https://www.facebook.com/artemissky.blogspot?ref_type=bookmark

ΑΡΤΕΜΙΣ

ΑΡΤΕΜΙΣ
Ήταν θεά του κυνηγιού,”πότνια θηρών” κατά τον Όμηρο,θεά των αγριμιών και της Σελήνης.

ΕΛΛΑΣ - HELLAS

'' Επιόντος άρα θανάτου επί τον άνθρωπον, το μεν θνητόν, ως έοικεν, αυτού αποθνήσκει, το δ' αθάνατον, σώον και αδιάφθορον, οίχεται απιόν. `Οταν επέρχεται ο θάνατος στον άνθρωπο, το μεν θνητό μέρος αυτού, καθώς φαίνεται, πεθαίνει, το δε αθάνατο, η ψυχή, σηκώνεται και φεύγει σώο και άφθαρτο '' ΠΛΑΤΩΝΑ

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .
ΑΝΟΙΚΩ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Τετάρτη 29 Μαΐου 2013

ΕΛΛΑΔΑ ΣΗΜΑΙΕΣ







Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΣΗΜΑΙΑΣ




Η αρχή της ιστορίας της σημαίας ανάγεται στην Αρχαιότητα. Έτσι, πολύ πριν από τον 6° αιώνα π.Χ., διάφοροι ανατολικοί λαοί (Ασσύριοι, Αιγύπτιοι, Πέρσες, Χετταίοι κ.ά.) χρησιμοποιούσαν κατά τη διάρκεια του πολέμου διάφορα σύμβολα που συνήθως είχαν θεία προέλευση, τα οποία μεταβλήθηκαν σε εμβλήματα (π.χ. η Κιβωτός των Ιουδαίων, ο αετός ή ο λευκός ίππος των Περσών κ.ά). Τα εμβλήματα αυτά τοποθετούνταν σε κοντάρια, τους «εμβληματοφόρους κοντούς». Στην αρχή τα εμβλήματα ήταν μεταλλικά, αλλά με την πάροδο του χρόνου παριστάνονταν σε τεμάχια υφάσματος. Με τον τρό­πο αυτό δημιουργήθηκαν οι πρώτες σημαίες των αρχαίων χρόνων.

Οι Αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν ( τέλος 7ου αι. π.Χ. και εξής) τα σημεία ή επισήματα στις ασπίδες τους και στην πρώρα των πλοίων, για ναναγνωρίζονται εύκολα μεταξύ τους οι στρατιώτες των μονάδων (Λ=ΛακεδαιμόνιοιΣ=Σικυώνιοι, παραστάσεις θεών ή συμβόλων τους, ζώων, μυθικών όντωνκλπ). Ο Μέγας Αλέξανδρος χρησιμοποιούσε στο στράτευμα του σημαίες πορφυρού (=κόκκινου) υφάσματος, που ονομάζονταν φοινικίδες και τοποθετούνταν στην κορυφή των σαρισ(σ)ών (=επιμήκων δοράτων). Αργότερα οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν ανάλογα διακριτικά εμβλήματα, τα signa (=σημεία). Ιδιαιτέρως το Ιππικό της Ρώμης είχε σημαίες από ρούσσισν (δηλ. ερυθρό) ύφασμα, ονομαζόμενες vexilla.

Το κυριότερο ρωμαϊκό έμβλημα, ο αετός (aquila) χρησιμοποιούνταν μέχρι το φθινόπωρο του 312 μ.Χ., οπότε αντικαταστάθηκε κατόπιν διαταγής του Μεγάλου Κωνσταντίνου με το μονόγραμμα του Χριστού (σύμπλεγμα των γραμμάτων Χ και Ρ). Τη σημαία αυτή (labarum-λάβαρον) χρησιμοποίησε η Βυζαντινή Αυτοκρατορία επί μεγάλο διάστημα. Εξέλιξη αυτού του λαβάρου ήταν η σημαία της εποχής της δυναστείας των Παλαιολόγων, δηλ. λευκή με γαλάζιο σταυρό και 4 χρυσές ακτίνες που στα άκρα τους είχαν ισάριθμα γαλάζια Β που σήμαιναν «Βασιλεύς βασιλέων βασιλεύων βασιλευόντων». Ο Δικέφαλος Αετός, από το 1300 μ.Χ. και εξής, ήταν το έμβλημα των Βασιλέων της Νικαίας και μελών του Αυτοκρατορικού Οίκου των Παλαιολόγων.

Κατά την Τουρκοκρατία οι επαναστατικές σημαίες έφεραν παράσταση με τον Δικέφαλο Αετό ή με Σταυρό. Στις 26 Φεβρ. 1821 υψώθηκε στο Ιάσιο της Μολδαβίας η πρώτη σημαία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, που χρησιμοποίησε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης στον ηρωικό αγώνα του κατά των Τούρκων. Στη μία όψη έφερε την εικόνα του Σταυρού και των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και την επιγραφή «Εν τούτω νίκα» και στην άλλη παράσταση του Φοίνικος και την επιγραφή «Εκ της κόνεώς μου αναγεννώμαι». Σχεδόν ένα μήνα αργότερα ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε στη Μονή Αγίας Λαύρας το περίφημο λάβαρο της Επαναστάσεως. Είχε ορθογώνιο σχήμα και απεικόνιση της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

Κατά την Επανάσταση του 1821 χρησιμοποιήθηκαν ποικίλες σημαίες, στις οποίες σημαίνουσα παράσταση είναι αυτή του Σταυρού. Η Α' Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου (1 Ιανουαρίου 1822) καθόρισε ως «χρώματα του Εθνικού σημείου» το «κυανούν και λευκόν» και ως παράσταση αυτή του Σταυρού. Ο αριθμός των 9 λωρίδων της Ελληνικής Σημαίας ανταποκρίνεται, κατά την επικρατέστερη άποψη, στις συλλαβές της γνωστής φράσεως «Ελευθερία ή θάνατος» που αναγραφόταν σε μερικές σημαίες, όταν εξερράγη η Επανάσταση του 1821.

