https://www.facebook.com/artemissky.blogspot?ref_type=bookmark

ΑΡΤΕΜΙΣ

ΑΡΤΕΜΙΣ
Ήταν θεά του κυνηγιού,”πότνια θηρών” κατά τον Όμηρο,θεά των αγριμιών και της Σελήνης.

ΕΛΛΑΣ - HELLAS

'' Επιόντος άρα θανάτου επί τον άνθρωπον, το μεν θνητόν, ως έοικεν, αυτού αποθνήσκει, το δ' αθάνατον, σώον και αδιάφθορον, οίχεται απιόν. `Οταν επέρχεται ο θάνατος στον άνθρωπο, το μεν θνητό μέρος αυτού, καθώς φαίνεται, πεθαίνει, το δε αθάνατο, η ψυχή, σηκώνεται και φεύγει σώο και άφθαρτο '' ΠΛΑΤΩΝΑ

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .
ΑΝΟΙΚΩ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2013

ΕΠΑΙΖΑΝ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ (ΕΠΙΣΚΥΡΟ).


ΕΠΙΣΚΥΡΟΣ – Το Αρχαίο Ελληνικό Ποδόσφαιρο.

(Επιτύμβια στήλη 4ος αιών π.Χ. , Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών)

Επίσκυρος: “ό, παιδιά τις, διά σφαίρας”, “ό, μέ τά πολλών, σφαιρισμός ” (Ησυχ.). {Από το Ομηρικό Λεξικό των LIDDEL & SCOTT}. Δηλαδή “αυτός που παίζει με τη σφαίρα (μπάλλα)” ή “αυτός που παίζει με πολλούς τη σφαίρα (μπάλλα)”. Στην αγγλική μετάφραση του ίδιου Λεξικού λέει: Επίσκυρος = Ballgame, football or rugby.

Αν ανατρέξουμε στα Ομηρικά έπη θα βρούμε τις πρώτες πληροφορίες για παιχνίδι με μπάλλα στη λεκάνη της Μεσογείου. Μια παρόμοια αναφορά γίνεται και στον “Θεαίτητο” του Πλάτωνα
Μεγάλη επιτυχία στην αρχαία Ελλάδα γνώρισε το παιχνίδι « Επίσκυρος » που είχε πάρει το όνομά του από τη γραμμή με σκύρα (σπασμένα κομμάτια πέτρας, πετραδάκια) που χώριζε το γήπεδο.Με λίγα λόγια είχαμε και κεντρική διαχωριστική γραμμή, των δύο μεγάλων περιοχών του γηπέδου.
(Σωκράτης) Λέγεται τοίνυν, ἔφη, ὦ ἑταῖρε, πρῶτον μὲν εἶναι τοιαύτη ἡ γῆ αὐτὴ ἰδεῖν, εἴ τις ἄνωθεν θεῷτο, ὥσπερ αἱ δωδεκάσκυτοι σφαῖραι, ποικίλη, χρώμασιν διειλημμένη, ὧν καὶ τὰ ἐνθάδε εἶναι χρώματα ὥσπερ δείγματα, οἷς δὴ οἱ γραφῆς καταχρῶνται.
(μτφ): “Λέγεται λοιπόν, ω συνομιλητή, πως η γη, εάν την δει κανείς από ψηλά είναι σαν τις σφαίρες (μπάλες) που αποτελούνται από δώδεκα κομμάτια διαφορετικού δέρματος. Είναι δηλαδή πολύχρωμη σφαίρα και τα μέρη της ξεχωρίζουν από τα χρώματα που έχει το καθένα
Πλάτων «Φαίδων» ή περί ψυχής [110b]

Άρα η μπάλα ήταν φτιαγμένη από 12 χρώματα, 12 κομμάτια δέρματος συμβολίζοντας τους 12 Έλληνες Θεούς. 

«Φύγετε νεαροί, αυτό το παιχνίδι με την μπάλα φουσκωμένη από αέρα έχει γίνει για μεσήλικες και παιδιά» - Αρριανός ΧΙV 47
“Έριχνε ψηλά την σφαίρα και την γη που έθρεψε πολλούς άρχισε να κτυπά με προικισμένα πόδια και να κάνη στροφές γρήγορες και εναλλασσόμενες, ενώ οι άλλοι νέοι τον ζητωκραύγαζαν και στον ουρανό υψώνονταν δυνατές φωνές.” - Οδύσσεια Θ 370 – 375

 

Μπάλα που βρέθηκε μετά από ανασκαφές στην Σαμοθράκη.
Πληροφορούμεθα λοιπόν από τον αρχαιολόγο Ε. Μπεξή στο περιοδικό ΙΧΩΡ ότι:
Υπήρχε ένα άθλημα με το όνομα “Επίσκυρος“.
Το γήπεδο που διεξήγετο ο αγώνας ήταν χωρισμένο σε δύο μέρη με γραμμές από χαλίκια και η μπάλα ήταν κατασκευασμένη από δερμάτινα κομμάτια ραμμένα μεταξύ τους με εντόσθια ζώων, ενώ στις άκρες του γηπέδου ήταν χαραγμένη μία γραμμή που συμβόλιζε τα δύο τέρματα.

Η μπάλα ήταν φουσκωμένη με αέρια και εξωτερικά ήταν ζωγραφισμένη με ζωντανά χρώματα και γεωμετρικά σχήματα. Σκοπός ήταν και για τις δύο ομάδες όπως και σήμερα να περάσουν την μπάλα από την απέναντι εστία, το τέρμα.

Εντύπωση προξενεί επίσης η ιατρική(!) παρατήρηση του αθλήματος. Ο μεγάλος γιατρός της ύστερης αρχαιότητος Γαληνός μας δίνει μία καταπληκτική περιγραφή στο έργο του “Περί ασκήσεων με μικρή μπάλα” του παιχνιδιού.

“Όταν οι παίκτες παρατάσσονται σε αντίθετες σειρές και αγωνίζονται, για να εμποδίσουν τον αντίπαλο να κρατήσει την μπάλα στο κέντρο, τότε είναι βίαια άσκηση με κρατήματα στους ώμους και λαβές πάλης. Έτσι το κεφάλι και ο λαιμός ασκούνται με τις κινήσεις, τα κρατήματα των ώμων και τα πλευρά και το στήθος και το στομάχι ασκούνται από τα κρατήματα και τις λαβές πάλης με τα χέρια. Σε αυτό το παιχνίδι οι γλουτοί και τα πόδια τεντώνονται βίαια, γιατί αποτελούν την βάση των κινήσεων. Ο συνδυασμός με το τρέξιμο μπροστά και πίσω και τα πηδήματα στα πλάγια, κάθε άλλο παρά μικρή άσκηση είναι όχι μόνο για τα πόδια αλλά και για όλο το σώμα που είναι σε κίνηση.”
Εάν δεν αρκούν τα λόγια έχουμε και “κατευθείαν αναμετάδοση” από το αρχαιολογικό μουσείο Αθηνών αθλητή – ποδοσφαιριστή, ο οποίος προσπαθεί με άψογη τεχνική να κοντρολάρει την μπάλα πάνω στο δεξί του πόδι. Είναι σαφές ότι ο παίκτης δεν πρέπει να πιάσει την μπάλα με τα χέρια του γι αυτό τα κρατάει πίσω από την πλάτη του. (Αρχική φώτο).
Μας διασώζονται ακόμη και ονόματα διάσημων «ποδοσφαιριστών» της αρχαιότητος ,όπως του Αριστόνικου του Καρυστίου, του Δημοτέλη του Χίου, του Χαιρεφάνη και του Κτησιβίου του Χαλκιδέως.http://www.ellinikoarxeio.com/

Πετώντας πάνω από την Ελλάδα | Flying over Greece




Μια μαγευτική περιήγηση διάρκειας 1 ώρας - σε υψηλή ανάλυση - πετώντας πάνω από την Ελλάδα. Ξεκινώντας από την Αθήνα, θα μας ταξιδέψει σε μοναδικά μέρη εξερευνώντας διάσπαρτα Ελληνικά νησιά στο λαμπρό μπλε του Αιγαίου, αρχαία ερείπια, καταπράσινους λόφους, βραχώδεις ακτές και ιστορικούς τόπους γεμάτους παραδόσεις. Την δραματική άποψη ενισχύσαμε με την μουσική του Βαγγέλη Παπαθανασίου! Θα πετάξουμε από την Κέρκυρα στην Κρήτη, από τα Μετέωρα στην Μύκονο, στην Πελοπόννησο, στη Ρόδο, στη Σαντορίνη, στη Θεσσαλονίκη και σε πολλούς άλλους λαμπρούς προορισμούς αυτού του υπέροχου τόπου!

A breathtakingly beautiful virtual tour shot in high definition from a helicopter-mounted camera. Lifting off from Athens, you embark on a modern odyssey as varied and dramatic as Greek history, exploring exotic islands scattered like stones in the brilliant blue Aegean, ancient ruins, verdant hills, rocky coastlines, and timeless traditions.

Αρχικός τίτλος «Visions of Greece»

Producer: Stavros Niarchos, 2003
Executive Producer: Roy Hammond
Producer, Writer, Editor: Sam Toperoff
Producer, Aerial Director: Duby Tall
Wescam Technician and Operator: Grant Bieman
Helicopter Pilot: Stelios Bounas (85 hours flight over the Greece)


Μερικές απο τις τοποθεσίες: Όλυμπος, Αθήνα - Ακρόπολη, Πειραιάς, "Υψηλή Γέφυρα" (κρεμαστή) της Χαλκίδας, Φάρος Ρέπι - Σκιάθου (μάλλον), Ναός του Ποσειδώνα στο Σούνιο, Αιγαίο, Κυκλάδες, Μύκονος, Ο Φάρος Αρμενιστής - Μυκόνου, Δήλος, Νάξος (Η Πορτάρα, η μαρμάρινη πύλη στη νησίδα Παλάτια), Φιλώτι - Νάξου, Αμοργός - Η Παναγία Χοζοβιώτισσα, Αντίπαρος, Σίφνος, Πάρος, Καλδέρα Σαντορίνης, Νέα Καμένη, Αμμούδι (λιμάνι Οίας), Οία - Σαντορίνη, Ηφαιστειογενές έδαφος, Οία, Κνωσός, Κρήτη, Ρόδος, Ακρόπολη Λίνδου - Ρόδος, Λέσβος, Μυτιλήνη - Η Παναγία της Πέτρας, Γενοβέζικο Φρούριο Μήθυμνας, Θράκη, Άλογα στο ποτάμι του Αξιού, Καβάλα, Αρχαιολογικός χώρος των Φιλίππων, Χερσόνησος όρους Άθως, Άγιο Όρος, Θεσσαλονίκη, Καταρράκτες Έδεσσας, Λίμνη Πρέσπα, Aγία Τριάδα Βροντούς στον Ολυμπο, Γέφυρα στην τεχνητή λίμνη του Αλιάκμονα, Λίμνη Ιωαννίνων, Μετέωρα, Διώρυγα της Κορίνθου, Οδοντωτός στο φαράγγι του Βουραϊκού, Μονεμβασιά, Πύλος, Νιόκαστρο Πύλου, Μπούρτζι Μεθώνης, Σπαρτιάτικο φρούριο Σφακτηρίας, Ναός της Αφαίας στην Αίγινα, Μυκήνες, Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, Αρχαίο στάδιο της Ολυμπίας, Ζάκυνθος, Ναυάγιο στη Ζάκυνθο, Ποντικονήσι - Κέρκυρα, Ο Θόλος της Αθηνάς Προναίας - Δελφοί, Αθήνα, Ξωκλήσι στην Αττική


Διαβάστε περισσότερα: http://www.ellinikoarxeio.com/2012/08/flying-over-greece.html#ixzz2hDgQKfPc

ΦΡΑΣΕΙΣ ΣΟΦΙΑΣ -- ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ,

Δούλου τόδ' εστίν, μη λέγειν α τις φρονεί. 
(Είναι χαρακτηριστικό δούλου, το να μην λέει αυτά που σκέπτεται)
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ (Φοίνισσαι)

Ου πάνυ ημίν ούτω φροντιστέον, τι ερούσιν οι πολλοί ημάς, αλλ' ό,τι ο επαϊων περί των δικαίων και αδίκων. 
(Δεν πρέπει να νοιαζόμαστε πολύ για το τι θα πει για μας ο κόσμος, αλλά τι θα πει εκείνος που ξέρει καλά για τα δίκαια και τα άδικα)
ΠΛΑΤΩΝΑΣ (Κρίτων)
Εθίζειν τους παίδας τω ταληθεί λέγειν. Το γαρ ψεύδεσθαι δουλοπρεπές και πάσιν ανθρώποις ουκ άξιον μιμείσθαι. 
(Να συνηθίζουμε τα παιδιά να λέγουν την αλήθεια. Γιατί η ψευτιά είναι δουλοπρέπεια και δεν αξίζει να τη μιμούνται οι άνθρωποι)
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ (Ηθικά)

Εκπληκτική απαγγελία του όρκου του Ιπποκράτη, όπως ακουγόταν με την αρχαία ελληνική προφορά






