https://www.facebook.com/artemissky.blogspot?ref_type=bookmark

ΑΡΤΕΜΙΣ

ΑΡΤΕΜΙΣ
Ήταν θεά του κυνηγιού,”πότνια θηρών” κατά τον Όμηρο,θεά των αγριμιών και της Σελήνης.

ΕΛΛΑΣ - HELLAS

'' Επιόντος άρα θανάτου επί τον άνθρωπον, το μεν θνητόν, ως έοικεν, αυτού αποθνήσκει, το δ' αθάνατον, σώον και αδιάφθορον, οίχεται απιόν. `Οταν επέρχεται ο θάνατος στον άνθρωπο, το μεν θνητό μέρος αυτού, καθώς φαίνεται, πεθαίνει, το δε αθάνατο, η ψυχή, σηκώνεται και φεύγει σώο και άφθαρτο '' ΠΛΑΤΩΝΑ

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .

ΕΛΛΑΣ - HELLAS .
ΑΝΟΙΚΩ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Σάββατο 20 Απριλίου 2013

Όμηρος


Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η αποθέωση του Ομήρου. Στα πόδια του η Ιλιάδα και η Οδύσσεια
Ο Όμηρος φέρεται ως ο συγγραφέας των ποιητικών κειμένων της Ιλιάδας και της Οδύσσειας, από τα πρώτα κείμενα της Ιστορικής περιόδου της αρχαίας Ελλάδας, γνωστά ως «Ομηρικά Έπη». Για τη ζωή του υπάρχουν ελάχιστες πληροφορίες και αυτές αντιφατικές, ενώ η φιλολογική επιστήμη των δύο τελευταίων αιώνων αμφισβήτησε ακόμη και την ύπαρξή του. Με κριτήρια τα χαρακτηριστικά των έργων, είναι ασφαλές να υποθέσουμε ότι η Ιλιάδα και η Οδύσσεια γράφτηκαν τον 8ο αι. π.Χ. (μερικοί μελετητές, π.χ. M.L. West, προτιμούν ημερομηνίες μέχρι και το πρώτο μισό του 7ου αι. π.Χ.), με την Ιλιάδα να είναι προγενέστερη, ενδεχομένως και κατά μερικές δεκαετίες. Στον Όμηρο κατά καιρούς αποδόθηκαν και άλλα έργα, τα οποία σήμερα είναι δεκτό ότι δεν είναι δικά του, αλλά ακόμη είναι αμφισβητήσιμο το αν τα δύο μεγάλα έπη είναι έργα του ίδιου ποιητή. Η Ιλιάς αποτελείται από 15.693 στίχους και αναφέρεται στις τελευταίες πενήντα μία (51), αποφασιστικής σημασίας ημέρες του πολέμου της Τροίας, ο οποίος συνολικά διήρκεσε, σύμφωνα με το μύθο, 10 χρόνια. Η Οδύσσειααποτελείται από περίπου 12.000 στίχους και περιγράφει τον δεκαετή αγώνα του Οδυσσέα για τον νόστο (επιστροφή στην πατρίδα του Ιθάκη).

Πίνακας περιεχομένων

  [Απόκρυψη

Αρχαίες μαρτυρίες για τη ζωή και το έργο του [Επεξεργασία]

Διαθέτουμε επτά βίους του Ομήρου που προέρχονται από την αρχαιότητα. Η καταγωγή του φαίνεται πως ήταν από την Ιωνία και θρυλείται ότι επτά πόλεις ερίζουν για την καταγωγή του, με επικρατέστερες τη Σμύρνη και τη Χίο. Ως γονείς του αναφέρονται ο Μαίων και η Κριθηίδα και λέγεται ότι το πραγματικό του όνομα ήταν Μελησιγένης, επειδή γεννήθηκε κοντά στον ποταμό Μέλητα της Σμύρνης και ότι πήρε αργότερα το όνομα «Όμηρος», είτε επειδή ήταν τυφλός, είτε επειδή ήταν όμηρος των Κολοφωνίων στον πόλεμο με τη Σμύρνη. Σύμφωνα με τους βίους του, περιόδευσε απαγγέλλοντας τα έργα του στις ελληνικές πόλεις, απέκτησε μεγάλη φήμη, αλλά σε ένα διαγωνισμό με τον Ησίοδο στη Χαλκίδα δεν πήρε βραβείο, επειδή προτιμήθηκε ο Ησίοδος ως ποιητής που εξυμνούσε την ειρήνη. Ως τόπος θανάτου του παραδίδεται η Ίος.[1]
Εκτός από την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, στην αρχαιότητα αποδόθηκαν στον Όμηρο και άλλα έπη του τρωικού κύκλου, αρκετοί θρησκευτικοί ύμνοι, η επική παρωδίαΒατραχομυομαχία και μια κωμική διήγηση για έναν χαζό ήρωα, τον Μαργίτη.[2] Στον Όμηρο αποδίδονται και δύο προφανώς ψευδεπίγραφα επιγράμματα της Παλατινής Ανθολογίας(VII 153 και XIV 147).
Η σύγχρονη έρευνα, και ειδικότερα όσοι δέχονται ότι ο Όμηρος μπορεί να θεωρηθεί πραγματικό πρόσωπο, τοποθετεί τη ζωή του στον 8ο αι. π.Χ. και θεωρεί πιθανό ότι ήταν Ίωνας αοιδός, συνεχιστής μιας μακραίωνης παράδοσης προφορικών ηρωικών αφηγήσεων, που συνέθεσε την Ιλιάδα γύρω στο 750 π.Χ. και την Οδύσσεια (αν όντως συνέθεσε και τα δύο έργα) γύρω στα 710 π.Χ.[3]