Ο λεπτομερής καθορισμός της Σημαίας μας έγινε κατά καιρούς με διάφορα Διατάγματα, όπως αυτό της 30.7.1828 (Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας) της 4/16 Απρ. 1833 και 28 Αυγ. 1858 (Βασιλεύς Όθων), 28 Δεκ. 1863 (Βασιλεύς Γεώργιος Α') κ.ά. Ο πλέον πρόσφατος σχετικός Νόμος είναι ο υπ' αρ. 851 της 21 Δεκ. 1978, με τον οποίο σαφώς καθορίζονται το σχήμα και οι διαστάσεις του Σταυρού και το πλάτος των εννέα ταινιών (λωρίδων). Βάσει του Νόμου αυτού έχουν καθορισθεί συνολικώς 8 μεγέθη σημαιών και ισάριθμα ύψη κοντών, αναλόγως του προορισμού κάθε σημαίας (επί φρουρίων, δημοσίων και δημοτικών κτηρίων, πρεσβειών, κρατικών οχημάτων και οικιών). Έτσι, το μεν μέγεθος των σημαιών κυμαίνεται από 6,48μ. Χ 4,32μ. μέχρι 0,27μ. Χ 0,18μ. και το ύψος των κοντών μεταξύ 12μ. και 2,6μ. Όταν η σημαία υψώνεται σε δημόσια κτήρια, στρατόπεδα, εκπαιδευτικά ιδρύματα κλπ, ο κοντός φέρει στην κορυφή του λευκή σφαίρα και επ' αυτής Σταυρό. Αν η σημαία υψώνεται σε ιδιωτι­κά γραφεία, οικίες, καταστήματα κλπ. τότε ο κοντός φέρει στην κορυφή του κυλινδρικό τεμάχιο που καμπυλώνεται στο άνω μέρος του. Σε περίπτωση αποκαλυπτηρίων προτομών ή αγαλμάτων, αυτά καλύπτονται με κυανόλευκες ταινίες και όχι με τη σημαία. Σε περίπτωση φθοράς της, η σημαία κατα­στρέφεται διά πυρός, βάσει σχετικής διαδικασίας.

Η Ελληνική Σημαία, ως το πλέον ιερό σύμβολο, μας υπενθυμίζει το χρέος μας έναντι του Έθνους και την υποχρέωση μας να θυσιάζουμε τη ζωή μας, υπερασπιζόμενοι την Ελλάδα. Η μεγαλύτερη, λοιπόν, τιμή για κάθε Έλληνα και Ελληνίδα είναι ο θάνατος για την Πατρίδα και τη Σημαία μας.


ΜΟΥΣΙΚΗ Σωζόμενα Έργα

Σωζόμενα Έργα [Επεξεργασία]


Δελφικοί Ύμνοι
“Η στήλη του Σείκιλου” χρονολογείται περίπου στον 2ο αιώνα μ.Χ. Πρόκειται για ένα μικρό ποίημα, στο οποίο παρουσιάζεται και σχολιάζεται η σημασία της ζωής και συγκεκριμένα την ευζωία. Εκτίθεται στο μουσείο της Κοπεγχάγης και αποτελεί ένα μοναδικό έργο αν και η σύνθεση της δεν είναι τίποτε παραπάνω από ενδεικτική.
Ακόμα ένα σημαντικό εύρημα που διασώζεται είναι οι δύο μεγάλοι «Δελφικοί Ύμνοι», οι οποίοι είναι χαραγμένοι πάνω σε στήλες, στον Θησαυρό τον Αθηναίων στους Δελφούς. Χρονολογούνται περίπου το 128 π.Χ. και αποτελούν τα σημαντικότερα διασωζόμενα αποσπάσματα της Αρχαίας Ελληνικής Μουσικής. Οι ύμνοι αυτοί εκτίθενται στο Μουσείο των Δελφών
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΣΤΗΝ Περίοδος Παρακμής (450 π.Χ. και εξής)

Περίοδος Παρακμής (450 π.Χ. και εξής) [Επεξεργασία]

Απροσδόκητα από τα μέσα του 5ου αιώνα, η μουσική στην Ελλάδα, προτρέχοντας όλων των άλλων τεχνών, αρχίζει μια αργή καθοδική πορεία και μάλιστα σε μια εποχή που οι εικαστικές τέχνες είναι στη μεγάλη ακμή τους. Αυτή η προοδευτική κατάπτωση της μουσικής θα συνεχισθεί αδιάκοπα ως το τέλος της ελληνιστικής εποχής.
Όπως συνάγεται μέσα από τις διαμαρτυρίες του Πλάτωνα και πολλών άλλων κλασικών συγγραφέων, η παρακμή στη μουσική φαίνεται να έχει δύο συνιστώσες, αδιάσπαστα δεμένες μεταξύ τους: την κοινωνική και ηθική οπισθοδρόμηση και τους μουσικούς νεωτερισμούς.