    Ὄμνυμι Ἀπόλλωνα ἰητρὸν, καὶ Ἀσκληπιὸν, καὶ Ὑγείαν, καὶ Πανάκειαν, καὶ θεοὺς πάντας τε καὶ πάσας, ἵστορας ποιεύμενος, ἐπιτελέα ποιήσειν κατὰ δύναμιν καὶ κρίσιν ἐμὴν ὅρκον τόνδε καὶ ξυγγραφὴν τήνδε.
    Ἡγήσασθαι μὲν τὸν διδάξαντά με τὴν τέχνην ταύτην ἴσα γενέτῃσιν ἐμοῖσι, καὶ βίου κοινώσασθαι, καὶ χρεῶν χρηίζοντι μετάδοσιν ποιήσασθαι, καὶ γένος τὸ ἐξ ωὐτέου ἀδελφοῖς ἴσον ἐπικρινέειν ἄῤῥεσι, καὶ διδάξειν τὴν τέχνην ταύτην, ἢν χρηίζωσι μανθάνειν, ἄνευ μισθοῦ καὶ ξυγγραφῆς, παραγγελίης τε καὶ ἀκροήσιος καὶ τῆς λοιπῆς ἁπάσης μαθήσιος μετάδοσιν ποιήσασθαι υἱοῖσί τε ἐμοῖσι, καὶ τοῖσι τοῦ ἐμὲ διδάξαντος, καὶ μαθηταῖσι συγγεγραμμένοισί τε καὶ ὡρκισμένοις νόμῳ ἰητρικῷ, ἄλλῳ δὲ οὐδενί.
    Διαιτήμασί τε χρήσομαι ἐπ' ὠφελείῃ καμνόντων κατὰ δύναμιν καὶ κρίσιν ἐμὴν, ἐπὶ δηλήσει δὲ καὶ ἀδικίῃ εἴρξειν.
    Οὐ δώσω δὲ οὐδὲ φάρμακον οὐδενὶ αἰτηθεὶς θανάσιμον, οὐδὲ ὑφηγήσομαι ξυμβουλίην τοιήνδε.
    Ὁμοίως δὲ οὐδὲ γυναικὶ πεσσὸν φθόριον δώσω.
    Ἁγνῶς δὲ καὶ ὁσίως διατηρήσω βίον τὸν ἐμὸν καὶ τέχνην τὴν ἐμήν.
    Οὐ τεμέω δὲ οὐδὲ μὴν λιθιῶντας, ἐκχωρήσω δὲ ἐργάτῃσιν ἀνδράσι πρήξιος τῆσδε.
    Ἐς οἰκίας δὲ ὁκόσας ἂν ἐσίω, ἐσελεύσομαι ἐπ' ὠφελείῃ καμνόντων, ἐκτὸς ἐὼν πάσης ἀδικίης ἑκουσίης καὶ φθορίης, τῆς τε ἄλλης καὶ ἀφροδισίων ἔργων ἐπί τε γυναικείων σωμάτων καὶ ἀνδρῴων, ἐλευθέρων τε καὶ δούλων.
    Ἃ δ' ἂν ἐν θεραπείῃ ἢ ἴδω, ἢ ἀκούσω, ἢ καὶ ἄνευ θεραπηίης κατὰ βίον ἀνθρώπων, ἃ μὴ χρή ποτε ἐκλαλέεσθαι ἔξω, σιγήσομαι, ἄῤῥητα ἡγεύμενος εἶναι τὰ τοιαῦτα.
    Ὅρκον μὲν οὖν μοι τόνδε ἐπιτελέα ποιέοντι, καὶ μὴ ξυγχέοντι, εἴη ἐπαύρασθαι καὶ βίου καὶ τέχνης δοξαζομένῳ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ἐς τὸν αἰεὶ χρόνον.
    Παραβαίνοντι δὲ καὶ ἐπιορκοῦντι, τἀναντία τουτέων.

    Ο τρόπος φορολόγησης στην Αρχαία Ελλάδα

    Ο τρόπος φορολόγησης στην Αρχαία Ελλάδα


    Εάν οι αρχαίοι Αθηναίοι δεν ήταν μάστορες στην επιβολή και την είσπραξη φόρων, σήμερα ίσως να μην υπήρχε ο Παρθενώνας. Υπερβολή; Κι όμως, χάρη στο χαράτσι που πλήρωναν οι άλλες πόλεις κατά την Α' Αθηναϊκή Συμμαχία -ειδικότερα από το 454 π.Χ., το ένα εξηκοστό του ετήσιου φόρου πήγαινε υπέρ της... θεάς Αθηνάς - ο Περικλής εξοικονόμησε τα χρήματα για να χτιστεί ο περίφημος ναός.

    Πριν από 2.500 χρόνια τα κρατικά ταμεία της Αθήνας ήταν γεμάτα, χωρίς τη βοήθεια των οικονομολόγων του Χάρβαρντ. Η οικονομική κρίση ήταν άγνωστη λέξη και το πλεόνασμα έφτανε σε πολύ μεγάλο ύψος. Και τότε όμως, χωρίς την πίεση των Ευρωπαίων εταίρων, έμπαιναν φόροι με διάφορες ονομασίες, τακτικοί και έκτακτοι, άμεσοι και έμμεσοι, για δημόσια έργα, για στρατιωτικό εξοπλισμό, κ.λπ. Ουδείς διέφευγε. Πλήρωναν οι έχοντες και κατέχοντες, πλήρωναν όμως και οι μέτοικοι, οι ξένοι δηλαδή, πλήρωναν και οι ιερόδουλες!

    Οι αρχαίοι φόροι έμπαιναν με την έγκριση της Βουλής. Οσο για τη διαφάνεια, τα ονόματα όσων πλήρωναν αναγράφονταν στους φορολογικούς καταλόγους της εποχής, που βρίσκονταν σε κοινή θέα. Πάνω σε πέτρινες πλάκες και στήλες δηλαδή, σαν αυτές που υπάρχουν στο Επιγραφικό Μουσείο, ένα γνωστό-άγνωστο αλλά πολύ ενδιαφέρον μουσείο στην οδό Τοσίτσα 1, που αναδεικνύει και τεκμηριώνει κομμάτια της Ιστορίας.

    Εκεί βρήκαμε τη μνημειώδη «Στήλη της εξηκοστής», έναν λίθινο φορολογικό κατάλογο ύψους 3,5 μέτρων όπου είναι καταγεγραμμένες κατά γεωγραφικές ενότητες οι καταβολές των συμμάχων της Α' Αθηναϊκής Συμμαχίας την περίοδο 454/3-440/39 π.Χ., προκειμένου να υπάρχει μια «καβάντζα» για να αντιμετωπιστούν οι Πέρσες. Οι εισφορές ήταν ανάλογες με την οικονομική κατάσταση των 265 συμμάχων. Βλέπουμε δηλαδή από τους Ιωνες οι Κυμαίοι να πληρώνουν 12 τάλαντα (6.000 δραχμές) και οι Νισύριοι μόλις ένα, ενώ από τη Θράκη οι Μενδαίοι έδιναν εννέα τάλαντα και οι Θάσιοι 30!

    «Εκτός από αυτόν τον τακτικό φόρο, από το 440 π.Χ. η Αθήνα επέβαλλε στους συμμάχους της και έκτακτη εφάπαξ εισφορά, τη λεγόμενη επιφορά», μας πληροφορεί η διευθύντρια του Επιγραφικού Μουσείου Μαρία Λαγογιάννη. «Η δε είσπραξη είχε ανατεθεί σε ειδικούς άρχοντες, τους Ελληνοταμίες».

    Οπως αποδεικνύεται, οι αρχαίοι Αθηναίοι είχαν πολλά κόλπα για την είσπραξη των φόρων. Οταν οι άλλες πόλεις άρχισαν να διαμαρτύρονται ενόψει της Β' Αθηναϊκής Συμμαχίας, οι Αθηναίοι τους υποσχέθηκαν ότι θα καταργήσουν τον συμμαχικό φόρο. Αυτό που έκαναν τελικά ήταν να του αλλάξουν όνομα και να τον πουν «σύνταξη».

    Η κυρίαρχη αθηναϊκή πολιτεία είχε διάφορες πηγές για να γεμίζει το δημόσιο ταμείο. Υπήρχαν οι καταβολές για εκμίσθωση δημόσιας περιουσίας (κτήματα, οικοδομήματα ή τα μεταλλεία του Λαυρίου), υπήρχαν και οι δικαστικές καταβολές.

    Κι άλλα τακτικά τέλη γέμιζαν τον κρατικό κορβανά: για να εισαχθούν και να εξαχθούν προϊόντα από τα αττικά λιμάνια (πεντηκοστή), ή για να εισαχθούν εμπορεύματα από τις πύλες της πόλης (διαπύλιον). Καμία εξαίρεση. Οι μέτοικοι έπρεπε να ανανεώνουν επί πληρωμή μία φορά το χρόνο την άδεια παραμονής τους στην Αθήνα (μετοίκιον), ενώ κατέβαλλαν και επιπρόσθετο τέλος για να έχουν το δικαίωμα να εργασθούν (ξενικόν). Οι δε οίκοι έδιναν τον... πορνικό φόρο.


    Οι αμυντικές δαπάνες

    Μέρος των κρατικών εσόδων πήγαινε για δημόσια έργα. Σε μια στήλη του μουσείου (432/1 π.Χ.) σώζονται δύο τροπολογίες σε ψήφισμα που σχετίζονται πιθανότατα με τη βελτίωση του συστήματος ύδρευσης της Αθήνας ή την κατασκευή και επισκευή των κρηνών. «Το έργο είχε προγραμματιστεί να γίνει 'από ολιγίστων χρημάτων', αλλά κατά προτεραιότητα», εξηγεί η Μ. Λαγογιάννη. «Η οικογένεια του Περικλή μάλλον προσφέρθηκε να καλύψει τη δαπάνη, αλλά η πόλη αποφάσισε τα χρήματα να δοθούν από τον φόρο των συμμαχικών πόλεων».

    Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι φρόντιζαν, επίσης, να εξασφαλίσουν κονδύλια για την άμυνα. «Οι πιο εύποροι ήταν υποχρεωμένοι να αναλαμβάνουν την 'τριηραρχία', την ετήσια δαπάνη για εξοπλισμό ενός πολεμικού πλοίου και τη σίτιση των ναυτών, που καθορίζονταν σε μια δραχμή ανά ναύτη ημερησίως», συνεχίζει η διευθύντρια του μουσείου, το οποίο εκθέτει μια σχετική στήλη του 481/0 π.Χ.

    Χρειαζόταν τόλμη για να αρνηθεί κάποιος αυτό το σημαντικό έξοδο. Σε αυτή την περίπτωση έπρεπε να υποδείξει κάποιον άλλον, που θεωρούσε πιο πλούσιο, και να προτείνει αντίδοση. Να ανταλλάξει, δηλαδή, την περιουσία του με την περιουσία του πλουσιότερου. Αν ο άλλος πολίτης αρνιόταν, τότε η ανάθεση γινόταν από τα αρμόδια δικαστήρια.

    Υποχρεωτική, αλλά ιδιαίτερα τιμητική ήταν και η χορηγία, η ανάληψη της δαπάνης για την προετοιμασία του χορού, τις θρησκευτικές εκδηλώσεις, τις παραστάσεις των δραματικών αγώνων. «Η χορηγία στοίχιζε 300-5.000 δρχ., όταν τον 5ο αιώνα ο ετήσιος μισθός της ιέρειας της Αθηνάς Νίκης ήταν 50 δρχ.», τονίζει η Μ. Λαγογιάννη, καθώς μας δείχνει μια στήλη του 313/2 π.Χ. Πρόκειται για τιμητικό ψήφισμα του Δήμου Αιξωνής (η σημερινή Γλυφάδα) για δύο χορηγούς, τον Αυτέα και τον Φιλοξενίδη, οι οποίοι «καλώς και φιλοτίμως εχορήγησαν».

    Σαν να μην έφταναν και τότε τα τακτικά μέτρα, υπήρχαν και έκτακτα. Οπως η «επίδοσις» (σε χρήματα ή για την εκτέλεση συγκεκριμένου δημόσιου έργου) την οποία κατέβαλλαν οι πλούσιοι αλλά και οι μέτοικοι για την ενίσχυση της πόλης σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Κι ακόμα η «εισφορά» σε περίοδο πολέμου για στρατιωτικές δαπάνες.

    Κι αν κάποιος πιανόταν να φοροδιαφεύγει, ο νόμος ήταν αυστηρός, ακόμα και για τον φοροεισπράκτορα. Για του λόγου το αληθές, υπάρχει ένα ψήφισμα του 510 π.Χ. για τους Αθηναίους κληρούχους στη Σαλαμίνα, οι οποίοι ήταν υποχρεωμένοι να καταβάλλουν φόρο, να εκτελούν τη στρατιωτική τους θητεία, ενώ δεν επιτρέπονταν να εκμισθώσουν τη γη που τους είχε παραχωρηθεί. Εάν τα παραβίαζαν, πλήρωναν πρόστιμο, το τριπλάσιο του μισθώματος, στο Δημόσιο...


    Διαβάστε περισσότερα: http://www.ellinikoarxeio.com/2011/10/ancient-hellenic-taxation.html#ixzz2hDc1dnh0

    Η ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΤΡΙΑ ΣΑΠΦΩ

     

