστοτέλη: «Υπάρχουν και κάποιοι, όπως ο Αναξίμανδρος, που υποστηρίζουν ότι η Γη μένει ακίνητη εξαιτίας της ομοιομορφίας· γιατί, αν κάτι έχει εξαρχής καταλάβει το κέντρο και βρίσκεται σε ίση απόσταση από τα άκρα, δεν θα κινηθεί ούτε προς τα επάνω ούτε προς τα κάτω ούτε προς τα πλάγια» (Περί ουρανού 295b10).
Είναι όμως τόσο αυτονόητο ότι κάτι που βρίσκεται στο μέσο δεν θα κινηθεί προς τα επάνω, προς τα κάτω ή προς τα πλάγια; Σε ποια ανθρώπινη εμπειρία αντιστοιχεί αυτή η εικόνα; Στον κόσμο που ζούμε είναι εντελώς παράλογη η ισοτιμία των δυνατών διευθύνσεων. Όλα τα σώματα έχουν βάρος και επομένως, ακόμη κι αν βρεθούν προς στιγμήν σε κάποιο κεντρικό σημείο, έχουν τη φυσική τάση να πέφτουν προς τα κάτω. Οι αρχαίοι πίστευαν ότι κάποια άλλα σώματα είναι από τη φύση τους ελαφρά, όπως λ.χ. η φωτιά και ο καπνός, και γι᾽ αυτά ισχύει το αντίθετο: ανεβαίνουν πάντοτε προς τα επάνω. Ούτε το δεξιό είναι ισότιμο με το αριστερό - αρκεί κανείς να σκεφτεί τη σταθερή διαδρομή του Ήλιου, τον προσανατολισμό των ιερών των ναών ή τη διαφορά στη δύναμη των δύο χεριών του ανθρώπου. Ο μόνος χώρος όπου υπάρχει αυτή η ισοτιμία και η ομοιομορφία είναι ο κόσμος των σχημάτων, ο κόσμος της γεωμετρίας, και κανείς ποτέ ως τότε δεν είχε διανοηθεί να συσχετίσει αυτό τον κόσμο της αφαίρεσης με τον δικό μας κόσμο, τον κόσμο μέσα στον οποίο κάθε μέρα ζούμε.
Πράγματι η εξήγηση του Αναξίμανδρου για την ακινησία της Γης κατά κάποιο τρόπο προϋποθέτει τον ορισμό του κύκλου ή της σφαίρας. Αργότερα, στην αυστηρή γλώσσα των μαθηματικών, ο κύκλος θα οριστεί ως εκείνο το σχήμα του οποίου όλα τα σημεία ισαπέχουν από το κέντρο. Ο Αναξίμανδρος δεν γνωρίζει βεβαίως αυτό τον ορισμό, αφού ακόμη δεν έχει γίνει κατανοητή η σημασία των μαθηματικών ορισμών. Γνωρίζει όμως χωρίς αμφιβολία τον πρακτικό τρόπο σχεδίασης των κύκλων με κάποιους πρωτόγονους διαβήτες ή με κάποιο σχοινί δεμένο σε ένα σταθερό καρφί. Η αρχή που διέπει τέτοιες πρακτικές κατασκευές είναι η ίση απόσταση των σημείων της περιφέρειας του κύκλου από το κέντρο. Ακόμη λοιπόν και σε ένα τέτοιο στοιχειώδες σχήμα το κέντρο είναι σταθερό γιατί δεν έχει κανένα λόγο να κινηθεί ούτε προς τα πάνω ούτε προς τα κάτω ούτε προς τα πλάγια. Η επαναστατική σύλληψη του Αναξίμανδρου συνοψίζεται στο γεγονός ότι μετέφερε τις ιδιότητες των σχημάτων στο σύμπαν, ότι συνέλαβε τη Γη ως γεωμετρικό κέντρο. Οι αισθήσεις των ανθρώπων και η εμπειρία τους υποχωρούν μπροστά στην ομοιογένεια και τη συμμετρία των γεωμετρικών σχημάτων.
Γεωμετρικό είναι και το σχήμα της Γης, κατά τον Αναξίμανδρο. Είναι κι αυτό «στρογγυλό» και παρομοιάζεται με τον σπόνδυλο ενός κίονα - είναι δηλαδή μάλλον κυλινδρικό. Οι άνθρωποι κατοικούν μόνο στη μία βάση του κυλίνδρου, ενώ η δεύτερη πρέπει να είναι ακατοίκητη και αόρατη σε μας (Ιππόλυτος, Έλεγχος 1.6.3). Άρα η οικουμένη είναι λογικό να σχεδιάζεται ως κυκλικός δίσκος.