Άντρας ερωτοτροπεί με τη μεθυσμένη κιθαρίστρια. Ερυθρόμορφη κύλικα, περ. 510 π.Χ., Λούβρο
Η κοινωνική και ηθική οπισθοδρόμηση σε σχέση με τη μουσική γίνεται περισσότερο αισθητή από τις αρχές του 4ου π.Χ. αιώνα. Τα φαινόμενα που τη στοιχειοθετούν είναι : η προοδευτική εμπορευματοποίηση, ο θαυμασμός της ατομικής δεξιοτεχνίας και η εγκατάλειψη των υψηλών παλαιότερων εννοιών ήθους, νόμων κτλ. Από κοινό κτήμα κάθε πολίτη από το σχολείο, η μουσική μετατρέπεται σιγά - σιγά σε δραστηριότητα λίγων διάσημων δεξιοτεχνών.
Είναι αλήθεια πως η παρακμή της ελληνικής μουσικής άρχισε μέσα από την ίδια την τραγωδία. Το κοινό άρχισε να ενδιαφέρεται πιο πολύ για τα τραγούδια των χορικών παρά για το ηθικό και δραματικό περιεχόμενο της τραγωδίας. Οι μεταγενέστεροι, θέλοντας να κολακέψουν το γούστο του κοινού, έβαζαν στα διαλείμματα των δραμάτων χορούς και τραγούδια άσχετα με το έργο. Την ίδια αυτή εποχή συντελείται μια σημαντική επανάσταση στη μουσική με ανατροπή της παλαιάς τάξης των αρχαίων μουσικών νόμων και εισαγωγή καινοτομιών που προκάλεσε, όπως ήταν φυσικό, τη σφοδρή αντίδραση των συντηρητικών της εποχής.
Η αντίδραση αυτή στους καθαυτό μουσικούς νεωτερισμούς δεν είναι άσχετη με το στιγματισμό εκ μέρους τους της ηθικής κατάπτωσης που αναφέραμε παραπάνω. Οι αρχαίοι μουσικοί νόμοι, που εξέφραζαν την παραδοσιακή αντίληψη, θεωρούνταν ότι αντανακλούν τους θεϊκούς νόμους περί αρμονίας στη μουσική (λόγω της θεϊκής προέλευσής της) και τη συνδεδεμένη με αυτούς αρμονία του σύμπαντος. Επομένως, η μουσική καινοτομία αποτελούσε έμμεση προσβολή του θείου και της ηθικής τάξης.
Το νέο κύμα των μουσικών νεωτερισμών εμφανίζεται στο 2ο ήμισυ του 5ου αιώνα π.Χ. και παράλληλα έχουμε μουσικές καινοτομίες από τον Φερεκράτη, τον Ευριπίδη και τον Αριστοφάνη.
Ύστερα από τη μακεδόνικη κατάκτηση, η μουσική δημιουργική φλόγα άρχισε λίγο - λίγο να σβήνει. Η μουσική δραστηριότητα μεταφέρεται σε άλλες πόλεις εκτός Ελλάδας, όπως για παράδειγμα στην Αντιόχεια και στην Αλεξάνδρεια.
Η τελευταία αυτή περίοδος της αρχαίας ελληνικής μουσικής, άφησε λιγοστά ονόματα όπως του Τελεσία, του Θεόκριτου και του Μεσομήδη. Στην Αλεξάνδρεια των Πτολεμαίωνσώζονται αρκετά ονόματα εκτελεστών.Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΣΤΗΝ Κλασική Εποχή (550 - 450 π.χ.)

Κλασική Εποχή (550 - 450 π.χ.) [Επεξεργασία]

Την περίοδο αυτή παρουσιάστηκε η μεγαλύτερη ανάπτυξη που γνώρισε η μουσική αλλά και όλες οι τέχνες γενικά. Ανακαλύφθηκαν οι μαθηματικές σχέσεις που διέπουν τη μουσική, εφευρέθηκαν καινούργια όργανα και τελειοποιήθηκαν τα υπάρχοντα.

Μάθημα κιθάρας, αττική υδρία, περ. 510 π.Χ.
Τέρπανδρος, ένας σπουδαίος μουσικός ανακάλυψε την μουσική γραφή και έτσι όλοι έπαιζαν τα διάφορα τραγούδια ομοιόμορφα. Δημιούργησε το "Νόμο", που ήταν τραγούδι προς τιμή του Απόλλωνα με συγκεκριμένη όμως κατασκευή. Υπήρχαν αυλητικοί, αυλωδικοί, κιθαριστικοί και κιθαρωδικοί "Νόμοι". Έρχεται και η γένεση της τραγωδίας όπου η μουσική βρήκε εφαρμογή στη συνοδεία του έργου, και ήταν ανάλογη με το περιεχόμενό του. Η τραγωδία γεννήθηκε από τον Διθύραμβο, όταν κάποιοι σκέφτηκαν ότι είναι δυνατόν να παριστάνονται περισσότεροι ήρωες αντί για έναν όπως γινόταν στη λατρεία του Διόνυσου. Είναι μάλιστα μια εποχή που άρεσε στους ανθρώπους να βλέπουν ιστορίες για ήρωες που γεννιούνται μέσα από τους πολέμους της περιόδου αυτής. Ο χορός που συνόδευε τη Διονυσιακή λατρεία μετατράπηκε σε σύνολο ατόμων (Χορός) που εξυπηρετούσαν συγκεκριμένους σκοπούς στο έργο π.χ. να συμβουλέψουν, να διηγηθούν κ.λπ.
Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι θεωρούν την μουσική απαραίτητη για τρεις λόγους:
α) Ψυχαγωγία και ανάπαυση
β) Διαμόρφωση του χαρακτήρα
γ) Διανοητική και αισθητική καλλιέργεια
Στην εποχή εκείνη άλλωστε ο καλλιεργημένος άνθρωπος λεγόταν και μουσικός ανήρ.Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΣΤΗΝ Εποχή των Λυρικών (700 - 550 π.χ.)