    Περίφημος εκ Λέσβου λυρική ποιήτρια, ή και άλλως αιολιστί ονομαζόμενη Ψάπφα. Γεννήθηκε λήγοντος του Ζ΄ αιώνος π. Χ., πιθανότερο στην Μυτιλήνη, όπου παιδεύθηκε και έζησε και καθ’ όλες τις ενδείξεις πέθανε άγνωστο ακριβώς πότε, πάντως όχι πέρα του πρώτου ημίσεως του ΣΤ΄ π. Χ. αιώνος. Η παράδοση την σχετίζει και με την άλλην πόλη της Λέσβου Ερεσσόν, η οποία νωρίς χάραξε στα νομίσματα της την εικόνα της ποιήτριας. Κατάγονταν εξ οικογενείας αριστοκρατικής αν όχι πλούσιας και εξαετείς έμεινε ορφανή πατρός. Ούτος ονομάζονταν καθ’ Ηρόδοτο Σκαμανδρώνυμος, παρά τους μεταγενέστερους όμως, εκ συγχύσεως με συνώνυμους της, φέρεται με διάφορα πατρικά ονόματα, απαριθμούμενα υπό του Σουΐδα. Γνωρίζουμε τρεις αδελφούς της, τον Χάραξο, ο οποίος μετέρχονταν την εμπορία οίνου, όπως και πλείστοι άλλοι Λέσβιοι κατά την εποχή εκείνη, στην Αίγυπτο, όπου κατασπατάλησε την περιουσία του δι’ εταίρα τινά Ροδώπη ή Δωρίχα, η οποία ήταν δούλα και απελευθέρωσε, τον Λάριχο, ο οποίος εκτελούσε καθήκοντα οινοχόου εις το πρυτανείο της Μυτιλήνης, υπούργημα συγχωρούμενο μόνον εις ευπρεπείς και ευπατρίδες νέους, και τον Ευρύγιο, περί του οποίου ουδέν είναι γνωστό. Ήταν σύγχρονος του Πιτακού και του ομοτέχνου της Αλκαίου, με τον οποίον συνεδέθη ή ποιήτρια δια χαριεστάτου επεισοδίου. Εκ τούτον έχουμε την εισαγωγή ερωτικής εκμυστηρεύσεως του Αλκαίου προς την Σαπφώ και την έξυπνη και αποστομωτική απάντησή της.
    Η Σαπφώ άκμασε σε χρόνους πολιτικών ανωμαλιών και κοινωνικών ταραχών τής πατρίδος. Την απώλεια του Σιγείου διαδέχθηκαν εκτάκτως φανατικές συγκρούσεις μεταξύ αριστοκρατικών και δημοκρατικών και η ποιήτρια, καθ’ όλες τις ενδείξεις, συμμερίσθηκε την τύχη της ηττημένης μερίδας των ευπατριδών.  Ακαθόριστος όμως τυγχάνει η διάρκεια και ο τόπος της εξορίας της. Αναφέρεται εις το Πάριο χρονικό ότι έφυγε στην Σικελία, όπου μάλιστα, κατ’ άλλους, νυμφεύθηκε
    κάποιο πλούσιο Άνδριο Κερκόλα, από τον οποίο απέκτησε και θυγατέρα την εν τοις ποιήμασί της συναντημένη λατρευτή της Κλείδα, όνομα αποδιδόμενο και εις την μητέρα της ποιήτριας.
    Η εξορία αυτή της Σαπφούς μας μεταφέρει στο ζήτημα της θέσεως της γυναίκας στην λεσβιακή πολιτεία. Αι προς τούτο μαρτυρίες και ενδείξεις, ανεπαρκείς και συγκεχυμένοι μέχρι τούδε, είναι ικανές πάντως να μας πείσουν ότι η γυναίκα κατά τους χρόνους της Σαπφούς στην Λέσβο μετείχε του πολιτικού και κοινωνικού βίου και απόλαυε ελευθερίας και δικαιωμάτων, ων όμοια δεν γνώρισε έκτοτε η γυνή σε καμία εποχή. Ενταύθα, κατ’ εξαίρεση εξ όλης της Ελλάδος, η γυνή έτυχε αγωγής και παιδείας και αφέθηκε ελεύθερη στην ανάπτυξη των ατομικών της δεξιοτήτων. Βρίσκουμε θιάσους γυναικών αριστοκρατίδων με σκοπούς και με δράση μορφωτική, κοινωνική και καλλιτεχνική. Η Σαπφώ φαίνεται ανήκουσα και ίσως ηγουμένη τοιούτου τινός ομίλου γυναικών, του οποίου γνωρίζουμε εκ της ποιήσεώς της και τίνας μετόχους, την Ατθίδα, την Μεγάρα, την Τελέσππα κ.ά. Ανάλογη ήταν και η επιμέλεια δια την μόρφωση της γυναίκας. Λειτουργούσαν στην Λέσβο σχολές  μουσικής, ποιήσεως και ορχηστικής, που παρείχαν και ευρύτερη μόρφωση κοινωνική στις μαθήτριες τους. Κάποια τέτοια σχολή καταφαίνεται διευθύνουσα και η Σαπφώ, την οποίαν συναγωνίζονταν οι της Ανδρομέδας, Γοργούς κ. ά. Η φήμη της σχολής αυτής ήταν διαδεδομένη σε όλη την Ελλάδα· έρχονταν μαθήτριες όχι  μόνο από τις άλλες πόλεις της Λέσβου, άλλα και από την Φρυγία, την Λυδία και λοιπή Μικρασία, την Σαλαμίνα, Αττική κλπ. Εκατόν κατ’   Όβίδιον ήσαν αι τρόφιμοι της σχολής της Σαπφούς, εξ ων γνωρίζομε μερικά εκ των «ποιημάτων της, όπως την Αναγόρα την Μιλήσια, την Γογγύλα Κολοφωνία, την Ευνείκα Σαλαμινία, την Κυδνώ, Ανακτορία κ.ά. Ως μαθήτριές της αναφέρονται και η Δαμοφίλα η εκ Παμφυλίας, η οποία μιμήθηκε την Σαπφώ στην ποίησή της, και η Ήριννα απίθανης όμως.
    Τα ποιήματα της Σαπφούς, που διαιρέθηκαν από τους Αλεξανδρινούς σε 9 βιβλία, ήσαν καθαρώς λυρικά, ωδές και ύμνοι προς την Ήρα, την Αφροδίτη, κλπ., επιθαλάμια και υμέναιοι, επιγράμματα, από τα οποία σώζονται υπό το όνομά της δύο και ελεγείες άγνωστοι αλλού. Εκ τούτων δεν διασώθηκαν μέχρις ημών εκτός από ικανά αποσπάσματα και μερικές ωδές, από τις οποίες μόνο μία άρτια.
    Οι Μούσες τίμησαν την ποιήτρια «τὰ σφὰ ἔργα δοῖσαι» και το δώρο να υπηρετεί αποκλειστικά και μόνο αυτές στο «μουσοπόλῳ οἴκῳ» της, όπου θρήνοι και οι βαρυθυμίες είναι απαγορευμένες και δυσπρόδεκτες. Η απασχόληση αυτή με τις μούσες είναι η μόνη σταθερή αξία της ζωής. Χωρίς αυτή τίποτα δεν ισχύει ο πλούτος και το κάλλος, τα οποία είναι πρόσκαιρα εις τον άνθρωπο τον «εἰς ὕστερον ἔρωτα», την υστεροφημία.  Σαρκαστικώτατα ταλανίζει κάποια άμουσο πλούσια και επιφανή γυναίκα, η οποία παραμελεί την «τῶν ἐκ Πειρίας βρόδων». Κάθε μεμουσωμένης ψυχής ο έρως είναι το μόνο και κάλλιστο εντρύφημα· αυτός έρχεται άλλοτε βίαιος και λαύρος, άλλοτε ήπιος και λυσιμελής και αναπτερώνει την ψυχή της· ενώπιον του αδρανεί το λογικό και η ανθρώπινη καρδιά είναι πάντοτε εύκαμπτος. Η Σαπφώ ερώσα «ποθήει καὶ μάεται κατὰ στάλαχμον», περιπίπτουσα εις παντελή απραξία και ψυχική αμηχανία, κατά την οποία «οὐκ οἶδ’ ὄττι  θέω· δίχα μοι τὰ νοήματα». Πολλάκις δεν ευρίσκει ανταπόκριση και παραπονείται ότι «ὅττινας γὰρ εὖ θέω, κεῖνοι με μάλιστα σίννονται» εις την εγκατάλειψη και την μόνωσή της, όταν η σελήνη και η πλειάς έχει δύσει, παρέρχονται δε κενές οι μεσονύκτιες ώρες, επικαλείται την Αφροδίτη να έλθει ως βοηθός και σύμμαχος της, όπως και άλλοτε. Η επίκλησή της φαίνεται να εισακούγεται από την θεά, διότι ο έρως προσήλθε μεγαλοπρεπέστατα «πορφυρίαν περθέμενος χλάμυν» και δρόσισε την ψυχή της, την «καιομένη πόθῳ». Ο έρως αυτός, πάντοτε φλογερός και με όλες τις  διακυμάνσεις ενός ισχυρότατου αισθήματος, από το χαρούμενο παιχνίδι μέχρι το παράφορου πάθος, αναφέρεται ως επί το πλείστο εις τις περί αυτού γυναίκες. Τον ερωτά της προς την απούσα Ανακτορία παραβάλλει με την του Πάριδος και Ελένης και νοσταλγεί βαθύτατα να επανειδεί την διάχυτη λαμπρότητα της μορφής της και το ερατό βάδισμα της, θέαμα απολαυστικότερο δι’ αυ-
    τήν και της μεγαλοπρέπειας των λυδικών πολέμων. Αυτή όμως λησμόνησε την ποιήτρια και την ωραία ζωή των, όταν έτρεχαν μαζί και συνέλλεγαν άνθη και στεφανωμένες χόρευαν. Αντιθέτως, η Αριγνώτα, κατά την ποιήτρια, πνίγεται από τον αλγεινό πόθο της Σαπφούς και των φίλων της, και στεντορείως από την Λυδία τις προσκαλεί πλησίον της, αλλ’ η νύξ δεν μεταδίδει την φωνή της. Κατά τρόπον απροσδιόνυσο, δι’ ημάς, μια γυναίκα, εκφράζει το ερωτικό της αίσθημα προς την Αγαλλίδα, με ζηλοτυπία και πάθος και περιγράφει την επί τη θέα της κατάστασή της, καθ’ την οποία την καταλαμβάνει αφασία, νευρική υπερδιέγερση, διανοητική συσκότιση, εφίδρωση, ρίγη, ωχρίανση προσώπου και τελεία κατάπτωση σωματική και ψυχική, ώστε «τεθνάκην ὀλίγον πιδεύῃς». Αλλαχού διαπιστώνει ότι είναι συνεπής προς τις σχέσεις με τις μαθήτριές της, εις την μετ’ αυτών δε αναστροφή επικαλείται την Αφροδίτη να οινοχοήσει «ἄβρως ἐν χρυσίαισιν κυλίκεσσιν» και να δεχθεί το θύμα του «λευκοῦ τράγου» των εύθυμων συμποσιαστριών, δια να ευδοκήσει, στους αγώνες του κάλλους, την επιτυχία των. Εις την ομήγυρη ταύτη η ποιήτρια άδει υποκρούουσα τα υπ’ αυτής «κασπολημένα μέλεα» και εξάρχει του προ του βωμού της Ήρας «πολιγηθέος ὀρχηθμοῦ».
    Με ψυχολογία αυτόχρημα μικροαστική παρθένου με αυστηρές οικογενειακές παραδόσεις αναμένει στην προς Νηρηίδας ωδή της την επάνοδο του Χαράξου εξ Αιγύπτου, τον οποίο αλλαχού αυστηρότατα επιτιμά δια την ερωτική του περιπέτεια, εσεμνύνετο δε δια την θέση και διαγωγή του Ααρίχου, τον οποίο εξυμνεί και υπερεπένει στα ποιήματα της.
    Στα επιθαλάμια, εκτελούμενα διαλογικώς υπό χορών παρθένων και νέων, υμνεί τους νυμφίους, την προσέλευση του γαμπρού, την παρθενία, τον υμέναιαον κτλ.
    Τα μη διασωθέντα ποιήματα της Σαπφούς είχαν ως θέματα τον θάνατον του Αδώνιδος, την εξύμνηση της πολιούχου Ήρας, τους Έρωτες του Ενδυμίωνος και της Σελήνης, τους μύθους της Νιόβης, Θησέα, Προμηθέα, τον Απόλλωνα συγχορεύοντα με Μούσες και με Χάριτες και τον μυθολογικό δαίμονα της συνοδείας της Αφροδίτης, ο οποίος έτυχε ως δώρο της, την αιώνια νεότητα και το άφθαστο κάλλος.

    Η περί της Σαπφούς Παράδοση

    Εκ των μελών τούτων της Σαπφούς προς Φάωνα, γνωστών μόνον εκ πληροφοριών των αρχαίων συγγραφέων και πεποιημένων με την ζωηρότητα και ενάργεια της τέχνης της, έδωσαν κάποια αφορμή να πλάσει η αττική κωμωδία τους ρομαντικούς θρύλους του περιφρονουμένου προς τον Φάωνα, πραγματικό πρόσωπο, έρωτος της και του συνεπεία τούτου και με σύγχυση προς την αποδημία της εις Σικελία άγνωστου δ’ εκβάσεως πηδήματος της από την πέτρα της Λευκάδας, το οποίον άλλως φαίνεται θρησκευτικό εξιλαστικό έθιμο και κοινός ποιητικός τόπος της αρχαίας λυρικής ποιήσεως. Οι όψιμοι αυτοί θρύλοι προσέδωσαν στην ποιήτρια μυθολογικό χαρακτήρα και χρησιμοποιήθηκαν δαψιλώς και ποικιλοτρόπου και από την αττική κωμωδία και από την μεταγενέστερη ποίηση και τέχνη. Του Μενάνδρου, του Διφίλου και ετέρων τέσσερις ή πέντε κωμωδίες παρωδούν το θέμα αυτό, από το οποίο εμπνεύστηκαν πολλοί των νεωτέρων, ως ο Ιταλός Giovanni  Meli  εις το αριστουργηματικότατο ποίημα του «La morte di Saffi» (μετ. Στ. Δάφνη, «Αττική Ίρις» 1898), ο Fr. Grillparzer στο δράμα του «Σαπφώ» (μετ. Εμμ. Δαυΐδ, 1926), ο Λαμαρτίνος, ο Φώσκολος, Λεοπάρδης κ.α., εκ των ημετέρων ο Δημ. Καλαποθάκης, εις δράμα του «Σαπφώ» κ.α., και εις το μελόδραμα οι Empis-Keicha (1822), ο J. Papini (1942), ο Em. Augier (1851) κ.α., πλείστοι δε εις την καλλιτεχνία. Κατά όμοιο τρόπο, παρερμηνευμένα χωρία της ποιήσεως της Σαπφούς γίνηκαν αφορμή να της αποδοθούν από τον Δίφιλο ερωτικές σχέσεις με τον Ανακρέοντα, Ιππώνακτα κατά πολύ μεταγενέστερούς της.