Οι κοσμολογικές αντιλήψεις του Αναξίμανδρου ήταν πολύ καινοτομικές για την εποχή του και δεν βρήκαν άμεσους συνεχιστές. Ο Αναξιμένης θα επανέλθει στην αναγκαιότητα του υποστηρίγματος της Γης, θέτοντας τώρα ως υπόστρωμα τον αέρα. Ακόμη και ο Δημόκριτος, 150 χρόνια αργότερα, θα μιλήσει για δίνες που στηρίζουν την πεπλατυσμένη Γη. Χρειάστηκε να φτάσουμε στον Πλάτωνα για να αποδειχθεί η γονιμότητα της σύλληψης του Αναξίμανδρου: στην πλατωνική κοσμολογία η Γη είναι πλέον σφαιρική και ισορροπεί ακίνητη στο κέντρο του κλειστού, ομοιόμορφου και σφαιρικού σύμπαντος.
Δεν γνωρίζουμε πώς ο Αναξίμανδρος έφτασε σε ένα τόσο προχωρημένο στάδιο αφαίρεσης. Οι φυσιοκρατικές του αντιλήψεις, όπως είδαμε, στηρίχθηκαν σε μεγάλο βαθμό στην προσεκτική παρατήρηση των φυσικών φαινομένων· τίποτε όμως από όσα παρατηρεί κανείς στη φύση δεν υποβάλλει την ιδέα του γεωμετρικού σύμπαντος. Αν τα μαθηματικά είχαν αναπτυχθεί νωρίτερα στην αρχαία Ελλάδα, τότε θα μπορούσαμε να αναζητήσουμε εκεί την πηγή της έμπνευσης του Αναξίμανδρου. Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη. Η μαθηματική επιστήμη θα γίνει το υπόδειγμα της έγκυρης γνώσης μόνο στο τέλος του 5ου αιώνα π.Χ.
Μια πρόσφατη γοητευτική ερμηνεία ίσως μας δίνει ένα κλειδί για τη σωστή απάντηση. Ο γάλλος ιστορικός Ζαν-Πιερ Βερνάν (Μύθος και σκέψη στην αρχαία Ελλάδα, σ. 183 κ.ε.) επισήμανε την αντιστοιχία που υπάρχει ανάμεσα στην κοσμολογία του Αναξίμανδρου και την ανάπτυξη της αρχαίας ελληνικής πόλης‒κράτους. Στην αρχαϊκή πόλη η εξουσία έχει την κάθετη δομή μιας πυραμίδας: στην κορυφή βρίσκεται ο κληρονομικός βασιλιάς, το ανάκτορο και η ακρόπολη της πόλης, και στη βάση της πυραμίδας ο ανίσχυρος λαός. Κατά τον 6ο και τον 5ο αιώνα όμως η κάθετη αυτή δομή ανατρέπεται και βαθμιαία δίνει τη θέση της στη δημοκρατική οργάνωση της πόλης, η οποία είναι ουσιαστικά κυκλική. Οι θεσμοί της δημοκρατικής εξουσίας (η Εκκλησία του Δήμου, η αρχαία Αγορά) καταλαμβάνουν το κέντρο, και η πόλη αναπτύσσεται ακτινωτά προς όλες τις δυνατές κατευθύνσεις. Στο κοσμολογικό επίπεδο οι εξελίξεις ήταν αντίστοιχες. Με τον Αναξίμανδρο εγκαταλείπεται η κάθετη οργάνωση του κόσμου, όπου κυρίαρχη είναι η διάσταση του επάνω και του κάτω, και φτάνουμε στην κυκλική οργάνωση, στην πρωτοκαθεδρία του κέντρου. Υπάρχει επομένως μια σύνδεση των πολιτικών και των πνευματικών διεργασιών. Υπό αυτό το πρίσμα αποκτά ιδιαίτερη σημασία το γεγονός ότι οι διανοητικές αλλαγές για τις οποίες συζητούμε (η ίδια η γέννηση της φιλοσοφίας) συντελούνται στη Μίλητο, δηλαδή σε μια πόλη η οποία, αν και δεν είναι ακόμη δημοκρατική, είναι η πιο ανεπτυγμένη και η πιο φιλελεύθερη ελληνική πόλη του 6ου αιώνα π.Χ.