Εποχή των Λυρικών (700 - 550 π.χ.) [Επεξεργασία]

Στα χρόνια που ακολούθησαν την ομηρική εποχή, τον 7ο και 8ο π.Χ. αιώνα, αναπτύχθηκε η λυρική ποίηση και μουσική είδος που ασχολήθηκε με καθημερινά κοινωνικά θέματα μεμονωδιακές φόρμες και ένα ιδιαίτερο ύφος της μουσικής, με αρκετά βαθύ χαρακτήρα σε αντίθεση με το διαπεραστικό αρχαϊκό ύφος. Στην εποχή των λυρικών ποιητών είχαν αναπτυχθεί και διάφορα είδη οργανωμένων χορών (όρχηση), που εκτελούνταν με ή χωρίς τραγούδι.

Αυλητής, ερυθρόμορφος αμφορέας, περ. 510 π.Χ., Αρχαιολογικό Μουσείο Μονάχου
Μορφές ασμάτων που συναντούμε αυτή την εποχή είναι:
Έτσι χαρακτηρίζονταν συνήθως τα μικρά μελοποιημένα ποιήματα των λυρικών ποιητών, χωρίς να αποκλείονταν καμιά φορά από την κατηγορία αυτή και μεγαλύτερα έργα, όπως τα επινίκια του Πίνδαρου και που είχαν συνήθως τρία μέρη.
Ήταν ύμνοι που αποδίδονταν από χορούς ανδρών ή γυναικών για τον Απόλλωνα και την Άρτεμη σε κρίσιμες περιστάσεις και για τη λύτρωση από συμφορές. Οι παιάνες για τον Απόλλωνα αποδίδονταν από ανδρικό χορό, ενώ οι παιάνες για την Άρτεμη από γυναικείο. Τελικά ο παιάνας εξελίχθηκε σε φόρμα πολλών ειδών (πολεμικός, ευχαριστήριος, επιτραπέζιος), ενώ σταδιακά άρχισε να απευθύνεται και σε άλλους θεούς.
Ήταν μικρά ποιήματα της λυρικής ποίησης, δίστιχα, που αποτελούνταν από αλληλοδιάδοχους εξάμετρους και πεντάμετρους στίχους με τρυφερό ή μελαγχολικό χαρακτήρα. Η απαγγελία των ελεγείων που γινόταν συνήθως με συνοδεία αυλού, σκόπευε ή στην έκφραση διάφορων συναισθημάτων όπως πολεμικά αισθήματα, λύπη ή τρυφερότητα, στην έκφραση πολιτικών μηνυμάτων ή στη μετάδοση φιλοσοφικών ιδεών, και τέλος στη διατύπωση αποφθεγμάτων.
Οι θρήνοι, που ήταν πένθιμα τραγούδια για να τιμηθούν οι νεκροί, πρωτοσυναντιώνται στα Ομηρικά χρόνια. Έτσι π.χ. περιγράφεται ο θρήνος της Βρισηίδας και των δούλων γυναικών για το θάνατο του Πατρόκλου ή η έκφραση παράπονων της Θέτιδας για τον αναμενόμενο θάνατο του Αχιλλέα. Στη εποχή των λυρικών ποιητών πολλά από τα ελεγεία είχαν χαρακτήρα θρήνων που ήταν διάφοροι βέβαια από τα επικήδεια τραγούδια.
Τα επινίκια ήταν θριαμβευτικά τραγούδια προορισμένα να υμνήσουν μια νίκη πολεμική, ποιητική, μουσική.
Ήταν τραγούδια που λέγονταν με όρχηση και ήταν αφιερωμένα στον Απόλλωνα. Το υπόρχημα αρχικά συνοδευόταν από φόρμιγγα, αργότερα από αυλό και κιθάρα ή λύρα και είχε τρεις φάσεις. Στην πρώτη όλα τα μέλη του χορού τραγουδούσαν και χόρευαν μαζί, στη δεύτερη τα μισά τραγουδούσαν και τα μισά χόρευαν και στην τρίτη τραγουδούσε ο κορυφαίος και χόρευαν όλοι οι άλλοι.
Στην κατηγορία αυτή ανήκαν τραγούδια που τραγουδιόνταν από παρθένες, μερικές φορές σε συνδυασμό με χορό, στη διάρκεια διάφορων γιορτών, ιδιαίτερα του Απόλλωνα και της Άρτεμης.
Επίσης εμφανίζεται ο Διθύραμβος, που ήταν άσμα με συνοδεία χορού ως εξέλιξη της διονυσιακής λατρείας. Στη λατρεία αυτή οι άνθρωποι στην αρχή χόρευαν άτακτα, όμως αργότερα ο χορός απόκτησε συγκεκριμένα βήματα και οι φωνές έγιναν τραγούδι που εξιστορούσε γεγονότα από τη ζωή του Διόνυσου. Ο Θέσπις εισάγει αργότερα έναν υποκριτή που παριστάνει τον Διόνυσο και απαντάει στα όσα τον ρωτάνε οι άνθρωποι που χορεύουν.Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΣΤΗΝ Ομηρική εποχή (1000 - 700 π.χ.)