Φανταστική προτομή του Ομήρου, ρωμαϊκό αντίγραφο (2ος αιώνας) του αυθεντικού ελληνικού (2ος αιώνας π.Χ.).Μουσείο του Λούβρου (Ma 440)

Το ομηρικό ζήτημα [Επεξεργασία]


Η Αποθέωση του Ομήρου σε γλυπτό. Μαρμάρινο ανάγλυφο του Αρχίλαου της Πριήνης.3ος αιώνας π.Χ., Βρετανικό μουσείο
Υπό τον όρο «ομηρικό ζήτημα» ομαδοποιούνται πολλά ερωτήματα που έχουν σχέση με την πατρότητα, τον τρόπο σύνθεσης και την καταγραφή της Ιλιάδας και της Οδύσσειας. Ειδικότερα, έχουν τεθεί τα θέματα:
  • Ήταν πραγματικό πρόσωπο ο Όμηρος; Πότε έζησε, πώς συνέθεσε ή έγραψε τα έργα του και ποια είναι αυτά;
  • Τα κείμενα που έχουμε στη διάθεσή μας σήμερα είναι έργα του ίδιου ποιητή; Κάποιες υφολογικές αλλά και πολιτισμικές διαφορές μεταξύ των δύο ποιημάτων καθιστούν πιθανό το γεγονός να μην γράφτηκαν από τον ίδιο συγγραφέα, χωρίς κάτι τέτοιο να μπορεί να αποδειχθεί με βεβαιότητα.
  • Τα κείμενα είναι ενιαίες ποιητικές συλλήψεις ή αποτελούνται από διάφορα στρώματα; Αρκετοί έχουν υποστηρίξει ότι τα σημερινά κείμενα προέρχονται από συνένωση πολλών τμημάτων ή επέκταση παλαιοτέρων. Απέναντι σε αυτήν την «αναλυτική» θεωρία τάσσονται οι «ενωτικοί» που υποστηρίζουν ότι στο καθένα μπορεί να διακριθεί μία συνεπής λογοτεχνική σύλληψη και πραγμάτωση από ένα άτομο. Η σύγκριση με προφορικά έπη έδειξε ότι οι προφορικοί ποιητές, με τεχνικές που δεν είναι οικείες σε μια εγγράμματη κοινωνία, μπορούν να συνθέσουν και να απομνημονεύσουν ποιήματα μεγάλης έκτασης.
  • Από την προφορική θεωρία, προκύπτει το ερώτημα ποια ήταν η συμβολή της γραφής στη σύνθεση των ποιημάτων: καταγράφηκαν την εποχή που συντέθηκαν κατά τη διάρκεια της απαγγελίας, υπαγορεύτηκαν από τον ποιητή ή επιβίωσαν προφορικά και καταγράφηκαν αργότερα;

Αναλυτική θεωρία [Επεξεργασία]

Η παρουσία κάποιων αντιφάσεων, λογικών κενών ή χασμάτων στο κείμενο της Ιλιάδας και της Οδύσσειας οδήγησε στην υπόθεση ότι τα σωζόμενα κείμενα δεν είναι ενιαίες ποιητικές συλλήψεις αλλά συνένωση περισσοτέρων έργων. Οι υποστηρικτές αυτής της θεωρίας ονομάστηκαν «αναλυτικοί» και οι απόψεις του μπορούν να διαιρεθούν σε επιμέρους τάσεις. Για την Ιλιάδα, μία από τις αναλυτικές θεωρίες ήταν η θεωρία της επέκτασης, που υποστηρίχθηκε κυρίως από τον Gottfried Hermann (1772-1848): σύμφωνα με αυτή, υπήρχε ένα παλαιό κείμενο, μια αρχική Ιλιάδα, που σταδιακά επεκτάθηκε και πήρε τη σημερινή μορφή. Η θεωρία των ασμάτων, που αναπτύχθηκε από τον Karl Lachmann, θεωρούσε την Ιλιάδα συνένωση μικρότερων επικών ασμάτων (ο Lachmann εντόπιζε περίπου δεκαέξι άσματα). Συγγενική ήταν η θεωρία της συγκόλλησης, με βασικό εκπρόσωπο τον A. Kirchhoff, κατά τον οποίο η Ιλιάδα δημιουργήθηκε από συνένωση μικρότερων επών.[4] Ο ίδιος επιχείρησε ανάλογη ανάλυση και για την Οδύσσεια, για την οποία διατυπώθηκε και μια άλλη άποψη, η θεωρία του διασκευαστή, δηλαδή η άποψη ότι υπήρχε μια αρχική Οδύσσεια που επεκτάθηκε στη συνέχεια με προσθήκες ενός διασκευαστή που υστερούσε σε ποιητική αξία από τον ποιητή του αρχικού έργου.[5]

Προφορικότητα και γραφή [Επεξεργασία]