http://www.greek-language.gr/

Τι είναι το άπειρο του Αναξίμανδρου ;


Η φήμη του Αναξίμανδρου ως φιλοσόφου οφείλεται κατά κύριο λόγο στην καινοτομική του απόφαση να προβάλει ως αρχή των πάντων το άπειρο. Μας φαίνεται σχετικά εύκολο να αντιληφθούμε πώς ο Θαλής έφτασε στο νερό και γιατί το τοποθέτησε στην αφετηρία της κοσμικής δημιουργίας: υποθέτουμε ότι θα πρέπει να αναζήτησε ένα υλικό από την καθημερινή του εμπειρία, ένα υλικό με ιδιαίτερη διάδοση και ισχύ, ένα υλικό που συνδέεται με τη ζωή. Με την ίδια συλλογιστική μπορούμε να καταλάβουμε την επιλογή του αέρα ως πρωταρχικού στοιχείου από τον τρίτο Μιλήσιο, τον Αναξιμένη: εδώ βαραίνει η πανταχού παρουσία του αέρα, η μεγάλη του κινητικότητα, η συμβολή του στην αναπνοή, και άρα στη ζωή. Πώς δικαιολογείται όμως η επιλογή του απείρου; Τι μπορεί να εννοεί ο Αναξίμανδρος όταν ισχυρίζεται ότι τα πάντα γεννιούνται από το άπειρο;
Οι μαρτυρίες των αρχαίων φιλοσόφων δεν μας προσφέρουν δυστυχώς ιδιαίτερη βοήθεια, αφού οι πιο αξιόπιστοι από αυτούς, ο Αριστοτέλης και ο Θεόφραστος, αντιμετωπίζουν με αμηχανία το αναξιμάνδρειο άπειρο. Εκείνο που γνωρίζουμε με κάποια βεβαιότητα είναι ότι ο Αναξίμανδρος υποστήριξε ότι το άπειρο «περιέχει τα πάντα και κυβερνά τα πάντα», και ότι το χαρακτήρισε αιώνιο, αθάνατο («ανώλεθρο», «αγέραστο») και «θείο» (Αριστοτέλης, Φυσικά 203b7· πρβ. Ιππόλυτος, Έλεγχος1.6.1-2). Φαίνεται ότι απέφυγε να δώσει περισσότερες διευκρινίσεις για τη φύση του απείρου. Του απέδωσε ιδιότητες και χαρακτηρισμούς που μας είναι γνωστοί από την ομηρική περιγραφή των θεών (την κυριαρχία, την αιωνιότητα, την αθανασία), και το εξέλαβε ως κοσμογονική αρχή. Για την ερμηνεία του απείρου θα πρέπει επομένως να στηριχθούμε στις δικές μας υποθέσεις.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από το τι δεν μπορεί να εννοεί ο Αναξίμανδρος. Αποκλείεται να έχει στον νου του την έννοια του μαθηματικού απείρου, μιας αφηρημένης δηλαδή έννοιας που συνδέεται με την έκταση των σχημάτων στον χώρο και με τη διαδοχή των αριθμών. Την εποχή του Αναξίμανδρου τα ελληνικά μαθηματικά, ως αφηρημένο και συνεκτικό σύστημα σκέψης, δεν έχουν ακόμη αναπτυχθεί. Δεν μπορεί επίσης να έχει στον νου του μια άυλη οντότητα, μια οντότητα χωρίς «σώμα», αφού όλες οι έννοιες των πρώτων φιλοσόφων, ακόμη και εκατό χρόνια μετά τον Αναξίμανδρο, αναφέρονται σε υπαρκτές, υλικές οντότητες - το Ον του Παρμενίδη περιγράφεται ως σφαιρικό, ενώ οι αριθμοί των Πυθαγορείων έχουν σχήμα και όγκο. Το άπειρο λοιπόν πρέπει να είναι κάτι το σωματικό και το υλικό, κάτι που καταλαμβάνει έναν χώρο.
Ο Αναξίμανδρος είναι μάλλον ο πρώτος που χρησιμοποίησε το ουσιαστικό «το άπειρο». Επίθετα όμως από την ίδια ρίζα είναι γνωστά από την επική ποίηση. Ο Όμηρος αποκαλεί συχνά «άπειρη» τη γη και τη θάλασσα, λόγω της πολύ μεγάλης τους έκτασης, αλλά και ένα μεγάλο κοπάδι με κατσίκες, ένα πολυάριθμο πλήθος ανθρώπων, ακόμη και τα άλυτα δεσμά ή τον βαθύ ύπνο του Οδυσσέα (Οδύσσεια ι 118, Ιλιάδα Ω 776, Οδύσσεια τ 174, θ 340, η 286). «Άπειρο» λοιπόν χαρακτηρίζεται αυτό που καταλαμβάνει μια τεράστια, απέραντη έκταση, κάτι που είναι τόσο πολυπληθές ώστε να μοιάζει αμέτρητο, και γενικά κάτι που δεν μπορούμε να διατρέξουμε από το ένα άκρο ως το άλλο. Το επίθετο «άπειρος» δεν αναφέρεται σε ένα αντικείμενο χωρίς κανένα πέρας, όριο ή αριθμό, αλλά σε μια οντότητα ή κατάσταση την οποία κανείς δεν μπορεί να διαβεί, να εξαντλήσει, να γνωρίσει.