Ομηρική εποχή (1000 - 700 π.χ.) [Επεξεργασία]

Δεν εμφανίστηκαν πολλές καινοτομίες την εποχή αυτή. Άνθισε η επική ποίηση, δηλαδή ποίηση που αναφέρεται σε γενναίους ανθρώπους και ιστορίες με δράση και ηρωισμό, όπως τα έπη του Ομήρου. Οι αοιδοί, μια ολόκληρη σχολή καλλιτεχνών που δημιουργήθηκε από το παράδεγιμα του Ομήρου, ήταν τεχνίτες τραγουδιστές που έψαλαν τα έπη στα συμπόσια των ηγεμόνων με συνοδεία λύρας.

Μούσα που κουρδίζει την κιθάρα της. Εσωτερικό κυπέλλου από την Ερέτρια, περ. 470-460 π.Χ., Λούβρο
Τα ομηρικά έπη (Ιλιάδα και Οδύσσεια) αποτελούν ιστορικές πηγές που μας δίνουν πληροφορίες για το μουσικό πολιτισμό του 9ου-8ου π.Χ. αιώνα. Οι πληροφορίες αυτές ανταποκρίνονται ιδιαίτερα στη γενικότερη θέση της μουσικής στην κοινωνική ζωή, ενώ μερικές φορές μέσα από τις λεπτομερειακές και παραστατικές περιγραφές θα αναδυθούν και αξιόλογα στοιχεία που αφορούν το τεχνικό υπόβαθρο της μουσικής (π.χ. μορφές των τραγουδιών, διαμόρφωση και τεχνικές των οργάνων κ.ά.).
Από την εποχή αυτή συναντάμε οργανωμένες μορφές μουσικοποιητικής έκφρασης. Ο Όμηρος αναφέρει αοιδούς που εκτελούσαν τις ραψωδίες (τμήματα ποιητικών έργων) αυτοσχεδιάζοντας σε απαγγελτικό ύφος με συνοδεία κιθάρας και φόρμιγγας, ενώ πολλές φορές το κυρίαρχο στοιχείο του αυτοσχεδιασμού φαίνεται να υπαγορεύεται από ορισμένες προκαθορισμένες φόρμες.
Άλλες μορφές ασμάτων αυτή την εποχή είναι:
Τραγουδιόταν συνήθως στη διάρκεια του τρύγου από ένα παιδί που έπαιζε και κιθάρα, ενώ ταυτόχρονα χόρευαν άλλα παιδιά.
Στην κατηγορία αυτή ανήκαν διάφορα πένθιμα τραγούδια (μοιρολόγια) που τραγουδιόταν σε πένθιμες τελετές
Τραγούδια του γάμου που παίζονταν στη διάρκεια της συνοδείας της νύφης από το σπίτι της στο σπίτι του γαμπρού, ενώ τη μελωδία τους έπαιζε αυλός.
Εύθυμo τραγούδι με τo οποίo τέλειωνε το γλέντι.
Ανάμεσα στους μουσικούς που αναφέρονται στα ομηρικά έπη είναι οι:
Για τον Θάμυρι αναφέρεται πως σ' ένα διαγωνισμό με τις Μούσες νικήθηκε. Μετά από αυτό τον τύφλωσαν και του στέρησαν την ικανότητα της τέχνης της κιθαρωδίας.
Τυφλός αοιδός που αναφέρεται από τον Όμηρο πως ζούσε στην αυλή του Αλκίνοου, βασιλιά των Φαιάκων. Στη διάρκεια της φιλοξενίας του Οδυσσέα στο νησί των Φαιάκων ο Δημόδοκος τραγούδησε, ύστερα από παράκληση του Οδυσσέα, τις περιπέτειές του στην Τροία (τη φιλονικία του 0δυσσέα με τον Αχιλλέα, το Δούρειο Ίππο, την καταστροφή της Τροίας).
Περίφημος μουσικός στο παλάτι του Οδυσσέα που συντρόφευε την Πηνελόπη στη διάρκεια της απουσίας του Οδυσσέα στην Τροία και την είχε συνοδεύσει από τη Σπάρτη. Θεωρούνταν αυτοδίδακτος.Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΣΤΗΝ Μυθική εποχή (1500 - 1000 π.χ.)

Σύμφωνα με τις μαρτυρίες που υπάρχουν από διάφορα κείμενα που σώθηκαν, οι εποχές που η εξέλιξη της Αρχαίας Ελληνικής μουσικής (σαν κάπως οργανωμένη τέχνη) πέρασε είναι :

Μυθική εποχή (1500 - 1000 π.χ.) [Επεξεργασία]

Οι πληροφορίες μας για τη μουσική των μυθικών χρόνων δεν εξαντλούνται σε τεχνικές λεπτομέρειες, αλλά μέσα από τους θρύλους για τη ζωή των διάφορων μυθικών προσώπων επισημαίνουν τη σημαντική θέση της μουσικής και την σύνδεσή της με τη θρησκεία, ενώ ταυτόχρονα παρέχουν κάποια στοιχεία σχετικά με τα όργανα. Ανάμεσα στα μυθικά πρόσωπα που συνδέονται με τη μουσική είναι τα ακόλουθα:

Ο Απόλλωνας (αριστερά) συναγωνίζεται με το Μαρσύα (δεξιά) που σε λίγο θα ηττηθεί και θα τιμωρηθεί από τον Σκύθη με το μαχαίρι. Ανάγλυφο, από την βάση της Μαντινείας μέσα 4ου αι. π.Χ.
Μαρσύας
Φρύγιος βοσκός και μουσικός, δεινός αυλητής και εμπνευστής του αυλήματος. Ανάμεσα στους μύθους για τη ζωή του Μαρσύα δύο είναι οι σημαντικότεροι :
Σύμφωνα με τον πρώτο, ο Μαρσύας προκάλεσε τον θεό Απόλλωνα υπερηφανευόμενος για τη μουσική τέχνη του. Πριν τον αγώνα συμφώνησαν ο νικητής να μεταχειρισθεί σύμφωνα τη θέλησή του τον νικημένο και διαιτητές ορίστηκαν οι Μούσες. Αρχικά φάνηκε να υπερέχει ο Μαρσύας που τελικά όμως νικήθηκε, οπότε ο Απόλλωνας τον κρέμασε σ' ένα δένδρο και τον έγδαρε. Ο μύθος αυτός έχει συμβολικό χαρακτήρα και εκφράζει την πάλη της παράδοσης -που αντιπροσώπευε ο Απόλλωνας- και των ξένων επιδράσεων που αντιπροσώπευε ο Μαρσύας. Τέλος ο Παυσανίας αναφέρει πως ο Απόλλωνας, μετανιωμένος για το θάνατο του Μαρσύα, κατάστρεψε την κιθάρα του και την αρμονία και από αυτή την αρμονία οι Μούσες βρήκαν τη μέση, ο Λίνος το λιχανό και ο Ορφέας με το Θάμυρη την υπάτη και παρυπάτη.
Ο δεύτερος μύθος αναφέρει πως η Αθηνά, πού ήταν εφευρέτιδα των αυλών, τους πέταξε γιατί καθώς τους έπαιζε, έβλεπε στο νερό το πρόσωπό της παραμορφωμένο. Ένας από τους αυλούς έπεσε στη Φρυγία και βρέθηκε από το Μαρσύα. Ο Παυσανίας μας πληροφορεί πως στην Ακρόπολη υπήρχε ένα σύμπλεγμα, που παρίστανε την Αθηνά να χτυπά τον Μαρσύα γιατί «τους αυλούς ανέλοιτο».
Ορφέας
Μυθικός ποιητής και μουσικός, θρακικής καταγωγής, γιος του Οίαγρου και της Μούσας Καλλιόπης που έχει συνδέσει το όνομα του όχι μονάχα με τη μουσική τέχνη, αλλά με μια ολόκληρη θρησκεία που αναπτύχθηκε στο όνομά του, τον Ορφισμό.
Ο Ορφισμός δίδασκε πως ο θάνατος είναι μια απελευθέρωση της ψυχής που περνά σε διαδοχικές μετεμψυχώσεις και πως η αιωνιότητα είναι τελικά συνάρτηση του εγκόσμιου βίου, που πρέπει να βρίσκεται κάτω από διαρκή άσκηση. Στην άσκηση αυτή απέβλεπαν οι τελετές του καθαρμού, η μύηση στα μυστήρια, η ωμοφαγία (βρώση κρέατος ιερού ταύρου), διαδικασίες που μπορούσαν να εξασφαλίσουν την αιώνια ευδαιμονία. Ο γνωστότερος από τους μύθους για τον Ορφέα αναφέρεται στην κάθοδό του στον Άδη. Σύμφωνα με το μύθο αυτό ο Ορφέας, μετά το θάνατο της γυναίκας του ύστερα από τσίμπημα φιδιού, κατέβηκε στον Άδη γοητεύοντας με τη μουσική του τα τέρατα και τους θεούς του Άδη. Έτσι επετράπη στον Ορφέα να πάρει μαζί του την Ευρυδίκη, αλλά με τον όρο να μην την αντικρίσει μέχρι να εγκαταλείψουν το βασίλειο του Άδη. Αλλά καθώς προχωρούσαν προς την έξοδο ο Ορφέας γύρισε και είδε τη σύζυγό του, που ξαφνικά χάθηκε από μπροστά του και δεν μπόρεσε να τη συναντήσει ξανά.
Για το θάνατό του υπάρχουν πολλοί μύθοι. Ανάμεσα σ' αυτούς ξεχωρίζει αυτός που αποδίδει το θάνατό του σε φόνο από τις γυναίκες της Θράκης, γιατί περιφρόνησε τον έρωτά τους μετά το θάνατο της Ευρυδίκης ή κατ' άλλη εκδοχή, γιατί απέκλεισε από τα μυστήριά του τις γυναίκες. Μετά το θάνατό του κομμάτιασαν το σώμα του και πέταξαν στη θάλασσα τα κομμάτια μαζί με τη λύρα του. Το κεφάλι και η λύρα του ποιητή μεταφέρθηκαν από τα κύματα στη Λέσβο, όπου οι κάτοικοι απόδωσαν τιμές και έχτισαν τάφο. Μετά όμως το θάνατό του έπεσε λιμός στη Θράκη και σύμφωνα με οδηγίες του μαντείου το κεφάλι του Ορφέα μεταφέρθηκε και θάφτηκε στις εκβολές του ποταμού Μέλητα της Μ. Ασίας, ενώ η λύρα του μεταφέρθηκε στον ουρανό.
Ο Πλούταρχος αναφέρει πως τα τραγούδια του Ορφέα παρουσίαζαν ένα καθαρά προσωπικό ύφος, εντελώς διάφορο από το ύφος των τραγουδιών των άλλων μουσικών της εποχής. Πιστευόταν ακόμα πως ο Ορφέας επινόησε την κιθάρα και πως αύξησε τις χορδές της από επτά σε εννιά.
Αμφίωνας
Ένας από τους μεγαλύτερους μυθικούς κιθαρωδούς, γιος του Δία που διδάχτηκε τη μουσική από τον Ερμή ή τον Δία και θεωρούνταν εμπνευστής της κιθαρωδίας (τραγούδι με συνοδεία κιθάρας). Επίσης σ' αυτόν αποδιδόταν η προσθήκη τριών χορδών στις τέσσερις της λύρας. Στη μυθολογία αναφερόταν πως ο Αμφίωνας με τον αδελφό του Ζήθο συντέλεσαν στο χτίσιμο των τειχών της Θήβας. Ο Ζήθος με τη δύναμή του μετάφερε τις πέτρες, και ο Αμφίωνας τις συνταίριαζε με τη μουσική του. Στα τείχη της Θήβας διαμορφώθηκαν τελικά επτά πύλες που συμβόλιζαν τις επτά χορδές της λύρας του Αμφίωνα. Ο Αμφίωνας, σύμφωνα με μια παράδοση, σκοτώθηκε από τον Απόλλωνα.Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Αρχαία ελληνική μουσική