    Αριστερά: Μαρμάρινη προτομή του Μουσείου Βατικανού θεωρούμενη ως προτομή τής Σαπφούς. (Πηγή: Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος Κα΄, σελ. 549)
    Δεξιά: Σαπφώ και Αλκαίος. (Παράσταση επί ερυθρόμορφου κρατήρα εξ Ακράγαντος του Ε΄ π. Χ. αιώνα. Μουσείο Μονάχου.) (Πηγή: Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος Κα΄, σελ. 549)

    Ζήτημα όμως απασχόλησαν μεν ενωρίς τους αρχαίους (Χαμαιλέοντα, Δίδυμο, Καλλία) και ποικίλως αντιμετωπισθέν υπ’ αυτών, δημιούργησαν δε κατά τους νεότερους χρόνους ολόκληρη φιλολογία, απετέλεσαν οι εκ των συλλήψεων της αττικής κωμωδίας και του χαρακτήρα της ποιήσεως της Σαπφούς κατηγορίες επί εταιρισμό, ανηθικότητα και ομοφυλοφιλία. Αυτές, διακονισθείσες από τους μεσαιωνικούς συγγραφείς και συντελέσασαι εις την απώλεια των ποιημάτων της, επιστεύθησαν και υποστηρίχθηκαν από του ΙΕ΄ αιώνος υπό πολλών φιλολόγων (Domitius, Galderinus, Britanius, Lambinus, Belloch κ. ά). Το ζήτημα τούτο, λαμβάνοντας  ποικίλες μορφές, κατέληξε εις την παλαιά και ήδη από τον Σουΐδα υιοθετημένη λύση, της παραδοχής δηλαδή και δεύτερης Σαπφούς, η οποία επιφορτίσθηκε όλα τα κακά της μιας και μόνης, έως ότου ο Γερμανός Welcker και ο Γάλλος Reinach έθεσαν τις βάσεις νέων απόψεων. Έκτοτε άρχεται και η πολυμερής μελέτη της ποιήσεώς της, πλουτισθείσης και υπό νέων παπυρολογικών ευρημάτων της τελευταίας τεσσαρακονταετίας και η αποκατάστασή της ως μεγάλης ποιήτριας.
    Η Σαπφώ αποτεινόμενη, πράγματι, προς τις μαθήτριές της μεταχειρίζεται την αυτή γλώσσα και τρόπο έκφρασης με τον του Αλκαίου προς τους Εφήβους.  Είχε ακμάσει ακόμη εις εποχή μεγάλης γυναικείας εξελίξεως και κινήσεως, καθ’ ην η γυνή διεκδικούσε τις επιδόσεις και τα δικαιώματα του ανδρός. Το ηθικό και κοινωνικό περιβάλλον, το οποίον ήγαγε τον Πλάτωνα αργότερα να επινοήσει το ομώνυμό του έρωτα, υπήρχε ήδη τότε εις την Λέσβο. Προς τους θιάσους των ολιγαρχικών εταίρων και συμποσιαστών, εις τους οποίους λατρεύονταν το κάλλος και η αρμονία των εφηβικών σωμάτων, βρίσκουμε στην Λέσβο ανάλογους γυναικείους, συμμετέχοντας εξ ίσου με τους των ανδρών εις την κοινωνική ζωή και αναμφισβήτητα διαπνεόμενους από τις αυτές ηθικές αντιλήψεις. Άλλωστε η λατρεία του σωματικού κάλλους κατά την εποχή εκείνην στην Λέσβο είχε αποβεί αληθής ψύχωση, με θρησκευτική δικαίωση και καλλιτεχνική μορφή. Ο Μάξιμος ο Τύριος παραβάλλει τις σχέσεις της Σαπφούς με τις μαθήτριες της προς τις του Σωκράτους και των μαθητών του. «δοκοῦσι γάρ μοι τὴν κατὰ ταὖτὸ ἑκάτερος φιλίαν, ἡ μὲν γυναικῶν, ὁ δὲ ἀρρένων ἐπιτηδεῦσαι· καὶ γὰρ πολλῶν ἐρᾶν ἔλεγον καὶ ὑπὸ πάντων ἀλίσκεσθαι τῶν καλῶν· ὅ,τι γὰρ ἐκείνω Ἀλκιβιάδης καὶ Χαρμίδης καὶ Φαῖδρός, τοῦτο τῇ Λεσβίᾳ Μύριννα καὶ Ἀτθὶς καὶ Ἀνακτορία· καὶ ὅ,τι Σωκράτει οἱ ἀντίτεχνοι Πρόδικος καὶ Γοργίας καὶ Θρασύμαχος καὶ Πρωταγόρας, τοῦτο τῇ Σαπφοῖ Γοργὼ καὶ Ἀνδρομέδα». Με τις προϋποθέσεις της διαφοράς γλώσσας και τρόπου εκφράσεως, δραματικού ή
    επαγγελματικού χαρακτήρα, της ποιήσεώς της, η Σαπφώ εξέφρασε τα προς τις μαθήτριες της αισθήματα χωρίς πρόσχημα και προκατάληψη, αφελώς και ελευθέρως, πάντως εντός των κοινωνικών αντιλήψεων και της ηθικής ανεκτικότητας των συγχρόνων της, οι οποίοι την χρησιμοποίησαν ως διδάσκαλό τους και ως ποιήτρια των γαμήλιων και θρησκευτικών εορτών των, την τίμησαν δε και ζώσα και θανούσα διά νομισμάτων φερόντων την εικόνα της και άλλων τιμών. Η δε άλλη κλασσική αρχαιότητα ουδέν γνώριζε περί των κατηγοριών των μεταγενεστέρων. Ο Σόλων ακούσας ζήτησε να διδαχθεί τα μέλη της, οΠλάτων την αποκαλούσε  «δεκάτην Μοῦσαν», ο δε Στράβων, απηχών ίσως αρχαιότερης αντιλήψεις, την αποκαλεί «θαυμαστὸν χρῆμα» και μοναδική στον κόσμο γυναίκα.

    Η τέχνη της  Σαπφούς.
    Η Σαπφώ βρήκε και προήγαγε επιτόπια καλλιτεχνική παράδοση, καλλιεργηθείσα και αχθείσα σε προσωπική τέχνη, από των θρησκευτικών και οργιαστικών προλυρικών μορφών, θρακικής πιθανότατα προελεύσεως, υπό μακρές σειρές μουσικών και ποιητών. Αναφέρεται ότι εφεύρε την πυκτίδα και την μιξολυδιστί αρμονία, ο δε φερώνυμος στίχος της, αν δεν είναι δημιούργημα της, είναι πάντως μετρική μορφή καλλιεργηθείσα και επιβληθείσα υπ’ αυτής. Η ποίηση της Σαπφούς είναι καθαρώς λυρική- εκφράζει και πραγματώνει αισθητικώς εσωτερικές καταστάσεις, εξ αντιδράσεων ή επιδράσεων του ανήσυχου κοινωνικώς και ευεπίφορου προς τον λυρισμό περιβάλλοντος της. Κινείται ως βάθος αισθησιακό και αφορμάται από την πραγματικότητα της ζωής της μεταξύ των νεαρών φίλων της. Αλλά είναι πάντοτε αισθητική προβολή στα αποτελέσματα της πραγματικότητας ταύτης, τις λεπτότατες και λεπτομερειακές ψυχικές καταστάσεις, και ουδέποτε κατέρχεται στην εξυπηρέτηση των αφορμών της. Διασώζεται διά τούτο στα ποιήματα της μόνον η απώτερη και ευγενή απήχηση ενός ζωηρότατου αισθησιακού οργασμού, προεκτεινόμενου σε ψυχικές καταστάσεις και εκδηλωμένου μόνον στα μέσα της εκφράσεως των, την σύγκλιση και πυκνότητα της συνθέσεως, την δύναμη της διαθέσεως, την χρήση της γλώσσας, η οποία ουδέποτε διασπάται υπό ξένων διαλεκτικών στοιχείων και έχει την εκφραστικότητα και το αισθητικό βάρος της μητρικής γλώσσας, την ανάγλυφη γραφικότητα και υποβλητικότητα των εικόνων και μεταφορών και αντιθέσεων, αλλά προ παντός την ζωηρότητα και ευρηματικότητα των παρομοιώσεων· η σφοδρότητα του έρωτος παραβάλλεται με «ἄνεμον δρυσὶν» εμπεσόντα, η υπεροχή της Αριγνώτας μεταξύ των γυναικών της πατρίδος προς σελήνη μεταξύ των άστρων, ο γαμβρός προς ραδινό βλαστό κ. ά. Ουδέποτε θηρεύει τον κόσμο και την περίσσεια των επιθέτων, απαιτούντων νοητική συμμετοχή και ικανών να διασπάσουν την ρέουσα ενάργεια της εκφράσεως της· τα χρησιμοποιούμενα επίθετα της είναι απλά, κοινά και ως επί το πλείστον ενεργητικά- η θάλασσα είναι αλμυρά, η νυξ πολύωτος, ο έρως λυσιμελής και αλγεσίδωρος, η αηδών ιμερόφωνος, οι φίλες της αγαύες  και ροδαλές και ουδέν πλέον. Διά τούτο η ποίηση της διαφέρει της των άλλων λυρικών, συγχρόνων και μεταγενεστέρων· δεν έχει την βαρύτητα και διανοητικότητα της πινδαρικής, το εξεζητημένο και περίτεχνο της του Βακχυλίδου, την διάχυση και τον στόμφον της του Ανακρέοντος και άλλων λυρικών. Είναι καθαρά λυρική στην σύλληψη της, αφελής και ζωηρότατη στην έκφραση  της, πνευματική και απέριττος, πάντοτε δ’ υποβλητική και αξιωματική στην διάθεσή της, αυστηρή και σχεδιασμένη στην σύνθεσή της, τείνουσα στις κορυφώσεις, «τὴν σύνδεση πρὸς ἄλληλα εἰς ἑνότητα τῶν ἄκρων καὶ ὑπερτεταμένων παθημάτων» κατά Λογγίνο. Ο Διονύσιος Αλικαρνασσεύς την κατατάσσει μεταξύ των διδασκάλων του ρέοντος και μελωδικού ύφους. Διά τούτο ενωρίς είχε εκτιμηθεί η τέχνη της· την μιμήθηκε ο Θεόκριτος και ο Οράτιος και την μετάφρασε ο Κάτουλλος.http://www.apologitis.com

    ΟΙ ΕΤΑΙΡΕΣ

     