Είναι εύλογη η υπόθεση ότι ο Αναξίμανδρος εκμεταλλεύτηκε τη δυνατότητα της ελληνικής γλώσσας να μετατρέπει τα επίθετα (και τους ρηματικούς τύπους) σε ουσιαστικά, και έπλασε το δικό του «άπειρο». Το οριστικό άρθρο «το», όταν προσαρτηθεί σε ένα επίθετο, σε μια μετοχή ή σε ένα απαρέμφατο, δημιουργεί ένα αφηρημένο ουσιαστικό, μετατρέπει μια ιδιότητα σε ουσία. Έτσι άνοιξε ένας δρόμος για την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, αφού η βασική ελληνική φιλοσοφική ορολογία έχει δημιουργηθεί με αυτόν ακριβώς τον τρόπο - αρκεί κανείς να σκεφτεί έννοιες όπως «το ον», «το αγαθό» ή «το νοείν» (B.SnellΗ ανακάλυψη του πνεύματος, σ. 295-314). Ίσως ο Αναξίμανδρος να μην έδωσε περισσότερες διευκρινίσεις όταν εισήγαγε το άπειρο, αρκούμενος στο γεγονός ότι οι σύγχρονοί του μιλούν την ίδια γλώσσα και επομένως αντιλαμβάνονται ότι η νέα ουσία του απείρου είναι όλα τα άπειρα πράγματα μαζί, είναι αυτό που ενσωματώνει τις ιδιότητες των άπειρων πραγμάτων.
Το αναξιμάνδρειο άπειρο θα πρέπει λοιπόν να ήταν η τεράστια, αχανής και ανεξάντλητη μάζα που προϋπήρχε του κόσμου και κάλυπτε όλο τον χώρο. Δεν είναι η απέραντη κενή έκταση, ο απεριόριστος χώρος, αλλά και το υλικό που γεμίζει αυτή την έκταση. Ο κενός χώρος θα ήταν νεκρός και αδρανής. Το άπειρο όμως είναι κάτι το δραστικό και ισχυρό, αφού «περιέχει τα πάντα και κυριαρχεί στα πάντα», και είναι γόνιμο, αφού «γεννά» τις βασικές αντιθετικές δυνάμεις του θερμού και του ψυχρού. Ίσως στο πρωταρχικό άπειρο του Αναξίμανδρου, πέρα από τη χωρική διάσταση, να ενσωματώνεται επίσης και η σημασία του εσωτερικά αδιαφοροποίητου, του ακαθόριστου, του απροσδιόριστου. Αυτή τουλάχιστον είναι η φιλοσοφική έννοια του «απείρου», που διαμορφώνεται αργότερα με τους Πυθαγορείους και τον Πλάτωνα. Δεν μπορούμε ωστόσο να υποστηρίξουμε με βεβαιότητα ότι η λέξη είχε και αυτή τη σημασία την εποχή του Αναξίμανδρου, αν και, όταν ο Όμηρος ονομάζει «άπειρο» τον βαθύ ύπνο του Οδυσσέα, δεν περιγράφει έναν ύπνο που κράτησε απλώς πολλές ώρες αλλά έναν ύπνο βαθύ, σκοτεινό, αδιαφοροποίητο.
Αν έχουν έτσι τα πράγματα, ο Αναξίμανδρος προσέφυγε στο άπειρο γιατί δεν ήθελε η πρωταρχική του ουσία να μοιάζει με οτιδήποτε υπάρχει στον γνωστό μας κόσμο. Αυτό που κυριαρχεί στον κόσμο πρέπει να είναι πιο ισχυρό (πιο «μεγάλο») από ό,τι υπάρχει στον κόσμο. Αυτό που γεννά τα πάντα πρέπει να είναι διαφορετικό από όλα τα γεννήματά του, να μη μοιράζεται μαζί τους κανένα κοινό χαρακτηριστικό, να μην έχει καμιά συγκεκριμένη μορφή, ιδιότητα ή προσδιορισμό. Αν το πρωταρχικό υλικό ήταν κάποιο από τα γνωστά στοιχεία, για παράδειγμα το νερό ή ο αέρας, πώς θα ασκούσε τον κυριαρχικό του ρόλο στον κόσμο; Η κυριαρχία του δεν θα καταντούσε μονοκρατορία, δεν θα κατέστρεφε την τάξη και την ισορροπία που παρατηρούμε στον κόσμο; Ότι κάπως έτσι είχε σκεφτεί ο Αναξίμανδρος επιβεβαιώνεται και από το μοναδικό απόσπασμα του έργου του που έχει διασωθεί.