Διαφορετική κατεύθυνση δόθηκε στην ομηρική έρευνα από τη σύγκριση με τις τεχνικές της προφορικής ποίησης. Οι Milman Parry και Albert Lord, βασισμένοι στη διαπίστωση ότι τα δύο έπη εμφανίζουν στερεότυπες σκηνές και εκφράσεις, που συχνά επαναλαμβάνονται αυτούσιες, αξιοποίησαν τις έρευνές τους για την προφορική ηρωική ποίηση γηςΓιουγκοσλαβίας για να φωτίσουν τον τρόπο σύνθεσης της Ιλιάδας και της Οδύσσειας και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα δύο κείμενα παρουσιάζουν ανάλογη τεχνική, αφού βασίζονται σε ένα σύνολο στερεότυπων μικρότερων ή μεγαλύτερων φράσεων (λογοτύπων) και τυποποιημένων σκηνών.
Σήμερα είναι αποδεκτό το γεγονός ότι οι τεχνικές στις οποίες βασίστηκε η σύνθεση των δύο επών είναι οι τεχνικές της προφορικής ποίησης, όπως είχαν διαμορφωθεί τους προηγούμενους αιώνες. Η παράδοση τροφοδότησε τον ποιητή τους με μια ειδική τεχνητή διάλεκτο, με στοιχεία διαφόρων εποχών και περιοχών και πολλά συνώνυμα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε διαφορετικές μετρικές θέσεις, ένα σύνολο λογοτύπων που αντιστοιχούν σε συγκεκριμένες θέσεις του στίχου, τυπικές σκηνές και τυποποιημένα ευρύτερα επεισόδια.[6] Η συμβολή της γραφής στη σύνθεση ή την καταγραφή της Ιλιάδας και της Οδύσσειας είναι δύσκολο να καθοριστεί και έχουν διατυπωθεί διάφορες υποθέσεις: μπορεί ο ποιητής να χρησιμοποίησε τη γραφή για να κάνει ένα σχέδιο της δομής και της σύνδεσης διαφόρων επεισοδίων, ή να υπαγόρευσε σε κάποιον το ποίημα. Είναι βέβαιο ότι και τους επόμενους αιώνες τα έπη είχαν συντηρηθεί στην προφορική παράδοση και απαγγέλλονταν, αλλά δεν γνωρίζουμε αν υπήρχε κάποιο παγιωμένο γραπτό κείμενο. Από τον 6ο αι. π.Χ. μαρτυρείται και μια επαγγελματική ένωση ραψωδών που ονομάζονταν «ομηρίδες», οι οποίοι απήγελλαν κάποια εκδοχή των επών, αλλά δεν γνωρίζουμε αν είχαν στην κατοχή τους κάποιο γραπτό κείμενο. Σημαντική θεωρείται στο θέμα της παγίωσης του ομηρικού κειμένου η συμβολή του Πεισιστράτου που λέγεται ότι καθιέρωσε απαγγελίες του Ομήρου στη γιορτή των Παναθηναίων με βάση ένα σταθερό κείμενο (η λεγόμενη «πεισιστράτεια διόρθωση»).

Γλώσσα και μέτρο [Επεξεργασία]


Όμηρος1663. Έργο του Ρέμπραντ
Το μέτρο της Ιλιάδας και της Οδύσσειας είναι ο δακτυλικός εξάμετρος στίχος. Βάση του είναι ο δακτυλικός πους, δηλαδή μια μονάδα που αποτελείται από μία μακρόχρονη συλλαβή και δύο βραχύχρονες (που μπορεί να αντικατασταθούν από μία μακρόχρονη). Ο κάθε στίχος απαρτίζεται από έξι πόδες. Οι πέντε πρώτοι είναι δάκτυλοι και ο έκτος αποτελείται από δύο συλλαβές, την πρώτη υποχρεωτικά μακρόχρονη και τη δεύτερη αδιάφορη. Συνολικά ένας δακτυλικός στίχος μπορεί να αποτελείται από δώδεκα έως δεκαεπτά συλλαβές. Υπάρχει μια ισχυρή νοηματική παύση περίπου στο μέσον του στίχου, καθώς και άλλες μικρότερες που χωρίζουν τον στίχο έως και σε τέσσερις μικρές νοηματικές ενότητες.[7]
Η γλώσσα του Ομήρου είναι τεχνητή, η οποία ουδέποτε μιλήθηκε, αλλά κατανοητή απ' όλον τον ελληνόφωνο κόσμο.[8] Το υλικό της προέρχεται από διάφορες διαλέκτους και χρονικές περιόδους. Βάση είναι η ιωνική διάλεκτος όπως είχε διαμορφωθεί τον 8ο αι. π.Χ. στα παράλια της Μικράς Ασίας. Υπάρχουν ακόμη πολλά αιολικά στοιχεία αλλά και τύποι παλαιότεροι αναγόμενοι στη μυκηναϊκή εποχή.Δωρικά στοιχεία δεν υπάρχουν, ενώ κάποιοι αττικοί τύποι ενδέχεται να είναι μεταγενέστερες προσθήκες.[9] Η ύπαρξη πολλών συνώνυμων τύπων οι οποίοι προέρχονταν από ποικίλες διαλέκτους ή περιόδους παρείχε μετρικές ευκολίες στον ποιητή, αφού ανάλογα με τη θέση του στίχου μπορούσε να χρησιμοποιήσει μία από πολλές νοηματικά ισοδύναμες λέξεις. Για παράδειγμα η προσωπική αντωνυμία σοῦ είχε ισοδύναμους τύπους τα σεῖοσέθενσέοσεῦτεοῖο.[10]

Λογότυποι και τυπικές σκηνές [Επεξεργασία]