    ΟΙ ΕΤΑΙΡΕΣ


    (Σημ: βλέπε επίσης εδώ και εδώ)
    Εταίρες κατά την αρχαιότητα εκαλούντο οι γυναίκες εκείνες, οι οποίες απαλλαγμένες των δεσμών του γάμου, ζούσαν ελευθέρως εκ το εμπορίου των θέλγητρων των. Ό όρος εταίρα, συνώνυμος του όρου πόρνη, απετελούσε ευφημισμό χρησιμοποιηθέντα κατά πρώτον υπό των Αθηναίων, ήταν ανάλογος προς τον όρο amica των
    Ρωμαίων και δεν σήμαινε, όπως πιστεύτηκε υπό τίνων, ιδιαιτέρα τινά κατηγορία προνομιούχο στη τάξει των γυναικών, οι οποίες χρηματίζονταν εκ των φυσικών των θέλγητρων.
    Εξ όλων των πόλεων της Ελλάδος η ονομαστότερα δια τον αριθμό, την ωραιότητα και την πολυτέλεια των εταιρών της ήταν η Κόρινθος. Χάρις στην κεντρική της θέση η αφνειός Κόρινθος αποτελούσε το ερωτικό εντευκτήριο πλήθους ξένων πλουσίων και άσωτων εμπόρων και ναυτιλλομένων, εξ ου προήλθε και η γνωστή παροιμία: «οὐ παντὸς ἀνδρός εἰς Κόρινθον ἔσθ’ ὁ πλοῦς» (Στράβ. VIII, 6, 20). Οι γνωστότερες όμως και ενδοξότερες εταίρε είναι οι των Αθηνών. Η δημοσία συναναστροφή των περισσοτέρων εξ αυτών μετά πολιτικών ανδρών, καλλιτεχνών, ποιητών, φιλοσόφων κλπ. τις συνέδεσε με το όνομα των φίλων των και τις κατέστησε ενδόξους. Αφ’ ετέρου ο θρύλος, ο οποίος ήδη από της αρχαιότητος σχηματίσθηκε περί το όνομα της Ασπασίας, συνετέλεσε πολύ στο να προσδώσει  εξαιρετική αίγλη εις ολόκληρη την τάξη ων κοινών γυναικών. Ούτως επιστεύθη ότι όλες οι εταίρες είχαν τας αναμφισβήτητους αρετές της Ασπασίας και των ολίγων ανταξίων αυτής γυναικών. Εις την πραγματικότητα όμως οι περισσότερες και μορφώσεως και πνεύματος στερούντο, και το μόνον προτέρημα, στο οποίο στήριζαν την ελπίδα τής επιτυχίας των, ήταν η φυσική των καλλονή.
    Η ακμή του εταιρισμού στην Αθήνα άρχεται από των τελών του Ε΄ αιώνος και επιφέρει μεγάλη κρίση στο γάμο, ο όποιος, θεωρούμενος έως τότε ως καθήκον κάθε πολίτου και ως θεμέλιο της κοινωνίας, αρχίζει να προσβάλλεται πανταχόθεν. Η κωμωδία της εποχής, εκπροσωπούσα την κρατούσαν γνώμη, τον σατυρίζει ανηλεώς, οι δε νέοι τον αποφεύγουν δια τον φόβο των βαρών, των ανησυχιών και των φροντίδων, τις οποίες συνεπάγεται» Οι περισσότεροι εκ των συγγραφέων και καλλιτεχνών τής εποχής ταύτης αντί να νυμφευθούν προτιμούσαν να διατηρούν κατά το μάλλον ή ήττον διαρκείς σχέσεις μετά εταίρες. Είναι γνωστές οι σχέσεις του Πραξιτέλους μετά τής Φρύνης, του Αρίστιππου μετά της Λαΐδας, του Μενάνδρου μετά τής Γλυκέρας, του Διφίλου μετά τής Γναθαίνης, του Επικούρου μετά της Λεόντιον κλπ.
    Οι εταίρες δύνανται να διαιρεθούν σε πλείστες κατηγορίας. Την τελευταία εξ αυτών αποτελούσαν οι γυναίκες εκείνες, οι οποίες ζούσαν στους τόπους της επισήμου πορνείας. Η ίδρυση οίκων ανοχής ανάγεται στους χρόνους του Σόλωνος, ο οποίος θεώρησε απαραίτητο την πορνεία διά την εξασφάλιση των εντίμων γυναικών από τις επιθέσεις των άγαμων (Αθήναιος IΓ΄, 569 D). Το αντίτιμο εκάστης επισκέψεως στους οίκους τούτους, οι όποιοι καλούντο πορνεῖα, οἰκήματα, ἐργαστήρια, παιδισκεῖα, κασαυρεῖα, ήταν ένας οβολός. Εκτός των επισήμων τούτων ιδρυμάτων υπήρχαν και πολλά άλλα διατηρούμενα υπό Ιδιωτών, ανδρών ή γυναικών, ξένων, μετοίκων ή απελεύθερων, καλουμένων πορνοβοσκῶν. Οι γυναίκες των οίκων τούτων ανήκαν στην ιδιοκτησία του κυρίου των και ήσαν δουλικής καταγωγής, προωρισμένα εκ παιδικής ηλικίας διά το επάγγελμα τούτο, ή είχαν εκπέσει σε δουλεία λόγω εκθέσεως ή λόγω αρπαγής των υπό πειρατών ή πολεμίων. Οι  γυναίκες αυτές κατείχαν υψηλοτέρα σχετικά θέση ή αι των δημοσίων οίκων.
    ’λλην ιδιαιτέρα και πολυάριθμο τάξη εταιρών αποτελούσαν οι ορχηστρίδες, οι αυλητρίδες, οι καθαρίστριες, οι ψάλτριες, οι σμαβυκίστρες, οι οποίες  προσκαλούμενες στα συμπόσια έτερπαν με την τέχνη και τα Φυσικά των θέλγητρα τους ευωχούμενους. Καθόλου ειπείν οι καλλιτέχνιδες αυτές αποτελούσαν ιδιοκτησία ενός κυρίου , ο οποίος τις εκπαίδευε και τας ενοίκιαζε σε ιδιώτες. Μερικές όμως εξ αυτών ήσαν απελεύθεροι, εξακολουθούσαν δι’ ίδιο λογαριασμό το διπλοΰν επάγγελμα, το όποιον είχαν ως δούλες (Λουκιαν. Εταιρ. Διαλ. 15, 2).
    Απομένει τέλος το πλήθος των εταιρών, οι οποίες όντας ελεύθερες ζούσαν μόνες και ανεξάρτητες. Αυτές ήσαν απελεύθερες ή ξένες, σπανιώτερα δε πολίτιδες. Ό αριθμός των απελεύθερων, οι οποίες επιδίδονταν στο επάγγελμα τούτο, ήταν μέγας. Όσο αφορά τις ξένες, αυτές προσελκύονταν στα μεγάλα κέντρα και ιδίως στην  Αθήνα υπό των ευκολιών, τις οποίας προσέφερε η πόλη στην εξάσκηση του. επαγγέλματος των και υπό της ελπίδας μεγαλύτερων κερδών, οσάκις δεν ήσαν θύματα βιωτικής ατυχίας. Ο αριθμός των εξ εντοπίων και ελευθέρων γονέων γεννηθεισών εταιρών ήταν σχετικώς μικρός και προέρχονταν συνήθως εκ των κατωτέρων τάξεων και εκ μεγάλης διαστροφής ή μεγάλης ατυχίας (Λουκιαν. Εταιρ. Διάλ. 6,1. κ. έ.).
    Οι τόποι και οι ευκαιρίες, κατά τις οποίες συναντά κανείς στην Αθήνα τις εταίρες ήσαν ποικίλοι. Εξέρχονταν και επιδεικνύονταν ελευθέρως στην οδό (ενώ αυτό ήταν απαγορευμένο για τις έντιμους γυναίκες) και μόνον λεπτομέρειες μερικές της αμφιέσεώς των πρόδιδαν το επάγγελμα των. Έφεραν επί παραδείγματι υποδήματα, οι ήλοι των οποίων αποτύπωναν επί του εδάφους ερωτική τίνα πρόσκληση,· ως «ἀκολούθ(ε)ι» κλπ. Μεταξύ των διαφόρων τρόπων, διά των οποίων εκδήλωνε κάποιος  την προτίμησή του προς τα θέλγητρα μιας εταίρας, ήταν και η μηλοβολία. Συναντούσε κανείς επίσης εταίρες σε όλους τους πολυσύχναστους τόπους: στα θέατρα, στην αγορά, στο ναό της Αφροδίτης κλπ.
    Οι κύριοι πελάτες των εταιρών ήσαν οι πλούσιοι νέοι. Κάθε πλούσιος Αθηναίος έφηβος από της εφηβίας του μέχρι του γάμου του διέθετε αρκετά έτη διά την ασωτία και την άγρα της ηδονής. Οι σχέσεις των μετά των εταιρών δεν είχαν καμιά ιδιαιτέρα ωραιότητα και έμοιαζαν καταπληκτικά με τις σχέσεις των νέων όλων των αιώνων προς τις κοινές γυναίκας. Η κοινή γνώμη δείκνυε άκρα επιείκεια προς τις ασωτίας των νέων, η δε τρέχουσα ηθική δεν είχε τίποτε να τις κατηγορήσει αν δεν κατασπαταλούσαν την πατρική των περιουσία διασκεδάζοντας μετά των εταίρων, αν δεν προκαλούσαν σκάνδαλο και αν γνώριζαν να αποσυρθούν εγκαίρως. Το  σύνηθες τέλος των δεσμών τούτων ήταν κανείς πολυτάλαντος γάμος, τον όποιον επετύγχαναν οι γονείς και επεδοκίμαζαν οι υιοί.
    Αλλά τα αθηναϊκά ήθη ανέχονταν και σχέσεις νυμφευμένων ανδρών μετά εταιρών. Είναι αληθές ότι οπωσδήποτε ο γάμος επέφερε ποιάν τίνα διακοπή των σχέσεων τούτων και μετάβαλλε πως την ηδονοπαθή ελευθέρα ζωή, αλλ’ είναι συγχρόνως αναμφισβήτητο, ότι οι συζυγικές απιστίες δεν αποτελούσαν εξαίρεση και δεν προκαλούσαν σκάνδαλο. Η κυρία αιτία του γεγονότος τούτου ενέκειτο στον τρόπο, με τον οποίο συνάπτονταν οι αθηναϊκοί γάμοι. Πολλάκις οι νεόνυμφοι ουδέ κατ’ όψιν καν είχαν γνωρίσει αλλήλους προ του γάμου. Τα του γάμου προετοίμαζαν οι γονείς, οι οποίοι αδιαφορούσαν τελείως διά την κλίση και την ιδιοσυγκρασία των συζευγνυομένων και εφρόντιζαν μόνον διά την καταγωγή και την περιουσία. Η συμπάθεια και ο έρως δεν είχαν σχεδόν καμίαν θέση στις ενώσεις αυτές. Χαρακτηριστικότατη είναι και η σχετική ομολογία του Δημοσθένη στο  «Κατὰ Νεαίρας» λόγον του: «τὰς μὲν ἑταίρας ἡδονῆς ἕνεκ ἔχομεν, τὰς δὲ παλλακὰς τῆς καθ ἡμέρας θεραπείας τοῦ σώματος, τᾶς δὲ γυναῖκας τοῦ παιδοποιεῖσθαι γνησίως καὶ τῶν ἔνδον φύλακα πιστὴν ἔχειν» (Δημοσθ. Κατά Νεαίρ. 122). Η παιδεία των γυναικών παραμελούνταν σχεδόν παντελώς, διότι ενομίζοντο αυτές κατωτέρας τάξεως όντα, ήττον των ανδρών πεπροικισμένες υπό της φύσεως και ανίκανες να λάβουν μέρος στα δημόσια πράγματα ή να συμμερισθούν της συμπαθείας των εαυτών ανδρών. Όθεν διανοητικώς αυτές δεν ήσαν ικανές προς ευάρεστο κοινωνία μετά των συζύγων των, επιζητούντων διά τούτο αλλαχού ότι δεν εύρισκαν στον οίκο. Οι γυναίκες ήσαν υποβεβλημένες εις υποχρεώσεις, τις οποίες οι άνδρες δεν ήσαν υποχρεωμένοι να τηρούν. Η γυνή φαίνεται ότι δεν είχε το δικαίωμα να καταδίωξει τον σύζυγό της και εάν μπορούσε  να απόδειξη ότι παρέβη την συζυγική πίστη, ενώ η ιδία υπέκειτο σε αυστηρές ποινές επί τω ίδιο έγκλημα.
    Συχνάκις υποστηρίχθηκε ότι ο αθηναϊκός νόμος επέβαλλε στις εταίρες ιδιαίτερο ένδυμα, το οποίο τις διέκρινε από των άλλων γυναικών. Η μόνη άμεσος μαρτυρία η φερομένη προς υποστήριξη της γνώμης ταύτης είναι χωρίο τι του Σουίδα, κατά το οποίο «νόμος Ἀθήνησι τὰς ἑταίρας ἀνθινὰ φορεῖν»· φαίνεται όμως ότι ενταύθα η λέξη νόμος τέθηκε αντί του «ἔθος». Αλλαχού, όπως στους Λοκρούς, στις Συρακούσες, στην Λακεδαιμόνα, απαγορεύονταν στις έντιμες γυναίκες να φορούν ορισμένα είδη ενδυμάτων. Καθόλου ειπείν όμως ουδείς περιορισμός επιβάλλονταν στην ενδυμασία των εταιρών, διότι αρκούσε η όλη εμφάνισή τους, για να προδώσει το επάγγελμά τους. Αν η ενδυμασία τους διέφερε της ενδυμασίας των εντίμων γυναικών, τούτο οφείλεται στην ελευθέρα εκλογή τους και στην ανάγκη να προσελκύσουν την προσοχή των ανδρών και να καταστήσουν έκδηλα τα θέλγητρα των. «Αἱ ἑταῖραι, καὶ μάλιστα αἱ ἀμορφότεραι αὐτῶν, καὶ τὴν ἐσθῆτα ὅλην πορφυρᾶν καὶ τὴν δειρὴν χρυσῆν πεποίηνται, τῷ πολυτελεῖ θηρώμεναι τὸ ἐπαγωγὸν καὶ τὸ ἐνδέον τῷ καλῲ προσθέσει τοῦ ἔξωθεν τερπνοῦ παραμυθούμεναι· ἡγοῦνται γὰρ καὶ τὴν ὠλὲνην αὐταῖς στιλπνοτέραν φαίνεσθαι συναπολάμπουσαν τῷ χρυσῷ καὶ τοῦ ποδὸς τὸ μὴ εύπερίγραφον λήσειν ὑπὸ χρυσῷ σανδάλῳ καὶ τὸ πρόσωπον αὐτὸ ἐρασμιώτερον γενήσεσθαι τῷ φαεινοτάτῳ συνορώμενον» (Λουκιαν. Περί του οίκου 194, 7).
    Οι εταίρες αποτελούσαν πηγή προσόδων στην αθηναϊκή πολιτεία. Μεταξύ των εισοδημάτων της πόλεως συγκαταλέγονταν και το «πορνικὸν τέλος», του οποίου η είσπραξη μισθώνονταν κατ’ έτος υπό της βουλής στους πορνοτελώνες, οι οποίοι απέγραφαν τους καθ’ έκαστο έτος επιδιδόμενους στο επάγγελμα της πορνείας. Φαίνεται δε ότι η επαγρύπνηση του κράτους επεκτείνονταν και μέχρι του καθορισμού του ποσού, το οποίον δικαιούτο να λαμβάνει εκάστη εταίρα, χωρίς τούτο να σημαίνει κατ’ ουσία ότι η εταίρα δεν ήταν ελευθέρα να προβαίνει στις ιδιαιτέρες μετά των πελατών της συμφωνίες.
    Η φήμη πολλών εταιρών παρέμεινε αμείωτος μέχρις ημών. Πλην της Ασπασίας, η οποία διαδραμάτισε σπουδαιότατο πρόσωπο στη αθηναϊκή δημοκρατία διά του ερωτά της προς τον Περικλέα, είναι γνωστή η Φρύνη, ήτις χρησίμευσε ως πρότυπο αγάλματος της Αφροδίτης, η Λαΐς φίλη Αρίστιππου του Κυρηναίου, η Θαργηλία εκ Μιλήτου, ήτις κατά τον Πλούταρχο είχε σχέσεις με τους μεγαλύτερους πολιτικούς άνδρας της Ελλάδος και απέθανε ως βασίλισσα στην Θεσσαλία, η Θαίς, ερωμένη του Αλεξάνδρου κατ’ αρχάς και σύζυγος του Πτολεμαίου, βασίλισσα της Αιγύπτου βραδύτερον, η Λάμια φίλη Δημητρίου του Πολιορκητή, για την οποία οι Αθηναίοι ίδρυσαν βωμό υπό την επίκληση Αφροδίτη Λάμια, η Λεόντιο μαθήτρια του Επικούρου και κομψή συγγραφεύς κατά μαρτυρία του Κικέρωνα, και άλλες.
    Στην Ρώμη δέον να διακρίνουμε δύο περιόδους της ιστορίας των εταιρών. Μέχρι της εισβολής των ελληνικών εθίμων οι scortae και meretrices ήσαν κοινές πόρνες. Ζούσαν στα lupanar (πορνείο), ήσαν δούλες των lenones (πορνοβοσκών), και υπέκειντο σε αυστηρά παρακολούθηση εκ μέρους των αγορανόμων. Όπως στην Αθήνα έτσι και στη Ρώμη, το επισκέπτεσθαι τα πορνεία δεν ήταν καθόλου ατιμωτικό. Όταν εισέβαλαν τα ελληνικά ήθη στη Ρώμη, σχηματίσθηκε υπεράνω των scorta
    κατά το ελληνικό πρότυπο μία τάξη εταιρών ελευθέρων και ανεξαρτήτου, οι οποίες εκμεταλλεύονταν τα θέλγητρα των δι’ ίδιον λογαριασμό, και μετέρχονταν συγχρόνως την αυλητρίδα, κιθαρίστρια, χορεύτρια, υποχρεούμενοι μόνον να φέρουν ως διακριτικό ιδιαιτέρα τήβεννο, την toga meretricia (βλ. και λέξη πορνεία).

    Βιβλιογραφία
    01. Λουκιανού, Εταιρικοί διάλογοι τ. Γ΄σ. 253 κ.εξ
    02. Αθηναίου, Δειπνοσοφιστές, βιλβ. Ιγ΄
    03. Brouwer, Histoire de la civilisation morale er religieuse des Grecs
    04. W. A. Becker, Charikles, γ΄έκδ. υπό Goel, τ., Β΄ (Die Hetaeren) σ. 85-103
    05. Του αυτού, Gallus, Β΄ έκδ. υπό Goel τ. Γ΄ (Die Buhlerinnen), σ. 89-103 (Berlin 1882)
    06. P. Darblay, Les Hetaires celebres (1889)
    07. E. Deschanel, Les courtisanes grecques (Paris 1847)
    08. Dufour, Histoire de la prostitution (Bruxelles 1861)
    09. Dupouy, La prostitution dans l’ antiquite (1877)
    10. W.S. Ferguson, Hellenistic Athens (London 1911)
    11. F. Jacobs, Beitrage zur Gesch. des Weiblich. Geschlechts εν «Vermischt. Schrift», τ. IV, σ. 312-534
    12. E. Montagne, Histoire de la prostitution dass l’ antiquite (1869)
    13. M. de Moutifand, Les courtisanes de l’ antiquite (Paris 1883 - 1884)
    14. Wachsmuth, Jellen. Allterth., τ. Β΄, σ. 392

    Πηγή: Παπακωνσταντίνου Θ., Φιλόλογος, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος Ια΄, σσ. 662 - 663

    ΠΑΛΛΑΚΙΔΕΣ & ΙΕΡΟΔΟΥΛΟΙ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΜΕΣΟΓΕΙΟ ΙΕΡΕΣ ΣΥΝΤΕΧΝΙΕΣ – ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ


    Γράφει ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ, Αρχαιολόγος

     

    Σκηνή συμποσίου. Ερυθρόμορφο αγγείο, που βρίσκεται στο Εθνικό Μουσείο της Νεάπολης & οπίσθια όψη αγάλματος της Αφροδίτης από την Σιδώνα (Παρίσι, Μουσείο του Λούβρου) (Πηγή: Ιστορία Εικονογραφημένη, τεύχος 435, Σεπτέμβριος 2004, άρθρο «Παλλακίδες & ιερόδουλοι στην Αρχαία Μεσόγειο, Ιερές συντεχνίες – Ιδιωτικό Εμπόριο», Σταύρος Οικονομίδης, Αρχαιολόγος, σελίδα 61)

    (Σημ: βλέπε επίσης εδώ και εδώ)
    Οι εταίρες του αρχαίου ελληνικού κόσμου ανήκουν, αν και όχι αποκλειστικά, κυρίως στον αστικό χώρο της πόλης. Συχνά έρχονται σ’ αυτήν από την επαρχία και επίσης αλλάζουν συχνά τόπο κατοικίας, όπως η γνωστή Νέαιρα. Καθώς είναι φυσικό έλκονται περισσότερο από τα μεγάλα εμπορικά κέντρα: την Αθήνα, την Κόρινθο, την Πάφο, την πόλη της Ρόδου.
    Και άλλα αστικά κέντρα και εμπορικοί κόμβοι είναι γνωστοί για τον μεγάλο πληθυσμό εταίρων, δημόσιων παλλακίδων και ιεροδούλων, όπως η Επίδαμνος στην Ήπειρο, η Επίδαυρος, τα Μέγαρα, η Τανάγρα, το Βυζάντιο. Επίσης ολόκληρες περιοχές είναι διάσημες για τις εταίρες τους, όπως η Θεσσαλία, η Σικελία, η Ναύκρατις της Αιγύπτου. Στην Ιταλική Χερσόνησο η Ρώμη κρατεί τα πρωτεία σε αριθμό εταίρων και από νωρίς παίρνει τον χαρακτήρα της «πρωτεύουσας της διαφθοράς». Το περίφημο λαϊκό προάστιο της Ρώμης, η Σουμπούρα, ήταν συνοικία φτωχών μετοίκων και εταίρων, ένα είδος «πόλης της αμαρτίας» στην οποία άντρες από όλες τις κοινωνικές τάξεις μπορούσαν να βρουν πόρνες για όλα τα γούστα και τα βαλάντια.