http://www.greek-language.gr/

Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2016

Αριστοτέλης, - ΜΕΡΟΣ 8ο ,η επίδρασή του


 Αριστοτέλης , η επίδρασή του
Αν υπάρχει ένας φιλόσοφος που κυριάρχησε στη σκέψη του δυτικού κόσμου, σε όλες τις περιόδους της ιστορίας του, αυτός είναι ο Αριστοτέλης ο Σταγειρίτης. Ωστόσο αυτή η πνευματική κυριαρχία του, αντίθετα από την ισοδύναμη πολιτική και στρατιωτική κυριαρχία του μαθητή του, Μεγάλου Αλεξάνδρου, δεν έγινε πραγματικότητα παρά ύστερα από μυθιστορηματικές συνθήκες και με πολύ βραδύ ρυθμό, αφού και ο ίδιος ο Αλέξανδρος, άθελά του, έγινε ο πρωταίτιος γι’ αυτή την καθυστέρηση. Γιατί με το έργο του Αλεξάνδρου και τις συνέπειες που είχε αυτό άλλαξαν ριζικά στις δομές τους, η ζωή, η σκέψη και η τέχνη, ώστε τα κλασικά κριτήρια του Αριστοτέλη να φαίνονται ανεπαρκή στην κοινωνική πραγματικότητα της Αλεξανδρινής εποχής. Έτσι δεν άσκησε άμεσα, σε βάθος και πλάτος, την επίδραση που θα περίμενε κανείς ότι θα ασκούσε η φιλοσοφία του, κυρίως με την ηθική, την πολιτική και την αισθητική θεωρία του.
Στην αρχή ο Αριστοτέλης επηρέασε άμεσα τους μαθητές του, κυρίως τον Θεόφραστο και τον Αριστόξενο τον Ταραντίνο και έμμεσα τον κύκλο του Περιπάτου, που ίδρυσε ο Θεόφραστος στην Αθήνα το 318. Το γεγονός ότι ο Αριστοτέλης είχε ήδη θεμελιώσει θεματολογικά και μεθοδολογικά πολλούς κλάδους του επιστητού συνέτεινε στο να ενθαρρυνθούν και να πάρουν τις απαραίτητες κατευθύνσεις αρκετοί περιπατητικοί, για να καλλιεργήσουν, παράλληλα με τη φιλοσοφία και τις ειδικές επιστήμες, όπως ο Εύδημος, ο Μένων, ο Δικαίαρχος ο Μεσσήνιος, ο Στράτων ο Λαμψακηνός, ο Λύκων και ο Αρίστων ο Κείος. Οι δύο τελευταίοι αξίζει να αναφερθούν και για τις πρωτοβουλίες τους στην προσπάθεια για κάποια εκλαΐκευση της αριστοτελικής φιλοσοφίας. Η επίδραση του Αριστοτέλη αυτή την περίοδο φαίνεται και από μια σειρά σωζόμενα ψευδοαριστοτελικά έργα, που συγγραφείς τους είναι μερικοί από τους παραπάνω και άλλοι περιπατητικοί. Με το πέρασμα του χρόνου η επίδραση του Αριστοτέλη, ξεπερνώντας τα όρια του Περιπάτου, απλώθηκε και σε άλλες φιλοσοφικές σχολές. Για παράδειγμα αναφέρω το γεγονός ότι περίπου το 100 π.Χ. ο μεγάλος στωικός φιλόσοφος Ποσειδώνιος είχε δείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αριστοτελική φιλοσοφία.
Το ενδιαφέρον για τη φιλοσοφία του Αριστοτέλη αναγεννήθηκε ουσιαστικά με την πρώτη συνολική έκδοση των αριστοτελικών έργων από τον Ανδρόνικο το Ρόδιο στη Ρώμη (περ. 40-30 π.Χ.), με βάση τα αυτόγραφα από το προσωπικό αρχείο του Αριστοτέλη, που μετά το θάνατο του Θεόφραστου τα είχαν αποθηκεύσει οι συγγενείς του μεγάλου φιλοσόφου στην Τρωάδα. Ως την εποχή που έγινε αυτή η έκδοση, η αριστοτελική φιλοσοφία ήταν γνωστή από μερικά μόνο έργα, που είχαν κυκλοφορήσει σε περισσότερα χειρόγραφα, κυρίως από διαλόγους, όμοιους με τους πλατωνικούς, τους οποίους ο Αριστοτέλης, όπως και ο  Πλάτων προόριζε για το ευρύτερο κοινό. Με αφετηρία τη συνολική έκδοση των αριστοτελικών έργων άρχισε η ευρύτερη και βαθύτερη επίδραση της σκέψης του Αριστοτέλη όχι μόνο στον κύκλο του Περιπάτου και των άλλων φιλοσοφικών σχολών αλλά και στη γενικότερη πνευματική ζωή του αρχαίου κόσμου. Επίσης, παράλληλα και ακριβώς με βάση την παραπάνω συνολική έκδοση, άρχισε η εντονότερη και διαρκέστερη φιλολογική και φιλοσοφική δραστηριότητα για την ερμηνεία και το σχολιασμό των αριστοτελικών έργων, καθώς και για συγκρίσεις και συσχετισμούς του αριστοτελικού συστήματος με τα άλλα.