Από την προφορική επική παράδοση ο Όμηρος είχε κληρονομήσει ένα σύνολο στερεοτυπικού υλικού το οποίο προσάρμοζε ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε περίπτωσης. Η μικρότερη τυπική μονάδα είναι οι σύντομες φράσεις που αποτελούνται από ένα όνομα και επίθετο. Ανάλογα με τη θέση του στίχου, προκύπτουν διάφοροι συνδυασμοί όπως Παλλὰς Ἀθήνηγλαυκῶπις Ἀθήνηθεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη. Κάποιες φορές τα τυπικά επίθετα χρησιμοποιούνται ακόμη και όταν τα νοηματικά συμφραζόμενα δεν επιτρέπουν τη χρήση τους.[11] Μεγαλύτερης έκτασης λογότυποι χρησιμοποιούνται για να δηλώσουν την αρχή και το τέλος μιας ομιλίας, την μετακίνηση ενός ήρωα ή τα γεγονότα των μαχών.
Εκτός από τις εκφραστικές στερεοτυπίες, υπήρχαν και τυποποιημένες ακολουθίες πράξεων για να περιγράψουν εκτενή γεγονότα όπως η θυσία, η ικεσία, η υποδοχή ενός φιλοξενούμενου, ένα γεύμα, μία μονομαχία. Για παράδειγμα η αφήγηση μιας αριστείας, δηλαδή μιας σειράς κατορθωμάτων ενός ήρωα, βασίζεται σε ένα συγκεκριμένο πρότυπο: πρώτα περιγράφεται ο εξοπλισμός του ήρωα. Όταν αρχίζει η μάχη, ο πρωταγωνιστής σκοτώνει κάποιους εχθρούς σε μονομαχίες και έπειτα επιτίθεται εναντίον του εχθρικού στρατού τον οποίο ωθεί σε φυγή. Η καταδίωξη διακόπτεται όταν αυτός πληγώνεται, αλλά με προσευχή σε ένα θεό θεραπεύεται, επιστρέφει στη μάχη και μονομαχεί με τον αρχηγό των εχθρών. Τον σκοτώνει και ακολουθεί μάχη των δύο παρατάξεων για το πτώμα, το οποίο αποκτούν τελικά οι φίλοι του νεκρού με θεϊκή παρέμβαση. Παρά την τυποποίηση, κάθε φορά που εμφανίζονται τυπικές σκηνές υπάρχουν διαφορές στις λεπτομέρειες ανάλογα με τις ανάγκες.[12]

Εκτενείς παρομοιώσεις [Επεξεργασία]

Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ομηρικής, τεχνικής, που φαίνεται ότι δεν υπήρχε στα παλαιότερα έπη, είναι οι εκτενείς παρομοιώσεις. Αυτές οι παρομοιώσεις είναι επεκτάσεις των σύντομων παρομοιώσεων: για παράδειγμα η απλή παρομοίωση «επιτέθηκε σαν λιοντάρι» μπορεί να επεκταθεί στην εικόνα ενός πληγωμένου και αγριεμένου λιονταριού που επιτίθεται στους κυνηγούς του, στην εικόνα του λιονταριού που κατασπαράζει το πρόβατα ενός φοβισμένου βοσκού ή στην εικόνα του ζώου που προσπαθεί να προστατέψει τα νεογνά του από τους κυνηγούς.[13] Ο κόσμος των παρομοιώσεων είναι ο κόσμος της καθημερινής εμπειρίας, που είναι οικείος στον ακροατή / αναγνώστη, και έχει στόχο να βοηθήσει τη φαντασία του αναγνώστη να αντιληφθεί κάτι, συγκρίνοντάς το με μια εικόνα από την άμεση εμπειρία του.[14] Τα θέματα από τα οποία προέρχονται οι παρομοιώσεις είναι τα φυσικά φαινόμενα (τρικυμίες, αστραπές και βροντές, πυρκαγιές), το κυνήγι, οι επιθέσεις άγριων ζώων και καθημερινές δραστηριότητες όπως η υφαντική, η ξυλουργική, η ποιμενική και αγροτική ζωή.[15]
Οι εκτενείς παρομοιώσεις δεν είναι απλά διακοσμητικά στοιχεία. Ήδη οι αρχαίοι σχολιαστές είχαν επισημάνει ότι μπορεί να υπάρχουν πολλά σημεία επαφής μεταξύ των συγκρινόμενων όρων.[16] Μπορεί πίσω από το άμεσο νόημα της σύγκρισης να κρύβεται και ένα δεύτερο, πιο σημαντικό: για παράδειγμα, όταν ο Οδυσσέας, στο τέλος της ραψωδίας ε της Οδύσσειας φτάνει ναυαγός στη γη των Φαιάκων, ξαπλώνει κάτω από ένα σωρό φύλλων και παρομοιάζεται με το κρύψιμο ενός δαυλού στη στάχτη για να παραμείνει αναμμένος. Η άμεση σύγκριση είναι η κάλυψη του Οδυσσέα και του δαυλού, αλλά το βαθύτερο νόημα είναι ότι ο Οδυσσέας προσπαθεί να κρατήσει ζωντανή τη σπίθα της ζωής.[17]Άλλοτε μια παρομοίωση μπορεί να προϊδεάζει για το μέλλον, όπως όταν οι Τρώες βλέπουν τον Αχιλλέα να σέρνει με το άρμα του τον νεκρό Έκτορα και ο θρήνος τους παρομοιάζεται με το θρήνο των κατοίκων μιας φλεγόμενης πόλης, όπως πράγματι έγινε αργότερα.[18]