    Αριστερά: Άλλη μια σκηνή συμποσίου από ερυθρόμορφη κύλικα του 5ου αιώνα. Στο κέντρο γυμνή εταίρα παίζει δίαυλο. (Πηγή: Ιστορία Εικονογραφημένη, τεύχος 435, Σεπτέμβριος 2004, άρθρο «Παλλακίδες & ιερόδουλοι στην Αρχαία Μεσόγειο, Ιερές συντεχνίες – Ιδιωτικό Εμπόριο», Σταύρος Οικονομίδης, Αρχαιολόγος, σελίδα 62 & 63)
    Δεξιά: Πινάκιο από την Απουλία με σκηνή συνομιλία νέου με εταίρα. (Πηγή: Ιστορία Εικονογραφημένη, τεύχος 435, Σεπτέμβριος 2004, άρθρο «Παλλακίδες & ιερόδουλοι στην Αρχαία Μεσόγειο, Ιερές συντεχνίες – Ιδιωτικό Εμπόριο», Σταύρος Οικονομίδης, Αρχαιολόγος, σελίδα 63)

    Στην Πομπηία η λάβα από την έκρηξη του Βεζούβιου διατήρησε την πόλη σχεδόν ανέπαφη και έτσι μπορούμε να επισκεφθούμε και να μελετήσουμε ολόκληρες συνοικίες που φιλοξενούσαν πορνεία και χαμαιτυπεία κάθε λογής. Επίσης διατηρήθηκαν αναλλοίωτες τοιχογραφίες με θέματα από τον αγοραίο έρωτα της εποχής ώστε να μπορούμε να φανταστούμε την κατάσταση και σε άλλες παράλιες πόλεις, πόλεις με ισχυρή διακίνηση κεφαλαίου και πληθυσμού.
    Συχνά οι κοπέλες ήταν Ανατολίτισσες και έρχονταν από χώρες όπως τη Λυδία, τη Συρία και τη Φοινίκη. Η Θράκη είχε επίσης τη φήμη περιοχής που εξήγε μεγάλο αριθμό δούλων και εταίρων. Στην Αίγυπτο οι δούλες που πωλούνταν ως πόρνες εισάγονταν από τις αραβικές χώρες και από την Αφρική μέσω των ακτών της Ερυθράς Θάλασσας. Οι «εισαγωγείς» εταίρων στην Αίγυπτο ήταν υποχρεωμένοι να πληρώσουν ειδικό τελωνειακό φόρο, τον λεγόμενο «Εταιρικό», που τους έδινε όμως το προνόμιο να διακινούν ελεύθερα στην Αίγυπτο το ζωντανό εμπόρευμα τους και να οργανώνουν ατιμώρητα δίκτυα μαστροπείας και πορνείας. Εταίρες από την Ελλάδα ήταν αντίθετα σπάνιες και ακριβές στην Ανατολή και στην Ασία και η απόκτηση τους εθεωρείτο σημείο μεγάλης οικονομικής ευχέρειας.
    Οργανωμένη πορνεία αναπτύχθηκε σε διάφορες περιοχές του ελληνικού χώρου, σε ναούς αφιερωμένους στη θεά Αφροδίτη, όπου οι ιερές δούλες, ή ιερόδουλες, ήταν ιδιοκτησία των ναών και εργάζονταν προς όφελος πάντα του ναού. Κάθε ναός της Αφροδίτης όφειλε να πληρώσει δασμό στην πόλη που τον φιλοξενούσε, ένα είδος πάγιου φόρου που προερχόταν από τα ετήσια κέρδη των ναών αυτών.
    Οι ιερόδουλες των ναών της Αφροδίτης απάρτιζαν σωματεία, κατά πόλη και γεωγραφική περιοχή, σωματεία οργανωμένα τα οποία ασκούσαν και ισχυρή επιρροή στην οικονομική και επομένως στην πολιτική ζωή. Στις δύσκολες καταστάσεις που αντιμετώπιζε η πολιτεία οι ιερόδουλες ήταν υποχρεωμένες να προσευχηθούν συλλογικά για τη σωτηρία και την ασφάλεια όλων. Λέγεται ότι, όταν οι Πέρσες του Ξέρξη κατέβαιναν για να υποδουλώσουν την Ελλάδα, οι ιερόδουλες της Κορίνθου συγκεντρώθηκαν στην κορυφή του Ακροκορίνθου και προσευχήθηκαν όλες μαζί. Μετά την αποτυχία του Ξέρξη ο Σιμωνίδης εμπνεύστηκε ένα ωραίο επίγραμμα αφιερωμένο στις ιερόδουλες και στην Αφροδίτη, που εισάκουσε τις προσευχές τους. Το επίγραμμα χαράχθηκε σε έναν πίνακα που τοποθετήθηκε στον ναό της θεάς.

    Χάλκινο άγαλμα της Αφροδίτης από τη Σιδώνα. (Πηγή: Ιστορία Εικονογραφημένη, τεύχος 435, Σεπτέμβριος 2004, άρθρο «Παλλακίδες & ιερόδουλοι στην Αρχαία Μεσόγειο, Ιερές συντεχνίες – Ιδιωτικό Εμπόριο», Σταύρος Οικονομίδης, Αρχαιολόγος, σελίδα 64)

    Οι ναοί της Αφροδίτης ήταν συγκροτήματα πολλών κτιρίων μέσα στα οποία ασκείτο λατρεία της θεάς και ιερή πορνεία. Είναι πιθανό ότι στο συγκρότημα ή σε άμεση γειτνίαση υπήρχαν καταλύματα για τους προσκυνητές που έρχονταν από μακριά.  Ο προσκυνητής-πελάτης παρουσιαζόταν στους θεράποντες της θεάς οι οποίοι τον οδηγούσαν στον ναό, για να αφήσει τα δώρα του και να θυσιάσει στη θεά. Ύστερα περνούσε στον χώρο στον οποίο κατοικούσαν οι ιερόδουλες. Για να δουλεύουν σε έναν χώρο οργανωμένο και με κρατική υποστήριξη σημαίνει ότι οι ιερόδουλες πρέπει να επιλέγονταν αυστηρά για την ομορφιά τους και τους τρόπους τους. Στους ναούς της Πανδήμου Αφροδίτης είναι βέβαιο πως η πορνεία προστατευόταν από τους επίσημους φορείς του άστεως και δεν ενείχε την έννοια της φτηνής, αγοραίας εκπόρνευσης. Επρόκειτο για αφιέρωση στην Αφροδίτη.
    Η ερωτική πράξη στο πλαίσιο του ναού θεωρείτο καθαρά ως ιερή τελετουργική πράξη ένωσης με τη θεά. Όσο απίστευτο και να φαίνεται σε εμάς σήμερα, στον ελληνορωμαϊκό πολιτισμό η ιεροδουλία ήταν ένας από τους πιο σεβαστούς και παραδοσιακούς θεσμούς.

    Λεπτομέρεια από τον κρατήρα του Ευφρονίου όπου εικονίζονται εταίρες. (Πηγή: Ιστορία Εικονογραφημένη, τεύχος 435, Σεπτέμβριος 2004, άρθρο «Παλλακίδες & ιερόδουλοι στην Αρχαία Μεσόγειο, Ιερές συντεχνίες – Ιδιωτικό Εμπόριο», Σταύρος Οικονομίδης, Αρχαιολόγος, σελίδα 65)

    Μαζί με τις ιδιωτικές παλλακίδες οι ιερόδουλες αποτελούσαν την πιο υψηλή τάξη, ένα είδος εταιρικής «ελίτ». Προσέφεραν υψηλό λειτούργημα έναντι των πολιτών ή των ξένων και της θεάς. Με το αζημίωτο βέβαια. Η Κόρινθος, για παράδειγμα, «δεν ήταν για όλα τα βαλάντια». Η άσκηση της ιερής δουλείας κόστιζε πανάκριβα σε όποιον επιθυμούσε να ενωθεί με την Αφροδίτη και να «θύσει» στην κλίνη του Έρωτα! Στους χρόνους της ακμής της η Κόρινθος είχε πάνω από χίλιες ιερόδουλες στον λόφο του Ακροκορίνθου. Ανάμεσα στα άλλα αγαθά που ανταλλάσσονταν στην πλούσια πόλη, ισχυρός πόλος έλξης για τους επισκέπτες ήταν οι ιερόδουλες, «αιτία πτώχευσης πολλών άμοιρων ναυτικών», όπως λέει ο Στράβων. Δεν ήταν λίγες οι φορές που σημαίνοντα πρόσωπα (όχι μόνο άντρες, αλλά και γυναίκες) προσέφεραν στην Αφροδίτη ολόκληρες ομάδες από ιερόδουλες.
    Ένα από αυτά ήταν και ο Ξενοφών ο Κορίνθιος που είχε κάνει τάμα για τη νίκη του στους Ολυμπιακούς Αγώνες την αφιέρωση πολλών ιεροδούλων στη θεά του έρωτα. Συγκεκριμένα ο Πίνδαρος στις Ωδές του συμπεριέλαβε ένα ποίημα που αφορούσε το τάμα αυτού του αθλητή του πένταθλου.
    Η Κόρινθος ήταν ήδη πριν τους Περσικούς Πολέμους το μεγαλύτερο και πιο οργανωμένο κέντρο ιεροδουλικής δραστηριότητας στην Ελλάδα. Δεν ήταν η μόνη πόλη με έντονη λατρεία της Αφροδίτηςκαι με τόσο ευρεία διάθεση ιεροδούλων. Ο Έρυξ της Σικελίας, η Πάφος και η Αμαθούντα της Κύπρου, οι Επιζεφύριοι Λοκροί της Ιταλίας ήταν επίσης παγκόσμια κέντρα ιεροδουλίας, της προστατευμένης από τους ναούς της Αφροδίτης εκπόρνευσης γυναικών. Ιστορικά οι συντεχνίες των ιεροδούλων είχαν ασιατική καταγωγή, με πιθανό τόπο προέλευσης τη μικρασιατική Λυδία και τη δημώδη ερωτική λατρεία της Αστάρτης σε όλη την Εγγύς Ανατολή, από τη Συρία και τη Μικρά Ασία ως την Παλαιστίνη και την Κύπρο.
    Η ερωτική αφιέρωση διαμέσου της ερωτικής πράξης είναι μια πρακτική που χάνεται στα βάθη των αιώνων. Αρχικά ήταν μια γνήσια τελετουργική διαδικασία προς τιμήν της θεάς της γονιμότητας, η οποία εξασφάλιζε την ενδυνάμωση των γενετήσιων ικανοτήτων και την καρποφορία. Αργότερα, στον ελληνικό κόσμο, η λατρευτική αφιέρωση στον έρωτα διοχετεύτηκε σε πολλές λατρείες, όπως σ’ αυτήν τουΔιονύσου, του Πριάπου και της Πανδήμου Αφροδίτης.
    Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Νικάνδρου η Αθήνα επί Σόλωνος απέκτησε τον πρώτο μεγάλο ναό της Πανδήμου Αφροδίτης και παράλληλα τη δική της συντεχνία οργανωμένων ιεροδούλων. Αυτό το μέτρο του Σόλωνα, δημοσίου ελέγχου των εταιρών, ανήκε στο ευρύτερο πλαίσιο νόμων και αστικών θεσμών του. Πέρα από τη θέσπιση της ιεροδουλίας στον ναό της Πανδήμου Αφροδίτης η άποψη του Σόλωνα για τις κοινές πόρνες ήταν τόσο αρνητική ώστε τον ώθησε να εύχεται αυτές να μην έχουν απογόνους που ντροπιάζουν την πόλη και τις ηθικές αξίες της.
    Λίγο αργότερα ο Σωκράτης μας ξαφνιάζει στον διάλογο που κάνει με τη Θεοδότη εξομοιώνοντας το επάγγελμα της πόρνης με κάθε άλλη επαγγελματική ενασχόληση. Ο Σωκράτης δεν διστάζει να πει ότι η εκπαίδευση που δίνει ο προστάτης - μαστροπός στην εταίρα είναι ανώτερη διδαχή της υπέρτατης σαρκικής και ψυχικής απόλαυσης.
    Αν και ευδοκίμησε στους αιώνες της κλασικής και ελληνιστικής Αθήνας ο θεσμός του Σόλωνα δεν στάθηκε αρκετά ισχυρός για να κάνει το άστυ της Παλλάδος παγκοσμίως γνωστό για τη δράση των ιεροδούλων του. Αντίθετα στο Άστυ επικράτησαν τα ιδιωτικά πορνεία και η προαγωγή, η διακίνηση και η εκμετάλλευση των εταίρων από επαγγελματίες του χώρου (μαστροπούς, Ienonaes, prostitutores)