Από τον 1ο π.Χ. ως τον 6ο μ.Χ. αιώνα γράφτηκαν τα πλουσιότερα και γενικότερα πολύτιμα για το σύγχρονο κόσμο «Υπομνήματα» στα αριστοτελικά συγγράμματα, από σοφούς σχολιαστές, όπως ο Ανδρόνικος ο Ρόδιος, ο Αλέξανδρος ο Αφροδισιεύς, ο Αμμώνιος ο Ερμείου, ο Ολυμπιόδωρος, ο Δαμάσκιος, ο Σιμπλίκιος, ο Στέφανος ο Αλεξανδρεύς και ο Ιωάννης ο Φιλόπονος. Εξάλλου με τον εκλεκτικό Αντίοχο, τον Ασκαλωνίτη εγκαινιάστηκαν και οι προσπάθειες για το συμβιβασμό του αριστοτελικού με το πλατωνικό σύστημα, οι οποίες με τον τονισμό της ομοιότητας των δύο συστημάτων στους τελευταίους αιώνες του αρχαίου κόσμου και ύστερα από την παρακμή του Περιπάτου, είχαν ως αποτέλεσμα η αριστοτελική σκέψη να περάσει μόνιμα μέσα στις νεοπλατωνικές σχολές.
Στο Μεσαίωνα η αριστοτελική σκέψη άσκησε επίδραση όχι μόνο στο χριστιανικό κόσμο αλλά και στον ιουδαϊκό και τον ισλαμικό. Στην αρχή η φιλοσοφία του Αριστοτέλη- κυρίως τα λογικά συγγράμματά του σε συνδυασμό με τα μεταφυσικά και τελεολογικά κριτήρια της σκέψης του- φάνηκε πρόσφορη στους χριστιανούς, τόσο στους απολογητές και τους Πατέρες, που αναζητούσαν επιχειρήματα για να ενισχύσουν την πίστη, όσο και στην επίσημη Εκκλησία, στην Ανατολή και τη Δύση, η οποία είχε ανάγκη να διατυπώσει και να διασφαλίσει τα δόγματά της. Σε όλη τη χριστιανική διανόηση, από την εποχή της γένεσής της ως τη σύγχρονη εποχή, η αριστοτελική σκέψη, με τις επιστημονικές υπηρεσίες που προσέφερε, μπόρεσε να επιβιώσει σε βαθμό υψηλότερο και από την πλατωνική σκέψη, παρόλο που οι χριστιανοί θεωρούσαν την τελευταία κατά κάποιο τρόπο συγγενική με το δικό τους μήνυμα αγάπης. Ήδη από τον 8ο αι. π.Χ. η αριστοτελική σκέψη άρχισε να απασχολεί την ισλαμική και την ιουδαϊκή πνευματική ζωή.
’ραβες και Εβραίοι φιλόσοφοι (Αβερρόης, Αβικέννας) μετέδωσαν στους λαούς της Ευρώπης το ενδιαφέρον για τη μελέτη του Αριστοτέλη, οποίος μέσα σε μερικούς αιώνες έγινε στη Δύση το μέτρο για όλα τα προβλήματα και ο «δάσκαλος των σοφών», όπως τον ύμνησε ο Δάντης. Στο 12ο και στο 13ο αιώνα, με την ακμή της σχολαστικής φιλοσοφίας, ο Αλβέρτος ο Μέγας και ο Θωμάς ο Ακινάτης πέτυχαν την ωριμότερη έκφραση σύνθεσης της εκκλησιαστικής διδασκαλίας με την αριστοτελική φιλοσοφία.

Στην Αναγέννηση το ενδιαφέρον για την αριστοτελική σκέψη, αφού ξεπέρασε την προσήλωση που χαρακτήριζε τους σχολαστικούς, στράφηκε στη μελέτη των ίδιων των πηγών, σε μια περισσότερο δημιουργική σχέση με αυτές. Βέβαια για αναγέννηση των αριστοτελικών σπουδών με την ειδική σημασία του όρου δεν μπορεί να γίνει λόγος. Ωστόσο από τη μια ο Μελάγχθων προώθησε τη μελέτη του Αριστοτέλη στα προτεσταντικά πανεπιστήμια και από την άλλη οι Ιησουΐτες στήριξαν τις θέσεις τους με αριστοτελική μέθοδο. Ακόμη και εκείνοι που πήραν εντελώς νέες κατευθύνσεις, ξεκίνησαν από τη φιλοσοφία του Αριστοτέλη. Με κριτικότερη στάση μελέτησαν το έργο του και οι πρωτεργάτες της νεότερης φιλοσοφίας και φυσικής, ο Γαλιλαίος, ο Καρτέσιος Ντεκάρτ κ.ά., καθώς αργότερα και ο Καντ, στην αναμέτρησή του με τις οντολογίες του Λάιμπνιτς και του Βολφ, που περιέχουν αξιόλογες αριστοτελικές σκέψεις.