Αναφορές [Επεξεργασία]

  1.  Φ.Ι. Κακριδής, Αρχαία ελληνική γραμματολογία, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη], Θεσσαλονίκη 2005, σελ. 35-36.
  2.  A. Lesky, Ιστορία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας, μετάφρ. Α. Τσοπανάκη, Θεσσαλονίκη 1972, 2η έκδ., σελ. 132-147.
  3.  Lesky, σελ. 77-78. Κακριδής, σελ. 32.
  4.  Lesky, σελ. 69-70.
  5.  Lesky, σελ. 90-91.
  6.  Lesky, σελ.
  7.  Lesky, σελ. 105.
  8.  Lesky, σελ. 107.
  9.  Lesky, σελ. 106.
  10.  M. Edwards, Όμηρος: ο ποιητής της Ιλιάδος, μετάφρ. Β. Λιαπής - Ν. Μπεζαντάκος, Ινστιτούτο του Βιβλίου-Α. Καρδαμίτσα, Αθήνα 2001, σελ. 62.
  11.  Edwards, Όμηρος, σελ. 72.
  12.  Edwards, Όμηρος, σελ. 107
  13.  Edwards, Όμηρος, σελ. 139
  14.  M.W. Edwards, Ομήρου Ιλιάδα. Κείμενο και ερμηνευτικό υπόμνημα, τ. Ε΄, ραψωδίες Ρ-Υ, μετάφρ. Μ. Καίσαρ, επιμ. Α. Ρεγκάκος, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 115
  15.  Edwards, Ομήρου Ιλιάδα, σελ. 115-116.
  16.  Edwards, Ομήρου Ιλιάδα, σελ. 109
  17.  Edwards, Όμηρος, σελ. 143.
  18.  Edwards, Όμηρος, σελ. 144.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι [Επεξεργασία]

Commons logo
Τα Κοινά έχουν πολυμέσα σχετικά με το θέμα
Wikisource logo
Στη Βικιθήκη υπάρχει υλικό που έχει σχέση με το θέμα:
Wikiquote logo
Στα Βικιφθέγματα υπάρχει υλικό σχετικό με το λήμμα:

Πώς προέκυψε το σύμβολο σημαία τους;

ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ


Ο όρος ημισέληνος στα Ελληνικά είναι λανθασμένος, αφού το σύμβολο δεν απεικονίζει «μισό» φεγγάρι, αλλά το ένα τέταρτο αυτού. Πιο σωστός θα ήταν ο όρος «αμφίκυρτος σελήνη». Επειδή όμως έχει καθιερωθεί, έστω και λανθασμένα θα το χρησιμοποιούμε και εμείς. Στα τουρκικά την ονομάζουν (περιγραφικά) ακόμα πιο λάθος ως «φεγγάρι-άστρο» (ay yıldız), σαν να ήταν ολόκληρο φεγγάρι.
Το σύμπλεγμα της ημισελήνου (δηλ. το μισοφέγγαρο και το άστρο) έχει βαθιά σχέση στο χρόνο με την Ελληνική παράδοση και τον πολιτισμό.
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ
Το αρχαιότερο ελληνικό νόμισμα πάνω στο οποίο υπάρχει η ημισέληνος είναι νόμισμα από την Κάτω Ιταλία που χρονολογείται στον 6ο αιώνα π.Χ. Στη συνέχεια το βρίσκουμε σε πολλές ελληνικές περιοχές του αρχαίου ελληνικού κόσμου από την Κρήτη μέχρι τη Μακεδονία και την Μικρά Ασία. Την ημισέληνο τη βρίσκουμε και στην αρχαία ελληνική αποικία του Βυζαντίου, πάνω στην οποία βρίσκεται η σημερινή Κωνσταντινούπολη.
ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Στον 5ο αιώνα μ.Χ. σε νόμισμα του αυτοκράτορα Αναστασίου Ι (491-518 μ.Χ.), βρίσκουμε νόμισμα που στη μια μεριά έχει την προτομή του αυτοκράτορα και στην άλλη την ημισέληνο. Στη συνέχεια και για πολλούς αιώνες συναντούμε την ημισέληνο με πολλούς τρόπους σε απεικονίσεις στο Βυζάντιο.
Όταν έφτασαν οι Οθωμανοί στην περιοχή της Μικράς Ασίας (κυρίως όμως οι Σελτζούκοι, οι οποίοι αντέγραψαν σε πάρα πολλά πράγματα το ανώτερο πολιτισμικά Βυζάντιο), «δανείστηκαν» την ημισέληνο από τους Βυζαντινούς και σταδιακά έγινε το έμβλημα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Σήμερα όσοι θέλουν να δουν την ημισέληνο σε βυζαντινά νομίσματα δεν έχουν παρά να επισκεφθούν τις νομισματικές συλλογές των Ελληνικών Μουσείων αλλά ακόμα και σε Βυζαντινές τοιχογραφίες στη Λακωνία (χωριό Γεράκι κ.α.), όπου υπάρχει πεντακάθαρο σε ασπίδα του Αγίου Γεωργίου.
Μέχρι τον 18ο αι. το τουρκικό εθνόσημο ήταν η απλή ημισέληνος, χωρίς το άστρο. Το άστρο το πρόσθεσε ο σουλτάνος Σελίμ Γ΄ (1789-1808) και είχε οκτώ ακτίνες, ενώ ο σουλτάνος Αβδούλ Μετζίτ (1840-1861) το έκανε με πέντε ακτίνες.
Φαίνεται λοιπόν ότι οι Οθωμανοί όπως αντέγραψαν το Βυζάντιο σε διοίκηση, θεσμούς, μοντέλα σκέψης και χίλια άλλα πράγματα έτσι και η ίδια η σημαία τους ήταν ένα κλεμμένο βυζαντινό σύμβολο.
  