    Νομική κατάσταση των αρχαίων εταίρων


    Η «σταδιοδρομία» των εταίρων άρχιζε νωρίς, αμέσως μετά την εμφάνιση της εμμηνόρροιας. Οι κοπέλες άλλαζαν το όνομα τους διαλέγοντας ένα όνομα «μάχης» που θα τις αντιπροσώπευε στον χώρο του αγοραίου έρωτα. Το όνομα δινόταν συχνά από τον ή την υπεύθυνη για την εκπόρνευση του κοριτσιού. Δεν επρόκειτο για ονόματα δηλωτικά του επαγγέλματος.
    Μάλλον επιλέγονταν ονόματα όμορφα, εύηχα, εξωτικά όπως Αφροδίτη, Λαΐς, Νηρηίς, Νεφέλη ή ονόματα που υποδήλωναν τον τόπο καταγωγής: Λυδία, Συρία, Αιγύπτια, Περσηίς. Η αλλαγή του ονόματος γινόταν, για να χάνονται ευκολότερα τα ίχνη των απαχθέντων από τα σπίτια τους κοριτσιών αλλά και για να είναι εύκολη η επαναχρησιμοποίηση του αρχικού ονόματος σε περίπτωση που η εταιρική «σταδιοδρομία» τερματιζόταν με γάμο.
    Η νομική κατάσταση διέφερε πολύ από τόπο σε τόπο. Στους οίκους ανοχής συνήθως εργάζονταν δούλες αλλά και ελεύθερες γυναίκες που είχαν συνάψει ειδικό συμβόλαιο εργασίας. Η απομάκρυνση από τον οίκο ήταν δυνατή μόνο σε περίπτωση που ικανοποιούνταν απόλυτα οι εργασιακές απαιτήσεις του ιδιοκτήτη του. Δεν ήταν αδύνατο ή σπάνιο αυτές οι εταίρες να επιλέξουν την απόδραση, με τη βοήθεια κάποιου πελάτη, ενός νέου εκμεταλλευτή ή με δική τους θέληση. Οι εταίρες που διήγαν τον εταιρικό τους βίο εκτός οίκων ανοχής ήταν συνήθως απελεύθερες (δούλες που είχαν κατορθώσει να εξαγοράσουν την ελευθερία τους) ή γυναίκες γεννημένες ελεύθερες. Αυτές προέρχονταν από ανώτερα κοινωνικά στρώματα και φιλοδοξούσαν να γίνουν ερωμένες και παλλακίδες πλούσιων και υψηλά ισταμένων πολιτικών παραγόντων. Λέγεται ότι μια από αυτές ήταν η περίφημη Ασπασία, σύντροφος του Περικλή και ικανότατη υποστηρίκτρια της πολιτικής δράσης του στην Αθήνα του Χρυσού Αιώνα. Κατά κανόνα οι εταίρες επιλέγονταν από τα πλέον χαμηλά κοινωνικά στρώματα. Οι δημεύσεις περιουσιών αφορούσαν και το προσωπικό που υπηρετούσε τους χρεοκοπημένους αφέντες του. Θεραπαινίδες, υπηρέτριες και μαγείρισσες δημεύονταν μαζί με τα έπιπλα, τα κτίρια και τα περιβόλια! Στην καλύτερη περίπτωση αγοράζονταν σε δημόσιο πλειστηριασμό από κυρίους που τους ξανάδιναν την κανονική τους ιδιότητα. Στη χειρότερη περίπτωση αγοράζονταν από τους lenonaes και οδηγούνταν στην πορνεία.
    Η κατάληξη στον οίκο ανοχής πολλές φορές γινόταν λόγω αιχμαλωσίας κατά τη διάρκεια πολέμων. Σε αυτήν την περίπτωση οι νικητές μετέφεραν στις πόλεις τις απαχθείσες γυναίκες και τις πωλούσαν στο σκλαβοπάζαρο ή σε εμπόρους λευκής σαρκός. Γυναίκες - προϊόντα πειρατικών επιδρομών κατέληγαν πάντα στην πορνεία, όπως και γυναίκες που υπήρξαν έκθετα βρέφη.
    Εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε ότι τα έκθετα βρέφη (μωρά αγνώστου πατρός, άτυχες συλλήψεις) συνήθως εγκαταλείπονταν σε κεντρικά σημεία: πλατείες, σταυροδρόμια, αγορές. Νωρίς το πρωί άνθρωποι των οίκων ανοχής εξέταζαν τα έκθετα βρέφη και αν τα θεωρούσαν υγιή και όμορφα τα έτρεφαν και τα συντηρούσαν μέχρι να φτάσουν στην ηλικία της ερωτικής συνεύρεσης.
    Οι lenonaes είχαν δικαιώματα ιδιοκτησίας στα κορίτσια που είχαν εγκαταλειφθεί αμέσως μετά τη γέννηση τους. Στους οίκους ανοχής οι «άτυχες» συλλήψεις δεν ήταν λίγες. Τα παιδιά των εταίρων, καρποί του αγοραίου ερωτά τους με τους πελάτες, έπαιρναν επίσης τον δρόμο της πορνείας εφόσον η πολιτεία δεν τους παρείχε την παραμικρή νομική κάλυψη. Ωστόσο, φαινομενικά, στην κλασική Αθήνα απαγορευόταν ο εγκλεισμός ελεύθερων γυναικών σε οίκους ανοχής. Η μαστροπεία ήταν ύψιστο κακούργημα, υπήρχε έως και θανατική ποινή που αφορούσε την εμπορία της λευκής σαρκός!
    Κοινό θέμα της αττικής και της ρωμαϊκής κωμωδίας ήταν η φυγή των σκλαβωμένων εταίρων από τους οίκους, η σύλληψη τους από τους δεσμώτες τους και η τιμωρία τους. Η τραγική μοίρα αυτών των γυναικών αποτελούσε ακόμη και θέμα ψυχαγωγίας για κάποιους! Η τύχη που περίμενε τις δούλες αυτές ήταν μαστίγωση, απομόνωση, ομαδικός βιασμός ή και θάνατος. Άλλες κατέληγαν στα πορνεία για να τιμωρηθούν από τους αφέντες τους λόγω ανεπαρκών υπηρεσιών ή προκειμένου αυτοί να ξεφορτωθούν κάποιες που δεν θεωρούσαν πλέον χρήσιμες. Παλλακίδες αριστοκρατών επίσης ρίχνονταν στην κοινή πορνεία αν κρινόταν ότι η διαγωγή τους δεν ήταν αρεστή ή όταν άρχιζαν να γερνούν.
    Σύζυγοι που απιστούσαν ή έπεφταν θύματα τέτοιας κατηγορίας διαπομπεύονταν και υφίσταντο την ατίμωση με κουρά των μαλλιών και με δημόσια έκθεση στις πλατείες. Κατά τη δημόσια έκθεση επί έντεκα ημέρες όφειλαν να φορούν διαφανή και προκλητικά ενδύματα, χωρίς ζώνη.
    Ο ενδεχόμενος καρπός της μοιχείας τους τις ακολουθούσε στη σκληρή τους μοίρα, απόδειξη της άνομης και προσβλητικής για τους συζύγους και την πολιτεία, διαγωγής τους. Οι γυναίκες υψηλών κοινωνικών τάξεων που μοίχευαν και έφερναν στον κόσμο άνομους καρπούς δεν δίσταζαν να τους προσδώσουν εξήγηση μυστηριακή και θεάρεστη.
    Πράγματι, επειδή η μυθολογία έβριθε από εξωσυζυγικές συνευρέσεις θεών - θνητών, συχνά οι μοιχαλίδες έκρυβαν την απιστία τους με το να παρουσιάσουν τους άνομους καρπούς τους ως προϊόν θεϊκής επιλογής ή συνεύρεσης με εξωανθρώπινες οντότητες! Δεν ξέρουμε κατά πόσο γινόταν εύκολα πιστευτή αυτή η αφελής δικαιολογία. Ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος σταμάτησε αυτές τις διεστραμμένες πρακτικές και προστάτευσε τις γυναίκες με ισχυρά νομικά θεσπίσματα.
    Ο Χριστιανισμός έδωσε ένα τέλος σε μια σειρά θεσμών που κατά τη διάρκεια ολόκληρης της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας θεωρούνταν δίκαιοι, πρακτικοί και παραδοσιακοί, χωρίς βέβαια να σταματήσει καταλυτικά την πορνεία.

    Αφροδίτη, Έρως και Πάν. Μαρμάρινο άγαλμα της ελληνιστικής εποχής (Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο). (Πηγή: Ιστορία Εικονογραφημένη, τεύχος 435, Σεπτέμβριος 2004, άρθρο «Παλλακίδες & ιερόδουλοι στην Αρχαία Μεσόγειο, Ιερές συντεχνίες – Ιδιωτικό Εμπόριο», Σταύρος Οικονομίδης, Αρχαιολόγος, σελίδα 67)


    Κέρδη και έξοδα των εταίρων


    Δεν είχαν όλες οι εταίρες μισθό και κέρδη. Οι αιχμάλωτες, οι πιο χαμηλής προέλευσης δούλες, οι τιμωρημένες άπιστες σύζυγοι είχαν ελάχιστη, ή καμία χρηματική απολαβή. Αυτές ονομάζονταν «πεζές». Η μοίρα τους τις βοηθούσε είτε να ξεφύγουν από την άμισθη υπηρεσία τους, είτε τις έκανε να παραμένουν για όλη τους τη ζωή άμισθες. Ήταν οι sine dilectu, in palam, δηλαδή οι δημόσιες άμισθες. Αντίθετα οι τιμές των υπηρεσιών των άλλων εταίρων δεν είχαν σταθερή αξία. Αμείβονταν ανάλογα με την ποιότητα του οίκου στον οποίο εργάζονταν, ανάλογα με τη σωματική ακεραιότητα τους, την ομορφιά τους, την ικανότητα τους και ακόμη ανάλογα με τη μόρφωση και τους τρόπους ευγενείας που ενδεχομένως διέθεταν. Στη μόρφωση συγκαταλεγόταν η γνώση του χορού, της μουσικής, του συνδιαλέγεσθαι. Βέβαια τις τέχνες και τα γράμματα ήταν σε θέση να τα καλλιεργούν οι ελεύθερες γυναίκες που συχνά διατηρούσαν δικούς τους οίκους και δεν είχαν προστάτη ή διαχειριστή παρά τον εαυτό τους.
    Στους οίκους ανοχής το κέρδος κατά πελάτη λεγόταν «ελλιμένιον» και ήταν κατάλοιπο των κερδών που απολάμβαναν οι εταίρες στα λιμάνια, όταν έφταναν πλοία με ναυτικούς από όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Το «ελλιμένιον» των οίκων δινόταν προκαταβολικά στον προστάτη. Αντίθετα, το κόστος εξαγοράς μιας εταίρας για μεγάλη χρονική περίοδο, που μπορούσε να φτάσει και τις μερικές εβδομάδες, ήταν μεγάλο. Οι πελάτες που αποτελούσαν κοινή ομάδα, όπως οι στρατιώτες ενός λόχου ή οι οπαδοί κάποιας πολιτικής φατρίας, μπορούσαν να «νοικιάσουν» γυναίκες από οίκους ανοχής με συμβόλαιο. Οι ακριβές και αριστοκρατικές εταίρες, που δέχονταν πελάτες σε δικά τους πορνοστάσια, απαιτούσαν να λαμβάνουν μαζί με την προκαθορισμένη αμοιβή τους και δώρα, όπως κοσμήματα, αρώματα, μέχρι και μικρές περιουσίες. Επίσης δούλους και επίπλωση για τους εργασιακούς τους χώρους. Η Φρύνη πήρε δώρο, από τον Πραξιτέλη, το περίφημο αριστούργημα του: τον Έρωτα. Φιλοτέχνησε, έχοντας την πρότυπο, πολλά αγάλματα της Αφροδίτης και απαθανάτισε και την ίδια αφιερώνοντας το άγαλμα της στους Δελφούς. Δεν είναι επομένως αξιοπερίεργο το γεγονός ότι πολλές χαρισματικές εταίρες αποταμίευαν πρωτοφανή ποσά και έκαναν και μικρές χορηγίες στους δήμους τους. Σήμερα ανακαλύπτουμε βωμούς και μεγαλειώδη μνημεία αφιερωμένα από πόρνες στην πολιτεία. Αυτές οι εταίρες διήγαν βίο πολυτελή και επηρέαζαν τους πελάτες τους στις επαγγελματικές και κοινωνικές αποφάσεις τους. Κατείχαν επαύλεις με στρατιές από προσωπικό, γελωτοποιούς, εξωτικά ζώα και κυκλοφορούσαν με ακριβά φορεία που κουβαλούσαν ειδικοί αχθοφόροι. Στις σκοτεινές συνοικίες όμως των πόλεων αναγκάζονταν να εκπορνεύονται οι φτωχές εταίρες, μέσα σε συνθήκες αθλιότητας και κακής υγιεινής. Στην Αθήνα τα φτωχικά πορνοστάσια ήταν εγκατεστημένα στα τείχη του Κεραμεικού, στη συνοικία των νεκροταφείων και των αγγειοπλαστών. Αρχαιολογικές μαρτυρίες παρουσιάζουν τους χώρους ως εξής: στενά πλινθόκτιστα καμαράκια χτισμένα επάνω στα τείχη, χωρίς πόρτα. Το άνοιγμα που έβλεπε προς τον δρόμο κλεινόταν με ένα κουρέλι από σακί που έπαιζε τον ρόλο της κουρτίνας. Στο εσωτερικό υπήρχε χώρος ίσα ίσα για ένα κρεβάτι. Τα βράδια οι φτηνές εταίρες φώτιζαν τον μηδαμινό χώρο τους με ένα πήλινο λυχνάρι. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ανακαλύπτονται στις αρχαιολογικές ανασκαφές χιλιάδες τέτοια πήλινα λυχνάρια με απαγορευμένες ερωτικές σκηνές συνευρέσεων, σκαλισμένες στον κορμό τους. Με το πήλινο λυχνάρι σηματοδοτούσαν τα βράδια την παρουσία τους. Τα μικρά, ατομικά πορνοστάσια του Κεραμεικού θα έμοιαζαν με φωλιές πυγολαμπίδων τη νύχτα και ίσως από αυτή τους τη συνήθεια οι εταίρες ονομάστηκαν από νωρίς «πεταλούδες της νύχτας». Όταν οι εταίρες έμπαιναν με τον πελάτη στο δωμάτιο έπαιρναν μαζί τους το λυχνάρι, ένδειξη ότι εκείνη τη στιγμή εργάζονταν.