Στην Ευρώπη, με την έντονη φιλοσοφική κίνηση από την αρχή του 19ου αιώνα, η διδασκαλία του Αριστοτέλη συνδέθηκε με τα νεότερα ρεύματα. Έτσι, ωφελήθηκαν από τις αριστοτελικές θεωρίες και την αριστοτελική μέθοδο τόσο ο Έγελος Χέγκελ όσο και ο αντίπαλός του ο Τρέντελεμπουργκ. Επίσης ο Μπολτσάνο και ο Μπρεντάνο, που άνοιξαν το δρόμο για να περάσει η αριστοτελική σκέψη στη φαινομενολογία του Χούσσερλ και στον υπαρξισμό του Χάιντεγκερ, στη θεωρία του αντικειμένου του Μάινογκ και στην απορητική οντολογία του Χάρτμαν, στη σύγχρονη βιολογία και στην κίνηση του νεοβιταλισμού, ακόμη στην ψυχανάλυση του Φρόιντ και τέλος στο νεοθετικισμό και στη γνωσιολογία της σύγχρονης αναλυτικής.
Για την ιστορία των ίδιων των συγγραμμάτων του Αριστοτέλη μπορεί να αναφερθεί συνοπτικά ότι, με βάση την πρώτη συνολική έκδοσή τους από τον Ανδρόνικο, τα χειρόγραφα αντιγράφονταν και πλήθαιναν από γενιά σε γενιά ως την ανακάλυψη της τυπογραφίας. Η πρώτη έντυπη έκδοσή τους έγινε το 1489 στη Βενετία. Η έκδοση εκείνη περιείχε μόνο τη λατινική μετάφραση και τα υπομνήματα του Αβερρόη. Λίγο αργότερα, το 1495, πάλι στη Βενετία, τυπώθηκε για πρώτη φορά το ελληνικό κείμενο. Ακολούθησαν πολλές άλλες εκδόσεις ως τη μεγάλη συνολική έκδοση της Ακαδημίας του Βερολίνου (1831-1870). Η ίδια Ακαδημία εξέδωσε, σε ειδική σειρά από 26 τόμους και τα αρχαία «Υπομνήματα» στα αριστοτελικά έργα. Σήμερα τα αριστοτελικά κείμενα είναι προσιτά στα παγκόσμιο αναγνωστικό κοινό, τόσο σε κριτικές και ερμηνευτικές εκδόσεις, όσο και μεταφρασμένα και σχολιασμένα.

Αποσπάσματα πρωτοτύπων κειμένων του Αριστοτέλη.
Α)Οι στόχοι της παιδείας.
«Ότι μέν ούν νομοθετητέον περί παιδείας και ταύτην κοινήν ποιητέον, φανερόν. Τις δ’ έσται η παιδεία και πώς χρή παιδεύεσθαι, δεί μη λανθάνειν. Νύν γάρ αμφισβητείται περί των έργων. Ου γάρ ταυτά πάντες υπολαμβάνουσι δείν μανθάνειν τους νέους ούτε προς αρετήν ούτε προς τον βίον τον άριστον, ουδέ φανερόν πότερον προς την διάνοιαν πρέπει μάλλον ή προς το της ψηχ΄βης ήθος. Έκ τε τής εμποδών παιδείας ταραχώδης η σκέψις και δήλον ουδέν πότερον ασκείν δεί τά χρήσιμα πρός τον βίον ή τά τείνοντα προς αρετήν ή τά περιττά (πάντα γάρ είληφε ταύτα κριτάς τινας). Περί τε των προς αρετήν ουθέν εστιν ομολογούμενον (καί γάρ τήν αρετήν ου την αυτήν ευθύς πάντες τιμώσιν, ώστ’ ευλόγως διαφέρονται και προς την άσκησιν αυτής). Ότι μέν ούν τά αναγκαία δεί διδάσκεσθαι των χρησίμων, ουκ άδηλον. Ότι δε ου πάντα, διηρημένων των τε ελευθερίων έργων και των ανελευθερίων φανερόν, και ότι των τοιούτων δεί μετέχειν όσα των χρησίμων ποιήσει τον μετέχοντα μη βάναυσον. Βάναυσον δ’ έργον είναι δεί τούτο νομίζειν και τέχνην ταύτην και μάθησιν, όσαι προς τάς χρήσεις και τάς πράξεις τάς της αρετής άχρηστον απεργάζονται το σώμα των ελευθέρων ή τήν διάνοιαν».
Β)Η αρετή βρίσκεται στη μεσότητα.
Προσδιορισμός της έννοιας «μεσότητα».