zagalisa
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr

Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν εθνική συνείδηση



ΗΞΕΡΑΝ ΟΤΙ ΗΤΑΝ ΜΙΑ ΦΥΛΗ



Επειδή έχουμε φτάσει στο σημείο, όπου θα πρέπει να δίνονται απαντήσεις και για τα πλέον αυτονόητα, κι επειδή η προπαγάνδα όταν μένει αναπάντητη, ισχυροποιείται στον μέσο νου ως η απόλυτη αλήθεια, καλό θα είναι να δοθεί ένα τέλος σ’ αυτόν τον στείρο «αντιαρχαιοελληνισμό» (το άλλο άκρο της προγονολατρείας) που έρπει, καιρό τώρα στα διάφορα μονοπάτια του διαδικτύου και όχι μόνο.
Πολλοί είναι λοιπόν αυτοί -κι ανάμεσά τους και αρκετοί «μορφωμένοι»- που υποστηρίζουν πως δεν υπήρχε το έθνος ως έννοια στους αρχαίους Έλληνες. Ένα ακλόνητο «επιχείρημα» είναι πως ο χώρος της Ελλάδος ήταν χωρισμένος σε πόλεις-κράτη που ενίοτε πολεμούσαν το ένα το άλλο.
Δυστυχώς όμως γι’ αυτούς, τους διαψεύδει η ίδια η ιστορία…
Παρ’ ότι η έννοια «εθνικό κράτος» και όχι απλά «έθνος» άρχισε να σχηματοποιείται, έτσι όπως την γνωρίζουμε σήμερα, κυρίως από τον 18ο αιώνα, εντούτοις ο όρος «έθνος» (αλλά και «γένος»), δεν ήταν άγνωστος στον αρχαίο κόσμο. Ο Ηρόδοτος συχνά χρησιμοποιεί τον όρο «έθνεο» για να περιγράψει τις διάφορες φυλές, ελληνικές και μη που είχαν κοινή καταγωγή, γλώσσα, θρησκεία κ.τ.λ. (π.χ. «…Ἄβαντες μὲν ἐξ Εὐβοίες εἰσὶ οὐκ ἐλαχίστη μοῖρα, τοῖσι Ἰωνίης μέτα οὐδὲ τοῦ οὐνόματος οὐδέν, Μινύαι δὲ Ὀρχομένιοί σφι ἀναμεμίχαται καὶ Καδμεῖοι καὶ Δρύοπες καὶ Φωκέες ἀποδάσμιοι καὶ Μολοσσοὶ καὶ Ἀρκάδες Πελασγοὶ καὶ Δωριέες Ἐπιδαύριοι, ἄλλα τε ἔθνεα πολλὰ ἀναμεμίχαται…» [βιβλίο «Κλειώ»], «ἔθνεα Βοιωτῶν καὶ Χαλκιδέων» [βιβλίο «Τερψιχόρη»], «Μακεδόνων ἔθνεα» [βιβλίο «Ερατώ»] κ.ά.)
Η έννοια της πανελλήνιας εθνικής συνείδησης, έστω και σε πρώιμο στάδιο· και η γνώση ότι υπάρχουν πολλά κοινά στοιχεία που ενώνουν τις διάφορες ελληνικές φυλές και πόλεις-κράτη, κάτω από τον όρο «Έλληνες» δεν απουσιάζει («οἱ δὲ Ἕλληνες κατὰ τάξις τε καὶ κατὰ ἔθνεα κεκοσμημένοι ἦσαν» [«Ηροδότου ιστορίαι», βιβλίο «Πολύμνια»]), όπως δεν απουσιάζει και η κατανόηση της ελληνικότητας («τὸ Ἑλληνικὸν ἐὸν ὅμαιμόν τε καὶ ὁμόγλωσσον καὶ θεῶν ἱδρύματά τε κοινὰ καὶ θυσίαι ἤθεά τε ὁμότροπα» [«Ηροδότου ιστορίαι», βιβλίο «Ουρανία»]). Τα ιστορικά τεκμήρια είναι αρκετά. Ενδεικτικά:
1. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες, συμμετείχαν μόνο όσοι ήταν Έλληνες και την ευθύνη της εξακρίβωσης της καταγωγής των αθλητών, επιφορτίζονταν οι γνωστοί Ελλανοδίκες, ή Ελληνοδίκες (Έλλην+δίκη). Ο Ηρόδοτος αναφέρει μάλιστα, ότι απ’ αυτόν τον έλεγχο πέρασε και ο βασιλιάς των Μακεδόνων Αλέξανδρος ο Α’ κι αφού απέδειξε την ελληνικότητά του, τού επετράπη να συμμετάσχει στου αγώνες («πρὸς δὲ καὶ οἱ τὸν ἐν Ὀλυμπίῃ διέποντες ἀγῶνα Ἑλληνοδίκαι οὕτω ἔγνωσαν εἶναι. Ἀλεξάνδρου γὰρ ἀεθλεύειν ἑλομένου καὶ καταβάντος ἐπ᾽ αὐτὸ τοῦτο, οἱ ἀντιθευσόμενοι Ἑλλήνων ἐξεῖργόν μιν, φάμενοι οὐ βαρβάρων ἀγωνιστέων εἶναι τὸν ἀγῶνα ἀλλὰ Ἑλλήνων· Ἀλέξανδρος δὲ ἐπειδὴ ἀπέδεξε ὡς εἴη Ἀργεῖος, ἐκρίθη τε εἶναι Ἕλλην καὶ ἀγωνιζόμενος στάδιον συνεξέπιπτε τῷ πρώτῳ» [«Ηροδότου ιστορίαι», βιβλίο «Τερψιχόρη»]).