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Με τον όρο Αρχαία Ελληνική Μουσική ονομάζουμε ολόκληρο τον μουσικό πολιτισμό που συνοδεύει την αρχαία ελληνική ιστορία και μελετάται κυρίως από τον 8ο αιώνα π.Χ. και εξής καθώς πριν από την εποχή αυτή, τα στοιχεία που υπάρχουν είναι ελάχιστα και περιορίζονται περιληπτικά στα παρακάτω:
  • Κυκλαδικός πολιτισμός (τέλη της 3ης χιλιετίας π.Χ.): Βρέθηκαν μουσικές παραστάσεις που απεικονίζουν άρπα και δίαυλο.
  • Μινωικός πολιτισμός (μέσα της 2ης χιλιετίας π.Χ.): Βρέθηκαν μουσικές παραστάσεις που απεικονίζουν μουσικούς με λύρα και δίαυλο.
  • Μυκηναϊκός πολιτισμός (μέσα της 2ης χιλιετίας π.Χ.): Βρέθηκαν μουσικές παραστάσεις που απεικονίζουν μουσικούς με λύρα και δίαυλο καθώς και άλλα όργανα από πολιτισμούς της Μεσοποταμίας και της Ασίας.


Εισαγωγικά
 [Επεξεργασία]

Λύρα-Κυκλαδικός Πολιτισμός
Οι αρχαίοι Έλληνες με τον εμφάνταστο στοχασμό τους έδιναν θεϊκή προέλευση στα πάντα και φυσικά και στη Μουσική. Έτσι, έπλασαν τιςΜούσες, που ήταν στην αρχή θεές του τραγουδιού και κατοπινά της ποίησης και των άλλων τεχνών και επιστημών. Αυτές οι θεές, εννιά τον αριθμό, ήταν κόρες του Δία και της Μνημοσύνης. Κατά τον Ησίοδο, είχαν γεννηθεί στην Πιερία μα κατοικούσαν στον Όλυμπο για να διασκεδάζουν στα συμπόσια τους θεούς. Για αρχηγό τους (Μουσηγέτη) είχαν τον Απόλλωνα που ήταν θεός του φωτός, της μαντικής, της μουσικής και της ποίησης. Οι Μούσες, αν και έμεναν μόνιμα στον Όλυμπο, εύρισκαν τον καιρό και κατέβαιναν κρυφά για να εμπνεύσουν όσους θνητούς συμπαθούσανε, και έπαιρναν το όνομα του τόπου που εμφανίζονταν. Αν π.χ. κατέβαιναν στην Πιερία λέγονταν Πιερίδες, αν στον Ελικώνα, λέγονταν Ελικωνιάδες και αν κατέβαιναν στον Παρνασσό λέγονταν Παρνασσίδες.
Πέρα όμως από τη μυθολογία, η μουσική της Αρχαίας Ελλάδας συνηθίζεται να περιβάλλεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί αποτελεί το βασικό συστατικό στοιχείο ενός πολιτισμού που επηρέασε άμεσα όχι μονάχα την αισθητική και τη φιλοσοφία των μεταγενέστερων εξελίξεων της μουσικής στην Ευρώπη, αλλά και την τεχνική υποδομή της (πολλές θεωρητικές κωδικοποιήσεις της ευρωπαϊκής μουσικής του Μεσαίωναθα αναζητήσουν τις πηγές τους στη μουσική της Αρχαίας Ελλάδας π.χ. η παραφθαρμένη μεταφορά του τροπικού συστήματος). Από την αρχαία ελληνική μουσική δε διασώθηκαν μέχρι σήμερα παρά ελάχιστα γραπτά μουσικά αποσπάσματα ενώ οι θεωρητικές γνώσεις μας για τον τρόπο με τον οποίο παιζόταν είναι μηδαμινές.
Από την αρχαία γραμματεία μαθαίνουμε ότι στην Αρχαία Ελλάδα η μουσική εξυψώνεται στο επίπεδο μιας ελεύθερης τέχνης ανεξάρτητης από την ποίηση, αν και τις περισσότερες φορές συνυπάρχει με αυτή και βασικά στοιχεία της (π.χ. ο ρυθμός) υπαγορεύονται από την ποίηση και τέλος η μουσική αποτελεί αναγκαία εμπειρία στη διαπαιδαγώγηση των νέων. Ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης και άλλοι φιλόσοφοι εμβαθύνουν στην αισθητική και [ψυχολογίά της μουσικής και διαμορφώνουν τη θεωρία του ήθους ή ηθική θεωρία της μουσικής, που διαπραγματεύεται την επίδραση της μουσικής στη συναισθηματική και ψυχική σφαίρα του άνθρωπου. Σύμφωνα με τη θεωρία του ήθους ή αλλιώς ηθική θεωρία της μουσικής, σε κάθε ρυθμική και μελωδική κίνηση υπάρχει μια ανάλογη συναισθηματική αντίδραση, με την έννοια ότι η μουσική μπορεί να επιδράσει στον άνθρωπο είτε θετικά παροτρύνοντάς τον σε μια ενέργεια της βούλησής του είτε αρνητικά αποτρέποντάς τον από μια ενέργεια της βούλησής του είτε τέλος απονεκρώνοντας τη βούλησή του. Βέβαια η θεωρία του ήθους δεν εξαντλείται μονάχα σε γενικές διαπιστώσεις, αλλά εμβαθύνει στην αισθητική διερεύνηση των δομικών παραμέτρων της μουσικής εξετάζοντας το ήθος της μελωδίας, των αρμονιών (τροπικών κατατάξεων), των γενών και των ρυθμών.