«Εν παντί δή συνεχεί καί διαιρετώ έστι λαβείν το μέν πλείον το δ’ έλαττον το δ’ ίσον, και ταύτα ή κατ’ αυτό το πράγμα ή πρός ημάς… Λέγω δέ του μέν πράγματος μέσον το ίσον απέχον αφ’ εκατέρου των άκρων, όπερ εστίν έν και το αυτό πάσιν, προς ημάς δε ό μήτε πλεονάζει μήτε ελλείπει. Τούτο δ’ ουχ έν, ουδέ ταυτόν πάσιν. Οίον ει τα δέκα πολλά τα δε δύο ολίγα, τα έξ μέσα λαμβάνουσι κατά το πράγμα. Ίσω γάρ υπερέχει τε και υπερέχεται. Τούτο δε μέσον εστί κατά την αριθμητικήν αναλογίαν. Το δε ημάς ουχ ούτω ληπτέον. Ου γάρ ει τω δέκα μναί φαγείν πολύ δύο δε ολίγον, ο αλείπτης έξ μνάς προστάξει. Έστι γάρ ίσως και τούτο πολύ τω ληψομένω ή ολίγον. Μίλωνι μέν γάρ ολίγον, τω δε αρχομένω των γυμνασίων πολύ. Ομοίως επί δρόμου και πάλης. Ούτω δη πάς επιστήμων την υπερβολήν μεν και την έλλειψιν φεύγει, το δε μέσον ζητεί και τούθ’ αιρείται, μέσον δε ου το του πράγματος αλλά το προς ημάς».

Ενδεικτική Βιβλιογραφία.

1) The Philosophy of Aristotle.
2) W. D. Ross, «Αριστοτέλης» ISBN 960-250-038-7.
3) Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα.
4) Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια.
5) Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό.
6) Ιστορία του  Πολιτισμού.
7) Αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία.
8) W. K. C. Guthrie, A History of Greek Philosophy (τόμ. 1-2, Καίμπριτζ 1962-1965).
9) D. J. Allan, The Philosophy of Aristotle (Home Univ. Libr., 1952.
10) J. H. Randall, Aristotle (Νέα Υόρκη, Columbia, 1960).
11) E. R. Bevan, Stoics and Sceptics (Οξφόρδη 1913. ανατύπωση, Καίμπριτζ, Heffer, 1959).
12) H. I. Marrou, History of Education in Antiquity (αγγλ. μτφρ., Λονδίνο, Sheed and Ward, 1956 [ελλην. μτφρ. Θ. Φωτεινοπούλου, Αθήνα 1961]).
13) Day J. & Chambers M., Aristotle’s History of Athenian Democracy. Berkeley & Los Angeles, 1962.
14) Kagan D., The Great Dialogue: A History of Greek Political Thought from Homer to Polybius. Νέα Υόρκη, 1965.
15) Kagan D., Sources in Greek Political Thought. Νέα Υόρκη, 1965.
16) Myres J. L., The Political Ideas of the Greeks. Λονδίνο, 1927.
17) Allan D., The Philosophy of Aristotle. Λονδίνο, 1952.
18) Brumbaugh R. S., The Philosophers of Greece. Νέα Υόρκη, 1964.
19) Cherniss H. F., Aristotle’s Criticism of the Pre-Socratics. Βαλτιμόρη, 1935.
20) Cherniss H. F., Aristotle’s Criticism of Plato and the Academy. Βαλτιμόρη, 1944.
21) Jaeger W., Aristotle: Fundamentals of the History of his Development. Οξφόρδη, 1934.
22) Randall J. H., Jr., Aristotle. Νέα Υόρκη, 1962.
23) Solmsen F., Aristotle’s Natural World. Ιθάκη, 1963.
24) Untersteiner M., The Sophists. Νέα Υόρκη, 1954.
25) Wilamowitz-Moellendorff U. von, Aristoteles und Athen. Βερολίνο, 1893.
26) Wilamowitz-Moellendorff U. von, Der Glaube der Hellenen, Βερολίνο, 1931-32.
27) Jones J., On Aristotle and Greek Tragedy. Λονδίνο, 1962.
28) Farrington B., Science and Politics in the Ancient World. Λονδίνο, 1939.
Σημείωση:
Η παρούσα μελέτη έγινε στα πλαίσια εργασιών υπό την επίβλεψη της καθηγήτριας Αμαλίας Κ. Ηλιάδη, το σχολικό έτος 2005-6, στο Μουσικό Σχολείο Τρικάλων.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ της Αμαλίας Κ. Ηλιάδη:
Γεννήθηκα στα Τρίκαλα Θεσσαλίας το 1967. Σπούδασα στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσ/νίκης Ιστορία-Αρχαιολογία με ειδίκευση στην Ιστορία. Πήρα Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Βυζαντινής Ιστορίας απ’ τη Φιλοσοφική Σχολή του ιδίου Πανεπιστημίου και από το 1992 διδάσκω στη Μέση Εκπαίδευση ως Φιλόλογος. Έχω συγγράψει βιβλία ιστορικού, λογοτεχνικού και παιδαγωγικού περιεχομένου.  Παράλληλα, ασχολούμαι ερασιτεχνικά με τη ζωγραφική και την ποίηση.
http://www.metafysiko.gr/