    Απουλικός κρατήρας με σκηνή συνομιλίας ενός νέου που κρατάει ένα λαγό και μιας νέας που προσφέρει στην καθήμενη μορφή ένα πλοχμό από λουλούδια. (Πηγή: Ιστορία Εικονογραφημένη, τεύχος 435, Σεπτέμβριος 2004, άρθρο «Παλλακίδες & ιερόδουλοι στην Αρχαία Μεσόγειο, Ιερές συντεχνίες – Ιδιωτικό Εμπόριο», Σταύρος Οικονομίδης, Αρχαιολόγος, σελίδα 68)

    Το λυχνάρι παρέμενε αναμμένο σε περίπτωση που η εταίρα δεν είχε ψεγάδια, ενώ αντίθετα έσβηνε όταν ήθελε να κρύψει φυσικές ατέλειες, γηρατειά ή εμφανή σημάδια αφροδισίων.
    Μέσα στο καμαράκι υπήρχε και ένα άλλο πολύτιμο εξάρτημα: η κλεψύδρα! Με την κλεψύδρα μπορούσαν και οι εταίρες και οι πελάτες να είναι σίγουροι ότι ο χρόνος του έρωτα δεν θα ήταν ανεπαρκής ή υπερβολικός. Οι φτωχές εταίρες του Κεραμεικού περίμεναν τους πελάτες τους, οι οποίοι προέρχονταν από τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα και από τους δούλους, όρθιες έξω από το καμαράκι τους. Εκεί ζούσαν τη μίζερη ζωή τους και γερνούσαν πρόωρα ή πέθαιναν από ανίατα αφροδίσια νοσήματα.


    Οι εταίρες και η θέση τους στην αρχαία πόλη


    Οι εταίρες, φτωχές και πλούσιες, παρακατιανές και ιερές δούλες, μισθοφόροι στη θεά Αφροδίτη, όφειλαν διά νόμου να δηλώνουν φανερά την ταυτότητα τους με την εμφάνιση τους και τα κραυγαλέα στολίδια τους («μαχλάδες»=λάγνες, χυδαίες). Τα ενδύματα των εταίρων ονομάζονταν «άνθινα» και χαρακτηρίζονταν από την υπερβολή της σύνθεσης και των χρωμάτων. Τα «ταραντινίδια» ενδύματα ήταν διαφανή και χωρίς κουμπιά. Άφηναν ακάλυπτα επίμαχα σημεία και τόνιζαν τις γραμμές του σώματος. Η δημιουργία εντυπώσεων ήταν πρώτιστο καθήκον των κοινών γυναικών και φρόντιζαν έντεχνα να παρουσιάζονται προκλητικές, ημίγυμνες, γυμνές και με έντονα βαμμένα μαλλιά σε αφύσικες αποχρώσεις. Μόνο οι εταίρες είχαν το «δικαίωμα» να χρησιμοποιούν βαφές για τα μαλλιά και οι ξανθές καλλονές αποτελούσαν ενδιαφέρον και αξιοπερίεργο φαινόμενο για το αντρικό μεσογειακό κοινό. Πολλές εταίρες μασκαρεύονταν με εξωτικά και σπάνια εξαρτήματα, όπως ανατολίτικα διαδήματα, ποικιλόμορφες ζώνες, ακόμη και αντρικά ρούχα ή εξαρτήματα από πανοπλίες. Επίσης οι εταίρες δεν έκρυβαν ποτέ το πρόσωπο τους, όπως έκαναν οι άλλες γυναίκες στους δημόσιους χώρους. Η μεγαλύτερη βλασφημία έναντι των τίμιων γυναικών που συμπεριφέρονταν προκλητικά ήταν το «έχουσαι εταιρικόν τι», συμπεριφορά πόρνης και μαχλάδος. Δεν τους επιτρεπόταν να φορούν σε κοινή θέα χρυσά βραχιόλια και στη Σπάρτη, αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, δημευόταν από τους εκπροσώπους του νόμου. Οι εταίρες με το έντονο βάψιμο τους και την έκθεση των σωματικών τους προσόντων έδιναν μια εξωτική νότα στο πέρασμα τους και πολλές έμειναν στην ιστορία ως οι πιο ελκυστικές γυναίκες. Για τον Ιωάννη Χρυσόστομο, όσο όμορφη και να φαίνεται μια εταίρα, παραμένει πάντοτε άσχημη στην ουσία εφόσον παραδίδει τα ψυχικά της κάλλη στην αμαρτία της σάρκας.
    Δεν είναι τυχαίο ότι όχι μόνο χριστιανοί πατέρες όπως ο Χρυσόστομος αλλά και οι παγανιστές παρομοίαζαν τις εταίρες με συμβολικές ιδέες όπως την Ηδονή (εκφραζόμενη όχι πάντα ως ευχαρίστηση αλλά ως παρέκκλιση) και την Απάτη.
    Εντυπωσιακές «φενάκες» (περούκες), χρωματιστά ενδύματα με έντονους συνδυασμούς, λαμπερά κοσμήματα, καλλυντικά και βαφές κάλυπταν έντεχνα τις ατέλειες και το γήρας για να επιτευχθεί η «έμπνους πόρνευσις», το ζωντανό δόλωμα. Πράγματι, για τις ελεύθερες και τίμιες γυναίκες η σαρκική ομορφιά δεν αποτελεί προσόν και δεν αναφέρεται ποτέ στις επιτύμβιες στήλες και στα ταφικά μνημεία που ανακαλύπτονται στις ανασκαφές. Η ομορφιά για την τίμια γυναίκα της ελληνορωμαϊκής εποχής αποτελεί όνειδος, το σωματικό κάλλος είναι προνόμιο των εφήβων και των ανδρών, ποτέ των γυναικών. Το γυναικείο κάλλος είναι καλό μόνο για ερωτική και καλλιτεχνική έμπνευση και έτσι διάσημες εταίρες προσφέρονται ως μοντέλα για να φιλοτεχνηθούν γλυπτά (Λαΐς, Φρύνη). Ενδιαφέροντα θεάματα δίνουν εταίρες που διοργανώνουν καλλιστεία για να διαφημιστούν στο αντρικό κοινό και να συλλέξουν δώρα και χρήματα. Οι θυσίες στους υπαίθριους βωμούς των θεών ήταν μια καλή αφορμή για να συναχθούν πολυάριθμες εταίρες προσκαλώντας παλιούς και νέους εραστές σε εξοχικά ερωτικά δρώμενα. Οι διονυσιακές εορτές ήταν άλλες κατάλληλες αφορμές για τις εταίρες να διαφημιστούν κατά τη διάρκεια του τρύγου και των πανηγυριών. Ο θεός του κρασιού, της μέθης, της οργιαστικής κραιπάλης, ενέπνεε όχι απλά τον έρωτα αλλά και τον αγοραίο έρωτα, μέσα σε ακόλαστες συνευρέσεις στους αγρούς που μετατρέπονταν σε «οργεώνες», σε πεδία οργίων. Εκδηλώσεις γίνονταν σε ιδιωτικά πορνεία μετά τη δύση του ήλιου ή έξω από τα τείχη των πόλεων, σε άλση και απομονωμένους περιπάτους. Ο Χρύσιπος αναφέρει ότι αρχικά οι εταίρες δεν είχαν την ελευθερία να κινηθούν ή να εργαστούν μέσα στις πόλεις την ημέρα. Φαίνεται όμως ότι αυτή η απαγόρευση σύντομα ξεπεράστηκε, τουλάχιστον όσον αφορά τα μεγάλα αστικά κέντρα και τα λιμάνια.


    Ερωτική τέχνη - Ερωτικά τεχνάσματα


    Γυναίκα στην «τουαλέτα» της. Λεπτομέρεια ρωμαϊκής πολύχρωμης τοιχογραφίας (Κατάνη, Αρχαιολογικό Ινστιτούτο),  (Πηγή: Ιστορία Εικονογραφημένη, τεύχος 435, Σεπτέμβριος 2004, άρθρο «Παλλακίδες & ιερόδουλοι στην Αρχαία Μεσόγειο, Ιερές συντεχνίες – Ιδιωτικό Εμπόριο», Σταύρος Οικονομίδης, Αρχαιολόγος, σελίδα 70)

    Η επαγγελματική «επιτυχία» των εταίρων ήταν καρπός πολύχρονης εκπαίδευσης στα μυστικά του έρωτα, στην «artes meretriciae». Οι εταίρες που δεν βασίστηκαν απλά στα εξωτερικά τους χαρίσματα αλλά καλλιέργησαν τη μόρφωση τους παρακολουθώντας τις διδασκαλίες των σοφών της εποχής και ταυτόχρονα την τέχνη της Αφροδίτης απέκτησαν φήμη, πλούτη και την αποδοχή τους από κοινωνικούς κύκλους, όπως η Λαΐς. Αυτές σύχναζαν στις ακαδημίες και στις φιλοσοφικές σχολές, συμμετείχαν σε συμπόσια και συζητήσεις σημαντικών φιλοσόφων, λογίων και πολιτικών. Συγχρόνως ήταν άριστες μουσικοί, έπαιζαν άρπα, φλάουτο και κιθάρα και είχαν ρόλο διακοσμητικό, τον ρόλο του στολιδιού στα δείπνα των κεφαλών της πολιτείας. Οι καλλιεργημένες εταίρες ήταν είδος σπάνιο και περιζήτητο στην αθηναϊκή κοινωνία. Σε αυτές οι πλούσιοι άντρες έβρισκαν όλα τα χαρακτηριστικά που έλειπαν από τις συζύγους τους οι οποίες απαγορευόταν να μορφώνονται και να ξεχωρίζουν στις επιστήμες. Ήταν οι «γκέισες» του ελληνορωμαϊκού κόσμου: γυναίκες που εξέφραζαν τον λεπτό έρωτα της σάρκας και παράλληλα πρόσφεραν ανακούφιση πνευματική με τις επιδόσεις τους στη λογιοσύνη. Η Λαΐς παρουσιάζεται από τον Ευριπίδη σαν ξεχωριστή χειρίστρια της διαλεκτικής και ισότιμη με τους φιλοσοφούντες άνδρες. Η εταίρα Γναταίνα συνέγραψε έναν «Νόμον Συσσιτικόν», έναν ύμνο αφιερωμένο στην επιτυχημένη ερωτική συνεύρεση. Οι «πεζές» πόρνες, που δεν διέθεταν τέχνες και γνώσεις, μεταχειρίζονταν τεχνάσματα χυδαίας υφής, τον «πορνικόν λόγον», κατάλληλο για τον όχλο από τον οποίο προμηθεύονταν την πελατεία τους. Ξετσίπωτα ανέκδοτα, προκλητικές κινήσεις, πρόστυχο γύμνωμα, απροκάλυπτη λαγνεία, όλα δίχως έντεχνο και λεπτό χιούμορ, δίχως αισθησιασμό.

    Υδρία που εικονίζει τον Φαέθοντα και γυναίκες της Λέσβου.  (Πηγή: Ιστορία Εικονογραφημένη, τεύχος 435, Σεπτέμβριος 2004, άρθρο «Παλλακίδες & ιερόδουλοι στην Αρχαία Μεσόγειο, Ιερές συντεχνίες – Ιδιωτικό Εμπόριο», Σταύρος Οικονομίδης, Αρχαιολόγος, σελίδα 71)

    Όλες τους προετοιμάζονταν για την εκπόρνευσή τους με πρακτικές συμβουλές από παλαιότερες εταίρες, από τους προαγωγούς ή και από τις μητέρες τους. Στους «Εταιρικούς Διάλογους» του ο Λουκιανός περιγράφει παρόμοιες καταστάσεις όπου μητέρες δασκαλεύουν τις άμαθες κόρες τους να γίνουν εταίρες και να αποκτήσουν υλικά αγαθά ελαφρύνοντας από τη φτώχεια και τις ίδιες.
    Πεζές ή παλλακίδες φαίνεται να είχαν να αντιμετωπίσουν ένα κοινό πεπρωμένο: το γήρας που έβγαζε εκτός συναγωνισμού και τις δυο κατηγορίες. Σπάνια οι γηρασμένες παλλακίδες, παρ’ όλα τα πλούτη και τις πολυτέλειες τους, κατάφερναν να πεθάνουν στη σιγουριά που δίνει το χρήμα. Πουλούσαν, λόγω φθοράς του κάλλους τους, τις εφήμερες περιουσίες τους και ξεχνιούνταν από εραστές και θαυμαστές, φτωχές και άσημες, στα παρακμιακά προάστια των πόλεων. Όπως η κλεψύδρα ορίζει τον χρόνο και κάποτε ολοκληρώνει την πτώση του υγρού της, έτσι και οι φθαρμένες και ηλικιωμένες εταίρες τερμάτιζαν τη σταδιοδρομία τους αμέσως μετά το ξέφτισμα της ομορφιάς τους. Ο ποιητής Εύβουλος με επιτυχία αποκαλεί «κλεψύδρες» τις εταίρες που μπορούν να εκμεταλλεύονται την ομορφιά τους και τα νιάτα τους όσο αυτά διαρκούν στον χρόνο.
    Ιερές δούλες της Πανδήμου Αφροδίτης, παλλακίδες αξιωματούχων, καταφρονημένες πόρνες των προαστίων. Κρατικοί νόμοι και απόψεις προσωπικοτήτων που εξυψώνουν ένα είδος αγοραίου έρωτα έρχονται σε αντίθεση με τη σκληρή περιφρόνηση και την απαξία έναντι ενός άλλου είδους αγοραίου έρωτα. Στον ελληνορωμαϊκό κόσμο συνυπάρχουν και τα δύο φαινόμενα, εξίσου διαδεδομένα. Η ποίηση του έρωτα και η ειδυλλιακή πλευρά του πορεύονται ταυτόχρονα με την πρόστυχη, την έκφυλη και την απάνθρωπη εκμετάλλευση του. Α

    Ενδεικτική Βιβλιογραφία

    01. Αθηναίος: Δειπνοσοφιοτές.
    02. Αριστοφάνης: Εκκλησιάζουσες.
    03. Anthologia Palatina
    04. Εύβουλος: Fragmenta
    05. Λουκιανός: Εταιρικοί Διάλογοι.
    06. Πετρώνιος: Σατυρικόν
    07. Πίνδαρος: Ωδές
    08. Πλάτωνας: Συμπόσιο
    09. Στράβωνας: Γεωγραφικά.

    Πηγή: Ιστορία Εικονογραφημένη, τεύχος 435, Σεπτέμβριος 2004, άρθρο «Παλλακίδες & ιερόδουλοι στην Αρχαία Μεσόγειο, Ιερές συντεχνίες – Ιδιωτικό Εμπόριο», Σταύρος Οικονομίδης, Αρχαιολόγος, σελίδα 61