2. Σε κείμενο που έγραψε ο Ισοκράτης με αφορμή τους εκατοστούς Ολυμπιακούς Αγώνες και το οποίο απέστειλε για ανάγνωση στην Ολυμπία, διαβάζουμε: «Ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ’ ἐρήμην καταλαβόντες οὐδ’ ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ’ οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν, ὥστ’ ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν, αὐτόχθονες ὄντες…». Δηλαδή: «Κατοικούμε σ’ αυτήν την χώρα, χωρίς να έχουμε εκδιώξει άλλους από εδώ, ούτε την καταλάβαμε βρίσκοντάς την έρημη, ούτε είμαστε μιγάδες ανακατεμένοι από διάφορα έθνη ανθρώπων, αλλά υπάρχουμε καλώς και γνησίως, διότι κατέχουμε την χώρα στην οποία γεννηθήκαμε και ζούμε καθ’ όλη την διάρκεια της ιστορίας μας, αφού είμαστε αυτόχθονες…» (Πανηγυρικός, εδάφιο 24).
3. Στον «Πανηγυρικό» που εκφώνησε προς τους Αθηναίους ο Ισοκράτης, αναφέρεται σαφέστατα στο γένος των Ελλήνων: «Τοσοῦτον δ’ ἀπολέλοιπεν ἡ πόλις ἡμῶν περὶ τὸ φρονεῖν καὶ λέγειν τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, ὥσθ’ οἱ ταύτης μαθηταὶ τῶν ἄλλων διδάσκαλοι γεγόνασι, καὶ τὸ τῶν Ἑλλήνων ὄνομα πεποίηκε μηκέτι τοῦ γένους ἀλλὰ τῆς διανοίας δοκεῖν εἶναι, καὶ μᾶλλον Ἕλληνας καλεῖσθαι τοὺς τῆς παιδεύσεως τῆς ἡμετέρας ἢ τοὺς τῆς κοινῆς φύσεως μετέχοντας». Δηλαδή: «Είναι δε τόσο μεγάλη η απόσταση που χωρίζει την πολιτεία μας από τούς άλλους ανθρώπους ως προς την πνευματική ανάπτυξη και την τέχνη τού λόγου, ώστε οι μαθητές της έχουν γίνει διδάσκαλοι τών άλλων και κατόρθωσε ώστε το όνομα τών Ελλήνων να είναι σύμβολο όχι πλέον τής καταγωγής αλλά τής πνευματικής ανυψώσεως, και να ονομάζονται Έλληνες εκείνοι που παίρνουν τη δική μας μόρφωση και όχι αυτοί που έχουν την ίδια καταγωγή».
4. Στην μάχη του Μαραθώνα (490 π.Χ.), ο Σιμωνίδης ο Κείος αφιέρωσε το εξής επίγραμμα: «Ελλήνων προμαχούντες Αθηναίοι Μαραθώνι, χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν» (Μετάφραση: «Αμυνόμενοι υπέρ των Ελλήνων οι Αθηναίοι στον Μαραθώνα, κατέστρεψαν τη δύναμη των χρυσοφορεμένων Περσών»). Να θυμίσουμε, ότι στην νικηφόρα μάχη του Μαραθώνα, απέναντι από τους 55.000 Πέρσες, μαζί με τους 10.000 Αθηναίους, συντάχθηκαν και 1.000 Πλαταιείς, ενώ υπήρχε και στρατιωτική βοήθεια 1.000 οπλιτών από την Σπάρτη, που όμως έφτασε καθυστερημένα στο πεδίο της μάχης. Στην ναυμαχία της Σαλαμίνας που ακολούθησε το ίδιο έτος, ο Αισχύλος (ο οποίος συμμετείχε ενεργά στην μάχη του Μαραθώνα και στις ναυμαχίες του Αρτεμισίου και της Σαλαμίνας) μάς αφηγείται μέσα από την τραγωδία του «Πέρσες», τον παιάνα των Ελλήνων: «Ὦ παῖδες Ἑλλήνων ἴτε, ἐλευθεροῦτε πατρίδ’, ἐλευθεροῦτε δὲ παῖδας, γυναῖκας, θεῶν τέ πατρῴων ἕδη, θήκας τε προγόνων: νῦν ὑπὲρ πάντων ἀγών».
(Μετάφραση: «Εμπρός, τέκνα των Ελλήνων, ελευθερώστε την πατρίδα, ελευθερώστε τα παιδιά σας, τις γυναίκες σας, τα ιερά των πατρογονικών θεών σας, τους τάφους των προγόνων σας· τώρα ο αγώνας είναι για τα πάντα»).