Ήθος της μελωδίας [Επεξεργασία]

Το ήθος των μελωδιών μπορεί να ΄χει τους ακόλουθους χαρακτήρες:
  • Διασταλτικό ήθος
Εκφράζει μεγαλοπρέπεια, ανδροπρεπή διάθεση, παροτρύνει σε ηρωικές πράξεις και χρησιμοποιείται στην τραγωδία.
  • Συσταλτικό ήθος
Οδηγεί την ψυχή σε ταπεινοφροσύνη και έλλειψη ανδρικής διάθεσης και είναι κατάλληλο για ερωτικά, αισθηματικά τραγούδια και θρήνους.
  • Ησυχαστικό ήθος
Φέρνει γαλήνη και ηρεμία και είναι κατάλληλο για ύμνους και εγκώμια.

Ήθος των αρμονιών [Επεξεργασία]

Στην αρχαία ελληνική ορολογία με τη λέξη "αρμονία", προσδιόριζαν ένα τρόπο διαδοχικής αντιπαράθεσης των φθόγγων κατά συνέπεια ένα τρόπο υποδιαίρεσης της οκτάβας και παραγωγής διάφορων τρόπων (σειρές από νότες, κλίμακες). Η εξέταση του ήθους των αρμονιών (τρόπων) δίνει τους ακόλουθους χαρακτηρισμούς:
  • Ήθος Δωρικής αρμονίας
Ανδροπρεπές, μεγαλοπρεπές, αξιοπρεπές.
  • Ήθος Υποδωρικής αρμονίας
Περήφανο, πομπώδες, σταθερό.
  • Ήθος Φρυγικής αρμονίας
Μεγαλόπνοο, βίαιο, ερεθιστικό και συναισθηματικό.
  • Ήθος Υποφρυγικής αρμονίας
Σκληρό και αυστηρό ή για άλλους συγγραφείς κομψό.
  • Ήθος Λυδικής αρμονίας
Απαλό και ευχάριστο κατάλληλο για παιδική μουσική.
  • Ήθος Υπολυδικής αρμονίας
Βακχικό, φιλήδονο και μεθυστικό.
  • Ήθος Μιξολυδικής αρμονίας
Παθητικό και παραπονιάρικο.

Ήθος των γενών [Επεξεργασία]

Η χρηση στη μουσική της Αρχαίας Ελλάδας των τριών γενών (διατονικού, χρωματικού και εναρμόνιου) έγινε κάτω από μια συνειδητή εκτίμηση του αισθητικού χαρακτήρα τους κι όχι μονάχα ως μια θεωρητική αναγκαιότητα. Έτσι λοιπόν προσδιορίστηκε το ήθος των γενών ως:
  • Ήθος διατονικού γένους
Φυσικό, αρρενωπό, αυστηρό και σεμνό.
  • Ήθος χρωματικού γένους
Γλυκό και παραπονιάρικο.
  • Ήθος εναρμόνιου γένους
Διεγερτικό.

Ήθος των ρυθμών [Επεξεργασία]

Ο Αριστείδης Κοϊντιλιανός αναφέρει πως οι ρυθμοί που αρχίζουν από τη θέση είναι πιο ήσυχοι (ησυχάζουν τη διάνοια), ενώ αυτοί που αρχίζουν από την άρση είναι ταραγμένοι. Οιρυθμοί που έχουν συμμετρικές αναλογίες είναι πιο ευχάριστοι, ενώ οι ημιολικοί είναι πιο ταραγμένοι. Η ελληνική μουσική είναι ουσιαστικά φωνητική και εξελίσσεται παράλληλα με την ποίηση, καθότι η καλλιέργεια και η ανάπτυξή της βρίσκεται στα χέρια των ποιητών ή τραγωδών που μόνοι τους και ως μουσικοί διαμορφώνουν τη μουσική (μελωδική) απεικόνιση αποσπασμάτων των έργων τους. Παρά το ότι λοιπόν ο χαρακτήρας της μουσικής της Αρχαίας Ελλάδας ήταν κυρίως φωνητικός, θα διατηρηθούν στους μεταγενέστερους ευρωπαϊκούς πολιτισμούς τα όργανα της και η θεωρητική ορολογία της, που στη θεωρητική ανάλυσή της σύμφωνα με τη θεωρία των αρμονικών χρησιμοποίησε όρους που προέκυπταν από τις ιδιότητες των χορδών.