5. Έλληνες δεν λογίζονταν μόνο όσοι κατοικούσαν στον κυρίως ελλαδικό χώρο, αλλά και έξω απ’ αυτόν. Το 481 π.Χ., έναν χρόνο πριν την επική μάχη των Θερμοπυλών (480 π.Χ.), συγκλήθηκε πανελλήνιο συνέδριο στην Κόρινθο, για να αποφασιστεί η στάση που θα έπρεπε να κρατήσουν οι Έλληνες απέναντι στους Πέρσες. Προσκλήθηκαν επίσης οι Έλληνες της Μασσαλίας και της Κριμαίας, που δεν μπόρεσαν να προσέλθουν λόγω απόστασης, ενώ το παρόν έδωσαν οι Έλληνες της Κάτω Ιταλίας, οι Κρήτες, οι Κερκυραίοι κ.ά. Σ’ αυτό το συνέδριο δεν προσκλήθηκαν μόνο οι Έλληνες που είχαν υποταχθεί στους Πέρσες, δηλαδή οι Έλληνες της Κύπρου, της Αιγύπτου, της Ιωνίας, της Μακεδονίας κ.ά. Έχουν ιδιαίτερη σημασία δε, οι δύο εκ των αποφάσεων που τελικά ελήφθησαν και που όριζαν πως:
α) Οι Έλληνες να πολεμήσουν μέχρι θανάτου τους Πέρσες.
β) Να τιμωρηθούν όσοι Έλληνες πολεμήσουν με το μέρος των Περσών.
6. Τις παραμονές της ιστορικής μάχης των Πλαταιών (479 π.Χ.), όπου σύμφωνα και με το επίγραμμα του περιηγητή Παυσανία «Σε αυτόν το πόλεμο πολέμησαν: Λακεδαιμόνιοι, Αθηναίοι, Κορίνθιοι, Τεγεάτες, Σικυώνιοι, Αιγινήτες, Μεγαρείς, Επιδαύριοι, Ορχομένιοι, Φλειάσιοι, Τροιζήνιοι, Ερμιονείς, Τιρύνθιοι, Πλαταιείς, Θεσπιείς, Μυκηναίοι, Κείοι, Μήλιοι, Τήνιοι, Νάξιοι, Ερετριείς, Χαλκιδείς, Στυρείς, Ηλείοι, Ποτειδαιάτες, Λευκάδιοι, Ανακτορείς, Κύθνιοι, Σίφνιοι, Αμβρακιώτες και Λεπρεάτες», ο βασιλιάς των Μακεδόνων, Αλέξανδρος ο Α’, που είχε υποταχθεί στους Πέρσες, πάει κρυφά στο στρατόπεδο των Ελλήνων και τους μεταφέρει το στρατιωτικό σχέδιο του Μαρδόνιου και αιτιολόγησε την πράξη του, ότι ως Έλληνας δεν θα ήθελε να δει την Ελλάδα σκλαβωμένη: «αὐτός τε γὰρ Ἕλλην γένος εἰμὶ τὠρχαῖον καὶ ἀντ᾽ ἐλευθέρης δεδουλωμένην οὐκ ἂν ἐθέλοιμι ὁρᾶν τὴν Ἑλλάδα» («Ηροδότου ιστορίαι», βιβλίο «Καλλιόπη»).
7. Όπως εξιστορεί ο Αρριανός, όταν ο Μέγας Αλέξανδρος νίκησε τους Πέρσες στην μάχη του Γρανικού ποταμού (334 π.Χ), αιχμαλώτισε όσους Έλληνες είχαν πολεμήσει ως μισθοφόροι στο πλευρό των Περσών και είχαν παραβιάσει την κοινή απόφαση, να μην πολεμήσουν Έλληνες εναντίον Ελλήνων, και τους έστειλε στη Μακεδονία για να εργαστούν σε καταναγκαστικά έργα. Παράλληλα έστειλε 300 περσικές πανοπλίες στην Αθήνα, ως ανάθημα στη θεά Αθηνά, με τη εντολή να συνοδεύεται από το επίγραμμα «Ἀλέξανδρος Φιλίππου καὶ οἱ Ἕλληνες πλὴν Λακεδαιμονίων ἀπὸ τῶν βαρβάρων τῶν τὴν Ἀσίαν κατοικούντων»: «ἔθαψε δὲ καὶ τοὺς μισθοφόρους Ἕλληνας, οἳ ξὺν τοῖς πολεμίοις στρατεύοντες ἀπέθανον. ὅσους δὲ αὐτῶν αἰχμαλώτους ἔλαβε, τούτους δὲ δήσας ἐν πέδαις εἰς Μακεδονίαν ἀπέπεμψεν ἐργάζεσθαι, ὅτι παρὰ τὰ κοινῇ δόξαντα τοῖς Ἕλλησιν Ἕλληνες ὄντες ἐναντία τῇ Ἑλλάδι ὑπὲρ τῶν βαρβάρων ἐμάχοντο. ἀποπέμπει δὲ καὶ εἰς Ἀθήνας τριακοσίας πανοπλίας Περσικὰς ἀνάθημα εἶναι τῇ Ἀθηνᾷ ἐν πόλει. καὶ ἐπίγραμμα ἐπιγραφῆναι ἐκέλευσε τόδε. Ἀλέξανδρος Φιλίππου καὶ οἱ Ἕλληνες πλὴν Λακεδαιμονίων ἀπὸ τῶν βαρβάρων τῶν τὴν Ἀσίαν κατοικούντων» («Αλεξάνδρου Ανάβασις», Βιβλίο Α). (eleysis-ellinwn.gr)
Tμήμα ειδήσεων defencenet.gr